Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 473/2018

Αριθμός  473/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Δ.Π

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 10- 03- 2017 (γεν. αριθμ. καταθ. …….) έφεση του ηττηθέντος καθού η ανακοπή  ………. που στρέφεται κατά της υπ΄ αριθμ. 3018/2016 εν μέρει οριστικής απόφασης του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών επί των :  α) από 7-6-2016 (αριθμ.καταθ. …….)  ανακοπής της ήδη  πρώτης εφεσίβλητης  ……..  β) από 5-6-2016 (αριθμ.καταθ……) ανακοπής του ήδη δεύτερου εφεσίβλητου ………  γ) από 26-9-2016 (αριθμ. καταθ. ……… κύριας παρέμβασης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……» και τον διακριτικό τίτλο «… …..» και ήδη τρίτης εφεσίβλητης και δ) από 26-9-2016 (αριθμ.καταθ…………) κύριας παρέμβασης της ίδιας ως άνω τραπεζικής εταιρίας και ήδη τρίτης εφεσίβλητης,  κατά της υπ αριθμ. ……….. διαταγής απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατόπιν σχετικής αίτησης του ήδη εκκαλούντος κατά των δύο πρώτων ήδη εφεσίβλητων, ασκήθηκε νομότυπα  και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ.1και 2 , 500,511,513 παρ.1 περ.β΄ εδ.α΄, 516 παρ.1, 517εδ.α , 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ). Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία (533 παρ.1 ΚΠολΔ).Ο καθού η ανακοπή και ήδη εκκαλών με την από 25-04- 2016 αίτησή του κατά των ανακοπτόντων και ήδη δυο πρώτων των εφεσιβλήτων, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά, ζήτησε και εκδόθηκε σε βάρος των τελευταίων η υπ΄αριθμ. …… διαταγή πληρωμής του Δικαστή του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία υποχρεώθηκαν αυτοί να του αποδώσουν την κατοχή και χρήση του περιγραφομένου σ΄αυτήν μισθίου ακινήτου και να του καταβάλουν ευθυνόμενοι εις ολόκληρον και αλληλεγγύως το συνολικό ποσό των 38.164,48 ευρώ που αποτελούσε ανεξόφλητα υπόλοιπα μισθωμάτων συμπεριλαμβανομένου τέλους χαρτοσήμου 3,6% των μηνών από Ιανουάριο 2015 μέχρι και Ιούλιο του 2015 κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ΄αυτήν.Κατά της ως άνω διαταγής πληρωμής οι ανωτέρω ήδη πρώτοι εφεσίβλητοι άσκησαν τις ως άνω από 7-6-2016 και από 5-6-2016 ανακοπές τους αντίστοιχα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με τις οποίες, για τους διαλαμβανόμενους σ΄αυτές λόγους ζήτησαν να ακυρωθεί η προαναφερόμενη διαταγή πληρωμής.Στη δίκη εκείνη η ήδη τρίτη εφεσίβλητη τραπεζική εταιρία «……..» με τα από 26-9-2016 (αριθμ.καταθ………. και από 26-9-2016 (αριθμ.καταθ………) δικόγραφά της άσκησε κύρια παρέμβαση εκθέτοντας ότι αντιποιείται μερικώς το αντικείμενο της ανωτέρω δίκης ως προς τα ληξιπρόθεσμα και ανεξόφλητα μισθώματα που επιδικάστηκαν με την ανακοπτόμενη ως άνω διαταγή πληρωμής, ότι αυτή είναι αποκλειστικός δικαιούχος των παραπάνω μισθωμάτων (συνολικού ποσού 32.368,60 ευρώ) λόγω της από 2-2-2005 σύμβασης παροχής ενεχύρου- εκχώρησης απαιτήσεων που συνήφη μεταξύ αυτής και του πρώτου των καθών η κύρια παρέμβαση ήδη εκκαλούντα με βάση το ν.δ. της 17-7-1923 « περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών» και επιδόθηκε στις 23-2-2005 στον δεύτερο των καθών η κύρια παρέμβαση και την αδερφή του ……… και με την οποία (σύμβαση) ο πρώτος των καθών η κύρια παρέμβαση συνέστησε υπέρ αυτής (της κυρίως παρεμβαίνουσας) ενέχυρο με βάση το παραπάνω ν.δ. επί των μισθωμάτων του επίδικου μισθίου ακινήτου που βρίσκεται στον Πειραιά επί της οδού .………. που οφείλονται με βάση την από 23-12-2004 σύμβαση μίσθωσης η οποία συνήφθη μεταξύ αφενός του πρώτου των καθών η κύρια παρέμβαση ήδη εκκαλούντα ως εκμισθωτή  ……. αφετέρου των λοιπών  καθών η κύρια παρέμβαση . … και ……. ήδη δυο πρώτοι εφεσίβλητοι ως συμμισθωτών, για ασφάλεια της απαίτησής της (της κυρίως παρεμβαίνουσας) από την υπ΄αριθμ. ……… σύμβαση στεγαστικού δανείου και τις δύο από 2-2-2005 πρόσθετες πράξεις, με τις οποίες αυτή χορήγησε στον πρώτο των καθών η κύρια παρέμβαση και στη σύζυγό του ……. στεγαστικό δάνειο ποσού 600.000 ευρώ και οι οποίες καταγγέλθηκαν, εκδοθείσας της σχετικής υπ΄αριθμ. ……….. διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για το ποσό των 486.735,62 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από 19-12-2011. Ότι για τα επίδικα μισθώματα έχει ήδη ασκήσει την από 1-9-2016 (αριθμ.καταθ……….) αγωγή της κατά των καθών η παρέμβαση  …….. ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία μισθωτικών διαφορών) με την οποία ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν εις ολόκληρον, μεταξύ άλλων, τα παραπάνω μισθώματα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα που κάθε μίσθωμα κατέστη απαιτητό μέχρι την πλήρη εξόφληση.Με βάση το ιστορικό αυτό η κυρίως παρεμβαίνουσα ζήτησε  α) να αναγνωριστεί ότι αυτή είναι αποκλειστικός δικαιούχος των παραπάνω μισθωμάτων συνολικού ποσού 32.368,60 ευρώ από το συνολικό ποσό των 38.164,48 ευρώ που αναφέρονται στην ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, β)   να απαγορευθεί η καταβολή των μισθωμάτων αυτών από τους καθών η κύρια παρέμβαση ….. στον πρώτο των καθών ……, καθώς και της αποζημίωσης χρήσης από τον Αύγουστο του 2015 και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση της απαίτησής της κατά των καθών η κύρια παρέμβαση και γ) να υποχρεωθούν οι καθων η κύρια παρέμβαση ……. ευθυνόμενοι εις ολόκληρον να καταβάλουν σ΄αυτήν (κυρίως παρεμβαίνουσα) τα επίδικα μισθώματα συνολικού ποσού 32.368,60 ευρώ, νομιμοτόκως από την επόμενη ημέρα κατά την οποία έκαστο μίσθωμα κατέστη απαιτητό μέχρι την πλήρη εξόφληση και τέλος να επιβληθούν τα δικαστικά της έξοδα σε βάρος των καθών η κύρια παρέμβαση. Επί των ανακοπών αυτών και των κύριων παρεμβάσεων που συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε κατ΄αντιμωλία των διαδίκων η εκκαλουμένη απόφαση με την οποία το πρωτοβάθμιο ως άνω Δικαστήριο, αφού ανέστειλε την εκδίκαση της από 26-9-2016 (αριθμ.καταθ……..) κύριας παρέμβασης και της από 26-9-2016 (αριθμ.καταθ. ………..) κύριας παρέμβασης εωσότου περατωθεί η από 1-9-2016 (αριθμ.καταθ. ………) αγωγή της κυρίως παρεμβαίνουσας ως ανω Τράπεζας κατά των ………. που εκκρεμεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία μισθώσεων- περιουσιακών διαφορών), κατόπιν δέχθηκε τις ανακοπές, ακύρωσε την υπ΄αριθμ. ……../2016 διαταγή απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και επέβαλε σε βάρος του καθού η ανακοπή (………) τα δικαστικά έξοδα των ανωτέρω ανακοπτόντων (και των δυο ανακοπών) ………., τα οποία όρισε (για κάθε ανακόπτοντα) στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη ο καθού η ανακοπή ……. με την υπό κρίση έφεσή του με τους περιεχομένους σ΄αυτήν λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί, άλλως να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη υπ αριθμ. 3018/ 2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και να απορριφθούν οι ως ανω από 07-06-2016 και 05-06-2016 ανακοπές των ………. αντίστοιχα, με σκοπό να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη υπ΄αριθμ. ……… διαταγή απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ως προς όλες τις διατάξεις της, άλλως επικουρικώς να επικυρωθεί μόνον ως προς το κεφάλαιο της απόδοσης της χρήσης του μισθίου λόγω της επανειλημμένης και εξακολουθητικής δυστροπίας αμφοτέρων των εφεσιβλήτων μισθωτών του και τέλος ζητεί να καταδικασθούν οι εφεσίβλητοι στην εν γένει δικαστική του δαπάνη και των δυο βαθμών δικαιοδοσίας.Από τις διατάξεις των άρθρ. 455, 460, 458, 461 και 462 του ΑΚ συνάγεται ότι η σύμβαση εκχώρησης έχει ως αποτέλεσμα αφενός μεν τη μεταβίβαση της απαίτησης από τον εκχωρητή στον εκδοχέα, ο οποίος μετά την αναγγελία καθίσταται ο μόνος δικαιούχος αυτής, αφετέρου δε τη μεταβίβαση συγχρόνως των υποθηκών, εγγυήσεων, ενεχύρων και όλων γενικώς των παρεπόμενων δικαιωμάτων, που ασφαλίζουν την απαίτηση. Εξάλλου, η εξουσία διεξαγωγής της δίκης ανήκει, κατ` αρχήν, στον εμφανιζόμενο, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, ως φορέα του δικαιώματος (δικαιούχο), ο οποίος είναι και ο μόνος που νομιμοποιείται κατά το άρθρ. 68 του ΚΠολΔ ενεργητικά στην άσκηση αγωγής για το δικαίωμα. Επομένως, αν η απαίτηση έχει εκχωρηθεί, νομιμοποιείται πλέον να ασκήσει αγωγή κατά του οφειλέτη ή αναλόγως να ζητήσει την έκδοση κατ` αυτού διαταγής πληρωμής ο εκδοχέας και όχι ο εκχωρητής, ο οποίος έχει ήδη αποξενωθεί από την απαίτηση. Το ίδιο ισχύει και για τη εκχώρηση που γίνεται με σκοπό την εξασφάλιση του εκδοχέα, δηλαδή για τη γνωστή ως καταπιστευτική εκχώρηση, αφού και στην μορφή αυτή εκχώρησης αποκόπτεται κάθε δεσμός του εκχωρητή με την απαίτηση, η οποία περιέρχεται πλήρως στον εκδοχέα και αυτός είναι πλέον ο μόνος νομιμοποιούμενος να επιδιώξει δικαστικά την αναγνώριση ή την επιδίκασή της σ` αυτόν (ΑΠ 114/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από την καταπιστευτική εκχώρηση διαφέρει η ενεχύραση απαίτησης, αφού μ` αυτή δεν μεταβιβάζεται η απαίτηση, αλλά συνιστάται σ` αυτή εμπράγματο μόνο βάρος. Με δεδομένο, όμως, ότι και με την ενεχύραση απαίτησης επιδιώκεται, όπως και με την καταπιστευτική εκχώρηση, η παροχή ασφάλειας στο δανειστή για άλλη απαίτησή του εναντίον εκείνου που του παρέχει την ασφάλεια, οι δυο αυτές νομικές μορφές ομοιάζουν κατά τον οικονομικό τους σκοπό και συνεπώς μπορούν αναλόγως να εφαρμοστούν συμπληρωματικά και στην καταπιστευτική εκχώρηση οι διατάξεις για την ενεχύραση απαίτησης. Ειδικότερα, από τις διατάξεις των άρθρ. 1247 και 1248 του ΑΚ συνάγεται ότι η σύσταση ενεχύρου απαίτησης γίνεται με συμφωνία ενεχυράζοντος και δανειστή, η οποία καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή με ιδιωτικό βέβαιης χρονολογίας και γνωστοποιείται στον οφειλέτη από τον ενεχυραστή. Το ενέχυρο αυτό, αν μεν το ασφαλιζόμενο χρέος δεν έληξε, χορηγεί, κατά το άρθρ. 1253 του ΑΚ, στο δανειστή το δικαίωμα να εισπράξει από κοινού με τον ενεχυραστή την απαίτηση που είναι χρηματική, ενώ αν το ασφαλιζόμενο χρέος έληξε, ο δανειστής δικαιούται, κατά το άρθρ. 1254 του ΑΚ, είτε να εισπράξει την ενεχυρασθείσα απαίτηση κατά το ποσό, όμως, μόνον που απαιτείται για την ικανοποίησή του είτε να απαιτήσει να του εκχωρηθεί αυτή κατά το ίδιο ποσό αντί καταβολής.Παρόμοιο ενέχυρο προβλέπεται και από τα άρθρ. 36 και 39 του ν.δ/τος της 17.7/ 13.8.1923, που διατηρήθηκε σε ισχύ αρχικά με το άρθρ. 41 του ΕισΝΑΚ και ακολούθως με το άρθρ. 52§3 του ΕισΝΚΠολΔ. Το τελευταίο αυτό ενέχυρο διαφέρει από το πρώτο κατά το ότι (α) το συστατικό του ενεχύρου έγγραφο μπορεί να είναι απλό, δηλαδή να μη φέρει βέβαιη χρονολογία, (β) η ενεχύραση γνωστοποιείται στον τρίτο από οποιονδήποτε από τους συμβαλλομένους και όχι μόνον από τον ενεχυραστή, (γ) η γνωστοποίηση αυτή συντελείται με ειδικό τρόπο, ήτοι με την επίδοση αντιγράφου της σύμβασης ενεχύρασης ή με άλλον ισοδύναμο τρόπο, όπως είναι η επίδοση αγωγής ή η αναγγελία σε πλειστηριασμό και (δ) από την επίδοση αυτή επέρχεται από το νόμο εκχώρηση της ενεχυρασθείσας απαίτησης στο δανειστή, που σημαίνει ότι αποκόπτεται έκτοτε κάθε δεσμός του ενεχυραστή με την ενεχυρασθείσα απαίτηση, την οποία, στην έκταση που εκχωρήθηκε, δεν μπορεί ούτε να εισπράξει, αν καταστεί ληξιπρόθεσμη πριν από την ασφαλισμένη απαίτηση, ούτε να την μεταβιβάσει περαιτέρω (ΑΠ 988/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Παράλληλα ο ενεχυρούχος δανειστής θεωρείται νομέας της ενεχυρασθείσας απαίτησης και δικαιούται κατά το άρθρ. 44 του ως άνω ν.δ/τος να την εισπράξει (ΑΠ 1362/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), υποχρεούμενος όμως κατά τις διατάξεις των άρθρ. 1224 και 1256 ΑΚ, να τη διαφυλάττει μέχρι τότε, ώστε να μη επέλθει μερική ή ολική απόσβεση ή αποδυνάμωσή της, αν δε από πταίσμα του προκαλέσει την απόσβεση ή αποδυνάμωση της απαίτησης πριν από την είσπραξή της και συνεπώς ζημία στον ενεχυραστή, δικαιούται ο τελευταίος αποζημίωσης (ΑΠ 512/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε κάθε περίπτωση η ως άνω από το νόμο εκχώρηση της ενεχυρασθείσας απαίτησης δεν πρέπει να υπερακοντίζει το σκοπό για τον οποίο συμφωνήθηκε και με την έννοια αυτή αφενός μεν είναι επιτρεπτή η κατάσχεση της ενεχυρασθείσας απαίτησης από δανειστή του ενεχυραστή στα χέρια του ενεχυρούχου δανειστή ως τρίτου (ΑΠ 1065/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αφετέρου δε αν αποσβεσθεί το ασφαλιζόμενο χρέος πριν από την είσπραξη της απαίτησης, δικαιούται ο ενεχυραστής να ζητήσει την επανεκχώρηση σ` αυτόν της απαίτησης, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρ. 1232 του ΑΚ (για όλα τα ανωτέρω βλ. ΑΠ 1093/2017, ΑΠ 1168/2015, ΑΠ 1576/ 2014, ΑΠ 108/1997, ΕφΑθ 1518/2014, ΕφΠατρ 291/2006, ΕφΠειρ 362/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 662Α ΚΠολΔ, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 § 2 Ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α 51/12.3.2012, με έναρξη ισχύος από τις 02.04.2012, «Κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 662Β έως Η μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου ακινήτου, αν η έναρξη της μίσθωσης αποδεικνύεται εγγράφως, στην περίπτωση καθυστέρησης του μισθώματος από δυστροπία, εφόσον έγγραφη όχληση έχει επιδοθεί με δικαστικό επιμελητή δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την κατάθεση της αίτησης. Η καταβολή των μισθωμάτων, εντός του δεκαπενθημέρου, αποδεικνυόμενη εγγράφως, αποκλείει την έκδοση διαταγής απόδοσης της χρήσης του μισθίου. Επίδοση έγγραφης όχλησης απαιτείται μόνον την πρώτη φορά». Δυστροπία, όμως, θεωρείται ότι υπάρχει από τη μη καταβολή του μισθώματος στον προσήκοντα χρόνο και τόπο. Δηλαδή από μόνη τη μη καταβολή του μισθώματος μέσα στην προθεσμία που συμφωνήθηκε, τεκμαίρεται η δυστροπία. Με άλλα λόγια δύστροπος μισθωτής θεωρείται εκείνος που βρίσκεται σε υπερημερία, έστω και για μία ημέρα, περί την καταβολή του μισθώματος (ΑΚ 341), εξυπακούεται δε ότι η καθυστέρηση πρέπει να είναι υπαίτια, δεδομένου ότι κατά τις γενικές διατάξεις (ΑΚ 330, 340, 342) η υπαιτιότητα είναι στοιχείο της υπερημερίας (ΕφΠειρ 511/84 ΑρχΝ 36.108 και Γαζή, ΕρμΑΚ 340 αρ. 9). Συνεπώς δυστροπία δεν υπάρχει και κατ’ ακολουθίαν το γι’ αυτήν τεκμήριο ανατρέπεται, κατά το άρθρο 342 ΑΚ, αν ο μισθωτής ισχυριστεί και αποδείξει (με λόγο ανακοπής) ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε εύλογη αιτία, δηλαδή σε γεγονός για το οποίο δεν επέχει ευθύνη (ΑΠ 86/2005, ΑΠ 850/2004, ΕφΑΘ 1826/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Παπαδάκη, Αγωγές απόδοσης μισθίου εκδ. β’ αρ. 692 694 και 698 Κρουσταλλάκης, ΝοΒ 21.559 και ΕλλΔνη 24.687). Στην προκειμένη περίπτωση, η ανακόπτουσα ……… με τον δεύτερο λόγο της από 7-6-2016 (αριθμ.καταθ. ……..) ως άνω ανακοπής της ισχυρίστηκε τα ακόλουθα: Ότι με την υπ΄αριθμ. ……. διαταγή απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά διατάχθηκε αυτή και ο αδερφός της …… α) να αποδώσουν στον καθού η ανακοπή …….. τη χρήση του επίδικου μισθίου ακινήτου, ήτοι ενός ισόγειου καταστήματος που βρίσκεται στον Πειραιά και επί της οδού ……….. , εμβαδού 102 τμ περίπου, με πατάρι εμβαδού 37 τμ περίπου και αποθήκη στον ακάλυπτο χώρο εμβαδού 20 τμ περίπου και β) να καταβάλουν στον καθού η ανακοπή το συνολικό ποσό των 38.164,48 ευρώ για μισθώματα με βάση την από 23-12-2004 σύμβαση επαγγελματικής μίσθωσης που συνήφθη μεταξύ αφενός της ίδιας και του αδερφού της ως μισθωτών, αφετέρου του καθού η ανακοπή ως εκμισθωτή και ειδικότερα : 1) 570,12 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 3-1-2015 για ανεξόφλητο υπόλοιπο του μισθώματος του μηνός Ιανουαρίου 2015, 2) 5.874,12 ευρώ μετά τέλους χαρτοσήμου 3,6% νομιμοτόκως από 3-2-2015 για το μίσθωμα του μηνός Φεβρουαρίου 2015, 3 ) 5.874,12 ευρώ μετά τέλους χαρτοσήμου, νομιμοτόκως από 3-3-2015, για το μίσθωμα του μηνός Μαρτίου 2015, 4) 6.461,53 ευρώ μετά τέλους χαρτοσήμου, νομιμοτόκως από 3-4-2015, για το μίσθωμα Απριλίου 2015, 5) 6.461,53 ευρώ μετά τέλους χαρτοσήμου 3,6 %, νομιμοτόκως από 3-5-2015, για το μίσθωμα Μαΐου 2015, 6) 6.461,53 ευρώ μετά τέλους χαρτοσήμου, νομιμοτόκως από 3-6-2015, για το μίσθωμα Ιουνίου 2015 και 7) 6.461,53 ευρώ συμπεριλαμβανομένου τέλους χαρτοσήμου, με το νόμιμο τόκο από 3-7-2015, για το μίσθωμα Ιουλίου 2015,καθώς και το ποσό των 800 ευρώ για δικαστικά έξοδα έκδοσης της διαταγής αυτής. Ότι από το έτος 2005 ο καθού η ανακοπή έχει εκχωρήσει στην τράπεζα «………» την απαίτησή του από τα μισθώματα για την ανωτέρω από 23-12-2004 σύμβαση επαγγελματικής μίσθωσης και ότι συνεπώς ο καθού η ανακοπή δεν είναι δικαιούχος των παραπάνω μισθωμάτων που αναφέρονται στην ανακοπτόμενη διαταγή, τα οποία διατάσσονται να καταβάλουν αυτή και ο αδερφός της εις ολόκληρον στον καθού η ανακοπή.Στη συνέχεια η ανακόπτουσα με τον πρώτο λόγο της ανακοπής της ισχυρίστηκε (όπως και στο δεύτερο), ότι υπάρχει σύμβαση εκχώρησης των μισθωμάτων που δικαιούται ο καθού η ανακοπή από την επίδικη μισθωτική σχέση στην τράπεζα «…….», ότι κατόπιν μεταγενέστερης συμφωνίας του αδερφού της ….. …. και του καθού η ανακοπή, τα μισθώματα αυτά καταβάλλονται στον τελευταίο, ότι η ανωτέρω τράπεζα έχει ασκήσει ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά της ίδιας (ανακόπτουσας) και του αδερφού της την από 9-12-2013 (αριθμ. καταθ. ………..)  αγωγή της με την οποία ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν το συνολικό ποσό των 198.185 ευρώ για μισθώματα από την επίδικη μισθωτική σχέση για το χρονικό διάστημα από 1-11-2010 έως 31-12-2013, για το οποίο έχουν καταβάλει μισθώματα στον καθού η ανακοπή ποσού 2.000 ευρώ εκάστου μηνός κατόπιν της συμφωνηθείσας ως άνω μείωσης του μηνιαίου μισθώματος και ότι με βάση τα προαναφερόμενα υπάρχει εύλογη αμφιβολία ως προς το πρόσωπο του δικαιούχου.Με βάση όλα τα ανωτέρω η ανακόπτουσα ζήτησε να ακυρωθεί η υπ΄αριθμ. ………. διαταγή απόδοσης και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.Οι λόγοι αυτοί της ανακοπής με τους οποίους μπορεί να ακυρωθεί τόσο η διάταξη της ανακοπτόμενης διαταγής για την πληρωμή μισθωμάτων, όσο και η διάταξη για την απόδοση της χρήσης του μισθίου αντίστοιχα, είναι νόμιμοι, στηριζόμενοι στις διατάξεις των άρθρων 68, 645, 637 ΚΠολΔ, 66 του ΕισΝ.Κ.ΠολΔ και 342 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα.Ο ανακόπτων  ……… με τον όγδοο λόγο της από 5-6-2016 (αριθμ.καταθ………..) ως άνω ανακοπής του,  αφού εξέθεσε ό,τι και η ανακόπτουσα με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής της, στη συνέχεια με τους πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και έβδομο λόγους ανακοπής ισχυρίστηκε τα ακόλουθα: Ότι υπάρχει σύμβαση εκχώρησης των μισθωμάτων που δικαιούται ο καθού η ανακοπή από την επίδικη μισθωτική σχέση στην τράπεζα «…….», ότι εδώ και πολλά χρόνια αυτός και η αδερφή του …………. έχουν συμφωνήσει με τον καθού η ανακοπή να καταβάλουν σ΄αυτόν τα μισθώματα που οφείλονται με βάση το από 23-12-2004 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, ότι κατόπιν της συμφωνίας αυτής ο τελευταίος (καθού η ανακοπή) έχει εισπράξει όλα τα οφειλόμενα μισθώματα μέχρι το τέλος του 2014, εκάστου ποσού 2.000 ευρώ, κατόπιν της συμφωνηθείσας μείωσης του μηνιαίου μισθώματος, ότι η «………» άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 9-12-2013 (αριθμ.καταθ. ……..) αγωγή της κατά αυτού (ανακόπτοντος) και της αδερφής του, με την οποία (αγωγή) ζητεί να υποχρεωθούν να της καταβάλουν τα μισθώματα που έχουν ήδη καταβάλει στον καθού η ανακοπή, ότι αν και ο τελευταίος τους διαβεβαίωνε ότι θα βρεθεί λύση με την ανωτέρω τράπεζα, η αγωγή αυτή συζητήθηκε στις 18-11-2015 και ότι με βάση τα προαναφερθέντα, αυτός και η αδερφή του δεν είναι δύστροποι ως προς την καταβολή των μισθωμάτων, αλλά έχουν εύλογη αμφιβολία ως προς το πρόσωπο του δικαιούχου.Με βάση όλα τα ανωτέρω ο ανακόπτων ζήτησε να ακυρωθεί η υπ΄αριθμ. ………. διαταγή απόδοσης και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.Οι λόγοι αυτοί της ανακοπής με τους οποίους μπορεί να ακυρωθεί τόσο η διάταξη της ανακοπτόμενης διαταγής για την πληρωμή μισθωμάτων, όσο και η διάταξη για την απόδοση της χρήσης του μισθίου αντίστοιχα, είναι νόμιμοι, στηριζόμενοι στις διατάξεις των άρθρων 68, 645, 637 ΚΠολΔ, 66 του ΕισΝ.Κ.ΠολΔ και 342 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα.Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των ανακοπτόντων (ο καθού η ανακοπή δεν εξέτασε μάρτυρες) που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες (άνω καταθέσεις) περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ.336 παρ.4 ΚΠολΔ  βλ. ΑΠ 48/2009 ΤΝΠ  ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Με το από 23-12-2004 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ο καθού οι ανακοπές ……… εκμίσθωσε στους ανακόπτοντες …….. ένα ισόγειο κατάστημα που βρίσκεται στον Πειραιά στη διασταύρωση της οδού ………., εμβαδού 102 τμ περίπου, με πατάρι 37 τμ περίπου και αποθήκη στον ακάλυπτο 20 τμ περίπου, προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν ως εστιατόριο και καφενείο, για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ετών και δέκα (10) μηνών, ήτοι από 1-1-2005 μέχρι και 31-10-2020. Το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε σε 3.522 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1-1-2005 έως 31-3-2005 και σε 3.874 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 1-4-2005 έως 31-3-2007, πλέον τέλους χαρτοσήμου 3,6%, προκαταβλητέο εντός των τριών πρώτων ημερών κάθε ημερολογιακού μήνα και προσαυξανόμενο κάθε δύο χρόνια και συγκεκριμένα την 1η Απριλίου κάθε δεύτερου χρόνου, σε όλη τη διάρκεια του συμφωνημένου και τυχόν αναγκαστικού χρόνου παράτασης της διάρκειας της μίσθωσης κατά ποσοστό 10% υπολογιζόμενο επί του καταβλητέου μισθώματος της αμέσως προηγούμενης της αναπροσαρμογής διετίας.Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι με την υπ΄αριθμ. ……./2-2-2005 σύμβαση και τις από 2-2-2005 πρόσθετες πράξεις αυτής, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «………» και το διακριτικό τίτλο «………» χορήγησε στον καθού οι ανακοπές και στη σύζυγό του ………., στεγαστικό δάνειο συνολικού ποσού 600.000 ευρώ. Με την από 2-2-20005 σύμβαση παροχής ενεχύρου- εκχώρησης απαιτήσεων, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ του καθού οι ανακοπές και της ανωτέρω τράπεζας, ο πρώτος συνέστησε, με βάση τις διατάξεις του ν.δ. της 17-7-1923, υπέρ της τράπεζας ενέχυρο επί κάθε υφιστάμενης ή μέλλουσας απαίτησής του ως εκμισθωτή από τη μισθωτική σχέση που απέρρεε από το ως άνω από 23-12-2004 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, της παρείχε δε την ανέκκλητη εντολή να εισπράττει, χωρίς άλλη διατύπωση, τα μισθώματα από τους ανακόπτοντες και την εξουσιοδότησε ανεκκλήτως να φέρει το ποσό, το οποίο θα περιέλθει σε αυτή κατά τα ανωτέρω, μετά την αφαίρεση οποιασδήποτε φύσεως φόρων, τελών και εξόδων, σε πίστωση των λογαριασμών που τηρούνται για την ασφαλιζόμενη σύμβαση ή απαίτησή της και το τυχόν υπόλοιπο, μετά την πλήρη ικανοποίησή της, να το επιστρέψει στον καθού η ανακοπή, εφόσον κατά το χρόνο αυτό δεν οφείλει σε αυτή οτιδήποτε από οποιαδήποτε αιτία είτε ως πρωτοφειλέτης, είτε ως εγγυητής, είτε από άλλη αιτία, διαφορετικά το υπόλοιπο θα αχθεί σε πίστωση των τυχόν υφισταμένων οφειλών του. Ο καθού οι ανακοπές ……. ενεχυρίασε στην παραπάνω τράπεζα και τα πάσης φύσεως δικαιώματά του που απέρρεαν από την προαναφερόμενη απαίτηση και τις σχετικές αγωγές. Η ενεχυρίαση αυτή της εν λόγω απαίτησης, η οποία κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, έχει ως αποτέλεσμα από το νόμο την εκχώρηση της απαίτησης αυτής στην τράπεζα, που σημαίνει ότι αποκόπηκε κάθε δεσμός του καθού οι ανακοπές με την απαίτηση αυτή, την οποία αυτός δεν μπορεί ούτε να εισπράξει, γνωστοποιήθηκε στους ανακόπτοντες στις 23-2-2005, όπως προκύπτει από τις υπ΄αριθμ. …….και ………… /23-2-2005 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………..Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι παρά την ανωτέρω ενεχυρίαση ο ανακόπτων ……. από τις 30-07-2010 κατέβαλε στον καθού οι ανακοπές ……… ποσά για τα μισθώματα της επίδικης μισθωτικής σχέσης και ειδικότερα κατέβαλε τα ποσά των 4.000, 2.000, 20.000, 5.000, 12.000, 4.000, 4.000, 8.000, 2.000, 31.999,92, 24.000, 13.823 και 10.177 ευρώ με βάση τις υπ΄αριθμ. ………. αποδείξεις.Εξάλλου, από την υπ΄αριθμ. ……./ 30-7-2010 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 4.000 ευρώ στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για το μίσθωμα του μηνός Ιανουαρίου 2010), από την υπ΄αριθμ. ……./2-2-2011 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 12.000 ευρώ στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για τα μισθώματα των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου και Μαρτίου 2011), από την υπ΄αριθμ. …/31-5-2011 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 4.000 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για το μίσθωμα του μηνός Απριλίου 2011), από την υπ΄αριθμ. …./18-6-2011 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 4.000 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για το μίσθωμα του μηνός Μαΐου 2011), από την υπ΄αριθμ. …../7-7-2011 απόδειξη, (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 8.000 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για τα μισθώματα των μηνών Ιουνίου και Ιουλίου 2011), από την υπ΄αριθμ. …../6-7-2012 απόδειξη, (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 31.999,92 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για τα μισθώματα όλων των μηνών του έτους 2012), από την υπ΄αριθμ. …../11-1-2013 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 24.000 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για τα μισθώματα του έτους 2013), από την υπ΄αριθμ. ……../9-4-2014 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 13.823 ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για μισθώματα του έτους 2014) και από την υπ΄αριθμ. ……../ 11-6-2014 απόδειξη (στην οποία αναγράφεται το ποσό των 10.177 ευρώ ,στο οποίο συμπεριλαμβάνεται χαρτόσημο, για εξόφληση των μισθωμάτων του έτους 2014), προκύπτει ότι κατόπιν προφορικής συμφωνίας μεταξύ αφενός του εκμισθωτή αφετέρου των μισθωτών, το μηνιαίο μίσθωμα για τα έτη 2010 και 2011 ορίστηκε σε 4.000 ευρώ, για το έτος 2012 σε (31.999,92 : 12) = 2.666,66 ευρώ, για το έτος 2013 σε (24.000 : 12) = 2.000 ευρώ και για το έτος 2014 σε [(13.823 + 10.177 = 24.000) : 12 = ]2.000 ευρώ, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον καθού η ανακοπή περί σταδιακής αύξησης του μηνιαίου μισθώματος με βάση τα οριζόμενα στο από 23-12-2004 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης. Ο καθού δε δεν αποδείχθηκε ότι ενημέρωσε την ανωτέρω τράπεζα ούτε για την ως άνω συμφωνηθείσα μείωση του μηνιαίου μισθώματος, ούτε για την εκ μέρους του είσπραξη των μισθωμάτων από τους ανακόπτοντες κατά τα έτη 2010, 2011, 2012 και 2013.Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι η ως άνω τράπεζα άσκησε την από 9-12-2013 (αριθμ.καταθ. ……..) αγωγή της κατά των ανακοπτόντων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία μισθωτικών διαφορών) με την οποία ζήτησε να υποχρεωθούν αυτοί να της καταβάλουν εις ολόκληρον συνολικά το ποσό των 198.185 ευρώ για μισθώματα που αφορούν το χρονικό διάστημα από 1-11-2010 έως 31-12-2013 για την εν λόγω μισθωτική σχέση, νομιμοτόκως από την επόμενη ημέρα κατά την οποία κάθε μίσθωμα κατέστη απαιτητό. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ΄αριθμ. 1104/2016 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα Μισθωτικών Διαφορών), με την οποία το άνω Δικαστήριο κηρύχθηκε κατά τόπον αναρμόδιο και η υπόθεση παραπέμφθηκε να εκδικασθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά.Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο καθού οι ανακοπές αν και με την από 10-8-2015 εξώδικη απάντησή του (που επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 13-8-2015 και στον ανακόπτοντα στις 8-9-2015) τους κάλεσε να καταβάλουν τα οφειλόμενα μισθώματα στην ανωτέρω τράπεζα, υπέβαλε την από 25-4-2016 αίτησή του στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την οποία ζήτησε την έκδοση διαταγής απόδοσης του μισθίου ακινήτου και πληρωμής μισθωμάτων λόγω επανειλημμένης δυστροπίας των μισθωτών. Επί της αίτησης αυτής εκδόθηκε η ανακοπτόμενη υπ΄αριθμ. ……… διαταγή απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με βάση την οποία οι ανακόπτοντες ήδη δύο πρώτοι εφεσίβλητοι διατάχθηκαν α) να αποδώσουν στον καθού οι ανακοπές την κατοχή και χρήση του ως άνω μισθίου ακινήτου και β) να καταβάλουν εις ολόκληρον σ΄αυτόν (καθού οι ανακοπές) το συνολικό ποσό των 38.164,48 ευρώ που αφορούσε ανεξόφλητο υπόλοιπο μισθωμάτων των μηνών από Ιανουάριο του έτους 2015 μέχρι και Ιούλιο του 2015 κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα ως ανωτέρω.Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι για τα μισθώματα της προαναφερόμενης σύμβασης μίσθωσης, η ανακόπτουσα …….. κατέβαλε στον καθού η ανακοπή το ποσό των 1.300 ευρώ στις 26-1-2015 και προς τούτο χορηγήθηκε η υπ΄αριθμ. ……/26-1-2015 απόδειξη από την εταιρεία με την επωνυμία «……..»  και στην ανωτέρω τράπεζα τα ακόλουθα ποσά : 6.000 ευρώ στις 15-6-2015, 1.000 στις 28-7-2015, 1.000 στις 28-8-2015, 1.000 στις 29-9-2015, 1.000 στις 26-10-2015, 1.000 στις 30-11-2015, 1.000 στις 28-12-2015, 1.000 στις 27-1-2016, 1.000 στις 25-2-2016, 1.000 στις 22-3-2016, 1.000 στις 25-4-2016, 1.000 στις 25-5-2016 και 1.000 ευρώ στις 23-6-2016.Πρέπει δε να σημειωθεί ότι για όλες τις ανωτέρω καταβολές των χρηματικών ποσών και όσες αναφερόνται στις προαναφερόμενες ως ανωτέρω αποδείξεις δεν υπήρξε ειδική αμφισβήτηση από τον καθού η ανακοπή , ούτε ειδικός λόγος έφεσης.Ενόψει δε όλων των προεκτεθέντων και κυρίως της είσπραξης των μισθωμάτων από τον καθού η ανακοπή κατά τα έτη 2010, 2011, 2012 και 2013 καθώς και της μεταγενέστερης άσκησης αγωγής από τη δανείστρια τράπεζα του καθού κατά των ανακοπτόντων για τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από 1-11-2010 έως 31-12-2013 δημιουργήθηκε σ΄αυτούς εύλογη αμφιβολία ως προς το πρόσωπο του δικαιούχου των μισθωμάτων, για την οποία (αμφιβολία) δεν έχουν ευθύνη και ως εκ τούτου δεν υπάρχει η προϋπόθεση της δυστροπίας που απαιτεί το άρθρο 637 του ΚΠολΔ για την έκδοση της διαταγής απόδοσης μισθίου σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας καθώς επίσης οι ανακόπτοντες δεν οφείλουν τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από 1-1-2015 έως 31-7-2015 στον καθού η ανακοπή αλλά στην ενεχυρούχο τράπεζα κατά τα ήδη προαναφερθέντα στις αρχικές νομικές σκέψεις της παρούσας απόφασης.Επομένως οι ερευνώμενοι ως άνω λόγοι των ανακοπών πρέπει να γίνουν δεκτοί ως και κατ΄ουσίαν βάσιμοι και κατά συνέπεια πρέπει να γίνουν δεκτές ως ουσιαστικά βάσιμες η από 7-6-2016 (αριθμ.καταθ. …….7-6-2016) ανακοπή και η από 5-6-2016 (αριθμ.καταθ. ……..7-6-2016) ανακοπή και να ακυρωθεί η υπ΄αριθμ. ……./2016 διαταγή απόδοσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.Τούτων δοθέντων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή (και την οριστική διάταξη αυτού) δέχθηκε τα ίδια και τις ανακοπές ως κατ΄ουσίαν βάσιμες, δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τον εκκαλούντα-καθού η ανακοπή απορριπτέα τυγχάνουν ως αβάσιμα.Κατ΄ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ΄ουσία και να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου άσκησης έφεσης, που ο εκκαλών κατέθεσε, κατ` άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣΔικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ουσία την έφεση κατά της υπ αριθμ.  3018/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών- μισθωτικών διαφορών) Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τετρακόσια (400) ευρώ. ΚΑΙ Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του e – παραβόλου (με κωδικό ……… σε συνδ. με την από 10/3/ 2017 διατραπεζική ενημέρωση της Τράπεζας Πειραιώς) άσκησης έφεσης που κατέθεσε ο εκκαλών, ποσού εκατό (100,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  23 Ιουλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ