Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 149/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης  149 /2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ……….. για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ των κάτωθι αναφερομένων:

Α. Του εκκαλούντος ενάγοντος: ………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Ελένη Καλογιάννη – Κοντοσέα.

Της εφεσίβλητης εναγομένης:   εταιρείας ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Κουντούρη.

Β. Της εκκαλούσας εναγομένης:   εταιρείας ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Κουντούρη.

Του εφεσιβλήτου ενάγοντος: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Ελένη Καλογιάννη – Κοντοσέα.

Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 13.12.2018 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………../18.12.2018) αγωγή του, την οποία άσκησε ενώπιον  του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Επί της προαναφερθείσας αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’αριθμ.903/2020 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη.

Ο εν μέρει ηττηθείς στον πρώτο βαθμό ενάγων με την από 30.6.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ………./20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ………./21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου), ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεσή του, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 18ης.2.2021, κατά την οποία η συζήτηση αυτής ματαιώθηκε εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 11.2.2021 έως 22.3.2021, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση, κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της έφεσής του κεφάλαια αυτής, που τον βλάπτουν.

Η εν μέρει ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό εναγόμενη ναυτική εταιρεία με την από 21.9.2020 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……./22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……/22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου), ασκηθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έφεσή της, η οποία προσδιορίσθηκε προς συζήτηση επίσης για τη δικάσιμο της 18ης.2.2021 κατά την οποία η συζήτηση αυτής ομοίως ματαιώθηκε εξαιτίας της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 για το χρονικό διάστημα από 11.2.2021 έως 22.3.2021, επίσης προσβάλλει την ως άνω πρωτόδικη απόφαση κατά τα αναφερόμενα στο εφετήριο κεφάλαια αυτής, που την βλάπτουν.

Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω δικογράφων στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στην αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, που προσδιορίσθηκε αυτεπαγγέλτως με την υπ’αριθμ.87/2021 Πράξη της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή του ιδίου Δικαστηρίου Σπυριδούλα Μακρή, Πρόεδρο Εφετών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 21 του ν.4786/2021, κατόπιν της ματαίωσης της συζήτησής τους κατά την αρχικά προσδιορισθείσα δικάσιμο και την εκφώνησή τους με τον προσήκοντα τρόπο από τη σειρά του οικείου πινακίου, εμφανίσθηκαν οι ανωτέρω πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι και αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι κάτωθι αναφερόμενες αντίθετες εφέσεις: α) Η από 30.6.2020  (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……../20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……../21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος στον πρώτο βαθμό ενάγοντος της ασκηθείσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς από 13.12.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../18.12.2018) αγωγής σε βάρος της εφεσίβλητης ναυτικής εταιρείας, και β) η από  21.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ………/22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……../22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της ομοίως εν μέρει ηττηθείσας πρωτοδίκως εναγομένης της ανωτέρω αγωγής, αμφότερες στρεφόμενες κατά της εκδοθείσας επί της αγωγής αυτής υπ’αριθμ. 903/2020 οριστικής απόφασης του προαναφερθέντος Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης και μείωση των εξόδων (άρθρα 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 εδαφ.α΄του ΚΠολΔ).

Η εκ των συνεκδικαζομένων εφέσεων από 30.6.2020  (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……../20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……/21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος στον πρώτο βαθμό ενάγοντος κατά της υπ’αριθμ. 903/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων της πρωτοβάθμιας δίκης, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, επί της ασκηθείσας κατά της εφεσίβλητης, ναυτικής εταιρείας, από 13.12.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………./18.12.2018) αγωγής του ανωτέρω εκκαλούντος, διώκοντος την επιδίκαση διαφόρων χρηματικών απαιτήσεών του, συνολικού ποσού 25.078,33 ευρώ, πλέον τόκων, απορρεουσών από συμβάσεις ναυτολόγησής του με την ειδικότητα του ναύτη σε πλοίο, πλοιοκτησίας της εναγομένης, καταρτισθεισών μεταξύ τους και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 5.576,8 ευρώ νομιμοτόκως και μέρος της δικαστικής του δαπάνης, το ύψος της οποίας προσδιορίσθηκε στο ποσό των 250 ευρώ, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.1 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 20.7.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………./20.7.2020), ήτοι προ της επίδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης στην εναγόμενη, που έλαβε χώρα στις 27.7.2020, με την επιμέλεια του ενάγοντος, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από τον τελευταίο υπ’αριθμ………/27.7.2020 έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικής Επιμελήτριας …….., αλλά εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της πρωτόδικης απόφασης (3.3.2020) και δεν συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), και με την οποία πλήττονται τα ειδικότερα αναφερόμενα στο εφετήριο κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης, που βλάπτουν τον εκκαλούντα, να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Η εκ των συνεκδικαζομένων εφέσεων από 21.9.2020 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ………../22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ………/22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση της ομοίως εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό εναγομένης της ανωτέρω αγωγής κατά της αυτής πρωτόδικης απόφασης έχει επίσης ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511,513 παρ. 1 εδαφ.β΄, 516 παρ.1, 517, 518 παρ.2 και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 22.9.2020  (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………/22.9.2020) ήτοι εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση στην ανωτέρω εκκαλούσα της προσβαλλόμενης απόφασης, που έγινε στις 27.7.2020 κατά τα προεκτεθέντα, του χρονικού διαστήματος από 1 έως 31 Αυγούστου 2020 μη συνυπολογιζομένου για την προθεσμία αυτή (άρθρο 147 παρ.2 του ΚΠολΔ) και δεν συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ για το παραδεκτό της, μολονότι ασκήθηκε μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν. 4055/2012, δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου της § 4 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, λόγω της φύσης της διαφοράς ως εργατικής. Πρέπει, επομένως, η ανωτέρω έφεση, η οποία αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι καθ’ύλην, κατά τόπον και λειτουργικά αρμόδιο προς εκδίκασή της (άρθρο 19 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), και με την οποία ομοίως πλήττονται τα ειδικότερα αναφερόμενα στο εφετήριο κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης, που βλάπτουν την εκκαλούσα, να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την αυτή (ειδική) διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (άρθρα 532, 533 § 1 και 591 § 1 εδαφ.α΄ του ΚΠολΔ).

Ο ενάγων, Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, με την από 13.12.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………../18.12.2018) αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ισχυρίσθηκε ότι σε εκτέλεση συμβάσεων παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκαν άτυπα μεταξύ αυτού και του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, ναυτικής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου, με την ονομασία «ΑΠ» στις 5.4.2017, στις 22.4.2017 και στις 26.3.2018, επιβιβάσθηκε στο εν λόγω πλοίο, ναυτολογήθηκε αυθημερόν με την ειδικότητα του ναύτη από τον πλοίαρχο, αντί των όρων και των αποδοχών, που προβλέπονται στη Σ.Σ.Ν.Ε. για τα Πληρώματα των Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017 (όσον αφορά τις δύο πρώτες συμβάσεις του) και της αντίστοιχης του έτους 2018 (αναφορικά με την κατά σειράν τρίτη), και προσέφερε τις υπηρεσίες του σ’αυτό, συνεχώς και καθημερινά, κατά τα χρονικά διαστήματα α) από 5.4.2017 έως και 11.4.2017, όταν και απολύθηκε «λόγω αδείας», β) από 22.4.2017 έως 9.10.2017, οπότε και απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει» του ιδίου και του πλοιάρχου, και γ) από 26.3.2018 έως 26.6.2018 όταν και αποναυτολογήθηκε «λόγω ασθενείας» αντίστοιχα. Ότι κατά τη διάρκεια των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του στο εν λόγω πλοίο (πλην του χρονικού διαστήματος από 5.4.2017 έως 7.4.2017, όταν και διενεργήθηκαν στο πλοίο εργασίες συντήρησης και επισκευής, στις οποίες και συμμετείχε, εργασθείς επί οκτάωρο καθημερινά),  κατά τα οποία το πλοίο εκτελούσε τα ειδικότερα αναφερόμενα στο δικόγραφο (με τη μορφή πινάκων) ανά επιμέρους περιόδους εντός των ετών 2017 και 2018 τακτικά κυκλικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια, με αφετηρία το λιμένα της Ραφήνας και προορισμού ανάλογα με το εκάστοτε δρομολόγιο τους λιμένες διαφόρων νήσων των Κυκλάδων, με προσέγγιση στο ενδιάμεσο εκάστου δρομολογίου άλλων λιμένων επίσης νήσων των Κυκλάδων, τινά εκ των οποίων υπερέβαιναν τις 12 ώρες, απασχολείτο ανελλιπώς όλες τις ημέρες της εβδομάδας, των Σαββάτων, Κυριακών και αργιών των διαστημάτων αυτών συμπεριλαμβανομένων, επί 14 ώρες κατά μέσο όρο ημερησίως, ήτοι επί 6 ώρες υπερωριακά κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και επί 14 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες, εκτελώντας τα καθήκοντα της ειδικότητάς του, που εκθέτει στην αγωγή.  Ότι διατηρεί σε βάρος της εναγομένης αξιώσεις από τις ως άνω συμβάσεις λόγω της μη καταβολής σ’αυτόν α) του συνολικού ποσού των 11.266,01 ευρώ, το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, συνιστά την οφειλόμενη διαφορά της αμοιβής του για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις κατ’αριθμό προσδιοριζόμενες στο δικόγραφο καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και Κυριακές, αλλά και τα ομοίως προσδιοριζόμενα Σάββατα και αργίες των χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης, β) του ποσού των 116,51 ευρώ, το οποίο διατείνεται ότι δικαιούται να λάβει ως διαφορά δεδουλευμένων αποδοχών του για το έτος 2018, γ) του συνολικού ποσού των 2.510,90 ευρώ, ως της οφειλομένης διαφοράς των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα των ετών 2017 και 2018, δ) του συνολικού ποσού των 10.698,75 ευρώ,  το οποίο ζητείται ως διαφορά της προβλεπομένης στις επικαλούμενες ως εφαρμοστέες στις εργασιακές του συμβάσεις Σ.Σ.Ν.Ε. πρόσθετης αμοιβής λόγω της εκτέλεσης από το πλοίο των προσδιοριζομένων στο δικόγραφο δρομολογίων εξπρές κατά τις επίσης αναφερόμενες στην αγωγή ημερομηνίες των ωσαύτως διαλαμβανομένων επιμέρους χρονικών περιόδων των διαστημάτων των ναυτολογήσεών του και τέλος ε) του ποσού των 486,16 ευρώ, που του οφείλεται ως διαφορά μισθών ασθενείας, σύμφωνα με τα αναλυτικά στην αγωγή εκτιθέμενα για τη στοιχειοθέτηση εκάστου κονδυλίου. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε να υποχρεωθεί η αντίδικός του να του καταβάλει το συνολικό ποσό των ως άνω χρηματικών απαιτήσεών του, ανερχόμενο σε 25.078,33 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από της λύσης της τελευταίας κατά σειράν εργασιακής του σύμβασης, που έλαβε χώρα στις 26.6.2018, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, και να καταδικασθεί στη δικαστική του δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, η υπ’αριθμ.903/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 3.497,58 ευρώ, ως οφειλόμενη διαφορά αμοιβής για την παρασχεθείσα υπερωριακή του εργασία, αφού έγινε δεκτό από την εκτίμηση των αποδείξεων ότι ο τελευταίος απασχολήθηκε στο εν λόγω πλοίο, με την ειδικότητα του ναύτη, κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του σ’αυτό, επί 11 ώρες ημερησίως, κατά τις ειδικότερα κατ’αριθμό προσδιοριζόμενες στην απόφαση καθημερινές, Κυριακές, Σάββατα και αργίες των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων, ήτοι ότι εργάθηκε υπερωριακά επί 3 ώρες ημερησίως κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές και επί 11 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες, το ποσό των 680,19 ευρώ ως οφειλόμενη διαφορά επιδομάτων εορτών του έτους 2017, το ποσό των 114,35 ευρώ, ως διαφορά των ιδίων επιδομάτων για το έτος 2018 και το συνολικό ποσό των 1.295,12 ευρώ ως διαφορά αμοιβής για την εκτέλεση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, κατόπιν των παραδοχών ότι το συγκεκριμένο πλοίο αποτελούσε κυρίως ημερόπλοιο, καθώς και ότι ως δρομολόγιο εξπρές, για το οποίο ο ενάγων δικαιούται της προβλεπομένης στις Σ.Σ.Ν.Ε., που κρίθηκε ότι τυγχάνουν εν προκειμένω εφαρμογής με βάση τη συμφωνία των διαδίκων για τον υπολογισμό των αποδοχών του, νοείται μόνον εκείνο από τα εβδομαδιαία, τακτικά, κυκλικά, ακτοπλοϊκά δρομολόγια του πλοίου, το οποίο επεκτεινόταν κατά τις νυκτερινές ώρες, και δη από ώρα 23.00 έως ώρα 7.00 της επόμενης ημέρας, ενώ τα κονδύλια της διαφοράς μισθών ασθενείας και της διαφοράς δεδουλευμένων αποδοχών του έτους 2018 απορρίφθηκαν εν όλω ως ουσιαστικά αβάσιμα, διότι έγινε δεκτό ότι έχουν πλήρως και ολοσχερώς εξοφληθεί με καταβολές της εναγομένης κατά παραδοχήν σχετικών ενστάσεων της τελευταίας. Με την ίδια ως άνω οριστική απόφαση υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το σύνολο των επιμέρους ποσών, που έγινε δεκτό ότι του οφείλονται, ανερχόμενο σε 5.576,8 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του (26.6.2018) μέχρι την εξόφληση, πλην του ποσού, το οποίο κρίθηκε ότι δικαιούται να λάβει ως διαφορά δώρου Χριστουγέννων του έτους 2018, και ως προς το οποίο ορίσθηκε ως ημερομηνία έναρξης της τοκοφορίας του η 1η.1.2019. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται αμφότεροι οι διάδικοι, ως εν μέρει ηττηθέντες στον πρώτο βαθμό, έχοντας έννομο συμφέρον, που απορρέει από τη βλάβη τους, η οποία προκύπτει αμέσως από το διατακτικό της ως άνω απόφασης, με τις συνεκδικαζόμενες με την παρούσα απόφαση εφέσεις τους. Ειδικότερα: 1) Ο ενάγων άσκησε κατά της ως άνω απόφασης την από 30.6.2020  (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. δικογρ……../20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ. ………../21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή του, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του α) επί του αγωγικού κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής για παρασχεθείσα υπερωριακή εργασία και συγκεκριμένα όσον αφορά τα αποδεικτικά πορίσματα της εκκαλουμένης επί των ωρών της ημερήσιας απασχόλησής του στο πλοίο της εναγομένης κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του σ’αυτό, σύμφωνα με τα οποία εργαζόταν καθημερινά επί 11 και όχι επί 14 ώρες, όπως ισχυρίσθηκε με την αγωγή του, με αποτέλεσμα το ως άνω κονδύλιο να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ουσίαν βάσιμο, β) επί των κονδυλίων της διαφοράς των δώρων εορτών των ετών 2017 και 2018, ως προς τα οποία επίσης η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας και για τον υπολογισμό των οποίων κρίθηκε ότι οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονταν σε μικρότερα των αναφερομένων στην αγωγή ποσών, διότι κατά τους ισχυρισμούς του, αφενός μεν συμπεριλήφθηκαν σε αυτές χαμηλότερα ποσά ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με αυτά, που πράγματι δικαιούται να λάβει, αφετέρου δε δεν συμπεριλήφθηκε το ποσό, το οποίο κάθε μήνα του καταβαλλόταν ανελλιπώς από την εναγόμενη ως επίδομα ιματισμού, και γ) επί του επίσης γενομένου εν μέρει δεκτού ως κατ’ουσίαν βάσιμου κονδυλίου της αμοιβής του για την εκτέλεση από το πλοίο της εναγομένης δρομολογίων εξπρές, ως προς το οποίο πλήττονται οι παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης και από πλευράς εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των σχετικών διατάξεων των εν προκειμένω κριθεισών ως εφαρμοστέων Σ.Σ.Ν.Ε., που καθορίζουν την έννοια του δρομολογίου αυτού, σύμφωνα με τις οποίες (παραδοχές) τέτοιο δρομολόγιο συνιστά μόνον αυτό από τα κυκλικά δρομολόγια του πλοίου, που επεκτεινόταν κατά τις νυκτερινές ώρες, ενώ, κατά τα διαλαμβανόμενα στην έφεση, εάν ορθά εφαρμόζονταν και ερμηνεύονταν οι εν λόγω διατάξεις, θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι όλα τα κυκλικά δρομολόγια, που πραγματοποιούσε το πλοίο αυτό εβδομαδιαίως πέραν των πέντε (5), τινά εκ των οποίων υπερέβαιναν τις 12 ώρες και τινά όχι, υπάγονται στην έννοια του δρομολογίου εξπρές, για το οποίο και δικαιούται της προβλεπόμενης πρόσθετης αμοιβής, και επιπροσθέτως προσάπτονται αιτιάσεις και όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού, που έγινε δεκτό ότι του οφείλεται ως τέτοια αμοιβή, διότι, όπως διατείνεται, τούτο υπολογίσθηκε εσφαλμένα επί τη βάσει μικρότερου ποσού συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, συμπεριληφθέντος σ’αυτό χαμηλότερου ποσού ως μέσου όρου της αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση σε σχέση με το πράγματι οφειλόμενο, αφετέρου δε μη συμπεριληφθέντος του ποσού, που εισέπραττε κάθε μήνα ως επίδομα ιματισμού κατά τα προεκτεθέντα. Ζητείται δε με την εν λόγω έφεση η εξαφάνιση της ως άνω απόφασης κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια αυτής, που βλάπτουν τον εκκαλούντα, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και αναδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει καθ’ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του ως κατ’ουσίαν βάσιμη, με την επισήμανση ότι η απορριπτική κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί των κεφαλαίων της εκκαλουμένης που αφορούν στα κονδύλια της διαφοράς δεδουλευμένων αποδοχών του έτους 2018 και της διαφοράς μισθών ασθενείας, καθώς και η κρίση του επί των εφαρμοστέων κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο πλοίο Σ.Σ.Ν.Ε. και επί του χρόνου έναρξης της τοκοφορίας των επιδικασθέντων χρηματικών ποσών, δεν προσβάλλονται ειδικά από τον ενάγοντα με λόγο έφεσης. 2) Η εναγόμενη άσκησε την από  21.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ.δικογρ………./22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……../22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσή της, με την οποία πλήττει αυτήν για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται στο εφετήριο και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αναφορικά με την κρίση του α) επί του κονδυλίου της διαφοράς της αμοιβής της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, ως προς το οποίο ειδικότερα ισχυρίζεται ότι εάν είχαν εκτιμηθεί ορθά τα προσαχθέντα από την ίδια αποδεικτικά μέσα, που κατονομάζει, και ληφθεί υπόψη το μέγεθος, η χωρητικότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πλοίου της, τα οποία επίσης παραθέτει στην έφεση, θα είχε γίνει δεκτό ότι αυτός ουδέποτε εργάσθηκε υπερωριακά, άλλως και σε κάθε περίπτωση ότι, για την όποια τυχόν υπερωριακή του απασχόληση για την αντιμετώπιση εξαιρετικών και έκτακτων αναγκών εκ της λειτουργίας του πλοίου, έχει πλήρως εξοφληθεί διά χρηματικών ποσών που ελάμβανε κάθε μήνα, όπως συνάγεται από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, β) επί των κονδυλίων των διαφορών δώρων εορτών των ετών 2017 και 2018, τα οποία με την εκκαλουμένη απόφαση έγιναν εν μέρει δεκτά ως κατ’ουσίαν βάσιμα, διότι, όπως ισχυρίζεται, για τον υπολογισμό των ως άνω επιδομάτων, εσφαλμένα συμπεριλήφθηκαν στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, αφενός μεν μέσος όρος μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής του, αφετέρου δε μέσος όρος αμοιβής του για την έχμαση οχημάτων, ενώ, εάν είχαν υπολογισθεί ορθά, θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι έχουν πλήρως εξοφληθεί και τα αντίστοιχα αγωγικά κονδύλια ν’απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα και γ) επί του κονδυλίου της αμοιβής για την πραγματοποίηση από το πλοίο δρομολογίων εξπρές, ως προς το οποίο ισχυρίζεται ότι για τα πράγματι εκτελεσθέντα δρομολόγια αυτού του είδους ο ενάγων έχει επίσης εξοφληθεί με μηνιαίες καταβολές της, επισημαίνοντας ειδικότερα ότι κατά το χρονικό διάστημα από 12.4.2018 έως 17.5.2018  κανένα από τα κυκλικά δρομολόγια του πλοίου δεν επεκτάθηκε κατά τις νυκτερινές ώρες, με αποτέλεσμα να μην εμπίπτει στην έννοια του δρομολογίου εξπρές, όπως αυτή καθορίζεται στις οικείες Σ.Σ.Ν.Ε., καθώς και ότι στο πλαίσιο του ιδίου κονδυλίου επιδικάσθηκαν με την εκκαλουμένη πλείονα των αιτηθέντων με την αγωγή κατά τα αναλυτικά στο εφετήριο εκτιθέμενα, πλήττοντας επιπροσθέτως και τον τρόπο υπολογισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο της αμοιβής του ενάγοντος για τα δρομολόγια εξπρές, που έγινε δεκτό ότι εκτελέσθηκαν κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του, διότι εσφαλμένα συμπεριλήφθηκαν στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του, αφενός μεν μέσος όρος μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής του, αφετέρου δε μέσος όρος αμοιβής του για την έχμαση οχημάτων. Ζητά δε με την έφεσή της την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την εξαρχής αναδίκαση της υπόθεσης, ούτως ώστε ν’απορριφθεί στο σύνολό της η σε βάρος της ασκηθείσα αγωγή. Σημειώνεται ότι η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επί των εφαρμοστέων κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο πλοίο της Σ.Σ.Ν.Ε. και επί του χρόνου έναρξης της τοκοφορίας των επιδικασθέντων στον ανωτέρω χρηματικών ποσών, δεν προσβάλλονται ειδικά ούτε απ’αυτήν με λόγο έφεσης.

Το Δικαστήριο επανεκτιμά την υπ’αριθμ. …./11.2.2019 ένορκη ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαίωση του ……….., ναύτη στο κάτωθι αναφερόμενο πλοίο της εναγομένης, στο οποίο απασχολήθηκε μαζί με τον ενάγοντα κατά το χρονικό διάστημα της πρώτης κατά σειράν ναυτολόγησής του σ’αυτό από 5.4.2017 έως 11.4.2017 και εκ του χρονικού διαστήματος της δεύτερης ναυτολόγησής του (22.4.2017 έως 9.10.12017) μέχρι και τις 20.8.2017, η οποία ελήφθη με την επιμέλεια του ενάγοντος και κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κατ’ άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ κλήτευσης της αντιδίκου του, όπως προκύπτει από την υπ’αριθμ…./6.2.2019 επιδοτήρια έκθεση της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ………,  σε συνδυασμό προς την από 4.2.2019 έγγραφη εξώδικη πρόσκληση που απευθύνθηκε στην εναγομένη, η οποία (ένορκη βεβαίωση) σταθμίζεται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας του ανωτέρω μάρτυρος, χωρίς το γεγονός ότι αυτός τυγχάνει αντίδικος της εναγομένης επειδή έχει ασκήσει εναντίον της άλλη, δική του, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο να αποκλείει μόνον αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (ΕφΑθ 3879/2012 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχΝομ 2004.266), όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη, τις υπ’ αριθμ…./11.2.2019 και …/11.2.2019 ένορκες ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς βεβαιώσεις των ……. και ………, ναύτη και υποναύκληρου στο κάτωθι αναφερόμενο πλοίο της εναγομένης αντίστοιχα, στο οποίο απασχολήθηκαν μαζί με τον ενάγοντα, ο μεν πρώτος κατά το χρονικό διάστημα της πρώτης κατά σειράν ναυτολόγησής του σ’αυτό από 5.4.2017 έως 11.4.2017, κατά το χρονικό διάστημα της δεύτερης ναυτολόγησής του (22.4.2017 έως 9.10.12017) και κατά το χρονικό διάστημα της τρίτης ναυτολόγησής του (από 26.3.2018 έως 26.6.2018), ο δε δεύτερος κατά το χρονικό διάστημα της πρώτης κατά σειράν ναυτολόγησης του ενάγοντος σ’αυτό από 5.4.2017 έως 11.4.2017, κατά το χρονικό διάστημα της δεύτερης ναυτολόγησής του (22.4.2017 έως 9.10.12017), και κατά το χρονικό διάστημα της τρίτης ναυτολόγησής του (από 26.3.2018 έως 26.6.2018) από τις 28.3.2018, και οι οποίες ελήφθησαν με την επιμέλεια της εναγομένης, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κατ’ άρθρα 421 και 422 του ΚΠολΔ κλήτευσης του αντιδίκου της, όπως προκύπτει από την υπ’αριθμ. …/6.2.2019 επιδοτήρια έκθεση της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς . …..,  σε συνδυασμό προς την από 5.2.2019 έγγραφη εξώδικη πρόσκληση που απευθύνθηκε στον ενάγοντα, οι οποίες (ένορκες βεβαιώσεις) σταθμίζονται κατά το μέτρο της γνώσης και το βαθμό της αξιοπιστίας κάθε μάρτυρος, καθώς και το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι νομότυπα με επίκληση προσκομίζουν, προκειμένου να χρησιμεύσουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, έστω και αν για ορισμένα θα γίνει ειδική αναφορά πιο κάτω, τα οποία συνδυάζει με τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους, αναφέρονται στα πιο κάτω ειδικώς μνημονευόμενα θέματα απόδειξης και εκτιμώνται κατ’άρθρα 261 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 του ΚΠολΔ αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § 4 του ΚΠολΔ). Από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτουν τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει σύμβασης παροχής εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε άτυπα στη Ραφήνα στις 5.4.2017 μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, ναυτικής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία “ΑΠ”, νηολογημένου στο λιμένα του Πειραιώς με αριθμό ……., κόρων ολικής χωρητικότητας 3.947,99, υπό το διεθνές διακριτικό σήμα …, με αριθμό ΙΜΟ:….. και του ενάγοντος Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμ. ….  ναυτικού φυλλαδίου της ΛΓ ναυτικής περιφέρειας, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του ναύτη, στο ως άνω πλοίο και παρείχε τις υπηρεσίες του σ’αυτό μέχρι την 11η.4.2017, οπότε και απολύθηκε στον λιμένα της  Ραφήνας λαμβάνοντας άδεια διαρκείας μέχρι και την 21η.4.2017. Επαναπροσλήφθηκε επίσης προφορικά στις 22.4.2017 επίσης στη Ραφήνα για αόριστο χρόνο με την ίδια ειδικότητα και απασχολήθηκε στο ίδιο πλοίο έως την 9η.10.2017, οπότε και απολύθηκε στο λιμένα του Πειραιώς “αμοιβαία συναινέσει” του ιδίου και του πλοιάρχου. Επακολούθησε μία (1) ακόμη άτυπη ναυτολόγηση του ενάγοντος  στο λιμένα της Ραφήνας, στο ίδιο πλοίο και με την αυτή ειδικότητα στις 26.3.2018, που διήρκεσε έως την 26η.6.2018, οπότε ο ενάγων αποναυτολογήθηκε στον ίδιο λιμένα λόγω ασθενείας. Όλα τα προεκτεθέντα, που συνιστούν ταυτόχρονα παραδοχές και της εκκαλουμένης, οι οποίες δεν πλήττονται ειδικά με τις ένδικες εφέσεις, συνομολογήθηκαν ουσιαστικά από την εναγόμενη στον πρώτο βαθμό, προκύπτουν άλλωστε σαφώς και από τις σχετικές εγγραφές στο προσκομιζόμενο αντίγραφο του αντίστοιχου τμήματος του ναυτικού φυλλαδίου του ενάγοντος. Κατά την κατάρτιση των δύο πρώτων κατά χρονολογική σειρά εκ των προαναφερθεισών συμβάσεων στις 5.4.2017 και στις 22.4.2017 αντίστοιχα συμφωνήθηκε από τους αντισυμβαλλομένους να διέπονται αυτές αναδρομικά από τη μη εισέτι τότε υπογραφείσα ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2017, που υπογράφηκε στη συνέχεια, και δη στις 17.8.2017, κυρώθηκε στις 27.10.2017 με την υπ’ αριθμ. 2242.5-1.5/77056/2017 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β΄ 4005) στις 17.11.2017, προβλέποντας ακριβώς τις αυτές απολαβές για τα πληρώματα των πλοίων της ανωτέρω κατηγορίας με την προηγούμενη ΣΣΝΕ του έτους 2016, ενώ όσον αφορά την τρίτη και τελευταία σύμβαση ναυτικής εργασίας του ενάγοντος επίσης συμφωνήθηκε κατά την πρόσληψή του (στις 26.3.2018) ότι οι όροι εργασίας και αμοιβής του θα διέπονται ωσαύτως αναδρομικά από τις διατάξεις της μέλλουσας να ισχύσει ΣΣΝΕ των εργαζομένων σε πλοία της ιδίας κατηγορίας του ιδίου έτους, η οποία υπογράφηκε τελικά στις 4.9.2018,  κυρώθηκε στις 31.10.2018 με την υπ’αριθμ. 2242.5-1.5/80350/2018 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β΄ 5084) στις 14.11.2018, όπως έγινε δεκτό και με την εκκαλουμένη απόφαση, χωρίς η σχετική κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου να πλήττεται από τους διαδίκους με τις ένδικες εφέσεις τους (εξάλλου ο αγωγικός αυτός ισχυρισμός δεν αμφισβητήθηκε, αντίθετα ουσιαστικά συνομολογήθηκε από την εναγόμενη, η οποία μάλιστα καθώς η ΣΣΝΕ του έτους 2018 διαφοροποίησε τις απολαβές των ναυτικών, που απασχολούνται στην ακτοπλοΐα, έναντι όσων ίσχυαν υπό το κράτος της προηγούμενης ΣΣΝΕ των εργαζομένων σε πλοία της ιδίας κατηγορίας του έτους 2017, προβλέποντας υψηλότερα ποσά σε κάθε επιμέρους κατηγορία αποδοχών των πληρωμάτων, κατέβαλλε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό της διαφοράς, την οποία, με βάση τη μεταξύ τους σχετική συμφωνία, που αποτέλεσε όρο της ατομικής του σύμβασης ναυτικής εργασίας, εδικαιούτο, αναγνωρίζοντας εμπράκτως τη συνομολόγηση του εν λόγω όρου, με αποτέλεσμα το αγωγικό κονδύλιο της διαφοράς δεδουλευμένων αποδοχών του έτους 2018 ν’απορριφθεί με την εκκαλουμένη, χωρίς ο ενάγων να παραπονείται με την έφεσή του αναφορικά με το συγκεκριμένο κεφάλαιο της πρωτόδικης απόφασης). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 13 § 1 των ως άνω εφαρμοζομένων ΣΣΝΕ, οι ώρες υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμένα ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως, δηλαδή οκτώ (8) ώρες ημερησίως από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 6, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές εν πλω και στο λιμένα καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, υπό τύπο επιδόματος, για τις μέχρι οκταώρου εργασίες κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του βασικού μισθού (μισθού ενέργειας). Όπως διευκρινίζεται δε με την § 2 του ίδιου άρθρου, το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής υπηρεσίας εκ μέρους του. Η διευκρίνιση αυτή έχει προδήλως την έννοια ότι, εάν παρασχεθεί παρά ταύτα εργασία εντός του οκταώρου, αυτή δεν θεωρείται υπερωριακή, αλλά εμπίπτει στην αμοιβή του 22% του βασικού μισθού, που καλύπτει το επίδομα αυτό, ενώ υπερωριακή είναι η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής (ΜονΕφΠειρ 328/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 626/2014 ΕλλΔνη 2015.508, όπου και περαιτέρω παραπομπές στη νμλγ.), αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 630/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝαυτΔ 34.351, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝαυτΔ 33.345). Επίσης, εξ ολοκλήρου υπερωριακά αμείβεται και η εργασία που παρέχεται κατά τα Σάββατα και τις αργίες (άρθρα 11 και 13 § 5), δηλαδή την 1η του έτους, την εορτή των Θεοφανίων, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, τη Μεγάλη Παρασκευή, την Δευτέρα του Πάσχα, την εορτή του Αγίου Γεωργίου, την 1η Μαΐου, την εορτή της Αναλήψεως, την 15η Αυγούστου, την 14η Σεπτεμβρίου, την 28η Οκτωβρίου, την εορτή του Αγίου Νικολάου, την εορτή των Χριστουγέννων, την 26η Δεκεμβρίου και τις καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου (άρθρο 18). Η πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις ως άνω αργίες αμείβεται ανά ώρα με βάση το ωρομίσθιο, που κατ’ άρθρο 13 § 1 εδαφ. β και γ των ιδίων ΣΣΝΕ υπολογίζεται ως πηλίκο της διαίρεσης του μισθού ενέργειας, όπως αυτός καθορίζεται στη διάταξη του άρθρου 1 § 1 αυτής, δια του αριθμού των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης των ναυτικών, δηλαδή δια του αριθμού εκατόν εβδομήντα τρία (52 εβδομάδες του έτους 12 μήνες = 4,33 Χ 40 ώρες εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης = 173). Ακολούθως, το ωρομίσθιο προσαυξάνεται κατά 50% (άρθρο 13 § 5). Επίσης, η υπερωριακή εργασία που παρέχεται κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (πέραν του πρώτου οκταώρου εργασίας) αμείβεται ανά ώρα με το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% (άρθρο 13 § 2), ενώ, κατά το άρθρο 18 § 2, για τον υπολογισμό των ωρών εργασίας κατά τις ημέρες αργίας ανά μήνα πολλαπλασιάζεται ο μέσος μηνιαίος όρος αργιών (16 αργίες ετησίως δια 12 μήνες = 1,33) με τον αριθμό των ωρών της ημερήσιας απασχόλησης για κάθε αργία (1,33 Χ 8 ώρες = 10,67 ώρες μηνιαίως). Ενόψει όσων προεκτέθηκαν, κατά τη ΣΣΝΕ του έτους 2017 (άρθρα 1, 3, 6, 8 § 13, 10 § 4 και 15 §§ 1, 2) ο μηνιαίος μισθός ενεργείας του ναύτη ορίστηκε σε χίλια εκατόν πενήντα επτά ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτά (1.157,99 €), το επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενέργειας, δηλαδή σε διακόσια πενήντα τέσσερα ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτά (254,76 €), το αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας σε δεκαεννέα ευρώ και είκοσι ένα λεπτά (19,21 €) την ημέρα, δηλαδή σε πεντακόσια εβδομήντα έξι ευρώ και τριάντα λεπτά (19,21 € Χ 30 ημέρες = 576,30 €) το μήνα, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας σε τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι δύο λεπτά (35,22 €) και οι αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας σε τετρακόσια δεκαεπτά ευρώ και δέκα λεπτά {[(1.157,99 € + 254,76 € : 22) = 64,21 € + 19,21 € =] 83,42 € Χ 5 ημέρες = 417,13 €}, το δε ωρομίσθιο του ναύτη καθορίστηκε στο χρηματικό ποσό των έξι ευρώ και εξήντα εννέα λεπτών (6,69 €) και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε οκτώ ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτά (8,38 €) και σε δέκα ευρώ και πέντε λεπτά (10,05 €) αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος κατά τις ναυτολογήσεις του του έτους 2017 ανέρχονταν σε δύο χιλιάδες τετρακόσια σαράντα ένα ευρώ και τριάντα επτά λεπτά (2.441,4 €). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη ΣΣΝΕ του έτους 2018, που συμφωνήθηκε εφαρμοστέα επί της τελευταίας ναυτολόγησης του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης με την ίδια ειδικότητα, ο ανωτέρω έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως: Ως μισθό ενεργείας του ναύτη το ποσό των 1.181,15 ευρώ, ως επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας το ποσό των 259,86 ευρώ, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 35,92 ευρώ,  ως αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφοδοσίας  το ποσό των 19,59 ευρώ την ημέρα και μηνιαίως το ποσό των 587,70 ευρώ (19,59 ευρώ Χ 30), ως αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας το ποσό των 425,45 ευρώ [(μισθός ενεργείας 1.181,15 ευρώ + επίδομα Κυριακών  259,86 ευρώ: 22) =  65,50 +19,59 ευρώ =) 85,09 Χ 5 ημέρες = 425,45 ευρώ].  Με την ίδια ΣΣΝΕ το ωρομίσθιο του ναύτη καθορίσθηκε στο χρηματικό ποσό των 6,83 ευρώ και με τις προσαυξήσεις 25% και 50% σε 8,54 ευρώ και σε 10,25 ευρώ αντίστοιχα. Οι συνολικές, επομένως, ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του ενάγοντος κατά τη ναυτολόγησή του εντός του έτους 2018 ανέρχονταν σε 2.490,08 ευρώ. Εξάλλου, όπως αποδεικνύεται από τις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του ενάγοντος, η εναγόμενη του κατέβαλε για κάθε μήνα πλήρους απασχόλησής του κατ’ αμφότερα τα επίδικα έτη (2017 και 2018) κατ’ αποκοπή αμοιβή για υπερωριακή εργασία κατά τα Σάββατα και τις αργίες, η οποία κάλυπτε την απασχόλησή του επί οκτάωρο καθενός από τα 4,33 Σάββατα εκάστου μηνός, κατ’ άρθρο 13 §§ 1 και 5 των ως άνω ΣΣΝΕ και επί 10,67 ώρες για κάθε αργία του μήνα, κατ’ άρθρο 18 των ιδίων ΣΣΝΕ, ανεξαρτήτως μάλιστα αν πράγματι παρασχέθηκε εργασία σε αργία το συγκεκριμένο μήνα. Το συνολικό ποσό που καταβαλλόταν κάθε μήνα στον ενάγοντα για τις αιτίες αυτές ήταν σταθερό και ανερχόταν σε 455,13 ευρώ, ενώ τους μήνες, κατά τους οποίους απασχολήθηκε μικρότερο χρονικό διάστημα, εισέπραξε την αντίστοιχη αναλογία του ανωτέρω ποσού, και δη κατά το μήνα Απρίλιο του έτους 2017 έλαβε το ποσό των 242,74 ευρώ, κατά το μήνα Οκτώβριο του ιδίου έτους το ποσό των 136,54 ευρώ, κατά το μήνα Μάρτιο του έτους 2018 το ποσό των 88,09 ευρώ και κατά το μήνα Ιούνιο του ιδίου έτους το ποσό των 394,45 ευρώ.   Προσθέτως, από τα αυτά ως άνω έγγραφα της μισθοδοσίας του ενάγοντος προκύπτει ότι η εναγόμενη κατά τα ίδια έτη του κατέβαλε, επιπλέον των ανωτέρω, παγίως, χρηματικά ποσά κυμαινόμενου ύψους, προκειμένου να καλύπτεται η υπερωριακή του εργασία κατά τις καθημερινές εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές. Συγκεκριμένα, στον ενάγοντα καταβλήθηκαν για την αιτία αυτή και για το μήνα Απρίλιο του έτους 2017 το ποσό των 133,92 ευρώ, δι’έκαστον των μηνών Μάιο και Ιούνιο του ιδίου έτους το ποσό των 251,10 ευρώ, δι’έκαστον των μηνών Ιούλιο και Αύγουστο του ίδιου έτους το ποσό των 460,35 ευρώ, για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του έτους 2017 τα ποσά των 393,39 και 117,18 ευρώ αντίστοιχα, για το μήνα Μάρτιο του επόμενου έτους (2018) το ποσό των 50,22 ευρώ, δι’έκαστον των μηνών Απρίλιο και Ιούνιο του έτους 2018 το ποσό των 251,10 ευρώ, και για το μήνα Μάιο του έτους 2018 το ποσό των 292,95 ευρώ. Η αναγωγή των χρηματικών αυτών ποσών σε ώρες υπερωριακής εργασίας, με βάση την απλή προσαύξηση του ωρομισθίου του ενάγοντος (25%) για παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, όπως προβλέπεται στις προκειμένω εφαρμοστέες οικείες Σ.Σ.Ν.Ε. των ετών 2017 και 2018 κατά τα προεκτεθέντα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έλαβε αμοιβή για απασχόλησή του πέραν του οκταώρου καθημερινές και Κυριακές, που αντιστοιχεί για το μήνα Απρίλιο του έτους 2017 σε 1,77 ώρες τέτοιας εργασίας ημερησίως (133,92 ευρώ : 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο = 15,98 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας : 9 καθημερινές και Κυριακές = 1,77 ώρες ανά ημέρα), δι’έκαστον των μηνών Μάιο και Ιούνιο του ιδίου έτους σε 1,19 ώρες ημερησίως (251,10 ευρώ : 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο =  29,96 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας :  25  καθημερινές και Κυριακές =  1,19 ώρες ανά ημέρα), δι’έκαστον των μηνών Ιούλιο και Αύγουστο του ίδιου έτους σε 2,19 ώρες (460,35 ευρώ : 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο =  54,93 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας :  25  καθημερινές και Κυριακές =  2,19 ώρες ανά ημέρα), για το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2017 σε  ώρες 1,87 ημερησίως (393,39 ευρώ : 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο =  46,94 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας :  25  καθημερινές και Κυριακές = 1,87  ώρες ανά ημέρα), για το μήνα Οκτώβριο του έτους 2017 σε 1,74 ημερησίως (117,18 ευρώ : 8,38 ευρώ το ωρομίσθιο =  13,98 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας : 8 καθημερινές και Κυριακές =  1,74 ώρες ανά ημέρα), για το μήνα Μάρτιο του έτους 2018  σε 1,17 ώρες ημερησίως (50,22 ευρώ : 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο = 5,88 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας : 5 καθημερινές και Κυριακές =  1,15 ώρες ανά ημέρα), για το μήνα Απρίλιο του έτους 2018 σε 1,17 ώρες ημερησίως (251,10 ευρώ : 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο =  29,40 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας : 25 καθημερινές και Κυριακές = 1,17 ώρες ανά ημέρα) και για το μήνα Μάιο του έτους 2018  σε 1,37 ώρες ημερησίως (292,95 ευρώ : 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο = 34,30 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας : 25 καθημερινές και Κυριακές = 1,37 ώρες ανά ημέρα) και για το μήνα Ιούνιο του έτους 2018 σε 1,40 ώρες ημερησίως ((251,10 ευρώ : 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο =  29,40 συνολικά ώρες υπερωριακής εργασίας : 21 καθημερινές και Κυριακές = 1,40 ώρες ανά ημέρα). Εξάλλου κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος στο πλοίο της εναγομένης απασχολούνταν ως κατώτερο πλήρωμα καταστρώματος με την ειδικότητα του ναύτη, μεταξύ άλλων ειδικοτήτων, συνολικά οκτώ (8) ναυτικοί, όπως προκύπτει από τις καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων στις ένορκες βεβαιώσεις τους, καθώς ουδείς διάδικος προσκομίζει το ναυτολόγιο του πλοίου κατά τον κρίσιμο χρόνο. Τα γενικά και ειδικά καθήκοντα και οι λοιπές εργασιακές υποχρεώσεις των ναυτών καθορίζονται στον Κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας που ισχύει για τα υπό ελληνική σημαία επιβατηγά πλοία χωρητικότητας μείζονος των πεντακοσίων (500) κόρων (ΒΔ 683/1960, ΦΕΚ Α΄ 158/4.8.1960), στις διατάξεις των άρθρων 62 και 63 του οποίου ορίζεται ότι οι ναύτες τελούν υπό τις διαταγές και τον έλεγχο του ναύκληρου και βοηθούν αυτόν και τον υποναύκληρο στην εκτέλεση των καθηκόντων τους και, ειδικότερα, εκτελούν, αφενός μεν κατά φυλακές (βάρδιες), τις εργασίες πηδαλιούχου, οπτήρα και αγγελιοφόρου γέφυρας, αφετέρου δε εκτός φυλακής (βάρδιας), μεταξύ άλλων, τις εργασίες καθαριότητας και συντηρήσεως του σκάφους και των σωσιβίων μέσων του, όπως και κάθε εργασία σχετική προς την ειδικότητά τους. Επιπλέον, στις διατάξεις των άρθρων 136 § 1 και 137 του ιδίου Κανονισμού ορίζεται ότι: «Οι διηρημένοι εις τας γενικάς εργασίας καταστρώματος άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του Ναυκλήρου και του Υπαναυκλήρου ένδον εις καθαρισμούς, αποσκωρίασιν ελασμάτων, χρωματισμούς, καθαρισμόν των υδροσυλλεκτών και δεξαμενών πρωραίας και πρυμναίας ζυγοσταθμίσεως, προετοιμασίαν των κυτών διά φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, εις πρωρατικά έργα, ευθέτισιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν μετατοπίσεως, αναμίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου πυρκαϊάς, τοποθέτησιν παραφραγμάτων φορτίου και εις πάσαν άλλην εργασίαν της ειδικότητός των, διατασσομένην υπό του Υπάρχου (άρθρο 136 § 1) και ότι: “1. Το προσωπικόν καταστρώματος κατανέμεται κατά τον κατάπλουν, την αγκυροβολίαν, την άπαρσιν και τον απόπλουν επί τη βάσει του οικείου πίνακος διαιρέσεως προσωπικού ως εξής: α) Ο Πλοίαρχος επί της γεφύρας, β) ο Ύπαρχος όπου θεωρείται αναγκαίον, γ) ο Υποπλοίαρχος εις το πρόστεγον μετά του Ναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος, δ) ο Ανθυποπλοίαρχος εις το επίστεγον μετά του Υποναυκλήρου και ανδρών καταστρώματος…, ε) ο Δόκιμος αξιωματικός επί της γεφύρας διά την διαβίβασιν των παραγγελμάτων, στ) ο Πηδαλιούχος εις το πηδάλιον. 2. Κατά τον κατάπλουν και την αγκυροβολίαν, την μεθόρμισιν ως και την άπαρσιν και τον απόπλουν, δεν τηρούνται αι συνήθεις ώραι εργασίας, αλλά πάντες εργάζονται διά την κανονικήν και ασφαλή αγκυροβολίαν και όρμισιν του πλοίου ή διά την κανονικήν άπαρσιν αυτού και πέραν έτι των ωρών εργασίας, χωρίς τούτο να θεωρήται υπερωρία. Εάν το πλοίον είναι ηγκυροβολημένον εις ανοικτόν όρμον ή εις άλλο αγκυροβόλιον ουχί ασφαλές δύναται κατά την κρίσιν του Πλοιάρχου να εξακολουθήση η εργασία κατά φυλακάς ως εν πλώ” (άρθρο 137). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 146 § 2 του ιδίου ΒΔ «εν όρμω το προσωπικόν καταστρώματος υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον του Υπάρχου και υπό την διεύθυνσιν του Ναυκλήρου, ασχολείται εις καθαρισμούς, υποσκωρίασιν ελασμάτων χρωματισμούς, καθαρισμόν υδροσυλλεκτών και δεξαμενών, ευθέτισιν εξαρτίων και αγομένων, πρωρατικά έργα και εις πάσαν άλλην εργασίαν σκάφους, διατασσομένην υπό του Υπάρχου, συμφώνως προς το ωρολόγιον πρόγραμμα ημερησίας εργασίας εν όρμω, χειμερινόν ή θερινόν, αναλόγως της εποχής του έτους». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, μεταξύ άλλων, πρώτον, ότι οι εργασίες αποσκοριώσεως (ματσακόνι) και χρωματισμού των εξωτερικών ελασμάτων του πλοίου δεν επιτρέπεται να εκτελούνται εν πλω, δεύτερον, ότι στα λιμάνια προσέγγισης του πλοίου το προσωπικό καταστρώματος μετέχει σύσσωμο στις εργασίες κατάπλου (πρόσδεση και αγκυροβολία) και απόπλου (απόδεση και άπαρση) και, τρίτων, ότι η εργασία αυτή, ακόμα και αν εκτείνεται πέραν του οκταώρου της καθημερινής απασχόλησης των ναυτών, δεν θεωρείται υπερωριακή. Όμως, η τελευταία αυτή ρύθμιση υποχωρεί, καθόσον στη (μεταγενέστερη και ειδικότερη) διάταξη του άρθρου 13 § 1 των ως άνω ΣΣΝΕ, που έχει ισχύ νόμου, ορίζεται αντιθέτως ότι για όλες τις εργασίες που εκτελούνται στο λιμάνι πέραν των κανονικών εργασίμων ωρών, ο ναυτικός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή, επειδή οι εργασίες αυτές, στις οποίες ρητά συμπεριλαμβάνονται και αυτές κατά τον κατάπλου και τον απόπλου, θεωρούνται υπερωριακές (ΜονΕφΠειρ 602/2015, 85/2015, 618/2014, 539/2014, 23/2014, όλες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεων του ενάγοντος το ίδιο πλοίο διενεργούσε τους ακόλουθους τακτικούς ακτοπλοϊκούς πλόες, που αναφέρονται στους συμπεριληφθέντες στην παρούσα απόφαση ως αναπόσπαστο μέρος της πίνακες:

Επισημαίνονται αναφορικά με τα δρομολόγια, που εκτελούσε το πλοίο της εναγομένης κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα τα κάτωθι:  Κατά το χρονικό διάστημα από 5.4.2017 έως 7.4.2017 της  πρώτης ναυτολόγησης του ενάγοντος το εν λόγω πλοίο δεν πραγματοποίησε δρομολόγια λόγω της διενέργειας σ’αυτό εργασιών συντήρησης και επισκευής. Περαιτέρω κατά το χρονικό διάστημα από 26.3.2018 έως 30.3.2018 της τρίτης κατά σειράν εργασιακής του σύμβασης το πλοίο είχε προγραμματισθεί να εκτελέσει τα κάτωθι αναφερόμενα ημερινά δρομολόγια: Από Δευτέρα έως Παρασκευή καθημερινή αναχώρηση από τη Ραφήνα στις 7.25 και κατόπλου διαδοχικά στην Άνδρο στις 9.20 (αναχώρηση στις 9.30), στην Τήνο στις 11.00 (αναχώρηση στις 11.10) και στη Μύκονο στις 11.45 (αναχώρηση στις 13.15 για το δρομολόγιο της επιστροφής) με άφιξη στην Τήνο στις 13.45 (αναχώρηση στις 14.00), στην Άνδρο στις 15.35 (με αναχώρηση στις 16.00), και τέλος στο λιμένα της αφετηρίας του (αυτόν της Ραφήνας) στις 18.00, ενώ κατά το Σάββατο και την Κυριακή το δρομολόγιο περιελάμβανε αναχώρηση από τη Ραφήνα στις 7.25 με διαδοχική προσέγγιση στους λιμένες της Άνδρου στις 9.20 (αναχώρηση στις 9.30), της Τήνου στις 11.00 (αναχώρηση στις 11.10) και της Μυκόνου στις 11.45, από τον οποίο προβλεπόταν ότι θα αναχωρούσε στις 15.15 για τον πλου της επιστροφής, κατά τη διάρκεια του οποίου θα κατέπλεε στην Τήνο στις 15.45 (με αναχώρηση στις 16.00) στην Άνδρο στις 17.35 (με αναχώρηση στις 18.00), και τελικά στο λιμένα της Ραφήνας στις 20.00. Στην πραγματικότητα όμως την Παρασκευή 30.3.2018, το πλοίο αναχώρησε από το λιμένα της Ραφήνας στις 7.25 για Άνδρο (ώρα άφιξης 9.25 και ώρα αναχώρησης 9.35) – Τήνο (ώρα άφιξης 11.00 και ώρα αναχώρησης 11.10) – Μύκονο (ώρα άφιξης 11.45 και ώρα αναχώρησης 13.15) – Τήνο (ώρα άφιξης 13.45 και αναχώρησης 14.00) – Άνδρο (ώρα άφιξης 15.53 και ώρα αναχώρησης 16.00) – Ραφήνα, όπου κατέπλευσε στις 18.00, για να αναχωρήσει και πάλι στις 18.45 με προορισμό το λιμένα της νήσου Άνδρου (ώρα άφιξης στις 20.45 και αναχώρησης στις 21.00) και με επιστροφή στο λιμένα της Ραφήνας περί ώρα 23.00. Επίσης το Σάββατο 31.3.2018, αλλά και  την Κυριακή 1.4.2018, το πλοίο αναχώρησε από Ραφήνα περί ώρα 7.30 για Άνδρο – Τήνο – Μύκονο – Τήνο – Άνδρο – Ραφήνα, όπου και κατέπλευσε στις 21.00. Επίσης στις 15.8.2017, ημέρα Τρίτη, το ως άνω πλοίο αναχώρησε από το λιμένα της Ραφήνας στις 7.25, κατέλευσε διαδοχικά στην Τήνο στις 10.40 (με αναχώρηση στις 10.55), και στη Μύκονο στις 11.30, απ’όπου αναχώρησε στις 17.00 για τον πλου της επιστροφής, κατά τον οποίο, αφού προσέγγισε το λιμένα της Τήνου στις 17.35 (με ώρα αναχώρησης απ’αυτόν στις 18.00) κατέπλευσε στο λιμένα της Ραφήνας περί ώρα 21.20. Σημειώνεται επίσης ότι την Παρασκευή στις 27.4.2018 το πλοίο μετά την επιστροφή του στο λιμένα της Ραφήνας στις 18.00 αναχώρησε και πάλι στις 18.45 για την Τήνο και κατέπλευσε στη Ραφήνα στις 3.30 της επόμενης ημέρας, όπως επίσης συνέβη και την Παρασκευή στις 4.5.2018 και την Παρασκευή στις 11.5.2018. Τέλος, την Κυριακή του Πάσχα στις 8.4.2018 δεν εκτελέσθηκε δρομολόγιο, όπως επίσης και την Τετάρτη στις 18.4.2018 και την Πέμπτη 19.4.2018 λόγω συμμετοχής του πληρώματος του πλοίου σε απεργία προκηρυχθείσα από την Π.Ν.Ο. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων παρείχε την εργασία του ως ακολούθως: Α. Εντός του έτους 2017: 1) Επί 25 από τα 26 Σάββατα των χρονικών διαστημάτων από 8.4.2017 μέχρι 11.4.2017 και από 22.4.2017 μέχρι 9.10.2017, ήτοι στις 8, 22 και 29/4, 6, 13,  27/5, 3, 10, 17 και 24/6, 1, 8, 15, 22 και 29/7, 5, 12, 19 και 26/8, 2, 9, 16, 23 και 30/9 και την 7/10/2017, και επί 5 αργίες, ήτοι στις 23/4 (Αγ. Γεωργίου), 1/5 (Πρωτομαγιά), 25/5 (Αναλήψεως), 15/8 και 14/9), και συνολικά επί 30 Σάββατα και αργίες, 2) επί 135 από τις συνολικά 144 καθημερινές και Κυριακές των χρονικών διαστημάτων από 8.4.2017 μέχρι 11.4.2017 και από 22.4.2017 μέχρι 9.10.2017 με την επισήμανση ότι, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο απόσπασμα του ημερολογίου της γέφυρας του πλοίου, στις 16,17,18, και 19.5.2017 δεν εκτελέσθηκε δρομολόγιο λόγω συμμετοχής του πληρώματος σε απεργιακές κινητοποιήσεις της Π.Ν.Ο., στις 20.5 (ημέρα Σάββατο), 31.5, 4.7, 22.8, και 6.9.2017 ο ενάγων απουσίαζε από το πλοίο έχοντας λάβει άδεια διανυκτέρευσης, ενώ  στις 29.9.2017 απαγορεύθηκε ο απόπλους του πλοίου λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, όπως ορθά εκτιμώντας τις αποδείξεις δέχθηκε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με αποτέλεσμα όσα υποστηρίζει ο ενάγων με το αντίστοιχο σκέλος του πρώτου λόγου της έφεσής του, ότι δηλαδή κατά τις δύο πρώτες ναυτολογήσεις του εντός του έτους 2017 απασχολήθηκε στο πλοίο της εναγομένης επί 31 συνολικά αργίες και Σάββατα και επί 140 συνολικά καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και Κυριακές απορριπτέα τυγχάνουν ως αβάσιμα. Β.Εντός του έτους 2018: 1) Επί 13 Σάββατα του χρονικού διαστήματος από 26.3.2018 μέχρι 25.6.2018, ήτοι στις 31.3, 7, 14, 21 και 28.4, 5, 12, 19 και 26.5 και 2, 9, 16 και 23.6.2018 και επί 4 από τις συνολικά 5 αργίες, ήτοι στις 6.4, 9.4, 23.4 (Αγ. Γεωργίου) και 17.5 (Αναλήψεως) και συνολικά επί 17 Σάββατα και αργίες, με την επισήμανση ότι την 1η.5.2018 το πλήρωμα του πλοίου συμμετείχε σε απεργία της Γ.Σ.Ε.Ε., 2) επί 61 από τις 68 συνολικά καθημερινές και Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 31.3.218 έως 25.6.2018 όπως περιορίζεται στο ίδιο το δικόγραφο της αγωγής, αφού σημειωθεί ότι, όπως επίσης προκύπτει από τις σχετικές καταγραφές στο ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου στις 18.4 και στις 19.4.2018, ημέρα Τετάρτη και Πέμπτη αντίστοιχα, το πλοίο παρέμεινε ελλιμενισμένο στο λιμένα της Ραφήνας λόγω συμμετοχής του πληρώματός του σε απεργία προκηρυχθείσα από την Π.Ν.Ο., όπως και στις 30.5.2018 ημέρα Τετάρτη, που το πλήρωμα επίσης συμμετείχε σε απεργία της Π.Ν.Ο., ενώ στις 17.4., 20.5, 21.5. και 14.6.2018, ημέρα Τρίτη, Κυριακή, Δευτέρα και Τρίτη αντίστοιχα, ο ενάγων απουσίαζε από το πλοίο έχοντας λάβει άδεια διανυκτέρευσης, πλην όμως και το παρόν Δικαστήριο δεν θα αποστεί από την κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίο, το οποίο δέχθηκε ότι ο ενάγων απασχολήθηκε στο πλοίο της εναγομένης επί 69 καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και Κυριακές του ως άνω χρονικού διαστήματος, διότι δε μπορεί να εκδώσει επί του συγκεκριμένου θέματος απόφαση επιβλαβέστερη για τον εκκαλούντα/ενάγοντα, ενόψει του ότι η εναγόμενη με τη δική της έφεση δεν πλήττει ειδικά το αποδεικτικό αυτό πόρισμα της εκκαλουμένης απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 536 του ΚΠολΔ. Κατά τα λοιπά με την αγωγή του ο ενάγων υποστήριξε, όπως οι ισχυρισμοί του διευκρινίσθηκαν με τις πρωτόδικες προτάσεις του, ότι εργαζόταν ως ναύτης βάρδιας εκτελώντας δύο [2] τετράωρες βάρδιες ημερησίως, πλην όμως επιπροσθέτως απασχολείτο στις φορτοεκφορτώσεις των οχημάτων, καθώς και στις εργασίες πρόσδεσης και απόδεσης του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου του σε όλους τους λιμένες εκάστου δρομολογίου του,  αλλά και σε εργασίες καθαρισμού του χώρου στάθμευσης των οχημάτων και των καταστρωμάτων του μετά την ολοκλήρωση του ημερησίου δρομολογίου του και την επιστροφή του στο λιμένα της αφετηρίας του (την Ραφήνα), οι οποίες (πέραν της βάρδιάς του) ενέπιπταν στο δίωρο προ της έναρξης ή στο δίωρο μετά από τη λήξη εκάστης βάρδιας, και κατά μέσο όρο επί 14 ώρες ημερησίως, με αποτέλεσμα να εργάζεται υπερωριακά επί 6 ώρες κάθε ημέρα κατά τις καθημερινές εργάσιμες ημέρες και τις Κυριακές των εβδομάδων των χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του και επί 14 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες, διότι κατά τις ημέρες αυτές όλες οι ώρες εργασίες των ναυτικών της συγκεκριμένης κατηγορίας πλοίων προβλέπονται και αμείβονται ως ώρες υπερωριακής απασχόλησης από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες Σ.Σ.Ν.Ε. Η εναγόμενη, αντιθέτως, υποστηρίζει ότι η πραγματική απασχόληση του αντιδίκου της δεν υπερέβαινε κατά κύριο λόγο σε ημερήσια βάση τις οκτώ [8] ώρες των δύο (2) βαρδιών του, καθώς και ότι, κατά τα ειωθότα στη ναυτιλιακή πρακτική, του κατέβαλε κάθε μήνα, όπως και στους λοιπούς ναυτικούς του πλοίου της, μία ελάχιστη αμοιβή για υπερωριακή τους απασχόληση, που αντιστοιχούσε σε 30 ώρες συνολικά παροχής τέτοιας εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, προς εξόφληση των όποιων αξιώσεων των μελών του πληρώματος για την περίπτωση που έκτακτες, όλως εξαιρετικές, και μη δυνάμενες εκ των προτέρων να προβλεφθούν, ανάγκες από τη λειτουργία του πλοίου, επέβαλαν την απασχόλησή τους πέραν του νομίμου ωραρίου, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται απαίτηση του ενάγοντος σε βάρος της από την αιτία αυτή.  Σε κάθε περίπτωση, βέβαια, ενόψει των αμοιβών που κατά τα ανωτέρω λάμβανε ο ενάγων, πρέπει να θεωρηθεί αποδεδειγμένη η όχι εξαιρετική αλλά καθημερινή υπερωριακή απασχόλησή του κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της εναγομένης τουλάχιστον κατά μία (1) ώρα, και κατά δύο (2) ώρες τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο του έτους 2017, με αποτέλεσμα ερευνητέα να αποβαίνει πλέον η υπερβάλλουσα χρονική διάρκεια της καθημερινής εργασίας του και μέχρι τις δεκατέσσερις (14) ώρες, που αυτός επικαλείται στην αγωγή του και πλέον, κατόπιν της απόρριψης του αγωγικού αυτού ισχυρισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση, και στην έφεσή του. Επί της διάρκειας της καθημερινής απασχόλησης του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο λεκτέα τα κάτωθι: Όπως ομονοούν οι διάδικοι στο πλοίο κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ενάγοντος ήταν ναυτολογημένοι οκτώ (8) συνολικά ναύτες, εκ των οποίων οι έξι (6) κατανέμονταν σε βάρδιες, μεταξύ δε αυτών και ο ενάγων και μάλιστα αποκλειστικά, ενώ οι δύο απασχολούντο ως ημερεργάτες (daymen: ντεϊμάνηδες). Οι ναύτες βάρδιας ήταν χωρισμένοι σε τρεις [3] ομάδες των δύο [2] και αναλάμβαναν εκ περιτροπής τις έξι [6] κυλιόμενες τετράωρες βάρδιες του εικοσιτετραώρου, κατά τρόπον ώστε ανά δύο [2] να εργάζονται κάθε ημέρα καταρχήν και οπωσδήποτε δύο [2] τετράωρα με χρονική απόσταση οκτώ [8] ωρών μεταξύ τους. Όπως η εναγόμενη ισχυρίζεται, παραπέμποντας στις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της, χωρίς να αντικρούεται από τον ενάγοντα, δύο [2] ναύτες αναλάμβαναν τις βάρδιες 00:00 έως 04:00 και 12:00 έως 16:00, άλλοι δύο [2] τις βάρδιες 04:00 έως 08:00 και 16:00 έως 20:00 και οι υπόλοιποι, ανά δύο [2], τις βάρδιες 08:00 έως 12:00 και 20:00 έως 24:00. Επίσης αμφότεροι οι διάδικοι συμφωνούν επί του ότι η φόρτωση του πλοίου στο λιμένα της αφετηρίας (της Ραφήνας) εκκινούσε μία (1) ώρα και τριάντα (30) λεπτά προ του προγραμματισμένου απόπλου του για την εκτέλεση του δρομολογίου της ημέρας. Ως αυτονόητο γίνεται δεκτό ότι ο ενάγων κατά τη διάρκεια εκάστης βάρδιάς του απασχολείτο με όλες τις εργασίες της ειδικότητάς του, δηλαδή όταν το πλοίο βρισκόταν εν πλω εκτελούσε φυλακή γέφυρας, ενώ στους λιμένες αφετηρίας και προορισμού, αλλά και στους ενδιάμεσους λιμένες, που προσέγγιζε το πλοίο κατά τη διάρκεια του δρομολογίου του, συμμετείχε στις εργασίες απόπλου και κατάπλου και συγκεκριμένα στην πρόσδεση και απόδεση του πλοίου και στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων, συμπεριλαμβανομένης της έχμασής τους, δηλαδή της σταθεροποίησής τους δια της πρόσδεσής τους στο κύτος του πλοίου με ιμάντες ή παρόμοια μέσα, όταν τούτο ενόψει κυματισμού κρινόταν απαραίτητο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπλοΐα του πλοίου και να αποτραπεί κίνδυνος μετακίνησής τους, καθώς τούτο προκύπτει από τη σταθερή καταβολή της σχετικής πρόσθετης αμοιβής του άρθρου 30 § 1 των ως άνω ΣΣΝΕ, σύμφωνα με τις μισθοδοτικές του αποδείξεις, όπως αναλυτικά θα εκτεθεί κατωτέρω, καθώς και μετά την επιστροφή του πλοίου στο λιμένα της Ραφήνας και την αποβίβαση των επιβατών στις εργασίες καθαρισμού του χώρου στάθμευσης των οχημάτων και των καταστρωμάτων του πλοίου. Αποδείχθηκε επίσης όμως ότι ο ενάγων απασχολείτο και πέραν των δύο τετράωρων βαρδιών του, είτε στο λιμένα αφετηρίας (τη Ραφήνα), είτε/και στους λιμένες προορισμού, είτε/και στους ενδιάμεσους λιμένες προσέγγισης του πλοίου, συνδράμοντας στις εργασίες απόπλου, κατάπλου, πρόσδεσης, απόδεσης, φορτοεκφόρτωσης και έχμασης των μεταφερομένων οχημάτων, και καθαριότητας στα εξωτερικά καταστρώματα και στο γκαράζ μετά την ολοκλήρωση εκάστου ημερησίου κυκλικού δρομολογίου και την επιστροφή του πλοίου στο λιμένα της Ραφήνας, τους δύο ναύτες της βάρδιας και τους δύο ημερεργάτες ναύτες, αναλόγως του εάν οι εργασίες αυτές ενέπιπταν χρονικά στο δίωρο προ της έναρξης της δικής του βάρδιας ή στο δίωρο μετά τη λήξη της, καθώς σε κάθε λιμένα απασχολούνταν ταυτόχρονα οι έξι (6) εκ των συνολικά οκτώ (8) ναυτών του πλοίου (δύο εργάζονταν στην πρύμνη για τους κάβους, δύο στην πλώρη για τις άγκυρες, ενώ εκ των ναυτών της βάρδιας ο ένας απασχολείτο στη γέφυρα και ο έτερος μετέβαινε όπου παρίστατο ανάγκη υπό τη διεύθυνση του ναυκλήρου του πλοίου), με αποτέλεσμα η καθημερινή εργασία του να διαφοροποιείται από πλευράς διάρκειας, η οποία καθοριζόταν από το ωράριο εκάστης βάρδιάς του, από το πρόγραμμα των δρομολογίων του πλοίου, από την επιβατική κίνηση και από τις καιρικές συνθήκες, που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια του ημερησίου δρομολογίου και η βάρδιά του να επεκτείνεται, κατά περίπτωση, προ της έναρξής της ή/και μετά τη λήξη της. Ειδικότερα, αναλόγως του ποια βάρδια είχε ορισθεί να εκτελέσει κάθε φορά ανά δρομολόγιο, η εκτός της δικής του βάρδιας εργασία του κατά περίπτωση, είτε εκκινούσε μία (1) ώρα και τριάντα (30) λεπτά προ της προγραμματισμένης αναχώρησης του πλοίου από το λιμένα της Ραφήνας, λόγω της συμμετοχής στις εργασίες φόρτωσης των οχημάτων και απόπλου του πλοίου, όχι μόνον των ναυτών της βάρδιας 4:00 έως 8:00, εντός της οποίας κατά βάση ενέπιπτε η αναχώρηση του πλοίου, αλλά και των ναυτών της επόμενης βάρδιας (8:00 έως 12:00) και των ημερεργατών ναυτών, είτε, όσον αφορά στους ενδιάμεσους λιμένες προσέγγισης του πλοίου, περιελάμβανε συμμετοχή του, αναλόγως του εάν η ώρα άφιξης του πλοίου στον εκάστοτε ενδιάμεσο λιμένα του ημερησίου δρομολογίου του ενέπιπτε εντός του διώρου προ της έναρξης ή/και εντός του διώρου μετά τη λήξη της δικής του βάρδιας, στις εργασίες κατάπλου, πρόσδεσης, αγκυροβολίας και απάρσεως του πλοίου, φορτοεκφόρτωσης των οχημάτων, απόπλου και έχμασης των οχημάτων στη συνέχεια, οι οποίες κατά μέσο όρο διαρκούσαν επί μία (1) ώρα συνολικά, αναλόγως του δρομολογίου, του μεγέθους της επιβατικής κίνησης και των καιρικών συνθηκών και απαιτούσαν τη συμμετοχή των έξι (6) εκ των συνολικά οκτώ (8) ναυτολογημένων ναυτών του πληρώματος κατά τα προεκτεθέντα, είτε περιελάμβανε συνδρομή του στους ναύτες της βάρδιας κατά τη διενέργεια των εργασιών κατάπλου, πρόσδεσης, και εκφόρτωσης των οχημάτων, αλλά και στις εργασίες καθαρισμού του γκαράζ και των εξωτερικών καταστρωμάτων, οι οποίες διενεργούντο κατά τη διάρκεια, αλλά και αμέσως μετά την άφιξη του πλοίου στο λιμένα της Ραφήνας και στο σύνολό τους δεν υπερέβαιναν σε διάρκεια τη μία (1) ώρα. Η καθημερινή διάρκεια της απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων επακριβώς καθορισμένη, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών, αλλά και τον αυξομειούμενο ανά περιόδους του έτους όγκο της επιβατικής κίνησης αυτών. Επισημαίνεται εδώ ότι οι αντίδικοι ομονοούν επίσης και ως προς το ότι υπήρχαν μέλη του πληρώματος καταστρώματος που δεν απασχολούνταν σε όλα τα λιμάνια προσέγγισης του πλοίου, μολονότι η συμμετοχή της πλήρους οργανικής σύνθεσής του στις εργασίες αγκυροβολίας και απάρσεως είναι κατά νόμο υποχρεωτική κατά τα προεκτεθέντα, ερίζουν όμως ως προς τον αριθμό των ναυτών που εργάζονταν σε κάθε λιμένα, με την εναγόμενη ειδικότερα να ισχυρίζεται ότι απασχολούνταν μόνον οι ναύτες της εκάστοτε βάρδιας και οι ημερεργάτες ναύτες. Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές συνάγεται, κατά την κρίση και του παρόντος Δικαστηρίου, το συμπέρασμα ότι ο ενάγων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, και εντός των πλαισίων της καλύτερης λειτουργίας των υπηρεσιών του πλοίου, απαιτήθηκε να εργασθεί και πράγματι εργαζόταν καθημερινά, για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτού, που σχετίζονταν με την ειδικότητά του, υπό  τις οδηγίες  και τη διεύθυνση του ναυκλήρου του πλοίου, πέραν του νομίμου ωραρίου του, που προβλέπεται από τις ισχύσασες και εν προκειμένω εφαρμοστέες κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., των 8 ωρών ημερησίως. Σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, και λαμβανομένων επίσης υπόψη των συνθηκών και περιστάσεων, που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές και εκτελούσε τα συγκεκριμένα δρομολόγια που αναφέρθηκαν, του αριθμού των λιμένων, που προσέγγιζε το πλοίο σε κάθε δρομολόγιο, του χρόνου παραμονής σε κάθε ενδιάμεσο λιμένα προσέγγισης, που ανερχόταν συνήθως σε 15 – 20 λεπτά της ώρας το μέγιστον, της αυξομείωσης της επιβατικής κίνησης αναλόγως των περιόδων του έτους (μειωμένη τη χειμερινή, σημαντικά μεγαλύτερη κατά τη θερινή, με την επισήμανση ότι οι εν λόγω ακτοπλοϊκές γραμμές κατά το χρονικό διάστημα από Μάιο έως Οκτώβριο παρουσιάζουν ιδιαίτερα αυξημένη επιβατική κίνηση διότι εξυπηρετούν πολύ τουριστικές νήσους των Κυκλάδων), της συνολικής διάρκειας εκάστου δρομολογίου από την αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της αφετηρίας του μέχρι τον κατάπλου του στον ίδιο λιμένα, που κατά βάση δεν υπερέβαινε τις 12 ώρες κατά τα προεκτεθέντα, και κατά τη θερινή περίοδο συχνά εκτεινόταν και κατά τις νυκτερινές ώρες της ημέρας, των χαρακτηριστικών του εν λόγω πλοίου (πρόκειται για ένα μικρού μεγέθους επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο, που δε διαθέτει καμπίνες επιβατών), της σταθερής καταβολής σ’αυτόν από την εναγόμενη, εργοδότριά του και πλοιοκτήτρια, παγίως κάθε μήνα χρηματικών ποσών κυμαινόμενου ύψους, ως αμοιβή για υπερωριακή του απασχόληση Σάββατα και αργίες, και για εκτέλεση υπερωριών κατά τις καθημερινές ημέρες της εβδομάδας και τις Κυριακές, που αντιστοιχούσαν σε υπερωριακή εργασία μίας έως δύο ωρών ημερησίων αναλόγως της περιόδου του έτους, όπως έχει ήδη αναφερθεί, όπερ εκ των πραγμάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντίδικός του αναγνώριζε στην πράξη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης των μελών του κατώτερου πληρώματος καταστρώματος του πλοίου της για την εύρυθμη λειτουργία του, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, και των καθηκόντων της ειδικότητάς του, όπως αυτά επίσης εκτενώς περιγράφηκαν ανωτέρω, και των εν γένει ιδιαιτεροτήτων της ναυτικής εργασίας, ενόψει του ότι οι ώρες ευθύνης ή ετοιμότητάς του στο πλοίο δε θα μπορούσαν εξ ορισμού να χαρακτηριστούν ως χρόνος υπερωριακής εργασίας του, εφόσον ο ναυτικός, λόγω της φύσης του επαγγέλματός του, βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε διαρκή ετοιμότητα παροχής υπηρεσιών υπακούοντας στις διαταγές των προϊσταμένων του, κατ’ άρθρον 57 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (βλ. ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝαυτΔ 2010 405, ΜονΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013 220, ΕφΠειρ 548/2001 ΕΕργΔ 61.340, Ι. Ληξουριώτη «Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις» εκδ.3η, σελ. 160), με αποτέλεσμα ο χρόνος παραμονής αυτού στο πλοίο κατά τον ημερήσιο πλου, να μην ταυτίζεται αναγκαίως με χρόνο πραγματικής απασχόλησής του σ’αυτό, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας εργασίας του ανήλθε σε 11 ώρες, και όχι σε 14 ώρες, όπως καθ’υπερβολήν ισχυρίσθηκε αυτός με την αγωγή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του επίσης δέχθηκε ότι ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά  επί 11 ώρες κατά μέσο όρο στο πλοίο της εναγομένης, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του σ’αυτό με την ειδικότητα του ναύτη, ορθά τις ενώπιόν του προσκομισθείσες αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από τον ενάγοντα με τον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσής του, με τον οποίο ζήτησε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το κεφάλαιο αυτό, προκειμένου να αναδικασθεί η υπόθεση και να γίνει καθ’ολοκληρίαν δεκτή η αγωγή του, κατόπιν παραδοχής ως βασίμου του ισχυρισμού του ότι η διάρκεια της ημερήσιας απασχόλησής του στο ως άνω πλοίο ανερχόταν σε 14 ώρες, ούτως ώστε, αφενός μεν να του επιδικασθεί ολόκληρο τo αιτούμενο με την αγωγή του ποσό της αμοιβής του για υπερωριακή εργασία, αφετέρου δε να επανυπολογισθούν τα ποσά, που δικαιούται αναφορικά με τα λοιπά κονδύλια (των δώρων εορτών και της αμοιβής για την εκτέλεση δρομολογών «εξπρές»), λαμβανομένων όμως πλέον υπόψη για τον εκ νέου υπολογισμό τους των αποδοχών, που αντιστοιχούν στις πραγματικές ώρες, κατά τις οποίες διατείνεται ότι απασχολήθηκε υπερωριακά, και από την εναγόμενη αντίστοιχα με τον πρώτο λόγο της δικής της έφεσης, με τον οποίο επίσης αιτήθηκε την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης όσον αφορά στο κεφάλαιο της αιτουμένης αμοιβής για την παροχή από τον ενάγοντα υπερωριακής εργασίας, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση ν’απορριφθεί  καθ’ολοκληρίαν η αγωγή κατά το εν λόγω κονδύλιο, επικαλούμενη ειδικότερα ότι ο ενάγων δεν εργαζόταν ημερησίως πέραν των δύο τετράωρων κυλιομένων βαρδιών του και ότι σε κάθε περίπτωση για την όποια υπερωριακή του απασχόληση έχει πλήρως και ολοσχερώς εξοφληθεί διά των χρηματικών ποσών που του καταβάλλονταν ανελλιπώς κάθε μήνα, απορριπτομένων ως αβασίμων. Επομένως, αποδείχθηκε ότι κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του εντός των ετών 2017 και 2018, όταν το πλοίο εκτελούσε δρομολογιακούς πλόες σε ακτοπλοϊκές γραμμές, ο ενάγων απασχολήθηκε καθημερινά σ’αυτό υπερωριακά με την ειδικότητα του ναύτη, και δη πέραν των 8 ωρών, που καθορίζονται στο άρθρο 11 των εν προκειμένω εφαρμοστέων με βάση τη συμφωνία του με την εναγόμενη κατά την πρόσληψή του ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε. ως ώρες υποχρεωτικής ημερήσιας εργασίας για όλους τους ναυτικούς, εν πλω και στο λιμάνι, ήτοι επί 3 ώρες κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, ενώ η ενδεκάωρη εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες των επίμαχων χρονικών διαστημάτων θεωρείται εξ ολοκλήρου υπερωριακή, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας, με αποτέλεσμα να δικαιούται της προβλεπομένης αμοιβής για τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες του. Συνεπώς, δικαιούται ως πρόσθετη (υπερωριακή) αμοιβή: Α. Για το έτος 2017: α) Για 135 καθημερινές και Κυριακές των χρονικών διαστημάτων των δύο (2) ναυτολογήσεών του εντός του ως άνω έτους το ποσό των 3.393,9 ευρώ (135 καθημερινές και Κυριακές των χρονικών αυτών διαστημάτων  Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως Χ 8,38 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του ναύτη, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο με βάση τη συμφωνία των διαδίκων Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2017 για τις καθημερινές και τις Κυριακές = 3.393,9 ευρώ), β) για 30 Σάββατα και αργίες των χρονικών διαστημάτων των δύο (2) ναυτολογήσεών του εντός του ως άνω έτους το ποσό των 3313,2 ευρώ (30 Σάββατα και αργίες Χ 11 ώρες εργασίας του την ημέρα Χ 10,04 ευρώ, που προβλέπεται από την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ για κάθε ώρα εργασίας του ναυτικού της ειδικότητας αυτής κατά τα Σάββατα και τις αργίες = 3.313,2 ευρώ) και συνολικά το ποσό των 6.707,1 ευρώ (4.193,37 + 3.644,52). Β. Για το έτος 2018: α) Για 69 καθημερινές και Κυριακές του χρονικού διαστήματος της ναυτολόγησής του στο ίδιο πλοίο εντός του έτους 2018 το ποσό των 1.767,78 ευρώ [69 καθημερινές και Κυριακές του χρονικού αυτού διαστήματος Χ 3 ώρες εργασίας του ημερησίως Χ 8,54 ευρώ, που προβλέπεται ως αμοιβή ανά ώρα υπερωριακής απασχόλησης του ναύτη, με βάση την ισχύσασα κατά τον επίδικο χρόνο με βάση τη συμφωνία των διαδίκων Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018 για τις καθημερινές και τις Κυριακές = 1.767,78 ευρώ), και β) για 17 Σάββατα και αργίες του ιδίου χρονικού διαστήματος το ποσό των 1.916,75 ευρώ (17 Σάββατα και αργίες κατά τα προεκτεθέντα Χ 11 ώρες εργασίας του ημερησίως Χ 10,25 ευρώ, που προβλέπεται από την προαναφερθείσα ΣΣΝΕ για κάθε ώρα εργασίας του ναυτικού της ειδικότητας αυτής κατά τα Σάββατα και τις αργίες = 1.916,75 ευρώ) και συνολικά το ποσό των 3.684,53 ευρώ. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων έλαβε ως αμοιβή του για την παροχή υπερωριακής εργασίας κατά τα έτη 2017 και 2018 από την εναγόμενη το συνολικό ποσό των 7.004,49 ευρώ (2.928,92 + 4.075,57 = 7.004,49 ευρώ). και συνεπώς, δικαιούται να του καταβληθεί η διαφορά ποσού 3.497,58 ευρώ (6.707,1 + 3.684,53 – 7.004,49 = 3.497,58 ευρώ). Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι η κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου περί του ύψους της οφειλομένης στον ενάγοντα αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση στο ως άνω πλοίο της εναγομένης κατά τα προαναφερθέντα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του, κατά τα οποία αυτό εκτελούσε δρομολόγια, και ειδικότερα οι παραδοχές του, που αναφέρονται στο συγκεκριμένο τρόπο μαθηματικού υπολογισμού του χρηματικού ποσού, το οποίο έγινε τελικά δεκτό ότι δικαιούται να λάβει για την αιτία αυτή, μεταξύ δε τούτων οι παραδοχές, που αναφέρονται στο ύψος του ωρομισθίου του ενάγοντος, όπως αυτό διαμορφώνεται με τις προβλεπόμενες στις εφαρμοστέες Σ.Σ.Ν.Ε. προσαυξήσεις, με βάση το οποίο λαμβάνει χώρα ο υπολογισμός της αμοιβής του, και στο συνολικά καταβληθέν στον ενάγοντα για την αιτία αυτή ποσό (και συνακόλουθα στο κεφάλαιο της προσβαλλόμενης απόφασης, που αφορά στην προβληθείσα ένσταση μερικής εξόφλησης της εναγομένης), δεν πλήττονται ειδικά από τους διαδίκους με τις εφέσεις τους, αλλά μόνον οι παραδοχές, που αφορούν στη διάρκεια της ημερήσιας εργασίας του ενάγοντος στο πλοίο αυτό, επιπροσθέτως δε ο ενάγων παραπονείται και επί της κρίσης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που αφορά στον αριθμό των καθημερινών ημερών της εβδομάδας και των Κυριακών, καθώς και των Σαββάτων και των αργιών, των χρονικών διαστημάτων των ναυτολογήσεών του, κατά τις οποίες το πλοίο εκτέλεσε δρομολόγια και ο ίδιος εργάσθηκε υπερωριακά.Από τη διάταξη του άρθρου 14 των προαναφερθεισών ΣΣΝΕ, σε συνδυασμό προς εκείνες των §§ 1, 2, 3 και 7 της με αριθμό 70109/8008/14.12.1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «Περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β 1/7.1.1982), με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν με αριθμό 19040/1981 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της Χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου» (ΦΕΚ Β 742/9.12.1981), προκύπτει ότι οι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα [1] μηνιαίο μισθό και προς μισθό δεκαπέντε [15] ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως ή, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε ολόκληρα τα αντίστοιχα ως άνω χρονικά διαστήματα, αναλογία 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή, επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, ανάλογο κλάσμα. Επιπλέον, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός την 10η Δεκεμβρίου και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που παρέχει ο ναυτικός τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 86/2014, ΜονΕφΠειρ. 23/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, ως τέτοιες αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην πιο πάνω Υπουργική Απόφαση: α) Η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής αμοιβής της εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίδεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα για την παροχή της εργασίας του κατά τις ημέρες αυτές τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στον μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η πρόσθετη αυτή αμοιβή για την παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και το αντίτιμο τροφής είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003, ΔΕΕ 2004/212 = ΕΝαυτΔ 2003/345, ΜονΕφΠειρ. 430/2014, ΜονΕφΠειρ. 361/2014, ΜονΕφΠειρ. 56/2014, ΜονΕφΠειρ. 83/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 587/2011, ΕΝαυτΔ 2012/19, ΕφΠειρ. 521/2009, ΕΝαυτΔ 2009/273), καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας (ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 412/2014, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), η αποζημίωση μη πραγματοποίσης αδείας (ΜονΕφΠειρ. 18/2016, ΜονΕφΠειρ. 19/2016, ΜονΕφΠειρ. 371/2016, ΜονΕφΠειρ. 73/2016, ΜονΕφΠειρ. 160/2014, ΜονΕφΠειρ. 36/2014, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 506/2011, ΕΝαυτΔ 2011/387), και ο μέσος όρος του επιδόματος έχμασης, γιατί αυτό αποτελεί πρόσθετη αμοιβή προβλεπόμενη από τις ανωτέρω ΣΣΝΕ (στο άρθρο 30 αμφοτέρων) ειδικά για το κατώτερο προσωπικό του καταστρώματος που απασχολείται στη φορτωεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων, το οποίο υπολογίζεται και καταβάλλεται στους δικαιούχους αναλογικά κατά μήνα ως νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας τους (ΜονΕφΠειρ 117/2016 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Αντιθέτως, το κατά τις διατάξεις των άρθρων 5 § 1 και 20 των ως άνω ΣΣΝΕ μηνιαίως καταβαλλόμενο στα μέλη του κατώτερου πληρώματος των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, στα οποία κατ’ άρθρο 1 § 3 περ. Ε αυτής συγκαταλέγονται και οι ναύτες, χρηματικό ποσό 56,50 ευρώ σύμφωνα με την εξ αυτών ΣΣΝΕ του έτους 2017 και 57,63 ευρώ σύμφωνα με την εξ αυτών ΣΣΝΕ του έτους 2018 αντίστοιχα,  ως επίδομα ιματισμού τους για την αντιμετώπιση των δαπανών προμήθειας της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων δώρων εορτών (ΜονΕφΠειρ. 48/2021, 216/2021, 196/2020, 676/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204, ΜονΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262), για το λόγο ότι δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως συμβατικό αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως σαφώς από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται, αιτία της χορήγησής του αποτελεί η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου (ΑΠ 774/2003, ΕΕΔ 2005/237 = ΔΕΝ 59/1300 = Δνη 2005/123, ΑΠ 226/2003, ΕΕΔ 2004/790 = ΔΕΝ 59/1138, ΤριμΕφΠειρ. 177/2012, ΠειρΝ 2012/354, ΤριμΕφΠειρ. 377/2011, ΕΝαυτΔ 2011/262, ΕφΠειρ. 283/2009, ΕΝαυτΔ 2009/102, ΜονΕφΠειρ. 347/2016, αδημ., ΜονΕφΠειρ. 671/2015, ΜονΕφΠειρ. 647/2014, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 434/2013, ΕΝαυτΔ 2013/204). Στην προκειμένη περίπτωση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, ορθά εφαρμόζοντας και ερμηνεύοντας το νόμο και εκτιμώντας τις αποδείξεις, υπολόγισε τα επιδόματα εορτών των ετών 2017 και 2018, που εδικαιούτο ο ενάγων, αθροίζοντας στις λοιπές πάγιες ελάχιστες (νόμιμες) αποδοχές του, όπως αυτές προσδιορίσθηκαν σε προηγούμενο χωρίο της παρούσας απόφασης, για μεν το έτος 2017 στο ποσό των 2441,4  ευρώ, για δε το επόμενο έτος (2018) στο ποσό των 2.490,08 ευρώ, με βάση τα ειδικότερα στις Σ.Σ.Ν.Ε. των ανωτέρω ετών προβλεπόμενα, στα οποία (προαναφερθέντα χρηματικά ποσά των αποδοχών του) περιλαμβάνονται ο μηνιαίος μισθός ενεργείας της ειδικότητας του ναύτη, το επίδομα Κυριακών, το αντίτιμο της σε είδος παρεχομένης τροφοδοσίας, το επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας και οι αποδοχές της αδείας μετά τροφοδοσίας, το μέσο όρο της μηνιαίας αμοιβής του για τις κριθείσες ως πραγματοποιηθείσες υπερωρίες, ο οποίος έγινε δεκτό ότι ανέρχεται για το έτος 2017 στο ποσό των 1.219,47 ευρώ (6707,1 ευρώ συνολική αμοιβή υπερωριακής εργασίας : 165 ημέρες ναυτολόγησής του κατά το έτος 2017 Χ 30) και για το έτος 2018 στο ποσό των 1.285,30 ευρώ  (3.684,53 συνολική αμοιβή υπερωριακής εργασίας : 86 ημέρες ναυτολόγησής του κατά το έτος 2018 Χ 30), καθώς και το ποσό των 187,16 ευρώ για το έτος 2017 και το ποσό των 338 ευρώ για το έτος 2018 αντίστοιχα, που έγινε δεκτό ότι εισέπραττε κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του από την εναγόμενη ως μηνιαία πάγια αμοιβή έχμασης οχημάτων, με την σαφώς υπονοούμενη στην απόφασή του παραδοχή ότι πρόκειται περί πρόσθετης αμοιβής (προβλεπομένης σημειωτέον από τις εν προκειμένω εφαρμοστέες ΣΣΝΕ, και δη στο άρθρο 30 αμφοτέρων, για το κατώτερο προσωπικό του καταστρώματος των πλοίων αυτής της κατηγορίας, που απασχολείται στη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων, υπολογιζομένης και καταβαλλομένης στους δικαιούχους, μεταξύ αυτών και στους ναύτες του πλοίου, αναλογικά κατά μήνα ως νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας τους), που συνιστά τακτική παροχή, η οποία καταβαλλόταν στον ενάγοντα σταθερά και μόνιμα (μάλιστα, κρίθηκε ότι, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες αποδείξεις πληρωμής του, καταβαλλόταν σ’αυτόν αδιαλείπτως κάθε μήνα υπό μορφήν επιδόματος συγκεκριμένου ποσού ανά έτος, επιπροσθέτως δε, όσον αφορά τις ναυτολογήσεις του εντός του έτους 2017, έγινε δεκτό ότι στις αντίστοιχες αποδείξεις αναφέρεται με την αιτιολογία «έξτρα αμοιβές») ως αντάλλαγμα της εργασίας του, και, ως εκ τούτου, ότι περιλαμβάνεται στο σύνολο των τακτικών καταβαλλομένων σε μηνιαία κλίμακα αποδοχών του, που λαμβάνονται ως βάση για τον καθορισμό του ποσού των επιδομάτων εορτών, χωρίς, όμως, να συνυπολογίσει στις ως άνω αποδοχές του και το επίδομα ιματισμού, όπως ζητήθηκε με την αγωγή, επίσης με τη σαφώς υπονοούμενη στην απόφαση παραδοχή ότι αυτό δεν αποτελούσε παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της εργασίας του. Κατόπιν τούτων και λαμβανομένων ως βάση των ποσών των 3.848,03 ευρώ και των 4.113,38 ευρώ, στα οποία έγινε δεκτό ότι ανέρχονται οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος για τα έτη 2017 και 2018 αντίστοιχα, κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι ο ενάγων δικαιούται ως δώρο Χριστουγέννων του έτους 2017 το ποσό των 2.622,79 ευρώ και ως δώρο Πάσχα του ιδίου έτους το ποσό των 256,53 ευρώ, και, συνολικά το ποσό των 2.879,32 ευρώ, εκ του οποίου, κατόπιν αφαίρεσης του συνολικού ποσού των 2.199,13 ευρώ, που κρίθηκε ότι του έχει ήδη καταβληθεί από την εναγόμενη για τις ανωτέρω αιτίες (και δη 2.031,7 ευρώ για δώρο Χριστουγέννων 2017 και 167,43 ευρώ για δώρο Πάσχα 20197 αντίστοιχα) όπως καθ’υποφοράν συνομολόγησε στο δικόγραφο της αγωγής του, του οφείλεται η διαφορά ποσού 680,19 ευρώ, καθώς και ως δώρο Χριστουγέννων του έτους 2018 το ποσό των 987,21 ευρώ και Πάσχα του αυτού έτους το ποσό των 617 ευρώ και συνολικά το ποσό των 1.604,21 ευρώ, εκ του οποίου έχει ήδη λάβει από την αντίδικό του το συνολικό ποσό των 1.489,86 ευρώ, σύμφωνα με τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, και δη 861,53 ευρώ για δώρο Χριστουγέννων 2018 και 628,33 ευρώ για δώρο Πάσχα 2018 αντίστοιχα, με αποτέλεσμα να δικαιούται του υπολοίπου ποσού των 114,35 ευρώ. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, τα υποστηριζόμενα από τους εκκαλούντες, οι οποίοι κατά της κρίσης αυτής της εκκαλουμένης, διαμαρτύρονται αμφότεροι, επικαλούμενοι εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ειδικότερα, από τον ενάγοντα με το δεύτερο λόγο της ένδικης έφεσής του περί εσφαλμένου υπολογισμού των ποσών, που έγινε δεκτό ότι υποχρεούται να του καταβάλει η εναγόμενη ως επιδόματα εορτών των ετών 2017 και 2018, διότι κατά τον προσδιορισμό του ποσού των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, αφενός μεν συμπεριλήφθηκε ποσό ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας στο πλοίο της εναγομένης μικρότερο αυτού που δικαιούται και αντιστοιχεί στις ώρες, κατά τις οποίες πράγματι απασχολήθηκε υπερωριακά, αφετέρου δε δεν συμπεριλήφθηκε το επίδομα ιματισμού, και από την εναγόμενη με τον αντίστοιχο δεύτερο λόγο της δικής της έφεσης, με τον οποίο ομοίως πλήττεται το συγκεκριμένο κεφάλαιο της πρωτόδικης απόφασης με αιτιάσεις, που επίσης αναφέρονται σε λανθασμένο προσδιορισμό των επιδικασθέντων για τις αυτές ως άνω αιτίες ποσών, λόγω όμως του συνυπολογισμού στο ποσό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, ως μη έδει, των επιμέρους ποσών, που αφορούν στο μέσο όρο της μηνιαίας αμοιβής για υπερωριακή εργασία του και στο μηνιαίο επίδομα έχμασης οχημάτων, διότι, το μεν πρώτο ο αντίδικός της δεν το δικαιούται, αφού ουδέποτε εργάσθηκε υπερωριακά, το δε δεύτερο δε συνιστά τακτική παροχή, καταβαλλόμενη σταθερά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας του, απορριπτέα τυγχάνουν ως αβάσιμα. Πρέπει επίσης στο σημείο αυτό να επισημανθεί ότι κατά τα λοιπά οι εκκαλούντες δεν προσβάλλουν με λόγο έφεσης το μαθηματικό υπολογισμό των επιδομάτων εορτών  από την εκκαλουμένη, ούτε τις παραδοχές αυτής, που αφορούν στα συνολικά ληφθέντα από τον ενάγοντα για τις ως άνω αιτίες ποσά, ειδικότερα δε η εναγόμενη δεν πλήττει με την έφεσή της τα αποδεικτικά πορίσματα, που αναφέρονται στο καταβληθέν μηνιαίως στον ενάγοντα ποσό κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του στο πλοίο της ως επίδομα έχμασης οχημάτων.Από τις διατάξεις του άρθρου 33 εκάστης των ως άνω εν προκειμένω εφαρμοστέων ΣΣΝΕ συνάγεται ότι, προκειμένου περί πλοίου, το οποίο εκτελεί κυκλικά ταξίδια και προς εξυπηρέτηση καθορισμένου δρομολογίου αποπλέει από του αφετηρίου λιμένος ή του λιμένος προορισμού προ της παρέλευσης εξαώρου από του κατάπλου ή έχει τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από του αφετηρίου λιμένος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκτελεί κατά κύριο λόγο ημερινούς πλόες (από 7ης πρωινής μέχρι 23ης νυκτερινής – ημερόπλοιο) ή δεν είναι πλοίο τοπικών γραμμών, το οποίο δεν εκτελεί δρομολόγια κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00-07.00) ή δεν επεκτείνει τα δρομολόγια κατά τις ώρες αυτές, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις της ως άνω ΣΣΝΕ ή οι όροι της έχουν καταστεί περιεχόμενο της ατομική εργασιακής τους σύμβασης, δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από του κατάπλου καθ’ εβδομάδα δια του αριθμού 8 ή τον αριθμό των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου καθ’εβδομάδα, αντιστοίχως, επί το ένα τριακοστό (1/30) ή το ένα εξηκοστό (1/60) ή το εν εκατοστό εικοστό (1/120) του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν το κυκλικό ταξίδι διαρκεί τουλάχιστον δώδεκα (12) ώρες ή τουλάχιστον έξι (6) ώρες ή μέχρι έξι (6) ωρών αντιστοίχως (ΕφΠειρ 53/2013, ΕφΠειρ. 66/2013, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 364/2012 αδημ.). Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 των ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., που τιτλοφορείται “Δρομολόγια εξπρές”, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια Υπηρεσία του Υ.Θ.Υ.Ν.ΑΛ. και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης, καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ’εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, κατά τη διαδικασία του Ν. 2932/2001 ή του ΚΔΝΔ, η περί εγκρίσεως του οποίου απόφαση κοινοποιείται στην Π.Ν.Ο., καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Δρομολόγια για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου η, κατά την επομένη παράγραφο 7, πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού (παρ.3). Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αμοιβής αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται δια του αριθμού 8, το δε πηλίκο αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή (παρ. 4). Ειδικά, προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των πέντε (5) δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του, κατά την προηγούμενη παράγραφο 2, προσδιορισμού (παρ. 5). Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή υπολογιζόμενη, εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή η μετάβαση στο λιμένα ή τους λιμένες προορισμού και η επιστροφή στο λιμάνι αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7). Δηλαδή, κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που εκτελούν περισσότερα από πέντε (5) κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα (6 ή 7), είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην παρ.7, η οποία δεν υπολογίζεται κατά την παρ. 4, αλλά όπως ορίζεται στην παρ. 5. Επομένως, λαμβάνουν στην περίπτωση κατά την οποία η διάρκεια του κάθε δρομολογίου (κυκλικού ταξιδιού) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, πρόσθετη αμοιβή ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών για κάθε δρομολόγιο. Δηλαδή, αν εκτελούν 6 τακτικά δρομολόγια την εβδομάδα λαμβάνουν ως πρόσθετη αμοιβή το 1/30 των ως άνω αποδοχών, και, αν εκτελούν 7 τακτικά δρομολόγια, λαμβάνουν τα 2/30. Αν εκτελούν όμως πέντε (5) δρομολόγια ή λιγότερα των πέντε (5), τότε έχει εφαρμογή η προαναφερθείσα παρ.4 του άρθρου αυτού. Τακτικά θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη για κάθε ημέρα ώρα (έστω και αν η ώρα κάθε ημέρας δεν είναι ίδια, αρκεί να είναι προκαθορισμένη), σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, χωρίς να ασκεί επιρροή, για το χαρακτηρισμό του δρομολογίου ως τακτικού, η ύπαρξη τυχόν καθυστερήσεων κατά την εκτέλεση του. Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέραν και ώραν ιδιαίτερον ταξίδιον προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει 6 ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ.7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του. (ΕφΠειρ 83/2014, ΕφΠειρ 56/2014, ΕφΠειρ71/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 716/2011, ΕΝαυτΔ2012, 107, ΕφΠειρ 33/2002, ΔΕΕ 2003, 561). Τέλος, με τη διάταξη της παρ. 6 του ίδιου άρθρου 33 ορίζεται ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται σε ημερόπλοια, καθώς και σε πλοία δευτερευουσών και τοπικών γραμμών, εκτός εάν τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγια τους τις νυχτερινές ώρες, δηλαδή 23.00 μέχρι 7.00 ώρας. Από το περιεχόμενο της διάταξης αυτής, προκύπτει σαφώς, ότι μ’αυτήν εισάγεται, καταρχήν, εξαίρεση, όσον αφορά τα ημερόπλοια, επί των οποίων, συμφωνήθηκε με τις ως άνω ΣΣΝΕ να μην ισχύουν και να μην εφαρμόζονται οι προαναφερθείσες διατάξεις για καταβολή πρόσθετης αμοιβής, σε περίπτωση εκτελέσεως δρομολογίων “Express”. Ως ημερόπλοια νοούνται τα πλοία, που εκτελούν ημερινούς πλόες. Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 του Κανονισμού “περί ενδιαιτήσεως και καθορισμού αριθμού επιβατών των επιβατηγών πλοίων”, ως ημερινοί πλόες νοούνται οι εκτελούμενοι μεταξύ των ωρών 05.00 έως 22.00 κατά τη θερινή περίοδο και των οποίων η συνολική διάρκεια δεν υπερβαίνει τις 12 ώρες. Όμως, και για τα ημερόπλοια, κατά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 33 εισάγεται εξαίρεση της ως άνω εξαίρεσης, σύμφωνα με την οποία και επί των πλοίων αυτών έχουν εφαρμογή όλες οι προαναφερθείσες διατάξεις, εφόσον όμως τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00 μμ μέχρι 07.00 πμ, όπως ειδικότερα ορίζεται με τις ως άνω ΣΣΝΕ. Επομένως, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή και στους απασχολουμένους στα ημερόπλοια, τα οποία όμως εκτελούν τα παραπάνω δρομολόγια (Express) μόνον τις νυκτερινές ώρες ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους αυτά, τις ώρες αυτές δηλαδή 23.00 μέχρι 07.00 ώρας (ΜονΕφΠειρ 19/2016, ΕφΠειρ 83/2014, ΕφΠειρ 71/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 33/2002 ΔΕΕ 2003.561). Τέλος, για τον προσδιορισμό των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ναυτικού που λαμβάνονται ως βάση καθορισμού της εν λόγω πρόσθετης αμοιβής συνυπολογίζεται ο μέσος όρος της υπερωριακής αμοιβής του, το επίδομα άδειας (ΤριμΕφΠειρ 53/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) όχι, όμως, για όσους λόγους αναλυτικά προεκτέθηκαν, το επίδομα ιματισμού (ΜονΕφΠειρ. 200/2016, ΜονΕφΠειρ. 603/2015, ΜονΕφΠειρ. 281/2015, ΜονΕφΠειρ. 71/2014, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ενόψει τούτων, στην κρινόμενη περίπτωση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε ότι το πλοίο της εναγομένης, όπου ναυτολογήθηκε ο ενάγων και απασχολήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη, λαμβανομένων υπόψη των αναφερομένων στους επισυναπτόμενους στην παρούσα απόφαση (αλλά και στην πρωτόδικη απόφαση ελαφρώς διαφοροποιημένους) πίνακες τακτικών κυκλικών ακτοπλοϊκών δρομολογίων, που εκτελούσε καθημερινά στην κύρια γραμμή Ραφήνας – λιμένων νήσων των  Κυκλάδων, με τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμένα της Ραφήνας, κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεων του ανωτέρω, στα οποία προεξέχουσα θέση κατείχαν οι ημερινοί πλόες, δηλαδή οι πλόες που εκτείνονταν κατά κύριο λόγο μεταξύ των ωρών από 07.00 έως 23.00, εντάσσεται στην κατηγορία των ημερόπλοιων, με αποτέλεσμα, κατά τη σαφώς υπονοούμενη στην ίδια απόφαση παραδοχή, επί του πλοίου αυτού εφαρμογής να τυγχάνει η διάταξη της παραγράφου 6 του άρθρου 33 των ως άνω ΣΣΝΕ, όπως λεπτομερώς στη μείζονα σκέψη εκτέθηκε, σύμφωνα  με την οποία, κατ’εξαίρεση της εισαγομένης μ’ αυτήν εξαίρεσης ως προς τα ημερόπλοια, καταβάλλεται στους απασχολουμένους στα πλοία αυτά πρόσθετη αμοιβή για εκτέλεση δρομολογίων “EXPRESS” μόνον όταν εκτελούν τέτοια δρομολόγια κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00-07.00), ή επεκτείνουν τα δρομολόγια αυτά κατά τις ίδιες ώρες, και όχι όταν εκτελούν τέτοια δρομολόγια τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας, για τα οποία (δρομολόγια) έχει αποκλεισθεί η ισχύς και η εφαρμογή των διατάξεων των εν λόγω ΣΣΝΕ περί καταβολής πρόσθετης αμοιβής, και στη συνέχεια, με βάση τη ρητή αυτή παραδοχή, επιδίκασε στον ενάγοντα την ως άνω πρόσθετη αμοιβή μόνον για εκείνα εκ των τακτικών κυκλικών ακτοπλοϊκών δρομολογίων του πλοίου, ως προς τα οποία δέχθηκε ότι επεκτάθηκαν πέραν της ενδεκάτης βραδινής ώρας της ημέρας, ορθά καταρχήν τη σχετική διάταξη των εν προκειμένω εφαρμοστέων ΣΣΝΕ, οι όροι των οποίων κατέστησαν περιεχόμενο των ατομικών του συμβάσεων εργασίας, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ερμήνευσε και εφήρμοσε. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, όσα αντίθετα υποστηρίζονται από τον ενάγοντα στο πρώτο σκέλος  του τρίτου λόγου της έφεσής του, με τον οποίο πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 33 των οικείων ΣΣΝΕ, διότι, κατά τους δικούς του ισχυρισμούς, δικαιούται της σ’αυτές προβλεπομένης πρόσθετης αμοιβής για όλα τα πέραν των πέντε (5) δρομολόγια, που πραγματοποιούσε το πλοίο ανά εβδομάδα, άνευ ουδεμίας άλλης διάκρισης, παραβλέποντας ότι πρόκειται περί ημερόπλοιου κατά κύριο λόγο, ως προς το οποίο η έννοια του δρομολογίου «εξπρές» περιλαμβάνει μόνον αυτό το δρομολόγιο, που εκτελείται ή επεκτείνεται κατά τις νυκτερινές ώρες (23.00-07.00) της ημέρας, απορριπτέα τυγχάνουν ως αβάσιμα.  Ειδικότερα, όσον αφορά τα δρομολόγια «εξπρές», για τα οποία ο ενάγων δικαιούται της ως άνω πρόσθετης αμοιβής, λεκτέα τα κάτωθι: 1) Κατά τα επιμέρους χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του από 8.4.2017 έως 5.6.2017, από 18.9.2017 έως 9.10.2017, από 28.8.2017 έως 17.9.2017, από 26.3.2018 έως 30.3.3018, από 31.3.2018 έως 17.5.2018 (πλην των εβδομάδων από 2.4.2018 έως 8.4.2018 – πρόκειται για τη Μεγάλη Εβδομάδα, από 9.4.2018 έως 15.4.2018 – Εβδομάδα της Διακαινησίμου – από 23.4.2018 έως 29.4.2018, από 30.4.2018 έως 6.5.2018 και από 7.5.2018 έως 13.5.2018, για τις οποίες θα γίνει αναλυτικά λόγος κατωτέρω) και από 18.5.2018 έως 26.6.2018, όταν και αποναυτολογήθηκε λόγω ασθενείας, το πλοίο πραγματοποιούσε τα προαναφερθέντα επτά (7) συνολικά τακτικά κυκλικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια εβδομαδιαίως, εκ των οποίων  ουδέν υπάγεται στην κατηγορία των δρομολογίων «εξπρές», καθώς ουδείς πλους επεκτάθηκε κατά τις νυκτερινές ώρες, ήτοι από τις 23.00 έως τις 7.00. 2) Κατά το χρονικό διάστημα από 6.6.2017 έως 27.8.2017, ήτοι επί 87 ημέρες, άλλως επί 12,4 εβδομάδες το πλοίο εκτελούσε ένδεκα (11) συνολικά κυκλικά δρομολόγια ανά εβδομάδα, εκ των οποίων τέσσερα (4) και συγκεκριμένα το δεύτερο ημερήσιο δρομολόγιο της Τρίτης, της Τετάρτης, της Πέμπτης και του Σαββάτου (αναχώρηση από το λιμένα της Ραφήνας στις 17.30 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα στις 2.15 της επόμενης ημέρας) θεωρούνται δρομολόγια εξπρές διότι επεκτάθηκαν μετά την ενδεκάτη βραδινή ώρα, διαρκείας εκάστου εξ αυτών μικρότερης των 12 ωρών,  πλην της  εβδομάδας από 14.8.2017 έως 20.8.2017, κατά την οποία το πλοίο πραγματοποίησε δέκα (10) συνολικά τέτοια δρομολόγια (συγκεκριμένα την Τρίτη στις 15.8 το πλοίο απέπλευσε από το λιμένα της Ραφήνας στις 7.25 και κατέπλευσε σ’αυτόν μετά την ολοκλήρωση του δρομολογίου του στις 21.20 κατά τα προεκτεθέντα), εκ των οποίων το δεύτερο ημερήσιο δρομολόγιο της Τετάρτης (16.8), της Πέμπτης (17.8) και του Σαββάτου (19.8) (αναχώρηση από το λιμένα της Ραφήνας στις 17.30 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα στις 2.15 της επόμενης ημέρας) θεωρούνται δρομολόγια εξπρές διότι επεκτάθηκαν μετά την ενδεκάτη βραδινή ώρα, διαρκείας εκάστου εξ αυτών μικρότερης των 12 ωρών, ωστόσο θα πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα αμοιβή μόνον για τα δρομολόγια εξπρές της Πέμπτης (17.8) και του Σαββάτου (19.8.) και όχι και γα το δρομολόγιο της Τετάρτης (16.8) διότι για το συγκεκριμένο δρομολόγιο δε ζητήθηκε αμοιβή με την αγωγή του. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται για το καθένα εκ των δύο (2) δρομολογίων εξπρές της εβδομάδας από 14.8.2017 έως 20.8.2017, διάρκειας εκάστου μικρότερης των 12 ωρών, αμοιβής ίσης με το 1/60 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, ποσού 3.848,03 ευρώ, όπως υπολογίσθηκαν ανωτέρω (περιλαμβανομένων σ’αυτές του ποσού του μέσου όρου της μηνιαίας αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση εντός του έτους 2017, και του μηνιαίου επιδόματος για την έχμαση των οχημάτων του ιδίου έτους, όχι όμως και του επιδόματος ιματισμού), στις οποίες πρέπει να προστεθεί και ο μέσος όρος ανά μήνα των επιδομάτων εορτών του έτους 2017 εκ 485,24 ευρώ (2,879,32 ευρώ τα ως άνω επιδόματα:178 ημέρες Χ 30], με αποτέλεσμα το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του να διαμορφώνεται στο ποσό των 4.333,27 ευρώ, και, συνακόλουθα η αμοιβή του για τα εν λόγω δρομολόγια εξπρές να ανέρχεται στο ποσό των 144,44 ευρώ  (4.333,27 ευρώ: 60 Χ 2 =144,44 ευρώ). Περαιτέρω ο ενάγων δικαιούται για το καθένα εκ των τεσσάρων (4) δρομολογίων εξπρές, που πραγματοποίησε το πλοίο ανά εβδομάδα κατά το χρονικό διάστημα από 6.6.2017 έως 27.8.2017 (μη περιλαμβανομένης της εβδομάδας από 14.8.2017 έως 20.8.2017 για την οποία έγινε αναλυτικά λόγος ανωτέρω), ήτοι επί 80 ημέρες (11,4 εβδομάδες), της προβλεπομένης στο άρθρο 33 της εν προκειμένω εφαρμοστέας ΣΣΝΕ του έτους 2017 αμοιβής, ίσης με το 1/60 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως υπολογίσθηκαν ανωτέρω, συνολικού ποσού 4.333,27 ευρώ, και συγκεκριμένα δικαιούται του ποσού των 3.293,28 ευρώ  (4.333,27 ευρώ : 60 Χ 4 δρομολόγια ανά εβδομάδα Χ 11,4 εβδομάδες =3.293,28), και συνολικά για την αιτία αυτή για το έτος 2017 δικαιούται του ποσού των 3.437,72 ευρώ (144,44 ευρώ + 3.293,28 ευρώ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται για την ίδια αιτία το συνολικό ποσό των 4.362,08 ευρώ έσφαλε, καθώς, αφενός μεν δέχθηκε, λανθασμένα εκτιμώντας τις αποδείξεις, ότι και κατά το χρονικό διάστημα από 28.8.2017 έως 17.9.2017 το πλοίο εκτελούσε τα ίδια ακτοπλοϊκά δρομολόγια με το προηγούμενο χρονικό διάστημα από 6.6.2017 έως 27.8.2017, εκ των οποίων τέσσερα (4) την εβδομάδα έκρινε ως δρομολόγια εξπρές, για τα οποία και του επιδίκασε αμοιβή, ενώ τα δρομολόγια του πλοίου κατά το χρονικό διάστημα από 6.6.2017 έως 27.8.2017 τροποποιήθηκαν και δεν εκτείνονταν πέραν της ενδεκάτης βραδινής ώρας, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο από την εναγόμενη με αριθμ.σχετ.10 από 10.4.2017 έγγραφο σήμα του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μετά του επισυναπτόμενου σ’αυτό πίνακα δρομολογίων, αφετέρου δε για την εβδομάδα από 14.8.2017 έως 20.8.2017 επιδίκασε στον ενάγοντα αμοιβή επίσης για τέσσερα (4) δρομολόγια εξπρές, ήτοι προφανώς και για τα δρομολόγια της Τρίτης (15.8.2017) και της Τετάρτης (16.8.2017), αφού, παρότι δε γίνεται ρητή μνεία στην απόφαση περί των συγκεκριμένων ημερομηνιών αυτής της εβδομάδας, κατά τις οποίες έγινε δεκτό ότι εκτελέσθηκαν δρομολόγια εξπρές, εντούτοις είναι προφανές ότι πρόκειται για τα ως άνω δρομολόγια των ημερομηνιών αυτών, με δεδομένο ότι η κρίση του για τη συγκεκριμένη εβδομάδα δε διαφοροποιήθηκε σε σχέση με την κρίση του για όλες τις άλλες εβδομάδες του χρονικού διαστήματος από 6.6.2017 έως 17.9.2017, για τις οποίες επίσης μεν ελλείπει στην απόφαση η ονομαστική αναφορά στις ημέρες της εβδομάδας, κατά τις οποίες πραγματοποιούντο τα δρομολόγια εξπρές, αλλά οι επίμαχες ημέρες προκύπτουν σαφώς από τον επισυναπτόμενο στην απόφασή του πίνακα δρομολογίων αυτής της χρονικής περιόδου, σε συνδυασμό με την προηγουμένως διατυπωθείσα παραδοχή του ότι ως δρομολόγιο εξπρές νοείται στην κρινόμενη περίπτωση, αφού πρόκειται περί ημερόπλοιου, μόνον εκείνο, που εκτελείται ή επεκτείνεται κατά τις νυκτερινές ώρες της ημέρας (23.00 – 7.00), αν και για τα δρομολόγια αυτά δε ζητήθηκε από τον ενάγοντα με την αγωγή του η επιδίκαση αμοιβής (πολλώ δε μάλλον που στις 15.8.2017 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο εξπρές), με αποτέλεσμα να επιδικασθεί πλέον του αιτηθέντος, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε η εναγόμενη στο πλαίσιο του οικείου σκέλους του τρίτου λόγου της έφεσής της. Αποδείχθηκε επίσης ότι, σύμφωνα με τους περιληφθέντες στην παρούσα απόφαση πίνακες, κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα του έτους 2018, ήτοι από τις 2.4.2018 έως τις 8.4.2018, το πλοίο εκτέλεσε συνολικά εννέα (9) τακτικά κυκλικά δρομολόγια, εκ των οποίων τα δύο (2) ήταν δρομολόγια εξπρές, και συγκεκριμένα το δρομολόγιο της Μεγάλης Τρίτης στις 3.4.2018 (αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της Ραφήνας στις 19.00 και επιστροφή του στον ίδιο λιμένα στις 03.40 της επομένης), και το δεύτερο δρομολόγιο της Μεγάλης Τετάρτης στις 4.4.2018 (αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της Ραφήνας στις 18.45 και επιστροφή του στον ίδιο λιμένα στις 02.10 της επομένης), διότι επεκτάθηκαν μετά την ενδεκάτη βραδινή ώρα, η διάρκεια εκάστου των οποίων δεν υπερέβη τις 12 ώρες, με την επισήμανση  ότι το δρομολόγιο της Μεγάλης Πέμπτης, κατά το οποίο πλοίο αναχώρησε από Ραφήνα στις 19.00 και επέστρεψε στις 23.15 δε θεωρείται δρομολόγιο εξπρές, αφού ο πλους επεκτάθηκε επ’ολίγον μετά τις 23.00. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όμως, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ομοίως και επιδίκασε στον ενάγοντα αμοιβή για τα ανωτέρω δρομολόγια, όπως, παρά την έλλειψη ρητής μνείας των συγκεκριμένων ημερομηνιών, σαφώς προκύπτει από τους συμπεριληφθέντες στην απόφασή του πίνακες (ότι δηλαδή όντως πρόκειται περί αυτών των δρομολογίων) υπέπεσε σε σφάλμα, διότι ο ενάγων με την αγωγή του αιτήθηκε τέτοιας αμοιβής για τέσσερα (4) δρομολόγια εξπρές της εβδομάδας αυτής του έτους 2018, που φέρονται διενεργηθέντα ένα (1) τη Μεγάλη Πέμπτη (5/4), δύο (2) τη Μεγάλη Παρασκευή (6/4) και ένα (1) το Μεγάλο Σάββατο (7/4), όπερ συνεπάγεται ότι επιδικάσθηκαν διάφορα των διά της αγωγής αιτηθέντων, κατά παράβαση της προκύπτουσας από την διάταξη του άρθρου 106 του ΚΠολΔ θεμελιώδους δικονομικής αρχής, κατά την οποία, το Δικαστήριο έχει εξουσία να επιληφθεί και να ενεργήσει μόνο ύστερα από αίτηση διαδίκου και δεν δύναται να επιδικάσει πέραν του αιτηθέντος, σύμφωνα με όσα βάσιμα ισχυρίσθηκε σχετικώς η εναγόμενη με το οικείο σκέλος του τρίτου λόγου της ένδικης έφεσής της. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά την εβδομάδα από 9.4.2018 έως 15.4.2018 (Εβδομάδα της Διακαινησίμου) το πλοίο, σύμφωνα με τους ίδιους ως άνω πίνακες (στους οποίους αναφέρονται ξεχωριστά τα δρομολόγια της Δευτέρας, της Τρίτης και της Τετάρτης, 9,10 και 11/4 αντίστοιχα, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδας αυτής εκτελέσθηκαν τα δρομολόγια που αναγράφονται στον πίνακα των δρομολογίων του χρονικού διαστήματος από 31.3.2018 έως 17.5.2018), εκτέλεσε συνολικά επτά (7) τακτικά κυκλικά δρομολόγια, εκ των οποίων το ένα (1) ήταν δρομολόγιο εξπρές, και συγκεκριμένα το δρομολόγιο της Τρίτης στις 10.4.2018 (αναχώρηση του πλοίου από το λιμένα της Ραφήνας στις 21.00 και επιστροφή στον ίδιο λιμένα στις 12.10 της επομένης), διότι επεκτάθηκε μετά την ενδεκάτη βραδινή ώρα, η διάρκεια του οποίου υπερέβη τις 12 ώρες. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, λαμβάνοντας υπόψη τους σ’αυτήν επισυναφθέντες πίνακες δρομολογίων,  επιδίκασε στον ενάγοντα για την ανωτέρω εβδομάδα αμοιβή για δύο (2) δρομολόγια εξπρές, ήτοι για το ανωτέρω, και για έτερο δρομολόγιο, που δέχθηκε ότι εκτέλεσε το πλοίο, και συγκεκριμένα την Παρασκευή 13/4 (με αναχώρηση από Ραφήνα στις 18.45 και επιστροφή στον  ίδιο λιμένα στις 3.30 της επομένης), διάρκειας μικρότερης των 12 ωρών). Η κρίση αυτή του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου όμως είναι εσφαλμένη, διότι, για το δρομολόγιο εξπρές της Τρίτης 10.4.2018 δε ζητήθηκε από τον ενάγοντα με την αγωγή του αμοιβή (αντίθετα ζητήθηκε αμοιβή για τα κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς δρομολόγια εξπρές, που διενεργήθηκαν την Παρασκευή, το Σάββατο, και την Κυριακή της ίδιας εβδομάδας), με αποτέλεσμα να επιδικασθεί πλέον του αιτηθέντος, σύμφωνα με όσα βασίμως ισχυρίσθηκε η εναγόμενη με το οικείο σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσής της, ενώ την Παρασκευή στις 13.4.2018 το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο εξπρές, όπως κατόπιν λανθασμένης εκτίμησης των αποδείξεων έγινε δεκτό από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού αναχώρησε από το λιμένα της Ραφήνας στις 7.30 και επέστρεψε στον ίδιο λιμένα στις 18.00. Ειδικότερα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι το πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 12.4.2018 μέχρι και 17.5.2018 εκτέλεσε ανά εβδομάδα τα ειδικότερα αναφερόμενα σε επισυναφθέντα στην πρωτόδικη απόφαση πίνακα τακτικά ακτοπλοϊκά δρομολόγια, σύμφωνα με τα οποία κάθε Παρασκευή του χρονικού αυτού διαστήματος το πλοίο πραγματοποιούσε και δεύτερο δρομολόγιο μετά την επιστροφή του στο λιμένα της Ραφήνας στις 18.00, το οποίο προέβλεπε αναχώρησή του από τον ως άνω λιμένα στις 18.45 και κατάπλου σ’αυτόν, μετά την προσέγγιση των νήσων Άνδρου, Τήνου και Μυκόνου και με την αντίστροφη σειρά κατά τον πλου της επιστροφής στις 3.30 του Σαββάτου και κρίθηκε ότι συνιστά δρομολόγιο εξπρές, αφού επεκτάθηκε πέραν της ενδεκάτης βραδινής ώρας, διάρκειας μικρότερης των 12 ωρών. Κατόπιν της παραδοχής αυτής επιδίκασε στον ενάγοντα της προβλεπομένης αμοιβής για το δρομολόγιο της 13ης.4.2018, αλλά και κάθε Παρασκευής του ανωτέρω χρονικού διαστήματος των 4 εβδομάδων, ισόποσης με το 1/30 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, όπως είχαν διαμορφωθεί το έτος 2018. Η κρίση του αυτή όμως στηρίζεται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη με το οικείο σκέλος του τρίτου λόγου της έφεσής της,  διότι, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο από την ανωτέρω διάδικο από 29.12.2017 έγγραφο σήμα του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μετά του σ’αυτό επισυναπτόμενου πίνακα δρομολογίων, το πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 31.3.2018 έως 17.5.2018 εκτέλεσε ανά εβδομάδα τα ειδικότερα αναφερόμενα στον περιληφθέντα στην παρούσα απόφαση πίνακα δρομολόγια, συνολικά επτά (7) κυκλικά, εκ των οποίων ουδέν ήταν δρομολόγιο εξπρές, διότι δεν επεκτάθηκε μετά την ενδεκάτη βραδινή ώρα. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα αντίθετα αποδείχθηκε ότι το πλοίο εκτέλεσε και όγδοο δρομολόγιο την εβδομάδα μόνο στις 27.4.2018, στις 4.5.2018 και στις 11.5.208 ημέρα Παρασκευή, καθώς, όπως έχει ήδη αναφερθεί, μετά την επιστροφή του στο λιμένα της Ραφήνας στις 18.00 αναχώρησε και πάλι στις 18.45 για την Τήνο και κατέπλευσε στη Ραφήνα στις 3.30 της επόμενης ημέρας, το οποίο συνιστά όντως δρομολόγιο εξπρές, η διάρκεια του οποίου δεν υπερέβη τις 12 ώρες. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται για το καθένα εκ των τριών (3) αυτών δρομολογίων εξπρές της προβλεπομένης στο άρθρο 33 της εν προκειμένω εφαρμοστέας ΣΣΝΕ του έτους 2018 αμοιβής, ίσης με το 1/60 των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του, ποσού 4.113,38 ευρώ, όπως υπολογίσθηκαν ανωτέρω (περιλαμβανομένων σ’αυτές του ποσού του μέσου όρου της μηνιαίας αμοιβής για την παρασχθείσα εντός του έτους 2018 υπερωριακή του εργασία, και του μηνιαίου επιδόματος για την έχμαση των οχημάτων του ιδίου έτους, όχι όμως και του επιδόματος ιματισμού), στις οποίες πρέπει να προστεθεί και ο μέσος όρος ανά μήνα των επιδομάτων εορτών του έτους 2018, ποσού 517,48 ευρώ (1.604,21 ευρώ τα ως άνω επιδόματα: 93 ημέρες Χ 30), με αποτέλεσμα το σύνολο των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του να διαμορφώνεται στο ποσό των 4.630,86 ευρώ, και, συνακόλουθα η αμοιβή του για τα εν λόγω δρομολόγια εξπρές του έτους 2018 να ανέρχεται στο ποσό των 231,54 ευρώ (4.630,86 ευρώ : 60 Χ 3 δρομολόγια = 231,54 ευρώ). Συνολικά, επομένως, για τα έτη 2017 και 2018 ο ενάγων εδικαιούτο για αμοιβή εκτέλεσης από το πλοίο της εναγομένης των προαναφερθέντων δρομολογίων εξπρές το συνολικό ποσό των 3.669,26 ευρώ (3.437,72 ευρώ + 231,54 ευρώ), έναντι του οποίου έχει λάβει από την αντίδικό του το ποσό των 3.214,48 ευρώ συνολικά, με αποτέλεσμα να δικαιούται της διαφοράς, ποσού 454,78 ευρώ. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του,έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 1.395,12 ευρώ, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων αλλά και επιπροσθέτως διά της επιδίκασης στον ενάγοντα πλειόντων ή διαφόρων των απ’αυτόν με την αγωγή του αιτηθέντων, όπως βασίμως ισχυρίσθηκε η εναγόμενη με τον τρίτο λόγο της κρινόμενης έφεσής της. Πρέπει να  επισημανθεί στο σημείο αυτό ότι οι προβαλλόμενες από αμφότερους τους διαδίκους στο πλαίσιο του τρίτου λόγου της έφεσης εκάστου αιτιάσεις περί εσφαλμένου καθορισμού από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του ποσού των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, επί τη βάσει του οποίου υπολογίσθηκε η αμοιβή του τελευταίου για τα κριθέντα ως εκτελεσθέντα από το πλοίο δρομολόγια εξπρές κατά τα χρονικά διαστήματα των ναυτολογήσεών του σ’αυτό, σύμφωνα με τις οποίες, κατά μεν τον ενάγοντα θα έπρεπε να συμπεριληφθούν μεγαλύτερα ποσά ως μέσος όρος της μηνιαίας αμοιβής του για την παροχή υπερωριακής εργασίας και ως μηνιαία αναλογία δώρων εορτών, και δη τα προσδιοριζόμενα σύμφωνα με τις περισσότερες ώρες που πράγματι εργάσθηκε υπερωριακά, καθώς και το ποσό, που του καταβαλλόταν κάθε μήνα ως επίδομα ιματισμού, κατά δε την εναγόμενη να μη συμπεριληφθεί κανένα ποσό αμοιβής υπερωριών του ενάγοντος, αφού ουδέποτε αυτός εργάσθηκε υπερωριακά, ούτε το επίδομα έχμασης οχημάτων, απορριπτέες τυγχάνουν ως αβάσιμες κατά τα προεκτεθέντα, με την παρατήρηση ότι κατά τα λοιπά ο μαθητικός υπολογισμός του ποσού της μηνιαίας αναλογίας των δώρων εορτών των ετών 2017 και 2018, καθώς και το συνολικά ληφθέν από τον ενάγοντα ποσό ως αμοιβή για τη συμμετοχή του σε τέτοια δρομολόγια, δεν προσβάλλονται από τους διαδίκους με λόγο έφεσης.Επομένως, πρέπει, απορριπτομένης στο σύνολό της της έφεσης του ενάγοντος ως αβάσιμης κατ’ουσίαν, να γίνει δεκτή εν μέρει η αντίθετη έφεση της εναγομένης ως και ουσιαστικά βάσιμη κατά τον ως άνω ευδοκιμήσαντα λόγο της και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το μη ανατραπέν μέρος της, για την ενότητα του τίτλου της αναγκαστικής εκτέλεσής της (ΑΠ 748/1984, Δνη 26/642, ΜονΕφΠειρ. 605/2014, αδημ. ΕφΠειρ. 700/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ. 277/2005, ΔΕΕ 2005/685, ΕφΠειρ. 91/2004, Πειρ. Νομ. 2004/160) και, αφού η υπόθεση κρατηθεί προς κατ’ουσίαν εκδίκαση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει δεκτή η αγωγή κατά ένα μέρος ως και ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 4.746,9 ευρώ  (3.497,58 ευρώ + 680,19 ευρώ + 114,35 ευρώ + 454,78 ευρώ = 4,746,9 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λύσης της τελευταίας σύμβασης ναυτολόγησής του, που έλαβε χώρα στις 26.3.2018, πλην του επιδικασθέντος ως δώρου Χριστουγέννων του έτους 2018 ποσού των 125,68 ευρώ, η τοκοφορία του οποίου εκκινεί από την 1η.1.2019, με την επισήμανση ότι το κεφάλαιο της εκκαλουμένης, που αφορά στους τόκους του επικασθέντος στον ενάγοντα ποσού δεν προσβάλλεται από τους διαδίκους με τις εφέσεις τους. Η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσίβλητης  της από 30.6.2020  (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ.δικογρ……./20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……./21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεσης, κατόπιν της υποβολής σχετικού αιτήματός της, θα επιβληθεί σε βάρος του εκκαλούντος αυτής/ενάγοντος λόγω της ήττας του, ενώ, όσον αφορά την από 21.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ.καταθ.δικογρ……/22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……./22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) αντίθετη έφεση, τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων έχει υποβληθεί αίτημα, πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρα 106, 176, 178 αρ. 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης (άρθρα 106, 176, 178 αρ. 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας οριζόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 30.6.2020  (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ…../20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ………/21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση και β) την από  21.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ……/22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ………./22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση κατά της υπ’αριθμ.903/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά τις ανωτέρω εφέσεις.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ουσίαν την από 30.6.2020  (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ……/20.7.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……../21.7.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατ’ουσίαν την από 21.9.2020 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. δικογρ……../22.9.2020 ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. ……/22.9.2020 ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου) έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ στο σύνολό της την εκκαλουμένη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 13.12.2018 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ………/18.12.2018) αγωγής.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των τεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων σαράντα έξι ευρώ και εννέα λεπτών του ευρώ (4.746,9),  με το νόμιμο τόκο από την επομένη της λύσης της τελευταίας σύμβασης ναυτολόγησής του, ήτοι από τις 27.6.2018 μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης, εκ του οποίου το ποσό των εκατόν είκοσι πέντε ευρώ και εξήντα οκτώ λεπτών του ευρώ (125,68), που του επιδικάσθηκε ως δώρο Χριστουγέννων του έτους 2018, με το νόμιμο τόκο από την 1η.1.2019 μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνη του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των χιλίων (1000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 14.3.2022

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ