Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 777/2020

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης

777 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 1.7.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. …………/2.7.2019 και ………./2.7.2019) έφεση της εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ενάγουσας της ασκηθείσας ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 22.12.2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………../27.12.2017) αγωγής, διώκουσας την επιδίκαση στην ανωτέρω διάδικο, αφενός μεν αποζημίωσης για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας (θετικής και αποθετικής), αφετέρου δε χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, που υπέστη, εξαιτίας της επισυμβάσας σύγκρουσης του πλοίου, πλοιοκτησίας της εναγομένης εταιρείας και ήδη εφεσίβλητης, οφειλομένης σε αποκλειστική υπαιτιότητα (αμέλεια) των προστηθέντων της τελευταίας, πλοιάρχου και πληρώματος του ως άνω πλοίου της, κατά τον απόπλου του από το λιμένα της ….., όπου ναυλοχούσε, με το παραπλεύρως τούτου πρυμνοδετημένο πλοίο, πλοιοκτησίας της ιδίας (της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας), και της πρόκλησης φθορών και βλαβών στο κύριο ιστίο και στα ξάρτια (συρματόσχοινα) του εν λόγω ιστίου του πλοίου αυτού, κατά της εκδοθείσας επί της ως άνω αγωγής, αντιμωλία των διαδίκων της δίκης, κατά την τακτική διαδικασία, υπ’αριθμ.585/2019 οριστικής απόφασης του προαναφερθέντος Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς όλα τα επιμέρους κονδύλια του αιτήματός της, πλην του κονδυλίου της χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης της ενάγουσας, ως προς το οποίο (η αγωγή) επίσης απορρίφθηκε, πλην όμως ως αόριστη, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ. 1 εδαφ.β΄, και 2, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 2.7.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../2.7.2019), προ πάσης επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά σε κάθε περίπτωση εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 18.2.2019 [όπως η ανωτέρω διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 2.7.2019, ήτοι μετά την 1η.1.2016 (άρθρο 1, άρθρο ένατο παρ.2 του ιδίου νόμου), αλλά και η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί στις 18.2.2019, όπως προεκτέθηκε, δηλαδή μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου (στις 23.7.2015)], ενώ επιπροσθέτως έχει καταβληθεί από την εκκαλούσα κατά την κατάθεση του ένδικου μέσου το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 στοιχ.γ΄ του ΚΠολΔ παράβολο, και δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου. Πρέπει, επομένως, η ανωτέρω έφεση, η οποία παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως καθ’ύλην, κατά τόπον, και λειτουργικά αρμοδίου προς εκδίκασή της (άρθρα 19 του ΚΠολΔ, και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της (άρθρα 522 και 533 παρ.1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία (τακτική), κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση.Με την ασκηθείσα ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 22.12.2017 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………../27.12.2017) αγωγή της η ενάγουσα, πλοιοκτήτρια του υπό γαλλική σημαία επαγγελματικού, τουριστικού (Ε/Γ – Τ/Ρ) πλοίου με την ονομασία «A», ισχυρίσθηκε ότι, από αποκλειστική υπαιτιότητα, και συγκεκριμένα από αμέλεια, του πλοιάρχου και των λοιπών μελών του πληρώματος του υπό ελληνική σημαία, επαγγελματικού, τουριστικού (Ε/Γ – Τ/Ρ) πλοίου, με την ονομασία «G», νηολογίου Πειραιώς, πλοιοκτησίας της εναγομένης, έλαβε χώρα, στις 22.6.2016, στο λιμένα της ……, σύγκρουση των ανωτέρω πλοίων, που προκάλεσε φθορές και βλάβες στο κύριο ιστίο, αλλά και στα συρματόσχοινα του εν λόγω ιστίου του πλοίου της (της ενάγουσας), όπερ κατέστησε αυτό προσωρινά ακατάλληλο για την κατά τον προορισμό χρήση και εκμετάλλευσή του ως ιστιοφόρου σκάφους, της σύγκρουσης επισυμβάσας κατά τον απόπλου του πλοίου της εναγομένης από τον ανωτέρω λιμένα, και ενώ το δικό της πλοίο ναυλοχούσε, όντας ναυλωμένο γυμνό, στον ίδιο λιμένα, προσηκόντως πρυμνοδετημένο παραπλεύρως του πλοίου της αντιδίκου της στην υποδειχθείσα από την αρμόδια λιμενική αρχή θέση, σύμφωνα με τα αναλυτικά περί των συνθηκών της επίδικης σύγκρουσης εκτιθέμενα στο δικόγραφο, με αποτέλεσμα να υποστεί περιουσιακή ζημία, και δη θετική, που έγκειται στο δαπανηθέν ποσό για την αποκατάσταση των βλαβών στο πλοίο της, αλλά και αποθετική, ισόποση με το ποσό των συμφωνημένων ναύλων, που απώλεσε κατά το χρονικό διάστημα από 22.6.2016 έως 16.7.2016, το οποίο απαιτήθηκε για την προμήθεια των απαραίτητων υλικών και την αποκατάσταση της ζημίας, και κατά το οποίο το πλοίο της δεν εκτέλεσε πλόες διότι δεν ήταν εκ των πραγμάτων δυνατόν να εκναυλωθεί εν τω μεταξύ ως ιστιοφόρο, και θα απεκόμιζε με πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων σε διαφορετική περίπτωση, εάν δεν είχε μεσολαβήσει το ζημιογόνο γεγονός, καθώς και ηθική βλάβη, ειδικότερα συνιστάμενη στην τρώση της φήμης της και τη μείωση της αξιοπιστίας της στην αγορά έναντι του κοινού, και δη των υποψηφίων ναυλωτών, η εμπιστοσύνη των οποίων προς αυτήν κλονίσθηκε, καθόσον αναγκάσθηκε να προβεί σε ακυρώσεις των συμφωνημένων ναυλώσεων του ως άνω χρονικού διαστήματος, μεταξύ δε τούτων και της κατά το χρόνο της σύγκρουσης υφισταμένης ναύλωσης για τον υπολειπόμενο χρόνο της συμφωνηθείσας με το ναυλωτή διάρκειάς της, όπως έκαστο των επιμέρους κονδυλίων παρατίθεται στην αγωγή. Με την επίκληση αυτού του ιστορικού ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγόμενη, ως προστήσασα το υπαίτιο της πρόκλησης της σύγκρουσης των δύο πλοίων πλήρωμα του δικού της πλοίου, να της καταβάλει το ποσό των 11.900 ευρώ ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της θετικής ζημίας της, το ποσό των 7.531 ευρώ ως διαφυγόντα κέρδη, και το ποσό των 5.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης, και συνολικά το ποσό των 24.431 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη του ως άνω ζημιογόνου γεγονότος, άλλως από την επίδοση της αγωγής, μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης. Επί της εν λόγω αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η υπ’αριθμ.585/2019 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι το Δικαστήριο αυτό είναι αρμόδιο προς εκδίκαση της υπόθεσης, και δη τόσο καθ’ύλην, λόγω του αιτουμένου από την ενάγουσα να της καταβληθεί ποσού (άρθρα 9 και 14 παρ.2 του ΚΠολΔ), όσο και κατά τόπο (άρθρα 25 παρ.2 του ΚΠολΔ, και 51 παρ.1 περ.α΄, 3Α-Β περ.ιστ΄του ν.2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς, σε συνδ. με το άρθρο 1 του  Ν.Δ. 4407/1964 «περί κυρώσεως της Διεθνούς Συμβάσεως περί ενοποιήσεως κανόνων τινών αφορώντων εις τα αρμόδια διά την επίλυσιν ιδιωτικών διαφορών εκ συγκρούσεως πλοίων δικαστήρια»), και έχει διεθνή δικαιοδοσία ν’επιληφθεί σχετικώς (άρθρο 242 περ.α-γ του ΚΙΝΔ), καθώς και ότι, όσον αφορά το δίκαιο, που διέπει την επίδικη διαφορά, που παρουσιάζει στοιχεία αλλοδαπότητας, διότι πρόκειται περί σύγκρουσης πλοίων διαφορετικής εθνικότητας, εφαρμοστέα τυγχάνει η Διεθνής Σύμβαση των Βρυξελλών του 1910 «περί συγκρούσεως πλοίων», η οποία έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν.ΓΩΠΣΤ/1911, ως προς τα απ’αυτήν ρυθμιζόμενα θέματα της υπόθεσης, αφού τα συγκρουσθέντα πλοία φέρουν σημαίες Γαλλίας και Ελλάδας αντίστοιχα, ήτοι χωρών, που έχουν προσχωρήσει στην ως άνω διεθνή σύμβαση, ενώ, ως προς τα λοιπά ζητήματα αστικής ευθύνης της διαφοράς, εφαρμοστέο τυγχάνει το ελληνικό δίκαιο, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη II)», δεδομένου ότι αυτός αναφέρεται σε ζημιογόνα γεγονότα, που λαμβάνουν χώρα μετά την έναρξη της ισχύος του, ήτοι μετά τις 11.1.2009 (άρθρα 31 και 32) και εν προκειμένω το επίδικο συμβάν έλαβε χώρα στις 22.6.2016, και η ζημία από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης επήλθε στην Ελλάδα (άρθρο 4 παρ.1 του ως άνω Κανονισμού), αλλά και (αφού κρίθηκε) ότι η αγωγή είναι πλήρως και επαρκώς ορισμένη, πλην του αιτήματος αυτής περί καταβολής στην ενάγουσα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, το οποίο απορρίφθηκε ως αόριστο, διότι, όπως έγινε δεκτό, η ενάγουσα, νομικό πρόσωπο ούσα, δεν επικαλέσθηκε στο δικόγραφο ποια συγκεκριμένα υλική ζημία υπέστη συνεπεία της προσβολής της εμπορικής της πίστης και φήμης, και νόμιμη, όπως απαιτείται για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης σε νομικό πρόσωπο, στηριζόμενη στις σ’αυτήν (πρωτόδικη απόφαση) ειδικότερα μνημονευόμενες διατάξεις της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών του έτους 1910, του ΑΚ, του ΚΠολΔ, και του 5ου Κανόνα της Σύμβασης «περί Διεθνών Κανονισμών προς αποφυγήν συγκρούσεων εν Θαλάσση, 1972», που υπογράφηκε στο Λονδίνο το 1972 και έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν.Δ.93/1974, πλην του αιτήματος περί καταβολής τόκων επί της ένδικης απαίτησης από την επομένη της σύγκρουσης, ως προς το οποίο (η αγωγή) απορρίφθηκε ως μη νόμιμη, αφού, όπως έγινε δεκτό, η ενάγουσα δεν επικαλέσθηκε στο δικόγραφο όχληση της εναγομένης κατά το χρόνο αυτό, ακολούθως, καταβληθέντος του αναλογούντος στο αντικείμενό της τέλους δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις, διευρευνήθηκε η αγωγή περαιτέρω και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας κατά το μέρος, που κρίθηκε ως ορισμένη και νόμω βάσιμη, και απορρίφθηκε κατά τα λοιπά καθ’ολοκληρίαν ως  κατ’ουσίαν αβάσιμη, καθόσον έγινε δεκτό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι «επειδή καταλείπονται αμφιβολίες για τα αίτια του συμβάντος και την υπαιτιότητα του σκάφους της εναγομένης, οι ζημίες του σκάφους της ενάγουσας βαρύνουν την ίδια, κατ’εφαρμογήν της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών…», επιβληθείσας, κατόπιν τούτου, σε βάρος της ενάγουσας της δικαστικής δαπάνης της εναγομένης, το ύψος της οποίας ορίσθηκε στο ποσό των 630 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η ενάγουσα με την παραδεκτά ασηθείσα ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου και κρινόμενη εν προκειμένω από 1.7.2019 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../2.7.2019 και ………../ 2.7.2019) έφεσή της, έχουσα προφανές προς τούτο έννομο συμφέρον, ως εν όλω ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό διάδικος, για τους ειδικότερα εκτιθέμενους στο εφετήριο λόγους, που συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται, αφενός μεν σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου (ο τρίτος λόγος) ως προς την κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί απόρριψης της αγωγής της όσον αφορά στο αίτημα αυτής για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως αόριστης, αφετέρου δε σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων (οι πρώτος και δεύτερος λόγοι) ως προς την κρίση του ως άνω Δικαστηρίου, που αφορά στην ουσία της υπόθεσης, και την απόρρριψη της αγωγής της, κατά το μέρος, που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, ως ουσιαστικά αβάσιμης (το ξεχωριστό κεφάλαιο της εκκαλουμένης, που αφορά στην έναρξη της τοκοφορίας της επίδικης απαίτησης και στην απόρριψη του αιτήματος περί καταβολής τόκων επί του συνολικά αιτουμένου να της καταβληθεί ποσού από την επομένη της σύγκρουσης δεν πλήττεται με την ένδικη έφεση), ζητώντας την καθολική εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης κατά τα ως άνω εκκληθέντα κεφάλαια,  με σκοπό την εξαρχής αναδίκαση της υπόθεσης, και την παραδοχή της αγωγής της καθ’ολοκληρίαν ως κατ’ουσίαν βάσιμης.Σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ επί αδικοπραξίας το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Χρηματική ικανοποίηση δικαιούνται και τα νομικά πρόσωπα, εφόσον προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη ή το εμπορικό τους μέλλον ή η φήμη τους, και, επομένως, το ενάγον νομικό πρόσωπο πρέπει, για το ορισμένο της σχετικής αγωγής, να επικαλείται ειδικά (και στην συνέχεια να αποδεικνύει) τις περιπτώσεις αυτές με τα αντίστοιχα θεμελιωτικά αυτών συγκεκριμένα περιστατικά, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο συναίσθημα αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής, αλλά σε συγκεκριμένη βλάβη που έχει υλική υπόσταση, διαφορετικά η αγωγή είναι, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 111 και 216 § 1 του ΚΠολΔ, αόριστη (βλ. ΑΠ 730/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 382/2011 ΝοΒ 2011.2158, ΜονΕφΘεσ 626/201 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα, και το νομικό πρόσωπο, εφόσον έχει ικανότητα δικαίου και είναι ικανό για δικαιοπραξία (άρθρα 61 και 70 του ΑΚ), διατηρεί δικαίωμα επί της προσωπικότητας αυτού στις εκφάνσεις της πίστης, της υπόληψης, της φήμης, του κύρους, του αντικειμένου του, του μέλλοντός του, και των αναγνωριζόμενων σε αυτό άυλων αγαθών. Ειδικότερα, αποκατάσταση της ηθικής βλάβης μπο­ρούν να ζητήσουν και οι εταιρείες, αν με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόλη­ψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον. Το αν συνέβη αυτό πρέπει να το αποδείξει με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο η ενάγουσα εταιρεία, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο αίσθη­μα, αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο, και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπι­νης λογικής χωρίς αποδείξεις, αλλά σε μία συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπό­σταση (ΕφΘεσ 604/2008 Αρμ2010.373, Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΕρμΑΚ, άρθρ. 932, III, αριθμ.1, σελ. 817). Θα πρέπει, δηλαδή, το νομικό πρόσωπο για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης να επικαλείται και να αποδεικνύει συγκεκριμένη υλική ζημία (ΑΠ 488/1983 ΝοΒ 32.268 ΑΠ 133/1981 ΝοΒ 30.304, ΕφΘεσ 443/2009 Ε.Ε.Δ. 2009.517, ΕφΑθ 5749/2009 ΕλλΔνη 2010.260, ΕφΑθ 4556/2005 ΕλλΔνη 48.868, ΕφΑθ 698/2003 ΕλλΔνη 2004.1064, ΕφΑθ 1735/1993 ΕλλΔνη 35.676, ΕφΠατρ 256/1984 ΝοΒ 32.1567). Στην προκειμένη περίπτωση η αγωγή, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, περιέχει όλα τα κατά νόμο απαιτούμενα στοιχεία για τη νομική της θεμελίωση και τη δικαστική της εκτίμηση. Ειδικότερα, όσον αφορά στο αίτημα για την καταβολή στην ενάγουσα, νομικού προσώπου ούσας, χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, εκτίθεται στο δικόγραφο ότι εξαιτίας της προκληθείσης, με υπαιτιότητα των προστηθέντων της εναγομένης, πλοιάρχου και λοιπών μελών του πληρώματος του πλοίου της, σύγκρουσης του ανωτέρω πλοίου με το πλοίο της ενάγουσας  (οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες συνέβη η σύγκρουση των εν λόγω πλοίων, καθώς και τα συγκεκριμένα περιστατικά υπαιτιότητας του πλοίου της εναγομένης, η συγκεκριμενοποίη­ση των οποίων, άλλωστε, είναι επιτρεπτή με βάση τα ειδικότερα περιστατικά που προκύπτουν από την αποδεικτική διαδικασία, διαλαμβάνονται στην αγωγή με επάρκεια), υποχρεώθηκε, για το επίσης αναφερόμενο στο δικόγραφο χρονικό διάστημα, που απαιτήθηκε για την αποκατάσταση των οφειλομένων στην επίμαχη σύγκρουση  φθορών και βλαβών του πλοίου της, κατά το οποίο αυτό δεν μπορούσε να εκτελέσει πλόες ως ιστιοφόρο σκάφος, και, συνακόλουθα, να εκναυλωθεί, να προβεί σε ακυρώσεις συμφωνημένων για το διάστημα αυτό ναυλώσεων, με αποτέλεσμα να απολέσει τους αντίστοιχους ναύλους, το συνολικό ποσό των οποίων ομοίως μνημονεύεται στην αγωγή, και να υποστεί ισόποση περιουσιακή (αποθετική) ζημία, συνιστάμενη στα ως άνω διαφυγόντα κέρδη της, αλλά και, εξαιτίας αυτού, και τρώση της φήμης, και μείωση της αξιοπιστίας της στην οικεία αγορά προς το κοινό, και δη προς τους υποψήφιους ναυλωτές του πλοίου της, η εμπιστοσύνη των οποίων προς αυτήν επλήγη. Κατά συνέπεια, η ως άνω αγωγή με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, καθ’ό μέρος αφορά στην αιτούμενη από την ενάγουσα να της καταβληθεί χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, είναι επαρκώς ορισμένη, αφού περιέχονται σ’αυτήν όλα τα κατά νόμο απαιτούμενα για την πληρότητά της, κατά τα άρθρα 118, 119 και 216 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης για το ορισμένο του δικογράφου της αγωγής σε σχέση με την προβολή της εν λόγω αξίωσης από νομικό πρόσωπο, στοιχεία, και ειδικότερα γίνεται μνεία σε συγκεκριμένη υλική ζημία, την οποία φέρεται ότι υπέστη η ενάγουσα εκ της επισυμβάσας από υπαιτιότητα του πλοίου της εναγομένης, σύγκρουσης του πλοίου αυτού με το δικό της πλοίο στο λιμένα της νήσου ……….. (απώλεια εσόδων από την ακύρωση συμφωνημένων ναυλώσεων για το χρονικό διάστημα, που διήρκεσαν οι εργασίες αποκατάστασης των προκληθεισών από τη σύγκρουση φθορών και βλαβών του πλοίου της), όπερ ισχυρίσθηκε ότι έπληξε τη φήμη και την εμπορική της πίστη έναντι των υποψηφίων ναυλωτών, διότι το νομικό πρόσωπο, για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, θα πρέπει να επικαλείται στην αγωγή του (και να αποδεικνύει στη συνέχεια) συγκεκριμένη υλική ζημία, αφού, σε αντίθεση με τα φυσικά πρόσωπα, η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται σε ενδιάθετο συναίσθημα, αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής, χωρίς αποδείξεις, αλλά σε συγκεκριμένη βλάβη που έχει υλική υπόσταση. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή όσον αφορά στο κονδύλιο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης της ενάγουσας ως αόριστη, και, συνακόλουθα, απαράδεκτη, διότι δέχθηκε ότι η ανωτέρω, παρότι νομικό πρόσωπο, δεν επικαλέσθηκε στο αγωγικό δικόγραφο ότι υπέστη συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία από τη σύγκρουση του πλοίου της με το υπαίτιο του συμβάντος πλοίο της εναγομένης, όπως απαιτείται για το ορισμένο της προβολής της αξίωσης αυτής από νομικό πρόσωπο, εσφαλμένα τις σχετικές διατάξεις ερμήνευσε και εφήρμοσε, σύμφωνα με τα βασίμως υποστηριζόμενα επ’αυτού από την ως άνω διάδικο με τον τρίτο λόγο της κρινόμενης έφεσής της. Πρέπει, συνεπώς, κατόπιν παραδοχής του ανωτέρω λόγου της έφεσης, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτό, και να κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η αγωγή ως προς το συγκεκριμένο κονδύλιο, ως προς το οποίο και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 299, 330 εδαφ.β΄, 346, 914 και 932 του ΑΚ, και περαιτέρω ερευνητέα κατ’ουσίαν.Η από 23.9.1910 Διεθνής Σύμβαση των Βρυξελλών «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων», που κυρώθηκε με τον ν. ΓΩΠΣΤ΄/1911, τυγχάνει εφαρμογής σε περίπτωση σύγκρουσης πλοίων διαφορετικής εθνικότητας στα ελληνικά ύδατα, όταν τα συγκρουσθέντα πλοία φέρουν τη σημαία πολιτείας που συμβλήθηκε ή προσχώρησε σ’αυτήν αργότερα (βλ. τη διάταξη του άρθρου 12 της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης), ενώ για τα μη ρυθμιζόμενα απ’ αυτή ζητήματα αστικής ευθύνης εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ημεδαπού δικαίου (ΕφΠειρ 1022/2006 ΕΝαυτΔ 2007.115). Εάν ένα από τα εμπλεκόμενα στη σύγκρουση πλοία έχει εθνικότητα μη συμβαλλόμενου κράτους, εφαρμογή έχουν οι κανόνες του δικαίου που ορίζει το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο του κράτους, στο οποίο έχει εισαχθεί η δίκη ή, όταν η αγωγή έχει εισαχθεί ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου, το άρθρο 26 του ΑΚ, και ήδη το άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 11ης Ιουλίου 2007 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ)». Από τις διατάξεις της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης, που αναφέρονται στην ευθύνη των πλοίων προκειμένου περί σύγκρουσης αυτών, προκύπτει ότι η ευθύνη του πλοιοκτήτη ρυθμίζεται αποκλειστικά από τις ως άνω περί σύγκρουσης πλοίων διατάξεις και όχι από τις γενικές περί αδικοπραξίας διατάξεις, ενώ, αντιθέτως, τα υπαίτια πρόσωπα ευθύνονται ατομικά με βάση τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις (ΕφΠειρ 1022/2006 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 της από 23.9.1910 προαναφερθείσας Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών προκύπτει ότι επί σύγκρουσης πλοίων η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση ρυθμίζεται αναλόγως του βαθμού υπαιτιότητας εκάστου πλοίου. Σε περίπτωση κοινής υπαιτιότητας κάθε πλοίο ευθύνεται σε αποζημίωση αναλόγως του βαθμού υπαιτιότητας που το βαρύνει, ενώ εάν η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα ενός εκ των πλοίων, τότε ο πλοιοκτήτης του καθίσταται υπόχρεος ν’αποκαταστήσει τις ζημίες του άλλου πλοίου ή του φορτίου ή των προσώπων, που βρίσκονται σ’αυτό (βλ. ΑΠ 58/2003 ΕΝΔ 31.43, ΕφΠειρ 682/2004 ΕΝΔ 32.434, ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝΔ 31.187, ΕφΠειρ 739/2000 ΕΝΔ 29.57). Εάν η σύγκρουση πλοίων συνέβη από τυχαίο γεγονός, ή από ανώτερη βία, ή εάν υπάρχει αμφιβολία για την αιτία της, τότε οι ζημίες βαρύνουν αυτούς που τις υπέστησαν. Υπαίτιο είναι το πλοίο, αν υπάρχει πταίσμα του πλοιοκτήτη, και/ή των προστηθέντων απ’αυτόν για τη χρήση του πλοίου προσώπων (πλοιάρχου, λοιπών μελών του πληρώματος κ.λπ.), είτε ως προς τον εξοπλισμό, ή την κατάσταση του πλοίου, είτε ως προς τους χειρισμούς του, ή την κίνησή του, και την τήρηση των ως προς αυτά κανόνων, κανονισμών και συναλλακτικών ηθών, στα οποία ανήκουν και οι κανόνες της ναυτικής τέχνης (Λ. Γεωργακόπουλου, Ναυτικό Δίκαιο, σελ. 356-357, κατά την ερμηνεία ομοίου περιεχομένου διατάξεων του ΚΙΝΔ). Φορέας δε της κατά τα ανωτέρω ευθύνης «του πλοίου» είναι αυτός που εκμεταλλεύεται το πλοίο, δηλαδή καταρχήν ο πλοιοκτήτης [βλ. συναφώς ΕφΠειρ 59/2011 ΕΕμπΔ 2011.445, ΕφΠειρ 1003/2003 ΕπισκΕΔ 2004.128, ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝαυτΔ 2003.187, ΕφΠειρ 807/1992 ΕΝαυτΔ 1993.16, Λ. Γεωργακόπουλο, Ναυτικό Δίκαιο, Αθήνα 2006, σελ. 355 επ., Ι. Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, τόμος τρίτος (άρθρα 190-297), Αθήνα -Κομοτηνή 2007, σελ.274-282 και 317-319].  Περαιτέρω, επί βλαβών του πλοίου λόγω σύγκρουσης αυτού με άλλο πλοίο, ο πλοιοκτήτης του έχει αξίωση προς αποζημίωση, η οποία περιλαμβάνει κάθε θετική και αποθετική ζημία του πλοίου (άρθρα 297 και 298 του ΑΚ), και εκτείνεται ειδικότερα και στο ποσό της δαπάνης, το οποίο απαιτείται προς αποκατάσταση των βλαβών αυτών, ασχέτως του αν προτίθεται πραγματικά να διαθέσει τούτο για τον ως άνω σκοπό ή αν αποκατέστησε τις βλάβες (ΕφΠειρ 818/2007 Α΄Δημοσίευση Νόμος). Τέλος, με τις διατάξεις της από 20 Οκτωβρίου 1972 Διεθνούς Συμβάσεως του Λονδίνου «περί διεθνών κανονισμών προς αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση», η οποία έχει κυρωθεί  με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 93/1974 και έχει τεθεί σε  ισχύ με το Π.Δ. 94/1977 (ΦΕΚ Α΄ 293), που έχει εκδοθεί δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδότησης, παρασχεθείσας δια του άρθρου 1 παρ. 2 του ως άνω Ν.Δ., έχει δε υπερνομοθετική ισχύ δυνάμει του άρθρου 28 παρ. 1 του, Συντάγματος, και εφαρμόζεται επί πάσης κατηγορίας πλοίων πλεόντων εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων δυνάμει του Π.Δ. 403/1980 (ΦΕΚ Α΄111) «περί εφαρμογής των διατάξεων του Ν.Δ. 93/1974 (…) επί πάσης κατηγορίας πλεόντων εις τα ελληνικά χωρικά ύδατα πλοίων υπό σημαίαν κρατών μη κυρωσάντων ή μη προσχωρησάντων εις την κυρωθείσαν Διεθνή Σύμβασιν», εκδοθέντος κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης, παρασχεθείσας δια του άρθρου 7 του αυτού ως άνω Ν.Δ., ορίζεται ότι: «ΚΑΝΩΝ 1. α) Οι Κανόνες ούτοι θα εφαρμόζωνται εφ’όλων των πλοίων τόσον εις την ανοικτήν θάλασσαν, όσον και εις άπαντα τα μετ’αυτής συγκοινωνούντα ύδατα, τα διαπλεύσιμα υπό ποντοπόρων πλοίων (…)». «ΚΑΝΩΝ 2. α) Ουδεμία διάταξις των παρόντων Κανόνων απαλλάσσει οιδήποτε πλοίον ή τον πλοιοκτήτην, τον πλοίαρχον ή το πλήρωμα αυτού, εκ των συνεπειών οιασδήποτε αμελείας ως προς την συμμόρφωσιν προς τους παρόντας Κανόνας ή αμελείας αφορούσης εις την λήψιν οιωνδήποτε προληπτικών μέτρων υπαγορευομένων υπό της κοινής εμπειρίας ή των ειδικών συνθηκών της περιστάσεως»…«ΚΑΝΩΝ 5. Επιτήρησις (look – out). Παν πλοίον θα τηρή εν παντί χρόνω την πρέπουσα οπτικήν και ακουστικήν επιτήρησιν (look – out) ως και επιτήρησιν δια παντός διαθεσίμου πρόσφορου μέσου κατά τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας, ούτως ώστε να έχη εκτίμησιν της καταστάσεως και του κινδύνου συγκρούσεως… ΚΑΝΩΝ 7. Κίνδυνοι Συγκρούσεως. α) Παν πλοίον θα χρησιμοποιή παν διαθέσιμον και κατάλληλον, κατά τας επικρατούσας περιστάσεις και συνθήκας, μέσον ίνα εκτιμήση εάν υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως. Υπαρχούσης οιασδήποτε αμφιβολίας, ο τοιούτος κίνδυνος θα θεωρήται ότι υπάρχει…ΚΑΝΩΝ 8. Χειρισμοί προς αποφυγήν συγκρούσεως. α) Οιοσδήποτε χειρισμός εκτελούμενος προς αποφυγήν συγκρούσεως, δέον, εφ’όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, να είναι σαφής και έκδηλος, να γίνεται εγκαίρως και συμφώνως προς τας υπαγορεύσεις της καλής ναυτικής τέχνης…δ) Χειρισμός εκτελούμενος προς αποφυγήν συγκρούσεως μεθ’ετέρου πλοίου δέον όπως είναι τοιούτος, ώστε να απολήγη εις διέλευσιν απ’ αυτού εις ασφαλή απόστασιν…».Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά: (α) Την κατάθεση της εκτός δίκης εξετασθείσας, με πρωτοβουλία της ενάγουσας, μάρτυρος …………., η οποία δόθηκε κατόπιν εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης, προκειμένου να παραστεί κατά τη λήψη της, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 422 παρ.1 του ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη  υπ’αριθμ. ……../28.3.2018 έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικής Επιμελήτριας …………., και περιέχεται στην υπ’αριθμ……./4.4.2018 ένορκη βεβαίωση, που λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς,  β) την κατάθεση του εκτός δίκης εξετασθέντος, με πρωτοβουλία της εναγομένης, μάρτυρος …………., η οποία δόθηκε κατόπιν εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας, προκειμένου να παραστεί κατά τη λήψη της, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 422 παρ.1 του ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ……./30.3.2018 έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικού Επιμελητή ……….., και περιέχεται στην υπ’αριθμ. ……/4.4.2018 ένορκη βεβαίωση, που λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, γ) όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, και δ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Η ενάγουσα εταιρεία είναι πλοιοκτήτρια του υπό γαλλική σημαία, επαγγελματικού – τουριστικού (Ε/Γ – Τ/Ρ) σκάφους με την ονομασία «Α», με αριθμό ….. του νηολογίου «LES SABLES D’OLONNE», ιστιοπλοϊκού, τύπου Oceanis 41, κατασκευασμένου από ενισχυμένο πλαστικό στη Γαλλία, το έτος 2014, από την Beneteau Yachts, ολικού μήκους μέτρων 11,97 και πλάτους μέτρων 4,20, εξοπλισμένου με μία πετρελαιοκίνητη μηχανή YANMAR,  τύπου 3JH5E, με απόδοση 29 ίππους. Το εν λόγω σκάφος, το οποίο, όπως και η μηχανή και ο εξοπλισμός του, εκτιμηθείσης συνολικής αξίας 203.286 ευρώ, ήταν ασφαλισμένο για χρονικό διάστημα 12 μηνών, αρχής γενομένης από την 1η.1.2016, στην ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «…………..», είχε εκναυλωθεί για το χρονικό διάστημα από 18.6.2016 (και ώρα 17.00) έως 2.7.2016 (και ώρα 9.00), δυνάμει του από 18.6.2016 ναυλοσυμφώνου, αντίγραφο του οποίου κατατέθηκε στην αρμόδια λιμενική αρχή, στον Γερμανό Υπήκοο και Κυβερνήτη (skipper) …………., αντί συμφωνηθέντος ναύλου, ανερχομένου στο ποσό των 4.900 ευρώ, με λιμένα παράδοσης του σκάφους στον ναυλωτή αυτόν του Λαυρίου, όπου είχε επίσης ορισθεί ότι θα έδει και να παραδοθεί από τον ανωτέρω κατά την καθορισθείσα ημερομηνία, με τη λήξη της σύμβασης, και όπου θα έπρεπε να έχει καταπλεύσει ήδη από την προηγουμένη της τελευταίας ημέρας της ναύλωσης ημέρα και ώρα 19.00 το αργότερο (βλ. σχετ. το προσκομιζόμενο ναυλοσύμφωνο). Στις 20.6.2016, διαρκούσης της ναύλωσης, το εν λόγω πλοίο, με πλήρωμα, πέραν του ανωτέρω ναυλωτή και κυβερνήτη, το ναύτη ………, Κροάτη Υπήκοο, και επιβάτιδες τις ………, ……… και  ………., Γερμανικής, Γερμανικής και Κροατικής Υπηκοότητας αντίστοιχα, (βλ.σχετ. την προσκομιζόμενη κατάσταση επιβατών και πληρώματος του σκάφους) κατέπλευσε στο λιμένα της νήσου ………..,  όπου ναυλοχούσε ακόμη στις 22.6.2016, όντας προσηκόντως πρυμνοδετημένο και ασφαλώς προσδεδεμένο στην πρώτη προβλήτα πλησίον του φάρου του ως άνω λιμένος, σε θέση υποδειχθείσα από την αρμόδια λιμενική αρχή, λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, που επικρατούσαν, και ειδικότερα των σφοδρών ανέμων, που έπνεαν στην περιοχή, και εγκυμονούσαν κινδύνους για το σκάφος και τους σ’αυτό επιβαίνοντες σε περίπτωση που θα επιχειρείτο διαδικασία απόπλου. Αποδείχθηκε επίσης ότι η εναγόμενη εταιρεία είναι πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία επαγγελματικού – τουριστικού (Ε/Γ – Τ/Ρ) σκάφους με την ονομασία «G.», νηολογίου Πειραιώς, με αριθμό ……, Κ.Ο.Χ. 480,56 και Κ.Κ.Χ. 247,31, το οποίο κατά τη τουριστική περίοδο του έτους 2016 εκτελούσε εβδομαδιαίους θαλάσσιους πλόες, που περιελάμβαναν προσέγγιση των λιμένων των νήσων των Κυκλάδων, οι οποίες παρουσιάζουν την πλέον αυξημένη κίνηση από πλευράς επισκεψιμότητας τουριστών. Το ανωτέρω σκάφος της εναγομένης κατέπλευσε στο λιμένα της ……. περί ώρα 8.00 της 22ης.6.2016, όπως προκύπτει από τη σχετική εγγραφή στο προσκομιζόμενο αντίγραφο από το ημερολόγιο γέφυρας της συγκεκριμένης ημέρας του πλοίου αυτού, και πρυμνοδέτησε ασφαλώς σε υποδειχθείσα από το αρμόδιο Λιμεναρχείο θέση πρόσδεσης, από τη δεξιά πλευρά του επίσης πρυμνοδετημένου στον ίδιο λιμένα ήδη από τις 20.6.2016, όπως προεκτέθηκε, σκάφους της ενάγουσας, σε απόσταση 5-10 μέτρων απ’αυτό, ενώ, σύμφωνα με το ίδιο ημερολόγιο, περί ώρα 22.20 της αυτής ημέρας, το ως άνω σκάφος εκκίνησε διαδικασία απόπλου με προορισμό το λιμένα της Ερμούπολης στη νήσο Σύρο. Αποδείχθηκε επίσης ότι, διαρκούντος του απόπλου του ως άνω σκάφους, και ενώ έπνεαν ισχυροί άνεμοι στην περιοχή, που προκαλούσαν έντονο κυματισμό, εξαιτίας πλημμελών χειρισμών των προστηθέντων της πλοιοκτήτριας αυτού/εναγομένης, πλοιάρχου και λοιπών μελών του πληρώματός του, οι οποίοι εμφιλοχώρησαν κατά την εκτέλεση των απαιτουμένων προς επιτυχή ολοκλήρωση της εν εξελίξει διαδικασίας ελιγμών, και των προεκτεθεισών δυσμενών καιρικών συνθηκών, που επικρατούσαν και δεν ελήφθησαν, ως θα έδει, υπόψη από τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα, η «πασαρέλα» του εν λόγω σκάφους, ήτοι η πρυμναία κλίμακα επιβίβασης – αποβίβασης επιβατών, η οποία λόγω του μεγέθους της και του σημείου εγκατάστασής της στο σκάφος προεξέχει σημαντικά της πρύμνης του, (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη από την ενάγουσα με σχετικό 13 φωτογραφία, στην οποία εμφαίνεται το μέγεθος του σκάφους της ενάγουσας, αλλά και της επίμαχης κλίμακας, χωρίς τούτο να αμφισβητείται από την εναγόμενη), όπερ ομοίως δεν συνεκτιμήθηκε όπως θα έπρεπε, μη καταλλήλως ανακληθείσα και ασφαλισθείσα προ της έναρξης του απόπλου, ταλαντεύθηκε και ενεπλάκη κατά τη διάρκεια της ταλάντωσης στο κεντρικό δεξιό ξάρτι (συρματόσχοινο) του καταρτιού του σκάφους της ενάγουσας, που βρισκόταν προσηκόντως πρυμνοδετημένο στην αριστερή πλευρά του, και επαρκώς φωταγωγημένο, κατά τρόπον ώστε ουδόλως παρεμπόδιζε τον ασφαλή απόπλου των παρακείμενων σκαφών, χωρίς επιπροσθέτως ουδεμία δυνατότητα εκτέλεσης οιασδήποτε ενέργειας προς αποφυγήν υλικής επαφής με αυτά, με αποτέλεσμα να προκληθούν ζημίες, όχι μόνον στο ως άνω συρματόσχοινο, κλώνοι του οποίου απεκόπησαν, αλλά και στο ίδιο το κατάρτι κατά το μήκος του, καθώς και φθορές και παραμορφώσεις στα εξαρτήματα στήριξης αυτού, λόγω της μεγάλης έντασης της έλξης του συρματόσχοινου από το παραπλεύρως αποπλέον, και, επομένως, εν κινήσει, σκάφος, που με τη σειρά της επέφερε υπερφόρτωση όλων των σημείων πρόσδεσης του ως άνω ιστού με τα παρελκόμενα, ενώ μετά το συμβάν συνέχισε και ολοκλήρωσε τον απόπλου του, και αναχώρησε από το λιμένα της ……. για το λιμένα του προορισμού του, χωρίς να επικοινωνήσει με το πλήρωμα του σκάφους της ενάγουσας για να γνωστοποιήσει το γεγονός και την εμπλοκή του σ’αυτό, ή με την αρμόδια λιμενική αρχή για να αναφέρει το ατύχημα, που είχε μόλις λάβει χώρα. Η προπεριγραφείσα σύγκρουση των δύο σκαφών στο λιμένα της ……….. και η πρόκληση ζημιών στο σκάφος της ενάγουσας (στο δεξί ξάρτι και στο κατάρτι αυτού) οφείλεται, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, σε αποκλειστική υπαιτιότητα του πλοίου της εναγομένης, και δη των από την τελευταία προστηθέντων πλοιάρχου και λοιπών μελών του πληρώματός του, οι οποίοι κατά τον απόπλου του εν λόγω πλοίου από το λιμένα της ………. ενήργησαν με αμέλεια, και συγκεκριμένα δεν επέδειξαν την κατ’αντικειμενική εκτίμηση επιμέλεια και προσοχή, που όφειλαν από τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλουν, δηλαδή την αφηρημένως λαμβανομένη επιμέλεια του μετρίως συνετού ναυτικού, ή άλλως αυτή, που, εάν είχε καταβληθεί, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου, συνετού, επιμελούς πλοιάρχου και μέλους πληρώματος ενός τέτοιου σκάφους, υπό παρόμοιες συνθήκες, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή του προπεριγραφέντος θαλάσσιου ατυχήματος. Ειδικότερα, τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα δεν τήρησαν τους ισχύοντες κανόνες ναυσιπλοΐας, και αυτούς της ναυτικής τέχνης και πρακτικής, περί ασφαλούς απόπλου, σύμφωνα με τους οποίους, το εν λόγω σκάφος, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας απόπλου του από το λιμένα και τη διενέργεια των προβλεπομένων και απαιτουμένων χειρισμών, θα έπρεπε να τηρεί, συνεχώς και ανά πάσα στιγμή, την πρέπουσα οπτική και ακουστική επιτήρηση, ως και την επιτήρηση με κάθε διαθέσιμο πρόσφορο μέσο, σύμφωνα με τις συνθήκες και περιστάσεις, που τότε επικρατούσαν, ώστε να δύναται να έχει πλήρη και ακριβή εκτίμηση της κατάστασης στην περιοχή του λιμένος, και να μπορεί οποτεδήποτε να λαμβάνει όλα τα αναγκαία  και ενδεδειγμένα κατά περίπτωση μέτρα για την αποφυγή συμβάντος σύγκρουσης με έτερα πλοία (βλ. σχετ. τον υπ’αριθμ. 5 Κανόνα της από 20 Οκτωβρίου 1972 Διεθνούς Συμβάσεως του Λονδίνου «περί διεθνών κανονισμών προς αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσση», κατά τα προεκτεθέντα στη  μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης), όπως ήταν και το παραπλεύρως, και δη από την αριστερή του πλευρά, ασφαλώς και κατά τον προσήκοντα τρόπο πρυμνοδετημένο σκάφος της ενάγουσας. Αντίθετα, κατά παράβαση των κανόνων της ασφαλούς ναυσιπλοΐας και της ναυτικής τέχνης, επιχείρησαν προδήλως εσφαλμένους χειρισμούς απόπλου από την προβλήτα του λιμένος της ……….., όπου το εν λόγω σκάφος βρισκόταν πρυμνοδετημένο, θέτοντας αυτό σε κίνηση και εκτελώντας ελιγμούς και μανούβρες, με κατεύθυνση προς την έξοδο του λιμένος, στρέφοντάς το αμέσως με την πρύμνη προς τα δεξιά, χωρίς την επιβεβλημένη προσοχή και τη δέουσα εποπτεία της όλης περιοχής του λιμένος, μη λαμβάνοντας υπόψη τις αντίξοες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν, και δη τους ισχυρούς ανέμους, που έπνεαν στην περιοχή, και προκαλούσαν κυματισμό, καθώς και του μεγέθους και της θέσης της πρυμναίας κλίμακας του σκάφους, και μη τηρώντας τα προσήκοντα μέτρα προστασίας των παραπλεύρως πρυμνοδετημένων σκαφών, με αποτέλεσμα, η ως άνω – ιδιαίτερα εκτεταμένη και προεξέχουσα της πρύμνης – κλίμακα, την οποία δεν είχαν μεριμνήσει προ της έναρξης της διαδικασίας του απόπλου να ανακαλέσουν και να ασφαλίσουν, ως όφειλαν, ώστε κατά τον πλου να παραμένει σταθερή στο συγκεκριμένο σημείο του σκάφους, που προβλέπεται από τον κατασκευαστή, και τις διαστάσεις της οποίας καλώς εγνώριζαν, όπερ επέβαλε τη λήψη ιδιαίτερης πρόνοιας, διότι λόγω του μεγέθους της θα μπορούσε να προκαλέσει ζημίες σε έτερα σκάφη,  να ταλαντωθεί λόγω του κυματισμού, ταλάντωση, που έγινε εντονότερη όταν το σκάφος άρχισε να κινείται, και να προσκρούσει στο ξάρτι της δεξιάς πλευράς του σκάφους της ενάγουσας, το οποίο βρισκόταν ασφαλώς πρυμνοδετημένο στα αριστερά του στην υποδειχθείσα από την αρμόδια λιμενική αρχή θέση, επιτρέποντας τον ακώλυτο και ανεμπόδιστο απόπλου των παρακείμενων σκαφών, προκαλώντας υλικές ζημίες, τόσο στο εν λόγω συρματόσχοινο στήριξης του καταρτιού, με το οποίο η ως άνω κλίμακα ήρθε σε επαφή και ενεπλάκη κατά την ταλάντωσή της, όσο και στο ίδιο το κατάρτι, ως απόρροια της έντασης της έλξης του συρματόσχοινου από την κλίμακα του εν κινήσει υπαίτιου σκάφους, όπως θα εκτεθεί αναλυτικά κατωτέρω. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι αμέσως μετά το συμβάν το μόνο που έγινε αντιληπτό από το ναυλωτή του σκάφους της ενάγουσας, ελλείψει επαρκούς φωτισμού, διότι ήταν ακόμη νύκτα και, επομένως, δεν ήταν εκ των πραγμάτων εφικτό να διακριβωθεί διά οπτικής επιθεώρησης η πλήρης έκταση της ζημίας, που είχε προκαλέσει η εμπλοκή της πασαρέλας του σκάφους της εναγομένης στο ξάρτι της δεξιάς πλευράς του ναυλωμένου σκάφους, ήταν ότι είχε αποκοπεί ένας κλώνος από το εν λόγω συρματόσχοινο, ενώ την μεθεπομένη του συμβάντος ημέρα, στις 24.6.2016, όταν το σκάφος επιθεωρήθηκε επισταμένα από τεχνικό, επιλογής της ενάγουσας, στην Πάρο, όπου υποδείχθηκε από την ανωτέρω στον ναυλωτή να το πλοηγήσει, όπερ και εγένετο με τη χρήση της μηχανής του, και όχι του ιστίου, προς αποφυγήν τυχόν επιδείνωσης της κατάστασης στον εξαρτισμό του, για γενικότερο και ενδελεχή έλεγχο στο κατά την κρίση της ενδεδειγμένο συνεργείο, διαπιστώθηκε «σχίσιμο» του καταρτιού στη βάση του και πρόβλημα στην ένωση των δύο σταυρών στο κατάρτι. Αποδείχθηκε επίσης ότι την επομένη του συμβάντος ημέρα, στις 23.6.2016, ο ναυλωτής μετέβη, ως όφειλε, στο αρμόδιο Λιμεναρχείο …… για να δηλώσει το γεγονός, προκειμένου να καταχωρισθεί στο εκεί τηρούμενο βιβλίο συμβάντων και να δρομολογηθεί η κατά νόμο προβλεπόμενη διαδικασία, όπου επίσης παρίστατο κάποιο πρόσωπο για λογαριασμό του σκάφους της εναγομένης, η οποία είχε προηγουμένως ενημερωθεί επί του ατυχήματος από το ναυλωτή τηλεφωνικώς και μέσω μηνύματος ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, πλην όμως προφανώς τοιαύτη καταχώριση ουδόλως έλαβε χώρα, χωρίς ευθύνη της ενάγουσας, διότι σχετικό έγγραφο της ως άνω λιμενικής αρχής δεν προσκομίσθηκε από τους διαδίκους ούτε κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό, ούτε ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου στο πλαίσιο της έκκλητης δίκης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ασφαλιστική εταιρία του πλοίου της ενάγουσας ανέθεσε στον ……….., Ναυπηγό – Μηχανολόγο Μηχανικό, να διερευνήσει το συμβάν, και, αφού επιθεωρήσει το σκάφος, και λάβει υπόψη του όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, να την ενημερώσει περί των συνθηκών της σύγκρουσης, της έκτασης των προκληθεισών ζημιών, και της δαπάνης, που θα απαιτείτο για την αποκατάστασή τους. Πράγματι, ο ανωτέρω επιθεώρησε δύο φορές το σκάφος της ενάγουσας στις 30.6.2016 και την 1η.7.2016, ενώ αυτό βρισκόταν ελλιμενισμένο στη Μαρίνα του Αλίμου, και συνέταξε σχετική έκθεση, η οποία φέρει ημερομηνία 11.10.2016, και προσκομίζεται από την εναγόμενη. Στην εν λόγω έκθεση ο ανωτέρω, αρχικά παραθέτει σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα την τεθείσα υπόψη του από 2.7.2016 ηλεκτρονική επιστολή προς την ενάγουσα του ναυλωτή και κυβερνήτη του σκάφους της κατά το χρόνο της επίμαχης σύγκρουσης (αντίγραφο του εκτυπωθέντος αρχικού κειμένου της οποίας στην αγγλική γλώσσα έχει επίσης – μεταξύ άλλων – συμπεριλάβει στην έκθεσή του), στην οποία ο ως άνω ναυλωτής, έχοντας ίδιαν αντίληψη του συμβάντος, αναφέρει ότι το σκάφος της εναγομένης έδεσε στη δεξιά πλευρά του «A.» στο λιμένα της …….., σε απόσταση 5 – 10 μέτρων απ’αυτό, ότι απέπλευσε παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, ότι κατά τη διάρκεια του απόπλου ταλαντεύθηκε προς τα αριστερά, με αποτέλεσμα η πολύ εκτεταμένη «πασαρέλα» του να προσκρούσει στο ξάρτι της δεξιάς πλευράς του απ’αυτόν ναυλωμένου σκάφους, και να προκληθούν ζημίες στον εξαρτισμό, περιλαμβανομένου του ιστού, που σε επιθεώρηση βρέθηκε με «κρακ» στη βάση του, ότι το έτερο σκάφος αναχώρησε και δεν επικοινώνησε με το «A.» για να αναφέρει το γεγονός, ότι την επόμενη ημέρα, όταν με το πρώτο φως του ήλιου κατέστη εμφανής η έκταση της ζημίας, έλαβε χώρα επικοινωνία τηλεφωνικά και μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μεταξύ αυτού και των κατονομαζομένων στην επιστολή του προσώπων για λογαριασμό του πλοίου της εναγομένης περί της σύγκρουσης, ότι την ίδια ημέρα μετέβη στο λιμεναρχείο της ………., όπου ήδη βρισκόταν εκπρόσωπος του άλλου σκάφους, αλλά όχι ο κυβερνήτης του, ότι ο ίδιος συνέταξε, υπέγραψε και κατέθεσε στο ως άνω λιμεναρχείο αναφορά για το περιστατικό, και τέλος ότι, κατόπιν οδηγιών της εκναυλώτριας, πλοήγησε το σκάφος μέχρι την Πάρο προς διερεύνηση της ζημίας. Ακολούθως στην ίδια έκθεση ο ανωτέρω Ναυπηγός – Μηχανολόγος Μηχανικός αναφέρει, όσον αφορά στην έκταση της ζημίας του σκάφους της ενάγουσας, ότι κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων διεπίστωσε ότι το κεντρικό ξάρτι δεξιά (V1) έχει κομμένους κλώνους, ότι στη βάση του ιστού (σκάτζα) υπάρχει «κρακ» κατά μήκος του ιστού, ότι το gooseneck (πρόκειται για εξάρτημα στήριξης του καταρτιού) έχει παραμορφώσει το προφίλ του ιστού, ότι το toggle του gooseneck (έτερο τέτοιο εξάρτημα) έχει σπάσει και έχει υποστεί μόνιμη παραμόρφωση, ότι οι βάσεις των σταυρών δεξιά έχουν δημιουργήσει βαθούλωμα του ιστού προς τα μέσα δημιουργώντας παραμόρφωση, και τέλος ότι τα thru bar (επίσης εξαρτήματα του καταρτιού) πρώτου και δεύτερου σταυρού έχουν «τραβηχτεί», με αποτέλεσμα να παραμορφωθεί η γωνία των σταυρών δεξιά, ενώ, αναφορικά με τις απαιτούμενες επισκευές, συνέστησε την πλήρη αντικατάσταση του ιστού ως μη επισκευάσιμου, καθώς και των συρματόσχοινων λόγω της υπερφόρτωσης. Περαιτέρω, παραθέτει την επιστημονική του άποψη περί των αιτίων πρόκλησης της ανωτέρω διαπιστωθείσης ζημίας, επισημαίνοντας ειδικότερα ότι «η ζημία στον ιστό και στον εξαρτισμό του σκάφους προκλήθηκε από το τράβηγμα με εξαιρετικά μεγάλο φορτίο του V1 (κεντρικό ξάρτι δεξιά), το οποίο προκάλεσε με τη σειρά του λόγω υπερφόρτωσης όλων των σημείων προσδέσεως του ιστού με τα παρελκόμενα, τις ανωτέρω μόνιμες φθορές και παραμορφώσεις», και, τέλος, λαμβάνει θέση επί της προσκομισθείσης από την ενάγουσα από 4.7.2016 προσφοράς της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…………» αναφορικά με το κόστος επισκευής της ζημίας του σκάφους, που περιλαμβάνει  την αξία των εξαρτημάτων και υλικών (καταρτιού και σετ συρματόσχοινων), τα οποία θα πρέπει να τοποθετηθούν στο σκάφος, σε αντικατάσταση των βλαβέντων, καθώς και των απαιτουμένων εργασιών, συνολικού ποσού 11.900 ευρώ, το οποίο κρίνει εύλογο και ανάλογο της ζημίας. Η εναγόμενη και πρωτοδίκως και στο πλαίσιο της παρούσας δευτεροβάθμιας δίκης αρνείται κάθε υπαιτιότητα στην πρόκληση της ζημίας του σκάφους της ενάγουσας, και κάθε εμπλοκή της στο επίδικο συμβάν εν γένει, ισχυριζόμενη ειδικότερα ότι κατά τον απόπλου του σκάφους της από το λιμένα της …….. δεν υπήρξε οιαδήποτε επαφή του με οποιοδήποτε σκάφος σε παρακείμενη ή απώτερη θέση ελλιμενισμού, ούτε έγινε αποδέκτης οιασδήποτε διαμαρτυρίας από τον κυβερνήτη ή τους επιβάτες του σκάφους της ενάγουσας, επισημαίνοντας ότι σε διαφορετική περίπτωση ένα τέτοιο περιστατικό θα είχε οπωσδήποτε καταχωρισθεί αμέσως στο ημερολόγιο γέφυρας του σκάφους της, που τηρείται από τον Πλοίαρχό του, προς διασφάλιση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών της, πλην όμως σχετική καταχώριση δεν υφίσταται, και, επιπροσθέτως, καταγραφεί στο Δελτίο Συμβάντων του αρμοδίου Λιμεναρχείου …….., όπερ ουδόλως εγένετο εν προκειμένω (όπως επίσης ότι δεν προσκομίζεται από την ενάγουσα η επικαλούμενη από 23.6.2016 αναφορά του συμβάντος από τον κυβερνήτη του σκάφους της στο ως άνω Λιμεναρχείο), ούτε την ίδια ημέρα του φερομένου περιστατικού, ούτε και την επομένη, ούτε οποτεδήποτε στη συνέχεια, παρότι το εν λόγω σκάφος παρέμεινε στο λιμένα της ……….. ολόκληρη την επόμενη ημέρα και αναχώρησε στις 24.6.2016 για το λιμένα της Πάρου υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες, ως εάν η …….., το πλέον τουριστικό και προβεβλημένο νησί της Ελλάδας, με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα πολυτελών σκαφών αναψυχής, εστερείτο των απαραίτητων υποδομών επιθεώρησης και αποκατάστασης βλαβών πάσης φύσης, πολλώ δε μάλλον μίας ήσσονος σημασίας βλάβης, της θραύσης ενός μόνο κλώνου συρματόσχοινου, στην οποία, όπως ενημερώθηκαν από τον υπεύθυνο της ενάγουσας ………….. με ηλεκτρονική επιστολή του στις 24.6.2016, συνίστατο η ζημία του σκάφους της. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι, παρόλο που εξαρχής αρνήθηκε κάθε εμπλοκή της στο ιστορούμενο στην αγωγή συμβάν, εντούτοις, με πνεύμα καλής πίστης και καλώς εννοούμενης συνεργασίας, δέχθηκε να επιβαρυνθεί με την αξία αποκατάστασης ενός μόνο συρματόσχνοινου στήριξης του καταρτιού, χωρίς αυτό να αποτελεί παραδοχή υπαιτιότητας του σκάφους της, επισημαίνοντας ότι οι λοιπές αναφερόμενες στην αγωγή ζημίες, είτε προϋπήρχαν, είτε ενδεχομένως συνέβησαν κατά τον πλου του σκάφους της ενάγουσας στην Πάρο με αντίξοες καιρικές συνθήκες, είτε διαπιστώθηκαν αργότερα, είτε οφείλονται σε άλλα αίτια, και δεν προκλήθηκαν από το δικό της σκάφος. Επί τούτου λεκτέα τα κάτωθι:  Στην από 24.6.2016 επιστολή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας του εκπροσώπου της ενάγουσας …………. προς την εναγόμενη (και συγκεκριμένα προς εκπρόσωπο της διαχειρίστριας του σκάφους της τελευταίας) πράγματι γίνεται μεν λόγος περί “καταρχήν” αποκοπής στο σκάφος της ενάγουσας ενός κλώνου από το συρματόσχοινο, κατόπιν ενημέρωσής της την προηγούμενη ημέρα από το ναυλωτή του ότι, στη ………, το σκάφος της εναγομένης “έπιασε με το ράουλο της σκάλας επιβίβασης το ξάρτι” (η εκ παραδρομής, ή σε εσφαλμένη αρχική ενημέρωση αποδιδόμενη, αναφορά στην ίδια επιστολή ότι το συμβάν έλαβε χώρα κατά την πρόσδεση του σκάφους της εναγομένης, και όχι κατά τον απόπλου του, όπως και πράγματι συνέβη, είναι ήσσονος σημασίας λεπτομέρεια και σε καμία περίπτωση δεν αναιρεί την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου επί των συνθηκών της σύγκρουσης των δύο σκαφών και της αποκλειστικής υπαιτιότητας του σκάφους της εναγομένης), πλην όμως η επιστολή δεν περιορίζεται στη γνωστοποίηση στην εναγόμενη μόνον της ζημίας αυτής, ως προκληθείσας εκ της σύγκρουσης, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η τελευταία, αλλά, στη συνέχεια του κειμένου της ρητά διαλαμβάνεται ότι κατά τον έλεγχο του σκάφους από τεχνικό στην Πάρο, όπου υποδείχθηκε στον ναυλωτή να το οδηγήσει, διαπιστώθηκε σχίσιμο του καταρτιού στη βάση του και πρόβλημα στην ένωση των δύο σταυρών στο κατάρτι, όπερ συνεπάγεται ότι η εναγόμενη ενημερώθηκε εξαρχής για την πλήρη έκταση της ζημίας στο σκάφος της ενάγουσας, και δεν πρόκειται, σύμφωνα με όσα διατείνεται (η εναγόμενη), περί ζημιών, οι οποίες ανέκυψαν εκ των υστέρων, και τις οποίες η ενάγουσα επιχειρεί, ως μη έδει, να συνδέσει με το συγκεκριμένο συμβάν, με το οποίο, όμως, δεν τελούν σε αιτιώδη συνάφεια. Περαιτέρω, στην από 29.6.2016 ηλεκτρονική επιστολή του ………….., που απεστάλη, για λογαριασμό της διαχειρίστριας του σκάφους της εναγομένης εταιρίας, προς τον ανωτέρω …………., αναφέρεται ότι εκ της επίσκεψης επιθεωρητή της στο σκάφος της ενάγουσας, της μελέτης των παραληφθεισών φωτογραφιών του, και της διενεργηθείσας για το περιστατικό έρευνας, προέκυψε ότι η ζημία στο συρματόσχοινο δικαιολογείται από την επαφή με τη σκάλα του “ΓΚ.”, αλλά όχι οι ζημίες στη βάση του καταρτιού και τους σταυρούς, που ενδεχομένως να προϋπήρχαν, ή να προέκυψαν αργότερα κατά τον πλου του σκάφους από τη …. στην Πάρο, καθώς και ότι στις φωτογραφίες εμφαίνεται προϋπάρχουσα οξείδωση στη βάση του καταρτιού, για να καταλήξει ο συντάκτης της ότι: “Εκ των ανωτέρω και με πνεύμα καλής πίστης – χωρίς αυτό να καθιστά παραδοχή υπαιτιότητας από την πλευρά του σκάφους Γ. – είμαστε διατεθειμένοι να σας καλύψουμε τα έξοδα αγοράς και αντικατάστασης του φθαρμένου συρματόσχοινου στο σκάφος σας Α.”. Κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου η προσφορά της εναγομένης καταβολής της αξίας του συρματόσχοινου στήριξης του καταρτιού στο σκάφος της ενάγουσας, στο οποίο, κατά την ίδια την εναγόμενη, περιορίζεται η ζημία, που υπέστη το ανωτέρω σκάφος, συνιστά ουσιαστικά και έμπρακτα, εμμέσως πλην σαφώς, εξώδικη ομολογία στην πραγματικότητα της εμπλοκής του δικού της σκάφους στο συμβάν της ένδικης σύγκρουσης, και κατ’επέκταση, κατά νομική και λογική αναγκαιότητα, της υπαιτιότητάς της σ’αυτήν, η οποία, (εξώδικη ομολογία) συνεκτιμώμενη ελεύθερα (άρθρο 352 παρ.2 του ΚΠολΔ) με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, οδηγεί στο σχηματισμό τη προεκτεθείσας δικανικής πεποίθησης περί των συνθηκών της σύγκρουσης των δύο σκαφών (όπως έχει ήδη αναφερθεί το σκάφος της ενάγουσας, ασφαλώς πρυμνοδετημένο παραπλεύρως του υπαίτιου σκάφους στο λιμένα της ……., στην υποδειχθείσα από την αρμόδια λιμενική αρχή θέση, όταν κατά τον απόπλου του σκάφους της εναγομένης η ιδιαίτερα εκτεταμένη κλίμακα επιβίβασης – αποβίβασης επιβατών του σκάφους αυτού ενεπλάκη κατά τη διάρκεια της ταλάντωσής της, λόγω του έντονου κυματισμού, με το κεντρικό δεξιό ξάρτι στήριξης του δικού του καταρτιού, ουδόλως συνετέλεσε καθ’οιονδήποτε τρόπο στη σύγκρουση), με ταυτόχρονη αμφισβήτηση μόνον της έκτασης της προκληθείσης εκ του συμβάντος αυτού ζημίας, παρά τα περί του αντιθέτου αναφερόμενα, τόσο στις επιστολές ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, που αντηλλάγησαν μεταξύ εκπροσώπων των διαδίκων μετά το περιστατικό, όσο και με τις προτάσεις της εναγομένης στη δίκη επί της αγωγής στον πρώτο και στο δεύτερο βαθμό, όπου με έμφαση η ανωτέρω επισημαίνει ότι τούτο δε συνιστά σε καμία περίπτωση παραδοχή της υπαιτιότητάς της, διότι μία τέτοια προσφορά αποκατάστασης έστω μέρους της ζημίας της ενάγουσας δε συνάδει κατά την κοινή πείρα και λογική, και τα συναλλακτικά ήθη, με την παράλληλα επικαλούμενη μετ’επιτάσεως από την εναγόμενη άρνηση εμπλοκής της στο συμβάν, που προκάλεσε τη ζημία, ούτε βέβαια η καλή πίστη εξικνείται μέχρι του σημείου ο μέσος, χρηστός, συνετός και εχέφρων συναλλασσόμενος, ο οποίος επιθυμεί να συμπεριφέρεται με ευπρεπή και έντιμο τρόπο στις συναλλαγές του εντός του κοινωνικού συνόλου, να προσφέρεται να αποζημιώσει, έστω και εν μέρει, τον παθόντα, στην πρόκληση της ζημίας του οποίου ουδόλως συνετέλεσε, ενώ ταυτόχρονα αρνείται ρητά και κατηγορηματικά κάθε εμπλοκή του, πολλώ δε μάλλον που στην κρινόμενη περίπτωση η εναγόμενη, όπως προκύπτει από την από 29.6.2016 επιστολή ηλεκτρονικής αλληλογραφίας εκπροσώπου της διαχειρίστριας του σκάφους της προς εκπρόσωπο της ενάγουσας, για την οποία έγινε ήδη αναλυτικά λόγος ανωτέρω, προκειμένου να υποβάλει τη συγκεκριμένη προσφορά, όρισε δικό της επιθεωρητή, που μετέβη και ήλεγξε το σκάφος της ενάγουσας στη μαρίνα του Αλίμου, όπου ναυλοχούσε, και προφανώς μελέτησε και τις αποσταλείσες από την ενάγουσα φωτογραφίες του σκάφους της, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μόνον η ζημία στο συρματόσχοινο δικαιολογείται από την επαφή με τη σκάλα του σκάφους της εναγομένης, την οποία, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ίδια επιστολή, προφανώς κατόπιν των διαπιστώσεων του επιθεωρητή της, η ίδια δηλώνει στη συνέχεια ότι προτίθεται να καλύψει, καταβάλλοντας την αντίστοιχη δαπάνη, όπερ επίσης δε συνάδει, κατά τα ειωθότα στις συναλλαγές, με συμπεριφορά προσώπου, που επιμένει κατά τα λοιπά, όλως αντιφατικά σε σχέση με τις πράξεις του, να αρνείται οιαδήποτε εμπλοκή του στην πρόκληση της ζημίας αυτής, με αποτέλεσμα η συνεχής άρνησή του να καθίσταται πλέον άνευ σημασίας. Πρέπει επίσης στο σημείο αυτό να επισημανθεί ότι η ανωτέρω κρίση του παρόντος Δικαστηρίου ουδόλως αναιρείται από το γεγονός της μη καταγραφής του συμβάντος στο οικείο δελτίο του Λιμεναρχείου ……, για το οποίο η ενάγουσα σε κάθε περίπτωση ουδεμία ευθύνη φέρει, άπαξ και, όπως έγινε ήδη δεκτό, ο ναυλωτής του σκάφους της μετέβη εκεί και το ανέφερε αρμοδίως, ως όφειλε, ούτε εκ της μη καταχώρισής του στο ημερολόγιο γέφυρας του ζημιογόνου σκάφους της εναγομένης, καθώς εκ των λοιπών προσκομιζομένων από τους διαδίκους στοιχείων πλήρως αποδεικνύεται ότι τους προστηθέντες της εναγομένης, πλοίαρχο και πλήρωμα του σκάφους της, και, συνακόλουθα, και την ίδια την εναγόμενη, βαρύνει αποκλειστική υπαιτιότητα για την πρόκληση της σύγκρουσης των δύο σκαφών και της συνεπεία αυτής επελθούσας ζημίας στο παραπλεύρως αυτού πρυμνοδετημένο σκάφος της ενάγουσας. Αποδείχθηκε επίσης ότι εκ της σύγκρουσης το σκάφος της ενάγουσας υπέστη ζημία, όχι μόνον στο συρματόσχοινο στήριξης του καταρτιού, το οποίο ενεπλάκη με την κλίμακα του σκάφους της εναγομένης, και κλώνοι του οποίου απεκόπησαν, αλλά και στο ίδιο το κατάρτι, που, όπως και το κεντρικό ξάρτι δεξιά, χρήζει αντικατάστασης, διότι το βίαιο τράβηγμα του ξαρτιού από το αποπλέον σκάφος της εναγομένης προκάλεσε με τη σειρά του, λόγω υπερφόρτωσης όλων των σημείων πρόσδεσης του καταρτιού του σκάφους της ενάγουσας με τα παρελκόμενα, μόνιμες φθορές και παραμορφώσεις, τόσο στο κατάρτι, όσο, επιπροσθέτως, και στα εξαρτήματα αυτού. Η ανωτέρω παραδοχή του παρόντος Δικαστηρίου επί της έκτασης της προκληθείσας από την με υπαιτιότητα του πλοίου της εναγομένης επισυμβάσα επίμαχη σύγκρυση στο σκάφος της ενάγουσας ζημίας, την οποία ουσιαστικά αμφισβητεί η εναγόμενη, ισχυριζόμενη ότι σε κάθε περίπτωση συνίσταται μόνον στο συρματόσχοινο του καταρτιού, έχοντας ήδη προσφερθεί σε καταβολή της αξίας του, που εκτιμά στο ποσό των 600 -700 ευρώ περίπου, αφού, όπως διατείνεται, οι περαιτέρω επικαλούμενες ζημίες (στο ίδιο το κατάρτι και τα παρελκόμενά του) προϋπήρχαν ή ανέκυψαν μεταγενέστερα, και, επομένως, δε συνδέονται αιτιωδώς με το επίδικο συμβάν, επιρρωνύεται ιδίως από την έκθεση του έχοντος ειδικές τεχνικές γνώσεις περί του θέματος και ορισθέντος από την ασφαλιστική εταιρία του σκάφους της ενάγουσας ως εμπειρογνώμονα, προκειμένου να το επιθεωρήσει και να αποφανθεί σχετικώς, ………….., Ναυπηγού – Μηχανολόγου Μηχανικού, για την οποία έγινε αναλυτικά λόγος ανωτέρω, και στην οποία πειστικά αιτιολογούνται οι διαπιστωθείσες απ’αυτόν ζημίες στο σκάφος της ενάγουσας, ως απότοκες της επίδικης σύγκρουσης, στην οποία και σαφώς αποδίδονται, και δεν αναιρείται από κανένα άλλο εκ των προσκομιζομένων αποδεικτικών στοιχείων, μη εξαιρουμένης της κατάθεσης του μάρτυρος της εναγομένης στην από 4.4.2018 με αριθμ…………/2018 ένορκη βεβαίωση ………, ο οποίος δεν είναι μηχανικός σκαφών, αλλά, όπως ο ίδιος δηλώνει, Επιχειρισιακός Διευθυντής Οργανωτικού της εταιρείας με την επωνυμία «…………..», διαχειρίστριας του σκάφους της εναγομένης, και, επομένως, στερείται των απαιτουμένων ειδικών γνώσεων, ούτως ώστε η μαρτυρία του επί του αμφισβητουμένου αυτού ζητήματος να κρίνεται αξιόπιστη. Μάλιστα στην ως άνω ένορκη βεβαίωση ο ίδιος μάρτυρας καταθέτει ότι στις 29.6.2016 επισκέφθηκαν το σκάφος της ενάγουσας στον Άλιμο, όπου βρισκόταν ελλιμενισμένο, ο Διευθυντής της προαναφερθείσας εταιρείας ………. και ο πραγματογνώμονας …………., και διαπιστώθηκε εκ της διενεργηθείσας επιθεώρησης ότι οι επικαλούμενες (εννοείται από την ενάγουσα) ζημίες στο εν λόγω σκάφος δε μπορούν να δικαιολογηθούν από την επαφή της σκάλας του σκάφους της εναγομένης, πλην ενδεχομένως εκείνης της θραύσης ενός κλώνου του συρματόσχοινου, το οποίο με πνεύμα καλής πίστης προσφέρθηκαν να αποκαταστήσουν, καταβάλλοντας την αξία του, που εκτιμά στο ποσό των 600 – 700 ευρώ, αφού η αντικατάσταση θα μπορούσε να γίνει επί του σκάφους από κατάλληλο εργάτη στον τόπο του συμβάντος εντός 2-3 ωρών, πολλώ δε μάλλον που εν προκειμένω στη βάση του καταρτιού εντοπίσθηκε προϋπάρχουσα συσσωρευμένη οξείδωση, πλην όμως σχετικώς συνταχθείσα έκθεση, στην οποία να αιτιολογούνται τα ανωτέρω, και να αποδίδονται πειστικά και με επιστημονικό τρόπο οι αμφισβητούμενες ζημίες σε άλλο αίτιο, προϋπάρχον ή μεταγενέστερο του συμβάντος, με παράλληλο αποκλεισμό της επίμαχης σύγκρουσης ως τέτοιου αιτίου, δεν προσκομίσθηκε από την εναγόμενη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη αναφορικά με τα επιμέρους κονδύλια της αιτουμένης αποζημίωσης για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας της ενάγουσας (θετικής και αποθετικής), διότι έκρινε ότι εκ των προσκομισθεισών αποδείξεων καταλείποντο αμφιβολίες για τα αίτια του συμβάντος και την υπαιτιότητα του σκάφους της εναγομένης, με αποτέλεσμα, κατ’εφαρμογήν της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών, οι ζημίες του σκάφους της ενάγουσας να βαρύνουν την ίδια, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε αυτή με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής της. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση και κατ’ουσίαν, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολό της (έχει ήδη εξαφανισθεί κατά το κεφάλαιο, που αφορά στο κονδύλιο της αιτουμένης από την ενάγουσα χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής της βλάβης) και να κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση επί της αγωγής, η οποία και θα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας ως προς το σύνολο των επιμέρους κονδυλίων της. Επί τούτων λεκτέα τα κάτωθι: Ενόψει όσων έχουν ήδη αναφερθεί, εφόσον η επίδικη σύγκρουση οφείλεται σε υπαιτιότητα του σκάφους της εναγομένης, και δη σε πταίσμα των απ’αυτήν προστηθέντων για τη χρήση του σκάφους της προσώπων (πλοιάρχου και λοιπών μελών του πληρώματός της (αμέλεια) περί την τήρηση των κανόνων, κανονισμών, και συναλλακτικών ηθών, που αφορούν στο χειρισμό και την κίνησή του, η εναγόμενη, ως πλοιοκτήτρια του ως άνω ζημιογόνου σκάφους και εκμεταλλευόμενη αυτό, υποχρεούται, σύμφωνα με τις διατάξεις της προαναφερθείσας Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών, και όσα αναλυτικά εξετέθησαν στη μείζονα σκέψη, να αποκαταστήσει όλες τις ζημίες, που προκλήθηκαν σε βάρος του έτερου και αναίτιου πλοίου, της ευθύνης της περιλαβάνουσας κάθε θετική και αποθετική ζημία του. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι για την αποκατάσταση της προκληθείσας εκ της σύγκρουσης στον ιστό του σκάφους της ενάγουσας και στον εξαρτισμό του ζημίας θα απαιτηθεί να καταβληθεί από την ανωτέρω το συνολικό ποσό των 11.900 ευρώ, εκ των οποίων ποσό 6.300 ευρώ αφορά στην αξία ενός καταρτιού τύπου Sparcraft S622, για ιστιοφόρο Oceanis 41, σε δύο κομμάτια, ποσό 2.400 ευρώ στην αξία ενός σετ συρματόσχοινων καταρτιού (complete standing rigging), ποσό 1.800 ευρώ αφορά στο κόστος της μεταφοράς του καταρτιού στον Άλιμο Αττικής, και ποσό 1.400 ευρώ στην αξία των εργασιών της εξαγωγής του παλαιού καταρτιού και της τοποθέτησης του νέου, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την ίδια από 4.7.2016 προσφορά της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «……….», με την επισήμανση ότι επισκευή της ζημίας δεν αποδείχθηκε ότι έχει λάβει χώρα, μη προσκομιζομένης σχετικής απόδειξης παροχής υπηρεσιών από την εν λόγω εταιρεία. To ανωτέρω ποσό των 11.900 ευρώ δικαιούται να λάβει η ενάγουσα και υποχρεούται να το καταβάλει η εναγόμενη, υπό την  ιδιότητα της πλοιοκτήτριας του υπαίτιου της σύγκρουσης πλοίου,  ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της προκληθείσης εκ της σύγκρουσης προαναφερθείσας θετικής ζημίας της ενάγουσας, κατά παραδοχήν της αγωγής αναφορικά με το κονδύλιο αυτό εν όλω ως ουσιαστικά βάσιμης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι εκ της ένδικης σύγκρουσης το σκάφος της ενάγουσας κατέστη, μέχρι την αποκατάσταση της ζημίας, που υπέστη στον ιστό και τα παρελκόμενά του, ακατάλληλο προς χρήση και εκμετάλλευση ως ιστιοφόρο, με αποτέλεσμα η ανωτέρω να απολέσει τα έσοδα, που θα απεκόμιζε κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων από την ήδη συμφωνηθείσα ναύλωσή του για το χρονικό διάστημα από 22.6.2016 έως 16.7.2016, των 14 ημερών, στην εταιρία με την επωνυμία «………….», αντί ημερησίου ναύλου ποσού 304,60 ευρώ, την οποία (ναύλωση) αναγκάσθηκε να ακυρώσει, και ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 4.265 ευρώ (304,60 ευρώ Χ 14 ημέρες), όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο (με αριθμό σχετικού 15) από την ίδια σε αποσπασματική μετάφραση από τη γαλλική στην ελληνική γλώσσα από 15.6.2016 ναυλοσύμφωνο, το οποίο και υποχρεούται να της καταβάλει η εναγόμενη ως αποζημίωση για τα ως άνω διαφυγόντα κέρδη της. Πλην όμως δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα υποχρεώθηκε να καταβάλει στον κατά το χρόνο του συμβάντος ναυλωτή του σκάφους της ……….. τον αναλογούντα στο υπολειπόμενο μετά τη σύγκρουση χρονικό διάστημα της με αυτόν συμφωνηθείσης διάρκειας της σύμβασης των 10 ημερών, από 22.6.2016 έως 2.7.21016, κατά το οποίο το εν λόγω σκάφος, λόγω της ζημίας, που υπέστη στο ιστίο, δε μπορούσε να εκτελέσει πλόες ως ιστιοφόρο, και, συνεπώς να χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με το σκοπό της ναύλωσης, και προκαταβληθέντα από τον ανωτέρω ναυλωτή ναύλο, των 326,60 ευρώ ημερησίως, και συνολικά το ποσό των 3.266 ευρώ, διότι ουδέν σχετικό έγγραφο προσκομίσθηκε, ούτε για την προκαταβολή του ποσού του συμφωνηθέντος ναύλου από το ναυλωτή, ούτε για την επιστροφή σ’αυτόν από την ενάγουσα του ποσού του ναύλου, που αντιστοιχεί στο υπόλοιπο χρονικό διάστημα της ναύλωσης, πολλώ δε μάλλον που εν προκειμένω στην προαναφερθείσα από 24.6.2016 ενημερωτική επί του συμβάντος ηλεκτρονική επιστολή του εκπροσώπου της ενάγουσας …… προς εκπρόσωπο της εναγομένης ρητά γίνεται λόγος για άμεσα επικείμενη παραχώρηση από την ενάγουσα στον ως άνω ναυλωτή της χρήσης έτερου σκάφους για το υπόλοιπο της ναύλωσης σε αντικατάσταση του «A.», οπότε στην περίπτωση αυτή παρέπεται ότι δεν τίθεται ζήτημα επιστροφής σ’αυτόν εισπραχθέντος ποσού ναύλου, με αποτέλεσμα το συγκεκριμένο αγωγικό κονδύλιο απορριπτέο να τυγχάνει ως ουσιαστικά αβάσιμο κατά το επιμέρους ποσό των 3.266 ευρώ, ως προς το οποίο η ενάγουσα δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος απόδειξής του, ενώ πρέπει να γίνει δεκτό και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας κατά το ποσό των 4.265 ευρώ, που υποχρεούται να της καταβάλει η εναγόμενη. Τέλος, αποδείχθηκε ότι, καθώς η ενάγουσα υποχρεώθηκε σε ακύρωση συμφωνημένης ναύλωσης του σκάφους της λόγω των ζημιών, που αυτό υπέστη, εκ της προκληθείσης με υπαιτιότητα του σκάφους της εναγομένης σύγκρουσης, συνεπεία των οποίων το ανωτέρω σκάφος, που είναι επαγγελματικό και προορίζεται αποκλειστικά προς εκμετάλλευση διά της ναύλωσής του, κατέστη ακατάλληλο προς πλεύση ως ιστιοφόρο, και, επομένως, υπέστη συγκεκριμένη υλική – περιουσιακή (αποθετική) ζημία, ειδικότερα συνιστάμενη στους απολεσθέντες ναύλους, προσβλήθηκε η προς το κοινό εμπορική της πίστη και επαγγελματική της υπόληψη ως νομικού προσώπου, και τρώθηκε η φήμη, και η αξιοπιστία της στην αγορά έναντι των υποψηφίων ναυλωτών, η εμπιστοσύνη των οποίων προς αυτήν επλήγη, με αποτέλεσμα να υποστεί και ηθική βλάβη, για την οποία δικαιούται από την εναγόμενη εύλογης χρηματικής ικανοποίησης. Το ύψος αυτής ανέρχεται, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, ενόψει της αποκλειστικής υπαιτιότητας της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του ζημιογόνου πλοίου, στην πρόκληση της σύγκρουσης, του είδους της υπαιτιότητας των προστηθέντων της (αμέλεια), των προκληθεισών ζημιών στο σκάφος της ενάγουσας, των ειδικότερων συνθηκών του συμβάντος, καθώς και της οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, στο ποσό των 3.000 ευρώ, το οποίο και υποχρεούται να της καταβάλει η εναγόμενη. Πρέπει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 19.165 ευρώ  (11.900 ευρώ + 4.265 ευρώ + 3.000 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, καθώς το κεφάλαιο της εκκαλουμένης, που αφορά στους τόκους της αγωγικής απαίτησης, δεν πλήττεται με την έφεση. Τέλος, εφόσον η έφεση έγινε δεκτή τυπικά και κατ’ουσίαν, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου της στη νικήσασα εκκαλούσα (άρθρο 495 παρ.4 εδαφ.ε΄του ΚΠολΔ), ενώ τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 παρ.1 και 183 του ΚΠολΔ), και να επβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της (άρθρο 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), σε βάρος της εναγομένης, αφού η αγωγή έγινε δεκτή κατά ένα μέρος, σύμφωνα με τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης αναφερόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την από 1.7.2019 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./2.7.2019 και ………/2.7.2019) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 585/2019 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου του ενδίκου μέσου.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 22.12.2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./27.12.2017) αγωγής.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ανωτέρω αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των δέκα εννέα χιλιάδων εκατόν εξήντα πέντε ευρώ (19.165), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των χιλίων ευρώ (1.000).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 28.12.2020.

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ