Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 325/2020

Νομικά θέματα που αντιμετωπίστηκαν:

Η επίδοση των δικογράφων προς το Δημόσιο, πρέπει να γίνεται, με ποινή ακυρότητας, τόσο στον Υπουργό Οικονομικών και ήδη στον Προϊστάμενο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε), όσο και στο αρμόδιο όργανο και τούτο για μεγαλύτερη εξασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν δεν επιδοθεί το δικόγραφο και στον Υπουργό Οικονομικών, η επίδοση δεν έχει ολοκληρωθεί και δεν παράγει έννομες συνέπειες, με αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως βλάβης του Δημοσίου, να επέρχεται απαράδεκτο ή ακυρότητα, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Εξάλλου, η (πλασματική) αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η με τον τρόπο αυτό συναγόμενη αποδοχή δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της κατάστασης που διαμόρφωσε τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε, αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η πλάνη δε αυτή, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας, ενώ, τέλος η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας είναι δυνατό να στραφεί και κατά του δανειστή της κληρονομίας.

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  325/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τους Δικαστές Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, Χρυσούλα Πλατιά, Ελένη Σκριβάνου – Εισηγήτρια, Εφέτες και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Κατά το άρθρο 126 παρ. 1 εδ. ε΄ του ΚΠολΔ, η επίδοση για το Δημόσιο γίνεται σε εκείνους που το εκπροσωπούν σύμφωνα με το νόμο. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 5 του Κώδικα των νόμων περί δικών του Δημοσίου (Διάταγμα 26.6/10-7-1944), ορίζεται ότι, μόνο οι κοινοποιήσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών οποιουδήποτε δικογράφου επί δικών του Δημοσίου, παράγουν νόμιμες συνέπειες και ότι, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και όταν το Δημόσιο εκπροσωπείται δικαστικώς από άλλον, εκτός του Υπουργού των Οικονομικών, είτε από τους διευθυντές των ταμείων ή Οικονομικούς εφόρους ή τελώνες ή άλλο οποιοδήποτε κρατικό όργανο, οπότε η επίδοση προς τον Υπουργό των Οικονομικών απαιτείται προσθέτως, με συνέπεια, στην περίπτωση παράλειψής της, την ακυρότητα, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, για να είναι έγκυρη η επίδοση προς το Δημόσιο του σχετικού δικογράφου, πρέπει να γίνει, με ποινή ακυρότητας (απαραδέκτου στις δίκες του Κ.Ε.Δ.Ε.), τόσο στον Υπουργό Οικονομικών, όσο και στο αρμόδιο όργανο και τούτο για μεγαλύτερη εξασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν δεν επιδοθεί το δικόγραφο και στον Υπουργό Οικονομικών, η επίδοση δεν έχει ολοκληρωθεί και δεν παράγει έννομες συνέπειες, με αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως βλάβης του Δημοσίου, να επέρχεται απαράδεκτο ή ακυρότητα, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (Ολ.ΑΠ 34/1988, ΝοΒ 1989.1200, ΑΠ 1270/2014, ΑΠ 1570/2013, ΑΠ 1801/2012, ΑΠ 126/2012, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 15/2011, ΕλΔ 2011.452, ΑΠ 1515/2010, ΕλΔ 2011.451). Οι διατάξεις αυτές δεν παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας και δεν αντίκεινται στα άρθρα 25 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 παρ. 1, 8 παρ. 2, 9 παρ. 2 και 10 παρ. 2 της Ε.Σ.Δ.Α. (Α.Ε.Δ. 27/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1270/2014, ΑΠ 1801/2012, ΑΠ 126/2012 ο.π). Ήδη, όμως, σύμφωνα με άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 4389/2016: «Συνιστάται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε, στο εξής η «Αρχή»), με σκοπό τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων, που άπτονται του πεδίου των αρμοδιοτήτων της», ενώ κατά το άρθρο 36 παρ. 1 του ίδιου νόμου: «Η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Διοικητή της και παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή τις έννομες σχέσεις που την αφορούν. Οι επιδόσεις των δικογράφων στις δίκες αυτές γίνονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προς τον Διοικητή, αντί του Υπουργού των Οικονομικών και τέλος κατά τη διάταξη του άρθρου 43: «Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ισχύουν από 1η Ιανουαρίου 2017». Από τις σαφείς αυτές διατάξεις του Ν. 4389/2016 συνάγεται ότι, από 1-1-2017, για να είναι έγκυρη η επίδοση προς το Δημόσιο πρέπει να γίνει με ποινή ακυρότητας, τόσο στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε, όσο και στο αρμόδιο όργανο, ενώ καταργήθηκε η υποχρέωση κοινοποίησης στον Υπουργό Οικονομικών. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν δεν επιδοθεί το δικόγραφο και στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε, η επίδοση δεν έχει ολοκληρωθεί και δεν παράγει έννομες συνέπειες, με αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως βλάβης του Δημοσίου ή της παράστασής του ενώπιον του Δικαστηρίου, να επέρχεται απαράδεκτο ή ακυρότητα, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (Ολ.ΑΠ 34/1988, ΑΠ 1274/2014, ΑΠ 126/2012, ο.π).

Η κρινόμενη έφεση του εκκαλούντος – εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, κατά της υπ΄αρ. 3284/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο δίκασε επί αγωγής των εναγόντων ήδη εφεσίβλητων, κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εντός της νόμιμης προθεσμίας των 30 ημερών (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ), παρά τον περί του αντιθέτου αβάσιμο ισχυρισμό των εφεσίβλητων, δεδομένου ότι η επίδοση της εκκαλουμένης προς το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο και ειδικότερα στο Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε), έλαβε χώρα στις 13-6-2019 (βλ. υπ΄αρ. ……/13-6-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αθηνών ………….) και η κρινόμενη έφεση κατατέθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 18-6-2019, όπως προκύπτει από την, αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, έκθεση κατάθεσης. Η ημερομηνία της 26ης -2-2019, κατά την οποία είχε προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας (όπως προκύπτει από την υπ΄αρ. ……./26-2-2019 έκθεση επίδοσης του ως άνω δικαστικού επιμελητή), δεν αποτελεί αφετηρία της ως άνω προθεσμίας για την άσκηση της έφεσης, καθώς η επίδοση προς το Ελληνικό Δημόσιο θεωρείται έγκυρη και ολοκληρωμένη, μόνο εφόσον έχει λάβει χώρα τόσο στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε, όσο και στο αρμόδιο όργανο, σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη.Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί περαιτέρω  από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο κατά την ίδια (τακτική) διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, (όπως οι διατάξεις της ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν.4335/23-7-2015, που καταλαμβάνει τις αγωγές και τα ένδικα μέσα, που ασκήθηκαν μετά την 1-1-2016, όπως εν προκειμένω), ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), ενώ το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο απαλλάσσεται της υποχρέωσης καταβολής του προβλεπόμενου, από το άρθρο 495 παρ.3 εδ.αΚΠολΔ, παραβόλου.

Σύμφωνα με τα άρθρα 1847 παρ. 1 εδ.α και 1850 εδ. β του ΑΚ,ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της. Αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή. Κατά δε το άρθρο 1857 εδ. β περ. 1, γ και δ του ίδιου Κώδικα, η αποδοχή της κληρονομίας που οφείλεται σε πλάνη κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες. Η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό ή το παθητικό της κληρονομίας δεν θεωρείται ουσιώδης. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε αποδοχή που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1901 εδ.α ΑΚ, ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τα χρέη της κληρονομίας. Τέλος, κατά τα άρθρα 140 και 141 ΑΚ, αν κάποιος καταρτίζει δικαιοπραξία και η δήλωσή του δεν συμφωνεί, από ουσιώδη πλάνη, με τη βούλησή του, έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε, αν το πρόσωπο γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε τη δικαιοπραξία. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η με τον τρόπο αυτό συναγόμενη κατά πλάσμα του νόμου αποδοχή δεν συμφωνεί με τη βούλησή του από ουσιώδη πλάνη, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της κατάστασης που διαμόρφωσε τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εσφαλμένη δε γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη μεταξύ βούλησης και δήλωσης διάσταση, η οποία, όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερομένων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας (Ολ.ΑΠ 3/1989, ΑΠ 827/2017, ΑΠ 951/2013, ΑΠ 1211/2010, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια που ανάγεται: α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομίας κατά τον ΑΚ, που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομούμενου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847 ΑΚ, δεν αρχίζει, διότι η άγνοια αποκλείει την γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και β) σε άγνοια μόνο της ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847 ΑΚ προς αποποίηση ή της, κατά το άρθρο 1850 ΑΚ, νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης. Τέλος η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας και η αντίστοιχη ένσταση είναι δυνατό να στραφεί και κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 1087/2011, ΑΠ 951/2013, ΑΠ 1211/2010, ΑΠ 338/2004. Εφ.Πατρ.(Μον) 506/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες  – ήδη εφεσίβλητοι, εξέθεταν στην από 26-10-2016 και με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης (Ε.Α.Κ)  ……/30-10-2016, αγωγή τους, που άσκησαν, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά του εναγόμενου, ότι, στις 3-7-2011 απεβίωσε, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο . ……….., καταλείποντας, κατά το χρόνο του θανάτου του, πλησιέστερους συγγενείς και εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη σύζυγό του …………, και τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του, …… και ……, οι οποίες, κατά το χρόνο θανάτου αυτού, είχαν αποκτήσει δικά τους τέκνα και συγκεκριμένα, η πρώτη εξ αυτών, την ….. και τον …….., και η δεύτερη εξ αυτών, τον ….. και ………. Ότι, όλοι οι ως άνω εξ αδιαθέτου κληρονόμοι  της πρώτης τάξης του παραπάνω αποβιώσαντος, προέβησαν σε νομότυπες και εμπρόθεσμες αποποιήσεις της κληρονομίας του εν λόγω κληρονομούμενου, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι, κατόπιν αυτού, κλήθηκαν οι κληρονόμοι της δεύτερης τάξης της εξ αδιαθέτου διαδοχής, κατά τους κανόνες αυτής, ήτοι τα αμφιθαλή αδέλφια του (κληρονομούμενου): ……… και …………, οι οποίοι, μη γνωρίζοντας την αποποίηση της κληρονομίας από τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους της πρώτης τάξης του ανωτέρω θανόντος και αγνοώντας συνεπώς την επαγωγή της κληρονομίας τους σε αυτούς, αποδέχθηκαν πλασματικά την κληρονομία του, λόγω παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης αυτής. Ότι, περαιτέρω, στις 5-12-2014, απεβίωσε, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο ως άνω ………….., καταλείποντας εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη σύζυγό του – πρώτη ενάγουσα και τα τέκνα του – δεύτερη και τρίτο των εναγόντων, οι οποίοι, επίσης, αποδέχθηκαν πλασματικά την κληρονομία του, λόγω παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αποποίησής της, ενώ στις 16-12-2012 απεβίωσε, χωρίς να αφήσει διαθήκη, η ως ……….., καταλείποντας εξ αδιαθέτου κληρονόμους της, τα τέκνα της -τέταρτη, πέμπτη και έκτο των εναγόντων, που κι αυτοί αποδέχθηκαν πλασματικά την κληρονομία της, λόγω παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αποποίησης. Ότι η μη αποποίηση της κληρονομίας του ως άνω αποβιώσαντος . …………….. εκ μέρους των προαναφερθέντων, μεταποβιωσάντων αυτού, αδερφών του, καθώς και ακολούθως, μετά το θάνατο των τελευταίων, εκ μέρους των εξ αδιαθέτου κληρονόμων αυτών αντίστοιχα – εναγόντων, όπως αναφέρθηκαν παραπάνω, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί ότι πλασματικά αποδέχθηκαν την κληρονομία, λόγω παρέλευσης της προθεσμίας αποποίησης, οφείλεται στην άγνοια τόσο των αδερφών του κληρονομούμενου όσο και των εναγόντων, του γεγονότος της αποποίησης της κληρονομίας από τους προαναφερθέντες εξ αδιαθέτου κληρονόμους της πρώτης τάξης του ανωτέρω θανόντος και, συνεπώς, της επαγωγής της κληρονομίας σε αυτούς. Ότι, για πρώτη φορά, οι ενάγοντες, έλαβαν γνώση των αποποιήσεων της κληρονομίας του ως άνω . …………….., από τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του της πρώτης τάξης, και της, συνεπεία αυτών, επαγωγής της κληρονομίας του στους ανωτέρω εξ αδιαθέτου κληρονόμους της δεύτερης τάξης, με την κοινοποίηση σε αυτούς, κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2016, ειδοποιητηρίων εγγράφων της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας Αττικής, περί της ύπαρξης χρεών του παραπάνω αποβιώσαντος – οφειλέτη προς το Ελληνικό Δημόσιο (εναγόμενο). Ζητούσαν δε ακολούθως, οι ενάγοντες, επικαλούμενοι έννομο συμφέρον, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι των ………. (οι πρώτοι τρεις) και …….. (οι λοιποί), εξ αδιαθέτου κληρονόμων δεύτερης τάξης, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, του θανόντος στις 3-7-2011 κληρονομούμενου . …………….. και, ως εκ τούτου, υπόχρεοι της πληρωμής των χρεών αυτού: α) την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας του . ……….., για λογαριασμό των μεταποβιώσαντων αυτού αδελφών του, ……… και ………….., κληρονομηθέντων εξ αδιαθέτου, κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, από τους ενάγοντες, λόγω ουσιώδους πλάνης οφειλόμενης σε ακούσια άγνοια του γεγονότος της επαγωγής της κληρονομίας του ως κληρονομούμενου στους μεταποβιώσαντες αυτού αδελφούς του, άλλως και όλως επικουρικώς, την ακύρωση, για τον ίδιο λόγο, της πλασματικής εκ μέρους των τριών πρώτων εξ αυτών αποδοχής κληρονομίας του αποβιώσαντος στις 5-12-2014 συζύγου της πρώτης και πατέρα των δεύτερης και τρίτου εξ αυτών (εναγόντων),…………….., καθώς και την ακύρωση της πλασματικής, εκ μέρους των τέταρτης, πέμπτης και έκτου εξ αυτών, αποδοχής κληρονομίας της αποβιώσασας, στις 16-12-2012, μητέρας αυτών, ………………

Επί της ως άνω αγωγής, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, εξέδωσε την υπ’αρ. 3284/2018 οριστική απόφαση (εκκαλουμένη), με την οποία, αφού, ορθώς, έκρινε την αγωγή παραδεκτή και ορισμένη, απορριπτομένων των ισχυρισμών του εναγόμενου περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής του και περί αοριστίας της, καθώς, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, αφενός μεν, η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας λόγω πλάνης, μπορεί να στραφεί και κατά του δανειστή της κληρονομίας, όπως εν προκειμένω, αφετέρου δε, η ένδικη αγωγή, περιέχει όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία. Τους ισχυρισμούς αυτούς, άλλωστε, δεν επαναφέρει το εναγόμενο – εκκαλούν με την κρινόμενη έφεσή του. Ακολούθως δε, το παραπάνω πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε την αγωγή νόμιμη ως προς το κύριο αίτημά της, που αφορά στην ακύρωση της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας του αρχικώς κληρονομούμενου…………….., πλην του αιτήματός της περί χορήγησης στους ενάγοντες τετράμηνης προθεσμίας από την τελεσιδικία της παρούσας απόφασης, για την αποποίηση της ως άνω κληρονομίας, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο, διότι ο κληρονόμος, μετά την τελεσιδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή, πρέπει να προβεί εμπρόθεσμα και νομότυπα σε αποποίηση της κληρονομίας, δίχως να χορηγείται σχετική προθεσμία από το Δικαστήριο (ως προς δε το κεφάλαιό της αυτό, δεν πλήττεται η εκκαλουμένη), και εν συνεχεία την έκανε δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, ως προς το κύριο αίτημά της.

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται το εναγόμενο – εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο με την κρινόμενη έφεσή του για  τους λόγους που εκθέτει σ΄αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η ως άνω αγωγή των αντιδίκων του και να καταδικαστούν, οι τελευταίοι, στη δικαστική του δαπάνη.

Από την εκτίμηση όλων των έγγραφων, που νομίμωςεπικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και της υπ’αρ. ……/7-2-2017 ένορκης βεβαίωσης των μαρτύρων: 1) ………….. και 2) …………, που προσκομίζουν οι ενάγοντες και ελήφθη ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 421, 422 και 423 παρ. 1 του  ΚΠολΔ (όπως τα άρθρα αυτά προστέθηκαν με το Ν. 4335/2015), κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου (όπως προκύπτει από την υπ’αρ. …./2-2-2017 έκθεση επίδοσης του ανωτέρω αναφερθέντος δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αθηνών, ………..), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Στις 3-7-2011 απεβίωσε στην Αθήνα, χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο …………., κάτοικος εν ζωή Νίκαιας Αττικής (όπως προκύπτει από το υπ’αρ.πρωτ. …./2011 απόσπασμα της υπ’αρ. …/τόμος Δ/….. ληξιαρχικής πράξης  θανάτου του Ληξιάρχου Δ.Ε. Νίκαιας και το υπ’αρ. …./2012 πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς), καταλείποντας ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη σύζυγό του ………….., και τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του, ……. και ……, οι οποίες, κατά το χρόνο θανάτου αυτού, είχαν αποκτήσει δικά τους τέκνα και συγκεκριμένα, η πρώτη εξ αυτών, την …. και τον …….., και η δεύτερη εξ αυτών, τον …… και ……… Ενόψει δε ότι η κληρονομία του . …………….. δεν είχε ενεργητικό αλλά μόνο παθητικό και ειδικότερα σημαντικά χρέη τόσο στο εναγόμενο όσο και σε τρίτους, όλοι οι ως άνω εξ αδιαθέτου κληρονόμοι  του προέβησαν σε νομότυπες και εμπρόθεσμες αποποιήσεις της κληρονομίας του εν λόγω κληρονομούμενου, δυνάμει της υπ’αρ. ……/4-10-2011 δήλωσης αποποίησης κληρονομίας αυτών, ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατόπιν της αποποίησης εκ μέρους των ανωτέρω εξ αδιαθέτου κληρονόμων του ως άνω θανόντος, της κληρονομίας αυτού, κλήθηκαν, κατά τους κανόνες της εξ αδιαθέτου διαδοχής (ΑΚ 1856 και 1813 παρ. 2 – διαδοχή κατά ρίζες), τα εγγόνια του εν λόγω κληρονομούμενου, ήτοι τα ενήλικα τέκνα της θυγατέρας του ………., και τα ανήλικα τέκνα της θυγατέρας του . ……….., που γεννήθηκαν στις 9-1-1995 και 13-3-1996, αντίστοιχα, τα οποία με τη σειρά τους, αποποιήθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, την κληρονομία του αποβιώσαντος παππού τους. Συγκεκριμένα, οι …. και ………, δυνάμει της υπ’αρ. …../9-12-2011 δήλωσης αποποίησης κληρονομίας ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ενώ οι …. και ……….., δυνάμει των υπ’αρ. …. και ……/29-1-2013 δηλώσεων αποποίησης κληρονομίας, ενώπιον επίσης του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατόπιν χορήγησης σχετικής άδειας προς τούτο, ήτοι να προβούν σε αποποίηση της επίμαχης κληρονομίας, ακριβώς ένεκα του παθητικού αυτής, για λογαριασμό των ως άνω ανηλίκων, στους γονείς τους … …………….. και …….., με την υπ΄αρ. 411/21-1-2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (εκουσία δικαιοδοσία), που εκδόθηκε επί προηγηθείσης αίτησης των τελευταίων.  Μετά την αποποίηση όλων των ως άνω εξ αδιαθέτου κληρονόμων πρώτης τάξης του ανωτέρω κληρονομούμενου, κλήθηκαν στην κληρονομία αυτού, ως συγγενείς της δεύτερης τάξης της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής, τα αμφιθαλή αδέλφια του -τα οποία κατά το χρόνο του θανάτου του ήταν εν ζωή- ……….. και ………… Ο μεν πρώτος εξ αυτών, …………. απεβίωσε, χωρίς να αφήσει διαθήκη, στις 5-12-2014 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τη σύζυγό του – πρώτη ενάγουσα, και τα τέκνα του -δεύτερη και τρίτο των εναγόντων (βλ. το υπ’αρ. ……/9-12-2014 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δημάρχου Αχαρνών καθώς και τα υπ’αρ. …/3-2-2017 και …../6-2-2017 πιστοποιητικά περί μη δημοσίευσης διαθήκης, του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών και του Ειρηνοδικείου Αχαρνών, αντίστοιχα). Η δε δεύτερη εξ αυτών, ….. ……….., απεβίωσε, επίσης χωρίς να αφήσει διαθήκη, στις 16-12-2012 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τα τέκνα της- τέταρτη, πέμπτη και έκτο των εναγόντων (βλ. το υπ’αρ. …../15-5-2013 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δήμαρχου Αγ. Βαρβάρας Αττικής και τα υπ’αρ. …../3-2-2017 και …../7-2-2017  πιστοποιητικά, περί μη δημοσίευσης διαθήκης, του Γραμματέα του Πρωτοδικείου και Ειρηνοδικείου Αθηνών, αντίστοιχα),  η οποία, σημειωτέον, ζούσε, μεν, κατά το χρόνο θανάτου του ως άνω κληρονομούμενου, αλλά είχε ήδη αποβιώσει κατά το χρόνο έκπτωσης των παραπάνω, αρχικώς κληθέντων στην κληρονομία αυτού, συγγενών της πρώτης τάξης της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Όμως, τόσο ο ……….., όσο και οι νόμιμοι ως άνω εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της …………. -τέταρτη, πέμπτη και πέμπτος των εναγόντων, στους οποίους περιήλθε, κατά τα ανωτέρω αναφερθέντα, ως μέρος της κληρονομιαίας περιουσίας της, το δικαίωμα αποποίησης της επαχθείσας σε αυτήν κληρονομίας του . …………….., δεν αποποιήθηκαν την κληρονομία του τελευταίου, εντός της τετράμηνης προθεσμίας από την έκπτωση των κληρονόμων της πρώτης τάξης, μετά τις εκ μέρους των τελευταίων αποποιήσεις, οπότε θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου, ότι την αποδέχθηκαν. Εντούτοις, τόσο ο ………., δικαιοπάροχος των τριών πρώτων των εναγόντων, όσο και οι τρεις λοιποί των εναγόντων, ως κληρονόμοι της ……………, δεν προέβησαν στην αποποίηση της εν λόγω κληρονομίας, λόγω ουσιώδους πλάνης περί τα πράγματα. Η πλάνη αυτή συνίσταται στην άγνοιά τους σχετικά με τις αποποιήσεις των εξ αδιαθέτου κληρονόμων της πρώτης τάξης του  κληρονομούμενου, και της, συνεπεία αυτών, επαγωγής της κληρονομίας του σε αυτούς, κατά τα προεκτεθέντα, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους της δεύτερης τάξης. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 4-10-2016 ιατρική γνωμάτευση του ψυχίατρου της 1ης  Δ.ΥΠΕ ΠΕΔΥ Μονάδας Υγείας Αχαρνών, …….., αλλά και από την υπ’αρ…../τόμος …./2014 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιάρχου Δ.Ε. Αχαρνών, ο . ……………… έπασχε από 10ετίας, προ του θανάτου του, από τη νόσο Αλτσχάιμερ, οπότε δεν είχε πλήρη αντίληψη των καταστάσεων ούτε μπορούσε, να επιμεληθεί των προσωπικών του υποθέσεων. Εξάλλου, η μάρτυρας ……, αδερφή της πρώτης ενάγουσας, αναφέρει στην προαναφερθείσα ένορκη βεβαίωση, ότι ο άνδρας της τελευταίας (………..) έπασχε τουλάχιστον για 10 χρόνια πριν το θάνατό του από την παραπάνω νόσο, έχοντας, ως εκ τούτου, μειωμένη αντίληψη των πραγμάτων, απώλεια μνήμης και αδυναμία αναγνώρισης ακόμη και των οικείων του προσώπων, αδυνατούσε δε, να ικανοποιήσει, χωρίς βοήθεια, ακόμη και τις καθημερινές στοιχειώδεις ανάγκες του (ένδυση, διατροφή κλπ). Ακόμη, η ως άνω ενόρκως βεβαιούσα, αλλά και η έτερη μάρτυρας στην ίδια ένορκη βεβαίωση, ………., σύζυγος του έκτου ενάγοντα, ρητά και πειστικά βεβαιώνουν, ότι τόσο ο ……………, όσο και οι κληρονόμοι αυτού -πρώτη, δεύτερη και τρίτος των εναγόντων, καθώς και η ……………. και οι κληρονόμοι αυτής – τρίτη, πέμπτη και έκτος των εναγόντων, δεν διατηρούσαν, λόγω οικογενειακών διαφορών, τουλάχιστον από 15ετίας, κοινωνικές σχέσεις ή επικοινωνία με το   …………….. καθώς και με τους οικείους αυτού (σύζυγο και τέκνα του), ούτε οι τελευταίοι τους ειδοποίησαν ότι προέβησαν σε αποποίηση της κληρονομίας του,  λόγω των χρεών που αυτή είχε, έτσι ώστε, βάσιμα και εύλογα, πίστευαν ότι οι κληρονόμοι του ως άνω κληρονομούμενου ήταν η σύζυγος και τα τέκνα του κι αγνοούσαν την, εξαιτίας των εκ μέρους τους αποποιήσεων, επαγωγή της κληρονομίας στους ίδιους, κατά τα προαναφερθέντα.  Το εναγόμενο με τον τρίτο λόγο της έφεσής του παραπονείται ότι κακώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε στο πόρισμά του, περί άγνοιας εκ μέρους των . …………….. όσο και της ………….. και συνεπώς και των κληρονόμων τους (εναγόντων), της επαγωγής της εν λόγω κληρονομίας σε αυτούς, διότι δεν διατηρούσαν σχέση με το . …………….. και με τους συγγενείς του, μόνο από τα αναφερόμενα στην ως άνω ένορκη βεβαίωση. Όμως, αφενός μεν οι ως άνω ενόρκως βεβαιούσες κρίνονται αξιόπιστες, καθώς γνωρίζουν από ιδία αντίληψη όσα καταθέτουν, αφετέρου δε, δεν προσκομίζεται από το εναγόμενο κάποιο αποδεικτικό στοιχείο, το οποίο να αντικρούσει τα όσα αυτές αναφέρουν στην εν λόγω ένορκη βεβαίωση. ΄Αλλωστε, αν οι ενάγοντες και οι παραπάνω δικαιοπάροχοί τους – αδέρφια του αρχικού κληρονομούμενου, διατηρούσαν σχέσεις με αυτόν και τους οικείους του και λάμβαναν γνώση των αποποιήσεων από τους τελευταίους της κληρονομίας αυτού, δεν υπακούει στους κανόνες της λογικής να παραλείψουν να προβούν σε αποποίηση της κληρονομίας, η οποία ήταν κατάχρεη. Ακόμη, με τον ίδιο ως άνω λόγο της έφεσής του, το εναγόμενο αμφισβητεί την αποδεικτική δύναμη της ανωτέρω ιατρικής γνωμάτευσης, που χορηγήθηκε για κάθε νόμιμη χρήση, όπου πιστοποιείται ότι, ‘’ο   …………….. που απεβίωσε στις 5-1-2014, προ του θανάτου του και από ετών, έπασχε από νόσο Αλτσχάϊμερ και ελάμβανε συνεχή φαρμακευτική αγωγή ‘’, (πράγμα που ενισχύει την κρίση περί έλλειψης γνώσης του περί της επαγωγής της επίμαχης κληρονομίας σε αυτόν και εξ αυτού του λόγου τη μη αποποίησή της εκ μέρους του), επειδή η εν λόγω γνωμάτευση συντάχθηκε δύο χρόνια περίπου, μετά το θάνατο του ……………… Το γεγονός, όμως, αυτό δεν αναιρεί την αποδεικτική δύναμη και αξία της, εφόσον μάλιστα, έχει εκδοθεί από δημόσιο φορέα υγείας, χορηγήθηκε δε, προφανώς, κατόπιν σχετικής αίτησης κάποιων εκ των εναγόντων, όταν αυτοί πληροφορήθηκαν την επαγωγή της κληρονομίας σε αυτούς περί τα τέλη Σεπτεμβρίου του έτους 2016,  με τα ειδοποιητήρια της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας, (για τα οποία θα γίνει λόγος παρακάτω) και σκόπευαν να ασκήσουν την ένδικη αγωγή. Τα αναφερόμενα δε στην ανωτέρω γνωμάτευση πορίσματα, συνάγονται από τα στοιχεία που είχε ο ως άνω φορέας για τον ασθενή…………….., σε προγενέστερο χρόνο από τη σύνταξή της, ενόσω, βέβαια, αυτός ήταν εν ζωή. Επιπροσθέτως, ως αιτία, θανάτου του…………….., αναγράφεται στην προαναφερθείσα ληξιαρχική πράξη θανάτου του: ‘’καρδιοαναπνευστική ανακοπή, Ν. Αλτσχάιμερ από 10 ετ.’’. Συνεπώς ο τρίτος λόγος της έφεσης, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Περαιτέρω, το εναγόμενο υποστηρίζει με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, ότι η πλάνη των παραπάνω προσώπων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιώδης και να οδηγήσει στην ακύρωση της πλασματικής εκ μέρους τους αποδοχής της κληρονομίας, κατά τη διάταξη του άρθρου 1857 εδ.γ ΑΚ, επειδή σχετίζεται με το κατάχρεο της τελευταίας. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν είναι ακριβές, θα ίσχυε δε, αν οι ενάγοντες και οι δικαιοπάροχοί τους γνώριζαν την επαγωγή της κληρονομίας σε αυτούς και, παραταύτα, δεν προέβαιναν στην αποποίησή της, πιστεύοντας ότι αυτή έχει ενεργητικό, στοιχείο, που ουδόλως προέκυψε εν προκειμένω.Αντίθετα, αποδείχθηκε ότι, η πλάνη των εναγόντων και των δικαιοπαρόχων τους, ως ανωτέρω αναφέρθηκαν, και η συνακόλουθη παράλειψη αποποίησης της επίμαχης κληρονομίας εκ μέρους τους, σχετίζεται με την άγνοιά τους περί της επαγωγής της κληρονομίας του ως άνω αποβιώσαντος – οφειλέτη στους παραπάνω συγγενείς της δεύτερης τάξης της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής και είναι πράγματι ουσιώδης. Κι αυτό διότι, αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, λόγω των έννομων συνεπειών που συνεπάγετο αυτή, ήτοι να επιβαρυνθούν με τα χρέη της (κληρονομίας), δεδομένου μάλιστα ότι δεν έχουν οικονομική άνεση, (ο δε έκτος ενάγων, όπως καταθέτει η παραπάνω ενόρκως βεβαιούσα ………….. – σύζυγός του, είναι μακροχρόνια άνεργος), ώστε αν γνώριζαν την πραγματική κατάσταση, δηλαδή την έκπτωση των προηγούμενων στην τάξη εξ αδιαθέτου κληρονόμων, δεν θα άφηναν να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, αλλά θα αποποιούνταν εμπρόθεσμα την κληρονομία, και συνεπώς θεμελιώνει την ακύρωση της πλασματικής κατά το νόμο αποδοχής της εν λόγω κληρονομίας, κρίση στην οποία κατέληξε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Η πλάνη αυτή του κληρονόμου του ως άνω αποβιώσαντος . …………….. διήρκεσε μέχρι το θάνατό του (5-12-2014), συνεχίσθηκε, δε, και στο πρόσωπο των τριών πρώτων εναγόντων, νομιμοποιούμενων προς άσκηση της ένδικης αξίωσης ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του, μέχρι τον Σεπτέμβριο του έτους 2016, οπότε και έλαβαν γνώση της επαγωγής της κληρονομίας στον ως άνω δικαιοπάροχό τους, με την κοινοποίηση σε αυτούς των υπ’αρ.πρωτ. …../31-8-2016, …../26-9-2016 και …./26-9-2016 ειδοποιητήριων εγγράφων της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας, με τα οποία κλήθηκαν για την τακτοποίηση των χρεών του οφειλέτη του εναγόμενου . ……………… Αντίστοιχα, δε, η πλάνη των δικαιούμενων προς αποποίηση της επαχθείσας, στην κληρονόμο του παραπάνω αποβιώσαντος ……………, κληρονομίας αυτού – τέταρτης, πέμπτης και έκτου των εναγόντων, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων της, διήρκησε μέχρι τον Οκτώβριο του έτoυς 2016, oπότε και έλαβαν γνώση της επαγωγής της κληρονομίας στην ως άνω δικαιοπάροχό τους, με την κοινοποίηση σε αυτούς, των υπ’αρ. …./6.10.2016 και …./6-10-2016 ειδοποιητήριων εγγράφων της ίδιας Δ.Ο.Υ, με τα οποία, επίσης, κλήθηκαν για την τακτοποίηση των χρεών του ως άνω οφειλέτη του εναγόμενου, (… ……………..).

Εξάλλου, το εναγόμενο με το δεύτερο λόγο της έφεσής του ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση δεν περιέχει κρίση περί ύπαρξης νομικής πλάνης στο πρόσωπο των εναγόντων και των ανωτέρω δικαιοπαρόχων τους, ούτε οι ενάγοντες απέδειξαν ότι δεν γνώριζαν τις διατάξεις περί αποδοχής και αποποίησης της κληρονομίας καθώς και τις συνέπειες της μη εμπρόθεσμης αποποίησης και ότι εξαιτίας της άγνοιάς τους, άφησαν να παρέλθει άπρακτη η σχετική προθεσμία. Ο λόγος αυτός της έφεσης, όμως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, μη βρίσκοντας έρεισμα στο νόμο, καθώς σύμφωνα με τα αναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, η αποδοχή της κληρονομίας που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν, η με τον τρόπο αυτό συναγόμενη, κατά πλάσμα του νόμου, αποδοχή, δεν συμφωνεί με τη βούλησή του, από ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, δηλαδή από άγνοια ή εσφαλμένη γνώση της πραγματικής κατάστασης, που διαμόρφωσε την βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε, αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Ειδικότερα δε στην προκειμένη περίπτωση, αν γνώριζαν οι δικαιοπάροχοι των εναγόντων και οι ίδιοι οι ενάγοντες, ακολούθως, την επαγωγή σε αυτούς της παθητικής κληρονομίας του . …………….. λόγω αποποίησης αυτής από τους αρχικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, όπως εκτενώς προαναφέρθηκε, αυτοί θα προέβαιναν σε αποποίησή της, επίσης. Η πλάνη, εξάλλου, που δικαιολογεί την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας, όπως συνάγεται από τα επίσης αναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, μπορεί να είναι πραγματική, όπως στην ένδικη περίπτωση σύμφωνα με τα ανωτέρω αναλυθέντα, ή και νομική, ήτοι να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των προαναφερομένων νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομίας, αλλά δεν απαιτείται να συντρέχουν και οι δύο περιπτώσεις δηλ. σωρευτικά ουσιώδης πλάνη περί τα πράγματα και νομική πλάνη. Εφόσον, λοιπόν, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δέχθηκε, με επαρκή αιτιολογία, την αποδειχθείσα ύπαρξη ουσιώδους πλάνης περί τα πράγματα στο πρόσωπο τόσο των δικαιοπαρόχων των εναγόντων όσο και των ίδιων, δεν ήταν απαραίτητο οι τελευταίοι να επικαλεστούν και να αποδείξουν, καθώς και το δικαστήριο να διαλάβει στην εκκαλουμένη απόφασή του, την ύπαρξη νομικής πλάνης, αφού και χωρίς αυτήν, δεδομένου ότι υφίστατο πραγματική πλάνη, στοιχειοθετείτο το επίδικο δικαίωμα ακύρωσης.

Τέλος, ενόψει ότι, σύμφωνα με τα ως άνω αποδειχθέντα, οι ενάγοντες αγνοούσαν την επαγωγή της επίμαχης κληρονομίας τόσο στα αδέλφια του αρχικού κληρονομούμενου   …………….. όσο και, μετά το θάνατο αυτών, στους ίδιους, μέχρι την κοινοποίηση των ως άνω ειδοποιητηρίων, δεν είχε αρχίσει, σύμφωνα με τα αναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, η τετράμηνη προθεσμία αποποίησης της κληρονομίας, που προβλέπεται από το άρθρο 1847 ΑΚ, και συνεπώς ούτε η εξάμηνη προθεσμία για την αγωγή ακύρωσης της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας που προβλέπεται από το άρθρο 1857 παρ.2 εδ.β ΑΚ, που αρχίζουν από τότε που πληροφορήθηκαν οι κληρονόμοι την επαγωγή της κληρονομίας, και εν προκειμένω οι ενάγοντες, από την επίδοση των εν λόγω ειδοποιητηρίων το Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του έτους 2016, οπότε και άσκησαν την από 26-10-2016 ένδικη αγωγή τους με Ε.Α.Κ …./31-10-2016, η οποία επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στο εναγόμενο, όπως προκύπτει από τις υπ΄αρ. …./4-11-2016 και …./8-11-2016 εκθέσεις επίδοσης (προς τον Υπουργό Οικονομικών και τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας, αντίστοιχα), του προαναφερθέντος δικαστικού Επιμελητή ………….., ήτοι εντός της οριζόμενης προθεσμίας των έξι μηνών. Οπότε, ο ισχυρισμός – ένσταση παραγραφής που πρόβαλε πρωτοδίκως και επαναφέρει και με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο της έφεσής του το εναγόμενο, με τον οποίο υποστηρίζει ότι η ένδικη αγωγή ασκήθηκε μετά την πάροδο του προβλεπόμενου, από το ως άνω άρθρο, εξαμήνου, που αρχίζει από την επομένη της ημέρας της αποδοχής της κληρονομίας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού, όπως ανωτέρω εκτέθηκε, η προθεσμία αυτή δεν είχε αρχίσει, παρά μόνο μετά τη γνώση εκ μέρους των εναγόντων της επαγωγής της κληρονομίας. Επομένως και ο λόγος αυτός της έφεσης πρέπει να απορριφθεί.

Αποδείχθηκε, λοιπόν, ότι συντρέχει νόμιμη περίπτωση ακύρωσης, ένεκα ουσιώδους πλάνης περί τα πράγματα, κατά τα αναλυτικά εκτεθέντα, της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας του αποβιώσαντος στις 3-7-2011, . …………….. . ………., κατοίκου εν ζωή Νίκαιας Αττικής, εκ μέρους του . …………….. …., που μεταπεβίωσε στις 5-12-2014 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τους τρεις πρώτους των εναγόντων, καθώς και εκ μέρους των τέταρτης, πέμπτης και έκτου των εναγόντων, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων, της, επίσης μεταποβιώσασας στις 16-12-2012, κληρονόμου του ως άνω αποβιώσαντος (. ……………..) ……………….

Κατόπιν των ανωτέρω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που  με την εκκαλουμένη απόφαση του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν κι έκανε δεκτή την αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, κι ως ουσιαστικά βάσιμη, ως προς το κύριο αίτημά της, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, πρέπει ν΄ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Tέλος, τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, θα επιβληθούν εις βάρος του εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου, λόγω της ήττας του, μειωμένα, όμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ.1 Ν.3693/1957, όπως προσδιορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων

Δέχεται τυπικά την έφεση .

Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε σε μυστική διάσκεψη, στις 5  Μαρτίου 2020 και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά  στις 30 Απριλίου  2020 , απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

    Η   ΠPOEΔPOΣ                                      Η     ΓPAMMATEAΣ