Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 164/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  164/2022

ΤΡΙΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα, Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Του καλούντος – εκκαλούντος : Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος κατοικοεδρεύει στην Αθήνα και από τον Διευθυντή του Β’ Τελωνείου Θεσσαλονίκης, όπου και κατοικοεδρεύει, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Δικαστική Πληρεξούσια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Βασιλική Τζίφα με έγγραφη δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Των καλουμένων – εφεσιβλήτων : 1) ……., 2) ……και 3) ………, εκ των οποίων ο πρώτος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και οι λοιποί εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Κωνσταντίνα Μπιθέλη με έγγραφη δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Το εκκαλούν άσκησε την με αρ. κατ. …/2008 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που ζήτησε να γίνει δεκτή.

Το Δικαστήριο με τη με αριθμό 4942/2011 οριστική του απόφαση δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το εκκαλούν με την με αρ. κατ. …/2014 έφεσή του, για την οποία με την με αρ. κατ. …./2019 κλήση ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης.

Οι   πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν  στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Νόμιμα, με την με αρ. κατ. …./2019 κλήση φέρεται προς συζήτηση η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αρ. 4942/2011 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.  Έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2, ως ίσχυε προ της αντικατάστασής του από το άρθρ. τρίτο του άρθρ. 1 του Ν. 4335/23.7.2015, που άρχισε να ισχύει για ένδικα μέσα που κατατίθενται από 1.1.2016 και μετά), χωρίς να κατατεθεί σχετικό παράβολο έφεσης, λόγω νόμιμης απαλλαγής του εκκαλούντος (Ελληνικό Δημόσιο). Πρέπει συνεπώς, να γίνει αυτή τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια, ως άνω, διαδικασία, σαν να ήταν παρών και ο πρώτος εφεσίβλητος, παρά την ερημοδικία του, ο οποίος, αν και κλήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα για να παραστεί κατά την αρχική συζήτηση της έφεσης στις 8.10.2020 (βλ. τις υπ’ αρ. .., …/9.10.2019 εκθέσεις του δικ. επ. …… περί επίδοσης του δικογράφου της έφεσης και της κλήσης στον αντίκλητο δικηγόρο του, …., που τον εκπροσώπησε ως πληρεξούσιος δικηγόρος του κατά τη συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιο δικαστηρίου – άρθρ. 6Α του διατάγματος της 26.6/10.7.1944 Κώδικα Νόμων Δικών Δημοσίου), κατά την οποία η συζήτηση αναβλήθηκε εκ του πινακίου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή αυτής της απόφασης, δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Για το παραδεκτό της συζήτησης, το εκκαλούν προσκόμισε νόμιμα τις προτάσεις του ως άνω απολειπόμενου διαδίκου, που κατέθεσε στην πρωτοβάθμια δίκη (ΚΠολΔ 524 παρ. 4).

Με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή του, το ενάγον και ήδη εκκαλούν, δανειστής του πρώτου εναγόμενου και ήδη εφεσίβλητου, έχων ληξιπρόθεσμη χρηματική απαίτηση εναντίον του, ύψους 1.202.054,20 ευρώ, από πολλαπλό τέλος μετά των νομίμων προσαυξήσεων, που επιβλήθηκε σε αυτόν με καταλογιστική πράξη του Δ/ντή του Β’ Τελωνείου Θεσσαλονίκης, λόγω λαθρεμπορίας, ζήτησε τη διάρρηξη των αναφερόμενων στην αγωγή εκ χαριστικής αιτίας απαλλοτριώσεων των μοναδικών του ακινήτων προς την εναγόμενη αδερφή του ………… και προς τους λοιπούς εναγόμενους, ήδη εφεσίβλητους, υιούς του, επειδή αυτή έγινε προς βλάβη του, προκειμένου να ματαιώσει την ικανοποίηση της αξίωσής του, αφού η υπόλοιπη περιουσία του δεν επαρκεί προς τούτο. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εκδίκασε την αγωγή και με την εκκαλουμένη απόφασή του έκανε δεκτή αυτήν ως προς την απαλλοτρίωση που έγινε προς την ……….. (αδερφή του), ενώ απέρριψε αυτήν, ως προς τις απαλλοτριώσεις που έγιναν προς τους λοιπούς εναγόμενους υιούς του, κατ’ ουσίαν, λόγω παραγραφής της αξίωσης, δεκτής γενομένης κατ’ ουσίαν της προβληθείσας εκ των εναγομένων σχετικής ένστασης. Το εκκαλούν με την υπό κρίση έφεσή του παραπονείται κατά της απόφασης αυτής, ως προς το απορριπτικό μέρος της, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και εν συνεχεία την εκδίκαση και την κατ ουσίαν αποδοχή της αγωγής.

Κατά το άρθρο 64 παρ. 1 του ΚΠολΔ, οι ανίκανοι να παρίστανται στο δικαστήριο με δικό τους όνομα εκπροσωπούνται από τους νόμιμους αντιπροσώπους τους και τέτοιοι, προκειμένου περί ανηλίκων οι οποίοι, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 127 του ΑΚ και 63 παρ. 1 του ΚΠολΔ, στερούνται του δικαιώματος αυτοπρόσωπης παράστασης, είναι οι γονείς τους, που από κοινού ασκούν τη γονική μέριμνα, η οποία περιλαμβάνει και την εκπροσώπησή τους, σύμφωνα με το άρθρο 1510 παρ. 1 του ΑΚ. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι η εκπροσώπηση του ανηλίκου γίνεται υποχρεωτικά και από τους δύο αυτούς γονείς, προς τους οποίους και πρέπει να επιδίδεται η κλήση για τη δικαστική παράσταση του ανηλίκου κατά το άρθρο 126 παρ. 1 εδ. β’ του ΚΠολΔ (ΑΠ 133/2009, ΑΠ 511/1989 δημ στη ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση από την εκτίμηση όλων των εγγράφων τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι με τις προτάσεις τους, καθώς επίσης και την υπ’ αρ. …./9.2.2021 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, πριν τη λήψη της οποίας κλητεύθηκε, για να παραστεί νομότυπα και εμπρόθεσμα το εκκαλούν (βλ. τις υπ’ αρ. …., …, …./4.2.2021 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών …. και ………), είτε για άμεση απόδειξη είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, που νομίμως προσκομίζουν επικαλούμενοι με τις προτάσεις τους οι εφεσίβλητοι, αποδείχτηκαν τα κάτωθι πραγματικά περιστατικά : Ο Διευθυντής του Β’ Τελωνείου Θεσσαλονίκης εξέδωσε σε βάρος του πρώτου εφεσίβλητου την υπ’ αριθμόν ……../18.12.2ΟΟΟ καταλογιστική πράξη, με την οποία του καταλόγισε προσωπικά πολλαπλό τέλος 400.000.000 δραχμών (ήδη 1.173.881 ευρώ) πλέον Τ.Χ. 8.000.000 δρχ. (23.477 ευρώ) και εισφορά υπέρ ΟΓΑ 1.600.ΟΟΟ δρχ. (4.695,42 ευρώ), ήτοι συνολικά 409.600.000 δρχ. (1.2Ο2.Ο54,2Ο ευρώ) και, επιπλέον, τον κατέστησε αλληλεγγύως υπεύθυνο για την καταβολή του συνολικά καταλογιζόμενου ποσού ύψους 456.170.750 δρχ. (ήδη 1.338.725,61 ευρώ) πλέον Τ.Χ. 9.123.415 δρχ. (26.774,51 ευρώ) και ΟΓΑ 1.824.683 δρχ. (5.354,90 ευρώ), ήτοι συνολικά 467.118.848 δρχ. (1.370.855,01 ευρώ). Το ως άνω πολλαπλό τέλος του επιβλήθηκε για τελωνειακή παράβαση λαθρεμπορίας 28.100 λίτρων ένυδρης αιθυλικής αλκοόλης. Η καταλογιστική πράξη επιδόθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2001 στον πρώτο εφεσίβλητο, ο οποίος άσκησε την από 5.3.2001 προσφυγή ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, καθώς και την από 30.4.2001 αίτηση αναστολής του άρθρου 200 Κ.Δοικ.Δικ. Επί της αίτησης αναστολής εκδόθηκε η με αριθμό 751/2001 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία ανεστάλη η εκτέλεση της καταλογιστικής πράξης μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της προσφυγής. Με την υπ’ αρ. 288/2004 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, απορρίφθηκε οριστικά η προσφυγή του. Ήδη, η απόφαση αυτή έχει καταστεί τελεσίδικη, αφού το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης με την υπ’ αριθμόν 229/2007 απόφασή του απέρριψε την ασκηθείσα από τον πρώτο εναγόμενο από 30.8.2004 έφεση κατά της άνω μνημονευόμενης οριστικής απόφασης και έτσι κατέστη τελεσίδικη η οφειλή του πρώτου εναγομένου εκ ποσού 1.202.054,20 ευρώ. Κατά το διάστημα που εκκρεμούσε σε βάρος του η υπ’ αριθμόν ………/18.12.2ΟΟΟ καταλογιστική πράξη και συγκεκριμένα στις 31 Ιουλίου 2003, ο πρώτος εναγόμενος προέβη στη μεταβίβαση περιουσιακών του στοιχείων με χαριστικές πράξεις. Ειδικότερα, α) με το υπ’ αριθμόν ……../31.7.2003 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………, που μεταγράφηκε νόμιμα στον Τόμο …. με αύξοντα αριθμό …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ελευσίνας, αυτός συνέστησε υπέρ της αδερφής του (…….., δεύτερης εναγόμενης στην αγωγή και μη διάδικος στη δίκη αυτή) δικαίωμα επικαρπίας λόγω δωρεάς εν ζωή επί ενός αγροκτήματος, έκτασης 3.550 τ.μ. που βρίσκεται στη θέση «………» της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Μαγούλας Αττικής και στην επαρχιακή οδό ……….., ήδη, με την εκκαλουμένη απόφαση, η απαλλοτρίωση αυτή έχει κριθεί ως καταδολιευτική και έχει διαρρηχθεί υπέρ του εκκαλούντος και β) με το υπ’ αριθμόν …../31.7.2003 συμβόλαιο γονικής παροχής της ιδίας ως άνω Συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο …. με αριθμό …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ελευσίνας, αυτός μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον ανήλικο κατά τον χρόνο της παροχής υιό του (…………), δεύτερο εφεσίβλητο, το 50% εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας επί του προπεριγραφόμενου κτήματος και την πλήρη κυριότητα του υπό στοιχεία Βήτα Κεφαλαίο (Β) διαμερίσματος, που βρίσκεται στο δεύτερο πάνω από το ισόγειο όροφο πολυκατοικίας κτισμένης επί οικοπέδου κείμενου στη θέση «….» και επί της οδού …. στον Πειραιά, επιφανείας 106 τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας 250/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου, παρακράτησε δε για τον εαυτό του το δικαίωμα οίκησης, ενώ με το ίδιο συμβόλαιο (5236/2003) μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον ανήλικο κατά τον χρόνο της παροχής υιό του (………), τρίτο εφεσίβλητο, το λοιπό 50% εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας επί του ίδιου αγροκτήματος, το 50% εξ αδιαιρέτου του υπό στοιχεία Δ3-Δ4 διαμερίσματος του τέταρτου πάνω από το ισόγειο ορόφου, μετά της αποκλειστικής χρήσης των υπό στοιχεία P-9 και P-13 χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων πυλωτής, που κείται σε πολυκατοικία κτισμένη επί οικοπέδου στην περιοχή «…….» στο Δήμο Χαϊδαρίου Αττικής και επί της οδού ……….., επιφανείας 126 τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας 77,894/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου και το 50% εξ αδιαιρέτου της υπό στοιχεία Y-12 αποθήκης υπογείου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, εμβαδού 8,90 τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας 1/1000 επί του οικοπέδου, παρακράτησε δε για τον εαυτό του το δικαίωμα οίκησης επί των άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών. Η αντικειμενική αξία των μεταβιβασθέντων δικαιωμάτων επί των ακινήτων αυτών ανερχόταν στο ποσό των 99.545,36 ευρώ, κατά τον χρόνο υπογραφής των συμβολαίων. Μετά τις παραπάνω απαλλοτριώσεις, ο πρώτος εφεσίβλητος κατέστη αναξιόχρεος, εφόσον δεν διαθέτει άλλη εμφανή κινητή ή ακίνητη περιουσία. Εν γνώσει του δε, αποστερήθηκε της μοναδικής εμφανούς του περιουσίας και μάλιστα σε χρόνο που, αναμφίβολα, ήταν ήδη γεννημένες και ληξιπρόθεσμες οι αξιώσεις του εκκαλούντος εναντίον του, αφού γνώριζε την ως άνω οφειλή του προς το Ελληνικό Δημόσιο, γι’ αυτό, άλλωστε, άσκησε στις 5.3.2001 προσφυγή κατά της σχετικής καταλογιστικής πράξης και αίτηση αναστολής (30.4.2001), εξυφαίνοντας έτσι μεθοδικά το σχέδιό του, αρχικά, να πετύχει αναστολή εκτέλεσης είσπραξης του οφειλόμενου ποσού, στη συνέχεια, την εξ αυτού του λόγου λήψη της σχετικής φορολογικής ενημερότητας για εκποίηση και τέλος, την απαλλοτρίωση των μοναδικών ως άνω εμφανών περιουσιακών του στοιχείων. Επομένως προέβη στις ως άνω απαλλοτριώσεις με φανερή πρόθεση ματαίωσης της ικανοποίησης της απαίτησης του εκκαλούντος. Με βάση τα ανωτέρω το εκκαλούν ενάγον είχε εναντίον του πρώτου εφεσίβλητου εναγομένου γεγενημένη απαίτηση κατά το χρόνο των απαλλοτριώσεων και ληξιπρόθεσμη, κατά την πρώτη συζήτηση της αγωγής (11.5.2011). Οι δε εφεσίβλητοι εναγόμενοι (υιοί του) είχαν και πραγματική γνώση της προθέσεως βλάβης των συμφερόντων του εκκαλούντος ενάγοντος, λόγω της γνώσης των νομίμων αντιπροσώπων τους – γονέων τους (ήτοι του ίδιου του πρώτου εφεσίβλητου οφειλέτη και της μητέρας τους …………, που συμβλήθηκαν στο ως άνω συμβόλαιο εκπροσωπώντας τα), παρότι, βέβαια, εν προκειμένω δεν απαιτείται γνώση των υπέρ ων οι απαλλοτριώσεις λόγω της χαριστικής αιτίας αυτών (γονική παροχή, ΑΚ 942 – βλ. ΑΠ 914/2020, ΑΠ 1382/2019, ΑΠ 28/2017 δημ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός των εφεσιβλήτων ότι το εκκαλούν αδράνησε επί μακρό χρονικό διάστημα στην άσκηση του δικαιώματος διάρρηξης, ότι η αξία των επίδικων απαλλοτριώσεων είναι δυσανάλογα μικρή σε σχέση με την απαίτηση και ότι η διάρρηξη των ως άνω μεταβιβάσεων θα ικανοποιήσει μικρό μέρος της απαίτησης, γι’ αυτό και η ένδικη αγωγή ασκείται καταχρηστικά, πρέπει να απορριφθεί, ως μη νόμιμος, γιατί μόνη η μακροχρόνια αδράνεια καθώς και το ότι η διάρρηξη των εν λόγω απαλλοτριώσεων άγει σε μερική (έστω και μικρή σε σχέση με το οφειλόμενο ποσό) ικανοποίηση της αξίωσης του εκκαλούντος δεν αποτελεί προφανή υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης, των χρηστών ηθών και του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού του δικαιώματος διάρρηξης των καταδολιευτικών δικαιοπραξιών. Επίσης, οι εφεσίβλητοι προέβαλαν και τον ισχυρισμό ότι οι επίδικες μεταβιβάσεις έγιναν από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον και, προεχόντως, αντί καταβολής διατροφής για τα ανήλικα τέκνα, που ο πρώτος εφεσίβλητος δεν κατέβαλε ποτέ, παρότι είχε σχετική υποχρέωση, λόγω διακοπής της έγγαμης συμβίωσης με τη μητέρα τους από το έτος 1992 και του μετέπειτα διαζυγίου τους. Ο ισχυρισμός αυτός είναι μη νόμιμος, αφού η δόση αντί καταβολής, δηλαδή η παροχή κάποιου άλλου πράγματος (εν προκειμένω εμπραγμάτου δικαιώματος σε ακίνητο) αντί του οφειλόμενου χρηματικού ποσού της διατροφής εμπίπτει στην έννοια καταδολιευτικής απαλλοτρίωσης (ΑΚ 940 τελευταίο εδφ.). Επιπλέον δε, πρέπει να απορριφθεί και ο ισχυρισμός περί γενομένων μεταβιβάσεων εξ ηθικού καθήκοντος, καθόσον ο καταδολιευτικός χαρακτήρας των ένδικων απαλλοτριώσεων δεν αναιρείται από την τυχόν επιδίωξη εκ μέρους του πρώτου εφεσίβλητου και άλλων σκοπών, όπως η εκπλήρωση ηθικής του υποχρέωσης έναντι των τέκνων του (βλ. ΑΠ 1116/2018, ΑΠ 207/2007, ΑΠ 1796/2006 δημ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω οι εφεσίβλητοι επαναπροβάλλουν παραδεκτώς και τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό περί παραγραφής της αξίωσης για διάρρηξη των ενδίκων απαλλοτριώσεων, επικαλούμενοι ότι η επίδοση της αγωγής ουδέποτε έγινε νομότυπα και έτσι δεν διεκόπη ποτέ ο χρόνος παραγραφής. Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται ότι η ένδικη αγωγή τούς επιδόθηκε με θυροκόλληση στη διεύθυνση ……. στον Πειραιά, στις 31.7.2008, ενώ τότε αυτοί κατοικούσαν, ο τρίτος εφεσίβλητος μαζί με τη μητέρα του στον Άλιμο Αττικής, στην οδό ………. και ο δεύτερος, από τον Αύγουστο του 2004, στη Λευκωσία Κύπρου, όπου νυμφεύθηκε και παρέμεινε συνεχώς έως τον Αύγουστο του 2009, οπότε και επέστρεψε στην Ελλάδα. Ο ισχυρισμός των εφεσιβλήτων είναι μη νόμιμος, γιατί : Α) Σχετικά με τον δεύτερο εφεσίβλητο (….), η αγωγή επιδόθηκε σ’ αυτόν, στις 31.7.2008, στην διεύθυνση κατοικίας του, που ήταν στον Πειραιά, στην οδό ……….. Ότι αυτή ήταν η κατοικία του ενισχύεται και από το με αρ. πρ. …./3.10.2016 έγγραφο της Δ’ Δ.Ο.Υ. Πειραιά σε συνδυασμό με τα ΦΕΚ 2215/2.4.2007, ΦΕΚ 12404/3.11.2008 τ. ΑΕ & ΕΠΕ, σύμφωνα με τα οποία ο …… ήταν Αντιπρόεδρος της εταιρείας …….. . και η διεύθυνση κατοικίας του ήταν η ως άνω (Πειραιάς ……..). Το ανωτέρω δεν αντικρούονται από το με φερόμενη ημερομηνία 1.8.2004 ενοικιαστήριο μετά των σχετικών αποδείξεων καταβολής μισθωμάτων (βλ. τα από 1.8.2004, 1.9.2004, 25.7.2007 και 31.7.2009 αποδείξεις καταβολής και το σχετικό ενοικιαστήριο, όλα έγγραφα μη βέβαιης χρονολογίας), το πιστοποιητικό τέλεσης γάμου του Δήμου Αραδίππου της Κύπρου με σχετική βεβαίωση διαμονής (…….. Λευκωσίας Κύπρου), της από 10.1.2011 βεβαίωσης του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως περί μόνιμης διαμονής του ανωτέρω εφεσίβλητου στη Λευκωσία για το διάστημα Αύγουστος 2004 έως Αύγουστο 2009 ως φοιτητής του Τμήματος Μηχανολογίας, Μηχανικός και Μηχανικός Παραγωγής του Πανεπιστημίου της Κύπρου (χειμερινό εξάμηνο 2004/05 έως Εαρινό εξάμηνο 2008/09, βλ. σχετική από 10.1.2011 βεβαίωση του Πανεπιστημίου Κύπρου), καθώς η μόνιμη κατοικία του δεύτερου εφεσίβλητου, δηλαδή η πραγματική και μόνιμη εγκατάστασή του, εξακολουθούσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα, που κατά διαστήματα διέμενε προσωρινά για λόγους σπουδών στην Κύπρο, να είναι η Ελλάδα και συγκεκριμένα ο Πειραιάς στην οδό ……….. Το διάστημα της προσωρινής του διαμονής στην Κύπρο ήταν για μικρά, όχι συνεχόμενα, χρονικά διαστήματα, μόνο όσα απαιτούνταν για τις ανάγκες της φοίτησής του, και με τη λήξη αυτών επανήλθε στην Ελλάδα, όπου πλέον, από το 2009, ήταν εκτός από τόπος κατοικίας του και τόπος διαμονής του. Β) Σχετικά με τον τρίτο εφεσίβλητο (………….), που κατά το χρόνο της επίδοσης της αγωγής (31.7.2008) ήταν ανήλικος (γεννημένος το έτος 1991), αυτή έπρεπε να γίνει στους εκ του νόμου νόμιμους εκπροσώπους του, που ήταν και οι δύο γονείς του, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω μείζονα σκέψη. Όπως προκύπτει από τις με αρ. … και …./31.7.2008 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. επιμ. ………., η αγωγή επιδόθηκε και στους δύο γονείς του ανηλίκου, που τότε είχαν τη γονική μέριμνα αυτού, ήτοι στον πατέρα του (πρώτο εφεσίβλητο, ……….), υπό τη διπλή ιδιότητά του (ατομικά για τον εαυτό του αλλά και για λογαριασμό του ανηλίκου), όπως αποδεικνύεται από το επιδοθέν δικόγραφο της αγωγής, αλλά και στη μητέρα του ανηλίκου για λογαριασμό του ανηλίκου. Και οι δύο επιδόσεις έγιναν στις διευθύνσεις κατοικίας των γονέων του ανηλίκου (του πατέρα, στην οδό ……… στο Πειραιά και της μητέρας, στην οδό ……….στον Άλιμο Αττικής, που δεν αμφισβητούνται), ως έπρεπε σύμφωνα με το νόμο. Συνεπώς η επίδοση της αγωγής έγινε κανονικά σε όλους τους εφεσίβλητους στις διευθύνσεις κατοικίας τους, του δε ανηλίκου στις διευθύνσεις κατοικίας των νομίμων αντιπροσώπων του γονέων του. Από το χρόνο δε που έλαβαν χώρα οι απαλλοτριώσεις (31.7.2003) έως την άσκηση της αγωγής (που ολοκληρώθηκε με τη νόμιμη επίδοση αυτής στις 31.7.2008) δεν παρήλθε χρονικό διάστημα μείζον της πενταετίας και επομένως η σχετική αξίωση του εκκαλούντος για διάρρηξη των ως άνω καταδολιευτικών απαλλοτριώσεων δεν έχει υποπέσει σε παραγραφή και η σχετική ένσταση των εφεσιβλήτων έπρεπε και πρωτοδίκως να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Ενόψει όλων των ανωτέρω, αποδείχθηκε η συνδρομή όλων των κατά νόμο απαιτούμενων προϋποθέσεων για τη ολική διάρρηξη των επίδικων απαλλοτριώσεων υπέρ του εκκαλούντος ενάγοντος. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε κατ’ ουσίαν την αγωγή ως προς τους εφεσίβλητους για τις ως άνω επίδικες απαλλοτριώσεις, δεχόμενο κατ’ ουσίαν την προβληθείσα εκ μέρους τους ένσταση παραγραφής, θεωρώντας ότι η επίδοση της αγωγής στους δεύτερο και τρίτο εφεσίβλητους δεν έγινε σύννομα, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων και στην εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και πρέπει να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να διακρατηθεί η υπόθεση, να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν η αγωγή, απορριπτομένης της σχετικής ένστασης περί παραγραφής των εφεσιβλήτων και όλων των ως άνω ενστάσεων που κρίθηκαν απορριπτέες, και να διαρρηχθούν οι ως άνω καταδολιευτικές απαλλοτριώσεις υπέρ του εκκαλούντος ενάγοντος, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος πρέπει να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι – εναγόμενοι στη δικαστική δαπάνη του εκκαλούντος – ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 183, 176), μειωμένα όμως σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ μετά την εισαγωγή του ΚΠολΔ (ΕισΝ αρ. 18) και να καθορισθεί το σχετικό παράβολο ερημοδικίας για τον πρώτο απολειπόμενο εφεσίβλητο, αφού και αυτός, παρότι αναγκαίος ομόδικος, έχει δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας (αρθρ. 76 παρ. 1, 501 ΚΠολΔ, βλ. ΑΠ 963/2020, ΑΠ 327/2020, 239/2020 δημ. ΝΟΜΟΣ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του πρώτου εφεσιβλήτου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Δέχεται την έφεση.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 4942/2011 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Διακρατεί την υπόθεση και δικάζοντας επί της αγωγής.

Δέχεται αυτήν.

Απαγγέλει τη διάρρηξη ως προς το εκκαλούν ενάγον όλων των δικαιοπραξιών που έγιναν με το υπ’ αριθμόν …./31.7.2003 συμβόλαιο γονικής παροχής της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………., που μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο …. με αριθμό …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ελευσίνας, με το οποίο α) ο πρώτος εφεσίβλητος μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον ανήλικο κατά τον χρόνο της παροχής υιό του (………), δεύτερο εφεσίβλητο, το 50% εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας ενός αγροκτήματος, 3.550 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση ……… της κτηματικής περιφέρειας της Κοινότητας Μαγούλας Αττικής και στην επαρχιακή οδό ………και την πλήρη κυριότητα του υπό στοιχεία Βήτα Κεφαλαίο (Β) διαμερίσματος, που βρίσκεται στο δεύτερο πάνω από το ισόγειο όροφο πολυκατοικίας κτισμένης επί οικοπέδου κείμενου στη θέση «….» και επί της οδού …. στον Πειραιά, επιφανείας 106 τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας 250/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου, παρακράτησε δε για τον εαυτό του (ο πρώτος εφεσίβλητος) το δικαίωμα οίκησης και β) με το ίδιο συμβόλαιο (…./2003), ο ίδιος δικαιοπάροχος (πρώτος εφεσίβλητος) μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής στον ανήλικο κατά τον χρόνο της παροχής υιό του (………..), τρίτο εφεσίβλητο, το λοιπό 50% εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας επί του ίδιου ως άνω αγροκτήματος, το 50% εξ αδιαιρέτου του υπό στοιχεία Δ3-Δ4 διαμερίσματος του τέταρτου πάνω από το ισόγειο ορόφου, μετά της αποκλειστικής χρήσης των υπό στοιχεία P-9 και P-13 χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων πυλωτής, που κείται σε πολυκατοικία κτισμένη επί οικοπέδου στην περιοχή «Δαφνί» στο Δήμο Χαϊδαρίου Αττικής και επί της οδού ………., επιφανείας 126 τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας 77,894/1000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου και το 50% εξ αδιαιρέτου της υπό στοιχεία Y-12 αποθήκης υπογείου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, εμβαδού 8,90 τ.μ. και με ποσοστό συνιδιοκτησίας 1/1000 επί του οικοπέδου, παρακράτησε δε για τον εαυτό του (ο πρώτος εφεσίβλητος) το δικαίωμα οίκησης επί των άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών.

Καταδικάζει τους εφεσίβλητους – εναγόμενους στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εκκαλούντος – ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, που καθορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Πειραιά στις 3 Φεβρουαρίου 2022  και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του, σε έκτακτη συνεδρίαση, στις  21 Μαρτίου 2022   με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.

 Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ