Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 333/2018

Αριθμός  333/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Δ.Π.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται προς συζήτηση η από 18-5-2015 (με αριθμ. ΓΑΚ…../2015 και ……/2015) έφεση του ηττηθέντος εναγόμενου κατά της υπ΄αριθμ.1325/2015 εν μέρει οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών). Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ. και 518 παρ.2 ΚΠολΔ), καταβλήθηκε δε και το νόμιμο παράβολο ποσού 200 ευρώ (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. β` ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν, κατά την ίδια, ως άνω διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 ΚΠολΔ, έφεση επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που εκδίδονται στον πρώτο βαθμό α) εκείνων που παραπέμπουν την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο λόγω αναρμοδιότητας β) των οριστικών αποφάσεων που περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο την δίκη για την αγωγή ή την ανταγωγή. Αν η απόφαση είναι εν μέρει οριστική, δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων, πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στην δίκη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 532 ΚΠολΔ, αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού, ιδίως αν η έφεση δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις, το Δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως. Από την ως άνω ρύθμιση συνάγεται ότι κατά των εν μέρει οριστικών αποφάσεων, ήτοι εκείνων που περατώνουν την δίκη ως προς ορισμένα μόνον κεφάλαια ή βάσεις της αγωγής, δεν χωρεί κατά κανόνα έφεση, ούτε ως προς τις οριστικές τους διατάξεις, πριν περατωθεί η εκδίκαση όλης της διαφοράς. Σκοπός της απαγορεύσεως είναι η αποφυγή κατατμήσεως της διαφοράς μεταξύ των δικαστηρίων πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς και η εξοικονόμηση δαπανών και χρόνου για τον τερματισμό της δίκης (Γ. Σαμουήλ, Η έφεση έκδ. 6η παρ. 223 σελ. 97, ΑΠ 406/1980 ΝοΒ 28,1761). Ειδικότερα, επί αντικειμενικής σωρεύσεως στο ίδιο δικόγραφο περισσότερων αγωγών και αιτήσεων (άρθρο 218 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την άποψη που και το παρόν Δικαστήριο δέχεται ως ορθότερη, δεν επιτρέπεται έφεση προτού περατωθεί οριστικώς η δίκη, ως προς όλες τις αγωγές και τα αιτήματα που ενώθηκαν στο ίδιο δικόγραφο (Κεραμεύς, Ενδικα μέσα, έκδ. 2002, σελ. 58, ΑΠ 24/2001 αδημ., ΑΠ 1320/1992 ΕλλΔνη 35,407,  ΑΠ 1036/1981 ΕΕΝ 1982,695, ΕφΑθ 2290/2003). Σημειωτέον, ότι εάν απορριφθεί η έφεση ως απαράδεκτη, διότι ασκήθηκε κατ` αποφάσεως που δεν είχε καταστεί ακόμη οριστική, δεν αποκλείεται η άσκηση νέας εφέσεως, όταν η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου καταστεί οριστική, αφού η έφεση αυτή δεν θεωρείται ότι προσκρούει στην απαγορευτική διάταξη του άρθρου 514 ΚΠολΔ, η οποία προϋποθέτει δυνατότητα ασκήσεως εφέσεως (Γ. Σαμουήλ, ό.π., παρ. 165, σελ. 65, ΑΠ Ολ 1138/1974 ΝοΒ 23,640, ΑΠ 579/1996 ΕλλΔνη 39,573).

Στην προκείμενη περίπτωση, με την από 24-6-2014 αγωγή (με αριθμ. κατάθ. δικογρ. …../2014) η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, επικαλούμενη την εκμίσθωση στον εναγόμενο και ήδη, εκκαλούντα, τριών μίσθιων καταστημάτων, που βρίσκονται στον …….. Αττικής, ζητούσε, μετά τη λύση της μίσθωσης, με συμφωνία, στις 30-5-2014 και λόγω της μη καταβολής από τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα των μισθωμάτων και αποζημίωσης χρήσης για το αναφερόμενο χρονικό διάστημα, αλλά και λόγω εκτεταμένων ζημιών στα μίσθια καταστήματα, που διαπιστώθηκαν μετά την απόδοσή τους, από τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, μισθωτή, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών να της καταβάλει α) για μισθώματα των τριών μισθωτικών μηνών Νοεμβρίου 2013 (μέρος αυτού, 750ευρώ), Δεκεμβρίου 2013 έως και Μαΐου 2014, το συνολικό ποσό των 32.250 ευρώ, άλλως, ως αποζημίωση χρήσης για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο του 2014 και β) για αποκατάσταση του μισθίου στην προτέρα κατάσταση το ποσό των 64.856,51 ευρώ και για το κόστος οικοδομικής άδειας 12.950 ευρώ.

Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, ως προς το σωρευόμενο αίτημά της, αναφορικά με τα δεδουλευμένα μισθώματα και την αποζημίωση χρήσης και υποχρέωσε τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα να καταβάλει στην ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη το ποσό των 31.702,71 ευρώ και συγκεκριμένα, 16.500 ευρώ, νομιμότοκα από την δεύτερη ημέρα κάθε μήνα και 15.202,71 ευρώ, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την εξόφληση, ενώ για το, κατ’άρθρ.218 παρ.1 ΚΠολΔ, σωρευόμενο αίτημα της αγωγής, που αφορούσε σε αποκατάσταση του μισθίου στην προτέρα κατάσταση και τα αιτούμενα κονδύλια, συνολικού ποσού 88.914,01 ευρώ, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης. ΄Ετσι, η εκκαλούμενη απόφαση είναι εν μέρει οριστική και ειδικότερα είναι οριστική μόνον ως προς τις διατάξεις της, με τις οποίες υποχρέωσε τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα να καταβάλει στην ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, τα ανωτέρω αναφερόμενα ποσά, για μισθώματα και αποζημίωση χρήσης, ενώ, ως προς τη διάταξή της, με την οποία για το σωρευόμενο αγωγικό αίτημα περί αποκατάστασης του μισθίου στην προτέρα κατάσταση, ανέβαλε την έκδοση απόφασης και  διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, είναι μη οριστική και τούτο διότι το δικαστήριο δεν απεκδύθηκε κάθε περαιτέρω εξουσίας, αλλά αντιθέτως επιφύλαξε  σε αυτό το δικαίωμα επανεξέτασης της ένδικης υπόθεσης  κατά το συγκεκριμένο κεφάλαιο, μετά τη διενέργεια της διαταχθείσας πραγματογνωμοσύνης, οπότε και θα εκφέρει την τελειωτική του κρίση, με την οποία θα τερματίζει τη δίκη και θα τέμνει τελειωτικά την ως άνω διαφορά και ως προς το αίτημα αυτό. Επομένως, η εκκαλούμενη απόφαση, που είναι εν μέρει οριστική και εν μέρει μη οριστική δεν υπόκειται σε έφεση, ούτε κατά τις οριστικές της διατάξεις πριν να εκδοθεί οριστική απόφαση στην όλη δίκη. Επομένως,  η ένδικη έφεση πρέπει ως απαράδεκτη να απορριφθεί και αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 532 του και να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας(άρθρ.176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα, ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ως απαράδεκτη την έφεση, που ασκήθηκε κατά της υπ’αριθμ.1325/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων ευρώ (600€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  την 1η Ιουνίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ