Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 278/2021

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ  

Αριθμός  απόφασης :  278/ 2021

TΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις .. ……., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιο δικηγόρο του, Σόνια Μιχάλαρου.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ……………, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς την από 26-11-2018 και με αρ. καταθ. ………../2018 αγωγή της επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 3001/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Κατά της απόφασης αυτής ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών άσκησε την από 24-9-2019 και με αρ. ………./2019 έφεσή του, η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, η  πληρεξούσια Δικηγόρος του εκκαλούντος αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις της, η δε εφεσίβλητη δεν παραστάθηκε.

AΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την με αρ. …./8.10.2019 έκθεση επιδόσεως της δικ. επιμελήτριας στο   Εφετείο Πειραιώς …………, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης με πράξη καταθέσεως και ορισμού δικασίμου επιδόθηκε νομότυπα κι εμπρόθεσμα στην εφεσίβλητη (άρθρο 127 § ΚΠολΔ). Επομένως αφού η ανωτέρω δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά του πινακίου θα πρέπει να δικασθεί ερήμην, η συζήτηση όμως θα πρέπει να συνεχισθεί σαν να ήταν παρούσα  (άρθρο 523 § 2 ΚΠολΔ).

Η από 24-9-2019 και με αρ. καταθ. Δικογράφου ………/2019, έφεση του εναγόμενου και ήδη εκκαλούντος, κατά της με αριθμό ειδικής κατάθεσης ………./2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από οικογένεια το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρο 518 §1). Είναι, συνεπώς, παραδεκτή και πρέπει να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα των λόγων της κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία (άρθρο 681 Β ΚΠολΔ σε συνδυασμό με άρθρο 674 § 2 α’ αυτού και ήδη άρθρα 592 επ. ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 1, άρθρο ένατο του ν.4335/2015). Σημειωτέον ότι για το παραδεκτό της έφεσης δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, καθόσον οι διαφορές των άρθρων 681Β ΚΠολΔ, όπως η προκειμένη, εξαιρούνται ρητά από το νόμο (άρθρο 495 § 3 εδ. τελ. ΚΠολΔ).

Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη με την από την 26-11-2018 και με αριθμό ειδικής κατάθεσης ……../2018 αγωγή της -ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά, αιτήθηκε: (α) να λυθεί ο γάμος που τελέσθηκε στις 9 Ιουνίου 1982 στον Ιερό Ναό …… Νίκαιας Αττικής, (β) να υποχρεωθεί να της καταβάλει λόγω διατροφής το ποσό των 500 ευρώ μηνιαίως και μάλιστα προκαταβολικά στην αρχή κάθε μήνα από την κοινοποίηση της επίδικης αγωγής με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε δόσης μέχρι και την εξόφληση και  να καταδικαστεί στην δικαστική δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξουσίου της δικηγόρου.  Η υπόθεση εκδικάσθηκε αντιμωλία των διαδίκων και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με αρ. 3001/2019 απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, με την οποία, αφού ανεστάλη η εκδίκαση της σωρευόμενης στο δικόγραφο αγωγής διαζυγίου (α αίτημα) μέχρι την περάτωση της δίκης επί της από 10.10.2018  και με αρ. καταθ. ………/2018 αγωγής διαζυγίου που είχε ασκήσει ο εναγόμενος έγινε  εν μέρει δεκτή  η αγωγή ως προς το (β) αίτημα διατροφής κα υποχρεώθηκε ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των τριακοσίων ευρώ (300€) ως μηνιαία διατροφή της για χρονικό διάστημα 1 έτους από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών για τους λόγους που εκθέτει με την έφεσή του, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων. Πρέπει, λοιπόν, να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα των λόγων της έφεσης.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390, 1391και 1493 του ΑΚ, (το οποίο εφαρμόζεται αναλόγως), προκύπτει, ότι οι σύζυγοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση για διατροφή τους, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, το μέτρο δε της διατροφής καθενός από αυτούς προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και η εκπλήρωσή του γίνεται με την προσωπική εργασία, τα εισοδήματα και την περιουσία και την απρόσοδη ακόμη (ΟλΑΠ 9/1991) των συζύγων. Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, η υποχρέωση διατροφής, που υποκαθιστά στην περίπτωση αυτή την υποχρέωση συνεισφοράς, διέπεται από τους ίδιους, όπως και η τελευταία, κανόνες των παραπάνω άρθρων προσαρμοζόμενη στις ανάγκες πλέον της χωριστής διαβίωσης. Όμως, για τη θεμελίωση αυτής της αξίωσης (διατροφής) απαιτείται είτε ο δικαιούχος της διατροφής σύζυγος να διέκοψε ο ίδιος την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, όπως ρητά ορίζεται στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1391 του ΑΚ, είτε, κατ` επέκταση, η διακοπή να προήλθε από την πλευρά του υποχρέου για διατροφή συζύγου. Εύλογη αιτία για της διακοπή της έγγαμης συμβίωσης είναι οποιοδήποτε γεγονός οφειλόμενος σε υπαιτιότητα του ενός από τους συζύγους (υποχρέου) ή και σε κοινή υπαιτιότητα, που μπορεί να δικαιολογήσει τη διάσπαση της συμβίωσης, χωρίς να ενδιαφέρει ο τρόπος με τον με τον οποίο επέρχεται η διάσπαση (εγκατάλειψη ή αποπομπή) αυτή. Το παραπάνω δικαίωμα υφίσταται καιόταν η διακοπή προήλθε από την πλευρά του υπόχρεου για διατροφή συζύγου, ακόμη και αν ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου. Στην περίπτωση όμως, αυτή, αν το παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συνιστά λόγο διαζυγίου, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης σε αυτόν από τον άλλον διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρησή του (ελαττωμένη διατροφή), μετά από ένσταση του εναγομένου με αντίστοιχο προς τούτο αίτημα. (ΑΠ 528/2018, ΑΠ 1210/2018,    ΑΠ 1552/2013, ΑΠ 1967/2014, ΑΠ 551/2011, ΑΠ 1207/2008, ΑΠ 1217/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 47/2019). Εν προκειμένω η ενάγουσα – εφεσίβλητη εκθέτει στην αγωγή της ότι οι διάδικοι ήταν σύζυγοι, ότι η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης επήλθε από εύλογη αιτία και το ποσό της αναγκαίας διατροφής της, όπως αυτό διαμορφώθηκε από τις συνθήκες της χωριστής διαβίωσης και επομένως είναι πλήρως ορισμένη αφού υπάρχει σ’ αυτή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 παρ.1 του ΚΠολΔ, σαφής έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν και δικαιολογούν την άσκησή της από την ενάγουσα κατά του εναγόμενου, ακριβής περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα, ενώ δεν ήταν απαραίτητο να προσδιοριστεί το αιτούμενο  χρονικό διάστημα, αφού από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου που ρυθμίζουν  τη διατροφής από το νόμο (άρθρα 1485-1504) δεν καθορίζεται χρονικός περιορισμός,   ώστε (ο εκάστοτε ) ενάγων έχει απλώς δικαίωμα να περιορίσει αυτή για το κατά την κρίση του χρονικό διάστημα (βλ. ΜΕφΠειρ. 333/2019 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=2742 ΜΕφΠειρ 538/2015,  ΕφΘεσ. 2387/2008, ΕφΑθ 2361/2007 ΕφΑθ 5066/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Κατόπιν αυτών ο δεύτερος λόγος της έφεσης  πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (βλ. πρακτικά συνεδρίασης αυτού), χωρίς όμως να ληφθούν υπόψη  οι από 16.1.2019 και 18.1.2019 υπεύθυνες δηλώσεις που ενσωματώνουν μαρτυρίες τρίτων και κρίνεται ότι συντάχθηκαν για την παρούσα δίκη, ώστε είναι ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (Ολ. ΑΠ 28/1987) καθώς και από όλα τα έγγραφα που προσκόμισε ο εκκαλών, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 9-5-1982 στον Ιερό Ναό …….. Νίκαιας Αττικής, από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, τον … και την ……….., γεννηθέντα τα έτη 1986 (ήτοι 32 ετών) και 1987 (ήτοι 31 ετών) αντίστοιχα. Μετά την τέλεση του γάμου τους, εγκαταστάθηκαν σε μονοκατοικία ιδιοκτησίας του εναγομένου στη Σαλαμίνα Αττικής (περιοχή . ..), επί της οδού ……….. Το μεγαλύτερο διάστημα  η έγγαμη συμβίωση υπήρξε αρμονική, ωστόσο σταδιακά οι σχέσεις τους διαρρήχθηκαν,   με αφορμή προβλήματα με ναρκωτικές ουσίες που αντιμετώπιζε ο υιός των διαδίκων αλλά και  λόγω του οξύθυμου  χαρακτήρα του εναγόμενου.  Δημιουργούνταν συχνά επεισόδια μεταξύ τους  στις δε  24-12-2013 ο εναγόμενος, ύστερα από διαπληκτισμό με την ενάγουσα, άρπαξε με μασιά από το τζάκι ένα κούτσουρο αναμμένο και το πέταξε προς το μέρος που βρίσκονταν η ίδια και η θυγατέρα τους με αποτέλεσμα τα θραύσματα από το κούτσουρο να προκαλέσουν εγκαύματα στην ενάγουσα (βλ. την κατάθεση του μάρτυρα  αποδείξεως, χωρίς αυτή να αναιρείται από την κατάθεση του μάρτυρα ανταποδείξεως). Ύστερα από το περιστατικό αυτό, η ενάγουσα αποχώρησε από τη συζυγική εστία και έκτοτε επήλθε διακοπή της έγγαμης συμβίωσης.  Βάσει, λοιπόν, των ανωτέρω, η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων οφείλεται σε   υπαιτιότητα του εναγομένου και  ειδικότερα, στην προπεριγραφόμενη αντισυζυγική συμπεριφορά του, η οποία προσέβαλε την ενάγουσα και έβαλε ευθέως κατά της σωματικής της ακεραιότητας, ενώ το ζήτημα αν και η ενάγουσα συνετέλεσε με τη συμπεριφορά της στην απομάκρυνση των διαδίκων δεν αναιρεί το εύλογο της διακοπής της έγγαμης συμβίωσης από πλευράς. Σημειώνεται ότι ο εκκαλών εναγόμενος δεν πρότεινε  παραδεκτά με την έφεσή του  ένσταση ελαττωμένης διατροφής της ενάγουσας προσδιορίζοντας το ποσό αυτής (ΑΠ 528/2018, ΕφΠειρ 47/2019).  Επομένως, η ενάγουσα διέκοψε την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία και θεμελιώνει υπέρ αυτής δικαίωμα διατροφής σε χρήμα σε βάρος του εναγόμενου συζύγου της, σύμφωνα  με τη διάταξη του άρθρου 1391 § 1 του ΑΚ.  Η εν λόγω διατροφή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις ανάγκες της, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, αφού συνεκτιμηθούν και οι διαφοροποιήσεις, που επήλθαν από τη χωριστή διαβίωση τους, υπό την προϋπόθεση ότι από τις εκατέρωθεν οικονομικές δυνάμεις και των δύο διαδίκων συζύγων και το συσχετισμό των οφειλόμενων εκατέρωθεν συμβολών προκύπτει διαφορά υπέρ αυτής. Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος, ηλικίας κατά το χρόνο συζήτησης της κρινόμενης αγωγής 65 ετών, είναι συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος και οι καθαρές, μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονται στο ποσό των 1.220 ευρώ (βλ. το με ημερομηνία 04-01-2019 ενημερωτικό σημείωμα κύριας σύνταξης, σε συνδυασμό με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για τα φορολογικά έτη 2017, 2016 και 2015). Είναι κύριος μιας κατοικίας επί της οδού ………, εμβαδού 122 τ.μ, η οποία αποτέλεσε την οικογενειακή στέγη. Εξακολουθεί να διαμένει στην παραπάνω οικία και έτσι, καλύπτει τις στεγαστικές του ανάγκες, επιβαρύνεται, όμως, με τα λειτουργικά έξοδα της κατοικίας αυτής, ιδίως αυτά που αφορούν σε δαπάνες θέρμανσης και κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος και νερού. Περαιτέρω, είναι κύριος μιας οικίας επί της οδού ……… στη Νίκαια Αττικής, εμβαδού 122 τ.μ., η οποία δεν του αποφέρει οποιαδήποτε πρόσοδο. Τέλος, είναι κύριος του με αριθμό κυκλοφορίας …….. Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2009, όπως, επίσης, και του με αριθμό κυκλοφορίας ……… Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, έτους πρώτης κυκλοφορίας 1998. Πέραν των ανωτέρω, δεν έχει άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή, δαπάνες για τη διατροφή και συντήρηση του, είναι υγιής και δεν επιβαρύνεται κατά νόμο με υποχρέωση διατροφής τρίτων προσώπων. Από την άλλη πλευρά, η ενάγουσα κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης της εργαζόταν περιστασιακά καθαρίζοντας σπίτια. Κατά το χρόνο συζήτησης της  αγωγής στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο η ενάγουσα διανύει το 57ο έτος της ηλικίας, ενώ εξακολουθεί να εργάζεται περιστασιακά ως καθαρίστρια. Από την εν λόγω εργασία της υπολογίζεται ότι λαμβάνει μηνιαίες αποδοχές ύψους 300 ευρώ περίπου. Διαμένει με την ενήλικη κόρη της σε οικία επί της οδού ……….. στη Σαλαμίνα, εμβαδού 64 τ.μ., την οποία μισθώνει έναντι μηνιαίου μισθώματος 170 ευρώ, και ως εκ τούτου, επιβαρύνεται με τις δαπάνες στέγαση της, καθώς και με την αναλογία της επί των κοινόχρηστων δαπανών και των λοιπών λειτουργικών εξόδων (ηλεκτρισμού, θέρμανσης, ύδρευσης κλπ.). Είναι κυρία του με αριθμό κυκλοφορίας ……….. ΙΧΕ αυτοκινήτου, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2004, το οποίο χρησιμοποιεί για τις ανάγκες των μετακινήσεων της. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει και ιδίως ότι διαθέτει περιουσιακά στοιχεία στην Ικαρία, τα οποία είναι αξιοποιήσιμα και της αποφέρουν κάποιο εισόδημα.. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι συντρέχει «περίσταση», κατά το άρθρο 1391 παρ. 2 του ΑΚ, η οποία αποκλείει την αξίωση διατροφής της ενάγουσας,  ότι η ενάγουσα διαθέτει ακίνητη περιουσία που μπορεί να ρευστοποιηθεί, ως ουσιαστικά  αβάσιμος, όπως ορθά έκρινε ο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ώστε ο σχετικός ισχυρισμός  που επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο έφεσης, πρέπει να απορριφθεί.  Κατά τα λοιπά, η ενάγουσα αντιμετωπίζει τις συνήθεις δαπάνες διαβίωσης ενός ατόμου της ηλικίας της, ενώ δεν βαρύνεται κατά νόμο με την υποχρέωση διατροφής άλλου προσώπου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων και έως τη διάσπαση της, το κύριο βάρος συντήρησης της οικογενείας τους έφερε ο εναγόμενος με τα εισοδήματα του από την άσκηση του επαγγέλματος του, η δε συμμετοχή της ενάγουσας εξαντλούνταν κυρίως στην προσφορά των υπηρεσιών της προς το σύζυγο της και τα τέκνα της εντός του οικιακού οίκου, δεδομένου ότι η εργασία της ήταν περιστασιακή. Εξάλλου με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων συζύγων, όπως διαμορφώθηκαν μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, κρίνεται  ότι η μηνιαία διατροφή, την οποία δικαιούται η εφεσίβλητη από τον εκκαλούντα  – σύζυγό της ανέρχεται στο ποσό των διακοσίων ενενήντα  (290) €  μηνιαίως, το οποίο ανταποκρίνεται στην αναλογία της προς τούτο συνεισφοράς του εναγόμενου συζύγου της στα πλαίσια της έγγαμης συμβίωσης τους.  Σύμφωνα με τις σκέψεις αυτές, η κρινόμενη έφεση πρέπει γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει στην ενάγουσα, για τη συμπλήρωση της τακτικής σε χρήμα διατροφής της, το ποσό των διακοσίων ενενήντα  (290) €,  μηνιαίως, προκαταβολικά το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα ενός (1) έτους από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε δόσης και σε κάθε περίπτωση έως την αμετάκλητη λύση του γάμου (ΑΠ 773/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο  έκρινε ότι ο εκκαλών –  εναγόμενος ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει το ποσό των 300 € ως διατροφή της συζύγου του, έσφαλε. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση, κατά παραδοχή του λόγου περί εσφαλμένης εκτίμησης των αποδείξεων. Στη συνέχεια, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο πρέπει η αγωγή  να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος ως ουσιαστικά  βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των διακοσίων ενενήντα  (290) €,  το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα ενός  έτους από την επίδοση της αγωγής και σε κάθε περίπτωση έως την αμετάκλητη λύση του γάμου (αν επέλθει αυτή  νωρίτερα),  με το νόμιμο τόκο από την επόμενη που κάθε επί μέρους ποσό είναι καταβλητέο έως την εξόφληση.  Τα δικαστικά έξοδα τω διαδίκων θα πρέπει να συμψηφισθούν ολικώς ενόψει της μερικής ήττας του εκκαλούντος και της απουσίας αιτήματος αντίστοιχου της εφεσίβλητης (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά και κατ’ουσίαν την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη, με αρ. 3001/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει την από την από  26-11-2018 και με αρ. καταθ. ………../2018 αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει αυτήν.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να προκαταβάλλει στην ενάγουσα, εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα και για το χρονικό διάστημα ενός έτους (1) από τη επίδοση της αγωγής και σε κάθε περίπτωση έως την αμετάκλητη λύση του γάμου των διαδίκων, (αν επέλθει αυτή  νωρίτερα),    το ποσό των  διακοσίων ενενήντα  ευρώ (290€) με τον νόμιμο τόκο, από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής και μέχρι την εξόφληση.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 21.5.2021.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ