Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 197/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός:    197/2021

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα φέρεται μετ’ αναβολή προς συζήτηση κατ’ άρθρο 226 παρ.4 ΚΠολΔ από την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 7.3.2019, από την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 5.12.2019 και ακολούθως για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, η από 8.3.2018 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …/2018 και Ε.Α.Κ. …/2018 και για προσδιορισμό στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. …./2018) έφεση της πρωτοδίκως ανακόπτουσας εταιρίας με την επωνυμία “………….» κατά της πρωτοδίκως καθ’ ης η ανακοπή Ιεράς Κοινοβιακής Μονής …….. προς εξαφάνιση της 551/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία περιουσιακών διαφορών- μισθωτικών διαφορών) που συνεκδικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την από 16.12.2016 (αριθμ. καταθ. δικογρ. …../……../2016) ανακοπή της νυν εκκαλούσας κατά της υπ’ αριθ. ……/2016 διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και επιδίκασης μισθωμάτων της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της κάτωθι αυτής από 1.1.2.2016 επιταγής προς εκτέλεση καθώς και την από 10.10.2017 (αριθ. καταθ. δικογρ. ……../2017) πρόσθετη παρέμβαση της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος και Τροιζηνίας υπέρ της καθ’ης η ανακοπή, απέρριψε την ως άνω ανακοπή, δέχθηκε την παραπάνω πρόσθετη παρέμβαση και επικύρωσε την προσβληθείσα διαταγή απόδοσης χρήσης μισθίου και επιδίκασης μισθωμάτων της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Η ως άνω έφεση έχει ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του εφετήριου στη γραμματεία του εκδόσαντος την απόφαση Δικαστηρίου κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των τριάντα ημερών, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στην καθ’ ης η ανακοπή στις 6.2.2018, όπως προκύπτει από την επισημείωση του δικ. επιμελητή …….. σε αντίγραφο της πρωτόδικης απόφασης που προσκομίζει η εκκαλούσα, η δε έφεση ασκήθηκε στις 8.3.2018. Επομένως, αυτή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, από το παρόν αρμόδιο κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ για την εκδίκασή της Δικαστήριο, εφαρμοζόμενης της και πρωτοδίκως τηρηθείσας  ειδικής διαδικασίας των περιουσιακών-μισθωτικών διαφορών κατ’ άρθρο 591 παρ.7 του ίδιου Κώδικα, ενώ για το παραδεκτό του ένδικου μέσου έχει κατατεθεί κατ’ άρθρο 495 παρ.3 στοιχ. Α, υποστοιχ. β’ του ΚΠολΔ, το με κωδικό …………. e- παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών ποσού 100 ευρώ, εξοφλημένο (βλ. επισυναπτόμενα στο εφετήριο αντίγραφο του e- παράβολου και την από 8.3.2018 βεβαίωση της winbank περί εξόφλησης του e- Παραβόλου). Περαιτέρω, αναφορικά με την προσθέτως παρεμβαίνουσα στον πρώτο βαθμό Ιερά Μητρόπολη Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος και Τροιζηνίας σημειώνεται ότι από την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ………. Β’/21.10.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………. αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης με πράξη ορισμού της αρχικής δικασίμου, συγκοινοποιηθέντος και του υπ’ αριθ. …../2020 πιστοποιητικού περί αναβολών πινακίου του Εφετείου Πειραιώς με τις μετ’ αναβολή δικασίμους με κλήση για συζήτηση στην τελευταία ως άνω δικάσιμο επιδόθηκε στην παραπάνω προσθέτως παρεμβαίνουσα νόμιμα κατ’ άρθρο 129 παρ.1 ΚΠολΔ, με παράδοση στην έδρα της, λόγω απουσίας του νομίμου εκπροσώπου της, στον αρμόδιο για την παραλαβή εγγράφων υπάλληλο αυτής, Αρχιμανδρίτη ……….. κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 ΚΠολΔ. Εντούτοις κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο προκύπτει ότι η πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνουσα δεν παρέστη στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Στο άρθρο 82 Κ.Πολ.Δ. ορίζεται μεταξύ άλλων ότι ο προσθέτως παρεμβαίνων έχει δικαίωμα να ενεργήσει όλες τις διαδικαστικές πράξεις που επιτρέπονται στη δίκη προς το συμφέρον εκείνου για την υποστήριξη του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και έχει την υποχρέωση να δεχτεί τη δίκη στη θέση που βρίσκεται κατά το χρόνο της παρέμβασής του. Αποφάσεις και δικόγραφα που επιδίδονται στους κυρίους διαδίκους πρέπει να επιδίδονται και σε εκείνον που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση. Εξάλλου κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 110 §2 Κ.Πολ.Δ. «Οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να παρίστανται σε όλες τις συζητήσεις της υπόθεσης, ακόμη και όταν γίνονται κεκλεισμένων των θυρών και πρέπει, για το σκοπό αυτόν να καλούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου», κατά δε τη διάταξη του άρθρου 81 §3 Κ.Πολ.Δ. ο παρεμβαίνων καλείται στις επόμενες διαδικαστικές πράξεις από το διάδικο που επισπεύδει τη δίκη, σε περίπτωση δε πρόσθετης παρέμβασης έχει δικαίωμα να προτείνει την έλλειψη της κλήτευσης και ο διάδικος για την υποστήριξη του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 20 §1 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, και μπορεί να αναπτύξει σ` αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή τα συμφέροντά του» και τα άρθρα 502, 517, 558 και 271 του ΚΠολΔ, σαφώς προκύπτει ότι κατά του προσθέτως παρεμβαίνοντος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση δεν απευθύνεται κατ’ αρχήν η έφεση, γιατί αυτός δεν είναι κύριος διάδικος, ο προσθέτως παρεμβάς όμως, πρέπει να καλείται στη συζήτηση της εφέσεως. Σε αντίθετη περίπτωση η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη για όλους τους διαδίκους (βλ. Σ. Σαμουήλ : Η έφεση, Δ` έκδοση παρ 336 επ., Ν. Νίκα: Πολιτική Δικονομία, τομ. Ι, παρ. 29 αριθμ. 10, Μιχαήλ Μαργαρίτη Ερμηνεία ΚΠολΔ αρθρ.517 σημ.10,αρθρ. 81 σημ.8, ΑΠ 18/2008 Δ.2008 σελ. 654, ΕφΠειρ 501/2015 στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΔυτ.Μακεδ. 17/2011 Αρμ.2013.1115, ΕφΠατρ. 401/2009 Αχ.Νομ.2010 σελ. 340 ). Στην προκειμένη, λοιπόν, περίπτωση, που κλήθηκε νόμιμα να παραστεί η προσθέτως παρεμβαίνουσα, θα προχωρήσει η εκδίκαση της υπό κρίση εφέσεως χωρίς τη δικονομική παρουσία και συμμετοχή αυτής.

Με την από 16.12.2016 ανακοπή της η νυν εκκαλούσα εταιρία, υποστήριζε ότι η καθ’ης η ανακοπή και νυν εφεσίβλητη κατόπιν της από 2.11.2016 αίτησής της πέτυχε την έκδοση της υπ’ αριθ. ………/2016 διαταγής απόδοσης της χρήσης μίσθιου ακινήτου και επιδίκασης μισθωμάτων της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία η ανακόπτουσα ως μισθώτρια διατάχθηκε: α) να αποδώσει στην καθ’ ης τη χρήση των περιγραφόμενων στην αίτησή της μισθίων όμορων ακινήτων, ήτοι των ακινήτων ευρισκόμενων στη θέση όρμος …….. της νήσου Αίγινας, τα οποία εμφαίνονται υπό τους αριθμούς 5, 6, 9, 10, 11 και 12 στο από Ιουλίου 1995 τοπογραφικό σχεδιάγραμμα της αρχιτέκτονος μηχανικού ………., λόγω καθυστερήσεως στην καταβολή μισθωμάτων οφειλόμενης σε, κατά τους ισχυρισμούς της καθ’ ης, δυστροπία της ανακόπτουσας και β) να καταβάλει στην καθ’ης μισθώματα των μηνών από Σεπτέμβριο του 2015 έως και Οκτώβριο του 2016 μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου επί των ως άνω μισθωμάτων, ήτοι συνολικά το ποσό των 29.878,24 ευρώ καθώς και το ποσό των 300 ευρώ για δικαστικά έξοδα. Ότι περαιτέρω, με την από 1.12.2016 επιταγή προς πληρωμή, συνταχθείσα κάτωθι του αντιγράφου εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ανωτέρω ανακοπτόμενης διαταγής, η ανακόπτουσα επιτάχθηκε να αποδώσει στην καθ’ ης τη χρήση των περιγραφόμενων στην ανακοπτόμενη διαταγή μισθίων ακινήτων, καθώς και να της καταβάλει συνολικά το ποσό των 32.018,42 ευρώ για φερόμενα ως οφειλόμενα μισθώματα συμπεριλαμβανομένου του τέλος χαρτοσήμου και περαιτέρω συνυπολογιζόμενων των εξόδων για λήψη απογράφου, σύνταξη επιταγής προς πληρωμή και επίδοσή της, με κοινοποίηση στην ανακόπτουσα στις 5.12.2016. Ζητούσε λοιπόν η ανακόπτουσα με την επίκληση τόσο τυπικών λόγων απαραδέκτου, όσο και ουσιαστικών λόγων σχετικών με την ύπαρξη των φερόμενων απαιτήσεων της καθ’ ης από την ένδικη μίσθωση, να ακυρωθεί η ως άνω υπ’ αριθ. …./2016 διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου και επιδίκασης μισθωμάτων, όσο και η ως άνω από 1.12.2016 επιταγή προς πληρωμή. Ως προεκτέθηκε με την 551/2018 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου απορρίφθηκε η ανακοπή στο σύνολό της και επικυρώθηκε η παραπάνω διαταγή απόδοσης της χρήσης μισθίου και επιδίκασης μισθωμάτων, γενομένης δεκτής της ασκηθείσας πρόσθετης παρέμβασης. Με την υπό κρίση έφεσή της, η ανακόπτουσα και ήδη εκκαλούσα παραπονείται ως προς την απόρριψη ορισμένων εκ των λόγων της ανακοπής της, λόγω κακής εκτίμησης των αποδείξεων και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου από την εκκαλούμενη και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, προκειμένου να γίνει δεκτή η από 16.12.2016 ανακοπή της κατά τα πιο πάνω αναφερόμενα αιτήματά της και να καταδικασθεί η εφεσίβλητη στα δικαστικά της έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Ειδικότερα, με τον πρώτο λόγο έφεσής της η εκκαλούσα αιτιάται την εκκαλούμενη απόφαση ότι κατά κακή εκτίμηση των αποδείξεων και κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο τον δεύτερο λόγο ανακοπής της περί μη ύπαρξης δυστροπίας της ως προς τη μη καταβολή μισθώματος και περί μη βέβαιης και εκκαθαρισμένης απαίτησης της καθ’ ης εκμισθώτριας. Ότι συγκεκριμένα η εκκαλούμενη εσφαλμένα έκρινε ότι υπήρχαν δύο διακριτοί και διαφορετικοί σκοποί της ένδικης μίσθωσης, ήτοι αφενός της λειτουργίας από την ανακόπτουσα υγειονομικού καταστήματος (εστιατορίου-καφέ-μπαρ), αφετέρου της λειτουργίας μονάδας αφαλάτωσης και ότι ο πρώτος ήταν ο κύριος σκοπός της μίσθωσης, καθώς και ότι η τεθείσα αναβλητική αίρεση στο από 19.3.2014 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης της επίδικης μίσθωσης να μην πληρώνονται μισθώματα «…μέχρις ότου εκδοθεί οικοδομική άδεια για την πραγμάτωση του σκοπού της μίσθωσης» αφορούσε μόνο στη λήψη άδειας για το υγειονομικό κατάστημα, οπότε με την έκδοση αυτής τον Μάιο του 2015, η ανακόπτουσα όφειλε να καταβάλλει μισθώματα, όπως και έπραξε, με την δε αποβολή της από τρίτα πρόσωπα από τμήμα του μισθίου τον Σεπτέμβριο του 2015, με συνέπεια την αδυναμία έκδοσης οικοδομικής άδειας και για τη μονάδα αφαλάτωσης και χρήσης αυτής, παραμένοντος όμως σε χρήση του υγειονομικού καταστήματος, η ανακόπτουσα εξακολουθούσε να υποχρεούται να καταβάλλει μισθώματα, μειωμένα κατά το ποσό που κατά την άποψή της ήταν ανάλογο προς τον βαθμό ελάττωσης της χρήσης του μισθίου από την αδυναμία λειτουργίας της μονάδας αφαλάτωσης. Ότι ορθά κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έπρεπε να δεχθεί ότι οι παραπάνω δύο χρήσεις αποτελούσαν τον ενιαίο σκοπό της μίσθωσης και ότι μη εκδοθείσας της οικοδομικής άδειας για τη μονάδα αφαλάτωσης δεν είχε αρθεί ακόμα η αναβλητική αίρεση από την οποία άρχιζε η υποχρέωση καταβολής μισθωμάτων από τη μισθώτρια και ότι επομένως η επικαλούμενη για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής απόδοσης της χρήσης μισθίου και πληρωμής, μη καταβολή μισθωμάτων δεν έγινε από δυστροπία της ανακόπτουσας. Επίσης με τον δεύτερο λόγο της έφεσής της η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι κατόπιν των παραπάνω εσφαλμένων κρίσεων της εκκαλούμενης για «δύο σκοπούς» και για τον «κύριο σκοπό» της επίδικης μίσθωσης, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο οδηγήθηκε εσφαλμένως στην κρίση ότι η απαίτηση της καθ’ ης εκμισθώτριας είναι βεβαία και εκκαθαρισμένη, προβαίνοντας στην λανθασμένη παραδοχή ότι η αίρεση καταβολής μισθωμάτων αφορούσε βάσει του όρου που τέθηκε στο από 19.3.2014 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης της μίσθωσης μόνο και αποκλειστικά στη διατήρηση και λειτουργία του υγειονομικού καταστήματος ως «κύριου σκοπού» της ένδικης μίσθωσης. Εξάλλου με τον τρίτο λόγο έφεσης η εκκαλούσα παραπονείται και πάλι για την απόρριψη του δεύτερου λόγου ανακοπής της και δη ότι εσφαλμένα έγινε δεκτό ότι η εκ μέρους της μη καταβολή μισθωμάτων οφείλεται σε δυστροπία της, καθώς σε κάθε περίπτωση δεν υπήρξε μόνο μερική παρεμπόδιση της χρήσης του μισθίου για την ανακόπτουσα, μετά την αποβολή της από τρίτους τον Σεπτέμβριο του 2015 από τα υπ’ αριθ. 5 και 6 μίσθια ακίνητα και την αδυναμία λειτουργίας της μονάδας αφαλάτωσης, διότι χωρίς αυτά (τα υπ’ αριθ. 5 και 6 μίσθια) δεν υφίστατο η αρτιότητα της έκτασης των 21.190 τ.μ. βάσει της οποίας εκδόθηκε η οικοδομική άδεια για το υγειονομικό κατάστημα και άρα η εκδοθείσα γι’ αυτό άδεια ήταν παράνομη και δεν μπορούσε δυνάμει αυτής να εξακολουθήσει να το λειτουργεί η ανακόπτουσα. Τέλος, με τον τέταρτο λόγο έφεσης, η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι εσφαλμένα η πρωτόδικη απόφαση έκρινε ότι η ανάκληση της οικοδομικής άδειας του υγειονομικού καταστήματος που τελικά έλαβε χώρα μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής δεν ασκεί καμία επιρροή στο κύρος αυτής, ενώ στην ανακοπή της η εκκαλούσα αναφέρει τον κίνδυνο ανάκλησης της παραπάνω άδειας ως λόγο της ανακοπής της, μη λαμβάνοντας υπόψη του το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι η ισχύς της ανάκλησης της εν λόγω άδειας, ως διοικητική πράξη λειτουργεί ex tunc και εκτείνεται στον χρόνο έκδοσης της αρχικής άδειας.

Από την επανεκτίμηση της ανωμοτί εξέτασης του …………., όπως ορθά εκτιμήθηκε και πρωτοδίκως η κατάθεσή του ως διαδίκου κατ’ άρθρο 415 παρ.3 ΚΠολΔ, λόγω της ιδιότητάς του ως μέλους του Δ.Σ. της ανακόπτουσας εταιρίας, παρά τα όσα αβάσιμα ότι εξετάσθηκε σαν μάρτυρας υποστηρίζει με τις προτάσεις της η εφεσίβλητη, από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα ………., που εξετάσθηκε με επιμέλεια της καθ’ ης η ανακοπή, όπως οι καταθέσεις αυτές περιέχονται στα ταυτάριθμα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από την ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών υπ’ αριθ. ……/23.11.2017 ένορκη βεβαίωση της ……….. που λήφθηκε με επιμέλεια της ανακόπτουσας κατόπιν νόμιμης κι εμπρόθεσμης προ δύο εργάσιμων ημερών κλήτευσης της καθ’ ης με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της ανακόπτουσας κατά τη συζήτηση της ανακοπής ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 20.11.2017, όπως η σχετική δήλωση καταχωρίσθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά και η ένορκη βεβαίωση λαμβάνεται υπόψη το πρώτον στην κατ’ έφεση δίκη κατ’ άρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ, έστω κι αν αυτή δεν ελήφθη υπόψιν πρωτοδίκως ως συνταχθείσα μετά τη συζήτηση της ανακοπής προς απόδειξη αυτής, μη προσκομιζόμενης και άρα μη λαμβανόμενης υπόψη της ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών υπ’ αριθ. ………/23.11.2017 ένορκης βεβαίωσης του ………….., που επικαλείται η εφεσίβλητη, από τα έγγραφα που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, συμπεριλαμβανομένων αυτών που προσκομίζουν για πρώτη φορά στην παρούσα δίκη κατ’ άρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων (εγγράφων) περιλαμβάνονται φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται και οι οποίες θεωρούνται ιδιωτικά έγγραφα (άρθρα 444 αριθ. 3, 448 παρ.2 και 457 παρ.4 ΚΠολΔ), λαμβανομένης υπόψη και της προσκομιζόμενης από την εκκαλούσα από 21.10.2016 υπεύθυνης δήλωσης του …………. προς το Ειρηνοδικείο Αίγινας σχετικά με τοποθέτηση πινακίδας στο μίσθιο ακίνητο, που κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου δεν δόθηκε για να χρησιμοποιηθεί στην παρούσα δίκη, οπότε μπορεί να ληφθεί υπόψη προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 524/2018, ΕφΑθ 21/2018, ΕφΔυτΣτερΕλλ 19/2017, ΜονΕφΠειρ 221/2015 στην ΤΝΠ Νόμος), τέλος δε από τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ) αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το από 26.2.2013 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως, η καθ’ ης η ανακοπή Ιερά Μονή εκμίσθωσε στην ανακόπτουσα εταιρεία- μετά από πλειοδοτική δημοπρασία, η οποία διενεργήθηκε στις 23.12.2012 στον Ιερό Ναό ….. στην Αίγινα και της οποίας τα αποτέλεσμα εγκρίθηκε δυνάμει του υπ’ αριθ. …./2013 πρακτικού του Ηγουμενοσυμβουλίου της εκμισθώτριας και του υπ’ αριθ. πρωτ. ……./7-1-2013 εγγράφου της πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνουσας Ιεράς Μητρόπολης- τέσσερα συνεχόμενα ακίνητα, ευρισκόμενα στη θέση «……..» της Αίγινας, τα οποία εμφαίνονται υπό τους αριθμούς 9, 10, 11 και 12 στο από Ιουλίου 1995 τοπογραφικό διάγραμμα της αρχιτέκτονα μηχανικού ………, ως ενιαία έκταση συνολικής επιφάνειας 8.800 τ.μ. (όπως αυτή προσδιορίστηκε στον διενεργηθέντα πλειοδοτικό διαγωνισμό αλλά και στο ως άνω συνταχθέν μισθωτήριο). Η διάρκεια της μίσθωσης ορίστηκε δωδεκαετής, αρχόμενη την 1.3.2013 και λήγουσα την 28.2.2025 με μηνιαίο μίσθωμα για το πρώτο μισθωτικό έτος 2.060 ευρώ, πλέον τέλους χαρτοσήμου εκ 3,6%, αναπροσαρμοζόμενο κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό και προκαταβαλλόμενο μέχρι την πέμπτη ημέρα κάθε ημερολογιακού μήνα. Σκοπός της μίσθωσης συμφωνήθηκε ο οριζόμενος στην υπ’ αριθ. πρωτ. . διακήρυξη μίσθωσης του εν λόγω ακινήτου, ήτοι η λειτουργία εστιατορίου- café- καταστήματος διάθεσης αλκοολούχων ποτών- αναψυκτηρίου ή τροχήλατης καντίνας, ενώ τμήμα του μισθίου ακινήτου μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τη μισθώτρια εταιρεία ως υπαίθριος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων (βλ. 6ο όρο της σύμβασης μίσθωσης). Επιπλέον προβλέφθηκε ότι δεν απαγορεύεται και κάθε άλλη νόμιμη χρήση του μισθίου, υπό τον όρο ότι η εκμισθώτρια Ιερά Μονή θα εγκρίνει προηγουμένως τη χρήση αυτή, δια της υπογραφής τροποποιήσεως της συμβάσεως μισθώσεως ως προς τους όρους που αφορούν τη χρήση του μισθίου και το ύψος του μισθώματος, κάτι που προβλεπόταν και στην προαναφερόμενη διακήρυξη. Μετά την παράδοση του ως άνω ενιαίου μισθίου στη μισθώτρια εταιρεία, ανέκυψαν διάφορα προβλήματα αναφορικά με την ακριβή έκταση του ενιαίου μισθίου, τη δυνατότητα έκδοσης οικοδομικής άδειας για την πραγμάτωση του σκοπού της μίσθωσης (λόγω ύπαρξης αυθαιρέτων κτισμάτων τρίτων και της ύπαρξης του μεταβυζαντινού Ναού του Αγίου Γεωργίου), για τη διευθέτηση των οποίων καταρτίσθηκε το από 19.3.2014 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης σύμβασης μισθώσεως, ήτοι της αρχικής από 26.3.2014 σύμβασης μίσθωσης. Ειδικότερα, ορίστηκαν τα εξής: Α) Δεδομένου ότι το μίσθιο που παραδόθηκε στη μισθώτρια εταιρεία είχε έκταση μικρότερη κατά 2.600 τ.μ. από αυτή που αναφερόταν στον πλειοδοτικό διαγωνισμό και βάσει του οποίου συνάφθηκε η ένδικη μίσθωση, συμφωνήθηκε η εκμίσθωση επιπλέον έκτασης, προκειμένου η συνολική μισθωτική έκταση να ανταποκρίνεται στην προκηρυχθείσα με τον πλειοδοτικό διαγωνισμό, και συγκεκριμένα συμφωνήθηκε η εκμίσθωση και των υπ’ αριθ. 5 και 6 αγροτεμαχίων συνολικής έκτασης 2.462,92 τ.μ., όπως αυτά εμφαίνονται στο σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα της προκήρυξης της μηχανικού ………… Β) Το μίσθιο για διάφορους λόγους (ενδεικτικά αναφερομένης της ύπαρξης αυθαίρετων κτισμάτων τρίτων προσώπων εντός αυτού καθώς και ενός μεταβυζαντινού Ναού του Αγίου Γεωργίου, γεγονός το οποίο απέκλειε τη δόμηση σε ακτίνα τουλάχιστον 50 μ. πέριξ αυτού, τελούσης υπό την αίρεση εγκρίσεως της αρμόδιας Εφορίας Αρχαιοτήτων) δεν κατέστη δυνατό να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό για τον οποίο είχε εκμισθωθεί. Γ) Μνημονεύθηκε ότι η μισθώτρια θα χρησιμοποιούσε το μίσθιο: α) για στέγαση καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος και εξυπηρέτησης της παρακείμενης παραλίας (….) και β) για εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης χαμηλής όχλησης όπως είχε ήδη συμφωνηθεί και εγκριθεί. Δ) Παραχωρήθηκε το δικαίωμα στη μισθώτρια να υπομισθώσει μέρος του μισθίου σε εταιρεία συμφερόντων των μετόχων της, κατά την απόλυτη διακριτική της ευχέρεια, για την άσκηση των συμφωνημένων χρήσεων. Και Ε) Κατά λέξη τέθηκε ως συμφωνηθείς όρος 3 ότι: «Η Μισθώτρια δεν θα βαρύνεται με την καταβολή των αναφερόμενων στο Συμφωνητικό Μίσθωσης μισθωμάτων μέχρις ότου εκδοθεί οικοδομική άδεια για την πραγμάτωση του σκοπού εκμίσθωσης του Μισθίου. Ο εν λόγω όρος έχει αναδρομική ισχύ από 01.6.2013 και ως εκ τούτου η Εκμισθώτρια αναγνωρίζει ότι η Μισθώτρια δεν της οφείλει τα οιαδήποτε μισθώματα απορρέουν από τη Μίσθωση έως και σήμερα και για τα οποία εκ παραδρομής απέστειλε την από 19.02.2014 εξώδικη όχλησή της στη Μισθώτρια αναζητώντας τα». Κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου, η εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης είχε συμφωνηθεί προφορικά ευθύς εξαρχής μεταξύ των συμβαλλομένων, ήδη δηλαδή από τις 26.2.2013, όταν και καταρτίσθηκε η αρχική σύμβαση, ότι θα αποτελούσε δευτερεύοντα σκοπό της μίσθωσης μετά από αυτόν της χρήσης του υγειονομικού καταστήματος που αναφερόταν στη σχετική διακήρυξη, η κρίση δε αυτή ενισχύεται από την προσκομιζόμενη από την καθ’ ης η ανακοπή, χειρόγραφη επιστολή του ……… (εξετασθέντος πρωτοδίκως ανωμοτί ως μέλος του Δ.Σ. της ανακόπτουσας εταιρείας, ταυτιζόμενου με την παραπάνω διάδικο) προς τον τότε πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιεράς Μονής κ. …… και η οποία απεστάλη στον τελευταίο, ενόψει της ανωτέρω τροποποίησης της επίδικης σύμβασης μίσθωσης και όπου αναφέρονται τα εξής: «Μετά τις μεταξύ μας συναντήσεις και ανταλλαγή προτάσεων, Η Εταιρεία μας αποφάσισε να προχωρήσει στην Επένδυση στο «……» με ίδια κεφάλαια, χωρίς την ίδρυση νέας Εταιρείας. Άρα η μόνη τροποποίηση στο μισθωτήριο είναι η ήδη εξαρχής συμφωνηθείσα και συνίσταται στην έγκριση εγκατάστασης μονάδας αφαλάτωσης, παραμένοντας ως κύρια χρήση η ήδη αναφερόμενη στο μισθωτήριο…». Η αναφερόμενη στο από 26.2.2013 μισθωτήριο χρήση, την οποία στην επιστολή του ο ……….. θεωρεί ως κύρια είναι αυτή της επαγγελματικής στέγης (εστιατόριο-café- κατάστημα διάθεσης αλκοολούχων ποτών- αναψυκτήριο ή εγκατάσταση λειτουργίας τροχήλατης καντίνας). Η εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης δεν αποτυπώθηκε ευθύς εξαρχής ως σκοπός στο από 26.2.2013 μισθωτήριο, δεδομένου ότι αφενός δεν αναφερόταν κάτι τέτοιο στην ανωτέρω διακήρυξη, αφετέρου κατά τον χρόνο εκείνο η εν λόγω χρήση δεν συμπεριλαμβανόταν στον καταστατικό σκοπό της μισθώτριας εταιρείας, της οποίας η δραστηριότητα περιοριζόταν στην άσκηση ξενοδοχειακών, τουριστικών, οικοδομικών και αγροτουριστικών επιχειρήσεων, καθώς και σε κάθε συναφή με τις παραπάνω πράξεις ενέργεια (βλ. ΦΕΚ 13951/11-12-2007 ΤΑΕ & ΕΠΕ). Έπειτα, όμως, με την από 26.3.2013 απόφαση της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της ανακόπτουσας, προστέθηκε και εγκρίθηκε ως πρόσθετος σκοπός αυτής, μεταξύ άλλων, και η επεξεργασία και πώληση ύδατος (βλ. προσκ. υπ’ αριθ. πρωτ. ……./4-9-2013 ανακοίνωση του ΓΕΜΗ, από την οποία προκύπτει η καταχώριση της παραπάνω τροποποίησης στο ΓΕΜΗ στις 9-4-2013 με κωδικό αριθμό καταχώρισης …….), γεγονός που οδήγησε στη ρητή πλέον αναγραφή και της χρήσης αυτής στο από 19-3-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό. Και πάλι ωστόσο ως υπό στοιχείο α’ χρήση αναφέρεται η στέγαση καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος και εξυπηρέτησης της παρακείμενης παραλίας (Κλήμα), που επομένως συνιστά την κύρια χρήση και ως υπό στοιχείο β’ χρήση προστίθεται η εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης χαμηλής όχλησης. Ακολούθως δε ως προς τον χρόνο έναρξης της υποχρέωσης καταβολής μισθωμάτων από τη μισθώτρια ο υπ’ αριθ. 3 όρος του από 19.3.2014 Ιδιωτικού συμφωνητικού τροποποίησης σύμβασης μισθώσεως είναι σαφής ότι «Η Μισθώτρια δεν θα βαρύνεται με την καταβολή των αναφερόμενων στο Συμφωνητικό Μίσθωσης μισθωμάτων μέχρις ότου εκδοθεί οικοδομική άδεια για την πραγμάτωση του σκοπού εκμίσθωσης του Μισθίου. Ο εν λόγω όρος έχει αναδρομική ισχύ από 01.06.2013 και ως εκ τούτου η Εκμισθώτρια αναγνωρίζει ότι η Μισθώτρια δεν της οφείλει τα οιαδήποτε μισθώματα απορρέουν από τη Μίσθωση έως και σήμερα και για τα οποία εκ παραδρομής απέστειλε την από 19.02.2014 εξώδικη όχλησή της στη Μισθώτρια αναζητώντας τα». Η χρήση ενικού αριθμού ως προς το γεγονός που συνιστά την αναβλητική αίρεση για την έναρξη της υποχρέωσης καταβολής μισθωμάτων, τα οποία δεν θα οφείλονται «…μέχρις ότου εκδοθεί οικοδομική άδεια για την πραγμάτωση του σκοπού εκμίσθωσης του Μισθίου…» σημαίνει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη εξάρτησαν την καταβολή των μισθωμάτων από την έκδοση μίας οικοδομικής άδειας, η οποία είναι η οικοδομική άδεια του υγειονομικού καταστήματος (ορισθείσα με τη διακήρυξη κύρια χρήση της μίσθωσης) και όχι και από την έκδοση και δεύτερης οικοδομικής άδειας για την εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης, οπότε θα χρησιμοποιείτο πληθυντικός αριθμός. Τα όσα υποστηρίζει η ανακόπτουσα με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής της ότι στη μισθωτική σχέση με την Ιερά Μονή τέθηκε ενεργή αίρεση για την καταβολή του μισθώματος, με το από 19.3.2014 συμφωνητικό τροποποίησης μίσθωσης, η έκδοση οικοδομικής άδειας όχι μόνο για το υγειονομικό κατάστημα αλλά και για το έργο της αφαλάτωσης και ότι εφόσον δεν εκδόθηκε άδεια και για το τελευταίο αυτό έργο, εκείνη δεν κατέστη δύστροπη μισθώτρια, καθώς δεν όφειλε μισθώματα τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους. Μάλιστα έρχονται σε αντίθεση με τη δική της συμπεριφορά ως μισθώτριας, καθώς η ίδια άρχισε κανονικά να καταβάλλει μισθώματα, ευθύς μόλις εκδόθηκε η οικοδομική άδεια για το υγειονομικό κατάστημα τον μήνα Μάιο του 2015 (βλ. προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. ………./21-5-2015 άδεια δόμησης), γεγονός που καταδεικνύει ότι και η ίδια θεωρούσε ότι απαλλασσόταν από την καταβολή μισθωμάτων έως την έκδοση της ως άνω οικοδομικής άδειας για κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Τα όσα δε περί του αντιθέτου η ανακόπτουσα υποστηρίζει, ότι δηλαδή η καταβολή των μισθωμάτων από μηνός Μαϊου 2015 άρχισε γιατί η ίδια καλόπιστα πίστευε ότι θα εκδιδόταν άμεσα και η δεύτερη οικοδομική άδεια (για την εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης) αντιβαίνουν στα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής και κρίνονται απορριπτέα στην ουσία τους. Μάλιστα, το ίδιο μέλος του Δ.Σ. της ανακόπτουσας ………. εξετασθείς ως μάρτυρας αυτής κατά τη συζήτηση της αίτησής της ασφαλιστικών μέτρων για την προστασία της κατοχής της στο μίσθιο κατά των φερόμενων ως καταπατητών των υπ’ αριθ. 5 και 6 αγροτεμαχίων του μισθίου, …. και … …., ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αίγινας, στις 21.10.2016, αναφέρει σχετικά ότι «Πρότεινα στην Ιερά Μονή να βρει λύση. Πρότεινα να πληρωθεί μέρος του μισθώματος και να μην πληρωθεί για τον φερόμενο ως καταπατηθέντα χώρο» (βλ. τα προσκομιζόμενα από την καθ’ ης- εφεσίβλητη υπ’ αριθ. 55/2016 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Αίγινας). Εάν το παραπάνω μέλος του Δ.Σ. της ανακόπτουσας πίστευε ότι μισθώματα οφείλονταν μόνο μετά την έκδοση και των δύο οικοδομικών αδειών, δηλαδή όχι μόνο του υγειονομικού καταστήματος, αλλά και της μονάδας αφαλάτωσης δεν είχε λόγο αφ’ ης στιγμής κατέστη σαφές ότι δεν θα εκδιδόταν η άδεια για τη μονάδα αφαλάτωσης που προοριζόταν να εγκατασταθεί στα καταπατηθέντα αγροτεμάχια, να προτείνει την καταβολή έστω μειωμένου μισθώματος στην καθ’ ης. Τούτο θα είχε νόημα μόνο αν και αυτός πίστευε ότι είχε ήδη πληρωθεί η αναβλητική αίρεση που υποχρέωνε τη μισθώτρια να καταβάλλει πλήρη τα συμφωνηθέντα μισθώματα, όπως πράγματι συνέβη με την έκδοση της οικοδομικής άδειας για το αναψυκτήριο, τον Μάιο του 2015 και την εντεύθεν λειτουργία του, οπότε λόγω αδυναμίας λειτουργίας της μονάδας αφαλάτωσης που αποτελούσε τη δευτερεύουσα χρήση της επίδικης μίσθωσης θα δικαιολογείτο ο ……… να ζητήσει από την εκμισθώτρια τη μείωση του μισθώματος. Ομοίως κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθά έκρινε, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει η εκκαλούσα με τον πρώτο λόγο της έφεσής της κρίνονται αβάσιμα στην ουσία τους. Παρακάτω αποδείχθηκε ότι, κατά τον μήνα Σεπτέμβριο του 2015, τρίτα πρόσωπα και δη οι ……. και …….., ισχυριζόμενοι ότι τυγχάνουν κύριοι των υπ’ αριθ. 5 και 6 συνεχόμενων αγροτεμαχίων του ενιαίου μισθίου (στα οποία είχε προβλεφθεί- σύμφωνα με μελέτη μηχανικών της ανακόπτουσας- η εγκατάσταση της μονάδας αφαλάτωσης), περιέφραξαν με συρματόπλεγμα τα εν λόγω αγροτεμάχια, τοποθετώντας επ’ αυτών πινακίδα με αναγραφή «ιδιοκτησία ….». Με την παραπάνω ενέργειά τους, όμως, απέβαλαν τη μισθώτρια εταιρεία από τη χρήση αυτών. Ευθύς αμέσως η τελευταία ενημέρωσε την Ιερά Μονή και τους νόμιμους εκπροσώπους αυτής για τα ως άνω τεκταινόμενα, ενώ παράλληλα προσέφυγε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά, προκειμένου να πληροφορηθεί τα πλήρη στοιχεία των προσώπων που την απέβαλαν από την κατοχή των ως άνω μισθίων ακινήτων (βλ. την προσκομιζόμενη από 16.12.2015 αίτηση της ανακόπτουσας προς τον άνω Εισαγγελέα με τη συνημμένη σε αυτήν από 17.12.2015 εντολή του Εισαγγελέα προς το Α.Τ. Αίγινας για κλήση των εμπλεκομένων μερών και διευθέτηση της αναφυόμενης μεταξύ τους διαφοράς, καθώς και το από 3.2.2016 έγγραφο του ίδιου Α.Τ. προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά, από την οποία προκύπτει το ανεκτέλεστο της ως άνω εντολής λόγω ελλιπών στοιχείων των ατόμων κατά των οποίων αυτή στρέφεται). Ακολούθως, η μισθώτρια εταιρία υπέβαλε κατά των … και ……. και ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αίγινας την από 15.6.2016 (υπ’ αριθ. κατ. δικογρ. …/2016) αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προστασίας της κατοχής της. Ως προς τις αμφιβολίες που η καθ’ ης η ανακοπή εξέφρασε αναφορικά με το κατά πόσο είχε λάβει χώρα η προαναφερόμενη αποβολή της ανακόπτουσας από τη χρήση των υπ’ αριθ. 5 και 6 μισθίων ακινήτων, σημειώνεται ότι οι αμφιβολίες αυτές δεν δικαιολογούνται καθόσον έρχονται σε ευθεία αντίθεση τόσο με την πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της νυν ανακόπτουσας-τότε αιτούσας, που η Ιερά Μονή άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αίγινας, όσο και με την από 18.10.2017 (υπ’ αριθ. κατ. δικογρ. ………../2017) διεκδικητική της κυριότητας αγωγή της κατά του ……… ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), ένδικα βοηθήματα που δεν θα ασκούσε, εάν δεν είχε διαπιστώσει και η ίδια την περίφραξη της επίμαχης έκτασης από τρίτα πρόσωπα και την αποβολή της ανακόπτουσας από τη χρήση αυτής, τα όσα δε περί του αντιθέτου αυτή υποστηρίζει κρίνονται αβάσιμα ως αντιβαίνοντα στα διδάγματα της κοινής λογικής και εμπειρίας. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι το συγκεκριμένο τμήμα, από το οποίο η ανακόπτουσα αποβλήθηκε, αποτελούσε το μοναδικό τμήμα του ενιαίου μισθίου, επί του οποίου ήταν δυνατή, σύμφωνα με τις μελέτες που έγιναν από μηχανικούς της ανακόπτουσας, η εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης και τούτο λόγω του ότι στο οικόπεδο υπάρχει εκκλησάκι, από το οποίο η μονάδα αφαλάτωσης, εφόσον εγκαθίστατο, θα έπρεπε να απέχει συγκεκριμένη απόσταση (ήτοι σε ακτίνα πλέον των 50 μέτρων). Συνακόλουθα, μετά την αποβολή της ανακόπτουσας από τα εν λόγω μίσθια, των οποίων τη χρήση η ίδια στερήθηκε, δεν κατέστη δυνατή και η έκδοση της απαραίτητης οικοδομικής άδειας για την εγκατάσταση της μονάδας αφαλάτωσης, όλα δε τα παραπάνω η ανακόπτουσα τα είχε γνωστοποιήσει στην καθ’ ης η ανακοπή Ιερά Μονή, αιτούμενη παράλληλα μείωση του μισθώματος σε τρόπο ώστε αυτό να ανταποκρίνεται στην πραγματική περιορισμένη πλέον χρήση του υπόλοιπου τμήματος του ενιαίου μισθίου (κατόπιν αφαίρεσης του υπό αμφισβήτηση μέρους), που αφορούσε στη λειτουργία του καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος (βλ. σχετικά τις από 2.10.2015 και 12.11.2015 επιστολές του …… προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο της καθ’ ης η ανακοπή ……..). Ωστόσο, οι συζητήσεις μεταξύ των εμπλεκομένων μερών δεν τελεσφόρησαν, η δε ανακόπτουσα σταμάτησε να καταβάλλει μισθώματα από τον μήνα Σεπτέμβριο του 2015 και εφεξής για τον λόγο αυτό. Ως προς τους ισχυρισμούς της καθ’ ης ότι η μη καταβολή των μισθωμάτων οφειλόταν σε λόγους που αφορούσαν αποκλειστικά στο πρόσωπο της ανακόπτουσας και συγκεκριμένα: 1) στη σφράγιση του καταστήματος της μισθώτριας από την Αστυνομία στις 16.8.2015 για σωρεία παραβάσεων, 2) στη ρήξη των σχέσεων της τελευταίας με τρίτο πρόσωπο, κύριο χρηματοδότη της επιχείρησής της και 3) στο γεγονός ότι η ανακόπτουσα μετά από πληροφορίες που είχε σχετικά με τη σύναψη σύμβασης μεταξύ του Δήμου Αίγινας και της Περιφέρειας Αττικής για τη σύνδεση με υποθαλάσσιο αγωγό της νήσου με την ΕΥΔΑΠ (η οποία διαδικασία βρισκόταν στο στάδιο επιλογής αναδόχου), αποφάσισε ότι η εγκατάσταση αφαλάτωσης δεν θα ήταν συμφέρουσα επένδυση για την ίδια, καθώς κανένα απολύτως κέρδος δεν θα απέφερε στην επιχείρησή της, σημειώνεται ότι δεν αποδεικνύονται βάσιμοι ότι αυτοί οδήγησαν τη μισθώτρια στην παραπάνω απόφαση. Ενόψει των ανωτέρω προκύπτει ότι η μεν παρεμπόδιση της χρήσης από τη μισθώτρια τμήματος του μισθίου, εξαιτίας της αποβολής της από τα υπ’ αριθ. 5 και 6 αγροτεμάχια του μισθίου από τρίτα πρόσωπα, τους …….. και …….., οι οποίοι προσέβαλαν το δικαίωμα κυριότητας (και νομής) της Ιεράς Μονής, χωρίς να έχουν αντίστοιχο δικό τους δικαίωμα (βλ. την προσκομιζόμενη από την εφεσίβλητη το πρώτον στην παρούσα δίκη παραδεκτά κατ’ αρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ, υπ’ αριθ. 611/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δίκασε τη διεκδικητική αγωγή της εφεσίβλητης- καθ’ ης κατά του ……….και δέχθηκε αυτή, όπως η απόφαση αυτή εκτιμάται σαν δικαστικό τεκμήριο, καθώς δεν έχει ακόμη τελεσιδικήσει) συνιστά πραγματικό ελάττωμα του μισθίου -και όχι νομικό ελάττωμα που έκρινε η εκκαλούμενη, χωρίς όμως ο νομικός αυτός χαρακτηρισμός να επηρεάζει την ουσία της υπόθεσης- καθώς το ελάττωμα αυτό είχε ως αποτέλεσμα, λόγω μη προσκομιδής τίτλων κυριότητας από την Ιερά Μονή στην αρμόδια Πολεοδομία, να καταστεί λόγω της αμφισβήτησης, προσωρινά αδύνατη η έκδοση οικοδομικής άδειας για την εγκατάσταση μονάδας αφαλάτωσης, κάτι που αποτελεί πραγματικό ελάττωμα του μισθίου, όπως ορθά έκρινε η εκκαλούμενη απόφαση και εμποδίζει τη δευτερεύουσα συμφωνημένη χρήση του μισθίου. Αντίθετα, δεν αποδείχθηκε ότι, συνεπεία των ως άνω ελαττωμάτων, κατέστη απρόσφορη ολικά ή μερικά η λειτουργική χρήση του υπόλοιπου μισθίου, όπου βρίσκεται το κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος της ανακόπτουσας και οι λοιποί βοηθητικοί χώροι αυτού. Πρόκειται, δηλαδή, για μερική και όχι ολική παρεμπόδιση της χρήσης του ενιαίου μισθίου και η μισθώτρια, η οποία έπαυσε να καταβάλλει κάθε μίσθωμα από τον μήνα Σεπτέμβριο του 2015 και εφεξής, είχε την υποχρέωση για να αποτρέψει τις συνέπειες της υπερημερίας της, να καταβάλλει στις καθορισθείσες- με το ανωτέρω ιδιωτικό μισθωτήριο συμφωνητικό- ημερομηνίες το μίσθωμα κάθε μήνα μειωμένο κατά το ποσό που- κατά την άποψή της- ήταν ανάλογο προς τον βαθμό ελάττωσης της χρήσης του μισθίου (όπως, άλλωστε, η ίδια είχε προτείνει κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω) κι όσο διαρκούσε η κατάσταση αυτή, πράγμα που δεν έπραξε, με αποτέλεσμα να περιέλθει σε υπερημερία ως προς την καταβολή των μισθωμάτων από τον μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2015 έως τον μήνα Οκτώβριο του 2016, και να καταστεί δύστροπη μισθώτρια. Ομοίως κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και τον νόμο εφάρμοσε τα δε υποστηριζόμενα με τον πρώτο λόγο έφεσης της εκκαλούσας ότι εσφαλμένα η εκκαλούμενη δέχθηκε ότι υπήρχαν δύο σκοποί της ένδικης μίσθωσης με διαφορετικούς όρους, εκ των οποίων (σκοπών) ο ένας ήταν κύριος σκοπός, ωσάν να επρόκειτο για δύο μισθώσεις με δύο διάφορους και διακριτούς σκοπούς, ενώ οι όροι της επίδικης μίσθωσης αφορούσαν ενιαία και αδιαίρετα τη μισθωμένη έκταση, τα επίδικα μίσθια και τις εξαρχής συμφωνηθείσες επενδύσεις (υγειονομικό κατάστημα και μονάδα αφαλάτωσης) τυγχάνουν αβάσιμα, καθώς κατά τα ανωτέρω αποδείχθηκε ότι μεταξύ των διαδίκων συμφωνήθηκαν δύο διαφορετικές χρήσεις του επίδικου μισθίου με διαφορετική οικονομική λειτουργία της μίας από την άλλη, ήτοι αυτή του υγειονομικού καταστήματος που ήταν η κύρια χρήση του μισθίου σύμφωνα με την αρχική υπ’ αριθ. πρωτ. …../5-12-2012 διακήρυξη της Ιεράς Μονής εκμισθώσεως ακινήτου και αυτή της μονάδας αφαλάτωσης που προστέθηκε στη συνέχεια, επομένως λόγω της συμφωνίας για δύο διαφορετικές χρήσεις του μισθίου (κύρια και δευτερεύουσα) υπήρχαν αντίστοιχα δύο σκοποί της μίσθωσης (ένας κύριος κι ένας δευτερεύων), η δε έναρξη καταβολής μισθωμάτων εξαρτήθηκε από την έκδοση οικοδομικής άδειας για την πραγμάτωση του (κύριου) σκοπού της μίσθωσης, δηλαδή για την κύρια χρήση του μισθίου που ήταν αυτή της λειτουργίας του υγειονομικού καταστήματος. Περαιτέρω, τα όσα προσάπτει η εκκαλούσα στην εκκαλούμενη απόφαση ότι η παραδοχή της ότι το υγειονομικό κατάστημα αποτέλεσε τον «κύριο σκοπό» της επίδικης μίσθωσης στηρίχθηκε σε κακή εκτίμηση της χειρόγραφης επιστολής του … … προς τον δικηγόρο της Ι. Μονής αλυσιτελώς προβάλλονται, αφού το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως και η δικαστής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, δεν διέγνωσε κενό ή ασάφεια στην αρχική και στην τροποποιητική σύμβαση μίσθωσης σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της αναβλητικής αίρεσης για την έναρξη της υποχρέωσης πληρωμής των μισθωμάτων, ώστε να χρειαστεί να προσφύγει στο παραπάνω έγγραφο κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 173 και 200 ΑΚ. Επίσης τα όσα διαλαμβάνει η εκκαλούσα στον δεύτερο λόγο έφεσής της ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα έμεινε στη στενή γραμματική διατύπωση του σχετικού όρου του από 19.3.2014 συμφωνητικού τροποποίησης μίσθωσης όπου γίνεται χρήση ενικού αριθμού για την έναρξη της υποχρέωσης της πληρωμής των μισθωμάτων, ενώ έπρεπε να κάνει χρήση τελολογικής ερμηνείας του υπό κρίση όρου και να δεχθεί ότι η υποχρέωση καταβολής μισθωμάτων θα ξεκινούσε από τότε που θα εκδίδονταν δύο οικοδομικές άδειες, ήτοι και για το υγειονομικό κατάστημα και για τη μονάδα αφαλάτωσης τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους, καθώς προϋποθέτουν τη διάγνωση κενού στον σχετικό όρο, ώστε να χρειάζεται ερμηνεία του, πλην όμως το Δικαστήριο αυτό, όπως και το πρωτοβάθμιο κρίνει ότι δεν υπήρχε ασάφεια στον σχετικό όρο, ώστε να απαιτείται τελολογική ερμηνεία του. Ομοίως, το Δικαστήριο αυτό κρίνει ότι εκ περισσού στην εκκαλούμενη απόφαση, σχετικά με το περιεχόμενο της παραπάνω αναβλητικής αίρεσης, γίνεται επίκληση πέραν της διατύπωσης του ως άνω όρου που περιέχει την αίρεση για την πληρωμή των μισθωμάτων και του γεγονότος ότι η μισθώτρια εταιρεία, ευθύς μόλις εκδόθηκε η οικοδομική άδεια για το υγειονομικό κατάστημα κατά τον μήνα Μάιο του 2015, άρχισε να καταβάλλει κανονικά μισθώματα για τη χρήση του μισθίου, γεγονός που το μόνο που καταδεικνύει, κατά τα ανωτέρω, είναι ότι και η ίδια θεωρούσε ότι απαλλασσόταν από την καταβολή μισθωμάτων έως την έκδοση της οικοδομικής άδειας για το κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος και ότι μετά την έκδοση της εν λόγω άδειας όφειλε να καταβάλλει μισθώματα. Σε κάθε περίπτωση αρκεί η αναφορά στο ίδιο το περιεχόμενο της αναβλητικής αίρεσης, χωρίς να χρειάζεται κάποια ερμηνεία της, βασιζόμενη στη συμπεριφορά που επέδειξε η εκκαλούσα πληρώνοντας τα μισθώματα ευθύς μόλις εκδόθηκε η οικοδομική άδεια για το αναψυκτήριο, δίχως να αναμένει να εκδοθεί και η αντίστοιχη άδεια για τη μονάδα αφαλάτωσης. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός που προβάλλει η εκκαλούσα με τον παραπάνω λόγο έφεσης ότι ο λόγος που άρχισε να καταβάλλει μισθώματα στην εκμισθώτρια Ιερά Μονή μετά την έκδοση της οικοδομικής άδειας για το υγειονομικό κατάστημα ήταν ότι αναμενόταν η έκδοση οικοδομικής άδειας και για τη μονάδα αφαλάτωσης, αλυσιτελώς προβάλλεται, καθώς δεν χρειαζόταν να γίνει επίκληση της οικειοθελούς εκ μέρους της ανακόπτουσας πληρωμής των μισθωμάτων για να ερμηνευθεί ο σχετικός όρος της αναβλητικής αίρεσης για τη σχετική πληρωμή, ο οποίος ως προς το περιεχόμενό του ήταν σαφής. Περαιτέρω, με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής της η ανακόπτουσα υποστήριξε ότι μετά την αποβολή της από τα υπ’ αριθ. 5 και 6 μίσθια ακίνητα, κινδύνευε να ανακληθεί άμεσα και η υπ’ αριθ. …/2015 οικοδομική άδεια, που είχε εκδοθεί για το κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς η παραπάνω άδεια είχε εκδοθεί επί ακινήτου φερόμενου ως άρτιου και οικοδομήσιμου, το οποίο όμως με την μερική περίφραξή του από τους … και ………. φερόταν ότι ανήκε πλέον εν μέρει σε τρίτους και η υπόλοιπη έκταση δεν αρκούσε για να θεωρηθεί αυτό άρτιο και οικοδομήσιμο και ότι για τον λόγο αυτό δεν είχε εκπληρωθεί ούτε ο σκοπός της λειτουργίας του υγειονομικού καταστήματος. Ο ισχυρισμός αυτός ως λόγος ανακοπής αναφορικά με τον κίνδυνο ανάκλησης της οικοδομικής άδειας απορρίφθηκε συνοπτικά από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όπως προκύπτει από την επισκόπηση της εκκαλούμενης ως νομικά αβάσιμος, καθώς στην προτελευταία σελίδα της απόφασης, σε παρένθεση διαλαμβάνεται σχετικά ότι ο κίνδυνος ανάκλησης αυτής (της οικοδομικής άδειας) ουδεμία απολύτως ασκεί έννομη επιρροή. Περαιτέρω, η εκκαλούμενη επεκτάθηκε πέραν του κινδύνου ανάκλησης και στο ζήτημα της πραγματοποιηθείσας τελικά ανάκλησης της οικοδομικής άδειας του υγειονομικού καταστήματος που έλαβε χώρα στις 24.7.2017, με την υπ’ αριθ. 6626/24-7-2017 απόφαση της ανάκλησης της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Πειραιά και στο εάν η ανάκληση αυτή επιδρά στην εγκυρότητα της έκδοσης της προσβαλλόμενης διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου και πληρωμής μισθωμάτων. Τούτο δε καθώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκτίμησε ότι με τον σχετικό λόγο ανακοπής «η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι μετά την αποβολή της από τα υπ’ αριθμ. 5 και 6, κινδύνευε να ανακληθεί άμεσα και η υπ’ αριθμ. 53/2015 οικοδομική άδεια, που είχε εκδοθεί για το κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος, η οποία και πράγματι ανακλήθηκε για το λόγο αυτό με την υπ’ αριθμ. 6626/24-7-2017 απόφαση της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Πειραιά και συνεπώς τα πραγματικά και νομικά ελαττώματα, που εμφάνιζαν τα ως άνω τμήματα (με αριθμούς 5 και 6), επιδρούσαν άμεσα στη χρήση του συνόλου του μισθίου ακινήτου». Δέχθηκε δε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι ισχυρισμοί που δεν υπήρχαν κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής δεν επιδρούν στο έγκυρο της έκδοσής της και ότι τα επιγενόμενα της έκδοσής της περιστατικά δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγους των ανακοπών των άρθρων 632, 633 και 642 επ. του ΚΠολΔ και ότι «Στην προκειμένη περίπτωση, προκύπτει ότι η ανάκληση της προαναφερόμενης οικοδομικής άδειας…έλαβε χώρα στις 24-7-2017, ήτοι σε χρόνο μεταγενέστερο όχι μόνο της έκδοσης (στις 9-11-2016) της ανακοπτόμενης διαταγής απόδοσης μισθίου και καταβολής μισθωμάτων αλλά και αυτής ακόμη της αποβολής της μισθώτριας από το μίσθιο στις 18-1-2017 σε εκτέλεση του ανακοπτόμενου εκτελεστού τίτλου (βλ. προαναφερόμενη έκθεση βιαίας αποβολής). Ως εκ τούτου, ο άνω ισχυρισμός ερειζόμενος σε μεταγενέστερο περιστατικό, δεν δύναται, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω εκτεθείσα νομική σκέψη, να επιδράσει στο έγκυρο της εκδόσεως της διαταγής και, επομένως, πρέπει ν’ απορριφθεί…». Η αιτιολογία αυτή τυγχάνει περιττή καθώς στο δικόγραφο της ένδικης ανακοπής με ημερομηνία 16.12.2016, το οποίο κατατέθηκε στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά στις 22.12.2016 δεν περιλαμβανόταν λόγος ανακοπής σχετικός με την ανάκληση της οικοδομικής άδειας του αναψυκτηρίου στις 24.7.2017 και ούτε μπορούσε να περιέχεται τέτοιος λόγος για μελλοντικό γεγονός, ούτε ασκήθηκαν πρόσθετοι λόγοι ανακοπής σχετικά με την ανάκληση αυτή, οπότε δεν υπήρχε λόγος η εκκαλούμενη απόφαση να ασχοληθεί με τη μεταγενέστερη της ανακοπής υπ’ αριθ. 6626/24.7.2017 ανακλητική απόφαση της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Πειραιά και την επίδρασή της στην προσβαλλόμενη διαταγή. Επομένως, πρέπει να απαλειφθεί η σχετική αιτιολογία από την εκκαλούμενη απόφαση κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, ο δε τέταρτος λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα η εκκαλούμενη δεν έλαβε υπόψη της ότι η ανάκληση της πολεοδομικής άδειας στις 24.7.2017 ως διοικητική πράξη ανατρέχει στον χρόνο έκδοσης της πολεοδομικής άδειας για το υγειονομικό κατάστημα τον Μάιο του 2015, οπότε δεν πληρώθηκε η σχετική αναβλητική αίρεση για την πληρωμή των μισθωμάτων, αλυσιτελώς προβάλλεται και απορριπτέος τυγχάνει κατ’ άρθρο 68 σε συνδυασμό με το άρθρο 525 παρ.2 ΚΠολΔ, καθώς πλήττει αιτιολογία της πρωτόδικης απόφασης που δεν αντιστοιχεί σε λόγο ανακοπής. Ούτε βέβαια ευσταθεί το προβαλλόμενο από την εκκαλούσα ότι ο επικαλούμενος στην ιστορική βάση της επίδικης ανακοπής κίνδυνος ανάκλησης της εν θέματι οικοδομικής άδειας αποτελεί βάση των σωρευόμενων ανακοπών, ώστε το γεγονός της (μεταγενέστερης) ανάκλησης εμπεριέχεται ως λόγος ανακοπής τόσο στην ανακοπή του άρθρου 642 ΚΠολΔ όσο και στου άρθρου 933 ΚΠολΔ, ώστε εσφαλμένα η εκκαλούμενη θεωρεί ως μη προταθέντα λόγο ανακοπής το γεγονός αυτό. Η επίκληση του κινδύνου ανάκλησης μιας οικοδομικής άδειας σε λόγο ανακοπής σαν ιστορική βάση αυτής δεν ταυτίζεται με την ίδια την ανάκληση της οικοδομικής άδειας. Παρακάτω, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο διέλαβε ότι ο κίνδυνος ανάκλησης της ως άνω οικοδομικής άδειας καμία έννομη επιρροή δεν ασκεί στην ισχύ της άδειας αυτής. Η διοικητική πράξη αναπτύσσει νομικά αποτελέσματα έναντι του αποδέκτη της, εφόσον και καθόσον δεν έχει ανακληθεί, δεν έχει καταργηθεί, δεν έχει ακυρωθεί ή δεν έχει αρθεί με την πάροδο του χρόνου ή με άλλο τρόπο. Με άλλα λόγια, η διοικητική πράξη αναγνωρίζεται ως ισχυρή, εφαρμόζεται και εκτελείται από τη διοίκηση και τους ιδιώτες, εφόσον και καθόσον δεν ορίζει το αντίθετο μια μεταγενέστερη κρατική (νομοθετική ή διοικητική ή δικαστική) πράξη, ή δεν έχει προβλέψει την άρση της η ίδια η διοικητική πράξη υπό την έννοια της διαλυτικής αιρέσεως ή προθεσμίας ή διάρκειας ισχύος. Πρόκειται για την αρχή της βασικής ισχύος των διοικητικών πράξεων, ήτοι για το «τεκμήριο νομιμότητας» των διοικητικών πράξεων (βλ. Π. Δ. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, έκδοση 1984, σελ. 224). Με τον τρίτο λόγο έφεσης η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι η ύπαρξη τρίτων προσώπων σε μέρος του μισθίου, δηλαδή στα υπ’ αριθ. 5 και 6 μίσθια συνεπάγεται εκτός των άλλων, την παράνομη λειτουργία του υγειονομικού καταστήματος, για το οποίο είχε εκδοθεί η οικοδομική άδεια, αφού αφ’ ης στιγμής εντός του συνολικού γηπέδου των 21,190 στρεμμάτων φερομένης ιδιοκτησίας της εφεσίβλητης, υφίστανται ιδιοκτησίες τρίτων (εν προκειμένω …. και ……..), τότε στα υπ’ αριθ. 9, 10, 11 και 12 μίσθια ακίνητα, για τα οποία είχε εκδοθεί η άδεια για το υγειονομικό κατάστημα, υπό το δεδομένο ιδιοκτησίας της εφεσίβλητης στα 21,190 στρέμματα, ενόψει της ιδιοκτησίας … δεν υπάρχει πια αυτό το δεδομένο, ήτοι δεν υπάρχει η κατά κανόνα αρτιότητα που προβλέπει ο νόμος για την έκδοσης της άδειας. Ακόμη ότι από τον Σεπτέμβριο του 2015, η χρήση της εκκαλούσας-ανακόπτουσας στο μέρος του μισθίου που λειτουργούσε το υγειονομικό κατάστημα, δηλαδή στα υπ’ αριθ. 9, 10, 11 και 12 μίσθια ακίνητα δεν ήταν ανεμπόδιστη, αφού πέραν από παράνομη, δεν μπορούσε να λάβει χώρα, καθώς εκείνη δεν μπορούσε να επενδύσει στο υγειονομικό κατάστημα, αφού σε περίπτωση που αυτό δεν λειτουργούσε σε άρτιο και οικοδομήσιμο οικόπεδο, δεν δύναται να ολοκληρωθεί σε αυτό η κατασκευή βασικών δομών του (όπως για παράδειγμα τουαλέτες, λοιπές κατασκευές), αφού η άδεια δόμησης δεν υφίστατο υπό την ύπαρξη τρίτων ιδιοκτησιών στην έκταση των 21,190 στρεμμάτων. Ότι συνεπώς η εκκαλούμενη αποδεχόμενη ότι η ανακόπτουσα μπορούσε ανεμπόδιστα να λειτουργεί το υγειονομικό της κατάστημα και να επενδύει σε αυτό (τόσο λειτουργικά κόστη επιχείρησης όσο και κόστη κατασκευών, συντήρησης και βελτίωσης του καταστήματος) σφάλλει, αφού κατατείνει περαιτέρω στο άτοπο η ανακόπτουσα να οφείλει να λειτουργεί παράνομα, ήτοι επί τη βάσει μιας παρανόμως εκδοθείσας οικοδομικής άδειας, της παρανομίας αυτής συνισταμένης στο γεγονός ότι η κατά κανόνα αρτιότητα του μισθίου δεν υπήρξε εν γνώσει της ανακόπτουσας από τον Σεπτέμβριο του 2015. Ο λόγος αυτός έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος, αφού κατά τα ανωτέρω, όσο ήταν σε ισχύ η εκδοθείσα για το αναψυκτήριο οικοδομική άδεια, λειτουργούσε το τεκμήριο νομιμότητας αυτής ως ατομικής διοικητικής πράξης και επομένως η εκκαλούσα-ανακόπτουσα δεν εμποδιζόταν στη συμφωνηθείσα κατά το μισθωτήριο χρήση του αναψυκτηρίου, το οποίο λόγω της καταπάτησης μέρους της εκμισθωθείσας έκτασης από τρίτους τον Σεπτέμβριο του 2015, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι λειτουργούσε παράνομα. Επομένως η μισθώτρια όφειλε να συνεχίσει να καταβάλλει και από τον Σεπτέμβριο του 2015 και μετά, το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα έστω μειωμένο κατά το ποσό – που κατά την άποψή της- ήταν ανάλογο προς τον βαθμό ελάττωσης της χρήσης του μισθίου από την προσωρινή λόγω της καταπάτησης αδυναμία λειτουργίας της μονάδας αφαλάτωσης, μείωση που άλλωστε και η ίδια είχε προτείνει, μη καταβάλλοντας δε καθόλου μισθώματα για το διάστημα Σεπτεμβρίου 2015 έως Οκτωβρίου 2016, κατέστη δύστροπη μισθώτρια, λόγος για τον οποίο νομίμως εκδόθηκε σε βάρος της η ανακοπτόμενη υπ’ αριθ. …./2016 διαταγή απόδοσης χρήσης μισθίου και επιδίκασης μισθωμάτων του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της επιδόθηκε η επίσης ανακοπτόμενη από 1.12.2016 επιταγή προς εκτέλεση. Εξάλλου, τα διαλαμβανόμενα στον ίδιο λόγο έφεσης ότι εσφαλμένα η εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε ότι έγιναν  διαπραγματεύσεις εκ μέρους της μισθώτριας για μείωση του μισθώματος, κατά ενάσκηση του σχετικού δικαιώματός της, λόγω τάχα μερικής παρεμπόδισης της χρήσης του μισθίου και ότι τουναντίον έγιναν προσπάθειες για εξεύρεση λύσης, εφόσον η εφεσίβλητη τη διαβεβαίωνε ότι λίαν συντόμως το πρόβλημα θα αρθεί, ήτοι η προσβολή από τα τρίτα πρόσωπα θα παύσει και ότι ο ισχυρισμός αυτός αποδείχθηκε πρωτοδίκως και από την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης και ότι συνεπώς η εκκαλούμενη σφάλλει ερμηνεύοντας τις εν θέματι διαπραγματεύσεις ως από μέρους της ανακόπτουσας αποδοχή της μερικής παρεμπόδισης χρήσης και όχι της καθολικής παρεμπόδισής της να χρησιμοποιήσει ακώλυτα το μίσθιο τυγχάνουν αβάσιμα στην ουσία τους. Πέραν του ότι δεν υπήρξε μάρτυρας απόδειξης πρωτοδίκως, αλλά ο …….. εξετάσθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ανωμοτί ως ταυτιζόμενος με την ανακόπτουσα κατ’ άρθρο 415 παρ.3 ΚΠολΔ, λόγω της ιδιότητάς του ως μέλος του Δ.Σ. της, αυτός τόσο στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, όσο και ως μάρτυρας στο Ειρηνοδικείο για τα ασφαλιστικά μέτρα κατοχής της νυν ανακόπτουσας  παραδέχθηκε ότι λόγω μειωμένης χρήσης του μισθίου ζήτησε η εταιρία του μείωση του μισθώματος (βλ. ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά «…-Κύριε μάρτυς ρωτάω και πάλι. Αυτούς τους χώρους που σας επέδειξα και το στοιχείο αυτό και το πάρκινγκ τα χρησιμοποιούσατε κανονικά; -Μάλιστα. – Αδιαφόρως αδείας. Τα χρησιμοποιούσατε. – Όταν βγήκε η άδεια. –Άρα θεωρητικά λέω εγώ θα θέλατε να κάνετε κι ενδεχομένως και κάποια μείωση του μισθώματος. Επιδιώξατε; – Βεβαίως επιδιώξαμε. –Σας τη δεχτήκαμε; -Όχι…» και αντίστοιχα στα υπ’ αριθ. 55/2016 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Αίγινας «Πρότεινα να πληρωθεί μέρος του μισθώματος και να μην πληρωθεί για τον φερόμενο ως καταπατηθέντα χώρο»). Ενόψει των ανωτέρω και μη απομένοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της στην ουσία της, με αντικατάσταση των αιτιολογιών της εκκαλούμενης όπου παραπάνω αναφέρεται κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ, απορριπτόμενου, συνακόλουθα και του αιτήματος της εκκαλούσας που υποβλήθηκε με τις προτάσεις της να διαταχθεί η επανεγκατάστασή της στα μίσθια ακίνητα. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, κατόπιν σχετικού αιτήματός της για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας που ηττήθηκε κατά την έκβαση της δίκης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183 και 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, επειδή η έφεση απορρίφθηκε, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος για την άσκηση του κριθέντος ένδικου μέσου e-παράβολου, στο δημόσιο ταμείο κατ’ άρθρο 495 παρ.4 ΚΠολΔ, ομοίως κατά το διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων, χωρίς την παρουσία της πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβαίνουσας.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 8.3.2018 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. …./2018 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. …./2018) έφεση κατά της 551/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών-μισθωτικών διαφορών).

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης σε βάρος της εκκαλούσας και ορίζει αυτά στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα με κωδικό ………… e- παράβολου του Υπουργείου Οικονομικών ποσού εκατό (100) ευρώ, στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 30.3.2021.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ