Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 626/2019

Αριθμός 626 /2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Eλένη Κούφη, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, Σοφία Καλούδη, Εφέτη-Εισηγήτρια,  και από τη Γραμματέα Τ. Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 3358/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με την παρουσία των διαδίκων, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 16-10-2017, δηλαδή εντός της από το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την επίδοση στον εκκαλούντα αντιγράφου της εκκαλουμένης απόφασης στις 20-9-2017 (βλ. τη σχετική επισημείωση επί του προσκομιζόμενου επιδοθέντος αντιγράφου της εκκαλουμένης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, …….). Περαιτέρω, για αυτήν έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο με αριθμό ……………., ποσού 150 ευρώ. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

ΙΙ. Με την από 10-7-2015 (αρ. κατάθ. …………./2015) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, εξέθετε ότι από τον Αύγουστο του 2013 έως και τον Ιούνιο του 2014 διατηρούσε ερωτική σχέση με τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, κατά τη διάρκεια της οποίας αυτός επιδείκνυε βίαιη και εριστική συμπεριφορά, ότι για τον λόγο αυτό η ίδια τον Ιούνιο του 2014 αναγκάστηκε να διακόψει κάθε σχέση μαζί του και να απευθυνθεί στο Κέντρο Συμβουλευτικής Υποστήριξης Γυναικών – θυμάτων βίας του δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού μετά τον τερματισμό της σχέσης τους ο εναγόμενος την εξύβριζε και την απειλούσε έξω από την οικία της και το κατάστημα της μητέρας της, αλλά και μέσω τηλεφώνου και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δημιουργώντας της φόβο για την ασφάλεια της και εκθέτοντας αυτήν στον οικογενειακό και φιλικό της περίγυρο, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα, και τέλος, ότι ο εναγόμενος έχει παραβιάσει επανειλημμένα την υπ’ αριθμ. 568/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) καθώς και την από 24-12-2014 προσωρινή διαταγή του δικαστή του ίδιου Δικαστηρίου, με τις οποίες απαγορεύθηκε σε αυτόν να την προσεγγίζει και να επικοινωνεί μαζί της καθώς και να προσβάλλει τη προσωπικότητα της καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ζητούσε δε, μετά από νόμιμο περιορισμό του αγωγικού αιτήματος με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης του, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να μην προσεγγίζει την οικία της και την ίδια σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, να μην επικοινωνεί μαζί της, να μην αναφέρεται στο πρόσωπο της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και στο φιλικό και κοινωνικό της περιβάλλον, και να απέχει από οιαδήποτε εξυβριστική, απειλητική και βίαιη συμπεριφορά σε βάρος της, απειλουμένης σε βάρος του χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί, καθώς, τέλος, να υποχρεωθεί να της καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που της προξένησε η αδικοπρακτική συμπεριφορά του το ποσό των 10.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκανε μερικώς δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τον εναγόμενο : Α) να απέχει από κάθε προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας στο μέλλον, ενώ επιπλέον του απαγόρευσε να προσεγγίζει την οικία της ενάγουσας και την ίδια σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, να επικοινωνεί μαζί της καθοιονδήποτε τρόπο και να αναφέρεται στο πρόσωπο της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και στο φιλικό και κοινωνικό της περιβάλλον, απειλώντας σε βάρος του χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί και Β) να της καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη της το ποσό των 8.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εναγόμενος με την υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενος εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε η σε βάρος του αγωγή να απορριφθεί καθ’ολοκληρίαν.

III. Από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 57, 59, 914 και 932 ΑΚ συνάγεται ότι για να είναι ορισμένη η αγωγή, με την οποία ζητείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων από την προσβολή της προσωπικότητάς του, αρκεί να αναφέρονται σ’ αυτήν το είδος της προσβολής, η παράνομη πράξη που την προκάλεσε, ο αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην τελευταία και στην προσβολή της προσωπικότητας και η υπαιτιότητα του εναγομένου. Αντίθετα, άλλοι ειδικότεροι προσδιορισμοί, όπως είναι η έκταση της βλάβης που υπέστη ο παθών, η βαρύτητα του πταίσματος του υπαιτίου, καθώς και οι συμπαρομαρτούσες συνθήκες, όπως η περιουσιακή κατάσταση και η κοινωνική θέση των διαδίκων αποτελούν είτε ιδιότητες στοιχείων, που συνθέτουν την ιστορική βάση της αγωγής, είτε περιστατικά που λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί το εύλογο χρηματικό ποσό για την ικανοποίηση του παθόντος, δηλαδή δεν αποτελούν ίδια και αυτοτελή στοιχεία, ώστε η παράθεση τους να είναι απαραίτητη για την πληρότητα της αγωγής ούτε περί τούτων διατάσσεται απόδειξη αλλά το δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτά κατά κρίση ελεύθερη και μη υποκείμενη σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 543/2009 ΧρΙΔ 2010,453, ΑΠ 1445/2003, ΕλλΔνη 46, 822, ΕφΠειρ 489/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω με τον πρώτο λόγο της έφεσης του ο εκκαλών εναγόμενος ισχυρίζεται ότι η αγωγή τυγχάνει αόριστη και ως τέτοια έπρεπε να απορριφθεί από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Ωστόσο, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής αυτή τυγχάνει καθ’όλα ορισμένη, καθόσον σε αυτήν περιγράφεται επαρκώς η παράνομη προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας από τη σε βάρος της αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγόμενου, ενώ η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων μερών ως προσδιοριστικά στοιχεία του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, δεν είναι αναγκαίο να εκτίθενται στο δικόγραφο, καθόσον δύνανται να προκύψουν από τις αποδείξεις. Κατά συνέπεια ο ερευνώμενος λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

  1. Περαιτέρω, από τα άρθρα 57 εδ. α”, 59 εδ. α’ και 932 ΑΚ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 361 και 362 ΠΚ, συνάγονται τα εξής: Όποιος παράνομα προσβάλλεται στην προσωπικότητά του, νοουμένη ως το προστατευόμενο από το Σύνταγμα (άρθρ. 2 παρ. 1) σύνολο των αξιών που απαρτίζουν την ουσία του ανθρώπου, και ειδικότερα προσβάλλεται στην προστατευόμενη από το Σύνταγμα (αρθρ. 5 παρ. 2) τιμή ή υπόληψή του, με δυσφήμηση ή εξύβριση, έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Το δε δικαστήριο δύναται, επιπλέον, αφού λάβει υπ’ όψη το είδος της προσβολής, να καταδικάσει τον υπαίτιο προσβολέα να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη εκείνου που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Τέτοιο προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι και η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 914 ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, κατά δε το άρθρο 932 ΑΚ σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Για να γεννηθεί αξίωση προστασίας από προσβολή της προσωπικότητας κατά τις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 932 του ΑΚ πρέπει η προσβολή να είναι παράνομη, να αντίκειται δηλαδή σε διάταξη που απαγορεύει συγκεκριμένη πράξη, με την οποία προσβάλλεται έκφανση αυτής, είναι δε αδιάφορο σε ποιο τμήμα δικαίου βρίσκεται η διάταξη που απαγορεύει την προσβολή. Έτσι, η προσβολή μπορεί να προέλθη και από ποινικώς κολάσιμη πράξη, όπως εξύβριση, απλή δυσφήμηση ή συκοφαντική δυσφήμηση, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 του Π.Κ. Ειδικότερα, από τη διάταξη του άρθρου 361 παρ.1 ΠΚ, κατά την οποία όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363), προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή, συνάγεται ότι για τη στοιχειοθέτηση της αξιόποινης πράξεως της εξυβρίσεως, που συνιστά συγχρόνως και αδικοπραξία κατά τις ΑΚ 57-59 και 914, απαιτείται ο δράστης να εκδηλώνει αμφισβήτηση για την ηθική ή κοινωνική αξία κάποιου προσώπου ή καταφρόνηση. Η εκδήλωση αυτή του δράστη μπορεί να συντελεσθεί είτε προφορικώς είτε εγγράφως, είτε με έργο, αρκεί να κατατείνει στην μείωση της τιμής ή της υπολήψεως του παθόντος. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος αυτού απαιτείται ο δράστης να γνωρίζει και να θέλει με την ενέργειά του να προσβάλει την τιμή και υπόληψη του παθόντος. Απλές κρίσεις και γνώμες ή χαρακτηρισμοί που ενέχουν αμφισβήτηση κατά την κοινή αντίληψη της κοινωνικής ή ηθικής αξίας του παθόντος ή εκδήλωση καταφρονήσεως ή ονειδισμού αυτού είναι δυνατόν να θεμελιώσουν το έγκλημα της εξυβρίσεως όχι όμως εκείνο της δυσφημήσεως (απλής ή συκοφαντικής). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 367 παρ. 1 περ. α’ – δ’ ΠΚ το άδικο των προβλεπόμενων στα άρθρα 361 και 362 του ίδιου Κώδικα πράξεων αίρεται, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων, που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, και, όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις (περ. γ’ και δ’). Η τελευταία αυτή διάταξη (ΠΚ 367) για την ενότητα της έννομης τάξεως εφαρμόζεται αναλογικώς και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. ΑΚ. Επομένως, αιρομένου του άδικου χαρακτήρα των προαναφερθεισών αξιοποίνων πράξεων (με την επιφύλαξη, όπως κατωτέρω, της ΠΚ 367 παρ. 2) αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρου της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου. Έτσι, η προβολή περιπτώσεως του άρθρου 367 παρ. 1 του ΠΚ αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό καταλυτικό της αγωγής του προσβληθέντος (ένσταση), λόγω άρσεως του παρανόμου της προσβολής. Ωστόσο, κατά την παρ. 2 του άρθρου 367 Π.Κ., η προαναφερόμενη άρση του άδικου χαρακτήρα της προσβολής με δυσφήμηση ή εξύβριση ανατρέπεται, αν από τον τρόπο που έλαβαν χώρα οι δυσφημιστικές ή εξυβριστικές δηλώσεις προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως, δηλαδή σκοπός εκφράσεως καταφρονήσεως από τον προσβολέα προς εκείνον που προσβάλλεται. Ειδικός σκοπός εξυβρίσεως, που ως νομική έννοια ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο, υπάρχει στον τρόπο εκδηλώσεως της προσβλητικής της τιμής του άλλου συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν αντικειμενικούς αναγκαίος για τη δέουσα απόδοση του περιεχομένου της σκέψεως εκείνου που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον και ο οποίος, καίτοι γνώριζε τούτο, χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτόν για να προσβάλει την τιμή του άλλου. Έτσι, ο ειδικός σκοπός εξυβρίσεως έγκειται στην ενσυνείδητη υπέρβαση των ορίων του δικαιώματος, η οποία κατατείνει ειδικώς στην προσβολή της τιμής και αποτελεί πρόσθετο στοιχείο της υποκειμενικής υποστάσεως του αδικήματος (ΑΠ 15/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
  2. Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού, καθώς και από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, στα οποία περιλαμβάνονται και οι αποτυπώσεις γραπτών μηνυμάτων κινητού τηλεφώνου (SMS), που προσκομίζονται από τους διαδίκους είτε σε εκτυπωμένο κείμενο, είτε σε φωτογραφίες οθόνης κινητού τηλεφώνου, για τα οποία δεν αμφισβητείται ειδικά, ότι προέρχονται από τα κινητά τηλέφωνα τους και δη ως προς τον εκκαλούντα – εναγόμενο, από έναν από τους περισσότερους αριθμούς κινητής τηλεφωνίας που χρησιμοποιούσε το επίδικο χρονικό διάστημα (άρθρο 261 ΚΠολΔ) και τα οποία (sms) λαμβάνονται παραδεκτώς υπόψη κατ’ άρθρο 444 ΚΠολΔ, διότι η αποστολή μηνύματος από τον αποστολέα στον παραλήπτη ενέχει παραίτηση του πρώτου από το απόρρητο επικοινωνίας, καθόσον γνωρίζει, ότι το μήνυμα αποθηκεύεται αυτομάτως στο σκληρό δίσκο ή τη μνήμη του κινητού του παραλήπτη, και κατά συνέπεια δύναται να ανακτηθεί οποτεδήποτε, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του σχετικού δέκατου λόγου της έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών υποστηρίζει τα αντίθετα, ενώ ομοίως παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια και οι ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζονται από τον τελευταίο, ως ληφθείσες στα πλαίσια άλλων δικών (ΑΠ 134/2012 και Α Π 137/2012 δημοσίευση ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), μη λαμβανομένων ωστόσο υπόψη και των προσκομιζόμενων μετ’ επικλήσεως από την εφεσίβλητη – ενάγουσα αποτυπωμένων σε έγγραφο αναρτήσεων του εκκαλούντος – εναγομένου στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης «facebook», διότι δεν υπάρχει συναίνεση του για την επεξεργασία τους και ως εκ τούτου πρόκειται για απαράδεκτα αποδεικτικά μέσα (πρβλ. ΑΠ 996/2010, Α Π 981/2009, ΕφΛαρ 346/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), γενομένου δεκτού ως βάσιμου του σχετικού ενδέκατου λόγου της έφεσης, αλλά ούτε και των προσκομιζόμενων από τον εκκαλούντα-εναγόμενο υπεύθυνων δηλώσεων τρίτων, που έχουν συνταχθεί κατ’ άρθρο 8 του νόμου 1599/1986, οι οποίες, όπως κρίνεται, συντάχθηκαν αποκλειστικά για να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο στην ένδικη διαφορά και συνεπώς δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη ούτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, διότι περιέχουν δηλώσεις (μαρτυρίες) τρίτων που δεν δόθηκαν με κάποιον από τους τρόπους που προβλέπονται στο νόμο για την εξέταση μαρτύρων ή τη λήψη ένορκων βεβαιώσεων (σχετ. ΟλΑΠ 8/1987 ΕλλΔνη 28. 629, ΑΠ 624/2013 δημοσίευση ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η ενάγουσα τον Αύγουστο του έτους 2013 συνήψε ερωτική σχέση με τον εναγόμενο, που οδήγησε στη συμβίωση τους και την εγκυμοσύνη της τελευταίας και διήρκεσε έως και τις 11-6-2014, οπότε διακόπηκε με πρωτοβουλία της ιδίας λόγω του εριστικού και βίαιου χαρακτήρα του. Μάλιστα, η ενάγουσα αμέσως μετά την διακοπή της σχέσης τους κατέφυγε στο Κέντρο Συμβουλευτικής Υποστήριξης Γυναικών-Θυμάτων Βίας του Δήμου Κερατσινίου-Δραπετσώνας επιζητώντας υποστήριξη για την ψυχολογική βία που είχε υποστεί από τον εναγόμενο. ΄Εκτοτε, αυτός, μη αποδεχόμενος τη δυσμενή για τον ίδιο εξέλιξη στη σχέση τους ούτε το γεγονός ότι η ενάγουσα αρνούταν να συναινέσει στην εκ μέρους του εκούσια αναγνώριση του μέλλοντος να γεννηθεί τέκνου τους, άρχισε να δημιουργεί διάφορα επεισόδια σε βάρος της. Συγκεκριμένα, την ίδια ημέρα που η ενάγουσα διέκοψε τη σχέση του αυτός εμφανίστηκε ξημερώματα έξω από την οικία της μητέρας της, όπου αυτή φιλοξενείτο και πέταξε σακούλες με ρούχα της φωνάζοντας, με σκοπό να την εκθέσει στον οικιακό τηςπερίγυρο. Επιπλέον αυτός την απειλούσε, ότι θα τη σκοτώσει, εάν δεν φέρει σπίτι το τέκνο τους, όταν γεννηθεί, ενώ, παραμονή της γέννησης του τέκνου τους, στις 4-9-2014, της ευχήθηκε «να πεθάνεις στη γέννα», αργότερα δε, όταν η ενάγουσα τον κάλεσε να τους επισκεφθεί την οικία της για να δει το νεογέννητο υιό τους, αυτός της απάντησε «Εγώ σε μπουρδέλα δεν πάω, θα μου τη στήσετε και θα φωνάξετε την αστυνομία». Επίσης, όπως αποδείχθηκε, αυτός κατά το διάστημα που ακολούθησε μετέβαινε επανειλημμένα έξω από την οικία της ενάγουσας, ακόμα και κατά τις νυκτερινές ώρες, και δημιουργούσε σε βάρος της οχληρές καταστάσεις με φωνασκίες, με πρόθεση να την εκθέσει στους περίοικους (βλ. τα προσκομιζόμενα αντίγραφα από το ημερήσιο δελτίο οχήματος και βιβλίο αδικημάτων και συμβάντων του Α.Τ. Νίκαιας και Κορυδαλλού για κλήσεις και συμβάντα που έλαβαν χώρα στις 12-6-2014, 15-6-2014, 20-6-2014, 15-9-2014, 24-11-2014, 29-11-2014, 24-12-2014, 20-2- 2015, 16-4-2015, 18-4-2015, 22-4-2015 και 16-7-2015), ενώ την παρενοχλούσε και καθ’ ό χρόνο εργαζόταν στο ευρισκόμενο στο ισόγειο της ίδιας οικοδομής κατάστημα- ζαχαροπλαστείο της μητέρας της, όπου φρόντιζε παράλληλα και τον ανήλικο υιό τους, και συγκεκριμένα την παρακολουθούσε και φωτογράφιζε τον χώρο προφασιζόμενος την ακαταλληλότητα- επικινδυνότητα του για το τέκνο τους (βλ. και το από 22-6-2014 και 29-10-2014 αντίγραφο του δελτίου οχήματος του ΤΑ Κορυδαλλού). Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά προκύπτουν με σαφήνεια από την κατάθεση της μητέρα της ενάγουσας, αυτόπτη μάρτυρα των περιγραφόμενων επεισοδίων, η οποία ομοίως δέχθηκε πολλές φορές λεκτικές, εξυβριστικές και απειλητικές, επιθέσεις από τον εναγόμενο. Επιπλέον, από τις προσκομισθείσες από την εφεσίβλητη- ενάγουσα εκτυπώσεις από γραπτά μηνύματα (sms), που ελάμβανε στο κινητό της, από μια από τις συνδέσεις κινητής τηλεφωνίας, που διατηρεί ο εναγόμενος, με αριθμό ……….. (την οποία αυτός δεν αμφισβητεί), αποδεικνύεται ότι ο τελευταίος προέβαινε επανειλημμένα σε εξυβρίσεις και απειλές για τη ζωή της, τόσο πριν αυτή γεννήσει όσο και μετά, χρησιμοποιώντας άκρως προσβλητικές και υποτιμητικές για την προσωπικότητα της εκφράσεις, όπως ενδεικτικά οι κάτωθι: «Μόλις γεννήσεις θα δεις φάπα που θα πέσει… Θα τα πάρεις όλα μαζεμένα», «μαζί σου τελειώνει η επικοινωνία από κοντά τώρα, ερχόμαστε κάτω, όχι τώρα αλλά πολύ σύντομα, θα τα λύσουμε όλα με τα αδέρφια μου, μόνον κάτσε για να ξέρουμε μέχρι που φτάνει η μαγκιά σας», «Τι λες ρε μην έρθω κάτω καριόλα και σε πιάσω απ’ το μαλλί και χάσεις τον κόσμο» «Και για να τελειώνουμε, αν δεν έρθει ο γιος μου σπίτι θα χυθεί αίμα» «Ξεκωλιάρα, πουτάνα τουκέρατά, σιχαμένη, ανασφαλής». Λόγω της ως άνω συμπεριφοράς του εναγομένου, η ενάγουσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς τη σε βάρος του με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2014 αίτηση της, με αίτημα να υποχρεωθεί αυτός να απέχει από κάθε προσβολή της προσωπικότητας της. Επί της αιτήσεως αυτής, εκδόθηκε αρχικά η από 24-12-2014 προσωρινή διαταγή, με την οποία απαγορεύθηκε στον εναγόμενο να προσεγγίζει την ενάγουσα σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων σε ιδιωτικό ή δημόσιο χώρο, ενώ αυτός, επιπλέον, υποχρεώθηκε να απέχει από κάθε είδους εξυβρίσεις είτε δια ζώσης ή δια τηλεφώνου είτε δια του διαδικτύου, με απειλή προσωπικής κράτησης και χρηματικής ποινής, ενώ κατόπιν ματαιώσεως της συζήτησης της αιτήσεως κατά την ορισθείσα δικάσιμο λόγω των Εθνικών Εκλογών, εκδόθηκε η από 3-2-2015 προσωρινή διαταγή με το ίδιο περιεχόμενο. Ακολούθως δε, εκδόθηκε η με αριθμό 568/27-3-2015 απόφαση, με την οποία η ως άνω αίτηση έγινε δεκτή και απαγορεύτηκε στον εναγόμενο να προσεγγίζει την οικία της αιτούσας σε απόσταση μικρότερη των πεντακοσίων (500) μέτρων, καθώς και την ίδια την αιτούσα, σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, σε απόσταση μικρότερη των εκατό (100) μέτρων, να επικοινωνεί μαζί της με οποιονδήποτε τρόπο (ενδεικτικά δια ζώσης, τηλεφωνικά, με μηνύματα κινητού τηλεφώνου sms, μέσω διαδικτύου), να αναφέρεται σε αυτήν ιδίως σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στο φιλικό και κοινωνικό της περιβάλλον, και επιπλέον υποχρεώθηκε αυτός να απέχει από έργω και λόγω εξυβρίσεις και απειλές καθ’ οιονδήποτε τρόπο και μέσο, άμεσα ή έμμεσα και γενικό από κάθε υβριστική, απαξιωτική ή και απειλητική και μη νόμιμη συμπεριφορά εναντίον της, απειλούμενης σε βάρος του προσωπικής κράτησης τριών (3) μηνών και χρηματικής ποινής 2.000 ευρώ για κάθε παράβαση της απόφασης. Ωστόσο, επειδή δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα από την ενάγουσα η σχετική τακτική αγωγή η πιο πάνω απόφαση ασφαλιστικών μέτρων έπαυσε να ισχύει (άρθρο 693 ΚΠολΔ). Ακολούθως, αυτή άσκησε την από 16-6-2015 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………./2015 δεύτερη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με το ίδιο περιεχόμενο και αίτημα, επί της οποίας εκδόθηκε η από 26-6-2015 προσωρινή διαταγή με το ίδιο με την ανωτέρω απόφαση περιεχόμενο. Παρά την ύπαρξη, όμως, των ανωτέρω δικαστικών αποφάσεων-προσωρινών διαταγών ο εναγόμενος συνέχισε την εκφοβιστική και προσβλητική συμπεριφορά του σε βάρος της ενάγουσας και στις 20-2-2015 μετέβη μαζί με τρίτα πρόσωπα, δηλαδή τον αδερφό και τη νύφη του, στην επιχείρηση της μητέρας της ενάγουσας και προκάλεσε επεισόδιο σε ώρα λειτουργίας της επιχείρησης, παρουσία της τελευταίας, την οποία απείλησε ότι «θα στείλει τα αδέρφια του να τη γαμήσουν και να της πάρουν το παιδί της», για την οποία (απειλή) ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη, κατόπιν εγκλήσεως που υπέβαλε η ενάγουσα σε βάρος του στο Α.Τ. Νίκαιας, η οποία έπαυσε υφ’ όρον με την με αριθμό 253/2019 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, ενώ επίσης, την 16-4-2015, την 18-4-2015 και την 22-4-2015, η ενάγουσα υπέβαλε διαδοχικές εγκλήσεις σε βάρος του εναγομένου, για παραβίαση του διατακτικού της 568/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), επειδή αυτός ευρισκόμενος πλησίον της οικίας της την εξύβρισε φωνάζοντας τις φράσεις «ξεφτιλισμένη ξεκωλιάρα» (στις 16-4-2015), «πουτάνες, καριόλες, ξεκωλιάρες, εσύ σκότωσες τον πατέρα σου με τη βοήθεια της τσατσάς της γιαγιάς σου» (22-4- 2015), ενώ στις 18-4-2015 της τηλεφώνησε και της είπε «θα σκοτώσω τη μάνα σου, την αδερφή σου και εσένα, πουτάνες, καριόλες, ξεκωλιάρες». Ο εναγόμενος με την ως άνω συμπεριφορά του προσέβαλε εν γνώσει του επανειλημμένως την προσωπικότητα της ενάγουσας επιδεικνύοντας καταφρόνηση στο πρόσωπό της, ενήργησε δε αποκλειστικά με σκοπό εξύβρισης και όχι προς προστασία του δικαιώματος του για επικοινωνία με τον ανήλικο υιό του, όπως αβασίμως προβάλει με τον δεύτερο λόγο της έφεσης του, με τον οποίο επαναφέρει νομίμως την προταθείσα και πρωτοδίκως, ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου 367 παρ.1 περ γ’ ΠΚ, ένσταση, καθόσον οι ως άνω πράξεις του ουδόλως τυγχάνουν πρόσφορες και αναγκαίες προς τούτο, αλλά αντιθέτως φανερώνουν εμπάθεια στο πρόσωπο της. Συνεπώς, κατά παραδοχή της σχετικής αντένστασης της εφεσίβλητης -ενάγουσας, που προβάλλεται νομίμως (άρθρο 367 παρ. 2 ΠΚ), ο σχετικός δεύτερος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Τέλος, σύμφωνα με τα ανωτέρω, η ενάγουσα από τη σε βάρος της αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγομένου υπέστη ηθική βλάβη, για την οποία δικαιούται εύλογη χρηματική ικανοποίηση, η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το νομικό κανόνα του άρθρου 25 Συντ. της «αρχής της αναλογικότητας» (ΟλΑΠ 9/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), που επιβάλλει και στα δικαιοδοτικά όργανα, κατά τη στάθμιση των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, να λαμβάνουν υπόψη την εκάστοτε αντιστοιχία μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του εκάστοτε επιδιωκόμενου σκοπού, και σταθμίζοντας όλα τα ως άνω περιστατικά και τις προαναφερόμενες συνθήκες της κατ’ εξακολούθηση εξύβρισης του προσώπου της ενάγουσας της και των σε βάρος της απειλών, την υπαιτιότητα (δόλου) του εναγομένου, τη μείωση της προσωπικότητας της, του ψυχικού άλγους και της ταλαιπωρίας της, καθώς και τη κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων, πουείναι μέτρια, ανέρχεται στο ποσό των 5.000,00 ευρώ, το οποίο, μετά τη στάθμιση των ως άνω κατά νόμο στοιχείων, σύμφωνα και με τους κανόνες της ανθρώπινης εμπειρίας και λογικής κρίνεται εύλογο (άρθρο 932 ΑΚ) και ανάλογο με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης και είναι σύμφωνο με το σκοπό και το μέτρο στο οποίο απέβλεψαν οι αναφερόμενες διατάξεις, χωρίς να καταλήγει σε οικονομική εξουθένωση του εκκαλούντος – εναγομένου και να επιφέρει αδικαιολόγητο πλουτισμό στην εφεσίβλητη- ενάγουσα (ΑΠ 1854/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως, έστω και με εν μέρει διάφορη αιτιολογία που αντικαθίσταται με την αιτιολογία της απόφασης αυτής, ότι ο εναγόμενος προσέβαλε τη προσωπικότητα της ενάγουσας και έκανε δεκτή την αγωγή και απαγόρευσε σε αυτόν κάθε είδους επικοινωνία μαζί της και επιπλέον τον υποχρέωσε να απέχει στο μέλλον από κάθε προσβλητική σε βάρος της συμπεριφορά, καλώς εκτίμησε τις αποδείξεις και οι περί του αντιθέτου σχετικοί λόγοι της έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Ωστόσο αυτό επιδικάζοντας στην ενάγουσα χρηματική ικανοποίηση ποσού 8.000 ευρώ, αντί του ποσού των 5.000 ευρώ έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις και επομένως, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, στο σύνολό της, για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (ΕφΠειρ 207/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 642, Σαμουήλ έκδοση 2006 σελ.430,431), αφού δε κρατηθεί η υπόθεση και αναδικαστεί η αγωγή, να γίνει αυτή δεκτή εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος : Α) να παραλείπει στο μέλλον να προσβάλλει τη προσωπικότητα της ενάγουσας και ειδικότερα να την εξυβρίζει, να την απειλεί και να τη δυσφημεί άμεσα ή έμμεσα, προφορικά και γραπτά, με έργα και λόγια, και απαγορεύει σε αυτόν να προσεγγίζει την οικία της ενάγουσας σε απόσταση μικρότερη των 200 μέτρων και την ίδια σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων και να επικοινωνεί μαζί της με οποιονδήποτε τρόπο (ενδεικτικά δια ζώσης, τηλεφωνικά, με γραπτά μηνύματα κινητού τηλεφώνου, μέσω διαδικτύου) και να αναφέρεται στο πρόσωπο της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και στο φιλικό και κοινωνικό της περιβάλλον, απειλώντας σε βάρος του χρηματική ποινή 2000 ευρώ και προσωπική κράτηση τριών μηνών για κάθε παράβαση των ανωτέρω υποχρεώσεων του και Β) να της καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη της το ποσό των 5.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, λόγω της μερικής νίκης και ήττας των διαδίκων, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ τους, ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας αυτών και να καταδικασθεί ο εκκαλών να καταβάλει μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (άρθρα 178 παρ. 1, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) ενώ, τέλος, για το παράβολο, που ο εκκαλών προκατέβαλε κατά την κατάθεση της εφέσεώς του, πρέπει να διαταχθεί η απόδοσή του σε αυτόν (άρθρο 495 παρ 4 εδ. δ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με την παρουσία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και ουσιαστικό της μέρος.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 3358/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διατάσσει την απόδοση στον εκκαλούντα του με αριθμό …………./2017 e-παραβόλου, ποσού 150 ευρώ.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 10-7-2015 και με αριθ.εκθ. κατ. ………../2015 αγωγή.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο : Α) να παραλείπει στο μέλλον να προσβάλλει τη προσωπικότητα της ενάγουσας και ειδικότερα να την εξυβρίζει, να την απειλεί και να τη δυσφημεί άμεσα ή έμμεσα, προφορικά και γραπτά, με έργα και λόγια, και απαγορεύει σε αυτόν προσεγγίζει την οικία της ενάγουσας σε απόσταση μικρότερη των 200 μέτρων και την ίδια σε  δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων και να επικοινωνεί μαζί της οποιονδήποτε τρόπο (ενδεικτικά δια ζώσης, τηλεφωνικά, με γραπτό μηνύματα κινητού τηλεφωνικά, με γραπτά μηνύματα κινητού τηλεφώνου, μέσω διαδικτύου) και να αναφέρεται στο πρόσωπό της σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και στο φιλικό και κοινωνικό της περιβάλλον, απειλώντας σε βάρος του χρηματική ποινή δύο χιλιάδων ευρώ (2.000,00 ευρώ) και προσωπική κράτηση τριών μηνών για κάθε παράβαση των ανωτέρω υποχρεώσεών του, και Β) να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000,00 ευρώ) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα – εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων της εφεσιβλήτου – ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 26 Αυγούστου 2019.

 

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω λήξεως της

απόσπασής της

και αναχωρήσεώς της,

ο αρχαιότερος της

συνθέσεως Εφέτης,

Ιωάννης Αποστολόπουλος.

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις  15 Οκτωβρίου 2019, με άλλη σύνθεση, λόγω λήξεως της απόσπασής της και αναχωρήσεως, της Προέδρου Εφετών, Ελένης Κούφη, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Εφέτη,  Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά και Σοφία Καλούδη,  Εφέτες, και με Γραμματέα τη Τριανταφυλλιά Λαμπροπούλου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΦΕΤΗΣ