ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Περίληψη
Αναστολή εκτέλεσης ενόψει άσκησης έφεσης κατά απόφασης που απέρριψε ανακοπή εκτέλεσης που επισπεύδεται με βάση διαταγή πληρωμής. Λόγοι που αφορούν τη νομιμοποίηση του ειδικού διαδόχου, διαχειριστή τραπεζικής απαίτησης από στεγαστικό δάνειο, στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που αφορούν ιδίως τα νομιμοποιητικά έγγραφα που πρέπει να συγκοινοποιούνται στους καθ’ ων η εκτέλεση.
Αριθμός απόφασης
574/2020
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιά χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση οι αιτούντες ζητούν να ανασταλεί η σε βάρος τους διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, και δη του πλειστηριασμού ακινήτου τους, που επισπεύδει η καθ’ ης, στηριζόμενη σε διαταγή πληρωμής, επειδή εναντίον της απορριπτικής της ανακοπής τους κατά της εκτέλεσης απόφασης άσκησαν έφεση που εκκρεμεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, η ευδοκίμηση της οποίας πιθανολογείται, ενώ η συνεχιζόμενη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης θα τους προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη.
Από όλα τα έγγραφα που μετ’ επικλήσεως προσκόμισαν οι διάδικοι πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Οι αιτούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 2/6/2020 ανακοπή τους κατά της καθ’ ης, κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020) με την οποία ζήτησαν, α) την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται δυνάμει της υπ’ αριθμόν ……../12-2-2020 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….., και β) την αυτοτελή ακύρωση, της από 5.12.2019 επιταγής προς πληρωμή και της υπ’ αριθ. ……./12.2.2020 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ……….. Εκδόθηκε η με αρ. 2715/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η ως άνω ανακοπή. Εναντίον αυτής της απόφασης άσκησαν παραδεκτά και νόμιμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2), καταθέτοντας και το σχετικό παράβολο της έφεσης (αρ. ηλ. παρ. ……..), την με αρ. κατ. ……/2020 έφεση, η οποία ορίστηκε να συζητηθεί στις 9.12.2021 (αρ. πρ. …../2020). Η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης επισπεύδεται με βάση την υπ’ αρ. ……../2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά για την είσπραξη απαίτησης από στεγαστικό δάνειο που χορήγησε η Τράπεζα …. στον πρώτο αιτούντα, την εξόφληση του οποίου εγγυήθηκε η δεύτερη αιτούσα, την οποία (απαίτηση) πώλησε και εκχώρησε με την από 12.9.2019 σύμβαση πώλησης και εκχώρησης, νομίμως δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (237/16.9.2019), σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, στην εταιρεία ……………., η οποία, σύμφωνα με την από 12.9.2019 σύμβαση διαχείρισης, επίσης νομίμως δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών (……./16.9.2019), σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, ανέθεσε τη διαχείριση και είσπραξή της αρχικά στην Τράπεζα ……….. και στη συνέχεια (βλ. δημοσίευση της μεταβολής του προσώπου του διαχειριστή στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αρ. πρ. ………../23.9.2019) στην καθ’ ης εταιρεία υπό την προηγούμενη επωνυμία της ……………., ήδη μετά την αλλαγή της επωνυμίας της, ………… Με το πρώτο λόγο της ανακοπής τους, οι αιτούντες ζήτησαν την ακύρωση των προαναφερόμενων πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, εκθέτοντας ότι η καθ’ ης εταιρεία, ως εταιρεία διαχείρισης του ν. 4354/2015, δεν νομιμοποιείται ενεργητικά να επισπεύδει σε βάρος τους την επίδικη εκτέλεση με τίτλο εκτελεστό την υπ’ αριθ. ……./2010 διαταγή πληρωμής υπέρ της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία ………. . ως τελευταίας δικαιούχου – ειδικής διαδόχου κατ’ άρθρο 919 παρ. 2 ΚΠολΔ, γιατί : α) η καθ’ ης εταιρεία με ΑΦΜ ……., δεν είναι η εταιρεία στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση της επίδικης απαίτησης και ότι η εταιρεία στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση αυτής είναι η εταιρεία με ΑΦΜ ……, όπως προκύπτει από την ως άνω σύμβαση διαχείριση απαιτήσεων, όπως αυτή τροποποιήθηκε στις 18.9.2019, β) από τη σειρά των συγκοινοποιηθέντων με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή εγγράφων, το παράρτημα της με α.π. ……../2019 και με α/α εγγραφής ……., περίληψης εκχώρησης -μεταβίβασης των απαιτήσεων (της επίδικης) από την Τράπεζα ….. στην αποκτώσα εταιρία με την επωνυμία ……….. συνιστά απόσπασμα του παραρτήματος της περίληψης και όχι ολόκληρο το πρωτότυπο κείμενο του παραρτήματος της περίληψης ή επίσημο αντίγραφο αυτής, κατά παράβαση του άρθρου 925 ΚΠοΛΔ, που επιτάσσει – σε περίπτωση καθολικής ή ειδικής διαδοχής του δικαιούχου – να συγκοινοποιούνται στον καθ’ ου η εκτέλεση μαζί με την επιταγή και ολόκληρα τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν, γ) από την από 23.9.2019 περίληψη της τροποποίησης της από 12.9.2019 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων ως προς το πρόσωπο του διαχειριστή, που δημοσιεύθηκε στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, δια της οποίας διαχειριστής ορίστηκε η καθ’ ης εταιρεία υπό την προηγούμενη επωνυμία της ……………, ήδη μετά την αλλαγή της επωνυμίας της, ………….., δεν προκύπτει εγγράφως, όπως απαιτεί ο ν. 4354/2015, ότι μεταβιβάστηκε και η διαχείριση της επίδικης σύμβασης δανείου (την αρχική διαχείριση της οποίας είχε αναλάβει η Τράπεζα ……..), αφού ουδεμία απολύτως αναφορά γίνεται στη σύμβαση αυτή, δ) μεταξύ των εγγράφων που έπρεπε η καθ’ ης να συγκοινοποιήσει στους αντιδίκους, κατ’ άρθρο 925 ΚΠΟΛΔ, εσφαλμένα δεν συμπεριλήφθηκε η υπ’ αριθ. ………../16-9-2019 πράξη της συμβ/φου Πειραιά ……………, με την οποία συστήθηκε η αρχική διαχειρίστρια εταιρεία υπό την προηγούμενη επωνυμία της …………, ήδη μετά την αλλαγή της επωνυμίας της, ………….. (και η οποία πράξη μνημονεύεται στο από 23-9-2019 απόσπασμα περίληψης της τροποποίησης της από 12-9-2019 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων) άλλως δεν τους κοινοποιήθηκε κωδικοποιημένο το καταστατικό της εταιρείας αυτής ή η ανακοίνωση της αρχικής καταχώρισης των στοιχείων της εταιρείας στο ΓΕΜΗ, ήτοι το πρακτικό διορισμού του ΔΣ, από το οποίο προκύπτει η εκπροσώπηση της διαχειρίστριας εταιρείας, ε) από το συγκοινοποιηθέν απόσπασμα του παραρτήματος της υπ’ αρ. πρ. ………/2019 περίληψης, με το οποίο εκχωρήθηκαν – μεταβιβάστηκαν από την Τράπεζα Πειραιώς στην αποκτώσα αλλοδαπή εταιρία …………. οι απαιτήσεις που απορρέουν από την επίδικη σύμβαση δανείου, προκύπτει ότι το ύψος της μεταβιβασθείσας απαίτησης ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 385.030 ευρώ (ήτοι 381.504,63 ευρώ για κεφάλαιο πλέον ποσού 3.525,37 ευρώ για τόκους υπερημερίας). Εντούτοις η καθ’ ης, διαχειρίστρια της ως άνω απαίτησης, επέταξε τους αιτούντες όλως αυθαίρετα, να της καταβάλουν – εις ολόκληρο έκαστος – πέραν της ανωτέρω μεταβιβασθείσας στην ως άνω αλλοδαπή εταιρεία απαίτησης (υπέρ της οποίας επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση από την καθ’ ης), επιπλέον ποσό 519.300,13 ευρώ για τόκους υπερημερίας επί του επιδικασθέντος κεφαλαίου και στ) παρότι, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 εδ. γ του ν. 4354/2015 η πώληση – εκχώρηση απαίτησης σε εταιρεία ειδικού σκοπού για να είναι έγκυρη και ισχυρή, θα πρέπει να έχει προηγηθεί χρονικά η σύναψη και υπογραφή συμφωνίας ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ εταιρείας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων, στην προκειμένη περίπτωση η από 12-9-2019 σύμβαση πώλησης – εκχώρησης των ένδικων απαιτήσεων από την Τράπεζα …………….. στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού καταρτίστηκε σε χρόνο προγενέστερο της ανάθεσης της διαχείρισης σε εταιρεία του ν. 4354/2015, γεγονός που συνεπάγεται την ακυρότητα τη σύμβασης αυτής (πώλησης – εκχώρησης). Όλοι οι ανωτέρω λόγοι τυγχάνουν αβάσιμοι και απορριπτέοι γιατί : Με την από 12-9-2019 σύμβαση διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, όπως τροποποιήθηκε με την από 18.9.2019 τροποποίηση, επίσης νομίμως δημοσιευθείσα, ανατέθηκε η διαχείριση των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία …………….. στην καθ’ ης η ανακοπή με την αρχική επωνυμία ………………….., ήδη μετά την αλλαγή της επωνυμίας της, ……………., με ΓΕΜΗ ……….., που φέρει ΑΦΜ ………… Αναφορικά με τα περί του αντιθέτου που υποστηρίζουν οι αιτούντες κατά την ανάπτυξη του πρώτου σκέλους του πρώτου λόγου ανακοπής τους, σημειώνεται ότι η εσφαλμένη αναγραφή στην εν λόγω σύμβαση του ΑΦΜ ……….. (το οποίο είναι μεν υπαρκτό αλλά ανήκει σε άλλη εταιρεία την ………… με αριθμό ΓΕΜΗ …………, η οποία όμως ουδεμία απολύτως σχέση έχει με την καθ’ ης και την επίδικη σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων) έγινε εκ παραδρομής, προδήλως δε τούτο γίνεται αντιληπτό, αφού η καθ’ ης εταιρεία σε όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που συγκοινοποίησε στους ανακόπτοντες, και την αφορούν, ταυτοποιείται απόλυτα με τον αριθμό ΓΕΜΗ ……………, ώστε να μην προκαλείται ουδεμία σύγχυση στους αιτούντες καθ’ ων η εκτέλεση για τη διαδοχή στη θέση του δανειστή υπέρ του οποίου η εκτέλεση. Επομένως ο υπό στ. α’ λόγος ανακοπής έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος. Περαιτέρω, η με αρ. πρωτ. …………/16.9.2019 περίληψη της από 12.9.2019 σύμβασης εκχώρησης τιτλοποιημένων επιχειρηματικών απαιτήσεων, που δημοσιεύθηκε νόμιμα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, με την οποία εκχωρήθηκαν – μεταβιβάστηκαν οι τιτλοποιημένες απαιτήσεις από την Τράπεζα Πειραιώς στην αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία ………………., σε συνδυασμό με το απόσπασμα του παραρτήματος της ως άνω περίληψης, όπου εμφαίνεται η με α/α εγγραφής …………. εκχώρηση – μεταβίβαση της επίδικης σύμβασης δανείου συνιστούν, κατά την έννοια άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, τα νομιμοποιητικά έγγραφα που όφειλε η καθ’ ης να συγκοινοποιήσει στους αιτούντες για την επίσπευση σε βάρος τους αναγκαστικής εκτέλεσης με εκτελεστό τίτλο την υπ’ αρ ………../2010 διαταγή πληρωμής, κατ άρθρο 919 παρ. 2 ΚΠολΔ, τα όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζουν οι ανακόπτοντες τυγχάνουν απορριπτέα, αφού το υπόλοιπο μέρος του παραρτήματος δεν αφορά την επίδικη απαίτηση, ώστε να πρέπει να συγκοινοποιηθεί στους αιτούντες. Επομένως και ο υπό στ. β’ λόγος τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος. Στη συνέχεια, στην από 18-9-2019 σύμβαση διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, τροποιητική της από 12.9.2019 όμοιας νομίμως δημοσιευθείσας σύμβασης, με την οποία η καθ’ ης υπό την αρχική επωνυμία …………., ανέλαβε (μετά την Τράπεζα ……..) τη διαχείριση απαιτήσεων της εταιρείας με την επωνυμία ……………, γίνεται ρητή αναφορά και παραπομπή στην υπ’ αρ. πρωτ. ……………./16-9-2019 σύμβαση διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, με την οποία, όπως και οι αιτούντες συνομολογούν, η Τράπεζα ……….. είχε αναλάβει αρχικά από την ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία τη διαχείριση, μεταξύ άλλων, και των απαιτήσεων, που απορρέουν από την με λατινικά στοιχεία …. και με αριθμό ……../15.4.2004 σύμβαση στεγαστικού δανείου (βλ ειδικότερα 3 όρο της εν λόγω σύμβασης με ΤΙΤΛΟ «Μεταβολές στη Σύμβαση Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων», όπου αναφέρονται επί λέξει τα εξής: «…. Κατά συνέπεια, η παράγραφος 1(6) του με αρ. πρωτ. ………./16-9-2019 εντύπου δημοσίευσης Σύμβασης Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων τροποποιείται ως ακολούθως…. Διαχειριστής Απαιτήσεων : ……………… Δεν ήταν απαραίτητο να αναφέρονται και τα στοιχεία της επίδικης σύμβασης δανείου, τη διαχείριση της οποίας ανέλαβε η καθ’ ης η ανακοπή εταιρεία, στην υπ αριθ. πρωτ. …/23-9-2019 περίληψη, με την οποία τροποποιήθηκε η με αρ. πρωτ. ………./12-9-2019 σύμβαση διαχείρισης τιτλοποιουμένων απαιτήσεων ως προς το πρόσωπο του διαχειριστή. Επομένως και ο υπό στ. γ λόγος της ανακοπής τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, η καθ’ ης συγκοινοποίησε, μεταξύ άλλων, στους αιτούντες 1) το ΦΕΚ Β’ 3533/20-9-2019, όπου δημοσιεύθηκε η υπ1 αριθ. ………../17.9.2019 άδεια διαχείρισης απαιτήσεων προς αυτήν με την αρχική επωνυμία ………….., 2) την από 5.11.2019 με αριθ. πρωτ. …….. ανακοίνωση του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, στην οποία αναφέρεται ότι με κωδικό καταχώρησης …………., την 1.11.2019 εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. 6331/19-01.11.2019 απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη Κεντρικού Τομέα Αθηνών η μεταβολή της επωνυμίας της διαχειρίστριας εταιρείας σε ………… με αριθμό ΓΕΜΗ ………….., καθώς και 3) το από 15-11-2019 Γενικό Πιστοποιητικό του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, με το οποίο πιστοποιείται, πρώτον, η εγγραφή της καθ’ ης (με την αρχική της επωνυμία) στις 16.9.2019 με αριθμό ΓΕΜΗ ………… και, δεύτερον, η από 1-11-2019 με αριθμό καταχώρησης ………… τροποποίηση του καταστατικού της (βλ σχετικά την από 5.11.2019 με αριθ. πρωτ. ………….. ανακοίνωση του Γενικού Εμπορικού Μητρώου). Εφόσον από τα έγγραφα αυτά προκύπτει ότι πιστοποιήθηκε από την αρμόδια διοικητική αρχή, ύστερα από έλεγχο της νομιμότητας, το νομότυπο της εγγραφής και της τροποποίησης του καταστατικού της και επακολούθησε η κατά νόμο καταχώρηση της καθ’ ης στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών, η νομιμοποίηση της τελευταίας αποδεικνύεται πλήρως και τα δικαιώματα των αιτούντων καθ’ ων η εκτέλεση κατοχυρώνονται, επίσης, πλήρως και από κάθε άποψη (ΑΠ 3485/2006 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Αντιθέτως, η υπ’ αριθ. ………./16.9.2019 πράξη της συμβ/φου Πειραιά ………….., με την οποία συστήθηκε η αρχική διαχειρίστρια εταιρεία …………….. και η οποία πράξη μνημονεύεται στο από 23-9-2019 απόσπασμα περίληψης της τροποποίησης της από 12-9-2019 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων) και το κωδικοποιημένο καταστατικό της (του οποίου σημειωτέο, τα βασικά στοιχεία μνημονεύονται στο συγκοινοποιηθέν πιστοποιητικό από το ΓΕΜΗ) δεν έχουν αποφασιστική σημασία για τη νομιμοποίηση της διαχειρίστριας εταιρείας. Εξάλλου, δεδομένου ότι η καταχώρηση των στοιχείων της καθ’ ης στο ΓΕΜΗ προκύπτει ευθέως από τα προαναφερόμενα έγγραφα, που συγκοινοποιήθηκαν στους αιτούντες (βλ ειδικότερα την από 5-11-2019 με αριθ. πρωτ. …………. ανακοίνωση και το από 15-112019 Γενικό Πιστοποιητικό του Γενικού Εμπορικού Μητρώου), η συγκοινοποίηση και της ανακοίνωσης της αρχικής καταχώρησης της καθ’ ης στο ΓΕΜΗ δεν απαιτείται. Συνεπώς και ο υπό στ. δ λόγος της ανακοπής τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, η Τράπεζα ………. με την με αρ. πρωτ. ………/12.9.2019 νομίμως δημοσιευθείσα στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών σύμβαση πώλησης και εκχώρησης απαιτήσεων μεταβίβασε το σύνολο των απαιτήσεών της, ανά επιχειρηματική απαίτηση, κεφάλαιο, δεδουλευμένους τόκους και απαιτήσεις από έξοδα, μετά των παρεπομένων και διαπλαστικών δικαιωμάτων και των τυχόν εξασφαλίσεων αυτών, παρεπόμενων ενοχικών και εμπραγμάτων απαιτήσεων (βλ ειδικότερα 3° όρο της εν λόγω σύμβασης και την κάτωθι αυτού του όρου σημείωση) στην αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία …………… Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, μεταβιβάστηκε στην τελευταία εταιρεία ολόκληρη η απαίτηση της Τράπεζας ……… σε βάρος των αιτούντων, που απορρέει από την με λατινικά στοιχεία ……… και με αριθμό ……../15.4.2004 σύμβαση στεγαστικού δανείου, το δε ποσό των 385.030 ευρώ, που μνημονεύεται στο απόσπασμα του παραρτήματος της περίληψης αυτής, δεν αποτελεί το ανώτατο όριο της μεταβιβασθείσας απαίτησης, όπως εσφαλμένα υποστηρίζουν οι αιτούντες, αλλά το «τρέχον υπόλοιπο», όπως άλλωστε τούτο ρητώς αναγράφεται στη σχετική στήλη του αποσπάσματος αυτού. Συνεπώς, η καθ’ ης νόμιμα επιτάσσει τους αιτούντες με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή να της καταβάλουν – εις ολόκληρον έκαστος – και το επιπλέον ποσό των 522.825,50 ευρώ, που αφορά σε τόκους υπερημερίας, η δε κατάσχεση, που στηρίζεται στην επιταγή αυτή, είναι καθόλα έγκυρη. Περαιτέρω, οι αιτούντες επικαλούνται ότι η καθ’ ης καταχρηστικά επισπεύδει σε βάρος τους εκτέλεση για απαίτηση που δεν έχει εκχωρηθεί στην αλλοδαπή εταιρεία, της οποίας τις απαιτήσεις αυτή διαχειρίζεται, προκαλώντας έτσι τον οικονομικό τους αφανισμό. Με το παραπάνω περιεχόμενο, ο εν λόγω ισχυρισμός των αιτούντων τυγχάνει νομικά αβάσιμος, καθότι η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ εφαρμόζεται σε υπαρκτό και όχι ανύπαρκτο δικαίωμα, καθόσον είναι λογικώς αδύνατη η καταχρηστική άσκηση ανυπάρκτου δικαιώματος (ΟλΑΠ 17/95). Επομένως και ο σχετικός υπό στ. ε λόγος τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 εδ. γ’ του ν. 4354/2015, κατά την οποία ορίζεται ότι: «Η πώληση των παραπάνω απαιτήσεων είναι ισχυρή μόνο εφόσον έχει υπογράφει συμφωνία ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ εταιρίας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων που αδειοδοτείται και εποπτεύεται κατά τον παρόντα νόμο από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η προϋπόθεση αυτή οφείλει να πληρούται και σε κάθε περαιτέρω μεταβίβαση….» προκύπτει ότι ο νομοθέτης θέτει ως προϋπόθεση του ισχυρού και έγκυρου της σύμβασης πώλησης τιτλοποιουμένων απαιτήσεων την υπογραφή σύμβασης ανάθεσης διαχείρισης απαιτήσεων, η οποία, όμως, δεν απαιτείται να προηγείται χρονικά της σύμβασης πώλησης. Η γραμματική διατύπωση της εν λόγω διάταξης δεν συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης. Εν προκειμένω, πληρούται η προϋπόθεση αυτή, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω, και συνεπώς η από 12.9.2019 σύμβαση πώλησης και εκχώρησης απαιτήσεων (αντίγραφο της οποίας έχει νομίμως καταχωρηθεί στις 16-9-2019 στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθ. πρωτ. …………/16-9-2019 τ. 10 και α. 271), από την Τράπεζα …………… στην αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία ………….. είναι καθόλα έγκυρη και ισχυρή, τα όσα δε περί του αντιθέτου υποστηρίζουν οι αιτούντες είναι αβάσιμα. Συνεπώς και ο υπό στ. στ λόγος τυγχάνει αβάσιμος. Μετά ταύτα η υπό κρίση ανακοπή των αιτούντων έπρεπε να απορριφθεί και τα ίδια που έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου και τα αντίθετα υποστηριζόμενα απ’ αυτούς με την έφεσή τους κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα. Επομένως εφόσον δεν πιθανολογείται η ευδοκίμηση της έφεσης πρέπει η υπό κρίση αίτηση αναστολής της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των αιτούντων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση.
Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη της καθ’ ης σε βάρος των αιτούντων, που ορίζει σε 200 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στο ακροατήριό του, σε έκτακτη συνεδρίαση, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους, στις 17-9-2020.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ