Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 689/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης

689/2020

ΤΡΙΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή Εφέτη, Ηλία Σταυρόπουλο Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα Τ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αρ. 1455/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ασκήθηκε νομοτύπως, εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 1) και έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο (Ηλεκτρ. Παράβολο …………./2019). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 126 παρ. 1 εδ. ε` ΚΠολΔ η επίδοση για το Δημόσιο γίνεται σε εκείνους που το εκπροσωπούν σύμφωνα με το νόμο. Κατά το άρθρο 85 παρ. 1 του ΚΕΔΕ (νδ 356/1974), επί δικών του νομοθετήματος αυτού το δημόσιο εκπροσωπεί ο διευθυντής του δημόσιου ταμείου, κατά του οποίου στρέφεται και κοινοποιείται κάθε δικόγραφο με ποινή απαραδέκτου. Σε κάθε, όμως, περίπτωση, με την ίδια ως άνω κύρωση, απαιτείται κοινοποίηση του δικογράφου και στον Υπουργό των Οικονομικών. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 5 του “Κώδικος Νόμων περί δικών του Δημοσίου” (Διάταγμα 26.6/10.7.1944), “μόνον αι προς τον Υπουργόν Οικονομικών γενόμεναι κοινοποιήσεις οποιουδήποτε δικογράφου επί δικών του Δημοσίου παράγουσι εννόμους συνεπείας. Η διάταξις εφαρμόζεται και όταν το Δημόσιον εκπροσωπείται δικαστικώς εκ μέρους των διευθυντών ταμείων ή οικονομικών εφόρων ή τελωνών ή ετέρου οποιουδήποτε κρατικού οργάνου, της προς τον Υπουργό Οικονομικών επιδόσεως απαιτουμένης και τότε ως προσθέτου τοιαύτης, επί συνεπεία ακυρότητος αυτεπαγγέλτως εξεταζομένης”. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι, για να είναι έγκυρη η επίδοση προς το Δημόσιο του σχετικού δικογράφου, πρέπει να γίνει, με ποινή απαραδέκτου στις δίκες του ΚΕΔΕ, ακυρότητας δε στις λοιπές, τόσον στον Υπουργό Οικονομικών, όσο και στο αρμόδιο όργανο και τούτο για μεγαλύτερη εξασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή αν δεν επιδοθεί το δικόγραφο και στον Υπουργό Οικονομικών, η επίδοση δεν έχει ολοκληρωθεί και δεν παράγει έννομες συνέπειες, με αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως βλάβης του Δημοσίου, να επέρχεται απαράδεκτο ή ακυρότητα, η οποία εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (Ολ.ΑΠ 34/1988, ΑΕΔ 27/04 δημ. ΝΟΜΟΣ). Στη συνέχεια, με το ν. 4389/2016 που άρχισε να ισχύει από 1.1.2017 (άρθρ. 43), ορίσθηκε στο άρθρο 1 ότι: «1. Συνιστάται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα µε την επωνυμία  Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) (στο εξής η “Αρχή”), µε σκοπό τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και είσπραξη των φορολογικών [..] δημοσίων εσόδων, που άπτονται του πεδίου των αρμοδιοτήτων της. 2. […] 4. Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής καταργείται η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών […]», στο άρθρο 36 παρ. 1 ορίζεται ότι «Η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Διοικητή της και παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή τις έννομες σχέσεις που την αφορούν. Οι επιδόσεις των δικογράφων στις δίκες αυτές γίνονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προς τον Διοικητή, αντί του Υπουργού των Οικονομικών. Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι σε δίκες που έχουν ως αντικείμενο, πλην άλλων, τις έννομες σχέσεις που αφορούν την Α.Α.Δ.Ε., για να είναι έγκυρη η επίδοση προς το Δημόσιο, πρέπει αυτή να γίνει με ποινή ακυρότητας τόσο στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. όσο και στο αρμόδιο όργανο. Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 215 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την ισχύ του ν. 4335/2015, αν δεν λάβει χώρα νομότυπη επίδοση της αγωγής εντός της οριζόμενης στη διάταξη προθεσμίας, η αγωγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα. Τέλος, όπως προκύπτει από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 522, 524 παρ. 1, 525, 526, 536 και 271 παρ. 1 ΚΠολΔ, το Εφετείο, στο οποίο με την άσκηση της εφέσεως μεταβιβάζεται η υπόθεση μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν και τους πρόσθετους λόγους, έχει ως προς την αγωγή την ίδια εξουσία που έχει και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και συνεπώς μπορεί και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το παραδεκτό αυτής και να την απορρίψει, αν κρίνει αυτήν απαράδεκτη ή ως μη ασκηθείσα (ΚΠολΔ 215 παρ. 2), αρκεί από το αποτέλεσμα αυτό να μην καθίσταται χειρότερη η θέση του εκκαλούντος ενάγοντος, χωρίς να συντρέξει κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 536 ΚΠολΔ. Έτσι, όταν ο εκκαλών παραπονείται για την εν όλω ή εν μέρει απόρριψη της αγωγής κατ’ ουσίαν, μπορεί το Εφετείο, εξετάζοντας οίκοθεν την πληρότητα της αγωγής να την απορρίψει ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας αυτής ή να θεωρήσει αυτή ως μη ασκηθείσα, αφού έτσι πράττοντας δεν χειροτερεύει τη θέση του εκκαλούντος. Στην περίπτωση δε αυτή το Εφετείο δεν μπορεί να περιορισθεί στην απλή αντικατάσταση της αιτιολογίας, κατά το άρθρο 534 ΚΠολΔ, αφού η απόρριψη της αγωγής για τον παραπάνω λόγο οδηγεί σε διαφορετικό αποτέλεσμα ως προς το διατακτικό.

Στην προκειμένη περίπτωση με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή τους, που κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 12.3.2018, οι εκκαλούντες – ενάγοντες ζήτησαν να ακυρωθεί λόγω ουσιώδους πλάνης η πλασματική, λόγω άπρακτης παρέλευσης του τετραμήνου της αποποίησης, αποδοχή της κληρονομιάς του ………., στην οποία περιλαμβάνεται χρέος αυτού προς τη Δ.Ο.Υ. Καλλιθέας, χρηματικού ύψους 5.897,64 ευρώ. Με την ως άνω αγωγή εισάγεται προς κρίση διαφορά που αφορά την Α.Α.Δ.Ε., αφού αυτή είναι η δανείστρια της επίδικης κληρονομιάς για την είσπραξη του χρέους δια των αποκεντρωμένων υπηρεσιών της (εν προκειμένω Δ.Ο.Υ. Καλλιθέας). Έπρεπε, επομένως, η αγωγή, που κατατέθηκε (12.3.2018) μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4389/2016 (1.1.2017) να επιδοθεί στο Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. και στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Καλλιθέας, προκειμένου να ολοκληρωθεί το νομότυπο της άσκησής της. Αυτή, όμως, επιδόθηκε στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Καλλιθέας (βλ. την ……/20.3.2018 έκθεση επίδοσης του δικ. επ. ……..) και στον Υπουργό των Οικονομικών (βλ. την με αρ. …./20.3.2018 έκθεση επίδοσης του δικ. επ. ………..) και όχι στον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. και, συνεπώς, η αγωγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα, σύμφωνα με τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, ανεξαρτήτου βλάβης του Δημοσίου και από το γεγονός ότι το εφεσίβλητο ελληνικό δημόσιο παραστάθηκε πρωτοδίκως. Επομένως, το Δικαστήριο αυτό, στα πλαίσια του αυτεπάγγελτου ελέγχου της νομότυπης άσκησης της αγωγής λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης των εκκαλούντων – εναγόντων, παραπονούμενων για την κατ’ ουσία απόρριψη της αγωγής τους, πρέπει να κάνει δεκτή την έφεση, να εξαφανίσει την εκκαλουμένη, στη συνέχεια να κρατήσει και να δικάσει την αγωγή και να θεωρήσει αυτή ως μη ασκηθείσα, χωρίς έτσι να καθιστά χειρότερη τη θέση των εκκαλούντων. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στους εκκαλούντες και τα δικαστικά έξοδα και των δυο βαθμών δικαιο­δοσίας πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων μερών, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας της ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν κατ` άρθ. 179 ΚΠολΔ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντωμωλία των διαδίκων

Δέχεται την έφεση τυπικά και ουσιαστικά.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 1455/2019 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Κρατεί και δικάζει την αγωγή.

Θεωρεί την αγωγή ως μη ασκηθείσα.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στους εκκαλούντες.

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις  12 Νοεμβρίου 2020 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του, σε έκτακτη συνεδρίαση, στις 19 Νοεμβρίου 2020  με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους και νομικούς παραστάτες τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ