Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 311/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΤΟ ΓΑΜΟ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΜΒΙΩΣΗ

Αριθμός Απόφασης  311 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 §2, 532 και 556 §§1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., το έννομο συμφέρον αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού για τη άσκηση έφεσης και αναίρεσης, η έλλειψη του οποίου ερευνάται αυτεπαγγέλτως και πρέπει να προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, πρέπει δηλαδή να κρίνεται πρωταρχικά αν ο διάδικος που το ασκεί έχει ηττηθεί εν όλω ή εν μέρει ή έχει νικήσει με την προσβαλλόμενη απόφαση και αν στην τελευταία περίπτωση βλάπτεται από τις αιτιολογίες της απόφασης, από τις οποίες δημιουργείται δεδικασμένο σε βάρος του για άλλη δίκη, υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 322, 324 και 325 του Κ.Πολ.Δ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1439 §1 του Α.Κ., κάθε ένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δυο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης, να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης, χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητας για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι ο ενάγων, για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεσθεί και ν’ αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικά πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσης γεγονότα και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της συμβίωσης έχει καταστεί γι’ αυτόν αφόρητη. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και στους δυο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται, ανεξαρτήτως από το ποιον από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξη του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως, το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διάζευξης με βάση την ως άνω διάταξη του άρθρου 1439 §1 του Α.Κ. Το ότι για τη λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός σημαίνει, ότι στην δίκη του διαζυγίου δεν δικαιολογείται, σε καμιά πλευρά, έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας, σε καμία περίπτωση, ούτε και στη δίκη διατροφής μετά το διαζύγιο, όπως προβλέπει το άρθρο 1442 του Α.Κ., ενόψει της διάταξης του άρθρου 1444 §1 του ίδιου Κώδικα. Αντικείμενο δε της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου, που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου (Α.Π. 921/2018 και Α.Π. 428/2016 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Επομένως, στην περίπτωση συνεκδίκασης αντίθετων αγωγών διαζυγίου, με τις οποίες καθένας από τους συζύγους ζητεί τη λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης, από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του άλλου συζύγου, αν η μία απ’ αυτές γίνει δεκτή και η άλλη απορριφθεί, είναι προφανές ότι ο διάδικος, του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε, δεν έχει έννομο συμφέρον, κατά τα άρθρα 68, 516 §2 και 556 §2 του Κ.Πολ.Δ., ν’ ασκήσει έφεση ή αναίρεση αντίστοιχα κατά της πρωτόδικης ή της τελεσίδικης απόφασης και να ζητήσει την εξαφάνισή της, με σκοπό ν’ απορριφθεί η αγωγή του αντιδίκου του και να γίνει δεκτή η δική του αγωγή, καθόσον η έννομη συνέπεια που και αυτός επιδίωξε με την αγωγή του, δηλαδή η λύση του γάμου, στην οποία εμμένει, έχει ήδη επέλθει και ως εκ τούτου το εκατέρωθεν υποβληθέν αίτημα δικαστικής διάπλασης έχει ικανοποιηθεί με την απαγγελία διαζυγίου, έστω και με βάση διάφορα περιστατικά, τα οποία απαρτίζουν, όμως, τον ίδιο λόγο του αντικειμενικού κλονισμού του γάμου (Α.Π. 921/2018, Α.Π. 599/2015, Α.Π. 1242/2011 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 491/2010 Νο.Β. 2011, σελ. 947). Εξάλλου, το γεγονός ότι η απόφαση περιέχει αιτιολογίες δυσμενείς για καθένα διάδικο, δεν ασκεί καμία δυσμενή επιρροή στις έννομες σχέσεις του, αφού από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν στοιχεία διατακτικού, δεν παράγεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας σε άλλη δίκη (Α.Π. 706/2017 και Α.Π. 1570/2014 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), όπως διατροφής ή αποζημίωσης (Α.Π. 315/2018 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”).

ΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, η από 22.10.2019 έφεση της ενάγουσας, …………, κατά της απόφασης 2731/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 επ. του Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015), έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.), αρμοδίως δε, φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), χωρίς ν’ απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από την εκκαλούσα, εφόσον πρόκειται για διαφορά από διαζύγιο (άρθρο 495 §3Γ εδ. τελ. του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο ένατο παρ. 2 εδ. α´ του ν. 4335/2015). Σημειωτέον ότι προσκομίστηκαν από την εκκαλούσα και τον εφεσίβλητο, τα από 5.3.2020 και από 6.4.2020 έγγραφα ειδικής πληρεξουσιότητας αντίστοιχα, κατόπιν ειδοποίησής τους από το Δικαστήριο. Ωστόσο, για να κριθεί η έφεση και παραδεκτή και να εξεταστεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, όπως απαιτεί το άρθρο 533 του Κ.Πολ.Δ., πρέπει προηγουμένως να εξετασθεί η ύπαρξη άμεσου εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας (άρθρο 68 του ίδιου Κώδικα), ως διαδικαστική προϋπόθεση ερευνώμενη και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 73 του Κ.Πολ.Δ., δεδομένου ότι η τελευταία (εκκαλούσα – σύζυγος) παραπονείται κατά της πρωτόδικης απόφασης, ενώ αυτή (απόφαση) έλυσε το γάμο μεταξύ των διαδίκων, κάνοντας δεκτή τη δική της αγωγή, απορρίπτοντας την αντίθετη αγωγή του συζύγου της, …………. Ειδικότερα, ο τελευταίος, με την αγωγή του, που κατατέθηκε στις 6.7.2018, ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εναγόμενη ……….., λόγω ισχυρού κλονισμού της σχέσης τους, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο της, η τελευταία δε, με την από 1.11.2018 αγωγή της, ζήτησε και αυτή, να λυθεί ο γάμος της με τον εναγόμενο – σύζυγό της, λόγω ισχυρού κλονισμού της σχέσης τους, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο αυτού. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε τις δύο αυτές αγωγές, με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή του …………., δέχθηκε ως και κατ’ ουσία βάσιμη την αγωγή της εκκαλούσας ………….., λόγω ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσης της με τον εναγόμενο – σύζυγό της, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο του τελευταίου και απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ήδη η εναγόμενη, με την υπό κρίση έφεσή της, για το διαλαμβανόμενο σ’ αυτήν λόγο, που ανάγεται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, επικαλούμενη ότι βλάπτεται από τις αιτιολογίες της απόφασης, εφόσον απορρίφθηκαν ως αβάσιμα, τα επιπλέον κλονιστικά γεγονότα, που αφορούσαν σε σωματικές βλάβες που ο εφεσίβλητος επέφερε σε βάρος της και στην κατοχή υλικού παιδικής πορνογραφίας, με αποτέλεσμα, δεσμευόμενη από το απορριπτικό αυτό δεδικασμένο της εκκαλουμένης, να μη δύναται να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης, για την αποκατάσταση της ηθικής της βλάβης, ζητεί δε, τη μεταρρύθμισή της, ώστε να αντικατασταθούν οι βλαπτικές γι’ αυτήν αιτιολογίες της (εκκαλούμενης απόφασης). Σύμφωνα, όμως, και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, η υπό κρίση έφεση πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας για την άσκησή της (άρθρα 68, 73, 516 και 532 του Κ.Πολ.Δ), ύστερα από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, αφού η έννομη συνέπεια, δηλαδή η λύση του γάμου, που επεδίωξαν αμφότεροι οι διάδικοι και στην οποία εξαντλείται η δίκη διαζυγίου, έχει ήδη επέλθει με την παραδοχή από την εκκαλουμένη της αγωγής της περί διαζυγίου λόγω ισχυρού κλονισμού. Το γεγονός δε ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε πως δεν αποδείχθηκαν, πλην των άλλων κλονιστικών γεγονότων, και οι πράξεις σωματικής βλάβης από τον εφεσίβλητο σε βάρος της, δεν έχει καμία δυσμενή επίδραση στις έννομες σχέσεις της, ώστε να δικαιολογείται έννομο συμφέρον για την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης, αφού, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν προσόντα διατακτικού, δεν δημιουργείται δεδικασμένο, ούτε για ζητήματα υπαιτιότητας σε άλλη δίκη, όπως για την καταβολή αποζημίωσης, στην πειράται αυτή να θεμελιώσει το έννομο συμφέρον της (ad hoc Α.Π. 315/2018 ό.π. in fine). Σημειωτέον δε, ότι τέτοια αγωγή δεν έχει σωρεύσει η εκκαλούσα στην από 1.11.2018 αγωγή της περί διαζυγίου. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το αίτημα του τελευταίου (άρθρα 176 και 183 εδ. β´ του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 58 §§3, 4 και του Παραρτήματος Ι στοιχ. Β του ν. 4194/2013), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την από 22.10.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2019 έφεση της …….., κατά της οριστικής απόφασης 2731/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 30 Απριλίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ