Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 647/2018

Αριθμός  647 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

   Αποτελούμενο από τη Δικαστή Γεώργιο Βερούση, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Από τις με αριθμό ……. και ………. εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά ……. που επικαλείται και προσκομίζει ο εκκαλών, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινομένης έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στους εφεσίβλητους (άρθρα 122 επ., 126 παρ.1, 127, 129, 139 επ. 226 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ). Οι τελευταίοι όμως δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά την ανωτέρω δικάσιμο όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα κατά τη σειρά του οικείου πινακίου και πρέπει να δικαστούν ερήμην. Η διαδικασία όμως πρέπει να προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ).

Η κρινόμενη από 23-12-2016 (γεν. αρθ. εκθ. καταθ. …….. και ειδ. αριθ. καταθ. ……….) έφεση του αιτούντος της από 28-9-2015 (γεν.αριθ. εκθ. καταθ. …….. και αριθ. καταθ. ……..) αίτησης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά της με αριθμό 1940/2016 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου το οποίο δίκασε ερήμην των καθών την παραπάνω αίτηση κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας καθώς έχει ασκηθεί στις 24-1-2017, νομότυπα και εμπρόθεσμα καθόσον από τα έγγραφα που περιέχονται στη δικογραφία δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης και επίσης δεν έχει παρέλθει τριετία από τη δημοσίευση της απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ. 1, 517 εδ. α’, 518 παρ. 2 και 520 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.). Επιπλέον έχουν κατατεθεί το οριζόμενα παράβολα σύμφωνα με επισημείωση του γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου επί του εφετηρίου. Κατ’ακολουθία των ανωτέρω η έφεση είναι παραδεκτή, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη βασιμότητα των λόγων της με την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ.).

Κατά το άρθρο 259 του Ν. 4072/2012 “Βελτιώσεως επιχειρηματικού περιβάλλοντος -Νέας εταιρικής μορφής – Σημάτων – Μεσιτών ακινήτων – Ρυθμίσεως θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις” (Φ.Ε.Κ Α’ 86/11-4-2012), η ομόρρυθμη εταιρεία λύνεται: α) με την πάροδο του χρόνου διαρκείας της, β) με απόφαση των εταίρων, γ) με την κήρυξη της σε πτώχευση και δ) με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος. Βάσει της διατάξεως του άρθρου 259 παρ. 2 του Ν. 4072/2012, η αίτηση εκδικάζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρίας, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Από τον συνδυασμό δε των διατάξεων του άρθρου αυτού με εκείνες των άρθρων 249 και 294, όπως ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 330 του Ν. 4072/2012 (Φ.Ε.Κ. Α’ 86/11.04.2012), συνάγεται ότι η ομόρρυθμη εταιρεία λύεται με δικαστική απόφαση ύστερα από αίτηση εταίρου, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος. Η δικαστική λύση της εταιρίας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρία αορίστου όσο και την ορισμένου χρόνου. Ο σπουδαίος λόγος κρίνεται κατά τις περιστάσεις και σε συνάρτηση με την γενικότερη οργάνωση της συγκεκριμένης εταιρίας, η οποία θα αποτελεί τον κύριο οδηγό για την εκτίμηση της σοβαρότητας της καταστάσεως που δημιούργησε ο επικαλούμενος σπουδαίος λόγος. Οι λόγοι λύσεως προσωπικών εταιριών (Ο.Ε. και Ε.Ε.) διαφέρουν από αυτούς που γίνονταν δεκτοί κατά το προϊσχύσαν δίκαιο και καθορίζονται πλέον με κεντρικούς άξονες την γενική αρχή της διατηρήσεως της εμπορικής επιχειρήσεως και το επιβεβλημένο απομακρύνσεως από τον απόλυτα προσωποπαγή χαρακτήρα των προσωπικών εταιριών. Μάλιστα, η εκ μέρους εταίρου καταγγελία της εταιρίας έχει πλέον απαλειφθεί ως προβλεπόμενος από το νόμο λόγος λύσεως της προσωπικής εταιρίας, ισχύει όμως ως τέτοιος λόγος, εφόσον προβλέπεται στην εταιρική σύμβαση. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την αρχή της διατηρήσεως της επιχειρήσεως και δεδομένου ότι προβλέπεται και δικαίωμα εξόδου του εταίρου, σύμφωνα με το άρθρο 261 του ως άνω νόμου, το δικαίωμα δικαστικής λύσεως της εταιρίας συνιστά έσχατο μέσο αντιμετωπίσεως της καταστάσεως που ανέκυψε με την συνδρομή του σπουδαίου λόγου και εγείρεται, επομένως, μόνο σε περίπτωση που δεν ανευρεθεί άλλος τρόπος άρσεως του αδιεξόδου. Η ύπαρξη του σπουδαίου λόγου θα πρέπει πάντως να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και σημαντικές επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της εταιρίας. Ο σπουδαίος λόγος πρέπει, κατά βάση, να αναφέρεται στις σχέσεις της εταιρίας και όχι στο πρόσωπο των εταίρων, εκτός αν στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα προσωπικά στοιχεία παίζουν πρωτεύοντα ρόλο. Περιστατικά που συνιστούν σπουδαίο λόγο είναι, υπό το πρίσμα των νέων διατάξεων, που επικεντρώνουν στην οπτική της διατηρήσεως της εμπορικής επιχειρήσεως, φορέας της οποίας είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρείας, παρά στον προσωποπαγή συμβατικό εταιρικό δεσμό, η κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η έλλειψη κερδών, η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων και η κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, οι διαρκείς διαφωνίες, η έλλειψη συνεργασίας και κατανοήσεως (ΑΠ 210/2017 ΕλΔνη 2017.1114).

Στην προκειμένη περίπτωση με την από 28-9-2015 (γεν.αριθ. εκθ. καταθ. …….. και αριθ. καταθ. ……) αίτηση του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που δίκασε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι είναι ομόρρυθμος εταίρος της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία “…………….” της οποίας επίσης ομόρρυθμος εταίρος είναι ο πρώτος των καθών κατά ποσοστό 50% έκαστος. Ότι αντικείμενο της εταιρείας ήταν η εκμετάλλευση καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος και συγκεκριμένα ψητοπωλείου και ότι η παραπάνω επιχείρηση λειτούργησε από τον χρόνο ιδρύσεως της το έτος 1983 μέχρι την 10-10-1999 σε μισθωμένο κατάστημα στη …….. Αττικής. Ότι, από τον ανωτέρω χρόνο (10-10-1999) έπαυσε η λειτουργία της παραπάνω επιχείρησης και ο πρώτος των καθών, ομόρρυθμος εταίρος, αδιαφορεί για την λύση της εταιρεία με αποτέλεσμα η τελευταία να υφίσταται συνεχείς ζημίες με τη υποχρέωση καταβολής εισφορών και λοιπών υποχρεώσεων. Ζητούσε δε με την παραπάνω αίτηση του να διαταχθεί η λύση της δεύτερης των καθών, να τεθεί υπό εκκαθάριση, να διορισθεί ο αιτών ως εκκαθαριστής, να διορισθεί πραγματογνώμονας και να καταδικαστούν οι καθών στην δικαστική του δαπάνη, Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση του αφού έκρινε την αίτηση νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 249, 259, 268, 294 του ν. 4072/2012, 777, 778, 786 του ΑΚ και 176 του Κ.Πολ.Δ. απέρριψε την αίτηση ως κατ’ουσίαν αβάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την κρινομένη έφεση του ο εκκαλών σφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να γίνει δεκτή στο σύνολο της η αίτηση του και να επιβληθούν σε βάρος των εφεσίβλητων τα δικαστικά του έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος που εξετάστηκε με επιμέλεια του αιτούντος στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία ο αιτών επικαλείται και επαναπροσκομίζει είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει του από 15-7-1983 ιδιωτικού συμφωνητικού ομόρρυθμης εταιρείας που συνήφθει μεταξύ του αιτούντος και του πρώτου των καθών, συνεστήθει η ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία “…….” με αντικείμενο την εκμετάλλευση καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος με συμμετοχή κατά ποσοστό 50% εκάστου στις κερδοζημίες της ανωτέρω επιχείρησης. Η διάρκεια της εταιρείας ορίστηκε ως αόριστη και για την περίπτωση λύσης της εταιρείας θα ορίζονταν εκκαθαριστής ο πρώτος των καθών. Περαιτέρω από την κατάθεση της μάρτυρος προκύπτει ότι η λειτουργία της επιχείρησης διακόπηκε το έτος 1999. Όμως από κανένα άλλο αποδεικτικό μέσο αποδεικνύεται η παύση της λειτουργίας της επιχείρησης δεδομένου ότι ο αιτών δεν προσκομίζει κανένα αποδεικτικό μέσο (λύση της επικαλούμενης μίσθωσης όπου στεγάζονταν το κατάστημα) και επιπλέον από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδεικνύεται η επικαλούμενη αδιαφορία του πρώτου των καθών σχετικά με τη διενέργεια των εταιρικών υποθέσεων ή τη λύση της εταιρείας αφού δεν αποδεικνύεται οποιαδήποτε όχληση με το ως άνω αντικείμενο. Επιπλέον ούτε οι επικαλούμενες οφειλές της εταιρείας προς τρίτους αποδεικνύονται αφού κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προσκομίζεται ώστε να αξιολογηθεί σε σχέση με την κατάθεση της μάρτυρος. Συνεπώς, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη δεν αποδεικνύονται οι ουσιαστικέ προϋποθέσεις δικαστικής λύσης της εταιρείας. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση του δέχθηκε τα ίδια απορρίπτοντας την αίτηση ως κατ’ουσίαν αβάσιμη με άλλες αιτιολογίες τις οποίες το παρόν Δικαστήριο αντικαθιστά δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με την έφεση είναι απορριπτέα ως κατ’ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως κατ’ουσίαν αβάσιμη επίσης πρέπει να διαταχθεί η κατάπτωση των κατατεθέντων από την εκκαλούσα κατά την κατάθεση της έφεσης της παραβόλων, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ του Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των εφεσίβλητων την από 23-12-2016 (γεν. αρθ. εκθ. καταθ. …. και ειδ. αριθ. καταθ. ….) έφεση του αιτούντος της από 28-9-2015 (γεν.αριθ. εκθ. καταθ. …….. και αριθ. καταθ. ………) αίτησης, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά της με αριθμό 1940/2016 οριστικής απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την έφεση.

Διατάσσει την κατάπτωση των κατατεθέντων από την εκκαλούσα, κατά την κατάθεση της έφεσης της των παραβόλων, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  25  Οκτωβρίου  2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξούσιου δικηγόρων του  εκκαλούντος.

O ΔΙΚΑΣΤΗΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ