Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 193/2019

Αριθμός 193/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

     Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 64, 67 και 118  περ.  4 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι στο δικόγραφο πρέπει να καθίσταται εφικτός ο προσδιορισμός του προσώπου που είναι διάδικος, χωρίς να απαιτείται πανηγυρική γι΄ αυτό διατύπωση, εφόσον από το όλο περιεχόμενο και αιτητικό του δικογράφου προκύπτουν τα στοιχεία ταυτότητας του διαδίκου και η ιδιότητά του (πρβλ. ΕφΑθ 11687/1995 ΕλλΔνη 37.1116, ΕφΑθ 1527/1992 ΕλλΔνη 35.435, ΕφΑθ 11675/1986 ΕλλΔνη 28.1336, Β. Βαθρακοκοίλη: Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση ΚΠολΔ, στο άρθρο 118, σελ. 736 παρ. 21). Στην προκειμένη περίπτωση, από το όλο περιεχόμενο της ένδικης από 25-10-2017 (αρ. καταθ. …….) εφέσεως κατά της υπ΄ αρ. 3827/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, συνεκδικάζοντας τις από 3-10-2016 (αρ. καταθ. …….) και από 4-10-2016 (αρ. καταθ. ……) αγωγές, κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών (άρθρα 593-602 και 610-613 του ΚΠολΔ), αντιμωλία των διαδίκων, (πρβλ. ΑΠ 419/1987 ΝοΒ 1988.911, ΕφΑθ 7036/1989 ΑρχΝ 1991.111), προκύπτει σαφώς ότι η έφεση έχει ασκηθεί από τον εναγόμενο-ενάγοντα κατά της εφεσίβλητης-ενάγουσας-εναγομένης και ατομικά κατ΄ αυτής, αφού στις δίκες γονικής μέριμνας ή επιμέλειας ανηλίκων, ενάγοντες-εκκαλούντες ή εναγόμενοι-εφεσίβλητοι δεν είναι οι ανήλικοι (αφού δεν είναι αυτοί υποκείμενα του επίδικου δικαιώματος) αλλά (ατομικά) εκείνοι, οι οποίοι αξιώνουν ή έναντι των οποίων αξιώνεται το εν λόγω δικαίωμα (δηλαδή οι γονείς συνήθως των ανηλίκων), όπως εν προκειμένω που η υπόθεση μεταβιβάζεται, με την ένδικη έφεση, εκτός από το κεφάλαιο της επιδίκασης διατροφής υπέρ των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, …….., και ως προς το κεφάλαιο της ανάθεσης της επιμέλειας των τέκνων αυτών. Επομένως, η έφεση παραδεκτώς ασκείται έστω και εάν στο εισαγωγικό μέρος του δικογράφου φέρεται ότι ασκείται κατά της εφεσίβλητης μόνο ως ασκούσας την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων των διαδίκων (… και ….). Κατά τα λοιπά η ένδικη έφεση αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό της ένδικης έφεσης δεν απαιτείται η κατάθεση παράβολου εφέσεως, λόγω της φύσεως της προκειμένης διαφοράς [αφορά ανάθεση επιμέλειας ανήλικων τέκνων και διατροφή αυτών (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ)].

Με την από 3-10-2016 (αρ. καταθ. …..) αγωγή της, που συζητήθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 25-1-2017, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ατομικά και ως ασκούσα προσωρινά την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων της, .. και .., που έχει αποκτήσει από το νόμιμο γάμο της με τον εναγόμενο και ήδη εν διαστάσει σύζυγό της, ζήτησε, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή (αγωγή), με απόφαση προσωρινά εκτελεστή,: α) να ανατεθεί σ΄ αυτήν οριστικά η επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους, … και ….., β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, ήδη εν διαστάσει σύζυγό της, να της προκαταβάλλει ως διατροφή των ανήλικων τέκνων τους, το ποσό των 730 ευρώ μηνιαίως όσον αφορά τον ανήλικο … και το ποσό των 710 ευρώ όσον αφορά τον ανήλικο …. (ήτοι συνολικά το ποσό των 1.440 ευρώ μηνιαίως), όπως ειδικότερα αναλύονται οι ανάγκες τους σ΄ αυτήν (ένδικη αγωγή), όλα δε τα παραπάνω ποσά καταβαλλόμενα το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφλησή τους, επειδή τα ανήλικα τέκνα τους αδυνατούν να αυτοδιατραφούν από δικά τους εισοδήματα ή περιουσία ή από το προϊόν της εργασίας τους, ενώ ο εναγόμενος δύναται, κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα σ΄ αυτή (αγωγή), να καλύψει τις διατροφικές τους ανάγκες, γ) να παραχωρηθεί στην ίδια (ενάγουσα) η αποκλειστική χρήση της περιγραφόμενης σ΄ αυτήν (αγωγή) οικογενειακής στέγης καθώς τούτο επιβάλλουν οι αναφερόμενοι σ΄ αυτή (αγωγή) λόγοι επιείκειας και δ) να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική της δαπάνη.

Με την από 4-10-2016 (αρ. καταθ. …….) αγωγή του, η οποία παραδεκτώς ασκείται, έστω και εάν στο εισαγωγικό μέρος του δικογράφου φέρεται ότι ασκείται κατά της εναγομένης μόνο ως ασκούσας προσωρινά την επιμέλεια των ανήλικων τέκνων τους (διαδίκων), .. και …, αφού από το όλο περιεχόμενο αυτής (αγωγής) προκύπτει σαφώς ότι αυτή (αγωγή) έχει ασκηθεί από τον ενάγοντα κατά της εναγομένης και ατομικά κατ΄ αυτής, που συνεκδικάστηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο την 25-1-2017 με την προαναφερόμενη αγωγή, και για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή (αγωγή), ο ενάγων, ήδη εκκαλών, ζήτησε, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος περί επιδίκασης διατροφής για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, που υποβλήθηκε με δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να ανατεθεί σ΄ αυτόν οριστικά η επιμέλεια του προσώπου των ως άνω ανήλικων τέκνων του, που απέκτησε με την εναγομένη και ήδη εν διαστάσει σύζυγό του και να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη-εν διαστάσει σύζυγός του οφείλει να του προκαταβάλλει ως διατροφή των ανήλικων τέκνων του, το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως για κάθε ανήλικο τέκνο για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφλησή τους, επειδή τα ανήλικα τέκνα τους αδυνατούν να αυτοδιατραφούν από δικά τους εισοδήματα ή περιουσία ή από το προϊόν της εργασίας τους, άλλως επικουρικά να ρυθμιστεί το δικαίωμα επικοινωνίας του με τα ανήλικα τέκνα του, σύμφωνα με τα αναλυτικά εκτιθέμενα σ΄ αυτή (αγωγή), να επιβληθεί στην εναγομένη χρηματική ποινή 1.000 ευρώ και προσωπική κράτηση 3 μηνών για κάθε παραβίαση της εκδοθησομένης αποφάσεως και να καταδικαστεί αυτή στη δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 3827/2017 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, μεταξύ άλλων, αφού έκρινε ότι η από 3-10-2016 (αρ. καταθ. …….) αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, αφού δέχθηκε ότι ο προβληθείς εκ μέρους του εναγομένου σχετικός ισχυρισμός που αποτελεί την ένσταση συνεισφοράς, καταλυτική της ένδικης αγωγής, είναι νόμιμη και αφού δέχθηκε εν μέρει ως βάσιμη αυτή (ένσταση συνεισφοράς), δέχθηκε ως επαρκώς ορισμένη και νόμιμη την από 4-10-2016 (αρ. καταθ. ………) αγωγή, πλην του παρεπόμενου αιτήματος περί απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης σε βάρος της εναγομένης, ως προς το αίτημα να του ανατεθεί η επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων του, το οποίο έκρινε μη νόμιμο και ως εκ τούτου απορριπτέο και αφού συνεκδίκασε αυτές (αγωγές), απέρριψε ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο στο σκεπτικό της (προσβαλλόμενης απόφασης), δέχθηκε εν μέρει την από 3-10-2016 (αρ. καταθ. .) αγωγή, ανέθεσε αποκλειστικά στην ενάγουσα την άσκηση της επιμέλειας του προσώπου των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, …, που γεννήθηκε την 18-2-2005 και …, που γεννήθηκε την 31-7-2008, υποχρέωσε τον εναγόμενο να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, τακτική σε χρήμα διατροφή για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο … και το ποσό των 360 ευρώ για τον ανήλικο …, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, όλα δε τα πιο πάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας παροχής, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, παραχώρησε στην ενάγουσα την αποκλειστική χρήση της ευρισκόμενης επί της οδού ……… στη Νίκαια Αττικής, οριζόντιας ιδιοκτησίας, που αποτελούσε την οικογενειακή στέγη των διαδίκων συζύγων, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς τις δύο, αμέσως ανωτέρω, καταψηφιστικές της διατάξεις, δέχθηκε εν μέρει την από 4-10-2016 (αρ. καταθ. ……..) αγωγή, ρύθμισε το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του ενάγοντος με τα ανήλικα τέκνα του, κατά τον αναφερόμενο σ΄ αυτήν (απόφαση) τρόπο, απήγγειλε σε βάρος της εναγομένης χρηματική ποινή 200 ευρώ και προσωπική κράτηση 20 ημερών για κάθε παράβαση των σχετικών με την επικοινωνία διατάξεων της (προσβαλλόμενης) απόφασης και συμψήφισε στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την ένδικη έφεση ο εν μέρει ηττηθείς εναγόμενος-ενάγων και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί, κατ΄  εκτίμηση του δικογράφου αυτής, να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση ως προς τα εκκαλούμενα κεφάλαια, έτσι ώστε να απορριφθεί η αγωγή της ενάγουσας εναντίον του, να γίνει δεκτή η αγωγή του και να ανατεθεί σ΄ αυτόν η άσκηση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων του, ……………. και ……………., και να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει να του προκαταβάλλει ως διατροφή των ανήλικων τέκνων του το ποσό των 100 ευρώ το μήνα για καθένα από αυτά (τέκνα).

Από τη διάταξη του άρθρου 1511 του ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1512-1514 του ΑΚ, προκύπτει ότι, όταν το Δικαστήριο καλείται να αποφασίσει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας ανήλικου τέκνου σε έναν από τους εν διαζεύξει ευρισκόμενους γονείς του, πρέπει να έχει ως αποκλειστικό οδηγό της δικαιοδοτικής του κρίσεως το γενικό συμφέρον και μόνον του ανήλικου τέκνου, σωματικό, υλικό πνευματικό, ψυχικό και ηθικό, χωρίς να επιδρά αυτοτελώς στη λήψη της αποφάσεώς του κανένας από τους διαφορετικούς παράγοντες, που συνοδεύουν το πρόσωπο κάθε γονέα, όπως είναι το φύλο, η φυλή, η γλώσσα, η θρησκεία, η κοινωνική προέλευση, η περιουσιακή κατάσταση κλπ. Για τη λήψη της αποφάσεως το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και τους με ανεπηρέαστη επιλογή αναπτυχθέντες μέχρι τότε δεσμούς του διαθέτοντος ικανότητα διακρίσεως τέκνου με τους γονείς του (και τους αδελφούς του), τις τυχόν συμφωνίες των γονέων σχετικά με την επιμέλεια και την περιουσία του, καθώς και τη γνώμη του, εφόσον αυτό, κατά την ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου, ενόψει της ηλικίας του και της πνευματικής του αναπτύξεως, είναι ικανό να αντιληφθεί το πραγματικό του συμφέρον. Οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στο πλαίσιο της ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβιώσεως, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό δε ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαιτίου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας – επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της εκτάσεως και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητάς του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς (ΑΠ 1316/2009, ΑΠ 1736/2007). Η μικρή ηλικία του τέκνου και το φύλο του δεν αποτελούν κυρίαρχο, κατά νόμο, στοιχείο για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του τέκνου προς ανάθεση της γονικής μέριμνάς του σε έναν από τους γονείς του μετά τη νηπιακή ηλικία του, οπότε παύει η σαφής βιοκοινωνική υπεροχή της μητέρας από άποψη καταλληλότητας για τη γονική μέριμνα του τέκνου (ΑΠ 952/2007), ενώ συνεκτιμάται αυτή, κατά τη νηπιακή ηλικία του τέκνου, με τους υπόλοιπους παράγοντες, που εξασφαλίζουν την ομαλή σωματική και ψυχοπνευματική του ανάπτυξη. Το συμφέρον του τέκνου, δηλαδή, λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια και προς διαπίστωσή του αξιολογούνται όλα τα επωφελή για το ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις, χωρίς η εκφρασθείσα γνώμη του τέκνου να αποτελεί, χωρίς άλλο, αποφασιστικό παράγοντα με ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι πολλές φορές η θέληση του ανηλίκου είναι αποτέλεσμα επηρεασμού και πρόσκαιρη και δεν σημαίνει ότι εξυπηρετεί πράγματι το συμφέρον του. Το συμφέρον του τέκνου αποτελεί αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, το οποίο εξειδικεύεται από το Δικαστήριο της ουσίας. Για την εξειδίκευση της έννοιας αυτής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εκτιμώνται από το Δικαστήριο τα περιστατικά που αποδείχθηκαν, με βάση αξιολογικά κριτήρια, τα οποία αντλεί το Δικαστήριο από τους κανόνες της λογικής και κοινής πείρας, λαμβάνοντας υπόψη, σχετικά με το πρόσωπο του ανηλίκου και τα πορίσματα της ψυχολογίας, πρέπει δε να αιτιολογείται ειδικώς και εμπεριστατωμένως (ΑΠ 824/2018). Περαιτέρω, η συνεκτίμηση από το Δικαστήριο της, κατ΄ άρθρα 1511 και 612 παρ. 1 του ΚΠολΔ, γνώμης του τέκνου, σε περίπτωση αγωγής επί διαζευγμένων συζύγων, να ρυθμιστεί η, αποτελούσα, κατά το άρθρο 1510 παρ.1 εδ. β΄ του ΑΚ, περιεχόμενο της γονικής μέριμνας, επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου τους, δεν αποτελεί ίδιο αποδεικτικό μέσο, αλλά πρέπει να διαλαμβάνεται στην απόφαση, γιατί συνιστά μέρος της αιτιολογίας αυτής χωρίς και να είναι απαραίτητο να αναφέρεται στην απόφαση του Δικαστηρίου η γνώμη του ανηλίκου, στην οποία άλλωστε το Δικαστήριο αυτό δεν είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται. Υποχρέωση παραθέσεως της γνώμης του ανηλίκου στην απόφαση δεν προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 1511 παρ. 3 του ΑΚ, πράγμα άλλωστε εύλογο, δεδομένου ότι η παράθεση αυτή (λαμβανομένης υπόψη της υφής των εκδικαζομένων υποθέσεων αλλά και των ευαισθησιών και των αποστάσεων που πρέπει να τηρούνται ιδίως όταν το τέκνο βρίσκεται σε νηπιακή ηλικία) είναι βέβαιο ότι θα οξύνει έτι περαιτέρω τις, ούτως ή άλλως, τεταμένες σχέσεις των διαδίκων γονέων, προκαλώντας εξ αντανακλάσεως βλάβη στο συμφέρον του ίδιου του τέκνου (πρβλ. ΑΠ 824/2018, ΑΠ 1316/2009). Ακολούθως, από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493 του ΑΚ, προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και εάν αυτό έχει περιουσία, της οποίας όμως τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής από το νόμο μεταξύ των ανιόντων και κατιόντων, προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και περιλαμβάνει τα αναγκαία για τη συντήρηση και εν γένει εκπαίδευσή του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη επιτηρήσεως και εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής αξιολογούνται κατ΄ αρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου, καθοριστικό δε στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβιώσεώς του, χωρίς όμως να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις (ΑΠ 120/2013, ΑΠ 837/2009, ΑΠ 471/2005). Η συνεισφορά της μητέρας, που είναι επιφορτισμένη με την ανατροφή και επίβλεψη του ανήλικου τέκνου, συνυπολογίζεται στην υποχρέωσή της προς διατροφή του ανηλίκου. Εξάλλου, η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, όπως προαναφέρθηκε, βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 εδ. 2 του ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ο εναγόμενος γονέας, συνεπώς, προς καταβολή ολόκληρου του ποσού της διατροφής, μπορεί να επικαλεστεί κατ΄ ένσταση, κατ΄ άρθρο 1489 παρ. 2 του AK και 262 του ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του ανηλίκου, οπότε, με την απόδειξη της ένστασης αυτής, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγόμενου γονέα για τη διατροφή του τέκνου του κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη βάση αυτής υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα [ΑΠ 680/2010, ΑΠ 837/2009, ΕφΔωδ (Μεταβ. Κω) 195/2013, ΕφΛαμ 98/2009, ΕφΑθ.1384/2008]. Ωστόσο όμως, στην περίπτωση που με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέως (του εναγομένου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και ανεξάρτητα από την πληρότητα της σχετικής καταχώρισης του ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγομένου (ΕφΘεσσαλ 1101/2002).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. β΄ του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το Δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, που προκύπτει και από το συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ. 1 στοιχ. β, 346 και 453 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στη διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενέργειας του Δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν, νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου, όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζητήσεως μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγουμένης συζητήσεως, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 του ΚΠολΔ. Η τελευταία αυτή διάταξη, αναφέρεται βεβαίως στον τρόπο επαναφοράς «ισχυρισμών», έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων, λόγω της ταυτότητος του νομικού λόγου (ΟλΑΠ 23/2008). Συγκεκριμένα κατά το άρθρο 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται όμως για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες  (ΑΠ 224/2016).

Με λόγο της ένδικης έφεσης ο εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στην εκκαλούμενη απόφασή του δεν μνημονεύει εάν άκουσε τη γνώμη των ανήλικων τέκνων του και ποια ήταν αυτή. Ο λόγος όμως, αυτός αλυσιτελώς προβάλλεται, καθόσον το Δικαστήριο τούτο εάν, από την ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων, κρίνει ότι τα ως άνω ανήλικα τέκνα έχουν την ικανότητα να αντιληφθούν το συμφέρον τους, θα επικοινωνήσει το ίδιο με αυτά (ανήλικα τέκνα) και θα συνεκτιμήσει τη γνώμη αυτών. Σε κάθε περίπτωση στην προσβαλλόμενη απόφαση διαλαμβάνεται ότι ο συγκροτήσας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο Δικαστής επικοινώνησε με τα ως ανήλικα τέκνα των διαδίκων. Δεν αναφέρεται βεβαίως στην απόφαση η γνώμη των ανήλικων τέκνων, εφόσον αυτό δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται, στην οποία άλλωστε (γνώμη) το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να συμμορφώνεται. Υποχρέωση παραθέσεως της γνώμης του ανηλίκου στην απόφαση δεν προκύπτει, όπως αναφέρεται στη νομική σκέψη της παρούσας,  από τη διάταξη του άρθρου 1511 παρ. 3 του ΑΚ. Επομένως, ο σχετικός λόγος της εφέσεως πρέπει να απορριφθεί.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα της ενάγουσας-εναγομένης ……….. και της ανωμοτί κατάθεσης του εναγομένου-ενάγοντος, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ίδιου (πρωτοβάθμιου) Δικαστηρίου, από την έκθεση κοινωνικής έρευνας της Κοινωνικής Λειτουργού του Τμήματος Κοινωνικών Υπηρεσιών της Διεύθυνσης Παιδείας, Βιβλιοθηκών και Κοινωνικών Υπηρεσιών του Δήμου Νίκαιας-Αγίου Ιωάννη Ρέντη, που διαβιβάστηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με το υπ΄ αρ.  πρωτ. …../17-5-2018 διαβιβαστικό έγγραφο της Εισαγ­γελέα Ανηλίκων Πειραιώς, την οποία (κοινωνική έρευνα) επικαλείται ο εκκαλών με τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού προτάσεις του, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα τα οποία νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, [ορισμένων εκ των οποίων εγγράφων για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή, όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], μεταξύ των οποίων (εγγράφων) και οι επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τον εκκαλούντα υπ΄ αρ. ………. ένορκες βεβαιώσεις, που λήφθηκαν ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά ………, οι οποίες (δύο ένορκες βεβαιώσεις) λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια, αφού λήφθηκαν για να χρησιμοποιηθούν σε προηγούμενη δίκη ασφαλιστικών μέτρων μεταξύ των ίδιων διαδίκων (πρβλ ΑΠ 818/2009, ΑΠ 399/2009, ΑΠ 227/2007, ΑΠ 700/1999), χωρίς όμως η ρητή αναφορά σε ορισμένα εξ αυτών (εγγράφων) να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), εκτός από όσα αποδεικτικά στοιχεία και μέσα επικαλείται η εφεσίβλητη με τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού προτάσεις της, μόνο ως κατωτέρω, ήτοι όλα τα προσκομισθέντα με τις από 25-1-2017 προτάσεις της (κατατεθείσες ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου) επί της από 3-10-2016 αγωγής της, καθόσον η επίκληση αυτή δεν είναι νόμιμη, (κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 του ΚΠολΔ, το οποίο, αν και αναφέρεται στον τρόπο επαναφοράς ισχυρισμών, εφαρμόζεται και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων), χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των πρωτοδίκως ως άνω προτάσεων όπου περιέχεται σαφής και ορισμένη επίκληση αυτών, χωρίς όμως την επικοινωνία του Δικαστηρίου αυτού με τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, ……………. και ……………., εφόσον από την ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων κρίνει ότι αυτά δεν έχουν την ικανότητα να αντιληφθούν το συμφέρον τους, [σημειώνοντας ότι η εφεσίβλητη, στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως επί της από 4-10-2016 (αρ. καταθ. …….) αγωγής του εκκαλούντος, καλυπτόμενες από την υπογραφή της πληρεξούσιας Δικηγόρου της (εφεσίβλητης), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο στις 23-5-1998, στον Κορυδαλλό Αττικής. Από το γάμο τους αυτό απέκτησαν δυο τέκνα, τον ……………., που γεννήθηκε την 18-2-2005 και τον ……………., που γεννήθηκε την 31-7-2008, ήτοι είναι ακόμα ανήλικα, και κατά το χρόνο συζητήσεως των ένδικων αγωγών στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ήταν ηλικίας 12 περίπου ετών και 8,5 περίπου ετών αντίστοιχα. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά και διασπάσθηκε οριστικά το μήνα Απρίλιο του έτους 2012. Από την ανωτέρω διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των γονέων τους και εντεύθεν, τα ως άνω ανήλικα τέκνα διαμένουν με την ενάγουσα-εναγομένη-μητέρα τους σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας των διαδίκων συζύγων, κατά ποσοστό ½ εξ αδιαίρετου εκάστου, επί πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στη Νίκαια, επί της οδού ……… Με την υπ΄ αρ. 768/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων των διαδίκων ανατέθηκε προσωρινά στη μητέρα τους. Εξάλλου, η ενάγουσα-εναγομένη είναι υγιής, άξια και φιλόστοργη μητέρα και από τη γέννηση των τέκνων τους, αλλά και καθ΄ όλο το διάστημα από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής της με τον εναγόμενο-ενάγοντα και εφεξής περιβάλλει τα ανήλικα τέκνα της με αγάπη και φροντίδα, ασχολείται με την επίβλεψη και ανατροφή αυτών και δύναται να προσφέρει ένα σταθερό, ήρεμο και ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος-ενάγων-πατέρας τους, αναμφισβήτητα, τρέφει αισθήματα αγάπης για τα τέκνα του και ενδιαφέρεται για την ορθή σωματική και ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη, όμως τα ως άνω ανήλικα τέκνα έχουν αναπτύξει ισχυρούς ψυχικούς δεσμούς με τη μητέρα τους, ώστε τυχόν απομάκρυνσή τους από αυτήν, στις παρούσες συνθήκες, και ανατροπή της παγιωθείσας ως άνω καταστάσεως ενδέχεται να τους δημιουργήσει συναισθήματα ανασφάλειας και βαθύ ψυχικό τραύμα. Το αληθινό λοιπόν συμφέρον των ανηλίκων, ανεξαρτήτως από τον τρόπο, που διαμορφώθηκαν οι προσωπικές σχέσεις των διαδίκων γονέων, ο οποίος δεν επιδρά και στην άσκηση της επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον των τέκνων, και ενόψει της ηλικίας τους, των ειδικών τους αναγκών, των προσωπικών ιδιοτήτων των γονέων, του χρόνου που κάθε γονέας μπορεί να διαθέσει για την προσωπική τους επιμέλεια και της σωματικής, ψυχικής και πνευματικής εν γένει κατάστασης αυτών, επιβάλλει να ανατεθεί η επιμέλεια του προσώπου τους στην ενάγουσα-εναγομένη-μητέρα τους, η οποία αναμένεται ότι θα ανταποκριθεί με τον καλύτερο τρόπο στην άσκηση του λειτουργήματός της, θα διαπαιδαγωγήσει σωστά τα τέκνα της και θα συμβάλει θετικά στην περαιτέρω ψυχοσωματική και ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη, όπως εξάλλου το έχει πράξει μέχρι σήμερα. Εξάλλου δεν αποδείχθηκε από μέρους της ενάγουσας-εναγομένης παράβαση ή καταχρηστική άσκηση του λειτουργήματος της γονικής μέριμνας εκ μέρους της (ενάγουσας-εναγομένης-μητέρας) και ειδικότερα άσκηση της επιμέλειας του προσώπου τους κατά τρόπο που βλάπτει το συμφέρον αυτών (ανηλίκων). Επομένως, και εφόσον το παρόν Δικαστήριο, από το υφιστάμενο αποδεικτικό υλικό, σχημάτισε σχετική δικανική πεποίθηση και δεν κρίνει αναγκαία τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον σχετικό λόγο της ένδικης εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι τα προαναφερόμενα ανήλικα τέκνα των διαδίκων δεν μπορούν να εξασφαλίσουν μόνα τους τη διατροφή τους διότι στερούνται εισοδημάτων, περιουσίας και πόρων και δεν είναι δυνατόν, λόγω της ανηλικότητάς τους, να εργαστούν. Συνεπώς, αυτά έχουν καταρχήν δικαίωμα διατροφής έναντι των γονέων τους, ανάλογα με τις οικονομικές δυνάμεις του καθενός για το επίδικο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά τον εναγόμενο-ενάγοντα-πατέρα των ανηλίκων, ο οποίος κατά τον κρίσιμο χρόνο άσκησης της αγωγής διάνυε το 43 έτος της ηλικίας του, εργάζεται ως λογιστής και διατηρεί προς τούτο ατομική επιχείρηση, από την οποία αποκερδαίνει μηνιαίες καθαρές αποδοχές ανερχόμενες, κατά μέσο όρο, στο ποσό των 1.800 ευρώ. Για το οικονομικό έτος 2013, για το οικονομικό έτος 2014, για το φορολογικό έτος 2014 και για το φορολογικό έτος 2015 ο εναγόμενος δήλωσε στην αρμόδια ΔΟΥ συνολικό εισόδημα ανερχόμενο στο ποσό των 12.068,04 ευρώ,  9.947,85 ευρώ, 10.060,97 ευρώ και 12.158,81 ευρώ αντίστοιχα. Οι σχετικές αυτές φορολογικές του δηλώσεις δεν προκύπτει ότι έχουν ελεγχθεί και συνεπώς δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο (πρβλ. ΑΠ 1156/2017, ΕφΘεσσαλ 740/2009, ΕφΑθ 1009/1991ΑρχΝ 1992.481). Επίσης, ο εναγόμενος-ενάγων είναι συγκύριος κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου της προαναφερθείσας οικίας, 110 τ.μ., που βρίσκεται στη Νίκαια Αττικής και αποτέλεσε την οικογενειακή οικία, όπως επίσης συγκύριος κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου με την ενάγουσα-εναγομένη μιας εξοχικής οικίας στη θέση …. στο Δήμο …. Εύβοιας, καθώς επίσης και συγκύριος κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου ενός ιδιωτικής χρήσεως επιβατικού αυτοκινήτου, εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN, τύπου TOUAREG. Διαμένει δε σε μισθωμένη οικία επιβαρυνόμενος ως εκ τούτου με μηνιαία δαπάνη μισθώματος, ποσού 350 ευρώ, καθώς και με τα λειτουργικά έξοδα αυτής (ήτοι δαπάνες ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ κλπ.), που είναι τα συνηθισμένα. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει ο εναγόμενος-ενάγων. Από την άλλη πλευρά, η ενάγουσα-εναγομένη εργαζόταν κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, μέχρι το έτος 2008, οπότε σταμάτησε για να απασχοληθεί αποκλειστικά με τη φροντίδα της οικίας και των τέκνων τους (διαδίκων). Κατά την άσκηση της ένδικης από 3-10-2016 (αρ. καταθ. ……..) αγωγής διάνυε το 42 έτος της ηλικίας της, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, που να την καθιστούν ανίκανη ή περιορισμένα ικανή για εργασία και συνεπώς μπορεί να εργαστεί με καθεστώς πλήρους ή έστω μερικής απασχόλησης, προκειμένου να εξασφαλίσει εισόδημα 400 ευρώ μηνιαίως, δεδομένου ότι έχει σπουδάσει οικονομικά και διατηρούσε δυο δικές της επιχειρήσεις, απασχολείτο δε και στο λογιστικό γραφείο του εν διαστάσει συζύγου της. Έτσι, η ενάγουσα-εναγομένη από την εργασία της, κύρια ή συμπληρωματική, όπως έχει υποχρέωση να αναζητήσει (πρβλ ΕφΛαρ 61/2007 Δικογραφία 2007-232, ΕφΑθ 951/2004 ΕλλΔνη 2005.199, ΕφΑθ 2218/1996), μπορεί να εξασφαλίσει συνολικά εισόδημα όχι κατώτερο των 400 ευρώ μηνιαίως, το οποίο αποφεύγει να αποκτήσει εναντίον της καλής πίστεως, ενώ μπορούσε και είχε υποχρέωση να αποκομίζει. Διαμένει, όπως προαναφέρθηκε, με τα ανήλικα τέκνα της στο διαμέρισμα, που αποτέλεσε και την οικογενειακή στέγη, συνιδιοκτησίας αυτής και του εναγομένου-ενάγοντος και ως εκ τούτου δεν επιβαρύνεται με την καταβολή μισθώματος, βαρύνεται όμως με την αναλογία συμμετοχής της στα λειτουργικά έξοδα της οικίας αυτής (ήτοι δαπάνες ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ κλπ.), που είναι τα συνηθισμένα. Επίσης, η ενάγουσα-εναγομένη, είναι συγκύρια κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου, της προαναφερθείσας οικίας, 110 τ.μ., που βρίσκεται στη Νίκαια Αττικής, μιας εξοχικής οικίας στη θέση …. στο Δήμο ….. Εύβοιας, καθώς επίσης και ενός ιδιωτικής χρήσεως επιβατικού αυτοκινήτου, εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN τύπου TOUAREG. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει, ενώ έχει να αντιμετωπίσει τις δαπάνες σίτισης, ένδυσης και ψυχαγωγίας της. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα-εναγομένη επιμελείται αυτοπροσώπως για την ανατροφή των παραπάνω τέκνων της. Οι προσωπικές αυτές υπηρεσίες της για τη φροντίδα και ανατροφή των τέκνων της, που κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας συνδέονται με τη συνοίκηση, αποτιμώνται σε χρήμα. Τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων, όπως προαναφέρθηκε, κατά το χρόνο συζητήσεως της ένδικης από 3-10-2016 (αρ. καταθ. ……….) αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ήταν ηλικίας 12 περίπου ετών ο ανήλικος …………….. και 8,5 περίπου ετών ο ανήλικος …………….. και διαμένουν, όπως επίσης προαναφέρθηκε, με την ενάγουσα-εναγομένη-μητέρα τους στην προαναφερθείσα οικογενειακή οικία και ως εκ τούτου δεν επιβαρύνονται με την καταβολή μισθώματος, βαρύνονται όμως με την ανάλογη συμμετοχή τους στις κοινόχρηστες δαπάνες και στις δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας (ήτοι δαπάνες ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ κλπ.). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι τα ως άνω ανήλικα τέκνα (…………….και …………….) φοιτούν σε δημόσια εκπαιδευτήρια και ειδικότερα κατά την άσκηση της ένδικης από 3-10-2016 (αρ. καταθ. ……..) αγωγής ήταν μαθητές της ΣΤ΄ τάξης και της Γ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου αντίστοιχα, ήδη φοιτούν στην Α΄ τάξη του Γυμνασίου και την Δ΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου αντίστοιχα. Αμφότερα δε τα τέκνα παρακολουθούν μαθήματα κολύμβησης. Για την αιτία αυτή καταβάλλεται στον αθλητικό σύλλογο στον οποίο συμμετέχουν το ποσό των 50 ευρώ το μήνα για καθένα από αυτά (ανήλικα τέκνα). Οι λοιπές δαπάνες διαβίωσης των ανήλικων τέκνων των διαδίκων για σίτιση, ένδυση, ψυχαγωγία, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (πέραν αυτής που καλύπτεται από τον ασφαλιστικό φορέα στον οποίο είναι ασφαλισμένα), παραθερισμού κλπ είναι οι συνήθεις δαπάνες των ανήλικων τέκνων της ηλικίας τους, της αυτής οικονομικής και κοινωνικής καταστάσεως των γονέων τους. Με βάση λοιπόν τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων γονέων τους και τις εν γένει περιστάσεις, η κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ανάλογη διατροφή, η οποία προσδιορίζεται από τις ανάγκες των παραπάνω ανηλίκων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους και περιλαμβάνει όλα τα απαραίτητα για τη σίτιση, ένδυση, υπόδηση, δαπάνες διαμονής, ψυχαγωγία, παραθερισμό και ιατροφαρμακευτική περίθαλψή τους (πέραν αυτής που καλύπτεται από τον ασφαλιστικό φορέα στον οποίο είναι ασφαλισμένα), ανέρχεται στο ποσό των 460 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………. και στο ποσό των 410 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………., πλέον της παραχώρησης της χρήσης της οικίας εκ μέρους του εναγομένου κατά το ποσοστό του ( ½ εξ αδιαιρέτου), κατά το υπόλοιπο ποσοστό (επίσης ½ εξ αδιαιρέτου) παρέχεται η χρήση αυτής από την ενάγουσα, που αποτιμάται (η παροχή στέγης και από τους δύο γονείς) σε χρήμα. Στα ποσά αυτά συνυπολογίζεται και η παροχή της προσωπικής εργασίας και της φροντίδας της ενάγουσας για την ανατροφή των ανήλικων τέκνων, οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, είναι αποτιμητές σε χρήμα. Στην αντιμετώπιση των αναγκών αυτών οφείλουν να συμβάλουν και οι δύο γονείς τους ανάλογα με τις δυνάμεις του ο καθένας. Ενόψει τούτων η συμβολή του εναγομένου στη διατροφή των ανήλικων τέκνων του πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 360 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………. και στο ποσό των 320 ευρώ για τον ανήλικο ……………., από την επομένη της επίδοσης της ένδικης αγωγής. Τα ποσά αυτά, που αντιστοιχούν στην προς συνεισφορά υποχρέωση του εναγομένου, πρέπει να καταβάλλει ο τελευταίος, ως ανάλογη διατροφή των ανήλικων τέκνων του κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσό συμμετέχει, κατά μερική παραδοχή της περί συνεισφοράς ενστάσεως που προέβαλε ο εναγόμενος ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμης και η ενάγουσα-μητέρα τους με τα εισοδήματά της από την εργασία της που μπορεί να εξεύρει, με την παροχή των προσωπικών της υπηρεσιών στη φροντίδα και ανατροφή τους, που είναι αποτιμητές σε χρήμα και συνδέονται σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής με τη συνοίκηση. Τα ως άνω δε ποσά είναι σε θέση ο εναγόμενος να καταβάλλει, με βάση την προαναφερθείσα οικονομική του δυνατότητα και την προσωπική του κατάσταση σε συσχετισμό με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση της μητέρας, δίχως να διακινδυνεύσει η διατροφή του. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με διάταξη της ως άνω υπ΄ αρ. 3827/2017 αποφάσεώς του που δεν προσβάλλεται με λόγο εφέσεως (η διάταξη), παραχώρησε στην ενάγουσα την αποκλειστική χρήση της ευρισκόμενης επί της οδού ……… στη Νίκαια Αττικής, οριζόντιας ιδιοκτησίας, που αποτελούσε την οικογενειακή στέγη των διαδίκων συζύγων. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την από 4-10-2016 (αρ. καταθ. ……..) αγωγή του εκκαλούντος ως προς την κύρια βάση της και με διάταξή της, που δεν προσβάλλεται με λόγο εφέσεως, δέχθηκε αυτή (αγωγή) ως προς την επικουρική της βάση και ρύθμισε κατά τον αναφερόμενο σ΄ αυτή (απόφαση) τρόπο το δικαίωμα της επικοινωνίας του ενάγοντος με τα ως άνω ανήλικα τέκνα του. Επομένως, πρέπει να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, τακτική σε χρήμα διατροφή για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους το ποσό των 360 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………. και το ποσό των 320 ευρώ για τον ανήλικο ……………., για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, όλα δε τα πιο πάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφλησή τους. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι τα εισοδήματα του εναγομένου ανέρχονται στο ποσό των 2.000 μηνιαίως, το σύνολο της απαιτούμενης διατροφής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, ανέρχεται μηνιαίως στο ποσό των 500 ευρώ και 450 ευρώ αντίστοιχα και υποχρέωσε τον εναγόμενο, ήδη εκκαλούντα, να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, τακτική σε χρήμα διατροφή για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………. και το ποσό των 360 ευρώ για τον ανήλικο ……………. (χωρίς μάλιστα να διαλάβει διάταξη ως προς την παραχώρηση της χρήσης της οικίας εκ μέρους του εναγομένου κατ΄ αναλογία στα ως άνω ανήλικα τέκνα, που αποτιμάται σε χρήμα), από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, όλα δε τα πιο πάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας παροχής, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, και πρέπει, αφού γίνουν δεκτοί ως κατ΄ ουσίαν βάσιμοι οι σχετικοί λόγοι της έφεσης, απορριπτομένων των λοιπών λόγων (έφεσης) ως κατ΄ ουσίαν αβασίμων, να γίνει αυτή (έφεση) δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, μόνο ως προς το εκκληθέν κεφάλαιο που αφορά τη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, ……………. και ……………., αναγκαίως δε και κατά τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων που θα καθορισθεί εξ αρχής, και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, να δικασθεί εκ νέου η αγωγή ως προς το αμέσως ως άνω εκκληθέν κεφάλαιο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη (ως προς το αίτημα διατροφής των ανήλικων τέκνων των διαδίκων) και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, τακτική σε χρήμα διατροφή για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους το ποσό των 360 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………. και το ποσό των 320 ευρώ για τον ανήλικο ……………., για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, όλα δε τα πιο πάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση, ενώ το αίτημα περί κηρύξεως της παρούσας προσωρινά εκτελεστής στον παρόντα βαθμό καθίσταται αλυσιτελές, αφού η παρούσα απόφαση ως τελεσίδικη αποτελεί εκτελεστό τίτλο (άρθρο 904 παρ. 2 εδ. α΄ του ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων, λόγω της σχέσης τους ως συζύγων (ως προς τον εναγόμενο-ενάγοντα-εκκαλούντα και την ενάγουσα-εναγομένη-εφεσίβλητη ατομικά) και της μεταξύ τους συγγένειας εξ αίματος πρώτου βαθμού (ως προς τον εναγόμενο-ενάγοντα-εκκαλούντα και τα ανήλικα τέκνα του, όπως αυτά εκπροσωπήθηκαν στη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και εκπροσωπούνται και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου), (άρθρα 106, 179, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ και άρθρο 9 παρ. 6 και άρθρο 12 του Ν. 3226/2004), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

     Δικάζει κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων την από 25-10-2017 (αρ. καταθ. ……..) έφεση.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την έφεση.

Εξαφανίζει την υπ΄ αρ. 3827/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών (άρθρα 593-602 και 610-613 του ΚΠολΔ), κατά το κεφάλαιο που αφορά τη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, ……………. και ……………., και κατά τη διάταξη περί δικαστικών εξόδων.

Κρατεί και δικάζει την από 3-10-2016 (αρ. καταθ. …………) αγωγή ως προς τα εξαφανισθέντα κεφάλαια, ήτοι τη διατροφή των ανήλικων τέκνων των διαδίκων, ……………. και ……………., και τα δικαστικά έξοδα.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, τακτική σε χρήμα διατροφή για λογαριασμό των ανήλικων τέκνων τους το ποσό των 360 ευρώ μηνιαίως για τον ανήλικο ……………. και το ποσό των 320 ευρώ για τον ανήλικο ……………., για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, όλα δε τα πιο πάνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 4 Απριλίου  2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ