Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 330/2022

Αριθμός 330/2022

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, και Σοφία – Αλεξάνδρα Ζήκου, Εφέτη –Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : …………. τον οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, Δημήτριος Παπακωνσταντόπουλου (ΑΜ ….. ΔΣ Αθηνών), με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ.

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης …………….., και 2. …………, τις οποίες εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Παναγιώτης Στελιάκης (ΑΜ ………… ΔΣ Αθηνών).

Ο ενάγων – εκκαλών άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά την τακτική διαδικασία, την από 2-10-2017, με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../2017, αγωγή του κατά των εναγόμενων – εφεσίβλητων. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η με αριθμό 3216/2019 οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η ανωτέρω αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής ο εκκαλών – ενάγων άσκησε την από 2-12-2019 έφεσή του, η οποία κατατέθηκε, στις 2-12-2019, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, στις 20-2-2020, με ΓΑΚ…. και ΕΑΚ……../2020, και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 18ης Φεβρουαρίου 2021, κατά την οποία η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων για την προστασία της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 (από 11-2-2021 έως 22-3-2021), και στη συνέχεια, προσδιορίστηκε αυτεπαγγέλτως για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής, με τη με αριθμό 102/20-4-2021 πράξη της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Ισιδώρας Πόγκα, Προέδρου Εφετών, και γράφηκε στο οικείο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, ο εκκαλών εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του με δήλωση κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, και ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις, που είχε προκαταθέσει, και οι εφεσίβλητες από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, ο οποίος, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 2-12-2019 έφεση, που κατατέθηκε, στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με ΓΑΚ…….. και ΕΑΚ……./2-12-2019, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, με ΓΑΚ…… και ΕΑΚ………/20-2-2020, κατά της με αριθμό 3216/13-9-2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 2-10-2017, με ΓΑΚ…….. και ΕΑΚ…….. αγωγή του εκκαλούντος εναντίον των εφεσιβλήτων, μετά από συζήτηση αντιμωλία των διαδίκων στις 18-4-2018, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα από τον ηττηθέντα ενάγοντα, στον οποίο επιδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση στις 31-10-2019, όπως αποδεικνύεται από τη με αριθμό …./31-10-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ………., και η κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, στις 2-12-2018, καθώς η 30η-11-2019 ήταν ημέρα Σάββατο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 §§ 1 και 2, 511, 513 § 1 εδ. β, 516 § 1, 517, 518 § 1 και 520 ΚΠολΔ, ενώ έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα στο δημόσιο ταμείο το με κωδικό 310637876950 0128 0094 παράβολο των εκατό πενήντα (150) ευρώ για την άσκηση αυτής (άρθρο 495 § 3 Α περ. γ΄ ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ).

Ο ενάγων, ήδη εκκαλών, άσκησε την από 2-10-2017, με ΓΑΚ…. και ΕΑΚ……./2017, αγωγή του, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των εναγόμενων, εκθέτοντας ότι ο ίδιος και η δεύτερη εναγόμενη είναι κτηνίατροι και υπήρξαν συνεταίροι σε επιχείρηση κτηνιατρείου έχοντας ιδρύσει από το έτος 2002 εταιρία με την επωνυμία «………» και διακριτικό τίτλο «………..», που λειτουργούσε σε μίσθιο κατάστημα στην οδό …….., στη Νίκαια, με ποσοστό συμμετοχής 50% ο καθένας, αφού προηγουμένως συστεγάζονταν στον ίδιο χώρο ως κτηνίατροι από το έτος 1997. Ότι οι σχέσεις τους διερράγησαν και επιδεινώθηκαν ραγδαία µε συνέπεια να λυθεί η εταιρία, που είχαν ιδρύσει, υπό συνθήκες σφοδρής αντιδικίας το έτος 2009, ενώ από μήνα Ιούλιο του έτους 2008 εξώθηκαν από την κοινή έδρα τους, και ο ενάγων αναγκάστηκε να εγκαταστάθηκε εσπευσμένα σε άλλο κατάστημα στην οδό ………., στη Νίκαια, ασκώντας πλέον ατομικά το επάγγελμα του κτηνιάτρου. Ότι η δεύτερη εναγόμενη, επιχειρώντας να οικειοποιηθεί την πολυπληθή πελατεία της εταιρίας τους, ίδρυσε κτηνιατρείο υπό το εταιρικό σχήμα «………….» (πρώτη εναγόμενη), που στέγασε σε κατάστημα στην οδό …….., απέναντι από την έδρα της λυθείσας κοινής εταιρίας τους, θέτοντας στη βιτρίνα του καταστήματος της τελευταίας διαφημιστική πινακίδα µε πηχυαία γράμματα τη νέα διεύθυνση της νέας πλέον εταιρίας µε τη φράση «ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΠΕΝΑΝΤΙ», με προφανή σκοπό να προκαλέσει την εντύπωση στους πελάτες τους ότι η πρώτη εναγόμενη εταιρία αποτελεί συνέχεια της παλαιάς, ήδη λυθείσας, εταιρίας τους. Ότι από το μήνα Νοέμβριο του έτους 2014 η ατομική επιχείρηση του, κτηνιατρείο, μετεγκαταστάθηκε σε μίσθιο κατάστημα στην οδό ………, στη Νίκαια, απέναντι δηλαδή από το κτηνιατρείο της πρώτης εναγόμενης εταιρίας. Ότι από αρχές Ιανουαρίου 2016 η δεύτερη εναγόμενη µε αποκλειστικό σκοπό να παρακολουθεί το κτηνιατρείο του τοποθέτησε στο δικό της κτηνιατρείο, πρώτης εναγόμενης εταιρίας, βιντεοκάμερες που είναι στραμμένες στην είσοδο του δικού του κτηνιατρείου, στο εξωτερικό τμήμα του μίσθιου ακινήτου, ήτοι σε δημόσιο χώρο, µε αποτέλεσμα να παρακολουθείται και το πεζοδρόμιο στην οδό ……….., αλλά και η είσοδος της επιχείρησής του στον αριθμό ….., χωρίς τη συγκατάθεσή του και χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη ενημέρωση του ώστε να έχει το δικαίωμα της αντίρρησης, το οποίο οπωσδήποτε θα ασκούσε. Ότι οι εν λόγω κάμερες λειτουργούσαν και λειτουργούν συνεχώς, σταθερά στραμμένες προς την είσοδο της πολυκατοικίας του, ώστε να καταγράφουν όλο το 24ωρο την πρόσβαση στο κτηνιατρείο του, κατασκοπεύοντας στην πραγματικότητα τους πελάτες του, µε στόχο να διαπιστώσει ποιοι από τους παλαιούς κοινούς πελάτες τους πηγαίνουν στο κτηνιατρείο του µε σκοπό να τους προσεγγίσει αθέμιτα και να τους προσελκύσει στην εταιρία της, πρώτη εναγόμενη. Ότι ο ίδιος, στις 12-7-2016 προσέφυγε στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα υποβάλλοντας σχετικό ερώτημα για το εάν η εναγόμενη επιχείρηση δια της νομίμου εκπροσώπου της γνωστοποίησε στην Αρχή τη λειτουργία του εν λόγω συστήματος βιντεοεπιτήρησης, που είχε εγκαταστήσει, λαμβάνοντας απάντηση από την Αρχή με το µε αριθμό πρωτοκόλλου Γ…./ 4-8-2016 έγγραφο της ότι για το εγκατεστημένο σύστημα βιντεοεπιτήρησης της πρώτης εναγόμενης εταιρίας δεν έχει γίνει η απαραίτητη γνωστοποίηση προς την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Ότι οι εναγόμενες πέραν του ότι παρακολουθούν δημόσιο χώρο, πεζοδρόμιο, χωρίς να υπάρχει δικαίωμα προς τούτο, προβαίνουν µε την τοποθέτηση των καμερών σε αυτό το σημείο, απέναντι δηλαδή ακριβώς από την είσοδο του δικού του κτηνιατρείου, σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων του, συλλέγοντας και καταγράφοντας εικόνες, αφορώσες την άφιξη του στο γραφείο του, τους πελάτες του, µε σκοπό την παρακολούθησή του σε επαγγελματικό επίπεδο, την υφαρπαγή της πελατείας του και την επαγγελματική του τρώση. Ότι η χωρίς τη συγκατάθεσή του παράνομη βιντεοεπιτήρηση της επαγγελματικής ζωής του από τη δεύτερη εναγόμενη, με την οποία βρίσκεται σε σφοδρή αντιδικία, του προκαλεί ανασφάλεια, ανησυχία, και ακραία ψυχολογική πίεση. Ότι η εγκατάσταση και χρήση του κλειστού αυτού κυκλώματος τηλεόρασης που τοποθετήθηκε σκοπίμως από τη δεύτερη εναγόμενη µε την πρόφαση ότι οι κάμερες τοποθετήθηκαν για την ασφάλεια της πρώτης εναγόμενης εταιρίας, προκειμένου να συλλέγει πληροφορίες απόλυτα προσωπικές αποτελεί πράξη παράνομη και υπαίτια, που παραβιάζει το δικαίωμα επί της προσωπικότητάς του, και συγκεκριμένα στην προστασία προσωπικών δεδομένων, στην τιμή, στην υπόληψη, στην επαγγελματική ζωή του και γενικά στην ιδιωτικότητά του. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, για την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των εναγόμενων με την τοποθέτηση κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης και την ανεπίτρεπτη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, από την οποία επήλθε προσβολή της προσωπικότητάς του με συνέπεια την ηθική βλάβη του, ζητούσε α) να υποχρεωθούν τόσο η πρώτη εναγόμενη δια της νόμιμης εκπροσώπου της όσο και η δεύτερη εναγόμενη να άρουν την προσβολή και ειδικότερα να αφαιρέσουν τις κάμερες, που τοποθετήθηκαν στα σημεία που αναφέρει στην αγωγή, β) να παραλείπουν οποιαδήποτε παρόμοια προσβολή στο μέλλον με την απειλή σε βάρος της νόμιμης εκπροσώπου της πρώτης εναγόμενης εταιρίας αλλά και ατομικά της δεύτερης εναγόμενης χρηματικής ποινής ποσού 50.000 ευρώ και προσωπικής κράτησης δυο μηνών για καθεμία προσβολή της προσωπικότητας του στο μέλλον και γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να του καταβάλουν αλληλεγγύως και σε ολόκληρο το ποσό των 200.000 ευρώ ως αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτός υπέστη, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, και να καταδικασθούν οι εναγόμενες στη δικαστική δαπάνη του. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η οριστική με αριθμό 3216/13-9-2019 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία, απορρίφθηκε η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, και ο ενάγων καταδικάστηκε στα δικαστικά έξοδα των εναγόμενων ύψους 4.000 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη ο εκκαλών με τους αναφερόμενους στην κρινόμενη έφεση λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε στη συνέχεια να γίνει ολοκληρωτικά δεκτή η από 2-10-2017, με ΓΑΚ………. και ΕΑΚ……., αγωγή του.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 3, 4, 5, 6, 11, 14, 15, 19 § 1α του Ν 2472/1997 «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», με εκείνες της με αριθμό 1122/2000 Οδηγίας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα «για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης», που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 19 παρ. 1α του πιο πάνω νόμου και τροποποιήθηκε με τη μεταγενέστερη με αριθμό 2162/2005 όμοια, οι οποίες (διατάξεις) εφαρμόζονται στην ένδικη περίπτωση (ΑΠ 1935/2014, ΤΝΠ Νόμος), και τα άρθρα 57 και 59 του ΑΚ συνάγονται τα ακόλουθα: 1) Η λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης, εγκατεστημένων σε ιδιωτικούς χώρους από φυσικό πρόσωπο για την άσκηση δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών, εκφεύγει από το πεδίο εφαρμογής του Ν. 2472/1997, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του νόμου αυτού. 2) Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο οσάκις από εγκατεστημένο σε ιδιωτικό χώρο κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης βιντεοσκοπούνται, με τη χρήση καμερών, κοινόχρηστοι εξωτερικοί χώροι, όπως μεταξύ άλλων είναι και οι δημοτικές ή κοινοτικές οδοί που τον περιβάλλουν, ή άλλοι γειτονικοί ιδιωτικοί χώροι ανήκοντες σε τρίτους, και παρέχεται στον ιδιοκτήτη του η δυνατότητα λήψης, αποθήκευσης ή άλλης περαιτέρω επεξεργασίας της εικόνας τρίτων προσώπων που τους χρησιμοποιούν ελεύθερα, σύμφωνα με τον προορισμό τους, διότι τότε δεν πρόκειται για επεξεργασία προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων αυτού τούτου του προσώπου που την ενεργεί μέσα στον ιδιωτικό του χώρο αλλά για λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, που δεν έχουν σχέση με το χώρο, αυτό. 3) Η επεξεργασία αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 2472/1997 και, επειδή προσβάλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του τρίτου, κατ’ αρχήν απαγορεύεται. 4) Κατ’ εξαίρεση όμως αυτή επιτρέπεται, χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου της, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) αποσκοπεί στην προστασία προσώπων ή αγαθών, β) είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού στον οποίο αποβλέπει, με την έννοια ότι αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί εξίσου αποτελεσματικά με άλλα λιγότερο επαχθή για το υποκείμενο της επεξεργασίας μέσα, γ) το έννομο συμφέρον του υπεύθυνου της επεξεργασίας υπερέχει καταφανώς των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των υποκειμένων αυτής και η επεξεργασία δεν βλάπτει τις προσωπικές τους ελευθερίες, δ) ο υπεύθυνος της επεξεργασίας έχει γνωστοποιήσει εγγράφως στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα την εγκατάσταση του κλειστού κυκλώματος και την έναρξη της λειτουργίας του με όλα τα στοιχεία που απαιτεί η διάταξη του άρθρου 6 του Ν. 2472/1997 και ε) με την ανάρτηση ευδιάκριτων πινακίδων, αυτός έχει επισημάνει στα υποκείμενα της επεξεργασίας το χώρο που εμπίπτει στην εμβέλεια της κάμερας και βιντεοσκοπείται, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 11 του Ν. 2472/1997. Και 5) Η μη τήρηση ή μη συνδρομή μιας οποιασδήποτε από τις παραπάνω προϋποθέσεις καθιστά παράνομη την δια κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης και κάμερας εγκατεστημένων σε ιδιωτικό χώρο λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, που διέρχονται έξω από αυτόν, όπως μεταξύ άλλων είναι και η εικόνα τους, ως προσβάλλουσα το δικαίωμα της προσωπικότητάς τους, και δικαιούνται αυτά, κατ’ άρθρο 57 ΑΚ, να αξιώσουν χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία προϋποθέτει υπαιτιότητα του προσβάλλοντος. Εξάλλου, στο άρθρο 10 του ίδιου πάντοτε νόμου ορίζεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απόρρητη και στο άρθρο 22 προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για όποιον χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή ανακοινώνει ή καθιστά προσιτά τέτοια δεδομένα σε μη δικαιούμενα πρόσωπα (παρ. 4). Στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του εν λόγω νόμου ορίζεται ότι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που, κατά παράβαση του Ν. 2472/1997, προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη, υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Κατά την αληθή έννοια της διάταξης αυτής, σε περίπτωση πλειόνων υπαιτίων προσώπων, δημιουργείται, μεταξύ τους, παθητική εις ολόκληρον ευθύνη, και καθένα φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που, από κοινού με άλλο, κατά παράβαση του Ν. 2472/1997, προκαλεί ηθική βλάβη, είναι υποχρεωμένο, εις ολόκληρον, να καταβάλει αυτήν. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον. Στη, δε, παράγραφο 2 ορίζεται ότι η κατά το άρθρο 932 Α.Κ. χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, για παράβαση του Ν. 2472/1997 ορίζεται, κατ` ελάχιστο, στο ποσό των 2.000.000 δραχμών, εκτός εάν ζητήθηκε από τον ενάγοντα μικρότερο ποσό ή η παράβαση οφείλεται σε αμέλεια (ΑΠ 163/2020, ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 450 παρ. 2 και 451 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι κάθε διάδικος υποχρεούται να επιδείξει τα έγγραφα, τα οποία κατέχει και που μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη, ο δε αντίδικος του κατέχοντος το έγγραφο, εφόσον δικαιολογεί έννομο συμφέρον, μπορεί να ζητήσει την επίδειξη του εγγράφου με τις προτάσεις του ακόμη και για πρώτη φορά ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (ΑΠ 782/2017). Για να είναι, όμως, το σχετικό αίτημα παραδεκτό και σύννομο πρέπει να γίνεται επίκληση της κατοχής του εγγράφου από τον αντίδικο και να προσδιορίζεται σαφώς το έγγραφο και με ακρίβεια το περιεχόμενο του (ΑΠ 1180/2017, ΑΠ 348/2019, ΤΝΠ Νόμος).

Ο εκκαλών, με τις νόμιμα κατατεθείσες προτάσεις του, υπέβαλε, το πρώτον ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, αίτημα προσκόμισης από τους εφεσίβλητους του καταγραφικού βίντεο των επίδικων καμερών της εναγόμενης εταιρίας της περιόδου από Ιανουάριο 2016 και εντεύθεν. Το αίτημα αυτό, ωστόσο, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστο, καθόσον ο εκκαλών δεν επικαλείται ότι το σχετικό υλικό βρίσκεται στην κατοχή των εφεσίβλητων, αφού δεν είναι αυτονόητο ότι και αν υπήρχε σε προγενέστερο χρόνο, κατά την άσκηση της αγωγής, διατηρείται και κατά τη συζήτηση της κρινόμενης έφεσης, επιπλέον, δε, δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια το υλικό βιντεοσκόπησης, έστω με ημερομηνίες και ώρες, και το περιεχόμενο αυτού, με το οποίο θα ήταν δυνατή η απόδειξη των πραγματικών ισχυρισμών του ενάγοντος, που περιέχονται στην ένδικη αγωγή του τελευταίου.

Από την εκτίμηση των με αριθμούς …, …, και …../8-2-2018 ένορκων βεβαιώσεων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Νίκαιας των μαρτύρων της ενάγοντος (……….. αντίστοιχα) κατόπιν νομότυπης κλήτευσης των εναγόμενων, των με αριθμούς …./8-2-2018 και …./26-2-2018 ένορκων βεβαιώσεων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών και Νίκαιας αντίστοιχα των μαρτύρων των εναγομένων (………., και …….. αντίστοιχα) κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, μεταξύ των οποίων οι φωτογραφίες των οποίων δεν αμφισβητείται η γνησιότητα (άρθρα 444 § 1 γ), 448 § 2, και 457 § 4 ΚΠολΔ, ΑΠ 7/2021, ΤΝΠ Νόμος), τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα εκ των οποίων αναφέρονται ειδικότερα στη συνέχεια, χωρίς όμως να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, και των ομολογιών των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφά τους (άρθρα 261 και 352 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Από το μήνα Ιανουάριο του έτους 1997 ο ενάγων και η δεύτερη εναγόμενη αποτελούσαν τα μέλη της ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «………………», ο πρώτος ως ομόρρυθμος μέλος και διαχειριστής αυτής και η δεύτερη ως ετερόρρυθμο μέλος, ενώ με το από 22-1-1997 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης επαγγελματικής στέγης, μίσθωσαν κατάστημα στην οδό ………, στη Νίκαια Αττικής, με σκοπό να το χρησιμοποιήσουν ως ιατρείο και χώρο νοσηλείας μικρών ζώων των ιδίων και υποκατάστημα της ανωτέρω ετερόρρυθμης εταιρίας. Στη συνέχεια, αποδείχθηκε ότι με το με αριθμό ……/7-2-2001 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ……. – …, το οποίο δημοσιεύθηκε νόμιμα στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Αθηνών και στο με αριθμό 1157/22-2-2001 ΦΕΚ ΑΕ και ΕΠΕ, συστήθηκε εταιρία περιορισμένης ευθύνης, με την επωνυμία «………….» και διακριτικό τίτλο «……..», μεταξύ των ενάγοντος και δεύτερης εναγόμενης, με ποσοστό συμμετοχής 450 εταιρικά μερίδια ο καθένας, με σκοπό την παροχή κτηνιατρικών υπηρεσιών, την χονδρική – λιανική πώληση κτηνιατρικών φαρμάκων και ειδών, τη δημιουργία κτηνιατρικού μικροβιολογικού εργαστηρίου, την ανάληψη προγραμμάτων από το Υπουργείο Γεωργίας και των Νομαρχιών παρακολούθησης – πιστοποίησης – ελέγχου των παραγωγικών ζώων, σφαγείων και τροφίμων ζωικής προέλευσης, και τη διαχείριση – εκμετάλλευση κυνοκομείου, και ορίστηκε έδρα της εταιρίας η Νίκαια Αττικής σε κατάστημα στην οδό ………, αμφότεροι, δε, οι εταίροι ως διαχειριστές της εταιρίας, ενώ με το με αριθμό ………../4-5-2005 συμβόλαιο της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που δημοσιεύθηκε νόμιμα στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Αθηνών και στο με αριθμό 2919/13-5-2005 ΦΕΚ ΑΕ και ΕΠΕ, τροποποιήθηκε το άρθρο 17 του ανωτέρω καταστατικού για τη διαχείριση της εταιρίας και ορίστηκε ως μόνη διαχειρίστρια για αόριστο χρόνο η δεύτερη εναγόμενη. Από το μήνα Μάιο του έτους 2008 οι σχέσεις των ανωτέρω δύο φυσικών προσώπων διαταράχθηκαν με συνέπεια να ασκηθούν αντίθετες αγωγές για τη λύση της ανωτέρω αναφερόμενης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, για τις οποίες, ωστόσο, οι διάδικοι συνέταξαν πρακτικά συμβιβασμού για τη λύση της εταιρίας και τη θέση της σε εκκαθάριση ορίζοντας δύο εκκαθαριστές, συμφωνίες που περιέχονται στα µε αριθμούς 459 και 460/16-9-2009 πρακτικά συνεδρίασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Επίσης, οι ανωτέρω διάδικοι, φυσικά πρόσωπα, ενεπλάκησαν και σε άλλες μακρόχρονες, ποινικές και αστικές, δικαστικές διαμάχες. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι μετά τη λύση της ανωτέρω εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, με το με αριθμό …./12-2-2009 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών . …….., το οποίο δημοσιεύθηκε νόμιμα στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Αθηνών και στο με αριθμό 1286/16-2-2009 ΦΕΚ ΑΕ και ΕΠΕ, συστήθηκε η πρώτη εναγόμενη εταιρία περιορισμένης ευθύνης, μεταξύ της δεύτερης εναγόμενης και των …….. και ……….., με έδρα στο δήμο Νίκαιας Αττικής, στην οδό ……….., με σκοπό την παροχή κτηνιατρικών υπηρεσιών, την χονδρική – λιανική πώληση κτηνιατρικών φαρμάκων και ειδών, τη δημιουργία κτηνιατρικού μικροβιολογικού εργαστηρίου, την ανάληψη προγραμμάτων από το Υπουργείο Γεωργίας και των Νομαρχιών παρακολούθησης – πιστοποίησης – ελέγχου των παραγωγικών ζώων, σφαγείων και τροφίμων ζωικής προέλευσης, και τη διαχείριση – εκμετάλλευση κυνοκομείου, και διαχειρίστρια τη δεύτερη εναγόμενη. Παράλληλα, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων άρχισε να δραστηριοποιείται με τη λειτουργία ατομικής επιχείρησης κτηνιατρείου στη Νίκαια Αττικής, από το μήνα Αύγουστο του έτους 2009 σε ισόγειο επαγγελματικό χώρο στην οδό ……….. και ……….., την οποία μετέφερε, από το μήνα Νοέμβριο του έτους 2014, σε γωνιακό ισόγειο κατάστημα στην οδό ……. και …….., το οποίο βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την έδρα – κατάστημα της πρώτης εναγόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε, από τα με αριθμούς 3693 και …./13-7-2009 τιμολόγια – δελτία αποστολής και το με αριθμό …../1-8-2009 τιμολόγιο πώλησης, ότι κατά την οργάνωση και τον εξοπλισμό της επιχείρησής της η πρώτη εναγόμενη αγόρασε και εγκατέστησε σύστημα ασφάλειας µε συναγερμό και κάμερες, οι οποίες, όπως αποδεικνύεται από τις φωτογραφίες και τις εκτυπώσεις του περιεχομένου βιντεοσκόπησης, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είναι τοποθετημένες στον εξωτερικό τοίχο της πρόσοψης του καταστήματος των εφεσίβλητων ψηλά, αριστερά και δεξιά (εκατέρωθεν) της εισόδου αυτού, με σταθερό προσανατολισμό στην πόρτα εισόδου της επιχείρησης, με στόχο αποκλειστικά και μόνο την προστασία πελατών, εργαζόμενων, και περιουσιακών στοιχείων της πρώτης εναγόμενης. Από τα ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι οι αναφερόμενες στην αγωγή κάμερες είχαν εγκατασταθεί και λειτουργούσαν πέντε (5) έτη, περίπου, πριν από τη μεταφορά της έδρας της επιχείρησης του ενάγοντος στο κατάστημα της οδού ………., το έτος 2014. Αντίθετα, δεν αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα από το μήνα Ιανουάριο του έτους 2016 μέχρι την άσκηση της αγωγής οι εναγόμενες άλλαξαν τον προσανατολισμό ή τη θέση των ήδη εγκατεστημένων καμερών, ή σε κάθε περίπτωση τη λειτουργία τους σε περιστρεφόμενες με σκοπό να βιντεοσκοπούν παράνομα τις κινήσεις του ενάγοντος ή τους πελάτες του, το περιεχόμενο, δε, των τριών ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων του ενάγοντος, οι οποίοι εργάζονται ή εργάστηκαν κατά το επίδικο χρονικό διάστημα στο κατάστημά του, είναι εξαιρετικά αόριστο, και σε κάθε περίπτωση δεν επιβεβαιώνεται από τις τεχνικές προδιαγραφές των καμερών και τη δυνατότητα λήψης εικόνας εκτός από το χώρο της εισόδου της επιχείρησης των εναγόμενων, ούτε από το φωτογραφικό υλικό που κατατέθηκε στο Δικαστήριο, όπως προαναφέρεται. Επίσης, αόριστη χαρακτηρίζεται η αναφορά στις δύο ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του ενάγοντος, …….. και ………….., ότι ο ενάγων δέχθηκε παράπονα για παρακολούθηση με κάμερες των εναγόμενων από κάποιους πελάτες του, οι οποίοι σταμάτησαν να επισκέπτονται το κτηνιατρείο του, καθώς δεν αναφέρονται συγκεκριμένα ονόματα πελατών και ο χρόνος διατύπωσης των παραπόνων και της αποχώρησής τους. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι σκοπός της εγκατάστασης των επίδικων καμερών στην είσοδο της επιχείρησης της πρώτης εναγόμενης ήταν η παρακολούθηση της δικής του επιχείρησης του και η υφαρπαγή πελατών του από το έτος 2016, καθόσον οι εναγόμενες προέβησαν στην τοποθέτηση των καμερών, το έτος 2009, ο ενάγων μετέφερε την επιχείρησή του απέναντι από τη δική τους πέντε έτη αργότερα, το έτος 2014, ενώ δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχε μεταβολή στη λειτουργία των καμερών από το έτος 2016 και μέχρι την άσκηση της ένδικης αγωγής. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων κατέθεσε, στις 13-7-2016, το από 12-7-2016 ερώτημα στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού, το οποίο έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου Γ/………/13-7-2016, σχετικά με τη γνωστοποίηση από τις εναγόμενες για την τοποθέτηση καμερών στον εξωτερικό χώρο της επιχείρησής της, καθώς και με τη χορήγηση σ’ αυτές άδειας παρακολούθησης του κοινόχρηστου χώρου (πεζοδρόμιο) αλλά και της εισόδου της επιχείρησής του. Η ανωτέρω αρχή απάντησε στον ενάγοντα με το με αριθμό πρωτοκόλλου Γ/…..-1/4-8-2016 έγγραφό της, σύμφωνα με τη με αριθμό 1/31-3-2011 Οδηγία της Αρχής (άρθρο 19 § 2 του Ειδικού Μέρους αυτής «2. Κάμερες επιτρέπεται να τοποθετούνται στα σημεία εισόδου και εξόδου των καταστημάτων, στα ταμεία και τους χώρους φύλαξης χρημάτων, στις αποθήκες εμπορευμάτων, στους χώρους των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων καθώς και στους χώρους στάθμευσης, υπό τις προϋποθέσεις του γενικού μέρους της παρούσας Οδηγίας»), ότι «για τη λειτουργία συστημάτων βιντεοεπιτήρησης δεν απαιτείται η έκδοση άδειας από την Αρχή καθώς, κατά κανόνα, δεν πραγματοποιείται επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων» και ότι «Κατόπιν ελέγχου που διενεργήσαμε στο Μητρώο γνωστοποιήσεων που τηρεί η Αρχή, δεν βρέθηκε κατατεθειμένη γνωστοποίηση για σύστημα βιντεοεπιτήρησης από υπεύθυνο επεξεργασίας με όνομα «………» ή «………….»…». Από όλα τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά δεν αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη διά της δεύτερης εναγόμενης, νόμιμης εκπροσώπου της, δημιούργησε και επεξεργάστηκε αρχεία εικόνων και ήχου του ενάγοντος κατά τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 7 του Ν 2472/1997, ούτε και ότι είχαν τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να λαμβάνουν την εικόνα του ενάγοντος και να επεξεργάζονται αυτή κατά βούληση χωρίς τη συναίνεση του τελευταίου, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας του ενάγοντος, από την οποία να υποστεί ο τελευταίος ηθική βλάβη. Εξάλλου, το γεγονός της μη γνωστοποίησης στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων της τοποθέτησης και λειτουργίας του ένδικου συστήματος βιντεοεπιτήρησης στον εξωτερικό χώρο της επιχείρησης της πρώτης εναγόμενης δεν συνδέεται αιτιωδώς με προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος, καθόσον δεν αποδείχθηκε, όπως προαναφέρεται, ότι υπήρξε καταγραφή του ενάγοντος, δημιουργία αρχείου και επεξεργασία αυτού από τις εναγόμενες. Κατά συνέπεια, η εκκαλούμενη απόφαση, η οποία απέρριψε την ένδικη αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, έστω και με διαφορετικές ή και συνοπτικότερες αιτιολογίες, οι οποίες αντικαθίσταται με τα ανωτέρω αναφερόμενα (άρθρο 534 ΚΠολΔ), δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, και οι αντίθετοι ισχυρισμοί του ενάγοντος – εκκαλούντος, που αποτελούν σχετικούς λόγους έφεσης, πρέπει ν’ απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατόπιν των ανωτέρω, αφού απορρίφθηκαν όλοι οι λόγοι της έφεσης, πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη, η από 2-12-2019 έφεση κατά της ως άνω με αριθμό 3216/13-9-2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που κατατέθηκε από τον εκκαλούντα για την άσκηση της έφεσης (άρθρ. 495 § 3 ΚΠολΔ). Τέλος, ο εκκαλών πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 2-12-2019 (ΓΑΚ……. και ΕΑΚ………/2020) έφεση κατά της με αριθμό 3216/2019 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ως άνω έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου (με κωδικό αριθμό 310637876950 0128 0094, ποσού 150 ευρώ), που κατατέθηκε για την άσκηση της έφεσης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε, στον Πειραιά, στις 2-6-2022, και δημοσιεύθηκε, στις 9-6-2022, στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ