Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 244/2019

Αριθμός     244/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Αμαλία Μήλιου,  Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο,  Εφέτη, Ελένη Τοπούζη, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα,  Κ.Δ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ «αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται  να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από την ως άνω διάταξη, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της έφεσης κατ’ απόφασης που εκδόθηκε ερήμην  μεν του εκκαλούντος, πλην όμως ερευνήθηκε η υπόθεση, ως εάν αυτός να ήταν παρών ή είχε συναχθεί σε βάρος του το τεκμήριο σιωπηρής ομολογίας ή παραίτησης ως προς την αγωγή (άρθρα 271, 272 παρ. 1 ΚΠολΔ), προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια, που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους, ο δε εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, που  μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται, επομένως, η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου αλλά δικάστηκε σαν να ήταν παρών,  είχε συναχθεί δε  σε βάρος του τεκμήριο σιωπηρής ομολογίας,  μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, να ακουστεί και να προβάλει στο Εφετείο  όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει και πρωτοδίκως. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και εξαφανίζεται, ως προς όλες τις διατάξεις της, μετά την τυπική παραδοχή της έφεσης,  χωρίς έρευνα των λόγων της ( ΑΠ 2150/2014,   ΑΠ 1906/2008, ΕφΠειρ 67/2016,  ΕφΑνατΚρητ 61/2015, ΕφΠειρ 336/2015, δημοσιευμένες στη Νόμος). Στην προκειμένη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση η από  27.10.2017 και με αριθμ. εκθ. καταθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/…./…/2018 έφεση του  εναγομένου και ήδη εκκαλούντος  κατά της  4193/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία (έφεση) ο εκκαλών, προβάλλοντας άρνηση των αγωγικών ισχυρισμών του εφεσιβλήτου-ενάγοντος,  ζητεί να εξαφανισθεί η προσβαλλομένη απόφαση, η οποία εκδόθηκε επί της από 15.6.2010 και με αριθμ.εκθ.καταθ…../2010 αγωγής του τελευταίου κατά του εκκαλούντος και της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……..» ( και διακριτικό τίτλο «…..»)  , εκδικασθείσα  με την τακτική διαδικασία,  σε διαφορά που αφορά χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη λόγω προσβολής προσωπικότητας του ενάγοντος,  να γίνει νέα συζήτηση της υπόθεσης κατ’ ουσία, αφού κατά τη συζήτησή της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου δεν παραστάθηκε και λόγω της ερημοδικίας του θεωρήθηκαν ομολογημένοι εκ  μέρους του οι πραγματικοί ισχυρισμοί, που περιέχονται στο δικόγραφό της, όπως περιγράφηκε στο σκεπτικό της εκκαλουμένης απόφασης. Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους, ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο, αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 19, 495,  511, 513 παρ. 1, 518 παρ. 1 ΚΠολΔ). Κατά συνέπεια, αφού για το παραδεκτό της έχει  προκατατεθεί από τον εκκαλούντα  το νόμιμο παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα (150)  ευρώ, όπως προβλέπεται από το άρθρο  495 του ΚΠολΔ, πρέπει, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγηθείσα  νομική σκέψη, να  γίνει τυπικά και ουσιαστικά δεκτή,  να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα  528 και 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), να εξεταστεί η ως άνω από 15.6.2010 αγωγή του εφεσιβλήτου-ενάγοντος,  ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα.

Κατά το άρθρο 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει το δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, επιπλέον δε, κατά το αρθρ. 59 ΑΚ, το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού, που έχει προσβληθεί και, αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί να καταδικάσει τον υπαίτιο σε ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του προσβληθέντος και ειδικότερα να τον υποχρεώσει σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε άλλο επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Για την περίπτωση της τυχόν παράβασης της υποχρέωσης για παράλειψη της προσβολής της προσωπικότητας του θιγόμενου στο μέλλον, απειλούνται και οι κυρώσεις του άρθρου 947 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Προστατεύεται έτσι με τα παραπάνω άρθρα η προσωπικότητα και κατ` επέκταση η αξία του ανθρώπου, ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το αρθρ. 2 § 1 του Συντάγματος, αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών, που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, η προσβολή, όμως, της προσωπικότητας σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση, που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία, με βάση την ηθική αξία που έχει, λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση, που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του, για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του. Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων είναι: α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου, που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου, κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει, όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο, όμως, είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης είτε ασκείται καταχρηστικά κατά την έννοια των αρθρ. 281 ΑΚ και 25 § 3 του Συντάγματος και γ) πταίσμα του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα, για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 1599/2000, 333/2010, 356/2010, 1007/2010). Στην περίπτωση αυτή, η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας συνιστά ασφαλώς ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας (ΑΠ 167/2000), οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των αρθρ. 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, ιδίως για την αποκατάσταση της τυχόν υλικής ζημίας του προσβληθέντος (αρθρ. 57 § 2 ΑΚ), ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής, ως παράνομης, είναι η φύση της διάταξης, που ενδέχεται με την προσβολή να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου. Συνεπώς, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας δημιουργείται και όταν το άτομο προσβάλλεται στην τιμή και στην υπόληψή του με εξυβριστικές εκδηλώσεις ή με ισχυρισμούς δυσφημιστικούς ή πολύ περισσότερο συκοφαντικούς, κατά την έννοια των αρθρ. 361 – 363 ΠΚ. Για τη στοιχειοθέτηση της δυσφήμησης, απλής ή συκοφαντικής, αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν ή παρελθόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και μπορεί να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια. Δεν αποκλείεται, όμως, στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης, ακόμη δε και χαρακτηρισμός, όταν, αμέσως ή εμμέσως, υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά το άρθρο 361 ΠΚ ( ΕφΠειρ 67/2016, όπ.α). Ειδικότερα, κατά τα άρθρα αυτά (362-363 ΠΚ),  όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλο γεγονός, που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και, αν το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε το ψεύδος, τότε διαπράττει την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης. Τρίτος δε, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, μπορεί να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς κλπ, που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διαδόσεως (ΑΠ 1264/2016, ΑΠ 611/2015, ΑΠ 1362/2000, δημοσιευμένες στη Νόμος). Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης της δυσφήμησης απαιτείται γνώση του δράστη, ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο  από αυτόν ενώπιον τρίτου γεγονός είναι κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση του ίδιου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται επιπλέον και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι, σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος, που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι` αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν η πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος άλλου, παραμένει όμως η απλή δυσφήμηση, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Ωστόσο, ως αστικό αδίκημα η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικά και σε απλή αμέλεια του δράστη και συνεπώς, όποιος από πρόθεση ή από αμέλεια ισχυρίζεται ή διαδίδει προς τρίτους γεγονότα αναληθή, που βλάπτουν την επαγγελματική ή γενικότερα την οικονομική ελευθερία άλλου και κατ` αυτή την έννοια θίγουν την τιμή και την υπόληψή του, προσβάλλοντας παράνομα την προσωπικότητά του, έχει υποχρέωση, εφόσον γνωρίζει ή υπαίτια αγνοεί την αναλήθεια των γεγονότων αυτών, να αποζημιώσει τον άλλο και να ικανοποιήσει και την ηθική βλάβη του (ΑΠ 1662/2005), εκτός αν συντρέχει κάποια από τις προβλεπόμενες στο αρθρ. 367 § 1 ΠΚ περιπτώσεις, που αίρουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του τόσο ως ποινικό όσο και ως αστικό αδίκημα, αφού οι διατάξεις των αρθρ. 361 – 367 ΠΚ εφαρμόζονται αναλογικά για την ενότητα της έννομης τάξης και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου (ΑΠ 1030/2009, 333/2010, 179/2011). Τέτοια είναι και η περίπτωση της προσβολής, που γίνεται για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον (άρθρ. 367 § 1γ ΠΚ). Κατ’ εξαίρεση, όμως, το αποτέλεσμα αυτό της άρσης του αδίκου της απλής δυσφήμησης δεν επέρχεται λόγω δικαιολογημένου ενδιαφέροντος και συνεπώς, παραμένει η ποινική ευθύνη των κατά το νόμο υπευθύνων, άρα και η υποχρέωσή τους προς αποζημίωση κατά το αστικό δίκαιο, όταν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις της 367 παρ. 2 ΠΚ, δηλαδή όταν οι επίμαχες κρίσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης ή όταν από τον τρόπο εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις, υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη, προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή πρόθεση που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής του άλλου. Τέτοιος τρόπος, που αποδεικνύει το σκοπό εξύβρισης, συντρέχει, ιδίως, όταν αυτός δεν είναι αντικειμενικά αναγκαίος για την απόδοση της σκέψης εκείνου, που φέρεται ότι ενεργεί από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, ο οποίος παρά ταύτα χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτόν, για να προσβάλλει την τιμή του άλλου (ΑΠ 179/2011). Ο ισχυρισμός του εναγομένου, ότι συντρέχει περίπτωση δικαιολογημένου ενδιαφέροντός του, που αίρει κατά το αρθρ. 367 § 1 ΠΚ τον άδικο χαρακτήρα δυσφημιστικού, για τον ενάγοντα, ισχυρισμού του, συνιστά ένσταση καταλυτική της εναντίον του αγωγής με αντικείμενο την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης του αντιδίκου του, από την επικαλούμενη παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του, (ΑΠ 849/2015, ΑΠ 896/2011, δημοσιευμένες στη Νόμος). Τέλος, κατά το άρθρο 932 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης. Από τη διάταξη αυτήν προκύπτει ότι παρέχεται στο Δικαστήριο η δυνητική ευχέρεια, ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, που οι διάδικοι θέτουν υπόψη του, όπως του βαθμού του πταίσματος του υπόχρεου, του είδους της προσβολής, της περιουσιακής και της κοινωνικής κατάστασης των μερών κλπ., και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, να επιδικάσει ή όχι χρηματική ικανοποίηση, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη και να καθορίσει δε συγχρόνως και το ποσό αυτής που θεωρεί εύλογο. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561  παρ. 1 ΚΠολΔ) και χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου για έλλειψη νόμιμης βάσεως. Εξάλλου, το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, εισάγοντας ως νομικό κανόνα την «αρχή της αναλογικότητας», επιβάλλει σε όλα τα κρατικά όργανα, συνεπώς και τα δικαιοδοτικά, κατά τη στάθμιση των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, να λαμβάνουν υπόψη τους την εκάστοτε αντιστοιχία μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του σκοπού, που επιδιώκεται εκάστοτε (βλ. ΟλΑΠ 43/2005). ΄Ετσι, σε περίπτωση προσδιορισμού του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, το Δικαστήριο της ουσίας δεν πρέπει μεν να υποβαθμίζει την απαξία της πράξεως επιδικάζοντας χαμηλό ποσό, συγχρόνως, όμως, δεν πρέπει, με ακραίες εκτιμήσεις, να καταλήγει σε εξουθένωση του ενός μέρους και αντίστοιχο υπέρμετρο πλουτισμό του άλλου, διότι τούτο υπερακοντίζει το σκοπό που επιδίωξε ο νομοθέτης, ήτοι την αποκατάσταση της τρωθείσας διά της αδικοπραξίας κοινωνικής ειρήνης (βλ. ΑΠ 285/2012, ΑΠ 79/2010, ΑΠ 1735/2009, δημοσιευμένες στη Νόμος,  ΑΠ 132/2006 Αρμ 2006.757, ΑΠ 1143/2003 ΕλΔ 2005,394, ΕφΠειρ 354/2016, ΕφΑθ 219/2007 ΕΦΑΔ 2008, 67, ΕφΑθ1139/2007, ΕλλΔνη 2007, 885, Γεωργιάδη, σε:  ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθοπούλου, άρθρο 932, αρ. 22 επ., όπου και περαιτέρω παραπομπές,Στ. Πατεράκη, Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 1995, σελ. 324 επ).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, με την ένδικη από 15.6.2010 και με αριθμ.καταθέσεως  …../2010 αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, καθ ό μέρος  η υπόθεση μεταβιβάστηκε με την έφεση στο παρόν Δικαστήριο (άρθρο 522  ΚΠολΔ, σημειουμένου ότι την ως άνω αγωγή απηύθυνε ο ενάγων ενώπιον του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σε βάρος του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος και της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……..»), κατ ορθή εκτίμηση του δικογράφου,  εξέθεσε ότι διετέλεσε πρόεδρος της Ανεξάρτητης Αρχής με την επωνυμία «Επιτροπή Ανταγωνισμού» κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2003 έως 2009 και ότι, κατά το αναφερόμενο στην αγωγή χρονικό διάστημα, ο  εναγόμενος δραστηριοποιούνταν στο χώρο της ακτοπλοΐας, κατέχοντας τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και νομίμου εκπροσώπου της ως άνω  ναυτιλιακής εταιρείας, ενώ ήταν και πρόεδρος της Ένωσης Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας (Ε.Ε.Α.), η οποία, ακολούθως, μετονομάσθηκε σε Ένωση Επιχειρήσεων Ναυτιλίας (Ε.Ε.Ν). Ότι, κατόπιν διαβίβασης στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (Γ.Δ.Α.) της Επιτροπής Ανταγωνισμού, πλήθους κοινοβουλευτικών ερωτήσεων σχετικά με την κατάσταση στο χώρο της ακτοπλοΐας, η Γ.Δ.Α. της Επιτροπής Ανταγωνισμού άρχισε, περί τον Οκτώβριο του έτους 2006, διαδικασία αυτεπάγγελτης έρευνας σε επιχειρήσεις, που ανέπτυσσαν δραστηριότητα στην παροχή ακτοπλοϊκών υπηρεσιών. Ότι, κατόπιν του από 28-5-2008 δελτίου τύπου της Ε.Ε.Α., από το οποίο προέκυπτε ότι ένα από τα μέλη της προέβη σε σοβαρή παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού και κατόπιν σχετικής εντολής του ενάγοντος, αφού διενεργήθηκε επιτόπιος έλεγχος στα γραφεία της Ε.Ε.Α. και συνελέγησαν στοιχεία, τα οποία αξιολογήθηκαν από τα αρμόδια στελέχη της Γ.Δ.Α., η τελευταία συνέταξε την από 16-7-2008 Εισήγησή της προς την Επιτροπή, η οποία κοινοποιήθηκε στα εμπλεκόμενα μέρη και με την οποία πρότεινε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού την επιβολή προστίμου στην Ε.Ε.Α. και σε δεκατέσσερις ακτοπλοϊκές εταιρείες, μεταξύ των οποίων και η ……… Α.Ε, για παραβάσεις του άρθρου 1 του νόμου 703/1977 περί μονοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού, καθώς και του άρθρου 81 της ΣυνθΕΚ. Ότι, κατόπιν τούτων, ο εναγόμενος, ενεργώντας αφενός μεν ατομικά, αφετέρου δε ως εκπρόσωπος της ως άνω εταιρίας και της ΕΕΑ, προέβη σε σωρεία αναληθών, συκοφαντικών και προσβλητικών της προσωπικότητας του ενάγοντος, ισχυρισμών και διαδόσεων, σύμφωνα με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο. Ότι, ειδικότερα, ο εναγόμενος, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της ως άνω εταιρίας, υπέβαλε σε βάρος του ενάγοντος την από 29-10-2008 (με ABM ……..) έγκλησή του, ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ισχυριζόμενος ψευδώς ότι ο ενάγων τέλεσε την αξιόποινη πράξη της παραβιάσεως υπηρεσιακού απορρήτου (άρθρο 252 ΠΚ), κατά τα αναφερόμενα λεπτομερώς στο δικόγραφο. Ότι, επιπλέον,  ο εναγόμενος υπό την ως άνω ιδιότητά του, υπέβαλε σε βάρος του ενάγοντος καθώς και πέντε υπαλλήλων της Γ.Δ.Α. της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι οποίοι συνέταξαν την από 16-7-2008 Εισήγηση της Επιτροπής για το θέμα της ακτοπλοΐας, την από 19.11.2008 (με ΑΒΜ …….) έγκληση  ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, με την οποία ισχυρίστηκε ψευδώς ότι ο ενάγων είναι ο  ηθικός αυτουργός σε παράβαση καθήκοντος (άρ. 259 ΠΚ), κατ’ εξακολούθηση, την οποία τέλεσαν τα πέντε στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο δικόγραφο. Ότι σε αμφότερες τις ως άνω μηνύσεις, οι οποίες είναι αβάσιμες και αναληθείς περιέχεται ο αναφερόμενος στην αγωγή προσβλητικός, ειρωνικός και απαξιωτικός για το πρόσωπο του ενάγοντος χαρακτηρισμός ως «ο κ. Αυθημερόν», που έχει πλήξει βαρύτατα την προσωπικότητά του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Περαιτέρω, ότι ο χαρακτηρισμός αυτός περιέχεται και στην από ………2008 συνέντευξη τύπου, που παραχώρησε ο πρώτος εναγόμενος στην Αίγλη Ζαππείου, καθώς και στο από 21-7-2008 δελτίο τύπου αυτού, ως διευθύνων σύμβουλος της ως άνω εταιρίας,  το κείμενο του οποίου περιελήφθη αυτούσιο στις ως άνω εγκλήσεις. Ότι, επίσης, ο εναγόμενος διέλαβε τους αναφερόμενους στην αγωγή προσβλητικούς για το πρόσωπο του ενάγοντος ισχυρισμούς περί μεροληπτικής εκτέλεσης των καθηκόντων του, εξυπηρέτησης συμφερόντων υπέρ της αναφερόμενης στην αγωγή εταιρείας, μέλους της ΕΕΑ και περί εκτέλεσης «εντεταλμένης υπηρεσίας», στην από 16-10-2008 εξώδικη δήλωσή του προς τον ενάγοντα, η οποία συμπεριελήφθη αυτούσια στις ως άνω εγκλήσεις της εκπροσωπούμενης απ΄ αυτόν ως άνω εταιρίας  σε βάρος του ενάγοντος, στο από 31-3-2009 υπόμνημά της ενώπιον του Πταισματοδίκη του 4ου τμήματος Πειραιά, το οποίο υπέβαλε ο  εναγόμενος υπό την ως άνω ιδιότητά του,  αναφορικά με την πρώτη των ως άνω εγκλήσεων,  στην από 30- 10-2008 αίτηση εξαιρέσεως της εκπροσωπούμενης απ΄ αυτόν εταιρίας κατά του ενάγοντος, ενώπιον της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και στο από 20-11- 2008 υπόμνημα της τελευταίας ενώπιον της ως άνω Ολομέλειας, στην από 18-6-2009 ένσταση ακυρότητάς της ενώπιον της ΕΑ, κατά της διαδικασίας εκδόσεως της ως άνω με αριθ. πρωτ. ……/16- 7-2008 εισηγήσεως της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού, της εισηγήσεως αυτής και της από 16-7-2008 κλητεύσεως της ΕΑ προς παράσταση της …….. ενώπιον της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Ότι, περαιτέρω, ο εναγόμενος  παρέστη κατά τη συνεδρίαση της Β’ Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής της 17-12-2008, όπου αναφέρθηκε στο πρόσωπο του ενάγοντος με τους αναφερόμενους στην αγωγή προσβλητικούς για του πρόσωπό του χαρακτηρισμούς και ισχυρισμούς και δη ως «ψεύτη» και ότι (ενν. ο ενάγων) «ευτελίζει το θεσμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού». Τέλος, ότι ακόμη και μετά την υποβολή της παραίτησης του ενάγοντος από τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ο εναγόμενος εξακολούθησε να εξαπολύει προσβολές προς το πρόσωπό του, μέσω των αναφερόμενων στην αγωγή δελτίων τύπου, στη συνεδρίαση της Β’ διαρκούς επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής της 17-12-2008 καθώς  και στην από 15-7-2009 ομιλία του στην ΕΕΑ, στις οποίες περιελήφθησαν ισχυρισμοί περί «ασυλίας» και «φωτογραφικής διάταξης» υπέρ του ενάγοντος, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή, οι οποίοι ήταν συκοφαντικοί, προσβλητικοί και έθιγαν την προσωπικότητά του. Με βάση δε το ως άνω ιστορικό και μετά από νόμιμο περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καθ΄ όλα καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό, που έλαβε χώρα με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, αλλά και με τις προτάσεις του (άρθρα 223, 294, 295 παρ. 1 και 297 του ΚΠολΔ), ζητούσε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου να του καταβάλει το ποσό των 200.000 ευρώ και να υποχρεωθεί να του καταβάλει το ποσό των 100.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, να απαγγελθεί σε βάρος του προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, κατά την καταψηφιστική της διάταξη, λόγω της τελεσθείσας σε βάρος του αδικοπραξίας, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να άρει τη γενόμενη σε βάρος του προσβολή, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο αιτητικό της αγωγής και να παραλείπει  κάθε μελλοντική προσβολή αυτής στο μέλλον, σε περίπτωση δε μη συμμορφώσεώς του να απειληθεί σε βάρος του χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση και να καταδικασθεί αυτός στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Η αγωγή αυτή, έχοντας το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, είναι καθ΄ όλα ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερόμενες στην προηγηθείσα νομική σκέψη διατάξεις (άρθρα 57, 59, 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, 362 και 363 ΠΚ) καθώς και σ αυτές των άρθρων 299, 330, 346 ΑΚ, 70, 176, 945, 946 παρ.1, 947 και 1047 παρ.1 ΚΠολΔ  και πρέπει να ερευνηθεί κατ’ ουσίαν.

Από την κατάθεση του μάρτυρα του  ενάγοντος, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά συνεδριάσεώς του, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία,  με νόμιμη επίκληση με τις προτάσεις τους ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, προσκομίζουν οι διάδικοι της έκκλητης δίκης,  χωρίς η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ` αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723),  άλλα από τα οποία  (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα  προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395 Κ.Πολ.Δ), μεταξύ δε των τελευταίων περιλαμβάνονται και τα έγγραφα της προηγηθείσας ποινικής διαδικασίας (ΑΠ 283/2003, δημοσιευμένη στη Νόμος,  ΑΠ 1286/2003 ΧρΙΔ 2004.245, ΑΠ 1428/2000 ΕλλΔνη 2001. 678)  αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος είναι  εμπειρογνώμων …… του Υπουργείου Εξωτερικών με εξειδίκευση στα ευρωπαϊκά θέματα και το κοινοτικό δίκαιο. Διετέλεσε επί σειρά ετών επικεφαλής της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας για το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο (ΕΝΥΕΚ) του Υπουργείου Εξωτερικών. Χρημάτισε Νομικός Σύμβουλος της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις Βρυξέλλες, καθώς και Νομικός Σύμβουλος του Έλληνα Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το ….. ανέλαβε καθήκοντα Προέδρου της Ανεξάρτητης Αρχής Ρ.Α.Θ.Ε., Ρυθμιστικής Αρχής Θαλασσίων Ενδομεταφορών, η οποία ιδρύθηκε το 2001, με σκοπό την εποπτεία της εφαρμογής του ελεύθερου ανταγωνισμού στο πεδίο της ακτοπλοΐας. Από τον Οκτώβριο δε του έτους …. ανέλαβε τα καθήκοντα του Προέδρου  της Ανεξάρτητης Αρχής με την επωνυμία «Επιτροπή Ανταγωνισμού». Η θητεία του  ανανεώθηκε τον Ιανουάριο του … για τρία (3) ακόμη έτη, με την υπ’ αριθμ. …./28.12.2005 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (ΦΕΚ …….2006), έληξε δε  την ……, παρά δε τη λήξη της, αυτή παρατάθηκε,  μέχρι να πραγματοποιηθεί η αντικατάστασή του,  η οποία τελικά έλαβε χώρα δια της υπ’ αρ. …./2.9.2009 Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου, δια της οποίας επελέγη και διορίσθηκε ως Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού ο κ. ……., σημειουμένου ότι ο ίδιος (ενάγων) με την από 5.3.2008  επιστολή του προς τον τότε Υπουργό Ανάπτυξης  είχε ζητήσει να μην εξαντλήσει τη θητεία του και να αντικατασταθεί  από 1.6.2008.

Όσον αφορά στην ακαδημαϊκή του  κατάρτιση, είναι  πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Λωζάννης, κατέχει Δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών στον Τομέα των Διεθνών Σχέσεων του Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου των Παρισίων, καθώς και πτυχίο Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Παρισίων (Σορβόννη). Είναι κάτοχος διπλώματος του Πανεπιστημιακού Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου των Παρισίων (Centre Universitaire d’ Etudes Communautaires) και μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου των Παρισίων με αντικείμενο τις Ευρωπαϊκές Σπουδές (Δίπλωμα Ανωτάτων Σπουδών D.E.S.). Τέλος, είναι  διδάκτορας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου των Παρισίων σε θέματα Κοινοτικού Δικαίου. Ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών δραστηριοποιείται στο χώρο της ακτοπλοΐας, κατά το κατωτέρω δε αναφερόμενο κρίσιμο χρονικό διάστημα,  κατείχε τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…….» και το διακριτικό τίτλο  «……», της οποίας ορίστηκε  νόμιμος εκπρόσωπος,  με θητεία από 26.2.2006 έως 30.6.2010, ενώ  ήταν και Πρόεδρος της Ενώσεως Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας (Ε.Ε.Α.). Το Νοέμβριο του 2009 η Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας μετονομάσθηκε σε Ένωση Επιχειρήσεων Ναυτιλίας (Ε.Ε.Ν.), Πρόεδρος της οποίας εκλέχθηκε εκ νέου ο εναγόμενος. Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι, από το  Σεπτέμβριο του 2006, ο κλάδος της ακτοπλοΐας άρχισε να απασχολεί την Επιτροπή Ανταγωνισμού, καθώς διαβιβάσθηκε στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού πλήθος κοινοβουλευτικών ερωτήσεων για πιθανές παραβάσεις του Ν.703/1977 στον κλάδο αυτό. Κατόπιν τούτων, η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (εφεξής Γ.Δ.Α.) της Επιτροπής Ανταγωνισμού ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2006 διαδικασία αυτεπάγγελτης έρευνας σε επιχειρήσεις, οι οποίες ανέπτυσσαν δραστηριότητα στην παροχή ακτοπλοϊκών υπηρεσιών. Στόχος της ήταν η διερεύνηση τυχόν παραβάσεων των άρθρων 1 και 2 του ως άνω νόμου  703/1977 (όπως ισχύει) και των άρθρων 81 και 82 ΣυνθΕΚ στις επιμέρους σχετικές αγορές του κλάδου (μεταφορά προσώπων, οχημάτων με κλασικού / συμβατικού τύπου πλοία ή και ταχύπλοα). Για το σκοπό αυτό συστάθηκε ομάδα εργασίας στη Γ.Δ.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρ. 12 του Π.Δ. 31 /2006 (Οργανισμός Γεν. Διεύθυνσης Ανταγωνισμού Επιτροπής Ανταγωνισμού), η οποία και ανέλαβε τη σχετική έρευνα.

Στις 28.5.2008 η Ε.Ε.Α. (Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας) εξέδωσε Δελτίο Τύπου, στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφερόταν επί λέξει ότι:

«Οι ακτοπλοϊκές εταιρείες έκπληκτες πληροφορήθηκαν την ανακοίνωση της ………. για το πάγωμα των τιμών, διότι η δήλωση αυτή υπό τις σημερινές συνθήκες αποτελεί βολή κατά των υπολοίπων εταιρειών, καθώς υποβαθμίζει την πραγματική διάσταση του προβλήματος, το οποίο απειλεί τις ακτοπλοϊκές εταιρείες και την περαιτέρω συνέχιση της λειτουργίας τους. Κατά τη σημερινή συνεδρίαση του Δ.Σ. της Ε.Ε.Α., αφού επισημάνθησαν τα ανωτέρω, ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Ενώσεως κ. ………., Διευθύνων Σύμβουλος της ………, υπέβαλε την παραίτησή του η οποία και έγινε ομόφωνα αποδεκτή …».

Οι εξελίξεις αυτές συνιστούσαν ζήτημα προς διερεύνηση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, υπό την εξής έννοια: εφόσον αποδεικνυόταν ότι το θέμα της τιμολογιακής πολιτικής ενός μέλους (της εταιρείας …….. εν προκειμένω) αποτελούσε αντικείμενο συζητήσεως στην ίδια την Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας, θα υπήρχε σοβαρή παράβαση σύμφωνα με το δίκαιο του ανταγωνισμού, πόσο μάλλον που στην προκειμένη περίπτωση επέσυρε και παραίτηση του ως άνω τότε Προέδρου της Ενώσεως (και Διευθύνοντος Συμβούλου της ………) από τα καθήκοντά του. Για το λόγο αυτό ο ενάγων, έχοντας τη σχετική προς τούτο αρμοδιότητα έδωσε την εντολή να γίνει άμεσα επιτόπιος έλεγχος στα γραφεία της Ε.Ε.Α., προκειμένου να συλλεγούν στοιχεία, τα οποία θα επέτρεπαν στην Επιτροπή να προβεί σε αντικειμενική αξιολόγηση των ενεργειών της Ενώσεως και των μελών της από την άποψη του δικαίου του ανταγωνισμού. Πράγματι, ο έλεγχος στην Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας έγινε στις 29.5.2008, συνελέγησαν δε στοιχεία, τα οποία αξιολογήθηκαν από τα αρμόδια στελέχη της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού (Γ.Δ.Α.). Στη συνέχεια η Γ.Δ.Α. συνέταξε την από 16.7.2008 Εισήγησή της προς την Επιτροπή,  με αριθμ.πρωτ.οικ …. με θέμα «Αυτεπάγγελτη έρευνα σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των ακτοπλοϊκών μεταφορών στην Ελλάδα για παράβαση του άρθρου 1 του ν. 703/77, όπως ισχύει και του άρθρου 81 της ΣυνθΕΚ», αποτελείται από επτά (7) κεφάλαια και πέντε (5) Παραρτήματα, απευθύνεται προς την Επιτροπή Ανταγωνισμού και φέρει την ένδειξη «ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΜΟ». Σημειωτέον ότι  η σύνταξη και η υπογραφή της ως άνω Εισήγησης αποτελεί αρμοδιότητα της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού, η, δε, κοινοποίησή της στα εμπλεκόμενα μέρη με κλήτευση για την παράστασή τους στην ορισθείσα ημερομηνία συζητήσεως της υποθέσεως αποτελεί αρμοδιότητα της Γραμματείας της Επιτροπής. Ο ενάγων, ως Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού,  δεν είχε ανάμειξη στη σύνταξη και το περιεχόμενο της εισηγήσεως, δεδομένου ότι, στη συνέχεια, ως Πρόεδρος της Αρχής, θα καλούνταν μαζί με τα λοιπά μέλη τα Επιτροπής να συμμετάσχει στην εκδίκαση της υποθέσεως.

Στη συγκεκριμένη, δηλαδή, περίπτωση, αφού ολοκληρώθηκε η διαδικασία συντάξεως, η εισήγηση της ΓΔΑ – η οποία ήταν πολυσέλιδη και εκτενής, αποτελούμενη από 240 σελίδες- υπογράφηκε, κατά τα προαναφερόμενα,   την 16.7.2008 και έλαβε αριθμό ….. Εν συνεχεία, η Γραμματεία συνέταξε την ίδια ημέρα, 16.7.2008, κλήσεις προς όλες τις ενδιαφερόμενες – εμπλεκόμενες εταιρείες, καλώντας αυτές να παραστούν ενώπιον της Ε.Α. κατά τη συνεδρίαση της 9.10.2008 με θέμα την παραπάνω εισήγηση. Ταυτόχρονα με τις κλήσεις, οι δικαστικοί επιμελητές, οι οποίοι συνεργάζονται με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, επέδωσαν σε όλες τις εταιρείες αντίγραφο της ανωτέρω Εισηγήσεως. Όλες οι επιδόσεις έγιναν το πρωί της 17.7.2008, προκύπτει δε ότι στην τότε εκπροσωπούμενη από τον εναγόμενο εταιρεία ………..,  η από 16.7.2008 κλήση με την από 16.7.2008 Εισήγηση επιδόθηκε στις 11: 45 στα γραφεία της στη … (βλ. την τεθείσα σφραγίδα επί της κλήσεως του Δικαστικού Επιμελητή ……). Περαιτέρω, από την υπ’ αρθμ. …/17.7.2008 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……., προκύπτει ότι κατά την ως άνω ημερομηνία (17-7-2008) επεδόθησαν στις 9.15 π.μ. στην Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας, υπ’ όψιν του Προέδρου της-εναγόμενου, καθώς, μετά την ως άνω παραίτηση του κ….., πρόεδρος αυτής, εξελέγη ο εναγόμενος,  η από 16.7.2008 κλήση με τη συνημμένη υπ’ αρ. …./16.7.2008 Εισήγηση. Εν γένει δε και στις 14 εμπλεκόμενες εταιρείες η εμπιστευτική και απόρρητη εισήγηση είχε κοινοποιηθεί το πρωί της 17.7.2008. Μετά την κοινοποίηση της ως άνω εισήγησης στις ως άνω εταιρίες από το γραφείο του ενάγοντος, ως αρμοδίου, κατ άρθρο 3 του ΠΔ 31/2006, που ρυθμίζει τα του «Οργανισμού Γεν.Διευθύνσεως Ανταγωνισμού Επιτροπής Ανταγωνισμού» και δη περί τις 12.05 μμ στάλθηκε προς τους δημοσιογράφους και τις εφημερίδες δελτίο τύπου. Η αποστολή δε του δελτίου, το περιεχόμενο του οποίου, θα εκτεθεί κατωτέρω, ήταν επιβεβλημένη και εύλογη, καθώς το θέμα της διερεύνησης παραβάσεων στην ακτοπλοΐα ενδιέφερε τον τύπο, λόγω της εκτάσεως, την οποία είχε λάβει ήδη αρκετό καιρό πριν, κατά τα προαναφερόμενα και η κοινή γνώμη είχε δικαιολογημένο ενδιαφέρον να ενημερωθεί για τις ενέργειες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού και την εξέλιξη της έρευνας.  Το κείμενο δε του εν λόγω δελτίου επί λέξει είναι το εξής: «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

Αθήνα, 17 Ιουλίου 2008

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΘΕΜΑ:        Αυτεπάγγελτη έρευνα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των ακτοπλοϊκών μεταφορών στην Ελλάδα για παράβαση του άρθρου 1 του ν. 703/77, όπως ισχύει και του άρθρου 81 της ΣυνθΕΚ.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της «Περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού» συνεδριάζει στις 9 Οκτωβρίου 2008 για να εξετάσει την εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού αναφορικά με παραβάσεις του άρθρου 1 του ν. 703/77 και 81 του ΣυνθΕΚ από την Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας και δεκατέσσερις (14) επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των ακτοπλοϊκών μεταφορών στην Ελλάδα.

Ειδικότερα η έρευνα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού κατέληξε ότι στις επιμέρους σχετικές αγορές του κλάδου της ακτοπλοΐας (δρομολογιακές γραμμές εσωτερικού και Αδριατικής) υφίστανται οι ακόλουθες στρεβλώσεις του δικαίου του ανταγωνισμού:

α) οριζόντια σύμπραξη μεταξύ ορισμένων ακτοπλοϊκών εταιρειών εντός της Ένωσης Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας αναφορικά με την τιμολογιακή τους πολιτική.

β) οριζόντια σύμπραξη μεταξύ ορισμένων ακτοπλοϊκών εταιρειών εντός της Ένωσης Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας με αντικείμενο τις προσφορές συμπαιγνίας (έμμεσος καθορισμός ναύλων),

γ) οριζόντια σύμπραξη μεταξύ ορισμένων ακτοπλοϊκών εταιρειών εντός της Ένωσης Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας με αντικείμενο τον περιορισμό της παραγωγής και της διάθεσης δρομολογίων.

Για το λόγο αυτό η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού προτείνει την επιβολή προστίμου στην Ένωση Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας και σε δεκατέσσερις ακτοπλοϊκές εταιρείες για τις παραβάσεις του άρθρου 1 του ν. 703/77, όπως ισχύει και του άρθρου 81 της ΣυνθΕΚ.

Υπενθυμίζεται σχετικά ότι η εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού δεν είναι δεσμευτική για την Επιτροπή, η οποία θα αποφασίσει αφού προηγουμένως λάβει υπόψη της και αξιολογήσει και τις απόψεις των εμπλεκόμενων μερών».

Ο εναγόμενος,  προφανώς θιχθείς, αδικαιολογήτως όμως, από τις καθ όλα νόμιμες, κατά τα προαναφερόμενα, ενέργειες τόσο της Γ.Δ.Α όσο και του ενάγοντος-Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αμέσως μετά την έκδοση του ως άνω δελτίου προέβη σε μία σειρά ενεργειών σε βάρος του ενάγοντος, που  θα εκτεθούν κατωτέρω, μεταξύ των οποίων ήταν η υποβολή,  σε βάρος του ενάγοντος, με την ιδιότητά του  ως νομίμου εκπροσώπου της προαναφερόμενης ναυτιλιακής εταιρίας α) της υπ.αριθμ.ΑΒΜ …….. από 29.10.2008 έγκλησης, με την οποία απέδιδε στον ενάγοντα την τέλεση απ΄ αυτόν της αξιόποινης πράξης της παράβασης υπηρεσιακού απορρήτου β) της υπ.αριθμ ΑΒΜ …………/19.11.2008 εγκλήσεως, με την  οποία απέδιδε στον ενάγοντα την τέλεση απ΄ αυτόν της πράξεως της ηθικής αυτουργίας σε παράβαση καθήκοντος, που τέλεσαν οι αναφερόμενοι  σ΄ αυτήν  (έγκληση) υπάλληλοι της Γ.Δ.Α. που συνέταξαν και υπέγραψαν την προαναφερόμενη από 16.7.2008 εισήγησή της προς την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Ειδικότερα: α)  στην πρώτη από 29.10.2008 έγκληση που υπέβαλε ο εναγόμενος ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημ/κων Αθηνών  ανέφερε για τον ενάγοντα, μεταξύ άλλων,  επί λέξει τα εξής «……………….. Στις 17.7.2008, ήτοι  πριν παρέλθουν 24 ώρες από την σύνταξη της ως άνω Εισηγήσεως (εννοεί την πραναφερόμενη από 16.7.2008 εισήγηση της Γ.Δ.Α) και πριν κοινοποιηθεί αυτή εις την εταιρεία μας (την 17.7.2008) ο εγκαλούμενος (εννοεί τον ενάγοντα), υπό την ιδιότητά του, ως Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εκδίδει Δελτίον Τύπου (!!!), επί της απορρήτου και μη  ανακοινωσίμου εμπιστευτικής Εισηγήσεως. Προγενέστερα έχει  φροντίσει να διαρρεύσει εις τον τύπον και εις το διαδίκτυον όλη η “απόρρητος και μη ανακοινώσιμος εμπιστευτική εκδοχή για τα μέρη” Εισήγησις. ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΙΣ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΦΙΓΟΥΡΑΡΕΙ Η ΠΡΩΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΙΝΑΚΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΜΕ ΣΒΗΣΜΕΝΕΣ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ “ ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΜΟ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΡΗ”    Είναι βέβαιον, όπως θα καταδειχθεί και κατωτέρω, ότι ο εγκαλούμενος, αν όχι ο ίδιος, πάντως με τις εντολές του, διένειμε την εισήγησιν εις επιλεγμένους δημοσιογράφους. Αυτό το γεγονός επιρρωνύεται και εκ των κάτωθι:α) Ο εγκαλούμενος διανείμει το δελτίον Τύπου λίγες ώρες μετά την εμφάνισιν όλης της εισηγήσεως εις το διαδίκτυον!!! β) Ο εγκαλούμενος ενημερώθηκε δια όλες τις ανωτέρω ενέργειες εγγράφως και δη δι ’ εξωδίκων μας. Επιπρόσθετα εγένετο και συνέντευξις Τύπου του διευθύνοντος συμβούλου μας κ. ………., εις την οποίαν καταγγέλλοντο οι ανωτέρω παράνομες ενέργειες του εγκαλουμένου και προστηθέντων της Επιτροπής Ανταγωνισμού.γ) Ο εγκαλούμενος δεν απάντησε, εν όψει των συντριπτικών εις βάρος του στοιχείων, δια όλες αυτές τις κατηγορίες, αλλά προτίμησε τη σιωπή, – πιθανόν διότι αυτό του υπεδείχθη ως κατάλληλος υπερασπιστική γραμμή, – μια σιωπή που εμείς θεωρούμε ως σιωπή ενόχου…..» (σελ.5 της εγκλήσεως, ενώ κατωτέρω (βλ.  10- 11 σελίδες της εγκλήσεως αναφέρονται για τον ενάγοντα, επί λέξει  τα εξής:

«… Την Πέμπτη 17/7/2008 κοινοποιήθηκε στα γραφεία της …….. στην Μυτιλήνη μία κλήτευση στην Επιτροπή Ανταγωνισμού συνοδευόμενη από μακροσκελέστατη “εισήγηση ” …. Η “Εισήγηση ” αυτή, ακριβώς επειδή εμπεριέχει προσωπικά δεδομένα, και εμπιστευτικές πληροφορίες των επιχειρήσεων, αλλά και φυσικών προσώπων, περαιτέρω, δε, μαρτυρικές καταθέσεις, στην πρώτη σελίδα της φέρει την ένδειξη “ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΜΟ”, και “ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΡΗ”.

Αυθημερόν όμως, διαδικτυακοί τόποι και ο τύπος δημοσιεύουν αποσπάσματα από την απόρρητη και μη ανακοινώσιμη υποτίθεται εμπιστευτική αυτή Εισήγηση, και μάλιστα, πριν να κοινοποιηθεί αυτή σ ’ εμάς.

Μάλιστα σε ένα δικτυακό τόπο, δημοσιεύεται ολόκληρη η πρώτη σελίδα της ανωτέρω εισηγήσεως, χωρίς τις ενδείξεις «ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΜΟ» και «ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΡΗ»   ». Τέλος, στη σελίδα 32 της εγκλήσεως αναφέρονται τα επί λέξει τα ακόλουθα: «… Εν προκειμένω ο εγκαλούμενος:

Παρανόμως συνέταξε, εξέδωσε και διένειμε το από 17/7/2008 δελτίον τύπου, το οποίον μάλιστα είναι ανυπόγραφον: Το από 17/7/2008 δελτίον τύπου, το οποίον συνέταξε ο εγκαλούμενος λίγες μόλις ώρες μετά την περάτωσιν της Εισηγήσεως δεν προβλέπεται και δεν μπορούσε να προβλεφθεί από κάποιον Κανονισμόν ή διάταξιν νόμον. Αντιθέτως απαγορεύεται. Πλέον των άλλων ο εγκαλούμενος  κατερράκωσε και κάθε έννοια νομιμότητας που πρέπει να διέπει την Επιτροπή, της οποίας προΐσταται. Μάλιστα, η έκδοσις του εν λόγω δελτίου υπό του εγκαλουμένου εγένετο, δίχως καν να μας έχει κοινοποιηθεί η Εισήγησις III

Το από 17/7/2008 δελτίον τύπου που εξέδωσε ο εγκαλούμενος είναι παράνομον, διότι κατ ’ αυτόν τον τρόπο ο εγκαλούμενος γνωστοποιεί εις πληθώρα ατόμων απόρρητα δεδομένα, τα οποία γνώριζε εκ της υπηρεσίας του και μόνον, και ως εκ τούτου παραβιάζεται το υπό του νόμου προβλεπόμενον καθήκον εχεμύθειας που ώφειλε ούτος να τηρήσει κατά την ενάσκησιν των καθηκόντων του. …», ενώ στο από  31.3.2009 υπόμνημα που υπέβαλε, με την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της προαναφερόμενης ναυτιλιακής εταιρίας, ενώπιον της 4ης Πταισματοδίκη Πειραιώς,  με αφορμή την υποβολή της ως άνω εγκλήσεως, ανέφερε για τον ενάγοντα, μεταξύ άλλων,  επί λέξει τα εξής:  «Ως προς τα πραγματικά περιστατικά που έχουν λάβει χώρα εις την υπό κρίσιν υπόθεση και ως προς τον δόλο του εγκαλούμενου κ……., αναφέρομαι καθ ολοκληρίαν εις το περιεχόμενο της υπό κρίσιν εγκλήσεως της …. κατά του ως άνω εγκαλουμένου δια το τελεσθέν εις βάρος της ….. αδίκημα της παραβάσεως υπηρεσιακού απορρήτου (άρθρο 252 ΠΚ και επιβεβαιώνω το περιεχόμενο της εν λόγω εγκλήσεως…………..» β) Στη δεύτερη από 19.11.2008 ως άνω έγκληση, που ασκήθηκε σε βάρος του ενάγοντος από τον εναγόμενο υπό την ιδιότητά του ως διευθύνοντος συμβούλου και νομίμου εκπροσώπου της ……….. περιέχονται για τον ενάγοντα μεταξύ άλλων επί λέξει τα εξής: «… Ως προκύπτει εκ της αναγνώσεως της Εισηγήσεως [Σ.Σ.: εννοείται η Εισήγηση της Γ.Δ.Α. προς την Ε.Α. για την υπόθεση της ακτοπλοΐας] και συγκεκριμένα από τις σελ. 108 επ. ταύτης οι εγκαλούμενοι – συντάκτες της εισηγήσεως (εννοεί τους ………, υπαλλήλους της ΓΔΑ που συνέταξαν και υπέγραψαν την από 16.7.2008 εισήγησή της) παρεμβαίνουν εις τα της ΕΕΑ και των μελών της, λαμβάνοντας ενεργά το μέρος του κ. ……, που είναι ο διευθύνων σύμβουλος της ………, η οποία ελέγχεται από τον κ. ……., ο οποίος κ. ….. ελέγχει επίσης και την ………, (με τα γάλατα και όχι μόνον). Ειδικώτερον υπάρχει μομφή εναντίον της ΕΕΑ και των μελών της (!!!) διότι ουσιαστικά κατά τους εγκαλουμένους που συνέταξαν την Εισήγησιν, εμείς δήθεν αναγκάσαμε (!!!) το δεξί χέρι του κ. … να παραιτηθεί από την θέσιν του Προέδρου της Ενώσεως. Ουσιαστικά και πραγματικά δηλαδή οι εγκαλούμενοι, οι οποίοι ώφειλαν να συντάξουν αμερόληπτα την Εισήγησιν, ενεργώντας ως «ανεξάρτητα» εντεταλμένα όργανα της ΕΑ, λαμβάνουν απροκάλυπτα το μέρος του κ…. και συνεπώς του …….. Δηλονότι οι εγκαλούμενοι έχουν και … άποψιν επί του θέματος και πρέπει να υπακούσουμε [σελ. 51- 52 της εγκλήσεως],…….. Επισημαίνεται εις το σημείο τούτο ότι ο κ. …., με πειθώ και φορτικότητα  έπεισε τους λοιπούς εγκαλουμένους, να διαπράξουν και άλλα αδικήματα, διαβεβαιώνοντάς τους, λόγω της θέσεώς του, θα τους καλύψει και ότι «δεν μπορεί να τους κάνουν τίποτα». Εις τον νου του δεν είχε την αντίδρασή μας. Δεν πίστευε ότι θα του υποβληθούν μηνύσεις. Ενόμιζε, ότι θα μας φοβίσει και αυτό που θα κοιτούσαμε θα  ήτο να έλθουμε εις κάποια συνεννόησιν – νόμιμη δια κανόνες συμμορφώσεως, μειώσεως εις το ελάχιστον των προστίμων κλπ. Περί αυτών προδήλως, διαβεβαίωσε τους υπολοίπους εγκαλουμένους και τους έπεισε να προβούν εις τις προδήλως παράνομες πράξεις. Οι μετέπειτα ενέργειες του πρώτου των εγκαλουμένων ( εννοεί τον ενάγοντα) επιβεβαίωσαν του λόγου το αληθές. Όχι απλώς δεν έστειλε την υπόθεσιν, συνεπεία των καταγγελιών εις τον αρμόδιο Εισαγγελέα, αλλά προσεπάθησε, να τη συγκαλύψει. Αυτό το έπραξε εις εκπλήρωσιν των υποσχέσεων – παροχών και των παραινέσεων, που είχε πρότερον κάνει εις τους λοιπούς εγκαλουμένους. Είναι αδιαμφισβήτητον γεγονός πλέον, οι εγκαλούμενοι, συνέπτυξαν οργανωμένη ομάδα, με υποδομή δια την διάπραξιν των ως άνω παρανόμων πράξεων, υπό τις οδηγίες, εντολές και παραινέσεις του κ. ……… Επρόκειτο δια προμελετημένες ενέργειες και οργανωμένο σχέδιο (σελ.60 της εγκλήσεως) ……………Δηλαδή, όχι απλώς δεν διενήργησε την οποιαδήποτε έρευνα, όχι απλώς δεν έστειλε την υπόθεσιν με όλο τον φάκελο εις τον αρμόδιο Εισαγγελέα προς διερεύνησιν των καταγγελομένων, ως είχε υποχρέωσιν, αλλά αντιθέτως προσεπάθησε, δια της σιωπής του – της σιωπής του ενόχου- ΝΑ ΣΥΓΚΑΛΥΨΕΙ ΤΗΝ ΟΛΗ ΥΠΟΘΕΣΙΝ, νομίζοντας ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θα την υποβάθμιζε και δεν θα υποβάλλοντο οι σχετικές εγκλήσεις. Πώς όμως να έπραττε τούτο ο εγκαλούμενος (εννοεί τον ενάγοντα) αφού, όπως αποδεικνύεται, ΕΙΝΑΙ Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΙΘΥΝΩΝ ΝΟΥΣ ΕΜΠΝΕΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΗΘΙΚΟΣ ΑΥΤΟΥΡΓΟΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΜΕΝΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ;[σελ. 60 της εγκλήσεως],………….   Οι μεροληπτικές δόλιες παρεμβάσεις υπέρ συγκεκριμένης ανταγωνίστριας εταιρείας και υπέρ του φυσικού προσώπου που εκπροσωπούσε αυτήν δεν είναι τυχαίες. Ηθελαν να περάσουν μήνυμα, ήθελαν να εξοντώσουν τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας μας και Πρόεδρο της ΕΕΑ κ. …….. … [σελ. 61 της εγκλήσεως], … Και         εν πάση περιπτώσει τι ήταν ο κ. ………; Ο τοποτηρητής της νομιμότητας επί θεμάτων ανταγωνισμού, ο οποίος πρέπει καθ’ υπόδειξιν της ημαρτημένης ΕΑ να εξακολουθεί να είναι πρόεδρος της ΕΕΑ επειδή το θέλει αυτή;  Δεν εκράτησαν λοιπόν οι εγκαλούμενοι ούτε τα στοιχειώδη προσχήματα. Η αλαζονεία και η εφήμερος απόλαυσις πρόσκαιρος εξουσίας τους οδήγησαν εις τις επιπρόσθετα παράνομες αυτές ενέργειες και εις την μη τήρησιν έστω των προσχημάτων. Είχαν την αίσθησιν ότι είναι ισχυροί και δεν αντελήφθησαν ότι εις μια ευνομούμενη Πολιτείαν όλοι απέναντι του Νόμου είναι ίσιοι και ότι και οι κρίνοντες «κρίνονται». Όχι απλώς δεν εστάθησαν αντάξιοι των θέσεων που τους εμπιστεύτηκαν αλλά επιπροσθέτως παρανόμησαν [σελ. 62 της εγκλήσεως],……………. Επεδίωξαν και πέτυχαν να παρέμβουν υπέρ συγκεκριμένης ανταγωνίστριας εταιρείας λαμβάνοντας ενεργά και ανεπίτρεπτα το μέρος του παραιτηθέντος προέδρου κ. ……. και των ότι εκπροσωπεί ο κ. …. [σελ. 62 της εγκλήσεως],….. … Δι ’ αυτού του τρόπου θα γινόμασταν και ευάλωτοι και θα είμαστε μια εταιρεία «βορά» εις τις ορέξεις οικονομικών κολοσσών. Τέτοιο σκηνικό υπήρξε και προηγούμενα εις την γνωστήν υπόθεσιν των «γαλατών», όπου άνθρωπος που είχε συνδέσει το όνομά του με γνωστή εταιρεία γαλακτοκομικών προϊόντων, αναγκάσθηκε να πωλήσει εις εξευτελιστικήν τιμήν εις οικονομικόν κολοσσόν την εταιρείαν του, εν όψει της επιβολής προστίμου από την Επιτροπή Ανταγωνισμού …». [σελ. 63- 64 της εγκλήσεως].

Το περιεχόµενο των παραπάνω εγκλήσεων σε βάρος του ενάγοντος, κατά τα πραγματικά τους περιστατικά, είναι ψευδές, καθόσον ο ενάγων αποδείχθηκε ότι ενήργησε νόμιμα στα πλαίσια των υπηρεσιακών του καθηκόντων, ως Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, χωρίς να εκδηλώσει αξιόποινη συμπεριφορά κατά το χειρισμό, στα πλαίσια των καθηκόντων του, ο δε εναγόμενος τελούσε εν γνώσει της αναλήθειας των καταγγελλομένων ως άνω περιστατικών, τα οποία ήταν πρόσφορα να μειώσουν την προσωπικότητα του ενάγοντος ως επαγγελματία και δη Προέδρου της Επιτροπής και ως ανθρώπου και να  καταστήσουν αυτόν ύποπτο τέλεσης πειθαρχικών και ποινικών παραπτωμάτων. Ειδικότερα, κατά τα προαναφερόμενα για τη διασφάλιση της ορθής ενημέρωσης του κοινού και της διαφάνειας των Ενεργειών της Επιτροπής Ανταγωνισμού είχε καθιερωθεί η έκδοση συνοπτικού δελτίου τύπου σχετικά με την εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Η τακτική αυτή εκδόσεως των ως άνω δελτίων, επομένως, ήταν παγία και ουδόλως παράνομη, ως αναφέρει ο εναγόμενος, στην πρώτη των ως άνω εγκλήσεων,  αφού ο ενάγων, κατ άρθρο 3 του Π.Δ 31/2006 «Οργανισμός Γεν. Διεύθυνσης Ανταγωνισμού Επιτροπής Ανταγωνισμού» είχε τη σχετική προς τούτο αρμοδιότητα. Η από 16.7.2008 εισήγηση της ΓΔΑ κοινοποιήθηκε στα εμπλεκόμενα μέρη, κατά τα προαναφερόμενα,  το πρωί της 17.7.2008, όλες οι κοινοποιήσεις είχαν ολοκληρωθεί πριν τις 12.00 της ημέρας εκείνης, όσον δε αφορά στην εκπροσωπούμενη από τον εναγόμενο εταιρία ……, επιδόθηκε η κλήση με την εισήγηση στις 11.45 της ημέρας εκείνης, ενώ το δελτίο τύπου εστάλη από το Γραφείο του ενάγοντος, ως αρμοδίου, προς τους δημοσιογράφους και τις εφημερίδες στις 12.05, ήτοι αφού η εισήγηση είχε κοινοποιηθεί σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και επομένως, και στην εκπροσωπούμενη από τον ενάγοντα ως άνω ναυτιλιακή εταιρία, όπως αυτός καλώς γνώριζε. Το δε δελτίο τύπου, όπως προκύπτει από το ίδιο το περιεχόμενό του, δεν περιείχε απόρρητα στοιχεία  για τις εμπλεκόμενες εταιρίες, ως ψευδώς αναφέρει ο ενάγων στην ως άνω πρώτη των εγκλήσεων, ούτε καν αναφέρονται αυτές ονομαστικά, επιπλέον δε περιείχε και την επισήμανση ότι το περιεχόμενο της εισήγησης δεν είναι δεσμευτικό για την επιτροπή. Ουδόλως δε αποδείχτηκε από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού ότι ο ενάγων ήταν αυτός, που διέρρευσε στον τύπο και το διαδίκτυο την ως άνω εισήγηση ή ότι αυτός καθώς και οι συντάξαντες την από 16.7.2008 εισήγηση επέδειξαν οιαδήποτε αξιόποινη συμπεριφορά κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παραβαίνοντας αυτά, όπως αποδίδεται στον ενάγοντα με τη δεύτερη των ως άνω εγκλήσεων, κατά την οποία ο ενάγων επέδειξε δήθεν μεροληπτική στάση σε βάρος της εκπροσωπούμενης από τον εναγόμενο ναυτιλιακής εταιρίας και υπέρ της ανταγωνίστριας αυτής εταιρίας, ………., νόμιμος εκπρόσωπος της οποίας ήταν κατά τον ως άνω χρόνο ο κ……… ΄Αλλωστε, σύμφωνα με την εισήγηση, μεταξύ των ελεγχόμενων εταιριών και των προταθεισών για επιβολή προστίμου ήταν και η δήθεν «ευνοούμενη» από τον ενάγοντα, κατά τον εναγόμενο, εταιρεία ……….., γεγονός, το οποίο γνώριζε ο εναγόμενος, η οποία, μάλιστα, ελεγχόταν για περισσότερες παραβάσεις του δικαίου του ανταγωνισμού σε σχέση με τη ………

Με βάση τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι ο εναγόμενος, λαµβανοµένου υπόψη της ηλικίας και του µορφωτικού του επιπέδου, προέβη, υπό την ως άνω ιδιότητά του,  στις προαναφερόµενες ψευδείς εγκλήσεις, µε σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξη του ενάγοντος, τελούσε δε, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, σε γνώση της αναλήθειας  των καταγγελλομένων του, παρά τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα απ΄ αυτόν. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι πράγματι, κατόπιν των ως άνω εγκλήσεων, κινήθηκε σε βάρος του ενάγοντος,  με  αφορμή την πρώτη εξ αυτών (ήτοι την από 29.10.2008 έγκληση),  ποινική δίωξη για παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, και παραπέμφθηκε αυτός να δικασθεί ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, το οποίο με την με αριθμό 81178/2014 αμετάκλητη απόφασή του κήρυξε αυτόν αθώο της ως άνω κατηγορίας. Με  αφορμή, εξάλλου, τη δεύτερη από 19.11.2008 έγκληση,  διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση προς διερεύνηση των καταγγελλομένων από την εκπροσωπούμενη από τον εναγόμενο ναυτιλιακή εταιρία πράξεων, ήτοι αυτών της:  α) παραβίασης καθήκοντος από κοινού και β) ηθικής αυτουργίας στην ανωτέρω πράξη (όσον αφορά στον ενάγοντα), εν τέλει δε  απορρίφθηκε ως αβάσιμη στην ουσία της με την με αριθμό ………. διάταξη του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών και εν συνεχεία, κατόπιν προσφυγής της εκπροσωπούμενης από τον ενάγοντα εταιρίας  κατά της ως άνω διάταξης του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, με την υπ.αριθμ. ……/10 διάταξη  του Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών. Τους ανωτέρω δε ψευδείς ισχυρισμούς του περί δήθεν πλημμελούς και μεροληπτικής εκτέλεσης των καθηκόντων του από τον ενάγοντα σε βάρος της εκπροσωπούμενης απ΄ αυτόν εταιρίας και εξυπηρέτησης συμφερόντων της εταιρίας …. . δεν διατύπωσε ο εναγόμενος μόνο στην ως άνω από 19.11.2008 έγκλησή του αλλά και  α) Στην παραχωρηθείσα  απ΄ αυτόν συνέντευξη τύπου στην Αίγλη Ζαππείου την 8.10.2008, όπου ο εναγόμενος, δήλωσε, μεταξύ άλλων, για τον ενάγοντα επί λέξει  τα εξής:

« … Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι Πρόεδρος ο κ. ………. Ο κ. … (στο εξής ο κ. Αυθημερόν) είναι πρώην Πρόεδρος της ΡΑΘΕ από την οποία παραιτήθηκε για λόγους που δεν γνωρίζουμε. Πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι της παραίτησής του, έτυχε να προσληφθεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Κατά την εκτέλεση των νέων καθηκόντων του, η Επιτροπή έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό διότι ο Γενικός Διευθυντής της φέρεται ότι έλαβε χρήματα  προκειμένου να δει κάποια υπόθεση «με άλλο μάτι». Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Πρόεδρος έπεσε από τα σύννεφα με τη συμπεριφορά του υφισταμένου του. Έχει ομολογουμένως μεγάλη διαφορά το να ανακαλύπτει κανείς καρτέλ στην ελεύθερη αγορά από το να ανακαλύπτει κανείς καρτέλ στο παραμάγαζο που έχει στηθεί μέσα στην ίδια του την υπηρεσία. Πολύ περισσότερο, όταν ανακαλύπτει κανείς καρτέλ στην ελεύθερη αγορά ενώ δεν υπάρχουν αλλά δεν βλέπει την κόπρο του Αυγείου στο παραμάγαζο της υπηρεσίας του, εκεί δηλαδή που υπάρχει …Η σπουδή εξάλλου με την οποία μετέτρεψε σε καρτέλ την παραίτηση του Προέδρου της ΕΕΑ (με τον οποίο μάλιστα προφανώς γνωρίζονταν από την εποχή της ΡΑΘΕ) ΓΣ,Σ.: εννοεί τον παραιτηθέντα Πρόεδρο της ΕΕΑ κ. .. ….., Διευθύνοντα Σύμβουλο της ……….., συμφερόντων του κ. ….] δημιουργεί υπόνοιες μεροληψίας και συνιστά ταυτόχρονα απόδειξη ότι συνεχίζει να εκτελεί τα καθήκοντά του με προσήλωση, αφοσίωση και αυταπάρνηση…

… Παραδόξως πως, μόλις ανέλαβα την προεδρία της ΕΕΑ και εν συνεχεία τοποθετηθήκαμε επίσημα και δημόσια ως Ένωση ζητώντας αλλαγή του καθεστώτος στην ακτοπλοΐα, στις αρχές του καλοκαιριού, την περίοδο του σκανδάλου «………….», σχεδόν αμέσως μετά είχαμε τη δραστηριοποίηση και τη δημοσίευση των «νομικών πονημάτων» της «Ανεξάρτητης – σε εισαγωγικά – Αρχής» για την υπόθεση της ΕΕΑ. Ας πούμε όμως, ως καλοπροαίρετοι πολίτες, ότι ήταν σύμπτωση. Δηλαδή τόσα χρόνια που η ΕΕΑ δεν είχε ανεβάσει τους τόνους δεν υπήρχε καρτέλ; Και αν υπήρχε, η ΡΑΘΕ τι έκανε; Τεμπέλιαζε; Και έρχεται σήμερα να ανακαλύψει ο κ. Αυθημερόν ως Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού ότι ως πρώην Πρόεδρος της ΡΑΘΕ δεν έκανε καλά τη δουλειά του και δεν είχε ανακαλύψει το καρτέλ. Δηλαδή άμα γίνει Αρχιεπίσκοπος θα μας αφορίσει όλους; ».

β)  στην  από 16.10.2008 Εξώδικο Δήλωση- διαμαρτυρία του εναγόμενου,  υπό την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου και νομίμου εκπροσώπου της ….., επιδοθείσα στον ενάγοντα στις 16.10.2008, στην οποία αναφέρονται για τα ενάγοντα  μεταξύ άλλων, τα εξής:

« … Εφ’ όσον ο κ. ……, ως Πρόεδρος της ΡΑΘΕ γνώριζε ότι ήταν αδύνατον να υπάρχει στην ακτοπλοΐα καρτέλ, πώς συνέπραξε και «ευλόγησε» όλες αυτές τις ενέργειες της Επιτροπής; …Πώς επενέβη και μάλιστα με παράνομο τρόπο, η Επιτροπή αμέσως μετά την παραίτησιν του εκπροσώπου του οικονομικού κολοσσού της ακτοπλοΐας; Πώς παρεμβαίνει, ως συνήγορος του εκπροσώπου του οικονομικού κολοσσού της ακτοπλοΐας [εννοείται η …. … και ο κ. …..] η Επιτροπή Ανταγωνισμού και κατηγορεί το ΔΣ της ΕΕΑ ότι εξώθησε (!!!) εις παραίτησιν τον τέως Πρόεδρο και εκπρόσωπο του οικονομικού κολοσσού; ( εννοείται ο παραιτηθείς κ. …..] Τι εισήγησις είναι αυτή, η οποία παρεμβαίνει εις τα εσωτερικά της Ενώσεως υπέρ συγκεκριμένου οικονομικού κολοσσού και αναφέρει προκλητικά ότι ακόμα και εάν επανήρχετο ο παραιτηθείς Πρόεδρος της ΕΕΑ (το alter ago εις την ακτοπλοΐα, του εκπροσώπου του γνωστού οικονομικού κολοσσού), αυτό θα ήταν ελαφρυντική περίπτωσις (!!!) Εγγράφως σας προσκάλεσα να μου δώσετε εξηγήσεις επί όλων των ανωτέρω. Αναγκάσθηκα να κάνω και συνέντευξιν Τύπου. Σιωπή εσείς. Εγώ πιστεύω ότι σιωπούν οι ένοχοι. Εμένα το 1/10 να μου είχαν καταλογίσει από αυτά που σας καταλογίζουν, θα είχα υποβάλει αμέσως μηνύσεις. … Όμως εγώ δεν καταλογίζω μόνον εις εσάς παράνομες ενέργειες, αλλά και εις άλλα φυσικά πρόσωπα προστηθέντες της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Εις αυτήν την περίπτωσιν επομένως θα πρέπει να υποθέσω ότι όλοι μαζί έχετε μια «εναρμονισμένη πρακτική», μια «οριζόντια ή ότι άλλο γεωμετρικό σχήμα θέλετε σύμπραξιν», ή άλλως πως δια να χρησιμοποιήσουμε και μια νέαν έκφρασιν ένα «καρτέλ συμπεριφοράς»………….

Σας επαναλαμβάνω και πάλι, δεν φοβόμαστε οποιονδήποτε και οτιδήποτε. Όλοι απέναντι του Νόμου είναι ίσοι. Δεν έχουμε κάνει  οτιδήποτε επιλήψιμον.        Αντιθέτως συνειδητά μας βλάπτετε προσπαθώντας να μας καταστρέψετε ή  να μας αναγκάσετε να πουλήσουμε…………….». Σημειωτέον ολόκληρο το κείμενο της ως άνω από 16.10.2008 Εξωδίκου Δηλώσεως του εναγομένου, υπό την εκτεθείσα ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της ….,  συμπεριελήφθη αυτούσιο στην υπ’ αρ. ΑΒΜ ………29.10.2008 πρώτη έγκληση της ως άνω εταιρίας  σε βάρος του για την δήθεν τέλεση από τον ενάγοντα παραβιάσεως υπηρεσιακού απορρήτου και γ) στο από 31.3.2009 υπόμνημα ενώπιον της Πταισματοδίκου του 4ου τμήματος Πειραιώς, το οποίο υπέβαλε ο εναγόμενος υπό την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας …, με αφορμή την  υπ’ αρ. ABM ……. πρώτη των ως άνω εγκλήσεων σε βάρος του ενάγοντος, στο οποίο ανέφερε , μεταξύ άλλων, για τον ενάγοντα τα εξής: « … Δεν έχω την παραμικρά αμφιβολία ότι ο κ. ….. ενήργησε εκ προθέσεως και μάλιστα προμελετημένα………… Ο εγκαλούμενος στόχευσε εις την εξόντωσιν της …. με περαιτέρω σκοπόν να πλήξει την εικόνα και να αναγκάσει εις παραίτησιν τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρον της ΕΕΑ, δηλαδή εμένα, ο οποίος είμαι και ο στρατηγικός επενδυτής της ….. Παρενέβη απροκάλυπτα υπέρ οικονομικού κολοσσού και έλαβε το μέρος του κ. …… Εγνώριζε ότι δεν υπήρχε καρτέλ, διότι πλέον των άλλων, ήταν Πρόεδρος της ΡΑΘΕ. Εγνώριζε ότι με αυτόν τον τρόπο καθιστούσε τη ….. «βορρά» των μεγαλοοικονομικών κολοσσών. Πίστευε ότι υπό την απειλήν προστίμων θ αναγκαζόμεθα να πωλήσουμε …………          ».

δ) στην από 30.10.2008 αίτηση εξαιρέσεως, που υπέβαλε, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας …., κατά του ενάγοντος  και κατά του …….., Εισηγητή της ΕΑ, ενώπιον της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού (σελ. 2, σελ. 9 « … η κατηγορία ότι ο ………. προωθεί δια των προστίμων τα συμφέροντα ανταγωνιστικής εταιρείας στοιχειοθετεί το κώλυμα λόγω έμμεσου προσωπικού συμφέροντος……»

ε)  στο από 20.11.2008 υπόμνημα, που υπέβαλε, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της ……, ενώπιον της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού επί της ανωτέρω αιτήσεως εξαιρέσεως (σελ. 2-3 « …Επιπρόσθετα ο κ. …. δεν μπορεί να δικάσει την υπόθεσιν όταν, ενώ του καταγγέλλονται όλες αυτές οι παρανομίες, δεν κάνει το στοιχειώδες που πρέπει να πράξει ως Πρόεδρος της ΕΑ, ήτοι να διατάξει έρευνα και να αποστείλει πάραυτα την καταγγελίαν εις τον Εισαγγελέα, αλλά αντιθέτως επιλέγει την οδό της σιωπής του ενόχου και της συγκαλύψεως»,

στ) στην από 18.6.2009 ένσταση Ακυρότητας, που υπέβαλε, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της ……, ενώπιον της ΕΑ, κατά της διαδικασίας εκδόσεως της υπ’ αρ. πρωτ. …../16.7.2008 Εισηγήσεως της Γενικής Διευθύνσεως Ανταγωνισμού, της Εισηγήσεως αυτής και της από 16.7.2008 κλητεύσεως της ΕΑ προς παράσταση της ….. ενώπιον της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού (σελ. 29, σελ. 30, σελ. 32, στην οποία αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής : «.. είναι ήλιου φαεινότερον ότι οι συντάκτες της Εισηγήσεως και ο κ. ….., λαμβάνουν ξεκάθαρα το μέρος και παρεμβαίνουν υπέρ του κ. ….….. Το πλέον κρίσιμον και κομβικόν σημείο της υπό κρίση υποθέσεως είναι ότι κ. . ….  και οι συντάξαντες την Εισήγησιν, ανέπτυξαν ομάδα με υποδομή, προκειμένου να κατευθύνουν όλη τη διαδικασία, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να εμφανισθεί η ……., ως δήθεν επιεδείξασα παραβατική συμπεριφορά … Ενήργησαν δηλαδή εκ δόλου και προμελετημένα  (=βάσει αρχήθεν εξυφανθέντος σχεδίου). Ειδικώτερον, ο Πρόεδρος της ΕΑ κ. ……., ο οποίος είναι και ο αρχιτέκτονας όλων αυτών των παράνομων ενεργειών, καλλίτερον παντός άλλου εγνώριζε ότι ουδεμία παραβατική συμπεριφορά υπάρχει εκ μέρους της εταιρείας μας….Μόλις χρειάζεται να επισημανθεί ενταύθα ότι ο κ. .. λόγω της ιδιότητάς του (της προτέρας) εγνώριζε έκτοτε τον κ. ……, του οποίου αναφανδόν το μέρος έλαβε, μη τηρώντας ούτε τα στοιχειώδη προσχήματα…».

ζ)  Παριστάμενος  στη  συνεδρίαση της Β’ Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής την 17.12.2008, όπου δήλωσε για τον ενάγοντα μεταξύ άλλων επί λέξει τα εξής: « ………………… Δεν έχει ασχοληθεί ποτέ εάν υπήρχε καρτέλ. Βεβαιώνουμε -και θα ήθελα να ήταν εδώ για να μας πει – ότι από το καλοκαίρι και μετά σίγουρα δεν υπήρχε καρτέλ. Δεν ξέρω εάν υπήρχε πριν, από τότε που παραιτήθηκε ο Πρόεδρος, αλλά εν πάση περιπτώσει, ο κ. …. , ο οποίος ήταν πρώην επικεφαλής της ΡΑΘΕ …με δόλο ενήργησε να κάνει αυτό ακριβώς για να σκεπάσει τα πραγματικά καρτέλ………….Οι μηνύσεις που έχουν γίνει δεν είναι στον αέρα. Είναι συγκεκριμένες μηνύσεις, είναι συγκεκριμένα δελτία, δεν έχει απαντηθεί τίποτα και μάλιστα δεν έχω μηνυθεί. Όπως αντιλαμβάνεστε, ο πρόεδρος της επιτροπής ανταγωνισμού έχει τεράστιες δυνάμεις. Θα έλεγα ότι έχει πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις από τον εκάστοτε βουλευτή. ……Είδατε αντιμετώπιση; Τον φωνάζετε στη Βουλή και σας λέει ότι δεν μπορεί να έλθει, γιατί υπάρχει αυτή τη στιγμή εν εξέλιξη. Κύριε …, δεν είχες ξαναέλθει πριν ένα μήνα και δεν  είχες καν το θάρρος να καλέσεις τον κατηγορούμενο να απολογηθεί; Ήρθες, μίλησες, καταδίκασες και τώρα σε ενοχλεί να έλθεις στην Επιτροπή να μιλήσεις; Δεν έβγαλες στο διαδίκτυο δελτίο τύπου; Πού έχει ξαναακουστεί Ανεξάρτητη Αρχή να βγάζει δελτίο τύπου; Να σας πω εγώ τι είναι το δελτίο τύπου. Στους εντολείς του, εγώ τη δουλειά την έκανα. …».Επιπλέον, πέραν των όσων ψευδώς υποστήριξε ο εναγόμενος για τον ενάγοντα στις προαναφερόμενες εγκλήσεις, υπομνήματα, εξώδικη δήλωση, συνέντευξη, αιτήσεις κλπ, προέβη κατ΄ επανάληψη, με αφορμή την ως άνω εισήγηση της ΕΑ και το εκδοθέν από τον ενάγοντα ως άνω δελτίο τύπου,   σε σειρά μειωτικών χαρακτηρισμών και κρίσεων για το πρόσωπο του ενάγοντος, βλαπτικών της τιμής και της υπόληψής του, προσβλητικών της προσωπικότητάς του ως  επαγγελματία και κοινωνικού ατόμου και δη: α) Χαρακτηρισμός του εναγόμενου για το πρόσωπο του ενάγοντος  ως «ο κ. Αυθημερόν» – προσβλητικά  σχόλια για την εντολή του  περί ελέγχου στην ΕΕΑ. Συγκεκριμένα  στην προαναφερόμενη συνέντευξη τύπου, την οποία παραχώρησε ο εναγόμενος στην Αίγλη Ζαππείου την ………, μεταξύ άλλων, ανέφερε για τον ενάγοντα  τα εξής:

« … Μέσω του Δελτίου Τύπου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μάθαμε και την ορολογία «down -raid», ήτοι «επιδρομή με την αυγούλα», ελληνιστί! Υπάρχει μια επικοινωνιακή έφεση, όπως βλέπετε κι εσείς από την πλευρά της «Αρχής», εκτός και αν είναι «έμπνευση» του εισηγητή, ο οποίος φαντάζεται τον εαυτό του ως πρωταγωνιστή στο «Miami Vice», να κυνηγά λαθρέμπορους, κι όχι να ελέγχει τα μέλη μιας Ένωσης νόμιμων επιχειρήσεων…

Οι παλιότεροι γνώριζαν ότι αν την αυγή χτυπήσει η πόρτα σου θα είναι ο γαλατάς. Οι λίγο νεώτεροι έμαθαν ότι αν την αυγή χτυπήσει η πόρτα σου δεν είναι ο γαλατάς αλλά κάποιοι άλλοι, συνήθως χωροφύλακες. Έπρεπε να φτάσει το 2008, 25 χρόνια μετά την κατάργηση Χωροφυλακής, για να παίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού τον ρόλο του χωροφύλακα και του μπαμπούλα …

… Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι Πρόεδρος ο κ. ….. Ο κ. ….. (στο εξής ο κ. Αυθημερόν)είναι πρώην Πρόεδρος της ΡΑΘΕ από την οποία παραιτήθηκε για λόγους που δεν γνωρίζουμε…………..

Στα καθήκοντα του κ. Αυθημερόν στην ΡΑΘΕ περιλαμβανόταν η εποπτεία των θεμάτων που κανονικά εποπτεύονται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού……….

Και έρχεται σήμερα να ανακαλύψει ο κ. Αυθημερόν ως Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού ότι ως πρώην Πρόεδρος της ΡΑΘΕ δεν έκανε καλά τη δουλειά του και δεν είχε ανακαλύψει το καρτέλ. Δηλαδή άμα γίνει Αρχιεπίσκοπος θα μας αφορίσει όλους; …». Εξάλλου τον ίδιο προσβλητικό για την προσωπικότητα του ενάγοντος χαρακτηρισμό επανέλαβε και στο από 21.7.2008 «δελτίο τύπου που εξέδωσε υπό την ιδιότητά του ως διευθύνοντος Συμβούλου της ….., στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων:

«… Την Τετάρτη 16/7/2008 συνετάγη μία εισήγηση περίπου διακοσίων σελίδων η οποία κοινοποιήθηκε στον Πρόεδρο της Επιτροπής αυθημερόν. Ο κ. Πρόεδρος αφού την αξιολόγησε (και αυτός αυθημερόν) απεφάνθη (επίσης αυθημερόν) ότι θα πρέπει να κληθούν οι εμπλεκόμενοι ενώπιον της Επιτροπής. Εν συνεχεία (επίσης αυθημερόν) όρισε ημερομηνία συνεδριάσεως και έδωσε εντολή στην Γραμματεία να καλέσει τους εμπλεκομένους. Η γραμματεία (επίσης αυθημερόν) συνέταξε δέκα πέντε τον αριθμό κλητεύσεις, τις παρέδωσε σε αντίστοιχους δικαστικούς επιμελητές, οι οποίοι τις κοινοποίησαν σε Αθήνα και επαρχία την επομένη το πρωί. Μόλις κοινοποιήθηκαν, η Επιτροπή συνέταξε και δελτίο τύπου Ίσως από μετριοφροσύνη (ίσως όμως και από ταπεινότητα) στο δελτίο τύπου αυτό η Επιτροπή δεν ανέφερε ότι όλα έγιναν αυθημερόν και με άψογο συντονισμό……». Το ως άνω κείμενο του προαναφερόμενου δελτίου Τύπου περιελήφθη αυτούσιο στην υπ’ αρ. ΑΒΜ ……./29.10.2008 (πρώτη) έγκληση της εκπροσωπουμενης απ΄ αυτόν εταιρίας εναντίον του ενάγοντος (βλ. σελ. 10-14 της εγκλήσεως) καθώς και στην υπ’ αρ. ΑΒΜ ……../19.11.2008 (δεύτερη) έγκληση της εκπροσωπούμενης απ΄ αυτόν εταιρίας εναντίον του ενάγοντος  (σελ. 9-13 αυτής). β) χαρακτηρισμός του ενάγοντος από τον εναγόμενο ως «ψεύτη» και ισχυρισμός  του ότι «ευτελίζει τον θεσμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού». Ειδικότερα κατά την ανωτέρω ομιλία του εναγόμενου  στην Επιτροπή της Βουλής στις 17-12-2008, ο εναγόμενος ανέφερε για τον ενάγοντα  και τα εξής:

« … Ο θεσμός της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι πάρα πολύ σπουδαίος και η άποψή μας είναι ότι ο Πρόεδρος εξευτελίζει το θεσμό αυτό και είναι κάτι που, κυρίως, θα το πληρώσουν οι επιβάτες. …». Μετά δε την παρουσία του στην Επιτροπή της Βουλής, ο εναγόμενος,  ως Πρόεδρος της Ενώσεως Επιχειρήσεων Ακτοπλοΐας, εξέδωσε το από 17.12.2008 Δελτίο Τύπου, στο οποίο, ανέφερε, μεταξύ άλλων για τον ενάγοντα τα εξής :

« … Είναι απαράδεκτο που ο κ. ……, αν και κλήθηκε προς τούτο, δεν θέλησε, επικαλούμενος δήθεν ηθικό κώλυμα, να ενημερώσει την Βουλή των Ελλήνων για τον εγκληματικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει το θέμα της ακτοπλοΐας ως Επιτροπή Ανταγωνισμού. Θλίβομαι για τη θεσμικά προσβλητική και καθόλα ανεύθυνη συμπεριφορά του. Φαίνεται ότι εκτός από το ακαταδίωκτο, που προσπαθεί να εξασφαλίσει για τον εαυτό του μέσα από φωτογραφικές διατάξεις, τώρα απέκτησε και το «ηθικό» δικαίωμα να μην απολογείται ενώπιον των Ελλήνων Βουλευτών για τις πράξεις και φυσικά τις μεθοδεύσεις του». Σε δηλώσεις του δε σε δημοσιογράφους και εφημερίδες, μετά την έκδοση  του ως άνω δελτίου τύπου, δήλωσε για τον ενάγοντα τα εξής «Είναι ψεύτης, που δρα κατ εντολήν κακοβούλως, δολίως, ενώ ευτελίζει την επιτροπή ανταγωνισμού (βλ.εφημερίδα … 18.12.2008, εφημερίδα ….., 18.12.2008). Επίσης, στο από 14.5.2009 δελτίο τύπου, που εξέδωσε υπό την ιδιότητά του ως διευθύνοντος συμβούλου της …., ο εναγόμενος ανέφερε για τον ενάγοντα , μεταξύ άλλων τα εξής :

«………………….Διαβάσαμε σήμερα στις εφημερίδες την «είδηση» ότι ο………. υπέβαλε την παραίτησή του από την θέση του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Ο γνωστός στο Πανελλήνιο για τα κατορθώματά του, ….., για μία ακόμη φορά επέλεξε την μέθοδο της διαρροής για να πει αυτά που ήθελε … Όσον αφορά την ζημία στο κύρος της Επιτροπής που αναφέρει ο ……, η προσωπική μου εκτίμηση και θέση είναι ότι αυτός που φθείρει το κύρος της περισσότερο από κάθε άλλον είναι ίδιος. Εξάλλου είναι πολύ υποκριτικοί οι λόγοι της «παραιτήσεώς» του ……… Δεν παραιτήθηκε όταν μπλέχτηκε το όνομά του στην γνωστή υπόθεση των γαλάτων και παραιτείται τώρα για αυτούς τους λόγους που αναφέρει στην επιστολή του; Τι επιλεκτική ευθιξία είναι αυτή; Και τι απώλεια μνήμης; …Όπως ακούγεται στους γνωρίζοντες, ο …… αναγκάσθηκε σε παραίτηση από εμένα… Ποια η σχέση του …. με τον οικονομικό κολοσσό; Τι τον ώθησε αυτόν και τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους να θέλουν ως Πρόεδρο τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του οικονομικού κολοσσού; Γιατί αμέσως μετά την εκλογή μου ως Προέδρου της ΕΕΑ κατασκεύασε όλη αυτή την ιστορία για δήθεν στρεβλωτικές συμπεριφορές που έχουν να κάνουν με το δίκαιο του ανταγωνισμού; … Αυτός είναι ο ……… Και αυτή είναι η απάντησή μου στην «αναγκαστική» κατ’ εμέ παραίτησή του …..».

Επιπλέον των όσων ως άνω ψευδώς υποστήριξε ο εναγόμενος για τον ενάγοντα περί παραβιάσεως του υπηρεσιακού απορρήτου και πλημμελούς και μεροληπτικής εκτέλεσης των καθηκόντων του, κατά τα προαναφερόμενα, καθώς και των παραπάνω εξυβριστικών, μειωτικών χαρακτηρισμών και κρίσεών του για το πρόσωπο του ενάγοντος, με αφορμή το από 21.11.2008 σχέδιο νόμου «περί προώθησης της συμπαραγωγής δύο ή περισσότερων χρήσιμων μορφών ενέργειας, ρύθμιση ζητημάτων σχετικών με το Υδροηλεκτρικό Εργο Μεσοχώρας και άλλες διατάξεις»και δη το άρθρο 34 αυτού, το οποίο  αναφερόταν σε τροποποιήσεις του Ν.703/1977, που σημειωτέον ουδέποτε ψηφίστηκε ως έχει στο ως άνω σχέδιο, κατά τα κατωτέρω,  ανέφερε για τον ενάγοντα επί λέξει τα εξής:

α) Στο από 4.12.2008 «………» με τίτλο : «Απ. …: Ποιος δωρίζει ασυλία στον κ. ….;», αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«… Έκπληκτοι σήμερα πληροφορηθήκαμε ότι σε εντελώς άσχετο νομοσχέδιο που κατατέθηκε μία ημέρα μετά την υποβολή της δεύτερης μηνύσεως κατά του κ. …. … κάποιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και στελέχη επιχειρούν κρυφά μέσω του άρθρου 34 … να περάσουν «φωτογραφική» διάταξη υπέρ του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού κου ….. …Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, παρατείνεται και η θητεία του Προέδρου, των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των αναπληρωτών τους η οποία μέχρι τώρα από συστάσεως της Επιτροπής ήταν τριετής, για άλλα τρία χρόνια. Και γιατί όχι; Είχαν δύναμη, εξουσία και καλό μισθό. Τώρα έχουν και το ακαταδίωκτο …

Και θα διατυπώσω τις ακόλουθες απορίες μας:  Τι είναι αυτό που έκανε τον αρμόδιο Υπουργό να αποφασίσει λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της θητείας του κ. ….. – και άλλων προσώπων- να φέρει νομοσχέδιο για την ανανέωσή της; Εκτιμήθηκαν τα προσόντα και οι υπηρεσίες του κ. …..-και  και όχι μόνον- «στο παρά πέντε»;Είναι αλήθεια ότι το Νομοσχέδιο κατατέθηκε αφού ο κ. ….. είχε λάβει στα χέρια του τις μηνύσεις της …. για τις οποίες είχε και εγγράφως προειδοποιηθεί για σωρεία παραβάσεων του μισού Ποινικού Κώδικα; ……  Έχει κάνει κάτι ο κ. …. … και οι συν αυτώ για να χρειάζεται … ασυλία (!!) και νομική κάλυψη; Διότι εάν έχει κάνει κάτι, τότε αυτοί που προσπαθούν να του παρέχουν ασυλία … κάποιο λόγο θα έχουν γι ’ αυτό      »

β) Στην από 17.12.2008 Ομιλία του ενώπιον της Β Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου, ανέφερε, μεταξύ άλλων:

« … Ζητάει και έχει περάσει, μέσα από ένα άσχετο νομοσχέδιο, ασυλία στην ουσία μεγαλύτερη από ότι έχετε, εσείς, οι Βουλευτές. Δηλώνει ψευδώς ότι αυτό ισχύει για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, που δεν ισχύει … Ούτε εσείς οι Βουλευτές δεν έχετε αυτό που ζητάει για τον εαυτό του ο κ. …. και, μάλιστα, τέτοια εποχή     … Δεν μπορεί, μέσα στα Χριστούγεννα, να ζητάει ασυλία. Ζητάει ασυλία, γιατί γνωρίζει ότι κινδυνεύει και ζητάει ασυλία από τους εντολείς του

… Μετά από όλα αυτά, αφού κάνουμε τις μηνύσεις, έρχεται μέσα σε ένα άσχετο νομοσχέδιο στη Βουλή, ασυλία στον κ. …… … Το πρόβλημα του ελληνικού λαού αυτή τη στιγμή, είναι η ασυλία του κ. ….; Δεν έχει ασυλία ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο Πρόεδρος των Εισαγγελέων, ο Αρχηγός του Στρατού, ο Υπουργός, δεν έχετε εσείς και θα έχει ο κ. …..; Τι κοινό έχει ο κ. …. με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για να έχει ασυλία και αυτός;

… Είναι εξωφρενικό, τέτοιες εποχές, σε τέτοια σοβαρή κατάσταση που βρίσκεται η χώρα και η παγκόσμια οικονομία, θα έλεγα και η Κυβέρνηση να έχει το θράσος να ζητάει μέσω του εντολέα του, ασυλία για συγκεκριμένες πράξεις, μετά από δυο μηνύσεις που έχω κάνει…        Δεν μπορεί να λέει δώστε μου προστασία., επειδή θα με κυνηγήσουν οι κακοί.

Σε ποιον θα δώσει προστασία; Σε αυτόν που έχει τεράστιες δυνάμεις, τεράστιες δυνατότητες, να κάνει «ντου» χωρίς Εισαγγελέα, που είναι πάνω από τον δικαστή; Αυτόν εσείς θα προστατέψετε, μην του κάνουμε μήνυση; Ποιοι, εμείς οι Ακτοπλόοι;    ».

γ) Την ίδια ημέρα 17.12.2008, η ΕΕΑ, Πρόεδρος της οποίας ήταν ο εναγόμενος,  εξέδωσε Δελτίο Τύπου με τίτλο: «Απ. …..: Συνεχίζει να προσβάλει τους θεσμούς ο κ. …..», στο οποίο, αναφέρονται κάποιες από τις δηλώσεις του εναγομένου ενώπιον της Βουλής, μεταξύ των οποίων: « … Φαίνεται ότι εκτός από το ακαταδίωκτο, που προσπαθεί να εξασφαλίσει για τον εαυτό του μέσα από φωτογραφικές διατάξεις, τώρα απέκτησε και το «ηθικό» δικαίωμα να μην απολογείται ενώπιον των Ελλήνων Βουλευτών για τις πράξεις και φυσικά τις μεθοδεύσεις του».

δ) Στο από 14.5.2009 Δελτίο Τύπου του εναγομένου (υπό την ιδιότητα του Διευθύνοντος Συμβούλου της …….), αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:

« … Αυτός ο άνθρωπος που σήμερα μιλάει για θεσμική ευπρέπεια, είναι ο ίδιος άνθρωπος που σε συνεννόηση με κάποιους όμοιούς του προσπάθησε να περάσει μέσα σε άσχετο νομοσχέδιο που αφορούσε τα υδροηλεκτρικά έργα της Μεσοχώρας, κρυφίως τα Χριστούγεννα, διάταξη σύμφωνα με την οποία προεβλέπετο το ακαταδίωκτο του εαυτού του … Μάλλον έτσι την καταλαβαίνει την ευπρέπεια. Ευπρεπής δηλαδή είναι κάποιος όταν δεν μπορούν να τον πιάσουν; Εγώ αλλιώς το ήξερα. Τότε λοιπόν και εφόσον θα διασφαλίζετο το ακαταδίωκτο του ………. για κάθε τυχόν αυθαιρεσία του και κάθε τυχόν παρανομία του, θα ήθελε να παραταθεί η θητεία του και να είναι Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Ακαταδίωκτος και με θεσμική ευπρέπεια. …» κ αι

ε) Στην από 15.7.2009 ομιλία του προς την ΕΕΑ ο  εναγόμενος ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«… Η Επιτροπή Ανταγωνισμού αναφέρεται ως ανεξάρτητη αρχή. Για να είναι όμως πραγματικά ανεξάρτητη πρέπει να είναι και ο Πρόεδρός της ανεξάρτητος. Αυτός όμως αντί για ανεξάρτητος προτίμησε να γίνει ακαταδίωκτος, αλλά δυστυχώς γι’ αυτό, δεν το πέτυχε!! Μετά μπέρδεψε πάλι την ανεξαρτησία με την παραίτηση και παραιτήθηκε. Ούτε και αυτό του πέτυχε όμως και έτσι είναι ακόμα Πρόεδρος. Παρολίγον ακαταδίωκτος, ολίγον παραιτηθείς και κατά δήλωσή του θεσμικά ευπρεπής…».

Όλοι οι ως άνω ισχυρισμοί του εναγόμενου σε βάρος του ενάγοντος, «περί ασυλίας» και επιχειρήσεως ψηφίσεως «φωτογραφικής διατάξεως» υπέρ του, είναι ψευδείς, ο δε εναγόμενος προέβη σε αυτές εν γνώσει της αναλήθειάς τους. Και αυτό διότι: Στο άρθρο 34 του προαναφερόμενου σχεδίου νόμου, στο οποίο αναφέρεται ο εναγόμενος,  επί λέξει αναγράφονταν  , μεταξύ άλλων, τα εξής: « 1α. Το γ εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.703/1977 (ΦΕΚ 278Α), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: « Η θητεία του Προέδρου, των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των αναπληρωτών τους είναι τριετής. Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί…….γ. Η παράγραφος 16 του άρθρου 8 του Ν.703/1977, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής. «16. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει νομική προσωπικότητα και πλήρη ικανότητα διαδίκου. Τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού και το προσωπικό των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού δεν διώκονται ποινικώς και δεν υπέχουν αστική ευθύνη έναντι οποιουδήποτε για πράξεις ή παραλείψεις  εντός των πλαισίων, των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων τους,           σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 703/1977,  εκτός αν ενήργησαν εκ δόλου». Το ως άνω άρθρο 34 με την προαναφερόμενη μορφή του ουδέποτε ψηφίστηκε. Σύμφωνα, εξάλλου,  με το άρθρο 8 παρ. 20 του Ν. 703/1977: «Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει νομική προσωπικότητα και παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες. Το άρθρο 18 του     ν. 3728/2008 (ΦΕΚ 258 Α) εφαρμόζεται αναλόγως για τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τακτικά και αναπληρωματικά και το προσωπικό της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, όταν δρουν εντός  ων πλαισίων των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του  παρόντος νόμου». Η ως άνω παρ. 20 του άρθρου 8 του Ν. 703/1977 προστέθηκε με το άρθρο 11 του ψηφισθέντος Ν. 3784/2009 (ΦΕΚ A 137/7.8.2009), που  τέθηκε σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι μετά τη λήξη της θητείας του ενάγοντος, ως Προέδρου της ΕΑ, αφού, κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω, ο ενάγων διετέλεσε  Πρόεδρος της αρχής μέχρι τις  2-9-2009. Το  ανωτέρω άρθρο 18 του Ν. 3728/2008 (η ισχύς του οποίου, κατά τα προαναφερόμενα, επεκτάθηκε από τις 7.9.2009, δυνάμει του ως άνω νόμου  και για τα μέλη και το προσωπικό της Επιτροπής Ανταγωνισμού) ορίζει τα εξής:«Ο Ειδικός Γραμματέας και το προσωπικό της Υπηρεσίας Εποπτείας Αγοράς δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός αν ενήργησαν εκ δόλου ή παραβίασαν το απόρρητο των πληροφοριών και στοιχείων, που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του στοιχείου α του άρθρου 4 του νόμου αυτού ή παρέβησαν το καθήκον εχεμύθειας του άρθρου 26 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ (ν. 3528/2007)». Ως εκ τούτου ο εναγόμενος τελούσε εν γνώσει της αναλήθειας των ως άνω ισχυρισμών του σε βάρος του ενάγοντος : α) αφ’ ενός μεν γνώριζε ότι  τόσο η ως άνω προταθείσα προς ψήφιση διάταξη όσο και η τελικώς ψηφισθείσα δεν αφορούν αξιόποινες πράξεις εκ δόλου τελούμενες, ο δε ενάγων καταμηνύθηκε απ αυτόν για παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου και ηθική αυτουργία σε παράβαση καθήκοντος, ήτοι για αξιόποινες πράξεις τελεσθείσες εκ δόλου και ως εκ τούτου  η ως άνω διάταξη, τόσο η προταθείσα προς ψήφιση όσο και η τελικώς ψηφισθείσα, ουδεμία ασυλία ή ακαταδίωκτο  μπορούσε να εξασφαλίσει στον ενάγοντα, πλην όμως πρόβαλε τους σχετικούς ως άνω ισχυρισμούς του προς δημιουργία δυσμενών εντυπώσεων σε βάρος του ενάγοντος και συκοφαντήσεώς του β) γνώριζε, καλώς, επίσης, ότι δεν υπήρχε θέμα ανανέωσης της θητείας του ενάγοντος, αφού, κατ΄ άρθρο  8 παρ. 4 του Ν. 703/77, επιτρέπονται  μόνο δύο θητείες για τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής, ο δε ενάγων, κατά τα προαναφερόμενα διήυνε, κατά το χρόνο εκείνο, τη δεύτερη θητεία του και ως εκ τούτου δε μπορούσε αυτή εκ του νόμου να παραταθεί εκ νέου.

Όλων δε των ως άνω ψευδών περιστατικών, τα οποία ισχυρίσθηκε ο εναγόμενος σε βάρος του ενάγοντος, γνωρίζοντας την αναλήθειά τους, και των προαναφερόμενων μειωτικών χαρακτηρισμών και κρίσεών του για το πρόσωπο του ενάγοντος έλαβαν γνώση πλήθος φυσικών προσώπων και αρχών, ήτοι  μεταξύ άλλων, ο Εισαγγελέας  Πρωτοδικών και Εφετών, γραμματείς των Δικαστηρίων Αθήνας και Πειραιά, ο Πταισματοδίκης του 4ου τμήματος Πειραιά, τα μέλη της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τα μέλη της Β΄ Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, ο  δικαστικός επιμελητής κλπ,  που εμπίπτουν στην έννοια του τρίτου των άρθρων 362 και 363 ΠΚ, παρά τα αβασίμως υποστηριζόμενα από τον εναγόμενο στην ένδικη έφεσή του, αφού, τρίτος, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, μπορεί να είναι οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως οι προαναφερόμενοι. Όλα τα ως άνω ψευδή περιστατικά και οι μειωτικοί χαρακτηρισμοί, προσβάλλουν   καταφανώς την τιμή και υπόληψη και την εν γένει προσωπικότητα του ενάγοντος, ως επαγγελματία αλλά και ως ανθρώπου, αφού σκιαγραφούν μια εντελώς αρνητική για αυτόν εικόνα και αμφισβητούν την υπηρεσιακή του αξία, και ήταν πρόσφορες να βλάψουν, όπως και πράγματι έβλαψαν, την τιμή και την υπόληψή του. Ολόκληρο το κείμενο των ως άνω εγκλήσεων, υπομνημάτων, δελτίων τύπου, εξώδικης δήλωσης κλπ, ενείχαν,  κατά την αντικειμενική τους εκτίμηση, το στοιχείο της συκοφαντικής δυσφήμησης και της σπίλωσης της επαγγελματικής ύπαρξης και της προσωπικής υπόστασης του ενάγοντος, παρουσιάζοντάς τον ως υπηρεσιακώς ανεπαρκή και παρανομούντα υπάλληλο και δη Πρόεδρο μίας Ανεξάρτητης Αρχής, με προφανή σκοπό την καταφρόνηση του προσώπου του και την επαγγελματική του απαξίωση, σε τρόπο ώστε να συντρέχουν τα στοιχεία τόσο της συκοφαντικής δυσφήμησης όσο και της εξύβρισης σε βάρος του. Έτσι, εφόσον στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν τα στοιχεία της συκοφαντικής δυσφήμησης (άρθρα 361, 362 ΠΚ), καθώς και σκοπός εξύβρισης (άρθρο 361 ΠΚ) του ενάγοντος, δεν μπορεί, κατά τα προεκτεθέντα, να τύχει εφαρμογής το άρθρο 367 παρ.1 ΠΚ,  που επικαλείται ο εναγόμενος στην ένδικη έφεσή του, υποστηρίζοντας ότι σκοπός του με τους ως άνω ισχυρισμούς του δεν ήταν να θίξει την τιμή και υπόληψη του ενάγοντος αλλά προέβη σ΄ αυτούς από δικαιολογημένο ενδιαφέρον, προς διαφύλαξη των δικαιωμάτων της ΕΕΑ, που αυτός προΐστατο και της εκπροσωπούμενης απ΄ αυτόν εταιρίας, στην οποία ήταν και μέτοχος, ώστε να αίρεται ο άδικος χαρακτήρας των πράξεων του εναγόμενου, και ως εκ τούτου ο σχετικός ισχυρισμός του τελευταίου (ένσταση) τυγχάνει απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος.

Από την ανωτέρω δε παράνομη και υπαίτια αδικοπρακτική, συκοφαντική και εξυβριστική συμπεριφορά του εναγόμενου ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη. Για την αποκατάσταση αυτής,  λαμβανομένων υπόψη του  αγαθού, που προσεβλήθη (προσωπικότητα), της βαρύτητας της προσβολής, του τρόπου αυτής, του τόπου, χρόνου και της διάρκειάς της, της υπαιτιότητας του εναγόμενου,  της έκτασης της προκληθείσας βλάβης, της έκτασης δημοσιότητας της προσβολής, αφού αυτή περιήλθε σε γνώση μεγάλου αριθμού  τρίτων προσώπων, του μεγέθους της πικρίας που δοκίμασε ο ενάγων, των συνθηκών της  ζωής και της περιουσιακής κατάστασης των διαδίκων, το δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα,  ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 30.000 ευρώ, το οποίο, λαμβανομένων υπόψη των αναγκαίων όρων του άρθρου 932 ΑΚ, ενόψει και της προηγηθείσας νομικής σκέψης, κρίνεται εύλογο.

Κατόπιν όλων αυτών, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και ουσιαστικά και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στον ενάγοντα το ως άνω ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ενόψει δε του ότι, κατά την κρίση του δικαστηρίου, υφίσταται βάσιμη απειλή επανάληψης προσβολής προσωπικότητας του ενάγοντος, πρέπει το σχετικό αίτημα της αγωγής για παράλειψη από πλευράς του εναγόμενου παρεμφερούς προσβολής του  στο μέλλον, να γίνει δεκτό και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Περαιτέρω, όμως, τα αιτήματα α) περί κοινοποίησης ανακλητικής-ανασκευαστικής δηλώσεως εκ μέρους του εναγόμενου και περί δημοσιεύσεως του διατακτικού της αποφάσεως σε δύο εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα, διότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν κρίνονται αναγκαία και πρόσφορα από τις περιστάσεις μέτρα για την αναίρεση της γενόμενης προσβολής του, εν όψει και της νυν επιδικαζόμενης χρηματικής αποκαταστάσεως της ηθικής του βλάβης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 59,299 και 932, με την οποία σκοπείται  αποκλειστικά, κατ΄ έκταση, είδος και περιεχόμενο, η ικανοποίησή του, ως θιγέντος από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγόμενου  και β) περί  απαγγελίας της προσωπικής του κράτησης, ως μέσου αναγκαστικής εκτέλεσης της παρούσας, διότι από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε αφεγγυότητα του εναγόμενου ή κακοπιστία του ως προς την ικανοποίηση της απαίτησης του ενάγοντος (ΕφΘεσ 1336/2018, ΕφΠειρ 8/2016, ΕΑ 3071/2014, δημοσιευμένες στη Νόμος) την οποία, εξάλλου, ούτε ο ίδιος ο ενάγων επικαλείται. Μέρος, τέλος, των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας βαρύνουν τον εναγόμενο, λόγω της εν μέρει ήττας του στη δίκη αυτή (άρθρα 178 παρ.1, 183 ΚΠολΔ και 191 παρ.2 ΚΠολΔ.), ενώ για το  παράβολο, ποσού 150,00 ευρώ, που αυτός (εναγόμενος) προκατέβαλε κατά την κατάθεση της εφέσεως του,   πρέπει να διαταχθεί κατά πλειοψηφία η   απόδοσή του σε αυτόν (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Κατά τη μειοψηφούσα άποψη της Προέδρου το παράβολο έπρεπε να εισαχθεί στο Δημόσιο Ταμείο, καθώς ο εναγόμενος, που δεν εμφανίστηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και δικάστηκε ερήμην, ηττήθηκε στη δίκη  με τη μερική παραδοχή της σε βάρος του αγωγής, ενώ, όπως συνάγεται από τη διατύπωση του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά και το ν. 4335/2015, η ολική ή μερική νίκη του καταθέσαντος το παράβολο αναφέρεται στην ουσία της υπόθεσης. Η κρίση αυτή επιρρωνύεται από την αιτιολογική έκθεση του νόμου 4055/2012, σχετικά με το άρθρο 12 αυτού, που επέβαλε την κατάθεση παραβόλου επί άσκησης ένδικων μέσων, όπου αναφέρεται ότι : 1) οι ρυθμίσεις  του ως άνω άρθρου αποβλέπουν στο να αποτρέπεται η άσκηση αβάσιμων ένδικων μέσων και 2) αν ο διάδικος, που κατέθεσε παράβολο, νικήσει κατά τη δίκη, που με δική του πρωτοβουλία άνοιξε, το καταβληθέν παράβολο θα του επιστραφεί, διαφορετικά το δικαστήριο θα διατάξει την εισαγωγή αυτού στο δημόσιο ταμείο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση  με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ ουσία  την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 4193/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2010  αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή .

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον  εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ  αυτόν να παραλείπει στο μέλλον κάθε παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος  ιδίως δε δια της επανάληψης των αναληθών ισχυρισμών, χαρακτηρισμών και κρίσεων, που αφορούν στον ενάγοντα και οι οποίοι αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας και απειλεί σε βάρος του χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας τριών (3) μηνών για κάθε παραβίαση της υποχρεώσεώς του αυτής.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ, κατά πλειοψηφία,  την   επιστροφή   του  με αριθμό ……….. / 2017  ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού 150 ευρώ, στον καταθέσαντα εκκαλούντα.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος  και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει σε χίλια πεντακόσια (1.500,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 21η Μαρτίου 2019 και δημοσιεύθηκε στις 6 Μαΐου 2019 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

 

Η  ΠPOEΔPOΣ                                Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ