Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 121/2022

Αριθμός     121/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 3ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  KΣ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας ……….., 2) ……….. και 3) ……….. οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Ανδρέα Καμβύση (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Ευαγγέλου Ντόβα.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από  6.7.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 2813/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου (όπως αυτή διορθώθηκε διά της υπ΄ αριθμ. 3504/20219 απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου), που ανέβαλλε την εκδίκαση της υπόθεσης και διέταξε την διεξαγωγή ιατρικής πραγματογνωμοσύνης και η υπ΄ αριθμ. 153/2021 απόφαση αυτού, που  δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Τις ως άνω αποφάσεις προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες με την από 1.2.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2021) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………./2021) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του  με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε  και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

H υπό κρίση από 1.2.2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2021 έφεση των εν μέρει ηττηθεισών στον πρώτο βαθμό εναγομένων ήδη εκκαλουσών, κατά της με αριθμό 153/2021 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (και των προγενεστέρων μη οριστικών αυτής), η οποία εκδόθηκε, με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρ. 614 παρ. 6 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4335/2015) και δέχθηκε κατά ένα μέρος ως ουσιαστικά βάσιμη τη με αριθμό κατάθεσης ……../13.7.2018 αγωγή, έχει ασκηθεί νομίμως με νομότυπη κατάθεση του σχετικού δικογράφου στην γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και εμπροθέσμως, αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ενώ από την δημοσίευσή της μέχρι την άσκηση της κρινόμενης εφέσεως δεν παρήλθε διετία (άρθρ. 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1, 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.). Κατά τα λοιπά η έφεση πρέπει, να γίνει τυπικά δεκτή, και να ερευνηθεί κατά την ίδια ως άνω διαδικασία ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 522, 524 παρ. 1, 2, 532 και 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) με δεδομένο ότι για το παραδεκτό της συζήτησης έχει κατατεθεί το ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως με αριθμό …………../2021 ύψους 100 ευρώ σύμφωνα με τα άρθρα 35 παρ. 2 κα 45 του 4446/2016 (φεκ α 240/22.12.2016).

Ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ασκήθηκε η με αριθμό κατάθεσης …………/13.7.2018 αγωγή του ήδη εφεσίβλητου στην οποία αυτός εξέθετε ότι στον τόπο στην περιοχή του Πειραιά, χρόνο και υπό τις συνθήκες που αναφέρονται ειδικότερα στην αγωγή του συνέβη τροχαίο αυτοκινητικό ατύχηµα από αποκλειστική υπαιτιότητα της δεύτερης εκκαλούσας κατοίκου Πειραιώς οδηγού του µε αριθµό κυκλοφορίας ………. που ανήκε στην κυριότητα της τρίτης εκκαλούσας μητέρας της κατοίκου Πειραιώς και ήταν ασφαλισµένο στην πρώτη εκκαλούσα ασφαλιστική εταιρία. Ότι το άνω όχηµα συγκρούστηκε πλαγιοµετωπικά µε τη µε αριθμό κυκλοφορίας ……. δίκυκλη µοτοσυκλέτα ιδιοκτησίας του εφεσιβλήτου την οποία και οδηγούσε, συνεπεία του οποίου (ατυχήµατος) αυτός υπέστη συντριπτικό κάταγµα δεξιού άνω βραχιονίου ώµου, καθώς και συντριπτικό κάταγµα ενδοαρθρικό δεξιά της κνήµης και πλαϊνό γόνατος, για τα οποία υποβλήθηκε σε δύο χειρουργικές επεµβάσεις οστεοσύνθεσης ενώ νοσηλεύτηκε για επτά ηµέρες ήτοι από τις 14-11-2016 έως τις 21-11-2016. Με βάση το ιστορικό αυτό ο εφεσίβλητος αιτήθηκε να υποχρεωθούν οι εκκαλούσες, υπό την προαναφερόµενη ιδιότητά τους, να καταβάλουν με προσωρινά εκτελεστή απόφαση εις ολόκληρον η κάθε μία στον ίδιο: 1) το ποσό των 936,57 ευρώ για διάφορες ιατρικές δαπάνες, ήτοι εξετάσεις, φυσικοθεραπείες και λήψη φαρµάκων στις οποίες προέβη, 2) το ποσό των 6.960 ευρώ για πλασµατική δαπάνη κατ’ οίκον βοηθού – θεραπαινίδας για 87 ηµέρες (από 21-11-2016 έως 15-2-2017) προς 80 ευρω την ηµέρα, 3) το ποσό των 12.800 ευρώ για δύο µελλοντικές χειρουργικές επεµβάσεις, σχετικές µε την αφαίρεση των υλικών οστεοσύνθεσης στο πόδι και στον ώµο του, καθώς και την µελλοντική αρθροσκόπηση στο γόνατο καθώς και το ποσό των 16.000 ευρώ για δύο µελλοντικές επεµβάσεις πλαστικής αποκατάστασης των µετατραυµατικών δύσµορφων ουλών στο πόδι και στον ώµο του, 4) το ποσό των το ποσό των 1.164,69 ευρώ για απώλεια εισοδήµατος ποσού 388,23 Χ 3 µήνες αποχής από την εργασία του. 5) το ποσό των 1.800 ευρώ για λήψη βελτιωµένης διατροφής για έξι µήνες (180 ηµέρες) ίση προς 10 ευρώ την ηµέρα, που δαπάνησε επιπλέον, 6) το ποσό των 1.529,60 ευρώ για αποζηµίωση επισκευής της µοτοσυκλέτας του και λόγω ηθικής βλάβης από την µερική καταστροφή της, 7) το ποσό των 80.000 ευρώ ως χρηµατική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη και συνολικά το ποσό των 121.150,86 ευρώ από το οποίο είχε προαναφαιρέσει το ποσό των 40 ευρώ  για την ανωτέρω αιτία προκειµένου να το αξιώσει απο τα αρµόδια ποινικά Δικαστήρια, και όλα τα ανωτέρω  µε το νόµιµο τόκο από την επίδοση της αγωγής µέχρι την πλήρη εξόφληση. Η αγωγή είχε κοινοποιηθεί στη δημόσια οικονομική υπηρεσία του εφεσιβλήτου αναφορικά με το αίτημα διαφυγόντος κέρδους και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι έχει υλική και τοπική αρμοδιότητα προς εκδίκαση της υπόθεσης, στη συνέχεια έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή και στη συνέχεια αφού είχε καταβληθεί και το προσήκον τέλους δικαστικού ενσήμου με τα υπέρ τρίτων ποσοστά, διέταξε τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης με τη με αριθμό 2813/2019 μη οριστική του απόφαση, την οποία στη συνέχεια διόρθωσε με τη με αριθμό 3504/2019 απόφαση του ως προς το χρόνο προθεσμίας όρκισης της ορισθείσας πραγματογνώμονος. Στη συνέχεια με την εκκαλουμένη απόφαση το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού έκρινε ότι η δεύτερη εκκαλούσα ήταν αποκλειστικά υπαίτια για το τροχαίο ατύχημα έκανε δεκτή κατά ένα μέρος την κρινόμενη αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη επιδικάζοντας ποσό 3.994,17 ευρώ ως αποζημίωση λόγω υλικής ζημίας εκ του ατυχήματος, ποσό 24.900 ευρώ για δαπάνες μελλοντικών χειρουργικών επεμβάσεων για την αποκατάσταση των σωματικών βλαβών εκ του ατυχήματος και ποσό 40.500 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του εφεσιβλήτου λόγω των σωματικών βλαβών του εκ του ατυχήματος και των υλικών του ζημιών. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούσες με την υπό κρίση έφεση της και τους διαλαμβανόμενους σε αυτή λόγους που άπτονται σε εσφαλμένη εφαρμογή νόμου (τόκος επιδικίας) και κακή εκτίμηση αποδείξεων (υπαιτιότητα και ύψος επιδικαζόμενων κονδυλίων) και ζητούν την εξαφάνιση της προκειμένου να απορριφθεί η κρινόμενη αγωγή, ενώ σωρεύουν παραδεκτά αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (άρθρο 914 του ΚΠολΔ), καθόσον στα πλαίσια της προσωρινής εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης κατέβαλαν στον εφεσίβλητο ήδη το ποσό των 34.697,08 ευρώ πλέον τόκων.

Κατά το άρθρο 929 εδ. α’ ΑΚ, σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας προσώπου η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που ήδη έχει επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του. Ως νοσήλια νοούνται οι δαπάνες, που είναι αναγκαίες για την αποκατάσταση της υγείας του παθόντος, όπως είναι, εκτός των άλλων, και η δαπάνη για την πρόσληψη αποκλειστικής νοσοκόμου είτε στην οικία του είτε στο νοσοκομείο, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ, που ορίζει ότι η αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται από το λόγο ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε και η οποία αποτελεί εκδήλωση της νομοθετικής βούλησης να μην αποβεί προς όφελος του ζημιώσαντος το γεγονός ότι κάποιος άλλος υποχρεούται από το νόμο ή από άλλο λόγο να αποζημιώσει ή να διατρέφει τον παθόντα, συνάγεται ότι στην περίπτωση που, εξαιτίας του είδους και της σοβαρότητας του τραυματισμού του τελευταίου, αυτός αδυνατεί να αυτοεξυπηρετηθεί και έχει ανάγκη πρόσληψης αποκλειστικής νοσοκόμου-οικιακής βοηθού, για τη φροντίδα και την εξυπηρέτησή του, έργο το οποίο αναλαμβάνει, με εντατικοποίηση των δυνάμεων του, συγγενικό ή φιλικό του πρόσωπο, το οποίο, με τις προς τον παθόντα υπηρεσίες του, καλύπτει την πιο πάνω ανάγκη πρόσληψης οικιακής βοηθού ή αποκλειστικής νοσοκόμου, θεμελιώνεται αξίωση αποζημίωσης του παθόντος κατά του υπόχρεου. Τέτοια συγγενικά πρόσωπα, κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, μπορεί να είναι και η σύζυγος, οι γονείς, τα πεθερικά ή άλλοι στενοί συγγενείς, αλλά και φιλικά πρόσωπα. Συνεπώς, ο τραυματισθείς από αδικοπραξία τρίτου, ο οποίος δέχεται τις αναγκαίως αυξημένες περιποιήσεις και φροντίδες αυτών, προς αποκατάσταση της υγείας του, δικαιούται να απαιτήσει από τον υπόχρεο προς αποζημίωση, το ποσό που θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει σε τρίτο πρόσωπο, που θα προσλάμβανε για το σκοπό αυτόν, έστω και αν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν κατέβαλε κανένα ποσό στους πιο πάνω οικείους του, οι οποίοι με υπερένταση των δυνάμεών τους και σε βάρος άλλων ενασχολήσεών τους, ασχολούνται με τη φροντίδα για την αποκατάσταση της υγείας του παθόντος συγγενούς ή φίλου τους (ΑΠ 553/2019, ΑΠ 1622/2013, ΑΠ 132/2010, ΑΠ 833/2005 δημ. ΝΟΜΟΣ).

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης που εμπεριέχεται στα πρακτικά συζήτησης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο της 23.11.2018 δηλαδή του φυσικοθεραπευτή του εφεσιβλήτου …….., την από 10.7.2020 έκθεση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης της ορθοπεδικού χειρούργου ………., την ιδιωτική γνωμοδότηση που προσκομίζουν οι εκκαλούντες και όλα τα υπόλοιπα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται νομίμως, μεταξύ των οποίων είναι και αυτά της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας, όπως το από 14.11.2016 σχεδιάγραµµα και την από 14.11.2016 έκθεση αυτοψίας του Τµήµατος Τροχαίας Πειραιά και τα οποία εκτιμώνται για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρο 336 παρ. 3 του ΚΠολΔ) και τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 14-11-2016 και περί ώρα 16.55′ ο εφεσίβλητος ενώ οδηγούσε τη με αριθμό κυκλοφορίας ……….. δίκυκλη µοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του, κινείτο επί της οδού Νάξου στον Πειραιά, µε κατεύθυνση από την οδό Χίου προς την οδό Αγ. Ελευθερίου, και πλησίαζε στη διασταύρωση της ανωτέρω οδού µε την οδό Λευκωσίας. Στο σηµείο αυτό η οδός Νάξου έχει πλάτος 5,5 µέτρων, είναι ευθεία και µονής κατεύθυνσης µε µία λωρίδα κυκλοφορίας και η οδός Λευκωσίας έχει πλάτος 5,5 µ. και είναι ευθεία και µονής κατεύθυνσης µε µία επίσης λωρίδα κυκλοφορίας και στη συµβολή της µε την οδό Νάξου υπάρχει πινακίδα υποχρεωτικής διακοπής πορείας Ρ-2 (STOP), ενώ δεν υπάρχει πινακίδα για το όριο ταχύτητας και εποµένως ισχύει το όριο των 50 χιλιοµέτρων την ώρα που ορίζεται µε το άρθρο 20 παρ. 1 του ν.2696/1999. Κατά τον ίδιο χρόνο η δεύτερη εκκαλούσα ενώ οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας ……….. ΙΧΕ αυτοκίνητο, µάρκας Opel, ιδιοκτησίας της τρίτης εκκαλούσας, το οποίο ήταν ασφαλισµένο για την προερχόμενη από την κυκλοφορία του έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην πρώτη εκκαλούσας ασφαλιστική εταιρεία, κινείτο στο µέσον της οδού Λευκωσίας µε κατεύθυνση από την οδό Θήρας προς την οδό Λαµπελέτ. Όταν η δεύτερη εκκαλούσα έφθασε στη συµβολή της οδού Λευκωσίας µε την οδό Νάξου αντί, ως όφειλε, να διακόψει την πορεία του οχήµατος που οδηγούσε και να το ακινητοποιήσει πριν από την είσοδό της στη διασταύρωση, όπως ήταν υποχρεωµένη λόγω της υπάρχουσας πινακίδας υποχρεωτικής διακοπής πορείας (STOP), ώστε να ελέγξει την κίνηση των επί της οδού Νάξου κινούµενων οχηµάτων, προκειµένου να παραχωρήσει προτεραιότητα σε τυχόν κινούμενα, δεν διέκοψε την πορεία του οχήµατος που οδηγούσε αλλά εισήλθε κάθετα στο ρεύµα της κυκλοφορίας της οδού Νάξου και απέκλεισε την πορεία της κινούμενης επί της οδού με αριθμό κυκλοφορίας ……… δίκυκλης µοτοσικλέτας, που οδηγούσε ο εφεσίβλητος, µε αποτέλεσµα ο τελευταίος να επιπέσει µε το εµπρόσθιο τµήµα της δίκυκλης µοτοσικλέτας στο εµπρόσθιο αριστερό τµήµα του οχήµατος που οδηγούσε η δεύτερη εκκαλούσα. Αποκλειστικά υπαίτια επομένως για το επίδικο ατύχηµα είναι η δεύτερη εκκαλούσα οδηγός γιατί δεν κατέβαλε την επιµέλεια που απαιτούσαν οι περιστάσεις και που η ίδια, στα πλαίσια των δυνατοτήτων ενός µέσου και συνετού οδηγού, όφειλε και µπορούσε να καταβάλει αφού οδηγούσε χωρίς την απαιτούµενη σύνεση και ιδιαίτερη προσοχή, δεν είχε τον πλήρη έλεγχο του οχήµατος που οδηγούσε, και παραβίασε την πινακίδα με ένδειξη STOP αφού δεν παραχώρησε προτεραιότητα στα οχήµατα, που κινούνταν στην οδό Νάξου, προς την οποία πλησίαζε, και εισήλθε στη διασταύρωση χωρίς να ελέγξει και χωρίς να µειώσει την ταχύτητά της, µε αποτέλεσµα να µην µπορέσει να τροχοπεδήσει ή να προβεί σε αποφευκτικό ελιγµό και γι’αυτό εξάλλου σε συνθήκες φυσικού φωτισμού, ενώ δεν προέκυψε από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο ότι η ορατότητα της εμποδιζόταν, δεν αντιλήφθηκε την πορεία της παραπάνω δίκυκλης µοτοσικλέτας, ώστε να ακινητοποιήσει το όχηµα που οδηγούσε. Επομένως κρίνεται αποκλειστικά υπαίτια για το προπεριγραφόμενο ατύχημα ενώ η ένσταση συνυπαιτιότητας που πρότειναν ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου οι ήδη εκκαλούσες κρίνεται για τους παραπάνω λόγους απορριπτέα. Κρίνοντας τα ίδια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και τα όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται στο σχετικό πρώτο λόγο έφεσης κρίνονται αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν.  Αποτέλεσµα της ένδικης σύγκρουσης ήταν η πρόκληση υλικών ζηµιών και ο σοβαρός τραυματισμός του εφεσιβλήτου ο οποίος υπέστη συντριπτικό κάταγμα δεξιού άνω βραχιονίου ώμου και συντριπτικό κάταγμα ενδοαρθρικό δεξιά της κνήμης και πλαϊνό γόνατος. Ειδικότερα αυτός μεταφέρθηκε στο Π.Γ.Ν. «Ασκληπιείο Βούλας», όπου υπεβλήθη σε κλινικοεργαστηριακό έλεγχο που κατέδειξε συντριπτικό κάταγµα του άνω πέρατος του δεξιού βραχιονίου και συντριπτικό ενδαρθρικό κάταγµα του δεξιού έξω κνηµιαίου κονδύλου (κάταγµα έξω pIateau) στο οποίο είχε και στο παρελθόν υποστεί κάταγµα άπο άλλοτροχαίο ατύχηµα σύμφωνα με το 2088/30-11-2016 πιστοποιητικό νοσηλείας του άνω νοσοκοµείου. Ακολούθως αυτός εισήχθη στο Α’ ορθοπαιδικό τµήµα του Νοσοκοµείου. Αυτός στις 19.11.2016 υποβλήθηκε σε δυο χειρουργικές επεµβάσεις, αφ’ ενός σε ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση του κατάγµατος του βραχιονίου, αφ’ ετέρου σε ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση του κατάγµατος του κνηµιαίου κονδύλου. Η µετεγχειρητική του πορεία ήταν ανεπίπλεκτη και έλαβε εξιτήριο στις 21.11.2016 µε οδηγίες για κλινοστατισµό, αντιπηκτική αγωγή και επανεξέταση µετά από 15 ηµέρες. Συστήθηκε αναρρωτική άδεια περίπου δύο µηνών έως και τις 31.12.2016. Στις 6.12.2016 επανεξετάστηκε στο εξωτερικό ιατρείο της Α’ Ορθοπαιδικής του ίδιου νοσοκοµείου, όπου έγινε αφαίρεση των χειρουργικών ραµµάτων και δόθηκαν οδηγίες για συνέχιση του κλινοστατισµού. Στις 31.12.2016 έλαβε παράταση της αναρρωτικής του άδειας για 30 ηµέρες και στις 31.1.2017 συστήθηκε παράταση της άδειάς του για 30 ακόµη ηµέρες. Λόγω ενοχλήσεων στον δεξιό ώµο και το δεξιό του γόνατο στις 28.11.2017, επισκέφθηκε τον θεράποντα ορθοπαιδικό χειρουργό ….. από τον οποίο έλαβε οδηγίες και ιατρική γνωµάτευση. Στις 23.4.2018 εξετάστηκε από τον πλαστικό χειρουργό ….. προκειµένου να δροµολογηθούν οι επεµβάσεις πλαστικής χειρουργικής προς αποκατάσταση των µετεγχειρητικών ουλών. Στις 23.4.2018 εξετάστηκε από τον ορθοπαιδικό χειρουργό ……….. ο οποίος του χορήγησε ιατρική γνωµάτευση και στις 11.9.2019 εισήχθη στο Γ.Ν. «Ασκληπιείο Βούλας» όπου και έγινε αφαίρεση των υλικών εσωτερικής οστεοσύνθεσης από το δεξιό του γόνατο και έλαβε εξιτήριο στις 13.9.2019 µε µετεγχειρητικές οδηγίες. Να σημειωθεί ότι ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου οι εκκαλούσες αρνήθηκαν την αγωγή προβάλλοντας ισχυρισμό με έρεισμα επί των διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 5 του ν.δ. 4104/1960, 17 παρ. 2 και 29 παρ. 1 και 5 του ν. 3918/2011. Ειδικότερα ισχυρίστηκαν ότι ο εφεσίβλητος δεν νομιμοποιείτο ενεργητικά ως προς τα κονδύλια της αγωγής που αφορούν τις ιατρικές του δαπάνες, καθόσον ως προς αυτές έλαβε και επρόκειτο να λάβει ασφαλιστικές παροχές από τον ασφαλιστικό της φορέα (ΕΟΠΥΥ) και τα αυτά επαναλαμβάνουν και ενώπιον του δικαστηρίου τούτου με σχετικό λόγο έφεσης. Περαιτέρω από το προαναφερόμενο αποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι ο εφεσίβλητος δαπάνησε το ποσό των 50 ευρώ για τη µεταφορά του µε ιδιωτικό ασθενοφόρο από το νοσοκοµείο στην οικία του, ποσό, το οποίο κατέβαλε στην επιχείρηση ασθενοφόρων του ……….., καθώς και το ποσό των 25 ευρώ, 23,87 ευρώ και 2,70 ευρώ, στις 21.11.2016, 21.11.2016 και 5.12.2016 αντίστοιχα, για την συµµετοχή του ως ασφαλισµένος για αγορά φαρµάκων από το φαρµακείο «…………». Επειδή λόγω του τραυματισμού στο δεξί γόνατο κατά τα προαναφερόμενα αυτός να παρουσίαζε στο μέλλον μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα οι θεράποντες ιατροί ήταν επιφυλακτικοί στο να προβλέψουν ότι αυτός θα θεραπευόταν πλήρως στο μέλλον. Ακολούθως με βάση το νε αριθμό …./17-1-2017 παραπεµπτικό του …… διευθυντή ορθοπεδικού τµήµατος του άνω νοσοκοµείου αλλά και την κατάθεση του µάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο, φυσιοθεραπευτή, λόγω της φύσης και της πολυπλοκότητας του τραυµατισµού του, ο ήδη εφεσίβλητος ενάγων ήταν αναγκαίο να υποβληθεί και πράγµατι υποβλήθηκε σε σειρά φυσιοθεραπειών, για τις οποίες κατέβαλε στην ……….. στις 8.1.2017 το ποσό των 300 ευρώ, στις 11.1.2017 το ποσό των 200 ευρώ και στις 20-3-2017 το ποσό των 150 ευρώ. Συνολικά δαπάνησε για φυσικοθεραπεία αποκατάστασης το ποσό των 650 ευρώ, ποσό για το οποίο ωστόσο δεν επιδοτήθηκε από τον ασφαλιστικό του φορέα, όπως αποδεικνύεται και από τις προσκοµιζόµενες με αριθμό …/26.11.2018, …../8.1.2020 βεβαιώσεις του ΕΦΚΑ, στην οποία γίνεται αναφορά για τη χορήγηση µόνο αποζηµίωσης λόγω εργατικού ατυχήµατος ύψους 1.863 ευρώ και για καµία άλλη παροχή και τη με αριθμό …../12-11-2020 βεβαίωση του ΕΟΠΠΥ στην οποία γίνεται αναφορά για καταβολή δαπάνης οπτικών ειδών ύψους 100 ευρώ. Επομένως τα όσα αναγράφονται στο σχετικό λόγο έφεσης περί μη νομιμοποίησης του λόγω κάλυψης των ανωτέρω από τον ασφαλιστικό φορέα του εφεσιβλήτου είναι αβάσιμα και απορριπτέα.

Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο εφεσίβλητος συνεπεία του προαναφερόμενου τροχαίου ατυχήματος µετά την έξοδό του στις 21.11.2016 από το νοσοκοµείο, λόγω του τραυµατισµού του σε άνω και κάτω δεξί άκρο και συνεπώς λόγω της πλήρους αδυναµίας του να αυτοεξυπηρετηθεί για χρονικό διάστηµα 87 ηµερών, είχε ανάγκη από βοήθεια στο σπίτι. Για το λόγο αυτό χρειάστηκε υποκατάστατη βοήθεια που του παρείχαν συγγενικά του πρόσωπα µε υπερένταση των προσπαθειών τους. Για την αιτία αυτή δικαιούται να αξιώσει την καταβολή ποσού ίσου µε αυτό που θα κατέβαλε ως αποδοχές, αν προσλάµβανε για την περιποίησή του τρίτο πρόσωπο ως βοηθό, και το ποσό αυτό υπολογίζεται για τους µη οικόσιτους βοηθούς στο ειθισµένο το οποίο ανέρχεται, κατά τα διδάγµατα της κοινής πείρας, σε 600 ευρώ µηναίως και συνεπώς δικαιούται κατ`άρθρο 930 παρ. 3 Α.Κ να αναζητήσει για τους 3 μήνες το ποσό των 1800 ευρώ. Ακολούθως τα όσα αναφέρονται στο σχετικό λόγο εφέσεως περί νομικής αβασιμότητας του κονδυλίου επειδή η πεθερά του είχε ηθική υποχρέωση να τον εξυπηρετεί είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν. Τούτο δε διότι, όπως ήδη προαναφέρθηκε, δεν απαλλάσσονται οι υπόχρεοι προς αποζημίωση, κατ` άρθρο 930 παρ. 3 ΑΚ, αφού η οικειοθελής εκ μέρους των οικείων του εφεσιβλήτου προσφορά των υπηρεσιών αυτών, δεν αποβαίνει, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, προς όφελός τους (ΑΠ 132/2010, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 833/2005, ΑΠ 371/2001, ΕπΣυγκΔ 2001.493, ΕΑ 644/2011 ΕλλΔνη 2012, 150). Σημειωτέον δε ότι το παραπάνω ποσό κρίνεται εύλογο, λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες αμοιβές που, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, καταβάλλονται, για ανάλογες υπηρεσίες, σε οικιακές βοηθούς-περιποιήτριες, και με δεδομένο ότι το κονδύλιο αυτό δεν ζητείται προς αποζημίωση της συνολικής βοήθειας, αλλά της υπερβαίνουσας της εκ της συγγενικής σχέσεως επιβαλλόμενης. Επιπλέον ο εφεσίβλητος µετά την έξοδό του από το νοσοκοµείο και για χρονικό διάστηµα τριών µηνών υποχρεώθηκε να δαπανήσει ποσό επιπλέον εκείνου που θα διέθετε για τη συνήθη διατροφή του για τη λήψη βελτιωµένης τροφής, πλούσιας σε ασβέστιο και φώσφορο, η οποία διατροφή κρίνεται, κατά τα διδάγµατα της κοινής πείρας, επιβεβληµένη λόγω της φύσεως του τραυµατισµού του. Το ποσό αυτό ανέρχεται σε 5 ευρώ ηµερησίως, σύµφωνα µε τις τιµές των αγαθών κατά τον πιο πάνω χρόνο και, εποµένως, κατά το χρονικό αυτό διάστηµα δαπάνησε για τη συγκεκριµένη αιτία το ποσό των [90 ηµέρες προς 5 ευρώ την ηµέρα =] 450 ευρώ, τα όσα δε περί μη αναγκαιότητας βελτιωμένης διατροφής διότι αυτό δεν έγινε με ιατρική σύσταση αναγράφονται στο σχετικό λόγο εφέσεως κρίνονται απορριπτέα ως αβάσιμα.  Τούτο δε διότι η ως άνω δαπάνη με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, λόγω του είδους του τραυματισμού του καθώς και του χρόνου που απαιτήθηκε για την πόρωση των καταγμάτων του, κρίνεται δικαιολογημένη και ως προς την αναγκαιότητά της και ως προς το ανωτέρω ημερήσιο ύψος της.

Περαιτέρω συνεπεία του άνω τροχαίου ατυχήµατος η µηχανή που οδηγούσε ο εφεσίβλητος υπέστη σοβαρές υλικές ζηµιές προς αποκατάταση των οποίων απαιτείται σύµφωνα µε την από 24.3.2017 εκτίµηση της εταιρίας «…………….» το ποσό των 1.029,60 ευρώ και συγκεκριµένα για αγορά ανταλλακτικών: µιας εξάτµισης το ποσό των 124 ευρώ, ενός τιµονιού το ποσό των 75 ευρώ, µανέτα δεξιά το ποσό των 27 ευρώ, ενός καθρέπτη το ποσό των 85 ευρώ, ενός λεβιέ ταχυτήτων το ποσό των 45 ευρώ, ενός στεφάνου φαναριού το ποσό των 80 ευρώ και µιας βάσης οργάνων το ποσό των 48 ευρώ, συνολικά δε για ανταλλακτικά το ποσό των 484 ευρώ συµπεριλαµβανοµένου ΦΠΑ, ενώ για εργασίες συνεργείου το ποσό των 150 ευρώ, για βαφή ρεζερβουάρ το ποσό των 150 ευρώ και για ίσιωµα µπροστινού το ποσό των 140 ευρώ. Εποµένως συνολικά για τη μη εισέτι αποκατασταθείσα ζημία δικαιούται ο εφεσίβλητος να απαιτήσει χωρίς το φπα το ποσό των (484-484Χ24%) + 440 = 367,60 + 440 = 807,60 ευρώ όπως κρίθηκε και πρωτοδίκως και τα όσα περί μη αφαίρεσης του φπα εκτίθενται στο σχετικό λόγο έφεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Από τα άρθρα 297, 298, 914, 929 και 930 παρ. 3 Α.Κ σαφώς συνάγεται ότι ως νοσήλια, τα οποία δικαιούται αυτός που έπαθε βλάβη του σώματος ή της υγείας του από αδικοπραξία, θεωρούνται όλες οι δαπάνες οι οποίες ήταν ή πρόκειται να είναι στο μέλλον, αναγκαίες για την αποκατάσταση της υγείας του, αδιάφορα αν αυτός πράγματι τις έκανε (Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΑΚ τ. IV σελ. 799, ΑΠ 2099/2007 ΝοΒ 2008.1339, ΜΕΑ 710/2018 αδημ.). Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται τα έξοδα νοσοκομείου, αμοιβές ιατρών, δαπάνες αγοράς φαρμάκων, βελτιωμένης τροφής αναγκαίας για τη νοσηλεία, πρόσληψης αποκλειστικής νοσοκόμου και γενικά κάθε δαπάνη, που κατά τις εκτιμήσεις της ιατρικής επιστήμης, ήταν αναγκαία για την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του παθόντος. Αν για την αντιμετώπιση του τραυματισμού του παθόντος και την αποκατάσταση της υγείας του υπάρχουν πολλές δυνατότητες, εκείνος έχει το δικαίωμα να επιλέξει αυτή που ανταποκρίνεται καλύτερα στις προσωπικές του σχέσεις. Ειδικότερα, η ελεύθερη επιλογή του θεράποντος ιατρού, νοσοκομείου, θεραπευτικού ιδρύματος και θεραπευτικής μεθόδου ανήκει κατά κανόνα στον ίδιο το ζημιούμενο. Το ζήτημα εμφανίζεται τόσο για τους ασφαλιστικά καλυμμένους παθόντες όσο και για τους ανασφάλιστους ή μη έχοντες επαρκή ασφαλιστική κάλυψη. Ορθώς γίνεται δεκτό ότι ο παθών από αδικοπραξία δεν είναι υποχρεωμένος για να μην επιβαρύνει τον υπόχρεο, να αρκεσθεί να δεχθεί τις υπηρεσίες, τις οποίες του προσφέρει το ασφαλιστικό του ταμείο από πλευράς διαθεσίμων ιατρών και θεραπευτικών κλινικών ή να νοσηλεύεται σε κλινική κατώτερης θέσης και όχι σε ανώτερη ή και στην πρώτη θέση. Ενόψει όμως του ισχύοντος κανόνος ότι αποδίδονται μόνο εκείνα τα έξοδα νοσηλείας-θεραπείας που θεωρούνται εύλογα, δηλαδή εκείνα τα οποίας, από την άποψη ενός συνετού παρατηρητή, φαίνονται σκόπιμα βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, το ζήτημα επιλύεται με τη σκέψη ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο τρόπος αντιμετώπισης του θέματος από τον παθόντα, αν δεν υπήρχε υπόχρεος προς αποζημίωση και ο ίδιος ο παθών έπρεπε να αντιμετωπίσει εξ ιδίων την κατάστασή του. Δηλαδή, επιβάλλεται να αποδίδονται μόνο εκείνες οι δαπάνες νοσηλείας- θεραπείας, τις οποίες πραγματοποίησε ο παθών εξ ιδίων, ακόμη και αν δεν υπήρχε τρίτος υπόχρεος προς αποζημίωση (Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκιν. Ατυχήματα έκδοση Δ`2008 παρ. 17, αρ. 21, σελ. 260-261).

Περαιτέρω από το προαναφερόμενο αποδεικτικό υλικό και ιδίως την εξέταση του εφεσιβλήτου από την ιατρό που όρισε ως πραγματογνώμονα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα: Ο εφεσίβλητος σήμερα στον δεξιό ώµο φέρει δύσµορφη και επώδυνη θωρακοδελτοειδή µετεγχειρητική ουλή µήκους περίπου 13 εκατοστών. Κατά την εν τω βάθει ψηλάφηση υπάρχει ευαισθησία στην περιοχή που αντιστοιχεί στη θέση των υλικών εσωτερικής οστεοσύνθεσης (κατά µήκος της πλάκας). Υπάρχει ατροφία περίπου 2 εκατοστών του δεξιού βραχίονα µε περίµετρο 32 εκατοστά έναντι 34 εκατοστών του αριστερού στα 8 εκατοστά περιφερικά του ακρωµίου. Να σηµειωθεί ότι ο εφεσίβλητος είναι δεξιόχειρας οπότε θα ανέµενε κανείς η περίµετρος του δεξιού βραχίονα να είναι µεγαλύτερη αυτής του αριστερού. Ατροφία διαπιστώνεται και στους υπόλοιπους µυς της ωµικής ζώνης δεξιά. Η απαγωγή του δεξιού άνω άκρου είναι περιορισµένη κατά 300 έναντι του φυσιολογικού αριστερού. Διαπιστώνεται σοβαρός περιορισµός της έσω στροφής του δεξιού βραχίονα, ενώ περιορισµένη είναι και η έξω στροφή αυτού κατά 300 περίπου. Η πρόσθια άρση του δεξιού άνω άκρου υπολείπεται της άρσης του αριστερού άνω άκρου κάτω 300 περίπου. Δεν δύναται να εκτελέσει κάµψη του αγκώνα υπό µεγάλη αντίσταση. Στο δεξιό γόνατο φέρει πρόσθια επώδυνη και δύσµορφη επιµήκη µετεγχειρητική ουλή µήκους 21 εκατοστών περίπου. Υπάρχει ατροφία του τετρακεφάλου δεξιά κατά 2,5 εκατοστά µε την περίµετρο του µηρού 5 εκατοστά κεντρικότερα του άνω πόλου της επιγονατίδας να µετράται 41,5 εκατοστά δεξιά έναντι 44 εκατοστών αριστερά. Το δεξιό γόνατο παρουσιάζει έλλειµµα έκτασης κατά 100 και σοβαρότερο έλλειµµα κάµψης κατά 300 σε σχέση µε το φυσιολογικό. Οι µηνισκικές δοκιµασίες είναι θετικές καταδεικνύοντας ρήξη του οπίσθιου κέρατος και εκφύλιση του πρόσθιου κέρατος του έσω µηνίσκου καθώς και του πρόσθιου και οπίσθιου κέρατος του έξω µηνίσκου. Οι σύνδεσμοι του δεξιού γόνατος ελέγχονται επαρκείς. Διαπιστώθηκε εξαιρετική δυσχέρεια κατά την προσπάθεια να εκτελέσει βαθύ κάθισµα το οποίο δεν μπορούσε κατά την εξέταση να ολοκληρώσει, καθώς και δυσχέρεια ανόδου και καθόδου του εξεταστικού σκαλοπατιού. Επίσης αδυνατούσε να εκτείνει το δεξιό γόνατο υπό αντίσταση, καθώς και να εγείρει από την εξεταστική κλίση το δεξιό σκέλος σε έκταση, ακόµη και υπό µέτρια αντίσταση. Τέλος αδυνατούσε να εκτελέσει µονοποδική στήριξη µε το δεξιό σκέλο. Η διορισθείσα από το δικαστήριο πραγματογνώμονας γνωμοδότησε ακολούθως ότι ο εφεσιβλητος πάσχει αφενός µεν από µετατραυµατική αρθρίτιδα του δεξιού γόνατος µε σοβαρού βαθµού διαταραχή του αρθρικού χόνδρου αλλά και εκφυλιστική ρήξη τόσο του έσω όσο και του έξω µηνίσκου µε υλικό από τον τελευταίο να έχει µετατοπιστεί προσθίως του οπίσθιου χιαστού συνδέσµου, αφετέρου δε από περιαρθρίτιδα του δεξιού ώµου συνεπεία κάκωσης η οποία προκάλεσε τόσο συντριπτικό υποκεφαλικό κάταγµα του δεξιού βραχιονίου, που αντιµετωπίστηκε χειρουργικά και οδήγησε σε µεγάλη παραµόρφωση της κεφαλής του βραχιονίου, όσο και από κάκωση των τενόντων και των λοιπών µαλακών µορίων του δεξιού ώµου. Η αφαίρεση των υλικών οστεοσύνθεσης από το δεξιό γόνατο του εφεσιβλήτου πραγµατοποιήθηκε κατά την 11.9.2019. Κατά την επέµβαση αφαίρεσης των υλικών δεν έγινε αρθροσκοπικός καθαρισµός της άρθρωσης. Εποµένως η αρθροσκόπηση του δεξιού γόνατος θα πρέπει σύμφωνα με τη δικαστική πραγματογνώμονα να γίνει σε επόµενο χειρουργικό χρόνο και µάλιστα σχετικά σύντοµα. Το δε κόστος αυτής ανέρχεται σε αµοιβή ορθοπαιδικού χειρουργού 2.500 ευρώ, αµοιβή βοηθού ορθοπαιδικού χειρουργού 300 ευρώ, αµοιβή αναισθησιολόγου 500 ευρώ και νοσηλεία για 2 ηµέρες 1.400Χ2= 2.800 ευρώ πλέον 20 φυσικοθεραπειών των 30 ευρώ η κάθε μια δηλαδή 600 ευρώ, και συνολικά στο ποσό των 6.200 ευρώ όπως κρίθηκε και πρωτοδίκως Η αφαίρεση του υλικού οστεοσύνθεσης από τον δεξιό ώµο κρίνεται επιβεβληµένη εξαιτίας των ενοχληµάτων που του προκαλεί η παραµονή τους στον εφεσίβλητο. Στον ίδιο χειρουργικό χρόνο κρίνεται απαραίτητη και η αρθροσκόπηση του δεξιού ώµου προκειµένου να διερευνηθούν και να αποκατασταθούν στο βαθµό που αυτό είναι δυνατό οι βλάβες των τενόντων του στροφικού πετάλου του δεξιού ώµου. Το κόστος της αφαίρεσης των υλικών οστεοσύνθεσης και της αρθροσκοπικής αποκατάστασης του στροφικού πετάλου του δεξιού ώµου θα ανέλθει στα 6.200 ευρώ και αναλύεται ως εξής: αµοιβή ορθοπαιδικού χειρουργού 2.000 ευρώ αµοιβή βοηθού ορθοπαιδικού χειρουργού 300 ευρώ αµοιβή αναισθησιολόγου 500 ευρώ και νοσηλεία 2 ηµερών 2Χ1.400= 2.800 ευρώ πλέον 20 φυσικοθεραπειών των 30 ευρώ η κάθε μια δηλαδή 600 ευρώ, όπως κρίθηκε και πρωτοδίκως. Αυτή τη στιγμή ο εφεσίβλητο έχει ποσοστό αναπηρίας 50% και αν οι προαναφερόμενες επεμβάσεις εξελιχθούν ικανοποιητικά αυτή θα μειωθεί στο 40%. Εξάλλου οι µετεγχειρητικές ουλές του εφεσιβλήτου τόσο στον δεξιό ώµο όσο και στο δεξιό γόνατο είναι λίαν ευµεγέθεις, δύσµορφές αλλά κυρίως επώδυνες για αυτό και κρίνεται αν όχι απαραίτητη, οπωσδήποτε ενδεδειγµένη η αποκατάσταση τους µε δυο επεµβάσεις πλαστικής χειρουργικής. Θα απαιτηθεί το ποσό των 12.500 ευρώ που αναλύεται ως εξής : Αµοιβή πλαστικού χειρουργού 8.000 ευρώ, αµοιβή αναισθησιολόγου 500 ευρώ, νοσηλεία-φάρµακα 3.000 ευρώ, μετεγχειρητική παρακολούθηση 1.000 ευρώ, όπως κρίθηκε και πρωτοδίκως. Ως το προαναφερόμενο ποσό να αναφερθεί ότι ο εφεσίβλητος ακόμη και αν δεν ήταν υπόχρεες προς αποζημίωση οι εκκαλούσες αναγκαστικά θα επέλεγε για τη σχετική επανορθωτική επέμβαση μια ιδιωτική κλινική μέσων οικονομικών αξιώσεων, με δεδομένο ότι ο ασφαλιστικός του φορέας δεν καλύπτει τη δαπάνη των παραπάνω περιγραφόμενών πλαστικών επεμβάσεων, διότι αφορούν αισθητικούς λόγους (Κ.Υ.Α Φ.90380/5383/738/10.4.2012 περί «Ενιαίου Κανονισμού Παροχών Υγείας του Εθνικού Οργανισμού Παροχών Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ). Ο σχετικός λόγος έφεσης περί μη νομίμων, πρόωρων και υπέρογκων κονδυλών κρίνεται με βάση όλα τα παραπάνω απορριπτέος ως αβάσιμος.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ, σε περίπτωση αδικοπραξίας, ως τέτοια δε δεν νοείται μόνο αυτή που συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις της διάταξης του άρθρου 914 ΑΚ, αλλά και κάθε περίπτωση που θεμελιώνει υποχρέωση αποζημίωσης με βάση διατάξεις ειδικών νόμων, όπως και ο ΓΠΝ/1911 ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, τούτο δε ισχύει ιδίως για εκείνον που υπέστη προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του, ενώ σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Ως προς την καθιερούμενη με την άνω διάταξη αξίωση για χρηματική ικανοποίηση πρέπει να σημειωθούν τα εξής: 1. Η ηθική βλάβη είναι μη αποτιμητή σε χρήμα ζημία, που υφίσταται το πρόσωπο από την προσβολή των μη περιουσιακών αγαθών του (άρθρο 299 ΑΚ), 2. Για τον καθορισμό του ύψους της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του τις συνθήκες της θανάτωσης του παθόντος, τον βαθμό του πταίσματος του υπαιτίου και του ενδεχομένως συντρέχοντος πταίσματος του παθόντος (με βάση το οποίο το δικαστήριο, ύστερα από σχετική ένσταση του υπόχρεου, άρθρ. 300 ΑΚ, μπορεί, ανάλογα με τη βαρύτητα που αποδίδει σ’ αυτό, να επιδικάσει ή μη χρηματική ικανοποίηση ή να μειώσει το ποσό αυτής), την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των μερών, τις λοιπές προσωπικές σχέσεις και ιδιότητές τους (ηλικία, φύλο, ευαισθησία) και άλλες ενδεχομένως συντρέχουσες περιστάσεις, εκτιμώντας τα στοιχεία κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και τον ορθό λόγο, που υπαγορεύουν την ύπαρξη κάποιας αναλογίας μεταξύ των στοιχείων αυτών και του μεγέθους της χρηματικής ικανοποίησης, δεδομένου ότι το εύλογο της χρηματικής ικανοποίησης δεν αποσυνδέεται από το ανάλογο αυτής προς τα άνω στοιχεία προσδιορισμού του μεγέθους της (ΑΠ 1760/2001, ΕλλΔ/νη 43.1350, ΑΠ 1431/2000, ΕλλΔ/νη 42.67).

Ακολούθως όλων των παραπάνω αν ληφθεί υπόψη το είδος και το μέγεθος των τραυματισμών του εφεσιβλήτου, που περιγράφονται λεπτομερώς παραπάνω, δηλαδή η μόνιμη μερική αναπηρία που του προκάλεσαν, η οποία αφορά την µετατραυµατική αρθρίτιδα του δεξιού γόνατος µε σοβαρού βαθµού διαταραχή του αρθρικού χόνδρου αλλά και εκφυλιστική ρήξη τόσο του έσω όσο και του έξω µηνίσκου, και την περιαρθρίτιδα, η διάρκεια της νοσηλείας του, η ταλαιπωρία που δοκίμασε και θα δοκιμάζει στο μέλλον εξ αιτίας των τραυματισμών του, η έλλειψη συντρέχοντος πταίσματος εκ μέρους του και εν γένει η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων φυσικών προσώπων, αλλά όχι της πρώτης εκκαλούσας ασφαλιστικής εταιρίας, δεδομένου ότι η ευθύνη της είναι εγγυητική (βλ. ΑΠ 2182/2009, ΑΠ 433/2008, ΕφΠειρ 154/2014, ΝΟΜΟΣ), και κατά δεύτερο λόγο αν ληφθεί υπόψη η στεναχώρια του εφεσιβλήτου λόγω των υλικών του ζημιών το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης αυτής πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 20.100 ευρώ, εκ των οποίων το ποσό των 100 ευρώ αφορά τη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από τη θλίψη που δοκίμασε εξαιτίας της στέρησης της μοτοσικλέτας του, το οποίο κρίνεται εύλογο και δίκαιο ενόψει των ανωτέρω κριτηρίων. Η εκκαλούμενη επομένως, η οποία έκρινε ότι το χρηματικό ποσό των χρηματικής ικανοποίησης πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 40.000 ευρώ και 500 ευρώ αντίστοιχα, έσφαλε μερικώς κατά τον εν μέρει βάσιμο σχετικό λόγο έφεσης των εκκαλουσών.

Περαιτέρω η επίδοση στον εναγόμενο καταψηφιστικής αγωγής για χρηματική απαίτηση δεν είναι μόνο σύνθετη διαδικαστική πράξη, αλλά έχει και το χαρακτήρα οιονεί όχλησης του οφειλέτη για την εκπλήρωση της παροχής του (Ολ.ΑΠ 23 – 24/2004, Ολ.ΑΠ 13/1994, ΑΠ 423/2012, ΑΠ 1520/ 2010). Ήδη, το άρθρο 346 ΑΚ, που όριζε ότι “ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, κι αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή για το ληξιπρόθεσμο χρέος”, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 νόμου 4055/2012, που ισχύει, κατά το άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 2.4.2012, κατά το οποίο: “Ο οφειλέτης χρηματικής οφειλής, και αν δεν είναι υπερήμερος, οφείλει νόμιμους τόκους αφότου επιδόθηκε η αγωγή ή η διαταγή πληρωμής για το ληξιπρόθεσμο χρέος (τόκος επιδικίας). Το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας, όπως ο τελευταίος ορίζεται εκάστοτε από το νόμο ή με δικαιοπραξία. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει, εάν πριν από τη συζήτηση της αγωγής ο οφειλέτης αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβαστεί εξωδίκως, ή εάν δεν ασκήσει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής αντιστοίχως. Με αίτημα του εναγομένου το δικαστήριο δύναται κατ` εξαίρεση, εκτιμώντας τις περιστάσεις, να επιδικάσει την απαίτηση με το νόμιμο ή συμβατικό τόκο υπερημερίας. Η εξαίρεση ισχύει ιδίως για τις κατ` εύλογη κρίση του δικαστηρίου επιδικαζόμενες χρηματικές απαιτήσεις. Από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης που επιδικάζει εντόκως χρηματική οφειλή ή απορρίπτει ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής το ποσοστό του τόκου επιδικίας είναι τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες ανώτερο του τόκου υπερημερίας. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει εάν δεν ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της οριστικής απόφασης”. Σύμφωνα με τη νέα αυτή ρύθμιση αυξάνεται το ποσοστό των τόκων επιδικίας, προκειμένου να περιοριστούν η φιλοδικία και η άσκοπη απασχόληση των δικαστηρίων από δικαστικούς αγώνες που δεν έχουν ουσία, ενώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο οφειλέτης που, μεταξύ των άλλων, πριν από τη συζήτηση της αγωγής, αναγνωρίσει εγγράφως την οφειλή ή συμβιβαστεί εξωδίκως. Αν μάλιστα εμμένει να αντιδικεί, μολονότι ηττήθηκε πρωτοδίκως, διακινδυνεύει περαιτέρω αύξηση του επιτοκίου επιδικίας, για αυτό και εδώ ενθαρρύνεται και επιβραβεύεται άμεσα ο διάδικος που ηττήθηκε, αν αποδεχθεί την οριστική απόφαση και τερματίσει την αντιδικία. Η εξαίρεση που προβλέπεται επιτρέπει στο δικαστή να σταθμίσει εκείνες τις περιπτώσεις που ο εναγόμενος ευλόγως αντιδικεί, επειδή πρόκειται για απαίτηση εύλογης χρηματικής ικανοποίησης (π.χ. ηθική βλάβη) ή επειδή προβάλλει ένσταση συμψηφισμού (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 4055/2012). Έτσι, ο νόμιμος τόκος, μετά την επίδοσή της αγωγής, είναι πλέον ο (αυξημένος) τόκος επιδικίας. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται ρητή μνεία γι` αυτό στη δικαστική απόφαση, ενώ, αντίθετα, απαιτείται ρητή αναφορά σ` αυτήν, όταν το δικαστήριο κατ` εξαίρεση επιδικάζει την απαίτηση με το νόμιμο ή το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας. Ακολούθως πλέον ο τόκος υπερημερίας, κατά τη σαφή πρόθεση του νομοθέτη, πρέπει να επιδικάζεται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οφειλέτης χρηματικής απαίτησης ευλόγως αντιδικεί, δεδομένου ότι μοναδικό κριτήριο για την εξαίρεση από την επιδίκαση τόκου επιδικίας είναι το εύλογο ή όχι της αντιδικίας (ΑΠ 609/2020 ΑΠ 1207/2017 δημ. νόμος). Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα επιδικαζόμενα κατά τα ανωτέρω ποσά θα επιδικαστούν με το νόμιμο τόκο υπερημερίας και όχι επιδικίας (βλ. το άρθρο 346 του ΑΚ όπως αντικαταστάθηκε μετά τα άρθρα 2 και 113 του ν. 4055/2012). Τούτο δε διότι το παρόν δικαστήριο κρίνει ότι η αντιδικία ως προς τα παραπάνω ήταν εύλογη αναφορικά με τη βασιμότητα και το ύψος της συγκεκριμένης επίδικης αξίωσης (ΑΠ 1207/2017, ΑΠ 2033/2013 δημ. νόμος). Μετά τα παραπάνω και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι προς έρευνα, πρέπει να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος η από 1.2.2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2021 έφεση των εκκαλουσών ως ουσιαστικά βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη με αριθμό 153/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, όχι μόνον ως προς τα κεφάλαια για τα οποία έγιναν δεκτοί οι σχετικοί λόγοι έφεσης, αλλά στο σύνολό της για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (Σαμουήλ, έκδοση 2006, σελ. 430, 431) και εντεύθεν και ως προς τη διάταξη των δικαστικών εξόδων. Ακολούθως, πρέπει, αφού διακρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και ερευνηθεί η με στοιχεία ………../13.7.2018 αγωγή (εκτός του κονδυλίου για απώλεια εισοδήματος), να γίνει δεκτή κατά ένα μέρος, ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εκκαλούσες εναγόμενες να καταβάλουν στον εφεσίβλητο ενάγοντα το ποσό των 48.707,60 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένης της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση. Ακολούθως το αίτημα περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση κρίνεται απορριπτέο διότι το ποσό που επιδικάζεται είναι μεγαλύτερο αυτού που ορίστηκε προσωρινά εκτελεστό και καταβλήθηκε. Επίσης, τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας του ενάγοντος εφεσιβλήτου, πρέπει, κατόπιν υποβολής του σχετικού, νόμιμου αιτήματος του (άρθρο 106, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), να επιβληθούν εν μέρει σε βάρος των εκκαλουσών εναγομένων λόγω της εν μέρει ήττας τους (άρθρ. 178,183 και 189 ΚΠολΔ) (πλέον του ποσού της πραγματογνωμοσύνης για την οποία ήδη ο εφεσίβλητος κατέβαλε το ποσό των 1.600) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, λόγω της παραδοχής της εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παράβολου, που προκαταβλήθηκε στις εκκαλούσες καταθέσασες (άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  με την παρουσία των διαδίκων την από 1.2.2021 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2021 έφεση κατά της με αριθμό 153/2021 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η οποία εκδόθηκε, με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών επί της με αριθμό κατάθεσης ………/13.7.2018 αγωγής

Απορρίπτει ό,τι έκρινε ως απορριπτέο στο σκεπτικό

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και εν μέρει κατ` ουσίαν την ως άνω έφεση

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παράβολου, που έχει προκαταβληθεί, στις εκκαλούσες καταθέσασες

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ τη με αριθμό 153/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ επί της από ……../13.7.2018 αγωγής.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες να καταβάλουν στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των σαράντα οκτώ χιλιάδων επτακοσίων επτά ευρώ και εξήντα λεπτών (48.707,60) με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένης της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εν μέρει τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος εφεσιβλήτου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, σε βάρος των εναγομένων εκκαλουσών και τα ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων εκατό (3.100) ευρώ

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  3 Μαρτίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ