Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 480/2018

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    480 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου ,Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον  Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Κ.Δ .

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αρ. 4292/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 παρ.1 593-602, 603-605 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν.4335/23-7-2015, (που καταλαμβάνει τις αγωγές, οι οποίες ασκήθηκαν μετά την 1η-1-2016, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.2 ως άνω νόμου), έχει κατ΄αρχήν ασκηθεί εμπρόθεσμα (άρθρ. 518 παρ.2, 591 παρ.1  ΚΠολΔ), δεδομένου ότι δεν προκύπτει ούτε επικαλούνται οι διάδικοι ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, πριν την άσκηση της έφεσης, ενώ δεν απαιτείται η κατάθεση εκ μέρους της εκκαλούσας των προβλεπόμενων, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3εδ.α του ΚΠολΔ, παραβόλων, καθώς, σύμφωνα με το εδ.στ της παρ.3 του ίδιου άρθρου ,από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται οι διαφορές του άρθρου 592 παρ.1, όπως εν προκειμένω.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 1 του Α.Κ., καθένας από τους συζύγους μπορεί να ζη­τήσει το διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσον ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρό­σωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να εί­ναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης και προσδιορίζονται γενικώς όρια εντός των οποίων θα κινηθεί ο δικαστής χωρίς να τίθεται η υπαιτιότητα ως βάση του ισχυ­ρού κλονισμού. Επομένως, τα γεγονότα που μπορούν να προκαλέσουν ισχυρό κλονισμό μπορεί να είναι και ανυπαίτια ή ακόμη και μη καταλογιστά, δεν έχει δε σημασία ποιος από τους δύο συζύγους δημιούργησε πρώτος τον λόγο κλονισμού της έγγαμης συμβίωσης. Υπό την έννοια αυτή, αν το κλονιστικό περιστατικό αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δι­καίωμα γεννάται ανεξαρτήτως του ποιον από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξη του και του εάν υπάρχει υπαιτιότητα μόνον στο πρόσωπο του ενός των συζύγων. Το ότι για την λύση του γάμου είναι πλέ­ον αδιάφορο εάν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός, σημαίνει ότι στη δίκη του διαζυγίου δεν δικαιολογείται σε καμία πλευρά έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, αφού το δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου σε καμία περίπτωση δεν επεκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας. Συνέπεια των ανωτέρω παραδοχών είναι ότι η απόφαση που απαγγέλει τη λύση του γάμου δεν αποτελεί δεδικασμένο ούτε ως προς την ύπαρξη καθ` εαυτή των επί μέρους πραγ­ματικών περιστατικών τα οποία επέφεραν τον κλο­νισμό της έγγαμης σχέσης, εφ` όσον το δεδικασμέ­νο αφορά στην έννομη σχέση ή στο δικαίωμα που κρίθηκε τελεσιδίκως (ΚΠολΔ 322, 324) ούτε ως προς το ζήτημα της υπαιτιότητας για τον κλονισμό αυτό, ακόμη και αν ο λόγος διαζυγίου αφορά αποκλειστικά στο πρόσωπο του εναγομένου, τα δε ζητήματα υπαι­τιότητας κρίνονται αυτοτελώς στην δίκη διατροφής. Στην πραγματικότητα δηλαδή, αντικείμενο της δίκης διαζυγίου είναι, όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου του που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό δικαίωμα της λύσης του γάμου. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση συνεκδίκασης αντι­θέτων αγωγών διαζυγίου, με τις οποίες καθένας από τους συζύγους ζητεί την λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό της σχέσης, εάν η μία από αυτές (αγωγές) γίνει δεκτή και η άλλη απορριφθεί, είναι προφανές ότι ο διάδικος του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε δεν έχει έννομο συμφέρον, κατά τα άρθρα 68, 516 παρ. 2 και 556 παρ. 2 ΚΠολΔ, να ασκήσει έφεση ή αναίρεση κατά της πρωτόδικης ή της τελεσίδικης αποφάσε­ως και να ζητήσει την εξαφάνισή της με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή του αντιδίκου και να γίνει δεκτή η δική του αγωγή, καθ’ όσον η έννομη συνέπεια την οποία και ο ίδιος επεδίωξε με την αγωγή του, δηλαδή η λύση του γάμου, αποτέλεσμα στο οποίο και αυτός εμμένει, έχει ήδη επέλθει, ως εκ τούτου δε, το εκατέ­ρωθεν υποβληθέν αίτημα δικαστικής διάπλασης έχει ικανοποιηθεί με την απαγγελία του διαζυγίου, έστω και με βάση διάφορα περιστατικά, που συγκροτούν όμως τον ίδιο λόγο, ήτοι αυτόν του αντικειμενικού κλονισμού του γάμου. Το γεγονός δε, ότι η απόφα­ση μπορεί να περιέχει δυσμενείς για τον καθένα αι­τιολογίες, δεχόμενη δηλαδή ότι ο ισχυρός κλονισμός της έγγαμης σχέσης επήλθε εξαιτίας γεγονότων που αφορούν και το πρόσωπό του, δεν αρκεί, ενόψει του κατά τα παραπάνω αντικειμένου της δίκης διαζυγίου και του δεδικασμένου της σχετικής απόφασης, καμία δυσμενή επιρροή στα έννομα συμφέροντά του (ΑΠ 428/2016, ΑΠ 50/2013, Τ.Ν.Π.. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1242/2011, ΝοΒ 2012.654, ΑΠ 326/2010, ΝοΒ 2010.1752, ΑΠ 1055/2009, ΑΠ 2351/2009, Εφ.Δωδ.2/2017,Εφ.Πειρ. 99/2014, Εφ.Πειρ. 777/2014, δημοσιευμένες όλες στην Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Απ. Γεωργιάδη, Σύντομη Ερμηνεία ΑΚ, άρθρο 1439, αρ. 31). Τέλος, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 και 532 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το έννομο συμφέρον αποτελεί διαδικαστική ¬προϋπό­θεση της δίκης επί της έφεσης και η συνδρομή του ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, η έλ­λειψη του δε, συνεπάγεται την απόρριψη του ενδίκου μέσου της έφεσης ως απαράδεκτου. Ως γενική δια­δικαστική προϋπόθεση, το έννομο συμφέρον πρέπει να υπάρχει για την άσκηση έφεσης και για κάθε έναν από τους λόγους της (ΑΠ 356/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1092/2013, ΧρΙΔ 2014.37, Εφ.Δωδ.2/2017,ο.π,Εφ.Αθ. 6060/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Λαρ. 199/2012, Δικογραφία 2012.556, Μ. Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 68 αρ. 9,11 και άρθρο 516 αρ. 22, Δ. Κονδύλη, Το Δεδικασμένο κατά τον ΚΠολΔ [2η έκδ. – 2007], σελ. 356, IV, Σ. Σαμουήλ, Η Έφεση κατά τον ΚΠολΔ [6η έκδ. – 2009], σελ. 143, αρ. 313, Κεραμέως – Κονδύλη – Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 516, αρ. 17, 22).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων στην πρώτη ως άνω από 10-12-2016 και με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης (Ε.Α.Κ) …../2016 αγωγή, ζητούσε να λυθεί ο γάμος τους με την εναγόμενη- σύζυγό του, που τελέστηκε στις 27-7-1975 στον Ιερό Ναό του Αγίου Ευθυμίου στο Κερατσίνι Αττικής, σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, εξαιτίας του ότι οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, για τους λόγους που αναφέρονται αναλυτικά στην αγωγή του και αφορούν στο πρόσωπο της εναγόμενης, ώστε η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης, να είναι αφόρητη γι΄ αυτόν.

Η ενάγουσα στη δεύτερη ως άνω από 16-12-2016 και με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης (Ε.Α.Κ) .,../2016 αγωγή, (εναγομένη στην πρώτη ως άνω αγωγή), ζητούσε, επίσης, να λυθεί ο ως άνω γάμος τους με τον εναγόμενο – σύζυγό της (ενάγοντα στην πρώτη αγωγή), ένεκα του ότι οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, για τους λόγους που αναφέρονται αναλυτικά στην αγωγή της,  και αφορούν στο πρόσωπο του εναγόμενου, ώστε η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης, να είναι αφόρητη γι΄ αυτήν.

Με την εκκαλουμένη απόφασή του, (υπ΄αρ. 4292/2017) το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, αφού συνεκδίκασε τις ως άνω δύο (αντίθετες) αγωγές, τις έκρινε ορισμένες και νόμιμες, στηριζόμενες στα άρθρα 1438 και 1439 (εδάφ. α΄ και γ΄) του ΑΚ, ακολούθως δε απέρριψε την πρώτη ως άνω αγωγή (με Ε.Α.Κ …../2016) ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ έκανε δεκτή την δεύτερη ως άνω αγωγή (με Ε.Α.Κ …../2016) και ως ουσιαστικά βάσιμη και απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων, εξαιτίας ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσης τους από λόγους που αφορούν στο πρόσωπο του εναγομένου σε αυτήν.  

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται ο ενάγων στην πρώτη αγωγή και εναγόμενος στην δεύτερη -ήδη εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του,  για  τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η αγωγή της αντιδίκου του και να γίνει δεκτή η δική του αγωγή δηλ. να διαταχθεί η λύση του γάμου των διαδίκων, λόγω κλονιστικών γεγονότων που αφορούν στο πρόσωπο της εναγομένης – εφεσίβλητης.

Σύμφωνα, όμως, με τα όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, η έν­δικη έφεση θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος για την άσκηση της (άρθρα 68, 73, 516 και 532 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η μοναδική έννομη συνέπεια που απορ­ρέει από την εκκαλουμένη, είναι η λύση του γάμου, την οποία επεδίωκαν και οι δύο διάδικοι με παραπάνω αντίθετες αγωγές τους, ήτοι τόσο ο εκκαλών με την ως άνω (πρώτη) αγωγή του, όσο και η εφεσίβλητη με την ως άνω (δεύτερη) αγωγή της, κι ανεξάρτητα του αν σε αυτήν (εκκαλουμένη) περιέχονται δυσμενής για τον εκκαλούντα αιτιολογίες, δέχεται δηλ. ότι ο κλονισμός της έγγαμης σχέσης των διαδίκων αφορά στο πρόσωπό του, καθώς, όπως προεκτέθηκε, αυτό δεν ασκεί καμία επιρροή στις έννομες σχέσεις του, αφού από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν προσόντα διατακτικού, δεν ιδρύεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει σε άλλη δίκη.

Τέλος, τα δικαστι­κά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα (δεύτερο) βαθμό δικαιοδοσίας, πρέ­πει να επιβληθούν εις βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, πλην, όμως, θα επιδικασθούν υπέρ του Δημοσίου, καθώς με βάση την υπ΄αρ…../2018 Πράξη του δικαστηρίου τούτου, χορηγήθηκε στην εφεσίβλητη, κατόπιν σχετικής αίτησής της, νομική βοήθεια με βάση τις διατάξεις του Ν.3226/2018,ως προσώπου χαμηλού εισοδήματος, για την παράστασή της με την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, πληρεξούσια δικηγόρο της, από την οποία κατατέθηκε το με αρ. ……… ειδικό γραμμάτιο νομικής βοήθειας του Δ.Σ.Π, (άρθρα 176 ΚΠολΔ, 12 Ν. 3226/2004, ΑΠ 334/2017, ΑΠ 410/2010, Εφ.Αθ. 6254/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως τα έξοδα αυτά προσδιορίζονται στο διατακτικό .

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, την έφεση κατά της υπ’αρ. 4968/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση.

Απορρίπτει την έφεση ως απαράδεκτη.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ και (τα οποία) επιδικάζει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

 

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 25 Ιουλίου 2018, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

                 Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         H  ΓPAMMATEAΣ