Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 400/2018

Αριθμός     400/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

NAYTIKO TMHMA

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Χαρίκλεια Σαραμαντή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Εφετείου α] η με αριθμ. εκθ. καταθ. ……./2-10-2017 έφεση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……..» και β] η με αριθμ. εκθ. καταθ. ……../10-10-2017 έφεση του «Διεθνούς Κεφαλαίου Αποζημίωσης Ζημιών Ρύπανσης από Πετρέλαιο 1992», κατά της 4005/2017 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε με την εκούσια δικαιοδοσία, οι οποίες ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2, 741, 773, 583, 585, 590, 743-759 και 760   ΚΠολΔ), καθώς από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει εκπρόθεσμη άσκησή τους ή άλλος λόγος απαραδέκτου αυτών, άλλωστε δεν γίνεται επίκληση επιδόσεως της εκκαλουμένης, ούτε προκύπτει αυτή από τα στοιχεία της δικογραφίας, ενώ  δεν έχει παρέλθει η διετία από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης  αποφάσεως κατά την 1-9-2017. Συνεπώς και δεδομένου ότι αρμόδια φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Εφετείου  (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και έχει κατατεθεί για κάθε μια εξ αυτών το κατά το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ (σε συνδ με άρθρο 741 ΚΠολΔ) απαιτούμενο για το παραδεκτό της ασκήσεώς τους παράβολο, πρέπει να  συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας και προς οικονομία χρόνου και δαπάνης (άρθρα 31 παρ. 3, 246 και 741  ΚΠολΔ) και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, μέσα στα όρια που καθορίζονται με αυτούς (άρθρο 522  ΚΠολΔ) κατά την αυτή διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

Η εφεσίβλητη εταιρία «…….» με την από 8-5-2017 (αριθμ. εκθ. καταθ. …../2017) τριτανακοπή της, επικαλούμενη έννομο συμφέρον,  ζήτησε, για τους λόγους που εξέθετε στο δικόγραφο αυτής αλλά και για τους πρόσθετους λόγους που ανέφερε   σε εκείνο των προτάσεών της,  να ακυρωθεί η 1817/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ομοίως με  την εκούσια δικαιοδοσία μετά από αίτηση της εδώ εκκαλούσας και καθ’ ης η τριτανακοπή, ως διαδίκου – αιτούσας, επειδή η ίδια (η τριτανακόπτουσα) δεν προσκλήθηκε και δεν μετείχε στη δίκη, κατά την οποία εκδόθηκε η ως άνω βλαπτική για αυτήν απόφαση.  Στην ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου δίκη παρενέβη προσθέτως το εκκαλούν αλλοδαπό νομικό πρόσωπο, επικαλούμενο άμεσο έννομο συμφέρον, που απορρέει από την ιδιότητά του ως ουσιαστικού φορέα του δικαιώματος αποζημιώσεως για τις δαπάνες απορρυπάνσεως  του ατυχήματος, εξ αφορμής του οποίου η καθ’ ης η τριτανακοπή και εδώ εκκαλούσα, άσκησε αγωγή κατά της τριτανακόπτουσας και εδώ εφεσίβλητης,  επί της οποίας εκδόθηκε η 1943/2015 απόφαση και στη συνέχεια ζήτησε (η καθ’ ης) την σύμφωνα με το άρθρο  724 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το ν. 4335/2015,  εγγραφή προσημείωσης υποθήκης σε ακίνητο της τελευταίας και στην άρνηση του αρμόδιου Υποθηκοφύλακα Πειραιά, να την εγγράψει με την αιτιολογία ότι ο σχετικός τίτλος της είχε εκδοθεί πριν την τροποποίηση του άρθρου 724 ΚΠολΔ, ζήτησε σύμφωνα με το  άρθρο 791 ΚΠολΔ, να υποχρεωθεί ο ως άνω Υποθηκοφύλακας να προβεί σε αυτήν (εγγραφή). Εκδόθηκε η τριτανακοπτόμενη απόφαση (1817/2017) που δέχθηκε την αίτηση της καθ’ ης και διέταξε τον Υποθηκοφύλακα να εγγράψει την αιτουμένη προσημείωση. Επί της ανωτέρω αιτήσεως και πρόσθετης παρεμβάσεως εκδόθηκε η εκκαλουμένη η οποία αφού απέρριψε το αίτημα της τριτανακοπής περί αναστολής της εκτελέσεως και της ισχύος της τριτανακοπτόμενης αποφάσεως (1817/2017), δέχθηκε την τριτανακοπή, απέρριψε την πρόσθετη παρέμβαση, στη συνέχεια ακύρωσε και κήρυξε ανενεργή την ως άνω απόφαση.

Με τις κρινόμενες εφέσεις τους και με τους λόγους τους, οι οποίοι στο σύνολό τους αφορούν εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των εφαρμοσθεισών από την εκκαλουμένη διατάξεων του νόμου, ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης προς το σκοπό απορρίψεως της τριτανακοπής και αποδοχής της πρόσθετης παρεμβάσεως.

Από την εκτίμηση των νομότυπα προσκομισθέντων από τους διαδίκους  έγγραφων αποδεικτικών μέσων σε συνδυασμό με τα όσα οι τελευταίοι ισχυρίζονται αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η εταιρία με την επωνυμία «……….» την 6-12-2016 κατέθεσε στο Υποθηκοφυλακείο Πειραιώς αίτηση, στρεφόμενη κατά της εταιρείας με την επωνυμία «………», με την οποία ζητούσε να εγγραφεί στα βιβλία Υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο της τελευταίας, με βάση (τίτλο) την  1943/2015 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την οποία επιδικάστηκε υπέρ της πρώτης, απαίτησή της, που αποτελείται από κεφάλαιο ύψους 14.485.962,30 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω οριστική απόφαση και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως. Η αρμόδια Υποθηκοφύλακας αρνήθηκε την αιτούμενη εγγραφή προσημείωσης, με την με αριθμό πρωτοκόλλου …./7.12.2016 πράξη απόρριψης, με το ακόλουθο, σκεπτικό : «Απορρίπτεται σύμφωνα με το αρ……/1963, η αιτούμενη με αρ.πρωτ. ……/6-12-2016 εγγραφή προσημείωσης υποθήκης δυνάμει της 1943/2015 οριστικής απόφασης του Πολ.Πρωτ.Πειραιά, διότι η έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015 ο οποίος τροποποίησε το αρ.724 ΚΠολΔ και σύμφωνα με τον οποίο δίνεται η δυνατότητα στον δανειστή να εγγράψει προσημείωση υποθήκης με βάση οριστική απόφαση είναι η 1-1-2016, χωρίς να υπάρχει διαφορετική ρύθμιση για το άρθρο αυτό στις μεταβατικές διατάξεις του Νόμου. Η δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης είναι τον Απρίλιο του 2015 και κατά συνέπεια δεν μπορεί να εφαρμοστεί το αρ.724 ΚΠολΔ όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4335/2015».

Ερευνητέο επομένως είναι στην προκειμένη περίπτωση αν κατά το χρόνο κατά τον οποίο η εκκαλούσα άσκησε το δικαίωμα να ζητήσει την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης σε ακίνητο της οφειλέτριάς της εφεσίβλητης εταιρίας, προς εξασφάλιση της ένδικης σε βάρος αυτής απαιτήσεώς της, συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την άσκηση αυτού. Διαφορετικά, αν το σύνολο των στοιχείων που καθορίζονται από το ισχύον νομικό πλαίσιο για την απόκτηση του εν λόγω δικαιώματος, συνυπάρχουν, κατά το χρόνο που αυτό ασκείται,  από την εκκαλούσα. Μετά την τροποποίηση του  άρθρου 724 παρ. 1 ΚΠολΔ με το νόμο 4335/2015 ο οποίος ισχύει από 1-1-2016, ο δανειστής μπορεί πλέον, με βάση (και) οριστική απόφαση, να ζητήσει  εγγραφή προσημείωσης υποθήκης για το ποσό που επιδικάζεται με αυτήν. Διεύρυνε έτσι ο άνω νόμος τη δυνατότητα εξασφαλίσεως του δανειστή καθώς με την υφιστάμενη ρύθμιση (πριν το ν. 4335/15) ήτοι με τη δυνατότητα εγγραφής προσημείωσης με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ή με διαταγή πληρωμής, δεν παρεχόταν επαρκής προστασία στον  δανειστή έναντι του κινδύνου εκποιήσεως ή επιβαρύνσεως των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη του, και μάλιστα του δανειστή εκείνου που είχε «στα χέρια του» οριστική απόφαση εκδοθείσα με τα εχέγγυα της πλήρους δικανικής πεποιθήσεως, μετά από την δέουσα εκτίμηση των, ενώπιον του επιληφθέντος δικαστηρίου, προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων. Θα έπρεπε αυτός ο δανειστής να προσφύγει με αντίστοιχη αίτηση στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και να ζητήσει την έκδοση (άλλης) αποφάσεως που θα του επέτρεπε, προς εξασφάλισή του,  την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή την επιβολή συντηρητικής κατασχέσεως.

Από την διατύπωση δε της νέας ρυθμίσεως αλλά και από την αντίστοιχη αιτιολογική έκθεση δεν προκύπτει ότι υφίσταται ασαφής διατύπωση ή κενό ώστε να ερμηνευτεί η διάταξη, περιοριστικά,  ότι αφορά τους δανειστές εκείνους που η εκδοθείσα υπέρ αυτών απόφαση για απαίτησή τους εκδόθηκε μετά την 1-1-2016 λαμβανομένου υπόψη ότι η, ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 724 ΚΠολΔ, καθιστά την οριστική απόφαση που επιδικάζει απαίτηση, προϋπόθεση για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, στοιχείο του πραγματικού της, προσδίδοντάς στην απόφαση έννομη συνέπεια η οποία διαφέρει από τα έννομα αποτελέσματα μιας οριστικής αποφάσεως, ήτοι το ουσιαστικό δεδικασμένο, την εκτελεστότητα και την διαπλαστική ενέργεια τα οποία κρίνονται με βάση το δίκαιο που ισχύει κατά το χρόνο της δημοσιεύσεως της αποφάσεως. Αυτό διότι τα εν λόγω αποτελέσματα συνδέονται  με συγκεκριμένο δικονομικό σύστημα και με τις εγγυήσεις ορθής απονομής της δικαιοσύνης που εκείνο παρέχει και ως εκ τούτου είναι ορθό, να εφαρμόζεται το ίδιο σύστημα τόσο  για την έκδοσή της όσο και για την ισχύ της, αποκλείοντας έτσι από  το νομοθέτη την δυνατότητα να καταργεί ή να ακυρώνει δικαστικές αποφάσεις, κατά παράβαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της διακρίσεως των εξουσιών. Οι προαναφερόμενες έννομες, παρεπόμενες, όπως ονομάζονται συνέπειες, οι οποίες συνδέονται με την επέλευση μιας (άλλης) έννομης συνέπειας, σαφώς διακρινόμενες από τα προαναφερόμενα έννομα αποτελέσματα που συνδέονται με την προηγηθείσα διαγνωστική κρίση του δικαστηρίου, θα πρέπει να κρίνονται υπό το νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει κατά το χρόνο που ερευνάται η συνδρομή του συνόλου των προϋποθέσεων για την επέλευση αυτής της συνέπειας, κατά το χρόνο που ασκείται το δικαίωμα του οποίου αποτελούν προϋπόθεση και εφόσον διαπιστωθεί ότι υφίσταται η απόφαση αυτή καθ’ εαυτή, ή δεν υφίσταται, με ορισμένο περιεχόμενο, θα πρέπει να απαγγελθούν οι έννομες συνέπειες που η οικεία διάταξη προβλέπει. Ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα αναδρομικής ισχύος της οριστικής αποφάσεως αφού δεν εξετάζεται το αν παράγει τα έννομα αποτελέσματά της (εκτελεστότητα, δεδικασμένο, διαπλαστική ενέργεια) σε χρόνο προγενέστερο της εκδόσεώς της, δεδομένου ότι η δυνατότητα εγγραφής προσημειώσεως υποθήκης δεν είναι αποτέλεσμα της οριστικής αποφάσεως, ούτε το αν απορρίφθηκε αίτημα προσωρινής εκτελεστότητας αυτής αφού σκοπός του εν λόγω αιτήματος είναι η άμεση εκτέλεσή της, εν όλω ή εν μέρει και εδώ κρίνεται, από το νόμο (910 ΚΠολΔ) ή το δικαστήριο, το κατά πόσο η καθυστέρηση στην εκτέλεση επιφέρει βλάβη στον δανειστή και ενάγοντα, ο οποίος ενδεχομένως δεν έχει άλλους πόρους να επιβιώσει,  ενώ η παροχή τίτλου προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης  με οριστική απόφαση αποσκοπεί στην εξασφάλιση της ικανοποιήσεως της ένδικης απαιτήσεως του δανειστή με τον αποκλεισμό της εκποιήσεως ή της επιβαρύνσεως της περιουσίας του οφειλέτη του.   Εξάλλου και στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4335/2015  με την οποία αναγνωρίστηκε ότι το  δικονοµικό δίκαιο λειτουργικά και τελολογικά έχει µια βοηθητική ή εξυπηρετική λειτουργία απέναντι στο ουσιαστικό δίκαιο, αφού κύριος σκοπός της πολιτικής δίκης είναι η προστασία των ουσιαστικών δικαιωµάτων,  η οποία πραγµατοποιείται μεταξύ άλλων,  με την πραγµάτωση αυτών,  εκτός της αναγνωρίσεως  ή, ενδεχοµένως της διαπλάσεώς τους, κρίθηκε αναγκαία η τροποποίηση του άρθρου 724 ΚΠολΔ, µε την οποία καθιερώνεται η οριστική απόφαση ως τίτλος για την αυτοδύναµη εγγραφή προσηµείωσης υποθήκης. Απέδωσε έτσι στην οριστική απόφαση δυνατότητα που είχε  στο παρελθόν-στην προισχύσασα πολιτική δικονομία-αποκαθιστώντας μια ανισορροπία σε βάρος της (οριστικής απόφασης) αφού με την προ του ν. 4335/15 ρύθμιση το  άρθρο 724 καθιέρωνε αποκλειστικά τη διαταγή πληρωµής ως τίτλο για την αυτοδύναµη εγγραφή προσηµείωσης υποθήκης και την επιβολή συντηρητικής κατασχέσεως, αν και για την έκδοση της ο δικαστής στηρίζεται µόνο στο πραγµατικό και αποδεικτικό υλικό που προσκόµισε ο δανειστής, χωρίς οποιαδήποτε δυνατότητα ακροάσεως του οφειλέτη και χωρίς εποµένως να παρουσιάζει περισσότερα εχέγγυα ορθής κρίσεως από την οριστική απόφαση που δέχθηκε την αγωγή και διέγνωσε, με πλήρη δικανική πεποίθηση και μετά από εκτίμηση του προσκομισθέντος από αμφότερα τα διάδικα μέρη αποδεικτικού υλικού, την ισχύ της επικαλούµενης χρηµατικής αξιώσεως του δανειστή. Προς ενίσχυση της προτεινόμενης ρυθμίσεως αναφέρεται στη συνέχεια η αιτιολογική έκθεση  στις διατάξεις των άρθρων 519 παρ. 1 και 521 παρ. 1 ΚΠολΔ σύμφωνα με τις οποίες, κατά την διάρκεια της προθεσμίας για την άσκηση εφέσεως αλλά και με την άσκηση νόμιμης και εμπρόθεσμης εφέσεως που αναστέλλει την εκτέλεση της οριστικής αποφάσεως,  µπορούν να επιβληθούν ασφαλιστικά µέτρα,  προδήλως τα ίδια ασφαλιστικά µέτρα που προβλέπει και το άρθρο 724. Με δεδομένο επομένως των όσων εκτίθενται στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4335/2015 που αποκαλύπτει το σκοπό του νομοθέτη να προσδώσει, με την τροποποίηση του άρθρου 724 ΚΠολΔ, στην οριστική απόφαση την ίδια δυνατότητα που έχει και η διαταγή πληρωμής  ως τίτλου προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, αφού όπως διευκρινίζεται  δεν διαφοροποιείται η τελευταία, με την παρεχόμενη δυνατότητα αναστολής της, από την μη κηρυχθείσα προσωρινά εκτελεστή οριστική απόφαση ή από εκείνη της οποίας διατάχθηκε μεταγενέστερα η αναστολή της προσωρινής εκτελεστότητάς της,  ενόψει περαιτέρω της υπεροχής της πρώτης η οποία στηρίζεται στην εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού όχι μόνο του αιτούντος δικαστική προστασία αλλά και του αντιδίκου του, χωρίς να προσκρούει η ρύθμιση αυτή στην απαγόρευση της (γνήσιας) αναδρομικότητας του νόμου (άρθρο 2 Α.Κ.) αφού προσδίδει για πρώτη φορά στην οριστική απόφαση έννομες συνέπειες και δεν αφορά έννομες σχέσεις ή συνέπειες που προϋπήρχαν, τέλος (ενόψει) ότι η σαφής διατύπωση της νέας διατάξεως του άρθρου 724 ΚΠολΔ αφορά παρεπόμενες συνέπειες της οριστικής αποφάσεως και όχι τα έννομα αποτελέσματα αυτής, αφού η δυνατότητα εγγραφής προσημείωσης υποθήκης δεν είναι αποτέλεσμα της αποφάσεως στο οποίο μάλιστα απέβλεψε ο αιτών δικαστική προστασία,  εσφαλμένα η εκκαλουμένη το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε, αποδεχόμενη ότι η 1943/2015 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εκδοθείσα πριν την 1-1-2016 δεν αποτελεί τίτλο προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, σύμφωνα με το δίκαιο που ίσχυε κατά το χρόνο δημοσίευσής της, γενομένων δεκτών ως ουσιαστικά βάσιμων των λόγων των υπό κρίση εφέσεων.Κατόπιν αυτού  θα πρέπει να γίνουν δεκτές οι κρινόμενες εφέσεις και ως ουσιαστικά βάσιμες, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση στο παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 ΚΠολΔ) και αφού συζητηθεί να απορριφθεί στο σύνολό της, ως ουσιαστικά αβάσιμη, η τριτανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής,  να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των εκκαλούντων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας σε βάρος της εφεσίβλητης που ηττήθηκε στη δίκη αυτή και, τέλος, να επιστραφούν στους εκκαλούντες τα παράβολα για την άσκηση των εφέσεων (άρθρα 176, 183, 191 και 495 παρ.3 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Ενώνει και Συνεκδικάζει, αντιμωλία των διαδίκων, την με αριθμ. εκθ. καταθ ………/2-10-2017 έφεση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……..» και την  με αριθμ. εκθ. καταθ. ……./10-10-2017 έφεση του «Διεθνούς Κεφαλαίου Αποζημίωσης Ζημιών Ρύπανσης από Πετρέλαιο 1992», κατά της 4005/2017 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την εκούσια δικαιοδοσία

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν τις εφέσεις Εξαφανίζει την εκκαλούμενη με αριθμό 4005/2017  απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση, που αφορά την από 8-5-2017 (αρ. καταθ. …../2017) τριτανακοπή.

Απορρίπτει την τριτανακοπή και τους πρόσθετους λόγους αυτής.Καταδικάζει την εφεσίβλητη – τριτανακόπτουσα στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης των εφεσίβλητων  και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ για κάθε εφεσίβλητο.

Διατάσσει την επιστροφή των ηλεκτρονικών παραβόλων στους καταβάλλοντες, του . .  .  παραβόλου στην «……….»  και του . .. . στο «Διεθνές Κεφάλαιο Αποζημίωσης Ζημιών Ρύπανσης από Πετρέλαιο 1992»

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  25 Ιουνίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ