Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 129/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Περίληψη

Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 43 του ν. 4715/2020, που είναι γνήσια ερμηνευτική και ως εκ τούτου έχει αναδρομική δύναμη, το προϊσχύσαν δίκαιο θα εφαρμόζεται σε όλα τα ζητήματα αναγκαστικής – εκτέλεσης, περιλαμβανομένου και του ζητήματος της κατάταξης των δανειστών στο σχετικό πίνακα, όταν η επιταγή με βάση την οποία άρχισε η εκτέλεση, είχε επιδοθεί πριν την 1.1.2016. Περαιτέρω, ως επιταγή νοείται εκείνη που επιστηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών (άρθρ. 926 παρ. 2 ΚΠολΔ) ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, εκείνες από τις οποίες εγκύρως παραιτήθηκε ο επισπεύδων (Ολ ΑΠ 4/2018, Ολ ΑΠ 6/2017, ΑΠ 1151/2021, ΑΠ 148/2020, ΑΠ 50/2020, δημ ΝΟΜΟΣ).

Αριθμός    129/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……. για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Α. Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και ήδη από την 1.1.2017 από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον Διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ. Παναγιώτα Φραντζή.

Των εφεσιβλήτων: 1) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Παντελεήμονα Στεργιάννη, 2) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας …………. η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 3) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……….. η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και 4) Της αστικής εταιρείας δικαστικών επιμελητών …………., που δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Β. Της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας: Ανώνυμης εταιρείας ………., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Θεόδωρο Πασσά.

ΥΠΕΡ ΗΣ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……… η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο.

ΚΑΘΟΥ Η ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό των Οικονομικών, ο οποίος κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και ήδη από την 1.1.2017 από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), ως εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία εκπροσωπείται από τον Διοικητή αυτής, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και στην προκειμένη περίπτωση από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά, που εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ. Παναγιώτα Φραντζή.

Το εκκαλούν άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αρ. κατ. ……../2019 ανακοπή για τη μεταρρύθμιση πίνακα κατάταξης. Το ως άνω δικαστήριο με την με αρ. 3087/2020 απόφαση έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το εκκαλούν με την από 14.10.2020 (……../2020) έφεσή του προς το Δικαστήριο τούτο.

Υπέρ της τρίτης (3ης) εφεσίβλητης παρενέβη προσθέτως ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου με την με αρ. κατ. ……../2021 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση και η ως άνω αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων του Ν. 3156/2003, ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος.

Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Παραδεκτά φέρονται προς συζήτηση η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αρ. 3087/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών ανακοπή κατά πίνακα κατάταξης, καθώς και η υπό κρίση αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, που ασκήθηκε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, οι οποίες εκ του νόμου συνεκδικάζονται (ΚΠολΔ 83, 76-78). Η έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 2). Είναι λοιπόν τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, ερήμην των υπό στ. 2, 3 και 4 εφεσιβλήτων, οι οποίοι, αν και κλήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (βλ. τις …., … και …./10.11.2020 εκθέσεις επίδοσης της δικ. επιμ. ………..), δεν παραστάθηκαν, προσκομίζονται δε, για το παραδεκτό της συζήτησης, οι προτάσεις των πρωτοδίκως παρασταθέντων διαδίκων και τα πρακτικά της δίκης.             Σχετικά με την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση που άσκησε η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις με το διακριτικό τίτλο «…………», επικαλούμενη ότι είναι διαχειρίστρια απαιτήσεων της εταιρείας «……… .» δυνάμει των νομίμως δημοσιευμένων στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (../17.3.2021, …, …/29.7.2021) συμβάσεων διαχείρισης απαιτήσεων σύμφωνα με το ν. 3156/2003, η οποία εταιρεία («………»), όπως ισχυρίζεται, κατέστη ειδική διάδοχος κατόπιν μεταβίβασης της απαίτησης, η οποία κατατάχθηκε στον επίδικο πίνακα κατάταξης, από την ΤΡΑΠΕΖΑ ………, δυνάμει της νομίμως δημοσιευθείσας στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (…/17.3.2021) από 16.3.2021 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, αυτή (η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση) πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει ενεργητικής νομιμοποίησης, όπως βασίμως ζητεί το εκκαλούν, γιατί από το ως άνω έγγραφο της δημοσιευμένης στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών συμβάσεως με αρ. πρωτ. …/17.3.2021, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα, δεν προκύπτει ότι η απαίτηση που κατατάχθηκε στον επίδικο πίνακα κατάταξης και η οποία απορρέει από τις υπ’ αρ. …./2012 και …./2018 διαταγές πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, για απαιτήσεις απορρέουσες από την με αρ. ………./2019 σύμβαση στεγαστικού δανείου και την με αρ. ………./2009 σύμβαση καταναλωτικού δανείου, που χορήγησε η τρίτη (3η) εφεσίβλητη, πωλήθηκε και μεταβιβάσθηκε στην εταιρεία «…………» και, συνακόλουθα, από τα έγγραφα που επικαλείται (…./17.3.2021, …, …/29.7.2021) δεν προκύπτει ότι αυτή την απαίτηση την διαχειρίζεται η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα. Από τον προσκομισθέντα από την παρεμβαίνουσα έγγραφο κατάλογο εκχωρημένων δανείων με εκχωρημένα στην «…………» δάνεια, προκύπτουν ως εκχωρημένα τα δάνεια με αριθμό δανειακής σύμβασης …. και ….. με αντισυμβαλλόμενο τον καθ’ ου η εκτέλεση …………… Δεν συνάγεται όμως από πουθενά ότι τα εν λόγω δάνεια είναι τα αυτά που χορηγήθηκαν με τις ως άνω συμβάσεις δανείων (στεγαστικό και καταναλωτικό δάνειο), που χορήγησε η τρίτη (3η) εφεσίβλητη και εκδόθηκαν οι ως άνω διαταγές πληρωμής (…./2012 και …./2018), οι οποίες κατατάχθηκαν στο επίδικο πίνακα κατάταξης.

Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 975 – 978 και 1007 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι οι νόμοι που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατάταξης δεν αφορούν, κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενάσκησής τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερωμένα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο της γένεσης του δικαιώματος ή της έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά το χρόνο της κατάταξης, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαίτησης, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους, λόγω της συνδρομής περισσοτέρων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 ΕισΝΚΠολΔ που ορίζει, ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του ΚΠολΔ σε θέματα αναγκαστικής εκτέλεσης σε σχέση προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (Ολ ΑΠ 21/1994, ΑΠ 1056/2020, ΑΠ 1441/2017, ΑΠ 1404/2007, ΑΠ 1340/2004 δημ. NOMOS). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου ένατου παρ. 3 του ν. 4335/2015 «Μεταβατικές και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά την 1.1.2016. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 43 του ν. 4715/2020 «Ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας κλπ», το οποίο φέρει τον τίτλο «Ερμηνευτική διάταξη ως προς το χρόνο εφαρμογής των νόμων 4335/2015 και 4336/2015 σε εκκρεμείς διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και ήδη κηρυχθείσες πτωχεύσεις» ορίζεται στο εδ. α` αυτού ότι κατά την αληθή τους έννοια οι διατάξεις του άρθρου ογδόου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (δηλαδή οι τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος αυτός στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης) δεν έχουν εφαρμογή σε διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και σε πτωχεύσεις που είχαν ήδη κηρυχθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, στο δε εδ. β` ότι για την κατάταξη των πιστωτών στην παραπάνω πρώτη περίπτωση λαμβάνεται υπόψη το δίκαιο που ίσχυε κατά τον χρόνο επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της υποβολής της αίτησης για την κήρυξη της πτώχευσης. Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 43 του ν. 4715/2020, που είναι γνήσια ερμηνευτική και ως εκ τούτου έχει αναδρομική δύναμη, το προϊσχύσαν δίκαιο θα εφαρμόζεται σε όλα τα ζητήματα αναγκαστικής – εκτέλεσης, περιλαμβανομένου και του ζητήματος της κατάταξης των δανειστών στο σχετικό πίνακα, όταν η επιταγή με βάση την οποία άρχισε η εκτέλεση, είχε επιδοθεί πριν την 1.1.2016. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η ως άνω σαφής βούληση του νομοθέτη αναφέρεται μόνο στο πιο πάνω συγκεκριμένο ζήτημα και δεν αναιρεί τα πιο πάνω γενικώς ισχύοντα για τα προνόμια, ενόψει της απόλυτης ειδικότητας της σχετικής ρύθμισης. Περαιτέρω, ως επιταγή νοείται εκείνη που επιστηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών (άρθρ. 926 παρ. 2 ΚΠολΔ) ή, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, εκείνες από τις οποίες εγκύρως παραιτήθηκε ο επισπεύδων (Ολ ΑΠ 4/2018, Ολ ΑΠ 6/2017, ΑΠ 1151/2021, ΑΠ 148/2020, ΑΠ 50/2020, δημ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο της έφεσής του το εκκαλούν παραπονείται, επειδή το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απέρριψε ως μη νόμιμο το σχετικό λόγο ανακοπής, που πρόβαλε με την κριθείσα ανακοπή του κατά του ένδικου πίνακα κατάταξης, την ακύρωση του οποίου ζητούσε, γιατί η κατάταξη των δανειστών, μεταξύ των οποίων του ίδιου και των καθ’ ων η ανακοπή εφεσιβλήτων, έγινε, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 975 και 977, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρ. 1 του ν. 4335/2015 και όχι όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους, παρά το γεγονός ότι επίδοση της πρώτης επιταγής προς εκτέλεση έγινε την 3.12.2012, ήτοι πριν την 1.1.2016 και, επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 4335/2015, οι τροποποιηθείσες σύμφωνα με το νόμο αυτόν διατάξεις του ΚΠολΔ (αρθρ. 975, 977), δεν έπρεπε να εφαρμοσθούν. Όπως, όμως, προκύπτει από το υπ’ αρ. …./6.2.2018 πιστοποιητικό του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως το εκκαλούν, η επιταγή προς εκτέλεση που επιστηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, με την κατάσχεση των ακινήτων (…./27.6.2018 έκθεση της δικ. επιμ. …….), που στη συνέχεια εκπλειστηριάστηκαν, τη σύνταξη και του ένδικου πίνακα κατάταξης, είναι αυτή (επιταγή), η οποία επιδόθηκε στις 25.10.2017 (…/25.10.2017 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμ. ………, όπως αναφέρεται στο ως άνω πιστοποιητικό) από 12.10.2017 και όχι αυτή που επιδόθηκε στις 3.12.2012, δεδομένου ότι μετά την τελευταία (αυτή της από 3.12.2012) δεν επακολούθησαν και άλλες πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών της συνεπειών. Επομένως, κρίσιμη επίδοση επιταγής προς εκτέλεση στη συγκεκριμένη περίπτωση για το ζήτημα της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 975 επ. και 1007 ΚΠολΔ και γενικότερα του διαχρονικού δικαίου των προνομίων ως προς τον ένδικο πίνακα κατάταξης, είναι αυτή που έγινε στις 25.10.2017. Με βάση δε τα παραπάνω και εφόσον η κρίσιμη επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση, στην παρούσα περίπτωση, έγινε μετά την 1.1.2016, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στην ως άνω διάταξη του άρθρου 43 του ν. 4715/2020, η οποία είναι γνήσια ερμηνευτική με αναδρομική δύναμη και ως προς το ζήτημα της κατάταξής των δανειστών, δεν είναι δυνατό να τύχουν εφαρμογής κατά τη σύνταξη του ένδικου πίνακα κατάταξης οι πιο πάνω διατάξεις, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση, που δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε ως μη νόμιμο το σχετικό λόγο δεν έσφαλε στην ερμηνεία και στην εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και θα πρέπει να απορριφθεί ο σχετικός λόγος έφεσης.

Με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του το εκκαλούν παραπονείται γιατί με την εκκαλουμένη απορρίφθηκε ο σχετικός λόγος ανακοπής του κατά του ένδικου πίνακα κατάταξης, επειδή η υπάλληλος του πλειστηριασμού προαφαίρεσε ως έξοδα το ποσό των 2.530 ευρώ ως αμοιβή του δικαστικού επιμελητή για την ενέργεια της αναγκαστικής κατάσχεσης 8 ακινήτων, ενώ εκπλειστηριάστηκαν μόνο τα 5 απ’ αυτά. Όπως όμως προκύπτει από την εκκαλουμένη, ο σχετικός λόγος ανακοπής έγινε εν μέρει δεκτός και ακυρώθηκε μερικά ο πίνακας κατάταξης για το ποσό των 211,20 ευρώ, το οποίο αποδεσμεύτηκε και κατατάχθηκε το εκκαλούν και έτσι που έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε στην ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, αφού αφαίρεσε μόνο τα αναγκαία έξοδα, με τα οποία η εκτέλεση ήχθη σε πέρας με τον πλειστηριασμό των 5 ακινήτων, καθώς η αμοιβή που δικαιούται σύμφωνα με τον νόμο (ΚΥΑ 21798/2016) ο δικαστικός επιμελητής για την κατάσχεση ακινήτων με την ίδια έκθεση, ανέρχεται σε 660 ευρώ για το πρώτο, 1/2 της αμοιβής για κάθε ένα από το δεύτερο έως και το τέταρτο και 1/3 της αμοιβής για κάθε ένα από το πέμπτο έως και το δέκατο ακίνητο, δηλαδή εν προκειμένω δικαιούται για τα πέντε κατασχεθέντα με την ίδια έκθεση και εκπλειστηριασθέντα ακίνητα συνολικά [660 + (330 Χ 3) + 220] + ΦΠΑ 24% = 2.318,80 ευρώ, αντί του προαφαιρεθέντος με τον πίνακα κατάταξης 2.530 ευρώ. Επομένως ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ακύρωσε τον πίνακα μόνο κατά το επιπλέον ποσό των εξόδων (211,20 ευρώ), το οποίο αποδέσμευσε και κατέταξε το εκκαλούν. Τα αντίθετα που ισχυρίζεται με το σχετικό λόγο της έφεσής του το εκκαλούν ότι δηλαδή έπρεπε να ακυρωθεί ο πίνακας κατάταξης για όλο το ποσό των 2.530 ευρώ δηλαδή και για το μέρος εκείνο που αναλογεί στα αναγκαία έξοδα για τα 5 ακίνητα, τα οποία τελικά εκπλειστηριάστηκαν, κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα. Μετά ταύτα, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς διερεύνηση, πρέπει η έφεση να απορριφθεί κατ’ ουσίαν και να καταδικαστεί το εκκαλούν στη δικαστική δαπάνη της παρισταμένης εφεσίβλητης, ενώ πρέπει να καταδικαστεί η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα στη δικαστική δαπάνη του εκκαλούντος αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, υπό τον περιορισμό του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957. Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας για τις ερημοδικασθείσες διαδίκους δεν θα οριστεί, ενόψει του ότι δεν επιτρέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας για τις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση (ΚΠολΔ 937 παρ. 1β).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει την έφεση και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση ερήμην των 2ης, 3ης και 4ης των εφεσιβλήτων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Καταδικάζει το εκκαλούν στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας της παρισταμένης εφεσίβλητης που καθορίζει σε 300 ευρώ.

Καταδικάζει την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας του εκκαλούντος που καθορίζει σε 300 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις 9 Μαρτίου 2022.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ