Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 107/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

2ο  ΤΜΗΜΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης    107/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

Καλούσας – Εκκαλούσας : …………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Αντώνιο Σοφιανό.  Και

Καθ’ ων η κλήση – Εφεσίβλητων: 1) ………….., 2) ………… 3) ……….. και 4) ………… οι οποίοι κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το πινάκιο, δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 2.11.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2010 αγωγή, την οποία άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την απόφαση 3441/2015 δέχθηκε την αγωγή. Κατά της τελευταίας (απόφασης) η πρώτη εναγόμενη άσκησε την από 20.10.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2015 έφεση, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τις 26.5.2016 και κατόπιν αναβολών για τις 9.5.2019, οπότε κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτησή της. Ήδη, με την από 20.2.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………./2020 κλήση η εκκαλούσα ζήτησε και προσδιορίστηκε νέα δικάσιμος για τη συζήτηση της ως άνω έφεσης η 14.1.2021, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο. Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της (από το πινάκιο) και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις, που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Νόμιμα φέρεται για συζήτηση, με την από 20.2.2020 κλήση της εκκαλούσας, η από 20.10.2015 έφεσή της, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα από την κήρυξη απαράδεκτης της συζήτησής της, κατά την ορισθείσα δικάσιμο, της 9.5.2019.

ΙΙ.  Από την έκθεση επίδοσης ……´/24.2.2020 του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …….. προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της από 20.2.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2020 κλήσης με πράξη ορισμού δικασίμου προς συζήτηση της από 20.10.2015 έφεσης (η τελευταία είχε επιδοθεί με την έκθεση επίδοσης ……../26.10.2015 της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……….), για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον αντίκλητο των εφεσίβλητων ………. – Δικηγόρο Πειραιά (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 124, 126 παρ. 1 α, 127 παρ. 1, 128 παρ. 1, 3,139 και 143 του Κ.Πολ.Δ.). Οι τελευταίοι όμως, δεν εμφανίστηκαν, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο και κατά συνέπεια πρέπει να δικαστούν ερήμην, το Δικαστήριο, ωστόσο, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ. 4 εδ. α´του Κ.Πολ.Δ.).

ΙΙI.  Η από 20.10.2015 έφεση της πρώτης εναγόμενης κατά της οριστικής απόφασης 3441/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην της, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε δεκτή η από 2.11.2010 αγωγή, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), ενώ έχουν κατατεθεί τα σχετικά παράβολα, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3Α. περ. β´ του ίδιου Κώδικα. Εξάλλου, επειδή η έφεση αυτή της πρώτης εναγόμενης, που δικάστηκε ερήμην στον πρώτο βαθμό, ασκήθηκε εμπρόθεσμα, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρα 532 και 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) και, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 του ίδιου Κώδικα, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς την εναγόμενη αυτή (χωρίς να απαιτείται να ευδοκιμήσει κάποιος λόγος έφεσης, αρκούσης της τυπικής παραδοχής της), μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εφαρμογή του νόμου και ως προς  την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιούμενης της εκκαλούσας να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα μπορούσε να προτείνει και πρωτόδικα (Α.Π. 579/2018 και Α.Π. 546/2014 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Επιπλέον, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να ερευνηθεί εκ νέου η ως άνω αγωγή, ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα (άρθρο 535 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, αφού για το παραδεκτό της συζήτησής της η εκκαλούσα προσκομίζει, κατ’ άρθρο 524 παρ. 4 εδ. γ´ του Κ.Πολ.Δ., το εισαγωγικό δικόγραφο και τις προτάσεις των απολειπόμενων εφεσίβλητων, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά αυτής.

ΙV.Με την από 2.11.2010 αγωγή τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), οι ενάγοντες – ………………. (ήδη εφεσίβλητοι), ιστορούσαν ότι η πρώτη εναγόμενη, η οποία ήταν ξαδέρφη του ……….., εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του οποίου είναι οι τρεις πρώτες (ενάγουσες) και του τέταρτου (ενάγοντος), τους διαβεβαίωνε ότι ήταν διευθύντρια της εταιρίας «……………», διευθύνων σύμβουλος και Πρόεδρος της οποίας ήταν ο δεύτερος εναγόμενος, εταιρία η οποία αναλάμβανε μεταξύ άλλων, τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου πελατών. Ότι αρχές του έτους 1997 η πρώτη εναγόμενη, έχοντας σκοπό, από κοινού με το δεύτερο εναγόμενο, να ιδιοποιηθούν τις οικονομίες των ανωτέρω εξαδέρφων της, ζήτησε να διαχειριστεί αυτές, υποσχεθείσα ετήσιο κέρδος με μεγάλη και εγγυημένη απόδοση, λόγω των χρηματιστηριακών δυνατοτήτων του δεύτερου εναγόμενου. Ότι ο ……….. και ο τέταρτος (ενάγων) της κατέβαλαν από ποσό 5.800.000 δρχ. ή 17.021,27 ευρώ, με τη ρητή εντολή να επενδύσουν οι εναγόμενοι στο όνομά τους, σε ασφαλείς μόνο επενδύσεις στο Χρηματιστήριο, μέσω της ως άνω εταιρίας, συνάφθηκε δε, η από 4.2.1997 έγγραφη σύμβαση χαρτοφυλακίου, ετήσιας διάρκειας, μεταξύ του δεύτερου εναγόμενου και του ……….. και του τέταρτου (ενάγοντος). Ότι η σύμβαση αυτή ανανεώθηκε διαδοχικά τα τρία επόμενα έτη. Ότι κατά την κατάρτιση της τελευταίας από 4.2.2000 σύμβασης αξιοποίησης χαρτοφυλακίου, οι εναγόμενοι εγγυήθηκαν ρητά ετήσια καθαρή απόδοση των χρημάτων τους 21%, ώστε το ποσό που επένδυσαν, κατά τη λήξη της σύμβασης, θα ανερχόταν σε 14.036.000 δρχ. ή 41.191,48 ευρώ. Ότι ουδέποτε τους απέδωσαν το ποσό αυτό, κατά τη λήξη της ως άνω σύμβασης, αλλά το ιδιοποιήθηκαν παράνομα. Κατόπιν τούτων, ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι από τις μεταξύ τους συμβάσεις διαχείρισης χαρτοφυλακίου και από τις διατάξεις περί αδικοπραξιών, να καταβάλουν εις ολόκληρον στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των 20.595,74 ευρώ και στις τρεις πρώτες από αυτό των 7.723,40 ευρώ, 7.723,40 και 5.148,94 ευρώ αντίστοιχα, που αντιστοιχεί στο ποσό που είχε καταβάλει ο ……….., ανάλογα με την κληρονομική τους μερίδα (3/8, 3/8 και 2/8 αντίστοιχα), με το νόμιμο τόκο για τα ποσά που έλαβαν οι εναγόμενοι στις 4.2.197 από την τελευταία ημερομηνία και για το υπόλοιπο ποσό από την επίδοση της αγωγής. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, για την πρώτη εναγόμενη ως προς την οποία και μόνο εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 298, 341, 346,361, 914, 926 του Α.Κ., σε συνδυασμό μ’ αυτήν του άρθρου 375 του Π.Κ., πλην του αιτήματος για την καταβολή του ποσού των 34.042,55 ευρώ (17.021,28 ευρώ για τον τέταρτο ενάγοντα και 17.021,28 ευρώ για τις λοιπές ενάγουσες, κατά το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας), το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού όσον αφορά στη βάση της αγωγής από την αδικοπρακτική ευθύνη, διότι οι ενάγοντες δεν επικαλούνται όχληση. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί η αγωγή περαιτέρω κατ’ ουσία, αφού είχε καταβληθεί πρωτοδίκως το αναγκαίο δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων.

V. Από όλα τα έγγραφα που η εκκαλούσα – πρώτη εναγόμενη επικαλείται και προσκομίζει νόμιμα, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων –η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα ανωτέρω έγγραφα είναι ενδεικτική, αφού δεν παραλήφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς (Α.Π. 386/2015 και Α.Π. 1001/2012 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ») – απoδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν μεσολάβησης της πρώτης εναγόμενης, ο τέταρτος ενάγων– ……… και ο αδερφός του ………….. σύναψαν με την εταιρία με την επωνυμία «…………», η οποία εκπροσωπήθηκε από τον ………., την από 4.2.1997 σύμβαση διαχείρισης χαρτοφυλακίου. Με τη σύμβαση αυτή, η οποία είχε δωδεκάμηνη διάρκεια, οι ………. και ……….. παρέδωσαν στην ως άνω εταιρία το ποσό των 10.035.698 δραχμών και η τελευταία ανέλαβε έναντι προμήθειας, τη διαχείριση του ποσού αυτού, με την επένδυσή του σε μετοχές στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Η σύμβαση ανανεώθηκε κατά τη λήξη της στις 4.2.1998 και στις 4.2.1999, ενώ κατά την ανανέωση της σύμβασης για τελευταία φορά, στις 4.2.2000, συμφωνήθηκε ότι από το ανωτέρω ποσού οι επενδυτές θα προσδοκούσαν ετήσια καθαρή απόδοση 21%. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η σύμβαση αυτή λειτούργησε ομαλά, εις γνώσιν των επενδυτών, και το χαρτοφυλάκιό τους, κατά το τελευταίο έτος αποτελούνταν από 2.190 μετοχές της εταιρίας ……….. Σημειωτέον ότι, στις 24.2.1999, πριν από την τελευταία ανανέωση της σύμβασης, ο τέταρτος ενάγων έλαβε από τον ……… το ποσό των 3.048.000 δραχμών, κατόπιν αιτήματός του, το οποίο προερχόταν από μερική ρευστοποίηση της ως άνω επένδυσης. Αντίθετα, δεν αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη, η οποία δεν ασχολούνταν με τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου επενδυτών, ούτε των ανωτέρω, ούτε άλλωστε, συμβλήθηκε με τους τελευταίους, ιδιοποιήθηκε παράνομα το ποσό που αυτοί επένδυσαν μέσω της εταιρίας «……………». Τέλος, με την ήδη αμετάκλητη απόφαση 2007/2018 του Πενταμελούς Εφετείο Αθηνών, η εναγόμενη αυτή κηρύχθηκε αθώα για την πράξη της άμεσης συνέργεια σε υπεξαίρεση, που αποδιδόταν στον ………, σε βάρος των ως άνω επενδυτών. Σημειωτέον ότι μετά το θάνατο του ……….., στις 14.11.2006, υπεισήλθαν στα δικαιώματά του,οι δύο πρώτες ενάγουσες –  κόρες  του, κατά 3/8 η κάθε μία και η τρίτη ενάγουσα – σύζυγός του κατά 2/8 εξ αδιαιρέτου.

VΙ.  Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, αφού έγινε δεκτής της έφεσης και ως ουσιαστικά βάσιμη, εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση ως προς την πρώτη εναγόμενη, κρατήθηκε η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο ερευνήθηκε εκ νέου η από 2.11.2010 αγωγή ως προς την εναγόμενη αυτή, πρέπει να απορριφθεί, ως προς την πρώτη εναγόμενη, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επιπλέον, πρέπει να ορισθεί παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από τους ερημοδικαζόμενους εφεσίβλητους (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.). Επιπλέον, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα των παραβόλων των διακοσίων (200) ευρώ, που κατατέθηκαν (με τα παράβολα ……….. του Δημοσίου και ……….. του ΤΑΧΔΙΚ) από αυτήν (άρθρο 495 §3Α. περ. β´ του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι, λόγω της ήττας τους, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (η διάταξη για τα δικαστικά έξοδα της πρωτόδικης απόφασης έχει εξαφανιστεί ως προς την εκκαλούσα, ωστόσο, αυτή, λόγω της ερημοδικίας της στον πρώτο βαθμό δεν υποβλήθηκε σε έξοδα), κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 69 παρ.1, 68 παρ. 1, 63 παρ.1i περ. α του ν. 4194/2013, 176, 183 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των εφεσίβλητων.

Ορίζει το παράβολο στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, για τον κάθε εφεσίβλητο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 20.10.2015 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2015 έφεση της ………

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη οριστική απόφαση 3441/2015 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία,μόνο ως προς την ανωτέρω εκκαλούσα.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την από 2.11.2010 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2010 αγωγή ως προς την ανωτέρω εκκαλούσα – πρώτη εναγόμενη.

Απορρίπτει την ως άνω αγωγή ως προς την πρώτη εναγόμενη …………..

Διατάσσει την επιστροφή στην εκκαλούσα των κατατεθέντων από αυτήν παραβόλων των διακοσίων (200) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.   Και

Καταδικάζει τους εφεσίβλητους στη δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει για καθεμία από τις πρώτη, δεύτερη και τρίτη εφεσίβλητες στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ και για τον τέταρτο εφεσίβλητο σ’ αυτό των χιλίων τριακοσίων (1.300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 25 Φεβρουαρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ