Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 142/2022

Αριθμός    142 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος εδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε  από τη δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ Χρυσάνθη Τέλιου.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………., 2) ………. και 3) …….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Παντελεήμονα Ραβδά.

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατέθεσαν α) οι εφεσίβλητοι την από 28.11.2012 (αριθμ. εκθ. καταθ. …../2012) αίτησή τους και β) το εκκαλούν την από  1.7.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……./2013 εξαιρ…….) κύρια παρέμβαση, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  3864/2015 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχτηκε την αίτηση και απέρριψε την κύρια παρέμβαση.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  το κυρίως παρεμβαίνον και ήδη εκκαλούν με την από 15.1.2016 (αριθμ. εκθ. καταθ. …/2016) έφεση, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2020) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εκκαλούντος και ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσιβλήτων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 3864/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμολία των διαδίκων κατά την  εκουσία δικαιοδοσία, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 21-1-2016, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, δεδομένου ότι αντίγραφο της εκκαλουμένης  απόφασης επιδόθηκε νόμιμα στο εκκαλούν στις 23-12-2015 (βλ. τη σχετική επισημείωση από 23-12-2015 επι του προσκομιζόμενου επιδοθέντος αντιγράφου του δικ. επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, ………..). Πρέπει, επομένως,  να γίνει τυπικά δεκτή και να  ερευνηθεί  περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 28-11-2012 (αρ. κατάθ. ………/2012) αίτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, οι αιτούντες και ήδη εφεσίβλητοι, εξέθεταν ότι είναι αποκλειστικοί συγκύριοι κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου έκαστος του λεπτομερώς  περιγραφομένου κατ΄ έκταση και όρια ακινήτου με ΚΑΕΚ …………., που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια Αιαντείου του Δήμου Σαλαμίνας, την συγκυριότητα επί του οποίου απέκτησαν με παράγωγο τρόπο κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα, και ότι κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης της περιοχής, εκ παραδρομής παρέλειψαν να το δηλώσουν ως ιδιοκτησία τους, με συνέπεια να καταχωρηθεί ανακριβώς ως αγνώστου ιδιοκτήτη. Ζητούσαν δε, για το λόγο αυτό να διορθωθεί σχετικά η πρώτη εγγραφή στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου, διατασσόμενου του Προϊσταμένου του κτηματολογικού γραφείου Σαλαμίνας σχετικώς προς τούτο. Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο άσκησε την από 1-7-2013 (αρ. καταθ. …./2012) κύρια παρέμβαση  και ζητούσε  να απορριφθεί η αίτηση των αντιδίκων του και να αναγνωρισθεί το ίδιο κύριο του επίδικου ακινήτου, για τους ειδικότερα αναφερόμενους στο δικόγραφο του  λόγους, και να διορθωθεί αντιστοίχως η ανακριβής πρώτη εγγραφή στα οικεία κτηματολογικά βιβλία. Η ως άνω αίτηση και κύρια παρέμβαση συνεκδικάστηκαν από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του, με την οποία, αφού απορρίφθηκε ως νόμω αβάσιμο το αίτημα της αίτησης  να διαταχθεί ο Προϊστάμενος του κτηματολογικού γραφείου Σαλαμίνας να προβεί στις νόμιμες ενέργειες για τη διόρθωση της πρώτης κτηματολογικής εγγραφής, σύμφωνα με τα οριζόμενα με την απόφαση, ακολούθως αυτή (αίτηση) έγινε δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, ενώ απορρίφθηκε η κύρια παρέμβαση ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατά της αποφάσεως αυτής στρέφεται το κυρίως παρεμβαίνον  με την  υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενο εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε αφενός να απορριφθεί η αίτηση και αφετέρου να γίνει δεκτή κατ’ουσίαν η δική του κύρια παρέμβαση.

IV. Με την κύρια παρέμβαση του το κυρίως παρεμβαίνον, Ελληνικό Δημόσιο, και ήδη εκκαλούν διατείνεται, ότι το ίδιο έχει αποκτήσει την κυριότητα στο επίδικο ακίνητο κατά τους ακόλουθους τρόπους :α) δυνάμει της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης του 1832 και των πρωτοκόλλων του Λονδίνου του 1830, ως ανήκον πριν την επανάσταση του 1821 σε Οθωμανούς υπηκόους, οι οποίοι κατά τον χρόνο της υπογραφής των πρωτοκόλλων το είχαν εγκαταλείψει, άλλως ως περιουσία του Οθωμανικού Δημοσίου, που κατέλαβε και δήμευσε  «δικαιώματι πολέμου», άλλως, β) λόγω του δασικού του χαρακτήρα, δυνάμει των άρθρων 1,2 και 3 του απο 17/ 29-11- 1836 β.δ «περί ιδιωτικών δασών», άλλως δυνάμει των διατάξεων του ΒΔ 3/15.12.1833, δεδομένου ότι αποτελούσε από του έτους 1820 και έως την άσκηση της αγωγής βοσκότοπο ή λιβάδι, χωρίς ποτέ μέσα στις νόμιμες προθεσμίες να αναγνωρισθεί κάποιος  κύριος αυτού κατά την προβλεπόμενη διαδικασία, άλλως γ) με τα προσόντα της τακτικής ή της έκτακτης χρησικτησίας, καθώς το νέμεται, ασκώντας τις αναφερόμενες πράξεις νομής, που προσιδιάζουν στη φύση του επιδίκου, με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, από την επανάσταση του 1821 μέχρι και την άσκηση της αγωγής, δ) άλλως, ως αδέσποτο, χωρίς να απαιτείται κατάληψη της νομής ή μεταγραφή της κτήσης, δυνάμει των διατάξεων του προϊσχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, των άρθρων 16 του από Ιουνίου 1837 νόμου περί διάκρισης κτημάτων και των διατάξεων των άρθρων 2 § 1 του ΑΝ 1539/1938 και 972 ΑΚ. Με αυτό το περιεχόμενο η κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου είναι μη νόμιμη ως προς τη βάση αυτής περί κτήσης της κυριότητας του επιδίκου δυνάμει της συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως και των σχετικών πρωτοκόλλων, «δικαιώματι πολέμου»  ως διάδοχο του Τουρκικού Δημοσίου και των υπηκόων του, στο οποίο ανήκε προ και μέχρι την Επανάσταση του 1821,  καθόσον για τα ακίνητα της Αττικής δεν μπορεί να γίνει λόγος για περιέλευσή τους στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου με το δικαίωμα του πολέμου, αφού η Αττική δεν κατακτήθηκε με όπλα, αλλά παραχωρήθηκε στο Ελληνικό Κράτος την 31-3-1833 με βάση την από 27-6/9-7-1832 Συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως και κατόπιν σχετικών συμφωνιών μεταξύ των Ελληνικών και Τουρκικών Αρχών. Περαιτέρω,  αυτή τυγχάνει αόριστη ως προς την βάση της  περί κτήσης της κυριότητας του επιδίκου: α)  λόγω εγκατάλειψής του από τους Οθωμανούς ιδιώτες,  διότι δεν εξειδικεύονται καθόλου τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν τη βάση αυτή, όπως π.χ. ποιος ήταν ο άλλοτε Οθωμανός κύριος του επιδίκου,  β) με τα προσόντα της τακτικής χρησικτησίας, καθόσον δεν γίνεται επίκληση συγκεκριμένου νόμιμου τίτλου για τη θεμελίωσή της, γ)  κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 16 του Ν. της 21-6/10-7-1837 «Περί διακρίσεως κτημάτων», διότι το κυρίως παρεμβαίνον αρκείται σε απλή επανάληψη του πραγματικού της παραπάνω διάταξης, χωρίς να επικαλείται ότι χώρησε εγκατάλειψη της νομής του επιδίκου από τον μέχρι τότε κύριο και ότι αυτή έγινε με πρόθεση παραίτησης από το δικαίωμα της κυριότητας, και χωρίς να προσδιορίζει ποιο πρόσωπο προέβη στην κατά τα άνω εγκατάλειψη, και δ) λόγω του χαρακτήρα του επιδίκου ως ιδιωτικού δάσους, άλλως λιβαδίου, άλλως βοσκοτοπίου, διότι το κυρίως παρεμβαίνον αρκείται σε απλή επανάληψη των σχετικών διατάξεων, χωρίς εξειδίκευση του περιεχομένου τους στην προκειμένη περίπτωση. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε όμοια και απόρριψε την κύρια παρέμβαση κατά τις εν λόγω βάσεις της, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε, και τα αντίθετα υποστηριζόμενα με τον  δεύτερο λόγο εφέσεως, κατά το σχετικό σκέλος του, πρέπει να απορριφθούν.

V. Από την επανεκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τις φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα προσκομιζόμενα έγγραφα, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Το επίδικο ακίνητο είναι οικόπεδο μετά ισογείου κτίσματος και αποθήκης, κείμενο στη θέση «….» της κτηματικής περιφέρειας της κοινότητας Αιαντείου Σαλαμίνας, ήδη Δημοτικής Ενότητας Σαλαμίνας Δήμου Σαλαμίνος Περιφερειακής Ενότητας Νήσων Περιφέρειας Αττικής, το οποίο εμφαίνεται α) υπό τον αριθμό οχτώ (8) του Θ’ τετραγώνου στο από Ιουλίου 1967 έτους ρυμοτομικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού, ….., το οποίο προσαρτήθηκε στο υπ’ αριθμόν ……/1968 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών, …….., β) στο από Δεκεμβρίου 1984 σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού, ………, το οποίο προσαρτήθηκε στο υπ’ αριθμόν ……./1984 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, ……, και γ) στο από Μαΐου 1995 σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού, ……., υπό τα στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΑ, που προσαρτήθηκε στο υπ’ αριθμόν ……/30.5.1995 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, ……., σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 651/1977. Αυτό έχει έκταση κατά τον τίτλο κτήσεως 255,60 τ.μ και ευρίσκεται εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, συνορευόμενο Ανατολικά με πλευρά ΕΓ μέτρων 18 με το υπ’ αριθμόν 10 πρώην αγροτεμάχιο ιδιοκτησίας ………… και ήδη με προβλεπόμενο από το σχέδιο πόλεως πεζόδρομο πλάτους 5 μέτρων, Δυτικά με πλευρά ΑΖ μέτρα 18 με το υπ’ αριθμόν 6 πρώην αγροτεμάχιο ιδιοκτησίας …, Βόρεια με πλευρά ΑΓ μέτρα 14,20 με το υπ’ αριθμόν 7 πρώην αγροτεμάχιο ιδιοκτησίας αγνώστων και Νότια με πλευρά ΕΖ μέτρα 14,20 με πρώην ιδιωτική οδό πλάτους 6 μέτρων και ήδη με οδό …. πλάτους 10 μέτρων. Από το όλο ως άνω οικόπεδο ρυμοτομήθηκαν τμήματα υπό τα στοιχεία ΒΓΔ και ΗΔΕΖΗ, επιφάνειας μέτρων τετραγωνικών 37,20 και απέμεινε τμήμα καθαρό υπό τα στοιχεία ΑΒΔΗΑ, επιφανείας μέτρων τετραγωνικών 218,40 άρτιο και οικοδομήσιμο, ενώ εντός αυτού υφίσταται ισόγειο κτίσμα επιφανείας 66,50 τ.μ και αποθήκη επιφανείας 5 τ.μ. Το ως άνω ακίνητο εμφαίνεται με τον αριθμό 12908 (….. Ο.Τ.) στο από 28.2.1997 Διάγραμμα της, κυρωθείσας δυνάμει της υπ’ αριθμόν 10780/Β624/8-7-1997 απόφασης του Νομάρχη Πειραιά, υπ’ αριθμόν 16/95 Πράξεως Εφαρμογής της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης στις περιοχές Β’ Κατοικίας κοινότητας Αιαντείου Νήσου Σαλαμίνας, νόμιμα μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, σύμφωνα με το οποίο έχει επιφάνεια 219,70 τ.μ. Σήμερα, το ίδιο ως άνω ακίνητο εμφαίνεται με τα στοιχεία Κ.Α.Ε.Κ. …….. στο υπ’ αριθμόν ………. φύλλο χάρτου του Ο.Κ.Χ.Ε. με επιφάνεια γεωτεμαχίου 219,13 τμ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι αιτούντες κατέστησαν συγκύριοι αυτού κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου  έκαστος δυνάμει του νόμιμα μεταγεγραμμένου υπ’ αριθμ. ……/30-5-1995 συμβολαίου γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, . …….., στη δε κυριότητα της δικαιοπαρόχου, μητέρας τους,  …….., αυτό είχε περιέλθει με αγορά από την …………, δυνάμει του υπ’ αριθμόν ………/21-12-1984 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας, …………… , σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμόν ……../1986 εξοφλητική πράξη του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένων, αυτή (πωλήτρια) δε με τη σειρά της  το είχε αποκτήσει με αγορά δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……./14-5-1969 συμβολαίου αγοραπωλησίας αγροτεμαχίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. ………./25-6-1973 πράξη εξοφλήσεως συμβολαίου του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου, ομοίως νομίμως μεταγεγραμμένων. Το κυρίως παρεμβαίνον, Ελληνικό Δημόσιο, επικαλούμενο ιδία κυριότητα επι του επιδίκου ακινήτου, ισχυρίζεται ότι αυτό αποτελεί μέρος του δημόσιου κτήματος, νομίμως καταγραμμένου με αριθμό 46, συνολικής έκτασης 101,218 στρεμμάτων, του οποίου κτήματος (στη συνολική του έκταση) αυτό ανέκαθεν και ανελλιπώς είχε την αδιαμφισβήτητη νομή ασκώντας τις προσήκουσες στη φύση του διακατοχικές πράξεις, και δη ότι έχει εκδώσει  τα πρωτόκολλα καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης με αριθμούς ../28-5-1969, .. και …./27-6-1974 σε βάρος των απώτατων δικαιοπαρόχων των αιτούντων, αδερφών ……….., που το κατείχαν παράνομα και αυθαίρετα, ενώ το έτος 1940 αυτοί με αίτηση τους προσφέρθηκαν να το εξαγοράσουν, αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την κυριότητα του ιδίου. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός ουδόλως αποδείχθηκε. Ειδικότερα, σύμφωνα με την από 11-3-2010, νομίμως προσκομιζόμενη από το εκκαλούν -κυρίως παρεμβαίνον, τεχνική έκθεση του Π.Ε αγρονόμου, τοπογράφου-μηχανικού ……….., το Δημόσιο Κτήμα με ΑΒΚ …., όπως αυτό δηλώθηκε στο κτηματολόγιο από την Κτηματική Υπηρεσία Πειραιά με την 13-6-2000 δήλωση του, καταλαμβάνει έκταση 101,218 στρεμμάτων, τα οποία προκύπτουν μετά την αφαίρεση από  την αρχική ευρύτερη έκταση  της ιδιοκτησίας του τελευταίου στην περιοχή 603,22 στρεμμάτων, έκτασης 502,002 στρεμμάτων, που παραχωρήθηκε νομίμως σε ιδιώτες. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην ίδια έκθεση, ο προσδιορισμός του εν λόγω δημοσίου κτήματος (ΑΒΚ …..) αφορά στο εμβαδόν του και δη καθαρά αριθμητικά, χωρίς να είναι δυνατός ο εντοπισμός του στην ευρύτερη περιοχή των 603,22 στρεμμάτων λόγω έλλειψης τεχνικών στοιχείων (τοπογραφικά διαγράμματα, σταθερά όρια και κτλ), που είναι απαραίτητα  για την εφαρμογή ή τον εντοπισμό των παραχωρητηρίων και κατ’επέκταση τον προσδιορισμό του υπολοίπου τμήματος του, που αποτελεί το ΑΒΚ … δημόσιο κτήμα. Στο συνοδεύον δε την εν λόγω τεχνική έκθεση τοπογραφικό διάγραμμα, που αποτελεί απόσπασμα διαγράμματος του κτηματολογίου της Β’ ανάρτησης, τοποθετήθηκε η ευρύτερη έκταση των 603,22 στρεμμάτων, εντός της οποίας, όπως ελέχθη, βρίσκεται το ως άνω δημόσιο κτήμα, έκτασης 101,218 στρεμμάτων, το οποίο, όμως, ουδόλως ειδικότερα εντοπίζεται. Περαιτέρω, τα πρωτόκολλα καθορισμού αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση (αγρού) με αριθμούς .. και …/27-6-1974, που αφορούν στην έκταση των 101,218 στρεμμάτων, την έκδοση των οποίων το εκκαλούν επικαλείται ως διακατοχική πράξη του επι του επιδίκου γεωτεμαχίου, εκδόθηκαν σε βάρος των …… και κληρονόμων του …….., καθ’ ο χρόνο το επίδικο είχε ήδη περιέλθει λόγω αγοράς στην απώτερη δικαιοπάροχο των αιτούντων, …….., δυνάμει του ως άνω  συμβολαίου αγοράς και της πράξης εξόφλησης του τιμήματος, που είχαν μεταγραφεί νόμιμα στα οικεία βιβλία του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνος (βλ. τις με αριθμούς …./ 30-5-1969 και …./30-7-1973 πράξεις του μεταγραφοφύλακα Σαλαμίνας), στο οποίο συμβόλαιο προσαρτήθηκε και το προαναφερόμενο από Ιουλίου 1967 ρυμοτομικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού, …….., η οποία και το περιέλαβε στην κατοχή της, γεγονός που δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες κατά πόσο τα ως άνω πρωτόκολλα αφορούσαν όντως και το επίδικο ακίνητο, και κατ’ επέκταση κατά πόσο αυτό περιέχεται στην επίμαχη έκταση των 101,218 στρεμμάτων, σε συνδυασμό περαιτέρω και με το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι τόσο οι αιτούντες όσο και οι κατονομαζόμενοι ανωτέρω δικαιοπάροχοι τους (….. και ………) ουδέποτε ενοχλήθηκαν από το κυρίως παρεμβαίνον  κατά την άσκηση της νομής τους σε αυτό. Ειδικότερα, όπως αποδείχθηκε, η άμεση δικαιοπάροχος των αιτούντων, μητέρα τους, περιέλαβε αυτό ευθύς μετά την σύνταξη  του ως άνω αγοραπωλητηρίου συμβολαίου στη νομή της (βλ. αποδείξεις κατανάλωσης νερού ετών 1985- 1988), ενώ  ανήγειρε εντός αυτού με δικές της δαπάνες  ισόγειο οικία, την οποία ακολούθως νομιμοποίησε με την με αριθμό 43/3-3-1993 οικοδομική άδεια του τμήματος Πολεοδομίας της Νομαρχίας Πειραιά. Όπως δε προαναφέρθηκε, ήδη τμήμα αυτού ρυμοτομήθηκε με την νομίμως κυρωθείσα με αριθμό …/95 πράξη εφαρμογής της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης  και τη διορθωτική αυτής πράξη με αριθμό ……./2015, στον σχετικό πίνακα της οποίας έχουν καταχωρηθεί ως ιδιοκτήτες του ρυμοτομούμενου ακινήτου (επίδικου) οι αιτούντες, που εξόφλησαν και την αναλογούσα εισφορά τους σε χρήμα. Τέλος, επισημαίνεται ότι το κυρίως παρεμβαίνον αν και κατέθεσε σχετική δήλωση ιδιοκτησίας για το επίδικο ΚΑΕΚ, εν τούτοις δεν καταχωρήθηκε στο κτηματολόγιο ως κύριος του ακινήτου. Με βάση τα προεκτεθέντα δεν έχει δημιουργηθεί πλήρης δικανική πεποίθηση στο Δικαστήριο τούτο, αναφορικά με το δικαίωμα κυριότητας του κυρίως παρεμβαίνοντος επι του επιδίκου, και συνεπώς η κύρια παρέμβαση αυτού είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ παρέλκει η εξέταση της νομίμως προβληθείσας πρωτοδίκως εκ μέρους των αιτούντων και ήδη παραδεκτώς επαναπροβαλλόμενης με τις κατατεθείσες προτάσεις τους ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ένστασης εκ του άρθρου 4 ν. 3127/ 2003. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, αν και με διάφορη αιτιολογία που αντικαθίσταται με την αιτιολογία της παρούσας, και έκανε δεκτή την αίτηση ως ουσιαστικά βάσιμη και απέρριψε την κύρια παρέμβαση ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου ούτε εκτίμησε πλημμελώς  τις αποδείξεις, και τα όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζει το εκκαλούν με τους λόγους της εφέσεως του πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Κατόπιν τούτου, η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και  τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, (176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), αλλά μειωμένα, (22 αρθρ. 1 ν. 3693/1957, σε συνδ. με άρθρ. 7, 9 νδ 2698/1993), σύμφωνα με όσα ειδικότερα αναφέρονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει την έφεση κατά της με αριθμό  3864/2015  απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  με την παρουσία των διαδίκων.

Δέχεται  την έφεση τυπικά και απορρίπτει αυτήν κατ’ουσίαν.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σε βάρος του εκκαλούντος, και τα ορίζει  στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 11 Μαρτίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ