Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 30/2022

Αριθμός     30/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……….., ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας του δικηγόρου, Σόνιας Μιχάλαρου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Ελληνικού Δημοσίου,  όπως αυτό νόμιμα εκπροσωπείται από τον, κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα, Υπουργό Οικονομικών, νόμιμα και τούτου εκπροσωπούμενου, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την δικαστική πληρεξουσία Ν.Σ.Κ., Χρυσάνθη Τέλιου.

Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 7.3.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 4574/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  ο ενάγων και ήδη εκκαλών  με την από 1.9.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2020)   έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………./2020) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος και η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εφεσιβλήτου, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ «αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθετούς λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει, ότι, αν ασκηθεί έφεση κατά ερήμην απόφασης, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, χωρίς έρευνα των λόγων της έφεσης (ΑΠ 280/2012 ΝΟΜΟΣ) και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει με το δικόγραφο της εφέσεως και τις προτάσεις του όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, αλλά δικάστηκε ως εάν ήταν παρών, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, ακουστεί και προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που η απουσία του ενδεχομένως επέφερε. Επομένως, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, εφόσον αυτή εκδόθηκε ερήμην του διαδίκου, δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της εφέσεως, αλλά αρκεί η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής (ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 907/2014). Μετά την εξαφάνιση της πρωτοδίκου αποφάσεως, αναδικάζεται η υπόθεση από το Εφετείο, το οποίο μετατρέπεται ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Εν προκειμένω, η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 4574/10-10-2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην του ενάγοντος κατά την  τακτική διαδικασία, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 7-9-2020, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, δεδομένου ότι δεν προκύπτει επίδοση αντιγράφου της εκκαλουμένης  απόφασης. Πρέπει, επομένως,  να γίνει τυπικά δεκτή δεδομένου ότι έχει κατατεθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 ΚΠολΔ με αριθμό …………./2020 ηλεκτρονικό παράβολο, και να  εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, περαιτέρω δε,  να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό και να ερευνηθεί η  αγωγή κατά την τακτική διαδικασία ως προς την βασιμότητα αυτής.

ΙΙ. Με την από 7-3-2017 (αρ. κατάθ. ………. /2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ο ενάγων, και ήδη εκκαλών, εξέθετε ότι είναι αποκλειστικός κύριος του ειδικότερα περιγραφομένου κατ΄ έκταση και όρια ακινήτου (γεωτεμαχίου), ευρισκόμενου στη θέση «……….» του Δημοτικού Διαμερίσματος Αμπελακίων Σαλαμίνας, εκτός σχεδίου και εντός ζώνης πόλης. Ότι την κυριότητα του ως άνω ακινήτου απέκτησε µε πρωτότυπο τρόπο και συγκεκριμένα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας νεμόμενος αυτό συνεχώς και αδιαλείπτως από το έτος 1978, ασκώντας τις αναφερόµενες προσιδιάζουσες στη φύση του υλικές διακατοχικές πράξεις, χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από οποιονδήποτε. Ότι το επίδικο ακίνητο κατά την κτηματογράφηση της περιοχής έχει λάβει αριθμό ΚΑΕΚ ……….. και ότι εκ παραδρομής, παρέλειψε να το δηλώσει ως ιδιοκτησία του, με συνέπεια να καταχωρηθεί ανακριβώς ως αγνώστου ιδιοκτήτη. Ζητούσε δε, για το λόγο αυτό να αναγνωρισθεί ο ίδιος αποκλειστικός κύριος του επιδίκου, και να διορθωθεί σχετικά η πρώτη εγγραφή στο κτηματολογικό φύλλο του γεωτεμαχίου. Η αγωγή με αυτό το περιεχόμενο είναι ορισμένη, καθόσον το επίδικο ακίνητο περιγράφεται κατά θέση και όρια, ενώ περαιτέρω γίνεται σαφής έκθεση: α) της κυριότητας του ενάγοντος, β) του τρόπου κτήσεως αυτής (με έκτακτη χρησικτησία, πρωτότυπο τρόπο, που είναι η μόνη βάση της ένδικης αγωγής), γ) των γεγονότων που απαιτούνται για τη θεμελίωση της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης των διαδίκων, καθώς επίσης, αναφέρονται και πράξεις νομής που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του επιδίκου, που διενήργησαν (κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς) ο ενάγων, καθώς και οι δικαιοπάροχοί του (οι οποίοι κατονομάζονται),και είναι δηλωτικές εξουσιάσεως αυτού με διάνοια κυρίων, μη απαιτούμενων άλλων επιπλέον στοιχείων, και δη του αν το επίδικο ακίνητο ήταν δεκτικό χρησικτησίας έναντι του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου, αν δηλαδή, απέκτησαν κυριότητα επ΄ αυτού οι απώτεροι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας πριν από την 11-9-1915, ούτε αν εξαιρείτο της χρησικτησίας, ως Δημόσιο κτήμα, αφού οι ισχυρισμοί αυτοί πρέπει να προβληθούν από το εναγόμενο (πρβλ. ΑΠ 1125/2018, ΕφΠειρ 533/2020). Επιπλέον, για το παραδεκτό αυτής προσκομίζεται αντίγραφο του κτηματολογικού φύλλου, από το οποίο προκύπτει και η εμπρόθεσμη καταχώρηση της σε αυτό, καθώς και απόσπασμα του κτηματολογικού διαγράμματος του ακινήτου, και πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ. Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 2  του ν. 2664/ 1998, 974 και 1045 ΑΚ, 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.

ΙΙΙ. Το εναγόμενο προς αντίκρουση της αγωγής ισχυρίζεται ότι το ίδιο έχει αποκτήσει την κυριότητα στο επίδικο ακίνητο :α) δυνάμει της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης του 1832 και των πρωτοκόλλων του Λονδίνου του 1830, ως ανήκον πριν την επανάσταση του 1821 σε Οθωμανούς υπηκόους, οι οποίοι κατά τον χρόνο της υπογραφής των πρωτοκόλλων το είχαν εγκαταλείψει, άλλως ως περιουσία του Οθωμανικού Δημοσίου, που κατέλαβε και δήμευσε  «δικαιώματι πολέμου», άλλως, β) λόγω του δασικού του χαρακτήρα, δυνάμει των άρθρων 1,2 και 3 του απο 17/ 29-11- 1836 β.δ «περί ιδιωτικών δασών», άλλως δυνάμει των διατάξεων του ΒΔ 3/15.12.1833, δεδομένου ότι αποτελούσε από του έτους 1820 και έως την άσκηση της αγωγής βοσκότοπο ή λιβάδι, χωρίς ποτέ μέσα στις νόμιμες προθεσμίες να αναγνωρισθεί κάποιος  κύριος αυτού κατά την προβλεπόμενη διαδικασία, άλλως γ) με τα προσόντα της τακτικής ή της έκτακτης χρησικτησίας, καθώς το νέμεται, ασκώντας τις αναφερόμενες πράξεις νομής, που προσιδιάζουν στη φύση του επιδίκου, με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, από την επανάσταση του 1821 μέχρι και την άσκηση της αγωγής, δ) άλλως, ως αδέσποτο, χωρίς να απαιτείται κατάληψη της νομής ή μεταγραφή της κτήσης, δυνάμει των διατάξεων του προϊσχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, των άρθρων 16 του από Ιουνίου 1837 νόμου περί διάκρισης κτημάτων και των διατάξεων των άρθρων 2 § 1 του ΑΝ 1539/1938 και 972 ΑΚ. Οι ως άνω ισχυρισμοί είναι νόμιμοι, πλην του υπο στοιχείου α’ (περιουσία Οθωμανικού Δημοσίου που καταλήφθηκε και δημεύτηκε «δικαιώματι πολέμου»), διότι  η Αττική δεν κατακτήθηκε  με τα όπλα,  αλλά παραχωρήθηκε στο Ελληνικό Κράτος την 31η Μαρτίου 1833 βάσει της από 27-6/9-7-1832 Συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως, κατόπιν σχετικών συμφωνιών μεταξύ των Ελληνικών και Τουρκικών Αρχών ώστε δεν περιήλθε σ΄αυτό «δια δημεύσεως πολεμικώ δικαιώματι», και πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω, ως προς την βασιμότητά τους.

IV. Από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, και από την υπ’ αριθμ. …../2017 ένορκη βεβαίωση του ……….. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας, η οποία λήφθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου (βλ. τις υπ’ αριθμ. …….. και ………./16-3-2017 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ………), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Το επίδικο ακίνητο είναι ένα αγροτεμάχιο στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Σαλαμίνας Αττικής στο Δημοτικό Διαμέρισμα Αμπελακίων και στη θέση «…………», με αριθμό ΚΑΕΚ …………., εμβαδού 221 τμ, που αποτυπώνεται στο από 10-07-2012 τοπογραφικό διάγραμμα της Τοπογράφου Μηχανικού, …………, με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Α ως αγροτεμάχιο, εμβαδού 221,24 τ.μ., σύμφωνα με το οποίο αυτό βορειοδυτικά έχει πρόσωπο στην Λεωφόρο …. επί πλευρά μέτρων 14,29 και αποτυπώνεται με τα στοιχεία Α-Ε. Νότιο-Δυτικά συνορεύει με το ακίνητο με ΚΑΕΚ ….. επί πλευρά μέτρων 14,69 και αποτυπώνεται με τα στοιχεία Β-Δ. Νότιο-Ανατολικά συνορεύει με το ακίνητο με ΚΑΕΚ …….. επί πλευρά μέτρων 14,50 και αποτυπώνεται με τα στοιχεία Δ-Γ και Βόρειο-Ανατολικά συνορεύει με το ακίνητο με ΚΑΕΚ ……. επί πλευρά μέτρων 7,21 και αποτυπώνεται με τα στοιχεία Α-Β και με το ακίνητο με ΚΑΕΚ …… επί πλευρά    μέτρων  8,98 και αποτυπώνεται με τα στοιχεία Β-Γ. Το εν λόγω ακίνητο ο ενάγων απέκτησε με έκτακτη χρησικτησία νεμόμενος αυτό συνεχώς και αδιαλείπτως από το έτος 1978, οπότε απέκτησε την νομή  του  από τη μητέρα του, …………., και συγκεκριμένα το επιβλέπει και το καθαρίζει  σε τακτά χρονικά διαστήματα με ειδικό κοπτικό και αρωτρικο μηχάνημα (βλ. σχετικά και την προσκομιζόμενη εκ μέρους του ως άνω ένορκη βεβαίωση). Καθ’ όλο δε αυτό το διάστημα oενάγων ουδέποτε οχλήθηκε από κάποιον στην άσκηση της νομής του, ούτε τρίτος  προέβαλε δικαιώματα στο επίδικο, ενώ από αμέλεια αυτού δεν δηλώθηκε εμπρόθεσμα στο κτηματολόγιο, με συνέπεια να  καταχωρηθεί ως αγνώστου ιδιοκτήτη. Περαιτέρω, αναφορικά με τους ισχυρισμούς του εναγομένου, Ελληνικού Δημοσίου, αυτοί πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν, διότι δεν αποδείχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο ανήκε στο Οθωμανικό Δημόσιο, ή σε Οθωμανούς ιδιώτες και εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους, ούτε ότι μετά την απελευθέρωση αυτό κατέστη αδέσποτο και δημεύθηκε, γιατί δεν καταλήφθηκε από τρίτους έως την έναρξη ισχύος του νόμου της 21.6./10.7.1837 “περί διακρίσεως δημοσίων κτημάτων”, όπως προβλέπεται στην ανωτέρω Συνθήκη και τα Πρωτόκολλα, προκειμένου να καταστεί κύριος αυτής το Ελληνικό Δημόσιο. Τέλος, το επίδικο ακίνητο δεν είχε  δασικό ή χορτολιβαδικό χαρακτήρα κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του από 17/29.11.1836 Β.Δ/τος, και του ΒΔ της 12.12.1833 “περί διορισμού και φόρου βοσκής και του δια τα εθνικοϊδιόκτητα λιβάδια εγγείου φόρου κατά τα έτη 1833-1834”, ώστε να ισχύει το τεκμήριο κυριότητας που θεσπίσθηκε υπέρ του Δημοσίου με τις διατάξεις των ως άνω διαταγμάτων σε όλα τα δάση και τα λιβάδια, που υπήρχαν πριν από την ισχύ του στα όρια του Ελληνικού Κράτους και δεν αναγνωρίσθηκαν νομίμως ότι ανήκουν σε  ιδιώτες (ΑΠ 894/2020, ΑΠ 34/2019, δημ. στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου), ενώ ομοίως, ουδόλως προέκυψε και ο ισχυρισμός του Ελληνικού Δημοσίου, ότι κατέστη κύριος του επιδίκου με τακτική και έκτακτη χρησικτησία, καθόσον ουδεμία πράξη νομής αποδείχθηκε ότι άσκησε επ’ αυτού. Συνεπώς το επίδικο ακίνητο ουδέποτε ήταν δημόσιο κτήμα ανεπίδεκτο χρησικτησίας μετά την 11.9.1915, για αυτό το λόγο άλλωστε και το εναγόμενο δεν το έχει  καταχωρίσει ως τέτοιο, ούτε προέβη σε σχετική δήλωση στο κτηματολόγιο. Μετά ταύτα πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωριστεί ο ενάγων κύριος του επιδίκου ακινήτου  και να  διαταχθεί η σχετική διόρθωση της πρώτης εγγραφής στα οικεία κτηματολογικά βιβλία κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό. Τέλος, το εφεσίβλητο, λόγω της ήττας του, πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος (άρθρο 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), μειωμένων, όμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957, όπως αυτή ισχύει μετά την υπ’ αριθμ. 134423/08-12-1992 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ 11Β 720-01-1993), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 5 παρ. 12 του Ν. 1738/1987 σε συνδυασμό με τα άρθρα 7 και 9 του ν.δ. 2698/1993 (ΑΠ 318/2007 Νόμος), ενώ  αναφορικά με το  παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ, που ο εκκαλών προκατέβαλε  κατά την κατάθεση της εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί η   απόδοση του σε αυτόν (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ), κατά τα διαλαμβανόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση με την παρουσία των διαδίκων.-

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και κατ’ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την με αριθμό 4574/10-10-2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την απόδοση στον εκκαλούντα του με αριθμό ………../2020 ηλεκτρονικού παραβόλου.

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την από 7-3-2017 (αρ. κατάθ. …………/2017) αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι ο ενάγων είναι πλήρης και αποκλειστικός  κύριος ενός αγροτεμαχίου με αριθμό ΚΑΕΚ ………., εμβαδού 221 τμ, κείμενου στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Σαλαμίνας Αττικής στο Δημοτικό Διαμέρισμα Αμπελακίων και στη θέση «…………».

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη διόρθωση της αρχικής εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας ως προς το αμέσως ανωτέρω γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ ……….., προκειμένου να καταχωριστεί ο ενάγων ως πλήρης και αποκλειστικός κύριος στο κτηματολογικό φύλλο αυτού,  με αιτία κτήσης την έκτακτη χρησικτησία.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σε βάρος του εφεσιβλήτου, και τα ορίζει  στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    20 Ιανουαρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, της πληρεξουσίας δικηγόρου του εκκαλούντος και της δικαστικής πληρεξουσίας ΝΣΚ του εφεσιβλήτου.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ