Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 255/2019

Αριθμός     255/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

     Η κρινόμενη από 29-2-2016 (αρ. καταθ. …../2016) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 4487/2015 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και κατά της υπ΄ αρ. 3913/2013 εν μέρει μη οριστικής αποφάσεως του ίδιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), που εκδόθηκαν κατά την ειδική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 681Α του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς τα άρθρα 666, 667, 670 έως 676 του ίδιου Κώδικα, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκαν η εκκαλούμενη απόφαση και η συμπροσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε από τους εκκαλούντες (ενιαίο) παράβολο, συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ (βλ. τα υπ΄ αρ. …/2016 και …./2016 παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …./2016 και …./2016 παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ), κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ.

Με την από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγή του, ο ενάγων, ήδη πρώτος των εκκαλούντων, ….., ισχυρίστηκε ότι την 9-5-2012 στο Ζεφύρι Αττικής (επί της οδού Παναγίας Γρηγορούσας), ο ………, πρώτος των εναγομένων (ως προς τον οποίο εχώρησε, πρωτοδίκως, παραίτηση), οδηγώντας την αναφερόμενη σ΄ αυτήν (αγωγή) δίκυκλη μοτοσυκλέτα, κυριότητας του … .., δεύτερου των εναγομένων (ως προς τον οποίο, επίσης, εχώρησε, πρωτοδίκως, παραίτηση), η οποία ήταν ασφαλισμένη για τις προς τρίτους ζημίες στην τρίτη των εναγομένων, ήδη δεύτερη των εφεσίβλητων, ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………..» προκάλεσε από αποκλειστική υπαιτιότητά του (αμέλεια), κατά τα ειδικότερα σ΄ αυτήν (αγωγή), την επίδικη σύγκρουση, συνεπεία της οποίας το οδηγούμενο από τον ίδιο (ενάγοντα) ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητό του υπέστη τις αναλυτικά αναφερόμενες σ΄ αυτήν (αγωγή) ζημίες. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά από παραδεκτό, στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, ο ενάγων ζήτησε να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία υποχρεούται να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 301,45 ευρώ, ως αποζημίωση για την εκτιθέμενη συνολική ζημία, που του προκάλεσε το ένδικο ατύχημα, όπως τα επιμέρους κονδύλια εξειδικεύονται σ΄ αυτήν (αγωγή), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί η εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης.

Με την από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …/2013) αγωγή του, ο ενάγων, ήδη πρώτος των εφεσίβλητων, ….., ισχυρίσθηκε ότι την 9-5-2012 στο Ζεφύρι Αττικής (επί της οδού ……..), ο ………, πρώτος των εναγομένων, ήδη πρώτος των εκκαλούντων, οδηγώντας το αναφερόμενο σ΄ αυτήν (αγωγή) ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητο, κυριότητας του ………… (μη διαδίκου στην παρούσα δίκη), το οποίο ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημίες στη δεύτερη των εναγομένων, ήδη δεύτερη των εκκαλούντων, ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………» προκάλεσε από αποκλειστική υπαιτιότητά του (αμέλεια), και υπό τις περιγραφόμενες σ΄ αυτήν (αγωγή) συνθήκες, την επίδικη σύγκρουση, συνεπεία της οποίας υπέστη (ο ενάγων) τις αναλυτικά αναφερόμενες σ΄ αυτήν (αγωγή) σωματικές βλάβες. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά από παραδεκτό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό, ο ενάγων 1) ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να του καταβάλουν, καθένας από αυτούς αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το συνολικό ποσό των 100.080 ευρώ α) ως αποζημίωση (ποσό 80 ευρώ) (αξία καταστραφέντων ενδυμάτων του), β) ως, κατ΄ άρθρο 931 του ΑΚ, χρηματικό ποσό (100.000 ευρώ), λόγω των ιστορούµενων µόνιµων προβλημάτων υγείας, που ο ίδιος υπέστη ένεκα του άνω προκληθέντος τραυµατισµού του, τα οποία µετά βεβαιότητας θα επιδράσουν αρνητικώς στη µελλοντική επαγγελματική και προσωπική του ζωή και εξέλιξη και γ) ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που αυτός υπέστη ένεκα του προκληθέντος από το ένδικο τροχαίο ατύχηµα τραυµατισµού του, επικαλούμενος ότι για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του απαιτείται το ποσό των 100.044 ευρώ, επιφυλάσσεται όμως, ως προς το ποσό των 44 ευρώ, το οποίο προτίθεται να αναζητήσει ενώπιον του ποινικού Δικαστηρίου παριστάμενος ως πολιτικώς ενάγων, ζητώντας να του επιδικαστεί από το ποσό των 100.000 ευρώ, το ποσό των 10.000 ευρώ και 2) το δε υπόλοιπο ποσό των 90.000 ευρώ, ζήτησε να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να του καταβάλουν αυτό (το ποσό των 90.000 ευρώ), καθένας από αυτούς αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, όλα δε τα ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της ένδικης αγωγής μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστούν αυτοί στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 3913/2013 εν μέρει μη οριστική απόφασή του, αφού διέταξε την ένωση και συνεκδίκαση  α) της ως άνω από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής του …….. και β) της ως άνω από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …../2013) αγωγής του …….., ως προς την από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγή θεώρησε αυτή ως μη ασκηθείσα ως προς τους πρώτο και δεύτερο των εναγομένων, δίκασε αντιμωλία των λοιπών διαδίκων (ενάγοντος και εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας), έκρινε ότι αυτή (αγωγή) είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης, και νόμιμη. Ως προς δε την από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …../2013) αγωγή δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, έκρινε ότι αυτή (αγωγή) είναι ορισμένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού των εναγομένων, και νόμιμη, πλην του παρεπομένου αιτήματος περί κηρύξεως της απόφασης που θα εκδιδόταν προσωρινά εκτελεστής ως προς το αναγνωριστικό σκέλος, το οποίο μετά τη μετατροπή του αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό κατέστη μη νόμιμο. Ακολούθως, αφού έκρινε ότι το ένδικο ατύχημα οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα (αμέλεια) του …….., οδηγού του υπ΄ αρ. ……. ιδιωτικής χρήσεως επιβατικού αυτοκινήτου, ιδιοκτησίας του ………., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία « ……….», απέρριψε ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμους τους ισχυρισμούς των εναγομένων της από 4-1-2013 αγωγής περί αποκλειστικής υπαιτιότητας, άλλως συνυπαιτιότητας του ενάγοντος οδηγού της δίκυκλης μοτοσικλέτας στην πρόκληση του ένδικου συμβάντος, δέχθηκε ως κατ΄ ουσίαν βάσιμο τον ισχυρισμό της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας της από 18-2-2013 αγωγής περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του οδηγού του ζημιογόνου επιβατικού αυτοκινήτου, καθώς επίσης έκρινε ότι παρέλκει εκ του λόγου τούτου η εξέταση του επικουρικού ισχυρισμού της περί συνυπαιτιότητάς του. Κατόπιν τούτων απέρριψε την από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …../2013) αγωγή και καταδίκασε τον ενάγοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, τα οποία όρισε στο ποσό των 250 ευρώ, ενώ ως προς την από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …../2013) αγωγή διέταξε την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη με την επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων κατά τα ειδικότερα σ΄ αυτήν (απόφαση) αναφερόμενα. Μετά τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης με την από 2-4-2014 (αρ. καταθ. …./2014) κλήση του καλούντος – ενάγοντος, … …, επαναφέρθηκε η ως άνω από 4-1-2013 αγωγή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 4487/2015 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, και, μεταξύ άλλων, απέρριψε ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο, δέχθηκε εν μέρει την από 4-1-2013 αγωγή, υποχρέωσε τους καλουµένους, εναγοµένους, ώστε να ευθύνονται καθένας τους εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον καλούντα, ενάγοντα το ποσό των 35.080 ευρώ (25.000 ευρώ ως ειδική αποζηµίωση + 10.000 ευρώ ως µέρος της επιδικασθείσας χρηµατικής ικανοποίησης + 80 ευρώ ως αποζηµίωση για τις υλικές ζηµίες), µε το νόµιµο τόκο υπερηµερίας από την επίδοση της από 4-1-2013 αγωγής και µέχρι την ολοσχερή εξόφληση, αναγνώρισε την εις ολόκληρον υποχρέωση των καλουµένων, εναγοµένων να καταβάλουν στον καλούντα, ενάγοντα το ποσό των 10.000 ευρώ (το υπόλοιπο µέρος της επιδικασθείσας χρηµατικής ικανοποίησης), µε το νόµιµο τόκο υπερηµερίας από την επίδοση της από 4-1-2013 αγωγής και µέχρι την ολοσχερή εξόφληση και επέβαλε µέρος των δικαστικών εξόδων του καλούντος, ενάγοντος σε βάρος των καλουµένων, εναγοµένων, το ύψος των οποίων όρισε σε 2.000 ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται με την ένδικη από 29-2-2016 (αρ. καταθ. …./2016) έφεση με την οποία συμπροσβάλλεται και η υπ΄ αρ. 3913/2013 εν μέρει μη οριστική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου  (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), ο ηττηθείς ενάγων της από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής – εν μέρει ηττηθείς πρώτος των εναγομένων της από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής και η εν μέρει ηττηθείσα δεύτερη των εναγομένων της από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου αυτής, να γίνει δεκτή στο σύνολό της η έφεσή τους και να εξαφανιστούν και επικουρικά να μεταρρυθμιστούν κατά τα σ΄ αυτήν (έφεση) αναφερόμενα οι προσβαλλόμενες υπ΄ αρ. 3913/2013 (και όχι υπ΄ αρ. 2913/2013, όπως από προφανή παραδρομή αναφέρεται στο αιτητικό της ένδικης εφέσεως) εν μέρει μη οριστική και υπ΄ αρ. 4487/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, να απορριφθεί η από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγή του πρώτου των εφεσίβλητων εναντίον τους επί της οποίας εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, ο δε πρώτος από αυτούς (των εκκαλούντων) να γίνει δεκτή η από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγή του (πρώτου από αυτούς) εναντίον της δεύτερης των εφεσίβλητων.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 931 του ΑΚ η αναπηρία ή η παραμόρφωση που  προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της  αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του. Η διάταξη αυτή προϋποθέτει αναπηρία ή παραμόρφωση του παθόντος ανεξαρτήτως αν οφείλεται σε υποκειμενικά ή αντικειμενικά άδικη πράξη. Ως αναπηρία θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής, νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως παραμόρφωση, νοείται κάθε ουσιώδης αλλοίωση της εξωτερικής εμφάνισης του προσώπου, η οποία καθορίζεται όχι αναγκαίως κατά τις απόψεις της ιατρικής, αλλά κατά τις αντιλήψεις της ζωής. Περαιτέρω, η αναπηρία ή παραμόρφωση του προσώπου έχει σημασία εφόσον επηρεάζει το μέλλον του. Ως μέλλον νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου, εφόσον επηρεάζεται τούτο από τη ζημία, την οποία συνεπεία της αδικοπραξίας υπέστη το πρόσωπο. Δεν απαιτείται βεβαιότητα δυσμενούς επιρροής της αναπηρίας ή παραμορφώσεως στο μέλλον του προσώπου. Αρκεί και απλή δυνατότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Στον επαγγελματικό-οικονομικό τομέα η αναπηρία ή παραμόρφωση του ανθρώπου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας αποτελεί αρνητικό στοιχείο στο πλαίσιο του ανταγωνισμού και της οικονομικής εξέλιξης και προαγωγής του. Οι δυσμενείς συνέπειες είναι περισσότερο έντονες σε περιόδους οικονομικών δυσχερειών και στενότητας στην αγορά εργασίας. Οι βαρυνόμενοι με αναπηρία ή παραμόρφωση μειονεκτούν και κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός εργασίας έναντι των υγιών συναδέλφων τους. Η διάταξη, λοιπόν, αυτή (άρθρο 931 του ΑΚ) προβλέπει επιδίκαση από το Δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα με αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικά συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής κατάστασης μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Βέβαια, η αναπηρία ή παραμόρφωση δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη πρόκληση στον παθόντα περιουσιακής ζημίας. Άλλωστε, δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη, ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση θα προκαλέσει σ΄ αυτόν συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία. Είναι, όμως, βέβαιο ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση, ανάλογα με το βαθμό της και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις (ηλικία, φύλο, κλίσεις και επιθυμίες του παθόντος), οπωσδήποτε θα έχει δυσμενή επίδραση στην κοινωνική-οικονομική εξέλιξη αυτού, κατά τρόπο όμως, που δεν δύναται επακριβώς να προσδιορισθεί. Η δυσμενής αυτή επίδραση είναι δεδομένη και, επομένως, δεν δικαιολογείται εμμονή στην ανάγκη προσδιορισμού του ειδικού τρόπου της επίδρασης αυτής και των συνεπειών της στο κοινωνικό-οικονομικό μέλλον του παθόντος. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή παραμόρφωσης ως βλάβης του σώματος και της υγείας του προσώπου, ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, χωρίς αναγκαίως η προστασία αυτή να συνδέεται με την αδυναμία πορισμού οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων. Έτσι, ορθότερη κρίνεται η ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 931 του ΑΚ, που την καθιστά εφαρμόσιμη, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται από τη διάταξη η επιδίκαση στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση ενός εύλογου χρηματικού ποσού, ακριβώς λόγω της αναπηρίας ή παραμόρφωσής του, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιορισθεί. Το ποσό του επιδικαζόμενου κατά τη διάταξη του άρθρου 931 του ΑΚ εύλογου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμόρφωσης αφενός και με βάση την ηλικία του παθόντος αφετέρου, καθώς και με τη συνεκτίμηση του ποσοστού συνυπαιτιότητας του τελευταίου στην πρόκληση της αναπηρίας ή της παραμόρφωσής του, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της κατά τη διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ αξίωσης για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Είναι πρόδηλο ότι η κατά τη διάταξη του άρθρου 931 του ΑΚ αξίωση είναι διαφορετική: α) από την αξίωση που απορρέει από τη διάταξη του άρθρου 929 του ΑΚ για διαφυγόντα εισοδήματα του παθόντος, που κατ΄ ανάγκη συνδέεται με επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης περιουσιακής ζημίας, λόγω της ανικανότητας του παθόντος προς εργασία και β) από την κατά τη διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη ο παθών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ. Είναι αυτονόητο ότι όλες οι προαναφερθείσες αξιώσεις δύνανται να ασκηθούν είτε σωρευτικά είτε μεμονωμένα, αφού πρόκειται για αυτοτελείς αξιώσεις και η θεμελίωση καθεμιάς από αυτές δεν προϋποθέτει αναγκαία την ύπαρξη μιας των λοιπών (ΑΠ 1622/2013, ΑΠ 72/2012, ΑΠ 123/2010, ΑΠ 2021/2009). Ακολούθως, στη συνέχεια κατά τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ, με την οποία ορίζεται ότι το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα, προκύπτει ότι η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψή της ως απαράδεκτης, για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, η οποία αποτελεί και προϋπόθεση του παραδεκτού της (ΑΠ 1611/2008 Δ. 2008.1131, ΑΠ 187/2006 Δ. 2006.907). Έτσι, στην αγωγή με την οποία αξιώνεται η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος από τον τραυματισμό του, κατά τις διατάξεις των άρθρων 299, 914 και 932 του ΑΚ, πρέπει και αρκεί να αναφέρονται, οι συνθήκες του ατυχήματος, δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά υπό τα οποία έλαβε χώρα τούτο, το πταίσμα του εναγομένου, η ηθική βλάβη και η έκταση αυτής καθώς και η κοινωνική και οικονομική θέση του ενάγοντος και του εναγομένου δοθέντος δε ότι, ως προς την τελευταία περίσταση της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ παρέχεται η δυνατότητα στο Δικαστήριο της ουσίας να επιδικάσει στον παθόντα εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση, προσδιορίζοντας το ποσό αυτής, μετ΄ εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών ως προς το βαθμό του πταίσματος του δράστη, το είδος της προσβολής, την έκταση του άλγους του παθόντος, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του, την ηλικία και το φύλο του, αρκεί η μνεία της εν γένει κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών, όπως κατ΄ αρχήν εμφανίζεται στον εξωτερικό κόσμο, στον εναγόμενο δε, εναπόκειται να προτείνει, κατ΄ ανεπτυγμένη άρνηση, και άλλα περιστατικά, ως προς το στοιχείο τούτο, χρήσιμα για τον προσδιορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης. Η έλλειψη της έκθεσης των γεγονότων αυτών, που αφορά στην προδικασία, κατ΄ άρθρο 111 παρ. 2 του ΚΠολΔ, συνεπάγεται την απόρριψη της αγωγής, λόγω της αοριστίας της, ως απαράδεκτης και αυτεπαγγέλτως, ενώ, αν το Δικαστήριο την παραβλέψει, ελέγχεται αναιρετικώς – υπό την προϋπόθεση ότι η αοριστία προτάθηκε στο Εφετείο με το δικόγραφο της έφεσης ή τους πρόσθετους λόγους και επισημαίνεται στο αναιρετήριο η προβολή της, γιατί δεν αφορά στη δημόσια τάξη – με το λόγο εκ του άρθρου 559 αριθ. 14 του ΚΠολΔ (ΑΠ 732/2013, ΑΠ 961/2007). Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο της ένδικης εφέσεως, οι εκκαλούντες παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα δέχθηκε ως ορισμένη την αγωγή ως προς το κονδύλιο που αφορά το χρηματικό ποσό του άρθρου 931 του ΑΚ. Από το δικόγραφο της ένδικης ως άνω (από 4-1-2013) αγωγής προκύπτει ότι ο ενάγων εξέθεσε, όπως από το άρθρο 216 του ΚΠολΔ επιβάλλεται, τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την σχετική επιμέρους αξίωσή του, αφού, ως προς αυτό (χρηματικό ποσό του άρθρου 931 του ΑΚ), αναφέρονται τα αναγκαία για τη στήριξή της περιστατικά, τα οποία διακρίνουν, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, τη σχετική αξίωση από τις αξιώσεις των άρθρων 929 και 932 του ΑΚ. Επομένως, η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη ως προς αυτό το κονδύλιο και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε την αγωγή ορισμένη ως προς αυτό (κονδύλιο) και απέρριψε τον περί του αντιθέτου ισχυρισμό των εναγομένων, ήδη εκκαλούντων, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και συνεπώς ο σχετικός τρίτος λόγος της ως άνω εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ. β΄ του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το Δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, που προκύπτει και από το συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ. 1 στοιχ. β, 346 και 453 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στη διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενέργειας του Δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν, νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου, όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζητήσεως μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγουμένης συζητήσεως, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 του ΚΠολΔ. Η τελευταία αυτή διάταξη, αναφέρεται βεβαίως στον τρόπο επαναφοράς «ισχυρισμών», έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων, λόγω της ταυτότητος του νομικού λόγου (ΟλΑΠ 23/2008). Συγκεκριμένα κατά το άρθρο 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται όμως, για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες  (ΑΠ 224/2016).

Από την εκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης του διαδίκου …….. και της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του ενάγοντος ……, …….., (άλλου μάρτυρα δεν ζητήθηκε η εξέταση), που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την συμπροσβαλλομένη υπ΄ αρ. 3913/2013 απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από την από 27-3-2014 (αρ. καταθ. …../28-3-2014) έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του Ιατρού Χειρουργού, . …., που διορίστηκε πραγματογνώμονας με την ως άνω υπ΄ αρ. 3913/2013 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 681Α και  671 παρ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ), [ανάμεσα στα οποία έγγραφο που για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], μεταξύ των οποίων και αντίγραφα από την σχηματισθείσα σε σχέση με το ένδικο ατύχημα ποινική δικογραφία, τα οποία εκτιμώνται για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΟλΑΠ 8/1987, ΑΠ 631/2004, ΑΠ 370/2004), καθώς και η από 26-3-2014 γνωμοδότηση του Ιατροδικαστή, ………., Τεχνικού Συμβούλου, που επικαλούνται οι εναγόμενοι, ήδη εκκαλούντες, όπως και η υπεύθυνη δήλωση του ενάγοντος, πρώτου των εναγομένων, ήδη πρώτου των εκκαλούντων, ………., η οποία λαμβάνεται υπόψη εφόσον πρόκειται για υπεύθυνη δήλωση διαδίκου και όχι τρίτου [πρβλ. ΑΠ 266/2011, ΕφΘεσσαλ (Μον) 144/2017, ΕφΠειρ (Μον) 221/2015)], χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και ως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), [σημειώνοντας ότι ο πρώτος των εφεσίβλητων, στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, (στις οποίες από προφανή παραδρομή, σε μερικά σημεία αυτών, αναφέρει ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αντί του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, που κατατέθηκαν στη συζήτηση επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 4487/2015 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καλυπτόμενες από την υπογραφή της πληρεξούσιας Δικηγόρου τους, και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Στο Ζεφύρι Αττικής στις 9 Μαΐου 2012 και περί ώρα 21:00 ο ενάγων της από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής, ………, ο οποίος, κατά τον ως άνω χρόνο, δεν κατείχε την απαιτούμενη άδεια ικανότητας οδήγησης, οδηγούσε την υπ΄ αρ. κυκλοφορίας ….. δίκυκλη μοτοσικλέτα, εργοστασίου κατασκευής HONDA, ιδιοκτησίας του ……….., η οποία κατά το χρόνο εκείνο ήταν ασφαλισμένη στην ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «……..», βαίνοντας κανονικά με την, επίσης, κανονική ταχύτητα των 40 χλμ/ώρα, σε κατοικημένη περιοχή με ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας 50 χλμ/ώρα, επί της λωρίδας κυκλοφορίας της οδού Παναγίας Γρηγορούσας με κατεύθυνση από Καματερό προς Αχαρνές. Στην ίδια λωρίδα κυκλοφορίας της αυτής οδού και έμπροσθεν της ως άνω μοτοσικλέτας εκινείτο ομορρόπως με κανονική ταχύτητα το υπ΄ αριθμόν κυκλοφορίας …….. ιδιωτικής χρήσεως επιβατικό αυτοκίνητο, οδηγούμενο από τον πρώτο των εναγομένων της από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής – ενάγοντα της από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής, … …, ιδιοκτησίας του .. …, το οποίο κατά τον ως άνω χρόνο ήταν ασφαλισμένο στην ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «……..», που ήδη μετονομάστηκε σε «…. ……..». Η ως άνω οδός είναι διπλής κατεύθυνσης, με μία λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και νοητή διαχωριστική γραμμή, με πλάτος οδοστρώματος 10 μέτρα, στο σημείο δε του ένδικου συμβάντος είναι ευθεία και οριζόντια, με άσφαλτο, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας ανέρχεται σε 50 χλμ/ώρα, λόγω κατοικημένης περιοχής. Κατά τον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο η οδός ήταν ξηρά, ήταν νύχτα, αλλά υπήρχε επαρκής φωτισμός, επικρατούσε καλοκαιρία, η ορατότητα δεν περιοριζόταν και η κυκλοφορία των οχημάτων και των πεζών ήταν κανονική. Στον ως άνω τόπο και χρόνο, ο ………, κινούμενος περίπου στο ύψος του οικοδομικού αριθμού 111 της ως άνω οδού, επιχείρησε να εισέλθει με αριστερό ελιγμό στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, έχοντας περάσει την εμπρόσθια αριστερή πλευρά του οχήματός του στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας, ωστόσο μη δυνάμενος να ολοκληρώσει την ενέργειά του, άλλαξε αιφνίδια κατεύθυνση προς τα δεξιά και επιχείρησε να επαναφέρει το όχημά του στην αρχική θέση, χωρίς να ειδοποιήσει τους λοιπούς χρήστες της οδού με τη χρήση του δεξιού δείκτη αλλαγής κατεύθυνσης και χωρίς να βεβαιωθεί προηγουμένως ότι μπορεί να το πράξει χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση αυτών, οι οποίοι κινούνταν όπισθεν, έμπροσθεν ή πλάι του, μεταξύ των οποίων και η δίκυκλη μοτοσικλέτα του ……….., λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, την κατεύθυνση και την ταχύτητά τους, όπως όφειλε και μπορούσε να κάνει βάσει της διαμόρφωσης της οδού και όπως θα έκανε κάθε συνετός οδηγός. Με τον τρόπο, όμως, αυτό παρεμβλήθηκε στην πορεία της κανονικά κινούμενης μοτοσικλέτας, ο οδηγός της οποίας οδηγώντας με κανονική ταχύτητα, με σύνεση και έχοντας διαρκώς τεταμένη την προσοχή του δεν κατέστη δυνατό να τροχοπεδήσει επιτυχώς ή να προβεί σε οιοδήποτε αποφευκτικό ελιγμό προς τα δεξιά, λόγω της όλως αιφνίδιας κίνησης του οδηγού του οχήματος, με αποτέλεσμα η δίκυκλη μοτοσικλέτα, που οδηγούσε ο …….., να προσκρούσει με το εμπρόσθιο τμήμα της στη δεξιά πλευρά του οχήματος (στον καθρέφτη) του ……… και να τραυματιστεί (ο οδηγός της μοτοσικλέτας), αφού το σώμα του τελευταίου εκτινάχθηκε και επέπεσε σε παρακείμενη κολώνα φωτισμού του Δήμου επί του δεξιού πεζοδρομίου. Το όχημα του ……… στη θέση που αυτό βρέθηκε και καταγράφηκε από τα όργανα της Τροχαίας Νέας Ιωνίας, απείχε 2,80 μ. από το ως άνω, στο άκρο δεξιό της λωρίδας κυκλοφορίας της οδού Παναγίας Γρηγορούσας με κατεύθυνση προς Αχαρνές, υφιστάμενο πεζοδρόμιο. Ο ισχυρισμός του …….. ότι ο οδηγός της μοτοσικλέτας έχοντας αναπτύξει μεγάλη και ακατάλληλη για τις περιστάσεις ταχύτητα, κινήθηκε ανέλεγκτα, απότομα και αιφνιδιαστικά, επιχειρώντας, παράνομη και παντελώς ακατάλληλη, υπέρβαση εκ δεξιών του οχήματός του, ενώ εκείνος κινούταν σε ευθεία πορεία, με αποτέλεσμα, εξαιτίας της εσφαλμένης εκτίμησής του, χωρίς να υπολογίσει σωστά, λόγω του σκότους και της αυξημένης ταχύτητάς του, τον ελεύθερο εναπομείναντα χώρο μεταξύ του οχήματός του και του δεξιού κρασπέδου, να προσκρούσει με το αριστερό άκρο του τιμονιού της (δίκυκλης μοτοσικλέτας) επί του δεξιού καθρέπτη του απολύτως σύννομα κινούμενου οχήματός του, και έτσι ο οδηγός να απωλέσει την ισορρροπία του και λόγω της αυξημένης ταχύτητάς του να προσκρούσει σε παρακείμενη κολώνα του Δήμου επί του δεξιού πεζοδρομίου, τον οποίο (ισχυρισμό περί της εκ δεξιών προσπέραση εκ μέρους   της δίκυκλης μοτοσικλέτας του ενάγοντος) επανέλαβε και κατά την ανωμοτί κατάθεσή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αλλά και ενώπιον των προανακριτικών αρχών, ο οποίος δεν επιρρωνύεται από άλλα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του ………… ότι ο φωτισμός κατά το χρόνο του ατυχήματος δεν ήταν επαρκής και ως εκ τούτου ο οδηγός της μοτοσικλέτας έχασε τον έλεγχο αυτής κρίνεται απορριπτέος ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος, αφού υπήρχε επαρκής φωτισμός. Το γεγονός δε ότι η μεταξύ των δύο οχημάτων απόσταση ήταν μικρή και η ενέργεια του οδηγού του αυτοκινήτου ήταν αιφνίδια, μη επιτρέποντας στον οδηγό της δίκυκλης μοτοσικλέτας να προβεί σε οιοδήποτε επιτυχή αποφευκτικό ελιγμό, επιβεβαιώνεται και από τα συγκρουσθέντα μέρη των δύο εμπλεκομένων οχημάτων (δεξιός καθρέφτης αυτοκινήτου και εμπρόσθιο τμήμα μοτοσικλέτας). Με βάση όλα τα ανωτέρω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά το ένδικο ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα (αμέλεια) του …….., ο οποίος με την αμελή συμπεριφορά του παραβίασε τις από τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 1, 16 παρ. 1 και 21 παρ. 1 και 2 του ΚΟΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 330 εδ. β΄ του ΑΚ, επιβαλλόμενες υποχρεώσεις του, υφισταμένης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των ανωτέρω παραβάσεων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και του επελθόντος βλαπτικού αποτελέσματος. Στοιχεία που να θεμελιώνουν οποιαδήποτε συνυπαιτιότητα του …….. δεν αποδείχθηκαν, καθόσον αυτός εκινείτο στη λωρίδα κυκλοφορίας του με κανονική ταχύτητα, οδηγώντας με σύνεση και έχοντας διαρκώς τεταμένη την προσοχή του, είχε τον πλήρη έλεγχο του οχήματός του ώστε να μπορεί σε κάθε στιγμή να εκτελεί τους απαιτούμενους χειρισμούς, κινούταν με κανονική ταχύτητα, χωρίς να καταστεί εφικτό, μόλις αντιλήφθηκε το όχημα του ………, να αλλάζει αιφνιδίως κατεύθυνση προς τα δεξιά, προκειμένου να επανέλθει στην αρχική του θέση και δη στο τμήμα της λωρίδας που εκινείτο η δίκυκλη μοτοσικλέτα, να προβεί σε οιοδήποτε επιτυχή αποφευκτικό ελιγμό, με αποτέλεσμα να μην αποτραπεί η ένδικη σύγκρουση των δύο οχημάτων και να υποστούν αυτά μεν υλικές ζημίες, ο δε οδηγός της δίκυκλης μοτοσικλέτας τις κατωτέρω αποδεικνυόμενες σωματικές βλάβες. Εξάλλου, το γεγονός ότι, κατά το χρόνο του ατυχήματος, ο οδηγός της δίκυκλης μοτοσικλέτας δεν κατείχε την άδεια ικανότητας οδήγησης, που απαιτείτο για το συγκεκριμένο όχημα, δεν αναιρεί την ύπαρξη αποκλειστικής υπαιτιότητας (αμέλειας) του …….., καθόσον η παράβαση αυτή του ΚΟΚ δεν συνδέεται αιτιωδώς με το ένδικο συμβάν και τον εξ αυτού τραυματισμό του ……… (πρβλ. ΑΠ 604/2018, ΑΠ 57/2000 ΕλλΔνη 41.692, ΑΠ 1442/1997 ΕλλΔνη 39.336, ΕφΔωδ 5/2002), αφού μοναδική αιτία της σύγκρουσης ήταν η αμελής συμπεριφορά του …., ο δε ………., όπως αποδείχθηκε, οδηγούσε κανονικά. Περαιτέρω οι συνθήκες της σύγκρουσης ήταν τέτοιες, ώστε η δυνατότητα αντίδρασης και αποφυγής αυτής να μην εξαρτάται από την εμπειρία οδήγησης, αφού και ο πλέον έμπειρος οδηγός δεν θα μπορούσε με τις ίδιες συνθήκες να προβεί σε οιοδήποτε αποφευκτικό ελιγμό. Επομένως, η επέλευση του επίδικου τροχαίου δεν συνδέεται αιτιωδώς με κάποια αμελή ενέργεια ή παράλειψή του (…….). Το Δικαστήριο οδηγείται στην ως άνω δικανική κρίση λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα, ανάμεσα στα οποία η έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος και το πρόχειρο σχεδιάγραμμα του τόπου της ένδικης σύγκρουσης, [στο οποίο, μεταξύ άλλων, απεικονίζεται η θέση στην οποία βρέθηκαν τα οχήματα, μετά τη σύγκρουση και κατά χρόνο της αυτοψίας και συντάξεως αυτού (σχεδιαγράμματος)], και δεν προκύπτει από αυτά η βέβαιη κίνηση των οχημάτων, τα οποία (ως άνω αποδεικτικά μέσα) το παρόν Δικαστήριο συνεκτίμησε με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός των εναγομένων της από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντος που προέβαλαν πρωτοδίκως και επαναφέρουν με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου της εφέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος. Επίσης, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη η ένσταση περί συνυπαιτιότητας του ενάγοντος στην πρόκληση του ένδικου τροχαίου ατυχήματος, την οποία προέβαλαν επικουρικά οι εναγόμενοι της ίδιας ως άνω από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής με δήλωση του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους, αντίστοιχα, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη (υπ΄ αρ. 3913/2013) απόφαση του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως και περιλαμβάνεται και στις προτάσεις που κατέθεσαν νομότυπα στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και την οποία (ένσταση) επανέφεραν, επίσης επικουρικά, στον παρόντα βαθμό με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου της εφέσεως. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμους τους ισχυρισμούς των εναγομένων της από 4-1-2013 αγωγής περί αποκλειστικής υπαιτιότητας, άλλως συνυπαιτιότητας του ενάγοντος οδηγού της δίκυκλης μοτοσικλέτας στην πρόκληση του ένδικου συμβάντος και δέχθηκε ως κατ΄ ουσίαν βάσιμο τον ισχυρισμό της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας της από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του οδηγού του ζημιογόνου επιβατικού αυτοκινήτου, ενώ επίσης έκρινε ότι παρέλκει εκ του λόγου τούτου η εξέταση του επικουρικού ισχυρισμού
της περί συνυπαιτιότητάς του, και εν τέλει απέρριψε την από 18-2-2013 (αρ. καταθ. …../2013) αγωγή ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμη, έστω και με ελλιπή αιτιολογία, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε και επίσης ορθά κατ΄ αποτέλεσμα εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά. Συνεπώς, αφού συμπληρωθεί η ελλιπής αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), ο σχετικός πρώτος λόγος της ένδικης εφέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος. Περαιτέρω, με διάταξη της προσβαλλόμενης υπ΄ αρ. 4487/2015 αποφάσεως κρίθηκε ότι στον ενάγοντα, …….., πρέπει να επιδικαστεί και αποζηµίωση λόγω των υλικών ζηµιών που υπέστη, ήτοι της καταστροφής των ενδυµάτων που φορούσε την ηµέρα του ατυχήµατος, συνολικής αξίας 80 ευρώ. Η διάταξη αυτή δεν προσβλήθηκε με λόγο εφέσεως από τους εναγομένους. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, …….., αμέσως μετά το ατύχημα μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής «ΚΑΤ», όπου, κατόπιν σειράς εξετάσεων στις οποίες υποβλήθηκε, διαπιστώθηκε από τους θεράποντες ιατρούς, ότι συνεπεία του ένδικου συμβάντος, είχε υποστεί ρήξη μεσεντερίου, τραυματισμό πνευμονοθώρακα, ήπατος, χοληδόχου κύστεως και λεπτού εντέρου. Ο ενάγων ……. κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το ως άνω ατύχημα έφερε προστατευτικό κράνος. Λαμβανομένου όμως, υπόψη, του ως άνω τραυματισμού του, πρέπει να γίνει δεκτό ότι σε κάθε περίπτωση η πρόκληση, το είδος, η φύση και το εύρος αυτού (επελθόντος τραυματισμού) δεν συνδέονται αιτιωδώς με τη χρήση ή όχι προστατευτικού κράνους. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη υπ΄ αρ. 3913/2013 απόφασή του, έκρινε όμοια, δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα με την ένδικη έφεση, πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα. Κατόπιν, ο ενάγων υποβλήθηκε (την 10-5-2012) σε εντερεκτομή, αφαίρεση δηλαδή μέρους του λεπτού εντέρου, αναστόμωση και αφαίρεση της σκωληκοειδούς απόφυσης ενώ παρέμεινε νοσηλευόμενος στο Νοσοκομείο «ΚΑΤ» από τις 9-5-2012 έως και τις 20-5-2012. Κατά την διάρκεια της εγχειρήσεως της εντερεκτομής αφού διαπιστώθηκε ότι ο ενάγων έχει υποστεί εκτεταμένη αιμορραγική νέκρωση του εντερικού τοιχώματος με αιμορραγικές διηθήσεις και ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του εντερικού βλεννογόνου και ότι οι μικροσκοπικοί λεμφαδένες που ανευρέθηκαν εντός του εντερικού λίπους παρουσίαζαν αντιδραστικού τύπου αλλοιώσεις, αφαιρέθηκε τμήμα του λεπτού εντέρου του (τελικός ειλεός) μήκους 41 εκ. και μεγίστης διαμέτρου 3,5 εκ.. Επίσης κατά την διάρκεια της αφαίρεσης της σκωληκοειδούς απόφυσης αφαιρέθηκε απόφυση μήκους 7 εκ. και μέγιστης διαμέτρου 0,8 εκ., αφού διαπιστώθηκε ότι η ορογονική επιφάνεια ήταν βαθυέρυθρη και ότι είχαν παρουσιασθεί αλλοιώσεις αιμορραγικής σκωληκοειδίτιδας με στοιχεία αιμορραγικής διάσπασης του τοιχώματος και αντιδραστικής ορογονίτιδας. Περαιτέρω, στις 22-7-2012 έγινε εισαγωγή του ενάγοντος στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ», όπου διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί διάτρηση εντέρου και περιτονίτιδα, λόγω αποστήματος από διαφυγή αναστόμωσης από την προηγούμενη νοσηλεία του στο προαναφερθέν Νοσοκομείο «ΚΑΤ». Υποβλήθηκε, ο τελευταίος (την 23-7-2012) σε επείγουσα ερευνητική λαπαροτομία, στην οποία έγινε καθαρισμός του αποστήματος και δεξιά κολεκτομή, καθόσον κατά την διάνοιξη ανευρέθηκε ελεύθερο υγρό περί το τυφλό, ψευδομεμβράνες, πάχυνση του τυφλού, πολλαπλές συμφύσεις που διαιρέθηκαν και ρήξη του ειλεού με απόστημα. Το τμήμα τελικού ειλεού, τυφλού και ανιόντος που αφαιρέθηκε, μήκους 4,5 εκ. με μεγαλύτερη διάμετρο χειρουργικού ορίου εκτομής 4 εκ., υποβλήθηκε σε ιστολογική εξέταση και διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί ικανού βαθμού φλεγμονώδη διήθηση του ορογόνου μέχρι και το μυϊκό τοίχωμα, με παρουσία κυττάρων και οξείας φλεγμονής και ανάπτυξη φλεγμονής και ανάπτυξη φλεγμονώδους κοκκιώδους ιστού. Η αναγκαιότητα δε της συγκεκριμένης επέμβασης δεν αποδείχθηκε ότι οφείλεται σε πλημμελή χειρουργική τεχνική κατά την πρώτη χειρουργική επέμβαση. Στο ως άνω Νοσοκομείο «ΑΤΤΙΚΟΝ» παρέμεινε νοσηλευόμενος από τις 22-7-2012 έως τις 29-7-2012. Κατόπιν, στις 15-11-2012 εισήχθη στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Νοσοκομείου «ΑΤΤΙΚΟΝ», όπου διαγνώστηκε ότι πάσχει από χρόνιο διαρροϊκό σύνδρομο μετά από τμηματική εντερεκτομή και δεξιά κολεοκτομή και του συνεστήθη χρόνια λήψη φαρμακευτικής αγωγής. Εξάλλου, λόγω της ως άνω κατάστασης της υγείας του, ήτοι των ως άνω επεμβάσεων, ο ενάγων έλαβε προσωρινό απολυτήριο ακατάλληλων-τυχόντων αναβολής από την στρατεύσιμη στρατιωτική υποχρέωσή του, αφού κρίθηκε Ι-5 ακατάλληλος. Περαιτέρω, τόσο η πρώτη όσο και η δεύτερη χειρουργικές επεµβάσεις, στις οποίες υποβλήθηκε ο ενάγων στις 10-5-2012 και τις 23-7-2012, αντίστοιχα, μετεγχειρητικά παρουσιάζουν προβλήµατα µε την ονομασία  «σύνδροµα δυσαπορρόφησης συνεπεία χειρουργικών επεµβάσεων του εντέρου», ήτοι: α) έλλειψη απορρόφησης των βιταµινών Β12 και φυλλικού οξέος, τα οποία είναι βασικά συστατικά για την αιµοποίηση, β) υπερανάπτυξη µικροβίων στο έντερο, µε αποτέλεσµα αρκετές διάρροιες, και γ) διαταραχή του εντεροηπατικού κύκλου, µε αποτέλεσµα να µην επαναπορροφούνται τα χολικά οξέα και, ως εκ τούτου, να υπάρχουν διαρροϊκές κενώσεις. Η κατάσταση αυτή της υγείας του ενάγοντος είναι εν μέρει αναστρέψιµη, εφόσον, αυτός εκτελεί τις εντολές που του δίδονται από ειδικό ιατρό, ήτοι γαστρεντερολόγο, από τον οποίο χρειάζεται να παρακολουθείται ανελλιπώς για να του χορηγεί φαρµακευτικές ουσίες και να του συνιστά ειδική διαιτητική αγωγή για όσο χρονικό διάστηµα κρίνεται απαραίτητο. Άλλωστε, το εναποµείναν έντερο του ενάγοντος έχει την ικανότητα να αποκτήσει µορφολογική και λειτουργική προσαρµογή µε αύξηση του συνολικού µήκους και της διαµέτρου του, καθώς και αύξηση του ύψους των λαχνών του. Γενικώς, η επιδείνωση της υγείας του ενάγοντος ή εάν οι σωματικές βλάβες καταστήσουν αυτόν ανάπηρο στο μέλλον και σε τι ποσοστό, θα εξαρτηθεί από τη συνεργασία αυτού με τους ειδικούς ιατρούς (ειδικό γαστρεντερολόγο), οι οποίοι θα τον παρακολουθούν και θα συστήσουν την αγωγή (φαρμακευτική και διαιτητική) που χρειάζεται. Εξάλλου, στην παρούσα φάση ο τραυµατισµός του έχει καταστήσει αυτόν (ενάγοντα) µερικά ανίκανο για εργασία, καθόσον τα συµπτώµατα που εκδηλώνει, ήτοι οι διάρροιες που αριθµούνται σε τέσσερεις (4) έως πέντε (5) ηµερησίως, (χωρίς να έχουν υποχωρήσει και συνεπώς δεν έχει αποκατασταθεί η απορροφητική λειτουργία του εντέρου του), τα κολικοειδή άλγη της κοιλιάς και ο µετεωρισµός της κοιλιάς του, οι αρθραλγίες, αλλά και οι διαταραχές του θυµικού του, όπως η ερειστικότητα και η κακή διάθεση, δεν συνιστούν τις καλύτερες συνθήκες για την παροχή από αυτόν (ενάγοντα) της εργασίας του. Προς το παρόν δε δεν προκύπτει με βεβαιότητα ότι δύναται να απαντηθεί εάν ο ως άνω τραυματισμός του δύναται να τον καταστήσει ολικά ανίκανο προς εξάσκηση οποιασδήποτε εργασίας, καθώς αυτό θα εξαρτηθεί από την μείωση ή την εξάλειψη της σημερινής συμπτωματολογίας του, αφού, όπως προαναφέρθηκε, το έντερο έχει την ικανότητα της προσαρμογής και της λειτουργίας του με αύξηση του συνολικού του μήκους και της διαμέτρου του (περίπτωση που δεν συντρέχει εν προκειμένω προς το παρόν). Με βάση τα προαναφερθέντα, καθίσταται σαφές ότι τα συµπτώµατα που εκδηλώνει ο ενάγων, ήδη από τη νεαρή του ηλικία, στο πλαίσιο του προπεριγραφέντος συνδρόµου, από το οποίο πάσχει, ως απότοκο του τραυµατισµού του, και τα οποία (συµπτώµατα), µάλιστα, προς το παρόν επιδρούν, έστω µερικώς, και στην ικανότητά του να εργάζεται, κατά τη γενική αντίληψη της ζωής θα έχουν δυσµενείς επιπτώσεις στις µελλοντικές επαγγελµατικές, κοινωνικές και λοιπές συναναστροφές του και στην εν γένει οικονοµική, επαγγελµατική και κοινωνική του εξέλιξη. Όπως είναι φυσικό, οι συνέπειες αυτές, δεν μπορούν να καλυφθούν εντελώς με τις παροχές των άρθρων 929 και 932 του ΑΚ. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πιο πάνω συντρέχουσες περιπτώσεις (την ηλικία, το φύλο, το είδος και την έκταση του τραυματισμού του, τις επιπτώσεις αυτού στην κοινωνική και οικονομική του κατάσταση, την αποκλειστική υπαιτιότητα του πρώτου των εναγομένων στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος), κρίνει ότι για την ως άνω αιτία πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα, ως χρηματικό ποσό του άρθρου 931 του ΑΚ το ποσό των 20.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε ότι για τον ως άνω λόγο πρέπει να επιδικαστεί στον ενάγοντα το ποσό των 25.000 ευρώ, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και συνεπώς ο σχετικός τέταρτος λόγος της ένδικης εφέσεως πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως κατ΄ ουσίαν βάσιμος. Περαιτέρω, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες συνέβη το ένδικο ατύχημα, του είδους, της έκτασης και της σοβαρότητας των σωματικών κακώσεων που υπέστη ο ενάγων, …….. (ο οποίος κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος ήταν 19 περίπου ετών, γεννηθείς το έτος 1993, και άγαμος), της ψυχικής και σωµατικής του δοκιµασίας από τις χειρουργικές επεµβάσεις, στις οποίες υποβλήθηκε, της µετατραυµατικής πάθησης που εκδήλωσε εξαιτίας του τραυµατισµού του, καθώς και της σωµατικής και ψυχικής του κόπωσης, λόγω της µη βελτίωσης της υγείας του και των τακτικών επισκέψεών του σε νοσοκοµεία και ιατρούς, της αποκλειστικής υπαιτιότητας του πρώτου των εναγομένων, …………, οδηγού του ζημιογόνου αυτοκινήτου, στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος, της ηλικίας αυτού (πρώτου των εναγομένων), κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος, 62 περίπου ετών, (γεννηθείς το έτος 1950), της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων (από τους οποίους ο ενάγων και ο πρώτος των εναγομένων είναι άνεργοι), πλην της δεύτερης των εναγομένων, καθόσον η ευθύνη της είναι εγγυητική και δεν είναι υπαίτια του ατυχήματος, το Δικαστήριο κρίνει ότι για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την ως άνω αδικοπραξία που τελέστηκε σε βάρος του, (ο ενάγων, ………), πρέπει να του επιδικαστεί εύλογη χρηματική ικανοποίηση, ποσού 20.000 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη (υπ΄ αρ. 4487/2015) απόφασή του, έκρινε όμοια, δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθά εκτίμησε τις προσκομισθείσες αποδείξεις και τα προκύψαντα απ΄ αυτές πραγματικά περιστατικά ο δε σχετικός δεύτερος λόγος της ένδικης εφέσεως, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχουν προς έρευνα άλλοι λόγοι της εφέσεως, πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ΄ ουσίαν βάσιμη η από 29-2-2016 (αρ. καταθ. …../2016) έφεση, να διαταχθεί, λόγω της εν μέρει νίκης των εκκαλούντων η επιστροφή του (ενιαίου) παραβόλου, συνολικού ποσού 200 ευρώ, που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, με τα υπ΄ αρ. …/2016 και …./2016 παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …./2016 και …./2016 παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ, σε αυτούς (εκκαλούντες), να εξαφανιστούν η εκκαλουμένη (υπ΄ αρ. 4487/2015) οριστική απόφαση, καθώς και η συμπροσβαλλομένη (υπ΄ αρ. 3913/2013) εν μέρει μη οριστική απόφαση, ως προς τα προαναφερόμενα κεφάλαια της από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγής, καθώς και ως προς τις διατάξεις και τα κεφάλαια που αφορούν την ανωτέρω από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγή και δεν μεταρρυθμίστηκαν ούτε προσβάλλονται αλλά θα περιληφθούν στην ενιαία απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, και τούτο χάριν της ενότητας της εκτέλεσης, ήτοι για να υπάρχει ένας μόνος τίτλος εκτελέσεως (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ΕφΑθ 5639/1997 ΕλλΔνη 39.437 και οι εκεί παραπομπές, πρβλ. Αθαν. Κρητικού: Αποζημίωση από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα, εκ. 1992, σελ. 850, αρ. 2579), αναγκαίως  δε  και  κατά τη διάταξη  περί  δικαστικών εξόδων που αφορά την ως άνω αγωγή, το οποίο θα  καθορισθεί εξ αρχής, να κρατηθεί η υπόθεση, κατ΄ άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ, από το Δικαστήριο αυτό, να δικασθεί η από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …../2013) αγωγή και να ερευνηθεί εκ νέου, να γίνει εν μέρει δεκτή (η αγωγή) και να ερευνηθεί εκ νέου, να γίνει εν μέρει δεκτή (η αγωγή) ως κατ΄ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόµενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας τους στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 30.080 ευρώ [20.000 ευρώ ως το χρηματικό ποσό του άρθρου 931 του ΑΚ + 10.000 ευρώ (από το ποσό των 20.000 ευρώ της επιδικασθείσας χρηµατικής ικανοποίησης) + 80 ευρώ ως αποζηµίωση για τις υλικές ζηµίες] και να αναγνωριστεί η εις ολόκληρον υποχρέωση αυτών (εναγοµένων) να καταβάλουν σ΄ αυτόν (ενάγοντα) το υπόλοιπο ποσό της επιδικασθείσας χρηµατικής ικανοποίησης, ήτοι το ποσό των 10.000 ευρώ, µε το νόµιµο τόκο (υπερηµερίας) από την επίδοση της αγωγής και µέχρι την ολοσχερή εξόφληση και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του οικείου αιτήματος του τελευταίου, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας κάθε πλευράς (άρθρα 106, 183, 178, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 29-2-2016 (αρ. καταθ. …./2016) έφεση.

Διατάσσει την επιστροφή του (ενιαίου) παραβόλου συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατατέθηκε με τα υπ΄ αρ. …./2016 και …./2016 παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …./2016 και …./2016 παράβολα ΔΗΜΟΣΙΟΥ, στους εκκαλούντες.

Εξαφανίζει την υπ΄ αρ. 4487/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και την συμπροσβαλλομένη υπ΄ αρ. 3913/2013 εν μέρει μη οριστική απόφαση του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) (που εκδόθηκαν κατά την ειδική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 681Α του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς τα άρθρα 666, 667, 670 έως 676 του ίδιου Κώδικα) κατά τις διατάξεις που αφορούν την από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …../2013)   αγωγή, ως προς τα αναφερόμενα στο σκεπτικό κεφάλαια.

Κρατεί και δικάζει την από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013) αγωγή.

Δέχεται εν μέρει αυτή [από 4-1-2013 (αρ. καταθ. …./2013)] αγωγή.

Υποχρεώνει τους εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των τριάντα χιλιάδων ογδόντα (30.080) ευρώ, µε το νόµιµο τόκο (υπερηµερίας) από την επίδοση της από 4-1-2013 αγωγής και µέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

Αναγνωρίζει την εις ολόκληρον υποχρέωση των εναγοµένων να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, µε το νόµιµο τόκο (υπερηµερίας) από την επίδοση της από 4-1-2013 αγωγής και µέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

Καταδικάζει τους εναγομένους στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δυο χιλιάδων τετρακοσίων (2.400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 7-5-2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ