Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 531/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός     531/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Θεόκλητο Καρακατσάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………. για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α.ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Κουντούρη.

ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Εταιρίας ………… και 2) Εταιρίας …………, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Σωτηριάδη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.            

Β. ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) Εταιρίας ………… και 2) Εταιρίας ………….., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Σωτηριάδη, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.           

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Κουντούρη.            Ο εκκαλών στην Α έφεση – εφεσίβλητος στη Β έφεση άσκησε την από 23-12-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../23-12-2019 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, απευθυνόμενη κατά των εφεσίβλητων στην Α έφεση – εκκαλουσών στη Β έφεση. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 225/2021 απόφαση του ως άνω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή. Κατά της τελευταίας ως άνω απόφασης παραπονούνται: α) ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την κρινόμενη από 14-6-2021 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …./14-6-2021 έφεσή του (υπό στοιχείο Α) και β) οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες με την κρινόμενη από 9-7-2021 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../9-7-2021 έφεσή τους (υπό στοιχείο Β), οι οποίες ορίσθηκαν να συζητηθούν για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκαν.            Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος στην Α έφεση – εφεσίβλητου στη Β έφεση, αφού έλαβε το λόγο από το Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλουσών στη Β έφεση – εφεσίβλητων στην Α έφεση, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Οι υπό κρίση: α) από 14-6-2021 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../14-6-2021 έφεση του ενάγοντος ………….. κατά των εναγόμενων εταιριών 1) «………….» και 2) «………..» (στο εξής Α έφεση) και β) από 9-7-2021 και με ΓΑΚ …. και ΕΑΚ …../9-7-2021 έφεση των ανωτέρω εναγόμενων εταιριών κατά του ανωτέρω ενάγοντος (στο εξής: Β’ έφεση), οι οποίες στρέφονται κατά της ίδιας πρωτόδικης απόφασης (και δη κατά της με αριθ. 225/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, επί της από 23-12-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ …../23-12-2019 αγωγής του εκκαλούντος στην Α έφεση) είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί έτσι διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 και 246 του Κ.Πολ.Δ). Οι άνω εφέσεις έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, ενόψει του ότι δεν επικαλείται κάποιος διάδικος την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε προκύπτει αυτή από κάποιο στοιχείο (άρθρα 19, 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 591 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.). Επομένως, πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου εκ μέρους των εκκαλούντων, λόγω της φύσης της προκείμενης διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 3 εδάφ. τελευτ. Κ.Πολ.Δ. – Εφ.Δωδ. 225/2018, Εφ.Πειρ. 166/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

ΙΙ. Με την προαναφερθείσα από 23-12-2019 αγωγή, όπως το δικόγραφό της συμπληρώθηκε με τις έγγραφες προτάσεις του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος στην Α’ έφεση – εφεσίβλητου στη Β’ έφεση και εκτιμάται από το Δικαστήριο, ο τελευταίος εξέθεσε ότι, με σύμβαση ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου (7 μηνών), που κατήρτισε στον Πειραιά την 19-12-2018, με τη δεύτερη εναγόμενη, η οποία ενεργούσε ως νόμιμη αντιπρόσωπος, γενική πράκτορας και αντίκλητος της πρώτης εναγόμενης, που εδρεύει στη Μονρόβια της Λιβερίας και είναι πλοιοκτήτρια του, υπό ελληνική σημαία Φ/Γ πλοίου με την επωνυμία «FN», με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., αριθ. ΙΜΟ ……, χωρητικότητας 88.000 DW, κ.ο.χ. 44.668, κ.κ.χ. 27.138, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε την επομένη ημέρα (20-12-2018) στο άνω πλοίο, με την ειδικότητα του βοηθού θαλαμηπόλου, με την ειδικότερη συμφωνία οι όροι εργασίας του και οι αποδοχές του να καθορίζονται από τη ΣΣΕ Πληρωμάτων Φορτηγών Πλοίων από 4500 τόνους DW και άνω, έτους 2010. Ότι, κατόπιν σχετικής εντολής του πλοιάρχου και των εναγομένων κατά την πρώτη ημέρα της ναυτολόγησής του, εκτέλεσε καθ’ όλη τη διάρκειά της, εκτός από τα καθήκοντα της άνω ειδικότητάς του και τα περιγραφόμενα πλήρη και αυτοτελή καθήκοντα του θαλαμηπόλου και του βοηθού μαγείρου που προβλέπονται από τα άρθρα 102-104 και 108 Β.Δ. 806/1970 «περί κανονισμού εργασίας επί ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητας 800 κόρων και άνω», ήτοι ειδικοτήτων που προβλέπονταν για την οργανική σύνθεση του συγκεκριμένου πλοίου από το Π.Δ. 238/1987 «περί οργανικής συνθέσεως πληρωμάτων φορτηγών πλοίων άνω των 3.000 κόρων», με τις οποίες δεν υπήρχε  ναυτολογημένος σ’ αυτό άλλος ναυτικός. Ότι η σύμβαση εργασίας του έληξε την 19-7-2019, ενώ το πλοίο βρισκόταν στο λιμάνι Port Kelang της Μαλαισίας, αλλά ο πλοίαρχος του ζήτησε να μείνει για ένα ακόμα ταξίδι από Ασία προς Λατινική Αμερική μετ’ επιστροφής, ήτοι για τουλάχιστον δυο μήνες ακόμη και ο ίδιος αποδέχθηκε το αίτημα αυτό, με αποτέλεσμα η σύμβασή του να επεκταθεί για το χρονικό διάστημα αυτό που θα διαρκούσε το άνω ταξίδι. Ότι το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου 2019 το πλοίο επρόκειτο να καταπλεύσει στο λιμάνι Rio Grande της Βραζιλίας και ακολούθως να επιστρέψει στην Κίνα, με ενδιάμεσο σταθμό για ανεφοδιασμό καυσίμων τη Σιγκαπούρη. Ότι ο ίδιος από την 13-8-2019 ζητούσε από τον πλοίαρχο και τον υποπλοίαρχο του πλοίου να τον στείλουν σε γιατρό στο άνω λιμάνι της Βραζιλίας, καθώς υπέφερε από συνεχείς πόνους που δεν υποχωρούσαν με αναλγητικά χάπια και πίστευε ότι είχε υποστεί ψύξη εξαιτίας της συνεχούς εισόδου του στα ψυγεία. Ότι, μετά τον κατάπλου του πλοίου στο άνω λιμάνι της Βραζιλίας ο πλοίαρχος του ζήτησε να υπογράψει παραίτηση, ώστε να προγραμματιστεί η αποστολή αντικαταστάτη του στην Κίνα. Ότι, συμμορφούμενος με την οδηγία του πλοιάρχου, την 23-8-2019 υπέβαλε πράγματι την παραίτησή του και αιτήθηκε την αντικατάσταση και τον επαναπατρισμό του στον επόμενο λιμένα φόρτωσης, λόγω λήξης της σύμβασής του. Ότι την επόμενη ημέρα ο πλοίαρχος αιφνιδιαστικά του ανακοίνωσε ότι ερχόταν ο αντικαταστάτης του και του ζήτησε φορτικά να αποχωρήσει «ήσυχα» από το πλοίο. Ότι, ευρισκόμενος προ αδιεξόδου σε μια ξένη χώρα και συνεπεία των έντονων πιέσεων που του ασκήθηκαν, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να προσφύγει στον Προξενικό Λιμενάρχη, δέχθηκε και αποχώρησε από το πλοίο, αφού ανεγράφη στο ναυτικό του φυλλάδιο ως αιτία λύσης της σύμβασης ναυτικής εργασίας του «αμοιβαία συναινέσει», η οποία όμως σε καμία περίπτωση δεν ήταν αληθής, καθόσον η σύμβαση εργασίας του λύθηκε λόγω καταγγελίας αυτής από τον πλοίαρχο άνευ παραπτώματός του και ενώ ο ίδιος επιθυμούσε να αποναυτολογηθεί στον επόμενο λιμένα φόρτωσης, ήτοι στην Κίνα, όπως είχε άλλωστε συμφωνήσει. Ότι με την επιστροφή του στην Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε στη δεύτερη εναγόμενη για τα ανωτέρω (μη καταβολή των συμφωνηθέντων αποδοχών του για την εκτελεσθείσα παράλληλη απασχόλησή του ως θαλαμηπόλου και βοηθού μαγείρου, καθώς και της νόμιμης αποζημίωσης για την απόλυσή του από τον πλοίαρχο άνευ παραπτώματός του) και η δεύτερη εναγόμενη, δια των αρμοδίων υπαλλήλων της, τον εφησύχασε, υποσχόμενη ότι θα τον προσλάμβανε σύντομα. Ότι, παρά ταύτα, ουδέποτε κλήθηκε από τις εναγόμενες για νέα ναυτολόγηση, γεγονός που του προκάλεσε στενοχώρια, άγχος και γενικευμένη αγχώδη διαταραχή με κρίσεις πανικού και διαταραχή του ύπνου, καθώς και κεφαλαλγίες και γενική κατάπτωση, κατάσταση που αφενός χρήζει τακτικής ιατρικής παρακολούθησης, αφετέρου τον έχει καταστήσει έως και την 24-12-2019 (ήτοι επί 4 μήνες) πλήρως πρόσκαιρα ανίκανο για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος και κάθε άλλου ισοδύναμου. Με βάση το ιστορικό αυτό, επικαλούμενος κυρίως τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του και επικουρικά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, ζήτησε, κατόπιν τροπής, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά και με τις έγγραφες προτάσεις του στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (άρθρο 224 σε συνδυασμό με 294 επ. Κ.Πολ.Δ.), μέρους του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό Α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρο κατ’ άρθρο 1 του ν. 762/1978, να του καταβάλουν α) το ποσό των 5.564,59 ευρώ για τη διαφορά του βασικού μισθού και των επιδομάτων για την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, με το νόμιμο τόκο από την απόλυσή του την 24-8-2019, άλλως από την επίδοση της αγωγής, β) το ποσό των 9.819,73 ευρώ για αποζημίωση απόλυσης και γ) το ποσό των 13.092,00 ευρώ για αποζημίωση πλήρους πρόσκαιρης ανικανότητας συνεπεία εργατικού ατυχήματος, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και Β) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενες οφείλουν να του καταβάλουν, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, α) το ποσό των 21.841,01 ευρώ για πλήρεις αποδοχές βοηθού μαγείρου, με το νόμιμο τόκο από την απόλυσή του την 19-10-2018, άλλως από την επίδοση της αγωγής και β) το ποσό των 9.548,44 ευρώ για μισθούς ασθενείας 4 μηνών, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

ΙΙΙ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη με αριθμό 225/2021 οριστική του απόφαση, αφού έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής και ότι εφαρμοστέο ουσιαστικό δίκαιο τυγχάνει το ελληνικό τόσο για την ευθύνη των εναγομένων κατά την κύρια βάση της αγωγής από συμβάσεις ναυτικής εργασίας όσο και για την επικουρική βάση της από αδικαιολόγητο πλουτισμό, δέχθηκε την αγωγή ως προς αμφότερες τις εναγόμενες ως ορισμένη και νόμιμη (πλην του αιτήματος κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, που το απέρριψε ως μη νόμιμο κατά το μέρος που αφορά τα αναγνωριστικά αιτήματα της αγωγής) και ακολούθως δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως βάσιμη και κατ’ ουσία και αναγνώρισε ότι οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, υποχρεούνται να καταβάλουν στον ενάγοντα, για εκτέλεση κατά 50% των καθηκόντων του βοηθού μάγειρα, το ποσό των 7.026,16 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τη λύση της εργασιακής του σύμβασης την 24-8-2019 μέχρι την εξόφληση, ενώ απέρριψε ως αβάσιμα κατ’ ουσία τα λοιπά κονδύλια και την επικουρική βάση της αγωγής από αδικαιολόγητο πλουτισμό. Ήδη, με τις υπό κρίση εφέσεις τους, ο ενάγων και οι εναγόμενες παραπονούνται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ο μεν ενάγων με σκοπό να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η αγωγή του, οι δε εναγόμενες προκειμένου να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της και κατά το κονδύλι αμοιβής για εκτέλεση καθηκόντων βοηθού μάγειρα.

ΙV. Από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, στην οποία προβλέπεται ότι το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την  άσκηση της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα, προκύπτει ότι η χωρίς πληρότητα αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψή της ως απαράδεκτης για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης, η οποία  αποτελεί και προϋπόθεση του παραδεκτού της (Α.Π. 218/2020, Α.Π. 402/2020, Α.Π. 1611/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Επίσης, η αοριστία του δικογράφου της αγωγής δεν μπορεί να θεραπευθεί με τις προτάσεις της πρώτης συζήτησης ή την παραπομπή σε προσκομιζόμενα έγγραφα (Α.Π. 11/2020, Α.Π. 1597/2018, Α.Π. 301/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ),  ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων ή τη δικαστική ομολογία (Α.Π. 714/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση αμφιβολίας περί της πληρότητας ή όχι των αναγκαίων γεγονότων, λογίζεται έγκυρη η αγωγή, εφόσον οι ελλείψεις του δικογράφου της δεν δυσχεραίνουν την ανταπόδειξη από τον εναγόμενο (Εφ.Πειρ. 31/2022, Εφ.Πειρ. 522/2021, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 235/2020, Εφ.Θεσ. 2588/2017, Εφ.Πειρ. 28/2015, Εφ.Πειρ. 581/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, όταν πρόκειται για αγωγή με την οποία επιδιώκεται η επιδίκαση δεδουλευμένων αποδοχών ναυτικού, στοιχεία της βάσης της, τα οποία ο ενάγων οφείλει να επικαλεστεί και, αν αμφισβητηθούν, να αποδείξει είναι, σύμφωνα με το άρθρο 53 Κ.Ι.Ν.Δ, η σύμβαση ναυτολόγησης, η παροχή από τον ενάγοντα ναυτικό της εργασίας του στον πλοιοκτήτη και ο συμβατικός ή νόμιμος μισθός, σε συνδυασμό με τη χωρητικότητα του πλοίου, ώστε να εφαρμοστεί η αρμόζουσα ΣΣΝΕ (Α.Π. 365/2005, Α.Π. 225/2002, Εφ.Πειρ. 98/2020, Εφ.Πειρ. 196/2020, Εφ.Πειρ. 147/2014, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

V. Με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι εσφαλμένα το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι η άνω αγωγή είναι ορισμένη ως προς το αίτημα για αμοιβή εκτέλεσης καθηκόντων βοηθού μαγείρου, ενώ στην πραγματικότητα είναι αόριστη, γιατί, κατά τους ισχυρισμούς τους, δεν εκτίθενται σ’ αυτήν με σαφήνεια τα αναγκαία στοιχεία, τα οποία αφορούν το χρόνο σύναψης της νέας αυτής σύμβασης ανάθεσης πρόσθετων αυτών καθηκόντων, του μισθού που συμφωνήθηκε να λαμβάνει γι’ αυτά ο ενάγων και του χρόνου που τα εκτέλεσε. Από την επισκόπηση, όμως, του δικογράφου της αγωγής, προκύπτει ότι αναφέρονται σ’ αυτήν όλα τα στοιχεία που εκτέθηκαν στην ανωτέρω νομική σκέψη και απαιτούνται κατά το νόμο και δη α) η σύμβαση ναυτολόγησης, β) η παροχή από τον ενάγοντα ναυτικό στο πλοίο, καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησής του από 20-12-2018 έως 24-8-2019, κατ’ εντολή του πλοιάρχου και των εναγομένων από την πρώτη ημέρα της ναυτολόγησής του, πλήρων και αυτοτελών καθηκόντων βοηθού μαγείρου, ειδικότητα με την οποία δεν υπήρχε ναυτολογημένος ναυτικός στο άνω πλοίο, καίτοι η ειδικότητα αυτή προβλέπονταν για την οργανική του σύνθεση βάσει του Π.Δ. 238/1987 «περί οργανικής συνθέσεως πληρωμάτων φορτηγών πλοίων άνω των 3.000 κόρων», γ) οι αποδοχές για την απασχόληση με την πρόσθετη αυτή ειδικότητα, που συμφωνήθηκε να καθορίζονται από τη ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Φορτηγών Πλοίων από 4500 τόνους DW και άνω, έτους 2010 και αποτελούσαν και τον «ειθισμένο μισθό» για ναυτικούς που απασχολούνταν σε τέτοια φορτηγά ποντοπόρα πλοία και δ) η χωρητικότητα του πλοίου, η οποία δικαιολογούσε την εφαρμοστέα άνω ΣΣΝΕ. Επομένως, ενόψει του ότι, περιέχονται στην ως άνω αγωγή όλα τα αναγκαία στοιχεία για τη θεμελίωσή της, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι η εν λόγω αγωγή είναι ορισμένη δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου, κατά συνέπεια ο προαναφερθείς λόγος (πρώτος) της έφεσης των εναγομένων είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

VΙ. Όπως σαφώς προκύπτει από τα άρθρα 522, 524, 525, 526 536 και 591 Κ.Πολ.Δ, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται, (μόνο) κατά τα καθοριζόμενα με την έφεση και τους πρόσθετους λόγους της όρια, στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, επιλαμβανόμενο της διαφοράς, εξετάζει, τηρώντας την ίδια διαδικασία, εάν το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εφαρμόζοντας ορθά το νόμο, αποφάσισε «προσηκόντως ή μη», έχει δε την εξουσία να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως τα θέματα που και εκείνο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, όπως είναι το παραδεκτό, η νομική βασιμότητα και το ορισμένο της αγωγής. Μπορεί, περαιτέρω, όταν κατόπιν εξαφάνισης της εκκαλουμένης, προχωρά στην έρευνα της αγωγής, να εκδώσει και χωρίς αντίθετη έφεση, απόφαση επιβλαβέστερη για τον εκκαλούντα – ενάγοντα (Εφ.Πειρ. 216/2021, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 66  Κ.Ι.Ν.Δ. ορίζεται ότι «ο ναυτικός ασθενήσας δικαιούται εις μισθόν και νοσηλεύεται δαπάναις του πλοίου, εάν δε η σύμβαση λυθεί λόγω της ασθενείας και νοσηλεύεται αυτός εκτός του πλοίου δικαιούται εις τα νοσήλεια και το μισθό εφόσον διαρκεί η ασθένεια, όχι όμως πέραν των τεσσάρων μηνών». Επομένως, σύμφωνα με την άνω διάταξη, η προστασία που παρέχεται στον ναυτικό καλύπτει ολόκληρο το χρόνο της σχέσης ναυτικής εργασίας, από την κατάρτισή της μέχρι τη λήξη της, αφορά δε ασθένεια με την ευρεία του όρου έννοια οποιασδήποτε μορφής, οφειλόμενη σε οποιαδήποτε αιτία, με εξαίρεση τις με ειδικές διατάξεις ρυθμιζόμενες περιπτώσεις (Εφ.Πειρ. 216/2021, Εφ.Πειρ. 109/2019, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), χωρίς να είναι αναγκαία, για την εν λόγω προστασία του ναυτικού που ασθένησε κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ εργασίας και ασθενείας, σε αντίθεση με τη θεμελίωση της αξίωσης που απορρέει από εργατικό ατύχημα (Εφ.Πειρ. 109/2019, Εφ.Πειρ. 151/2015, Εφ.Πειρ. 251/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, ασθένεια που εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια της εργασίας του ναυτικού στο πλοίο θεωρείται ως απότοκος της εργασίας του σε αυτό (Εφ.Πειρ. 216/2021, Εφ.Πειρ. 109/2019, Εφ.Πειρ. 229/2016, Εφ.Πειρ. 151/2015, Εφ.Πειρ. 619/2014, Εφ.Πειρ. 251/2013, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Η παραπάνω διάταξη κάνει λόγο για ναυτικό που ασθένησε και όχι για ασθενή ναυτικό γενικά. Η διατύπωση αυτή οδηγεί στην ερμηνεία ότι η διάταξη προστατεύει το ναυτικό που ασθένησε κατά τη διάρκεια της σύμβασης ναυτολόγησης. Τούτο σημαίνει ότι η προστασία καλύπτει τον πλου, το χρόνο ναυλοχίας του πλοίου, της φόρτωσης, εκφόρτωσης κ.λ.π. Η προστασία του άρθρου 66 δεν παρέχεται, εάν η ασθένεια δεν επηρεάζει την υπηρεσιακή του ικανότητα ή δεν επηρεάζεται από αίτια που ανάγονται στην υπηρεσία του ή δύναται να θεραπευθεί με φαρμακευτική αγωγή με παράλληλη εκτέλεσή της (Εφ.Πειρ. 216/2021, Εφ.Πειρ. 553/2015, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Ιωάννη Κοροτζή, Ναυτικό Δίκαιο, Τόμος πρώτος, έκδ. 2004, σ. 348 επ.).

VIΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, με την άνω αγωγή του ο ενάγων ζήτησε να του καταβληθεί το ποσό των 9.548,44 ευρώ για μισθούς ασθενείας τεσσάρων μηνών, ισχυριζόμενος ειδικότερα τα ακόλουθα: «…εξαιτίας του γεγονότος ότι ο πλοίαρχος δεν με απέστειλε σε γιατρό και με εξανάγκασε με φορτικότητα σε αποχώρηση από το πλοίο πριν από τον πραγματικό χρόνο λήξης της σύμβασής μου, είχα να κοιμηθώ από την αποχώρησή μου από το πλοίο και δεν έβγαινα από το ξενοδοχείο μου, επειδή όμως ένιωθα έντονα αισθήματα ανασφάλειας εξαιτίας των πιέσεων που μου ασκήθηκαν και της ξαφνικής ανεργίας στην οποία βρέθηκα, υπέφερα από έντονη ανησυχία, δυσφορία και φόβο και τα οποία, παρά το γεγονός ότι είχα αποχωρήσει από το πλοίο, δεν μπορούσα να διαχειριστώ. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28-8-2019 μετέβην στα εξωτερικά ιατρεία του Π.Γ.Ν. «……», όπου υποβλήθηκα σε λεπτομερή κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο, προκειμένου να διακριβωθεί ο λόγος για τον οποίο δεν μπορούσα να κοιμηθώ επί 72 και πλέον ώρες, μου συστήθηκε ψυχολογική και ψυχιατρική εκτίμηση και εν συνεχεία παρακολούθηση σε τακτική βάση. Τις επόμενες ημέρες επέστρεψα στο χωριό μου στο …… Ροδόπης όπου έκτοτε παρακολουθούμαι τακτικά στα εξωτερικά ιατρεία της Ψυχιατρικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Κομοτηνής λόγω γενικευμένης αγχώδους διαταραχής με κρίσεις πανικού και μη οργανικής διαταραχής του προγράμματος ύπνου – εγρήγορσης, τα οποία μου προκαλούν ακαθόριστη ανησυχία, νευρικότητα και αδυναμία χαλάρωσης. Σήμερα, μετά την πάροδο χρονικού διαστήματος τεσσάρων μηνών από την απόλυσή μου και τον τρόπο που αυτή έλαβε χώρα και παρά την υποβολή μου σε συνεχή ψυχιατρική θεραπεία και φαρμακευτική αγωγή, η υγεία μου δεν έχει αποκατασταθεί. Συνεχίζω να υποφέρω από τα ίδια αισθήματα που είχα αμέσως μετά την παλιννόστησή μου και την αναίτια απόλυσή μου. Νιώθω ευάλωτος και αυτή η συναισθηματική ανασφάλεια εξαιτίας των πιέσεων που μου ασκήθηκαν και της ξαφνικής ανεργίας στην οποία βρέθηκα, με έχει κάνει ιδιαίτερα ευερέθιστο και νευρικό, ενώ μου δημιουργεί περαιτέρω αισθήματα απελπισίας και δυσθυμίας. Η αδυναμία συγκέντρωσης της προσοχής μου και της συγκρότησης των σκέψεών μου είναι εμφανής. Ο ύπνος μου είναι ανήσυχος και δύσκολα επανέρχεται. Υποφέρω από συνεχείς και έντονες κεφαλαλγίες και νιώθω γενική κατάπτωση και αδυναμία. Πάντα τα ανωτέρω προκαλούν σοβαρή έκπτωση στην εν γένει λειτουργικότητά μου και διαταράσσουν παντελώς την ψυχική μου λειτουργία και ισορροπία και σύμφωνα με το άρθρο 66 Κ.Ι.Ν.Δ. σε συνδυασμό με το άρθρο 14 της προμνησθείσας ΣΣΝΕ, δικαιούμαι να λάβω τους μισθούς ασθενείας 4 μηνών από την απόλυσή μου, ήτοι από την 24-8-2019 έως την 24-12-2019, χρονικό διάστημα κατά το οποίο διήρκεσε κατ’ ελάχιστο η νοσηλεία και η ανικανότητά μου προς εργασία». Με αυτά όμως που εκθέτει στην αγωγή του, o ενάγων δεν μπορεί να θεμελιώσει το αίτημά του για μισθούς ασθενείας, αφού προς τούτο απαιτείται η ύπαρξη ασθένειας που εμφανίστηκε, παροξύνθηκε ή υποτροπίασε κατά τη διάρκεια της σύμβασης ναυτολόγησης, απαιτείται ειδικότερα ναυτικός ασθενήσας κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης. Ο ενάγων όμως δεν εκθέτει με σαφήνεια τα αναγκαία κατά τα άρθρο 66 Κ.Ι.Ν.Δ. περιστατικά, καθώς αναφέρει μόνο τη διαπίστωση περιστατικών διατάραξης της ψυχικής του υγείας μετά την απόλυσή του, χωρίς να διευκρινίζει εάν η επικαλούμενη ασθένειά του προϋπήρχε της ναυτολόγησής του ή γεννήθηκε, εμφανίστηκε ή υποτροπίασε στη διάρκειά της και εάν, εξαιτίας της ασθένειας αυτής, επηρεάστηκε η υπηρεσιακή του ικανότητα και γι’ αυτό λύθηκε η σύμβαση ναυτικής  εργασίας του, οπότε και μόνο τότε δικαιούται να ζητήσει την καταβολή μισθών ασθενείας. Επομένως το σχετικό αίτημα της αγωγής είναι απορριπτέο ως αόριστο και όχι ως ουσία αβάσιμο, καθώς αυτά που εκτίθενται στην αγωγή δεν είναι επαρκή για να θεμελιώσουν το, τυχόν, κατά το άρθρο 66 Κ.Ι.Ν.Δ, δικαίωμα του ενάγοντος να ζητήσει μισθούς ασθενείας. Συνεπώς, εσφαλμένα ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας το νόμο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι το άνω αίτημα είναι ορισμένο, πριν το απορρίψει στη συνέχεια ως αβάσιμο κατ’ ουσία και πρέπει, στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της Α’ έφεσης και ενόψει του ότι με τον τέταρτο λόγο της, κατά το σχετικό μέρος του, ο ενάγων παραπονείται για την απόρριψη από την εκκαλουμένη ως αβάσιμου κατ’ ουσία του αιτήματος αυτού (Α.Π. 356/2013, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Μιχ. Μαργαρίτη / Άντα Μαργαρίτη, Ερμ.Κ.Πολ.Δ, 2018, υπ’ άρθρο 522, αριθ. 6, σ. 820), να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη κατά τη σχετική της διάταξη, μη επιτρεπομένης της αντικατάστασης της αιτιολογίας, αφού η απόρριψη του άνω αιτήματος ως αόριστου οδηγεί σε διάφορο κατ’ αποτέλεσμα διατακτικό (Α.Π. 463/2007, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μιχ. Μαργαρίτη / Άντα Μαργαρίτη, ό.α, υπ’ άρθρο 522, αριθ. 8, σ. 820), να κρατηθεί, κατ’ άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, η ένδικη αγωγή [η οποία αρμόδια (άρθρα 16, 25 παρ. 2, 33, 35, 37 Κ.Πολ.Δ, 51 παρ. 3Α’ Ν. 2172/1993) και παραδεκτά εισήχθη ενώπιον του Δικαστηρίου τούτο κατά τη διαδικασία των άρθρων 614 αριθ. 3 Κ.Πολ.Δ, σε συνδ. με άρθρο 82 Κ.Ι.Ν.Δ.), ενόψει και του ότι για το καταψηφιστικό της αίτημα δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου (καθόσον για το αίτημα που στηρίζεται στο Ν. 551/1915 δεν απαιτείται η καταβολή τέτοιου ενσήμου, το δε απομένον καταψηφιστικό  αίτημα δεν υπερβαίνει την καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου (άρθρο 71 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 2 Ν. 3994/2011)] και να απορριφθεί αυτή ως αόριστη ως προς το άνω αίτημα για μισθούς ασθενείας, σύμφωνα με τα άρθρα 522, 524, 525, 526, 536 και 591 Κ.Πολ.Δ.

VΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος 3, 189, 192, 193, 361, 648, 651- 653 και 679 του Α.Κ.  και 53 του Κ.Ι.Ν.Δ. συνάγεται ότι και στο πεδίο της ναυτικής εργασίας ισχύει η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης και της ελευθερίας των συναλλαγών στο μέτρο που δεν περιορίζεται από κανόνες δημόσιας τάξης. Βάσει της αρχής αυτής γίνεται δεκτό ότι ο ναυτικός μπορεί με τη σύμβαση ναυτολόγησής του να αναλάβει έγκυρα την παράλληλη εκτέλεση περισσότερων καθηκόντων επί του πλοίου μέσα στο νόμιμα χρονικά όρια, όπως γίνεται συνήθως κατά την αναπλήρωση ελλείποντος μέλους του πληρώματος. Στην περίπτωση αυτή ο ναυτικός, άσχετα με το χρόνο της ημερήσιας απασχόλησής του για κάθε αυτοτελή και διαφορετική υπηρεσία, δικαιούται να λάβει όλες τις αποδοχές των ειδικοτήτων – υπηρεσιών που προσέφερε, εφόσον με την εργασία που προσέφερε εξαντλείται το περιεχόμενο τους (Εφ.Πειρ. 666/2020, Εφ.Πειρ. 109/2019, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 97/2008, Εφ.Πειρ. 480/2007, Εφ.Πειρ. 187/2005, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Πέραν αυτών, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 349, 374, 648, 653, 656 του Α.Κ. και 53 και 60 του Κ.Ι.Ν.Δ, για να γεννηθεί η παραπάνω αξίωση του ναυτικού, αρκεί ο τελευταίος να βρίσκεται σε απλή ετοιμότητα προς εργασία, έχοντας στη διάθεση του πλοιάρχου όλες τις υπηρεσίες που κατόπιν συμφωνίας ανέλαβε να εκτελέσει, αδιάφορα αν αυτές δεν χρησιμοποιήθηκαν για λόγους που αφορούν τον εργοδότη και δεν οφείλονται σε λόγους ανωτέρας βίας ή σε πταίσμα του εργαζομένου (Εφ.Πειρ. 420/2021, Εφ.Πειρ. 62/2019, Εφ.Πειρ. 629/2018, Εφ.Πειρ. 458/2018, www.efeteio-peir.gr, Εφ.Πειρ. 109/2019, Εφ.Πειρ. 231/2013, Εφ.Πειρ. 480/2007, Εφ.Πειρ. 747/2005, Εφ.Πειρ. 712/2004, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Αν όμως η απασχόληση του ναυτικού είναι μειωμένη σε κάποια από τις παραπάνω εργασίες, τότε επιτρέπεται να γίνει ανάλογη ελάττωση του αντίστοιχου μισθού μόνο αν η μειωμένη απασχόληση οφείλεται σε ανώτερη βία ή σε ρητή ή σιωπηρή συμφωνία η οποία έχει διαλάβει τη λεγόμενη ρήτρα υποαπασχολήσεως, που επιτρέπει αντίστοιχη μείωση της αντιπαροχής του εργοδότη (Α.Π. 326/2017, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1007/2000, Ε.Ν.Δ. 29, 40, Α.Π. 33/1992, Ε.Ν.Δ. 1993, 239, Α.Π. 178/1981, Νο.Β. 29, 1387, Εφ.Πειρ. 420/2021, ό.α, Εφ.Πειρ. 62/2019, ό.α, Εφ.Πειρ. 629/2018, ό.α, Εφ.Πειρ. 109/2019, Εφ.Πειρ. 255/2018, www.efeteio-peir.gr). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, 3, 189, 192, 193,361,648, 651 έως 653 και 659 του Α.Κ, 53 του Κ.Ι.Ν.Δ. συνάγεται ότι η αρχή της αυτονομίας της ιδιωτικής βουλήσεως, στο μέτρο που δεν περιορίζεται από κανόνες δημοσίας τάξεως, ισχύει και στο πεδίο της ναυτικής εργασίας, γι’ αυτό και μπορεί με τη σύμβαση ναυτολόγησης ή κατόπιν νεότερης και τροποποιητικής εκείνης συμφωνίας με τον Πλοίαρχο, να συνομολογηθεί έγκυρα ότι ο ναυτικός θα παρέχει μέσα στα νόμιμα χρονικά όρια περισσότερες από μία αυτοτελείς εργασίες στο πλοίο, είτε εν όλω είτε μερικώς. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο ναυτικός δικαιούται σε απόληψη του αθροίσματος των αποδοχών των εργασιών που συμφωνήθηκε να παρέχει, εφόσον εξαντλεί το περιεχόμενο των υπηρεσιών, άλλως δικαιούται ανάλογο ποσοστό αμοιβής, προς το τμήμα εργασίας που εκτέλεσε. Η αξίωση του ναυτικού να λάβει την αντίστοιχη με την πρόσθετη απασχόληση αμοιβή απορρέει από τη σχετική ενοχική δέσμευση, με βάση την οποία παρέχονται οι υπηρεσίες που του ανατέθηκαν (άρθρο 361 Α.Κ.) και όχι από τις διατάξεις δημοσίου δικαίου που αφορούν τη σύνθεση του πληρώματος του πλοίου και την αναπλήρωση των μελών που ελλείπουν και επομένως σε περίπτωση εκτελέσεως, κατά συμφωνία, καθηκόντων κάποιας ειδικότητας η ύπαρξη ή μη οργανικής θέσεως στη σύνθεση του πληρώματος του πλοίου δεν ασκεί καμιά επιρροή στο κύρος της συμβάσεως, πολύ περισσότερο αφού και ο υπεράριθμος κατά τη νόμιμη σύνθεση ναυτικός δικαιούται να λάβει το μισθό της ειδικότητας τα καθήκοντα της οποίας εκτελεί (Α.Π. 520/2008, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 1007/2000, Ε.Ν.Δ. 29, 40, Α.Π. 840/1997, Ε.Ν.Δ. 25, 433, Α.Π. 33/1992, Ε.Ν.Δ. 21, 239, Α.Π. 178/1981, Νο.Β. 29, 1387, Εφ.Πειρ.  666/2020, Εφ.Πειρ. 255/2018, www.efeteio.peir.gr).

IΧ.   Κατά το άρθρο 72 Κ.Ι.Ν.Δ. «η σύμβαση ναυτολογήσεως δύναται κατά πάντα χρόνο να λυθεί δια καταγγελίας υπό του πλοιάρχου, μη υποχρεωμένου όπως τηρήσει προθεσμία καταγγελίας. Κατά το άρθρο 75 παρ. 3 του Κ.Ι.Ν.Δ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 78 του Α.Ν. 373/1968 «εις περίπτωσιν καταγγελίας της συμβάσεως κατά το άρθρο 72 ο ναυτικός δικαιούται εις αποζημίωσιν, εκτός εάν η καταγγελία δικαιολογήται εκ παραπτώματος αυτού». Κατά δε το άρθρο 76 Κ.Ι.Ν.Δ, «η κατά τας διατάξεις του προηγουμένου άρθρου αποζημίωσις συνίσταται εις ποσόν ίσον προς τον μισθόν δέκα πέντε ημερών. Εάν η λύσις της συμβάσεως ναυτολογήσεως εγένετο εν τη αλλοδαπή, η αποζημίωσις διπλασιάζεται προκειμένου μεν περί λιμένος της Μεσογείου, του Ευξείνου Πόντου, της Ερυθράς Θαλάσσης και της Ευρώπης, τριπλασιάζεται δε περί οιουδήποτε άλλου λιμένος». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, που δεν διακρίνουν μεταξύ σύμβασης αορίστου ή ορισμένου χρόνου, προκύπτει ότι έχουν εφαρμογή και όταν η σύμβαση ναυτολόγησης είναι ορισμένου χρόνου (Εφ.Πειρ. 187/2005, ό.α.).

Χ. Τέλος, σύμφωνα με τα άρθρα 102, 103, 104 και 108 του Β.Δ. 806 της 30.11/16.12.1970 «Περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού «περί  εργασίας επί των ελληνικών φορτηγών πλοίων ολικής χωρητικότητος 800 κόρων και άνω» (Α’ 275) Άρθρο 102 Θαλαμηπόλος Καθήκοντα εν γένει: 1. Ο θαλαμηπόλος είναι υπόλογος διά την υπηρεσίαν διαμερισμάτων υπαξιωματικός και τελεί υπό τας εντολάς και τον έλεγχον του υποπλοιάρχου κατά τα εν άρθρω 30 του παρόντος Κανονισμού οριζόμενα. 2. Εν ελλείψει τροφοδότου ασκεί και τα καθήκοντα αυτού. Άρθρον 103. Ειδικά καθήκοντα. Ειδικώτερον ο θαλαμηπόλος οφείλει: α) Να εκτελή τον καθαρισμόν εν γένει (σάρωσιν, πλύσιν, στίλβωσιν μεταλλικών επιφανειών κ.λ.π.) και να εξασφαλίζη την διευθέτησιν και καλήν συντήρησιν των διαμερισμάτων του πλοιάρχου και των εν αυτοίς επίπλων και σκευών, τηρών και το οικείον βιβλίον απογραφής των. β) Να διαφυλάττη τα είδη ιματισμού του πλοίου και να μεριμνά διά την συγκέντρωσιν τούτων προς πλύσιν ευθυνόμενος διά την κατά τα εκάστοτε ισχύοντα περιοδικήν εναλλαγήν των. γ) Να μεριμνά όπως εντός των ψυγείων αιθουσών εστιάσεως αξιωματικών και κατωτέρου πληρώματος υπάρχουν επαρκεί ποσότητες εδεσμάτων και αναψυκτικών προοριζομένων διά τους εκτελούντες νυκτερινάς φυλακάς. δ) Να καταβάλη ιδιαιτέραν μέριμναν διά την περιποίησιν και πρόθυμον εξυπηρέτησιν του πλοιάρχου και των τυχόν συνεστιαζομένων ή φιλοξενουμένων παρ’ αυτού προσώπων, ως και των αξιωματικών του πλοίου κατά τα γεύματα αυτών εν τη αιθούση εστιάσεως ή αλλαχού εν τω πλοίω εν περιπτώσει ασθενείας ή ανωτέρας βίας. ε) Να έχη πάντοτε ιδιαιτέρως καθαρόν και ευπρεπή εμφάνισιν και να συμπεριφέρεται ευγενώς προς πάντας.  στ) Να καθοδηγή και να παρακολουθή του βοηθούς του διά την καλήν εκτέλεσιν των καθηκόντων του. ζ) Να εκτελή τον καθαρισμόν και διευθέτησιν του κοιτωνίσκου του. Άρθρο 104 (Βοηθός θαλαμηπόλου). Καθήκοντα εν γένει. 1. Ο βοηθός θαλαμηπόλου υποχρεούται: α) Να περιποιήται και εξυπηρετή τους αξιωματικούς του πλοίου κατά τα γεύματα αυτών. β) Να εκτελή τον καθαρισμόν εν γένει και την διευθέτησιν  των διαμερισμάτων και κοινόχρηστων χώρων των αξιωματικών του πλοίου. γ) Να εκτελή την πλύσιν και τον καθαρισμόν των εν τη αιθούση εστιάσεως αξιωματικών χρησιμοποιουμένων επιτραπεζίων εν γένει σκευών και να διαφυλάττη ταύτα επιμελώς εντός καθαρών ερμαρίων και ενθεμίων. δ) Να εκτελή τον καθαρισμόν του κοιτωνίσκου του και των χωρών  υγιεινής αυτού. ε) Να επιμελήται ιδιαιτέρως του ατομικού του καθαρισμού και της ευπρεπώς του εμφανίσεως και να συμπεριφέρεται πάντοτε ευγενώς προς πάντας. στ) Να βοηθή τον τυχόν υπάρχοντα τροφοδότη και τον θαλαμηπόλον εις την εκπλήρωσιν των κατά τα άρθρα 100 και 103 καθηκόντων του. 2. Εφ’ όσον υπηρετούν επί του πλοίου περισσότεροι βοηθοί θαλαμηπόλου, τα κατά την προηγουμένην παράγραφον καθήκοντα κατανέμονται μεταξύ τούτων υπό του  υποπλοιάρχου, εις ένα δε εξ αυτών ανατίθεται επί πλέον η εξυπηρέτησις του κατωτέρου πληρώματος και ειδικώτερον: α) Η κατά τα γεύματα περιποίησις αυτού, β) Ο καθαρισμός εν γένει της αιθούσης εστιάσεως τούτου και η διεύθυνσις και διαφύλαξις των εν αυτή χρησιμοποιουμένων σκευών και επίπλων. 3. Επί πλοίων, των οποίων η σύνθεσις δεν προβλέπει βοηθόν θαλαμηπόλου, τα καθήκοντα τούτου εκτελούνται υπό του θαλαμηπόλου. Άρθρον 108. (Βοηθός Μαγείρου) Καθήκοντα εν γένει. 1. Ο Βοηθός Μαγείρου εκτελεί τας ακολούθους εργασίας: α) Σάρωσιν, πλύσιν και καθαρισμόν εν γένει των διαμερισμάτων του  μαγειρείου. β) Πλύσιν και καθαρισμόν των μαγειρικών σκευών και εργαλείων και διευθέτησιν αυτών εις τας σκευοθήκας και ενθέμια. γ) Μεταφοράν τροφίμων εκ των τροφοαποθηκών και ψυγείων εις το μαγειρείον. δ) Καθαρισμόν και προετοιμασίαν των προοριζομένων διά την παρασκευήν των εδεσμάτων τροφίμων. ε) Οιανδήποτε άλλην συναφή εργασίαν μαγειρείου. στ) καθαρισμόν του κοιτωνίσκου και των χωρών υγιεινής αυτού. 2. Επί των πλοίων των οποίων η σύνθεσις πληρώματος δεν προβλέπει βοηθόν μαγείρου, τα ως άνω καθήκοντα τούτου εκτελούνται υπό του  μαγείρου.

ΧΙ. Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος που εξετάστηκε με επιμέλεια της εναγόμενης και περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την υπ’ αριθ. ……../29-10-2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Ξάνθης . ………. και τις υπ’ αριθ. ………../30-10-2020 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ……….., οι οποίες λήφθηκαν με επιμέλεια της εναγόμενης, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήσης του ενάγοντος, κατ’ άρθρο 422 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 (βλ. σχετ. την υπ’ αριθ. …./23-10-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά …………), οι οποίες εκτιμώνται από το Δικαστήριο κατά το μέτρο της αξιοπιστίας και το βαθμό της γνώσης του κάθε μάρτυρα, από τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, ανεξάρτητα αν αυτά πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ.1 και 591 παρ.1 Κ.Πολ.Δ.), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς, όμως, να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (Α.Π. 139/2009, Α.Π. 1628/2003, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ.), αποδεικνύονται τα ακόλουθα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Με σύμβαση ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου (7 μηνών) που καταρτίστηκε στον Πειραιά στις 19-12-2018 μεταξύ του ενάγοντος και της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, ενεργούσας ως αντικλήτου και αντιπροσώπου της αλλοδαπής πρώτης εναγόμενης εταιρίας, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία Φ/Γ πλοίου με την επωνυμία «FN», με αριθμό νηολογίου Πειραιά ….., αριθμό ΙΜΟ ……, κ.ο.χ. 44.668, κ.κ.χ. 27.138, DW 88.000 τόνων, ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε την επομένη ημέρα (20-12-2018) στο άνω πλοίο, με την ειδικότητα του βοηθού θαλαμηπόλου. Οι όροι της σύμβασης εργασίας του και οι αποδοχές του συμφωνήθηκε ότι θα διέπονταν από τη ΣΣΕ Πληρωμάτων Φορτηγών Πλοίων από 4500 τόνους DW και άνω, έτους 2010, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3525.1.2./01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β’ 123/9-2-2011). Με την άνω ειδικότητα ο ενάγων εργάστηκε στο άνω πλοίο μέχρι την 23-8-2019, οπότε υπέβαλε στον πλοίαρχο τη με ίδια ημερομηνία έγγραφη παραίτηση λόγω λήξης της σύμβασής του, ενώ το πλοίο βρισκόταν στο λιμένα Rio Grande της Βραζιλίας, όπου είχε καταπλεύσει την προηγούμενη ημέρα. Το πλοίο αυτό, καθ’ όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του ενάγοντος εκτελούσε ταξίδια ενός μηνός περίπου από λιμένες της Νότιας Αμερικής προς λιμένες της Άπω Ανατολής, με ολιγοήμερη παραμονή στα λιμάνια φόρτωσης και εκφόρτωσης. Την 9-7-2019 κατέπλευσε στο λιμένα Port Klang της Μαλαισίας για να εκφορτώσει μέρος του φορτίου του και απέπλευσε την 15-7-2019 για το δεύτερο λιμένα εκφόρτωσης Butterworth της Μαλαισίας, με προβλεπόμενη πλεύριση την 15-7-2019 και αναχώρηση την 18-7-2019. Στο λιμένα Port Klang έλαβε χώρα αλλαγή πληρώματος και συγκεκριμένα την 10-7-2019 απολύθηκαν και επαναπατρίστηκαν 6 μέλη του πληρώματος και την 12-6-7-2019 έτερα δυο μέλη. Καθότι ο ενάγων συμπλήρωνε επτάμηνο στις 20-7-2019, ενημερώθηκε από τον πλοίαρχο ότι, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη σύμβασή του, θα απολύονταν λόγω λήξης αυτής και θα επαναπατρίζονταν από το επόμενο λιμάνι (Rio Grande της Βραζιλίας), μαζί με το Β’ Μηχανικό και το Δόκιμο. Τελικά, το πλοίο απέπλευσε από το Butterworth την 21-7-2019 λόγω βλάβης του γερανού εκφόρτωσης και κατέπλευσε την 22-8-2019 στο λιμένα Rio Grande Βραζιλίας, όπου και έληξε η σύμβαση ναυτολόγησης του ενάγοντος, η οποία είχε παραταθεί, κατ’ άρθρο 70 Κ.Ι.Ν.Δ, μέχρι τον κατάπλου του πλοίου στο λιμένα αυτό. Ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του ότι, με τη λήξη της σύμβασης εργασίας του στις 19-7-2019 και καθ’ ον χρόνο το πλοίο βρισκόταν στο λιμένα Port Klang της Μαλαισίας, αποδέχθηκε πρόταση του πλοιάρχου να παραμείνει στο πλοίο και μετά τη λήξη του επταμήνου για ένα ακόμα ταξίδι μετ’ επιστροφής, διάρκειας περίπου δυο μηνών, ότι στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής προέβη στην προαναφερθείσα από 23-10-2019 έγγραφη παραίτησή του, προκειμένου να προγραμματιστεί η αποστολή αντικαταστάτη του στην Κίνα και ότι, συνακόλουθα, η αποναυτολόγησή του στο λιμένα Rio Grande συνιστά στην πραγματικότητα καταγγελία της σύμβασής του από τον πλοίαρχο άνευ παραπτώματός του, για την οποία ο ίδιος δικαιούται αποζημίωση απόλυσης σύμφωνα με τα άρθρα 72, 75 και 76 Κ.Ι.ΝΔ. και την άνω ΣΣΝΕ. Ο ισχυρισμός του όμως αυτός, που αμφισβητείται από τις εναγόμενες,  αποδεικνύεται αβάσιμος, αφού ο ενάγων δεν προσκόμισε προς απόδειξή του κάποιο κρίσιμο αποδεικτικό στοιχείο (μάρτυρα, έγγραφο, κ.λ.π.), ενώ αναιρείται από την κατάθεση του μάρτυρος των εναγομένων ………… (πλοιάρχου του πλοίου), ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα σε όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησής του και κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι ο ενάγων παρέμεινε στο πλοίο πέραν του επταμήνου και μέχρι την αποναυτολόγησή του στο λιμένα Rio Grande Βραζιλίας, διότι στο λιμάνι P. Klang στις 12-7-2019 (οπότε απολύθηκαν και επαναπατρίστηκαν μέλη του πληρώματος) δεν είχε συμπληρωθεί η συνομολογημένη διάρκεια επτά μηνών της σύμβασής του και γι’ αυτό ενημερώθηκε ότι θα απολύονταν και θα επαναπατρίζονταν από το επόμενο λιμάνι (Rio Grande της Βραζιλίας), μαζί με το Β’ Μηχανικό και το Δόκιμο. Επομένως, το άνω κονδύλι για αποζημίωση απόλυσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο κατ’ ουσία. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση, κατέληξε στην ίδια κρίση και απέρριψε το άνω κονδύλι ως αβάσιμο κατ’ ουσία, έστω με πιο συνοπτική αιτιολογία, που συμπληρώνεται με αυτήν της παρούσας (άρθρο 535 Κ.Πολ.Δ.), δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και ο τρίτος λόγος της Α’ έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Περαιτέρω, ο ενάγων ισχυρίζεται με την αγωγή του, ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, κατόπιν εντολής του πλοιάρχου, εκτελούσε παράλληλα και μέσα στο ωράριό του, με επίταση των προσπαθειών του και όλα τα καθήκοντα θαλαμηπόλου και βοηθού μαγείρου που προβλέπονταν από τον Κανονισμό Εργασίας επί φορτηγών πλοίων. Όμως ο ενάγων δεν προσκόμισε προς απόδειξη  του ισχυρισμού του αυτού κάποιο κρίσιμο αποδεικτικό στοιχείο, παρότι είχε το βάρος απόδειξής του, πέραν του ότι οι άνω επικαλούμενες ειδικότητες (θαλαμηπόλου και βοηθού μαγείρου) δεν προβλέπονταν στην οργανική σύνθεση του άνω πλοίου [που προέβλεπε μόνο ένα βοηθό θαλαμηπόλου και ένα μάγειρα, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. 3113/1.3382/2011/20-3-2012 εγκριτική πράξη της οργανικής σύνθεσης του πλοίου (ΦΕΚ 3037Β/15-11-2012), η οποία, ως ειδικότερη ρύθμιση σχετικά με την οργανική σύνθεση του άνω πλοίου, κατισχύει του Π.Δ. 238/1987 «περί οργανικής σύνθεσης πληρωμάτων φορτηγών πλοίων άνω των 3000 κόρων»] και ο μικρός αριθμός των μελών του πληρώματος του πλοίου (18 άτομα) και η άνω φύση και διάρκεια των ταξιδιών του, περιόριζαν τις ανάγκες του για προσωπικό ενδιαίτησης και μαγειρείου. Ωστόσο, για την εκτέλεση εργασιών που ανάγονταν στην ειδικότητα του θαλαμηπόλου, οι εναγόμενες είχαν αναθέσει καθήκοντα στο ναυτικό που απασχολούνταν με την ειδικότητα του μάγειρα, με την πρόβλεψη πρόσθετης σταθερής μηνιαίας αμοιβής του, ως είναι σύνηθες σε παρόμοια πλοία των οποίων η οργανική σύνθεση δεν προβλέπει ειδικότητα θαλαμηπόλου. Τούτο κατέθεσαν μετά λόγου γνώσης οι μάρτυρες της εναγόμενης ….. …. (μάγειρας του πλοίου, ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα τον τελευταίο μήνα της ναυτολόγησής του), …………. (πλοίαρχος του πλοίου, ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα καθ’ όλη τη διάρκεια της ναυτολόγησής του) και ………….. (Γενικός Διευθυντής στο Τμήμα Operation αυτής, ο οποίος εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου), χωρίς οι καταθέσεις αυτές να αναιρούνται από αντίθετο αποδεικτικό στοιχείο. Από τις άνω καταθέσεις αποδεικνύεται ακόμη ότι ο ενάγων εκτελούσε εργασίες που ανάγονταν αποκλειστικά στην ειδικότητά του ως βοηθού θαλαμηπόλου, σύμφωνα με τα άνω προβλεπόμενα στο άρθρο 104 του Β.Δ. 806/1970 και συγκεκριμένα ήταν επιφορτισμένος με την εξυπηρέτηση του πλοιάρχου και των άλλων αξιωματικών κατά το σερβίρισμα των γευμάτων τους στην τραπεζαρία, τον καθαρισμό και τη διευθέτηση των κοιτώνων (του πλοιάρχου και του Α’ Μηχανικού καθημερινά και των λοιπών αξιωματικών άπαξ την εβδομάδα, οπότε και άλλαζε τα κλινοσκεπάσματα και τις πετσέτες σε όσους δεν τα άλλαζαν από μόνοι τους), την προετοιμασία καφέ στα διαλείμματα της ημέρας (10:00 και 15:00), το πλύσιμο των κλινοσκεπασμάτων (σεντόνια), για το οποίο λάμβανε έξτρα αμοιβή σύμφωνα με την ατομική του σύμβαση, με γενικούς καθαρισμούς και με τη συνδρομή του μάγειρα στα ανατεθειμένα στον τελευταίο καθήκοντα θαλαμηπόλου, ήτοι εκτελούσε εργασίες συνήθεις για βοηθό θαλαμηπόλου σε παρόμοια πλοία. Η άνω κρίση του Δικαστηρίου ενισχύεται από την κατάθεση του μάρτυρα της εναγόμενης …………. (βοηθού θαλαμηπόλου, ο οποίος υπηρέτησε μετά τον ενάγοντα στο άνω πλοίο και συγκεκριμένα από 24-8-2019 έως 21-8-2020), ο οποίος κατέθεσε, αναφερόμενος σε εργασίες που εκτελούσε εκείνος στο άνω πλοίο, ότι αυτές αφορούσαν μόνο καθήκοντα βοηθού θαλαμηπόλου, όπως και σε παρόμοια πλοία που είχε εργασθεί με την ίδια ειδικότητα. Εξάλλου, εφόσον είχαν ρητά ανατεθεί καθήκοντα θαλαμηπόλου στο μάγειρα του πλοίου, ο οποίος πληρωνόταν έξτρα γι’ αυτά με βάση τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του, είναι ευνόητο ότι δεν υπήρχε ανάγκη να ανατεθούν και στον ενάγοντα τα ίδια καθήκοντα. Επίσης, δεν αποδείχθηκε ότι είχαν ανατεθεί στον ενάγοντα και ότι αυτός εκτελούσε για την κάλυψη τακτικών αναγκών του πλοίου, πέραν των άνω καθηκόντων του ως βοηθού θαλαμηπόλου, και αυτά της ειδικότητας του βοηθού μαγείρου. Τούτο κατέθεσαν κατηγορηματικά, επικαλούμενοι ιδία γνώση, ο μάγειρας του πλοίου ………. και ο πλοίαρχος αυτού …………., αναφέροντας χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, ο μεν πρώτος «…ότι ουδέποτε έδωσε εντολή στον ενάγοντα για άσκηση εργασιών που περιλαμβάνουν καθήκοντα βοηθού μάγειρα, ότι ο ενάγων δεν συμμετείχε στην παρασκευή των φαγητών, τα οποία ετοίμαζε ο ίδιος (μάγειρας), ούτε ποτέ ασχολήθηκε με τη διαχείριση, έλεγχο, συντήρηση και υγιεινή των τροφίμων, που την είχε ο ίδιος (μάγειρας), ο οποίος είχε αναλάβει αποκλειστικά το πλύσιμο της κουζίνας, ψυγείων, σκευών κουζίνας, ρεσπέτζας (μικρού βοηθητικού χώρου, συνεχόμενου του μαγειρείου, με μερικά σκεύη καθημερινής χρήσης, όπως τηγάνι, μπρίκι, ψυγείο και φουρνάκι με μάτι για χρήση από τις βάρδιες), ότι τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες ο ενάγων έκανε μόνο σερβίρισμα στην τραπεζαρία αξιωματικών, περίπου 7-8 άτομα και τοποθετούσε τα πιάτα και τα ποτήρια στο πλυντήριο, ότι το μενού και οι ποσότητες των τροφίμων ήταν δική του ευθύνη (μάγειρα) και τα τακτοποιούσε κάθε ημέρα, οπότε δεν υπήρχε λόγος ο ενάγων να μπαίνει στα ψυγεία και ότι έξω από το μεγάλο ψυγείο υπήρχαν κρεμασμένα και διαθέσιμα ισχυροψύχεια (προστατευτικός ιματισμός)», ο δε δεύτερος «…ότι ο ενάγων εκτελούσε καθήκοντα βοηθού θαλαμηπόλου και δεν ασχολούνταν με το μαγείρεμα και την παρασκευή των γευμάτων, τα οποία ετοίμαζε ο μάγειρας, ότι δεν του είχαν ανατεθεί ποτέ χρέη βοηθού μαγείρου, ούτε η οργανική σύνθεση του πλοίου προέβλεπε τέτοια θέση, ότι ο ίδιος δεν είχε λόγο να του αναθέσει καθήκοντα βοηθού μαγείρου, καθότι ο κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας προβλέπει ρητά ότι για τα πλοία στα οποία η σύνθεσή τους δεν προβλέπει βοηθό μαγείρου, τα καθήκοντά του εκτελούνται από το μάγειρα, ότι ένα πλήρωμα 17-18 ατόμων εξυπηρετείται εύκολα, καθώς απαιτείται κρέας 3-4 κιλά, όσπρια 1 κιλό, κλπ, ότι η διαχείριση της τροφοδοσίας, ήτοι η προετοιμασία των παραγγελιών ώστε το πλοίο να είναι εφοδιασμένο με επαρκή και καλής ποιότητας τρόφιμα ανάλογα με το ταξίδι του, οι διατυπώσεις με τον τροφοδότη προμηθευτή, το ζύγισμα και ο έλεγχος των παραληφθέντων τροφίμων και υλικών, η ποιότητα και η προετοιμασία του εβδομαδιαίου μενού σύμφωνα με το εδεσματολόγιο και την πολιτική της εταιρίας, η υγιεινή και η συντήρηση των τροφίμων, οι απογραφές και οι παραγγελίες εκτελούνταν από το μάγειρα, ο οποίος του τις έφερνε και ο ίδιος (πλοίαρχος) τις προωθούσε στο γραφείο, ότι η προετοιμασία και το μαγείρεμα των γευμάτων εκτελούνταν από το μάγειρα, όπως και η προετοιμασία ολίγων πιάτων με ζαμπόν, τυρί, γάλα, γιαούρτι κλπ για τις βραδινές βάρδιες και ο ενάγων απλά τα τοποθετούσε στα ψυγεία των τραπεζαριών». Οι καταθέσεις των μαρτύρων αυτών δεν αναιρούνται από κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ενώ ενισχύονται από  τις καταθέσεις των λοιπών μαρτύρων των εναγόμενων ……… (ο οποίος κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι στα καθήκοντα του ενάγοντος δεν ήταν, ούτε ποτέ διατάχθηκε, να φτιάχνει το πρωινό γεύμα των αξιωματικών, να βοηθάει το μάγειρα με το μεσημεριανό γεύμα, να ετοιμάζει τρόφιμα στο ψυγείο της ρεσπέτζας για βραδινές φυλακές ή να βοηθάει στην ετοιμασία των γευμάτων της επόμενης ημέρας) και ……… (ο οποίος κατέθεσε, μεταξύ άλλων, ότι τα καθήκοντα μαγείρου τα κάνει ο ίδιος και μέσα στη σύμβασή του γράφουμε .. χωρίς βοηθό, διότι δεν προβλέπεται βοηθός μαγείρου, το γράφουμε και στη σύμβασή του μέσα και το προβλέπει και ο κώδικας ότι, όταν δεν υπάρχει βοηθός μαγείρου, καθήκοντα βοηθού μαγείρου εκτελούνται από τον ίδιο το μάγειρα και το γράφει και στη σύμβασή του μέσα για να είναι ξεκάθαρα, όσο και από τον κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας του πλοίου, που ορίζει ότι σε πλοία στα οποία η σύνθεσή τους δεν προβλέπει βοηθό μαγείρου, τα καθήκοντα του τελευταίου εκτελούνται από το μάγειρα. Εξάλλου, δεν αποδεικνύεται ανάγκη εκτέλεσης εργασιών της ειδικότητας του βοηθού μαγείρου κατά την άνω περίοδο ναυτολόγησης του ενάγοντος εκ του ότι την ίδια περίοδο χρειάστηκε να εκτελεστούν εργασίες της ειδικότητας του θαλαμηπόλου, αφού πρόκειται για ειδικότητες με διαφορετικό αντικείμενο. Πέραν τούτου, εάν πράγματι υπήρχε στο πλοίο ανάγκη κάλυψης εργασιών βοηθού μαγείρου, οι εναγόμενες θα ήταν αναμενόμενο να είχαν μεριμνήσει να περιληφθούν τα καθήκοντα αυτά στη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος έναντι πρόσθετης αμοιβής (κατώτερης του ½ του μισθού που όριζε η άνω ΣΣΝΕ), όπως είχαν πράξει στην περίπτωση του άνω μάγειρα του πλοίου, στον οποίο, με τη σύμβασή του, είχαν ανατεθεί και καθήκοντα θαλαμηπόλου έναντι πάγιας έξτρα αμοιβής, ανερχόμενης στο ποσό των 435,78 ευρώ μηνιαίως και να μην ανέμεναν να προχωρήσει από μόνος του ο πλοίαρχος την πρώτη ημέρα ναυτολόγησης του ενάγοντος σε σχετική συμφωνία με αυτόν έναντι ολόκληρου του προβλεπόμενου στη ΣΣΝΕ μισθού για τη δεύτερη ειδικότητα, συμφωνία που θα συνιστούσε μάλιστα διάκριση υπέρ του ενάγοντος και πιθανότατα θα προκαλούσε έριδες μεταξύ του πληρώματος. Ούτε, ακόμη, δύναται να συναχθεί ανάγκη κάλυψης εργασιών της ειδικότητας του βοηθού μαγείρου από το ότι ο ενάγων τοποθετούσε τα εδέσματα που ετοίμαζε ο μάγειρας για τις βάρδιες στα μικρά οικιακού τύπου ψυγεία των τραπεζαριών (ως εκ της φύσης της εργασίας αυτής και του χώρου όπου εκτελούνταν). Αντίθετα, η μη παροχή σ’ αυτόν ισχυροψύχειου (ειδικού ενδύματος για να εισέρχεται στο μεγάλο ψυγείο του πλοίου όπου διατηρούνταν τα ευπαθή προϊόντα) συνηγορεί υπέρ του ότι δεν ήταν στα καθήκοντά του η είσοδος στο άνω ψυγείο, έξωθεν του οποίου, πάντως, υπήρχαν κρεμασμένα ισχυροψύχεια για όποιο ναυτικό χρειαζόταν να εισέλθει [βλ. τις σχετικές καταθέσεις των μαρτύρων των εναγόμενων ………. και …….. (υποπλοιάρχου του πλοίου, ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα επί 3 μήνες στο άνω πλοίο)]. Μετά ταύτα, δεν αποδεικνύεται ότι κατά το επίδικο διάστημα της ναυτολόγησής του ο ενάγων εκτέλεσε, έστω εν μέρει, πέραν των καθηκόντων του ως βοηθού θαλαμηπόλου, και καθήκοντα θαλαμηπόλου και βοηθού μαγείρου και τα σχετικά με την εκτέλεση των πρόσθετων αυτών καθηκόντων κονδύλια της αγωγής, ποσών 5.564,59 και 21.841,01 ευρώ αντίστοιχα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα κατ’ ουσία. Δεν έσφαλε, επομένως, ως προς την  εκτίμηση των αποδείξεων το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καθ’ ο μέρος απέρριψε κατ’ ουσία τον ισχυρισμό του ενάγοντος περί εκτέλεσης και καθηκόντων θαλαμηπόλου, έστω με πιο συνοπτική αιτιολογία, που συμπληρώνεται με αυτήν της παρούσας (άρθρο 535 Κ.Πολ.Δ.), και ο πρώτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσία. Καθ’ ο μέρος όμως, με την ίδια απόφαση, δέχθηκε εν μέρει κατ’ ουσία τον ισχυρισμό του ενάγοντος περί εκτέλεσης και καθηκόντων βοηθού μάγειρα (και δη κατά ποσοστό 50%), αντί να δεχθεί ότι ο ενάγων δεν εκτέλεσε καθόλου τέτοια καθήκοντα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα ισχυρίζονται οι εναγόμενες με τους δεύτερο, τρίτο και τέταρτο λόγους της έφεσής τους, οι οποίοι πρέπει να γίνουν δεκτοί ως βάσιμοι κατ’ ουσία. Περαιτέρω, επί του αιτήματος επιδίκασης αποζημίωσης στον ενάγοντα κατά τον Κ.Ν. 551/1915 για πλήρη πρόσκαιρη ανικανότητά του επί 4 μήνες μετά την απόλυσή του, πρέπει να αναφερθούν τα εξής: Κατά τη σαφή έννοια του άρθρου 1 παρ. 1 Κ.Ν. 551/1915 «περί ευθύνης προς αποζημίωση των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων», όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24-7/25-8-1920, που ισχύει και επί ναυτικής εργασίας (άρθρο 2 του ίδιου νόμου και άρθρο 66 παρ. 2 Κ.Ι.Ν.Δ.), ως ατύχημα από βίαιο συμβάν που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή των επιχειρήσεων οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 2 του αυτού β.δ./τος, θεωρείται κάθε βλάβη που είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, το οποίο δεν θα υπήρχε χωρίς την εργασία και την εκτέλεσή της υπό τις δεδομένες περιστάσεις εκτέλεσης της (Ολ.Α.Π. 1287/1986, Νο.Β. 35, 1605, Α.Π. 508/2019, Α.Π. 1000/2018, www.areiospagos.gr, Α.Π. 1486/1995, Ε.Ν.Δ. 24, 223). Αιφνίδιο και απρόβλεπτο γεγονός θεωρείται και η νόσος η οποία επέφερε σωματική ή ψυχική βλάβη του ναυτικού και προκλήθηκε ή και επιδεινώθηκε από έκτακτη όμως και αιφνίδια επενέργεια εξωτερικού αιτίου, που είναι άσχετο με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη προοδευτική εξασθένηση και φθορά του, λόγω της φύσης και του είδους της εργασίας του και των συνδεόμενων με αυτήν όρων παροχής της (Α.Π. 337/2000, Ε.Ν.Δ. 29, 103, Α.Π. 250/1995, Ε.Ν.Δ. 23, 205). Επομένως, εμπίπτει στη μορφή του εργατικού ατυχήματος και η νόσος η οποία προκλήθηκε από έντονο ψυχικό κλονισμό ή συγκίνηση που προκλήθηκαν από εξωτερικό αίτιο, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή με αφορμή αυτή (Α.Π. 845/1983, Ε.Ν.Δ. 12, 443, Α.Π. 1529/1981, Ε.Ν.Δ. 10, 318) και στο οποίο περιλαμβάνεται ο φόβος ή η απειλή ή η ψυχική ταραχή ή άλλο παρόμοιο εξαιρετικό γεγονός (Εφ.Πειρ. 745/2008, Εφ.Πειρ. 162/2003, Εφ.Πειρ. 184/1997, T.N.Π. NOMOS, Εφ.Πειρ. 272/1989, Ε.Ν.Δ. 20, 225, Εφ.Αθ. 7876/1985, Νο.Β. 33, 1437, Εφ.Πειρ. 1010/1984, Ε.Ν.Δ. 12, 141, Εφ.Πειρ. 641/1981, Ε.Ν.Δ. 10, 326, Εφ.Αθ. 5623/1974, Ε.Συγκ.Δ. Γ’, 23, Δ. Καμβύση, Ιδιωτικόν Ναυτικόν Δίκαιον, 1982, υπ’ άρθρο 66, σ. 235). Πάντως, χωρίς την ύπαρξη βίαιου συμβάντος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν δημιουργείται υποχρέωση του εργοδότη, από τον ως άνω νόμο, προς καταβολή αποζημίωσης στον εργαζόμενο (Α.Π. 1690/2013, Α.Π. 1602/2012, Εφ.Πειρ. 23/2013, Εφ.Πειρ. 764/2012, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ανωτέρω ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχημα έχει δικαίωμα να ασκήσει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 Α.Κ, πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν αυτό έλαβε χώρα σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με τη μη τήρηση των διατάξεων αυτών, διαφορετικά, εάν δηλαδή δεν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να ασκήσει σχετική αγωγή για την περιορισμένη κατ’ αποκοπήν αποζημίωση του άρθρου 3 του ν. 551/1915 (Α.Π. 1000/2018, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, αποδείχθηκε ότι μετά την άνω απόλυσή του ο ενάγων επισκέφτηκε την Ψυχιατρική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Κομοτηνής, παραπονούμενος για επίμονες διαταραχές της διάθεσης και ετέθη υπό ψυχιατρική παρακολούθηση ανά 15/ήμερο προς διερεύνηση της συμπτωματολογίας του και του χορηγήθηκε 15ήμερη αναρρωτική άδεια, κατόπιν, δε, νέας εξέτασής του την 8-10-2019, διαγνώσθηκε ότι πάσχει από γενικευμένη αγχώδη διαταραχή με κρίσεις πανικού και μη οργανική διαταραχή του προγράμματος ύπνου – εγρήγορσης και ότι παρουσιάζει επαναλαμβανόμενες προσβολές έντονου άγχους, απρόβλεπτες με φόβο απώλειας ελέγχου και ακαθόριστη ανησυχία, νευρικότητα και αδυναμία χαλάρωσης. Εντούτοις, δεν αποδεικνύεται ότι η γέννηση της πρόσκαιρης άνω ψυχικής διαταραχής του ανάγεται χρονικά στην υπηρεσία του στο πλοίο και ότι συνδέεται αιτιωδώς με την εξέλιξη της εργασιακής του σχέσης με τις εναγόμενες εταιρίες, αφού ουδείς μάρτυρας καταθέτει περί τούτου, ενώ, αποδεικνύεται, κατά τα προαναφερθέντα, ότι η λύση της ορισμένου χρόνου σύμβασης εργασίας του ήταν ομαλή (αμοιβαία συναινέσει, λόγω λήξης της διάρκειάς της). Τούτο βεβαίωσε ενόρκως και το σύνολο σχεδόν των μαρτύρων που εξετάστηκαν με επιμέλεια τω εναγόμενων, οι οποίοι καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς του ενάγοντος περί απρεπούς συμπεριφοράς του πλοιάρχου και του υποπλοιάρχου απέναντί του και φορτικότητας του πρώτου ώστε τούτος να αποχωρήσει οικειοθελώς από το πλοίο. Τουναντίον, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων απόλαβε κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησής του, των δικαιωμάτων του από τις εναγόμενες, ότι εξετάσθηκε, όταν αιτήθηκε, από ιατρό – οδοντίατρο στο λιμάνι Bahia Blanca της Αργεντινής και ότι, καίτοι τον Αύγουστο του 2019, στο λιμάνι Rio Grande Βραζιλίας, ζήτησε να εξεταστεί από ιατρό για αίσθημα πόνου συνεπεία ψύξης, λίγο αργότερα ανακάλεσε το αίτημα αυτό, όπως ρητά κατέθεσε ο άνω πλοίαρχος του πλοίου. Μετά ταύτα  ο ενάγων δεν δικαιούται την αιτούμενη κατ’ αποκοπήν αποζημίωση κατά τον Κ.Ν. 551/1915 για πλήρη πρόσκαιρη ανικανότητα επί 4 μήνες μετά την απόλυσή του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση, κατέληξε στην ίδια κρίση και απέρριψε το άνω κονδύλι ως αβάσιμο κατ’ ουσία, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και ο τέταρτος λόγος της Α’ έφεσης, με τον οποίο, κατά το σχετικό μέρος του, υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

ΧΙΙ. Στη συνέχεια, μη υπάρχοντος άλλου λόγου των άνω εφέσεων προς εξέταση, πρέπει: α) να απορριφθεί η Α έφεση του ενάγοντος ως αβάσιμη κατ’ ουσία και να καταδικαστεί ο ενάγων στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγόμενων για τον παρόντα (δεύτερο) βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματός τους (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό και β) να γίνει δεκτή η Β έφεση των εναγόμενων ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ ουσία και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, όχι μόνο ως προς τα κεφάλαια για τα οποία έγιναν δεκτοί οι λόγοι της έφεσής τους, αλλά στο σύνολό της, για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (Α.Π. 748/1984, ΕλλΔνη 26, 642, Εφ.Λαρ. 4/2017, Τ.Ν.Π. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Σ. Σαμουήλ, Η έφεσις, έκδοση 2006, σ.σ. 430, 431) και εντεύθεν και ως προς τη σχετική διάταξη των δικαστικών εξόδων, τα οποία θα υπολογιστούν εξαρχής. Ακολούθως, πρέπει  να κρατηθεί η αγωγή (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), η οποία είναι νόμιμη κατά τις προεκτεθείσες στις σχετικές μείζονες σκέψεις διατάξεις, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 340, 341 εδ. α’, 345 εδ. α’, 346, 361, 648 επ. και 904 επ. Α.Κ, 53, 54, 57, 60, 66, 74, 75 και 76 του Ν. 3816/1958 «περί Κ.Ι.Ν.Δ», 1 παρ. 1 του Ν. 762/1978, 1, 2, 3 παρ. 3 του ΚΝ 551/1915, 176 Κ.Πολ.Δ. και της Συλλογικής Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας πληρωμάτων φορτηγών πλοίων από 4500 τόνους DW και άνω έτους 2010, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3525.1.2/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (Φ.Ε.Κ. Β’ 123/9-2-2011) και να απορριφθεί αυτή  (αγωγή) ως αβάσιμη κατ’ ουσία. Τέλος, ο ενάγων πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα των εναγόμενων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΌΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις Α και Β  άνω εφέσεις.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την Α έφεση.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στην άνω έφεση στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία τη Β έφεση.

Εξαφανίζει τη με αριθ. 225/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει επί τοις ουσίας την υπόθεση που αφορά την αναφερθείσα στο σκεπτικό από 23-12-2019 και με ΓΑΚ ….. και ΕΑΚ ……/23-12-2019 αγωγή.

Απορρίπτει αυτή.

Καταδικάζει τον ενάγοντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγόμενων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων επτακοσίων (1.700,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 6 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ