Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 492/2022

Αριθμός     492/2022

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη και Σοφία Καλούδη, Εφέτη-Εισηγήτρια   και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ………………,  για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

ΕΚΚΑΛΟΥΣΩΝ: 1) Ήδη ενηλικιωθείσας …………….., έχουσας εκπροσωπηθεί για την άσκηση της ένδικης έφεσης από την μητέρα της, ……………, ασκούσας -ως τότε-   επ΄ αυτής την γονική μέριμνα και 2) Ήδη ενηλικιωθείσας ………….., ., εκπροσωπηθείσας πρωτοδίκως από την ……………, ως ασκούσας –ως τότε- επ΄ αυτής την γονική μέριμνα οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Ιωάννη Χριστοδούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ), την οποία ανακάλεσε ο δικηγόρος Παναγιώτης Χριστοδούλου, ο οποίος εκπροσώπησε αμφότερες τις εκκαλούσες.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ:  ……………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Σωτήριο Κωνσταντινίδη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η ……….., ως ασκούσα  τη γονική μέριμνα των ανήλικων -τότε- θυγατέρων της ……… . και …………, άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 6.9.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 895/2021 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που  απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) η ………….,  ως ασκούσα τη γονική μέριμνα της ανήλικης -τότε- θυγατέρας της ………….. (ήδη ενηλικιωθείσας) και β) η ήδη –από τότε- ενηλικιωθείσα ………….,  εκπροσωπηθείσα  πρωτοδίκως από την …………….- ως ασκούσας τότε τη γονική μέριμνα αυτής, με την από  1.6.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  …………./2021) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου …………../2021) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλουσών, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό 895/23-4-2021 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 1-6-2021, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ.1του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την επίδοση αντιγράφου της εκκαλουμένης απόφασης στις ενάγουσες-εκκαλούσες (βλ. τις με αριθμούς …. και …. Στ/6-5-2021 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιώς, …………..). Επιπλέον, έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ), ποσού 150 ευρώ (βλ. e-παράβολο ……………/ 2021). Επισημαίνεται, ότι οι εκκαλούσες που κατά τον χρόνο άσκησής της αγωγής ήταν ανήλικες και εκπροσωπούνταν νόμιμα από την ασκούσα τη γονική μέριμνα μητέρα τους, ……………, έχουν ήδη ενηλικιωθεί, η μεν …………… στις 13-7-2019, εξ ού λόγου  και άσκησε την έφεση ενεργούσα ατομικώς στο όνομα της,  η δε …………. στις 10-6-2021, όπως δηλώθηκε προφορικώς στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, και συνεχίζει τη δίκη ως ενήλικας ατομικά στο όνομα της. Επομένως, η έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί  περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 6-9-2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 257/ 4136/ 2018αγωγή τους οι ενάγουσες, που κατά τον χρόνο  κατάθεσης του δικογράφου της αγωγής, όπως αναφέρθηκε, ήταν ανήλικες και εκπροσωπούνταν νόμιμα από την μητέρα τους, …………., εξέθεταν ότι τυγχάνουν εξ αδιαθέτου κληρονόμοι κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 1/8 έκαστη του αποβιώσαντος παππού τους, από την πατρική γραμμή, ……., ως γνήσια τέκνα του προαποβιώσαντος υιού αυτού, …………., ενώ παράλληλα τυγχάνουν και τετιμημένες με την από 11-3-2015 νομίμως δημοσιευθείσα ιδιόγραφη διαθήκη του, με την οποία κατέλειπε σε αυτές κατ’ ισομοιρία την ψιλή κυριότητα δύο ειδικότερα περιγραφόμενων αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών (καταστημάτων) στον Κορυδαλλό Αττικής, αξίας 95.000 ευρώ, που αποτελούν και την μοναδική κληρονομιαία περιουσία του, ότι ο ως άνω αποβιώσας με την νεότερη με αριθμό …./16-1-2018 δημόσια διαθήκη του, που συνετάγη ενώπιον της συμβολαιογράφου Νίκαιας ……….., και δημοσιεύθηκε νόμιμα, ουδέν κληρονομιαίο στοιχείο κατέλειπε σε αυτές αλλά εγκατέστησε μοναδική του κληρονόμο, την εναγόμενη θυγατέρα του, η οποία αποδέχθηκε νομίμως την κληρονομία, ότι αυτός  ήδη από το έτος 1995 είχε  παραχωρήσει χωρίς αντάλλαγμα στον υιό του και πατέρα των εναγουσών την χρήση των εν λόγω ακινήτων, όπου ο τελευταίος ασκούσε την εμπορική του δραστηριότητα, με την προοπτική και της τυπικής μεταβίβασης της κυριότητας τους σε αυτόν, μετά δε τον επισυμβάντα κατά το έτος  2007 θάνατο του, ο παππούς τους  διαβεβαίωνε την μητέρα τους και τις ίδιες  ότι θα δικαιούνταν να συνεχίσουν να κάνουν απρόσκοπτα χρήση  των άνω καταστημάτων, όπως και πράττουν,  ως κοινωνία κληρονόμων……………………., δίχως να καταβάλλουν οποιοδήποτε οικονομικό αντάλλαγμα, ενώ μεταβίβασε με γονικές παροχές στην εναγόμενη θυγατέρα του και τον έτερο υιό του,……………………., τα ειδικά αναφερόμενα στην αγωγή ακίνητα, συνολικής εμπορικής αξίας κατά τον χρόνο παροχής 355.000 ευρώ. Ζητούσαν δε, επικαλούμενες περαιτέρω, ότι η  ως άνω δημόσια διαθήκη συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περιφρόνησης  προς  το   πρόσωπο τους και συμπεριφορά αντίθετη  με τις προηγούμενες  διαβεβαιώσεις του διαθέτη έναντι αυτών,   ο οποίος εν τέλει διέθεσε με γονικές παροχές στα  δύο εν ζωή τέκνα του το σύνολο σχεδόν της περιουσίας του, ενώ επιπλέον εγκατέστησε την εναγόμενη μοναδική του κληρονόμο , να αναγνωρισθεί η ακυρότητα αυτής ως αντικείμενης στις διατάξεις των άρθρων178 και 281 ΑΚ, και συνακόλουθα να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομίας της εναγόμενης, άλλως, επικουρικώς, να αναγνωρισθεί η σχετική υπέρ αυτών ακυρότητα της ως άνω δημόσιας διαθήκης, κατά το μέρος που προσβάλλεται με αυτήν η νόμιμη μοίρα τους, ποσοστού 1/16 εξ αδιαιρέτου, επί των καταλειπομένων με αυτήν κληρονομιαίων ακινήτων, και αντιστοίχως η ακυρότητα της συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομίας της εναγόμενης, και ,κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αγωγικού αιτήματος, με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους, να αναγνωρισθεί η  υποχρέωση της εναγομένης, που τα κατακρατεί παράνομα  να  τους τα αποδώσει κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας. Επί της ως άνω αγωγής, στο δικόγραφο της οποίας σωρεύονται κυρίως αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας της διαθήκης ως αντίθετης στα χρηστά ήθη και επικουρικά αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας αυτής κατά το ποσοστό που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα των μεριδούχων, εναγουσών, καθώς και αναγνωριστική αγωγή περί κλήρου, εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, που αφενός απέρριψε την κύρια αγωγή ως μη νόμιμη και την επικουρικώς σωρευόμενη αναγνωριστική αγωγή περί κλήρου ως παθητικά ανομιμοποίητη, επειδή η εναγόμενη δεν φέρεται να παρακρατά τα κληρονομιαία ακίνητα, αλλά αντιθέτως, κατά τα αναφερόμενα από τις ενάγουσες, οι ίδιες συνεχίζουν να βρίσκονται στη νομή και κατοχή αυτών και να τα χρησιμοποιούν απρόσκοπτα, και αφετέρου την αναγνωριστική  αγωγή περί ακυρότητας της διαθήκης, κατά το ποσοστό που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα των μεριδούχων, εναγουσών ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται  οι ενάγουσες με την υπό κρίση έφεση, για λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανισθεί αυτή προκειμένου να γίνει δεκτή  αγωγή τους.

ΙΙΙ. Κατά το άρθρο 307 ΚΠολΔικ, όπως αυτό διαμορφώθηκε με το Ν. 3659/2008 “Αν για οποιοδήποτε λόγο που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης είναι αδύνατο να εκδοθεί η απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται αφού οριστεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για τη συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου, είτε της γραμματείας του δικαστηρίου. Το ίδιο εφαρμόζεται και όταν το δικαστήριο διατάζει να επαναληφθεί η συζήτηση. Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, οι κλήσεις για συζήτηση και τα αποδεικτικά της επίδοσης συντάσσονται ατελώς. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και στην περίπτωση, που για οποιονδήποτε λόγο δεν εκδοθεί απόφαση μέσα σε οκτώ μήνες από τη συζήτηση πολιτικής υπόθεσης. Μόλις συμπληρωθεί οκτάμηνο, ο δικαστής υποχρεούται να επιστρέψει τη δικογραφία, άλλως αυτή αφαιρείται αμέσως με πράξη του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ή του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης. Μόλις συμπληρωθεί το οκτάμηνο, ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων επιλαμβάνεται και ερευνά αν είναι δικαιολογημένη ή μη η καθυστέρηση….. Όταν αυτή κριθεί δικαιολογημένη, παρέχεται στον δικαστή προθεσμία δύο μηνών για τη δημοσίευση των αποφάσεων που καθυστερούν πέραν του οκταμήνου. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης καθυστέρησης, όπως και όταν παρέλθει η προθεσμία των δύο μηνών που χορηγήθηκε, κατά το προηγούμενο εδάφιο, χωρίς να έχουν δημοσιευθεί οι αποφάσεις που καθυστερούν, ο δικαστής υποχρεούται να επιστρέψει τη δικογραφία, άλλως αυτή αφαιρείται αμέσως με πράξη του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ή του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης αυτού. Για τις υποθέσεις αυτές ορίζεται δικάσιμος για νέα συζήτηση, υποχρεωτικώς, εντός τριών μηνών για τις υποθέσεις ειδικών διαδικασιών και έξι μηνών για τις υποθέσεις τακτικής διαδικασίας, από τη συμπλήρωση των παραπάνω προθεσμιών των οκτώ ή των δέκα μηνών…”. Όπως προκύπτει από τις διατάξεις αυτές η τήρηση της τασσόμενης οκτάμηνης προθεσμίας δεν τίθεται με την ποινή της ακυρότητας, του απαραδέκτου ή του ανυπόστατου της απόφασης που τυχόν εκδίδεται μετά την παρέλευση της (ΑΠ 547/ 2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, μετά την αντικατάσταση του άρθρου 304 με το άρθρο 11 του ν. 4055/2012 που ισχύει, κατ` άρθρ.113 του νόμου αυτού, από 2-4-2012, προβλέπεται ότι οι δικαστικές αποφάσεις θα συντάσσονται πλέον σε ηλεκτρονική μορφή και θα υπογράφονται κατά την αποτύπωσή τους σε υλική μορφή και, επομένως, θα δημοσιεύεται το πρωτότυπο της απόφασης, όπως έχει αποτυπωθεί σε υλική μορφή και δεν θα χρειάζεται καθαρογραφή από την υπηρεσία της γραμματείας και θεώρηση του σχεδίου, όπως ίσχυε μέχρι τότε. Η ρύθμιση, όμως, αυτή δεν είναι αποκλειστική, λόγω και των γνωστών προβλημάτων που προκύπτουν κατά την εφαρμογή της (μερίδα δικαστών αγνοεί τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή, ο αριθμός των δικαστικών υπαλλήλων είναι ανεπαρκής κ.λπ.), αλλά τέθηκε, εναλλακτικά, για να διευκολύνει την ταχεία δημοσίευση και κυκλοφορία των δικαστικών αποφάσεων (ΑΠ 529/ 2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 306 παρ. 1 ΚΠολΔ όποιος είχε διευθύνει τη συζήτηση και ο γραμματέας υπογράφουν το πρωτότυπο της απόφασης. Παρ. 2. Αν όποιος είχε διευθύνει τη συζήτηση πέθανε ή έπαψε να είναι τοποθετημένος στο δικαστήριο ή βρίσκεται σε άδεια, υπογράφει στη θέση του ο αρχαιότερος κατά το διορισμό από τους δικαστές που έλαβαν μέρος στη συζήτηση. Αν όλοι τους κωλύονται, υπογράφει ο προϊστάμενος του δικαστηρίου και, αν ούτε αυτός υπάρχει, υπογράφει μόνο ο γραμματέας. παρ  3. Τα κωλύματα της παραγράφου 2 αναφέρονται στο πρωτότυπο της απόφασης. Εξάλλου, μη νόμιμη σύνθεση του Δικαστηρίου υπάρχει, αν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του ΚΠολΔ, του Οργανισμού των δικαστηρίων ή των ειδικών νόμων για τη σύνθεση του δικαστηρίου και την αναπλήρωση των κωλυόμενων μελών του. Η απόδειξη δε της κακής σύνθεσης γίνεται από την απόφαση ή από τα πρακτικά, εφόσον δεν προσβάλλονται ως πλαστά (άρθρ. 432 ΚΠολΔ, πρβλ και άρθρ.312 του ίδιου Κώδικα). Εξάλλου, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 300, 304 και 313 του ΚΠολΔ. προκύπτει ότι η λήψη της απόφασης από τους δικαστές, που έλαβαν μέρος στη συζήτηση της υπόθεσης, δηλαδή η σύνταξη, χρονολόγηση και υπογραφή του σχεδίου της από τον εισηγητή δικαστή και τον πρόεδρο, αποτελεί την ουσιώδη πράξη διαμόρφωσης της βούλησης του δικαστηρίου, με την έννοια ότι οι δικαστές που συγκρότησαν το δικαστήριο δεν δικαιούνται να μεταβάλουν εφεξής γνώμη, ενώ η δημοσίευση αυτής, η οποία επιφέρει την τελείωσή της, μετά την οποία επέρχονται οι έννομες συνέπειές της έναντι των διαδίκων, συνιστά απλώς τυπική πράξη, στην οποία προβαίνει το δικαστήριο και υπό άλλη σύνθεση, αφού, στην τελευταία περίπτωση, δεν παραβλάπτεται το κύρος της δημοσίευσης, ενόψει του ότι το υπό δημοσίευση σχέδιο δεν είναι δεκτικό μεταβολών και ως εκ τούτου δεν υπάρχει κίνδυνος δημοσίευσης άλλης απόφασης από εκείνη που εκδόθηκε. Επομένως, από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η απόφαση θεωρείται εκδοθείσα από τη σύνταξη, χρονολόγηση και υπογραφή του σχεδίου της, ενώ η δημοσίευση επιφέρει την τελείωση αυτής, μετά την οποία επέρχονται οι έννομες συνέπειές της. Συνεπάγεται, εντεύθεν, ότι η δημοσίευση της αποφάσεως, η οποία πρέπει να μνημονεύεται στο πρωτότυπο αυτής, μπορεί να γίνει και από σύνθεση διαφορετική από εκείνη που την εξέδωσε, χωρίς εκ τούτου να ιδρύεται λόγος αναιρέσεως από την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 560 αρ.2 περ. α’ του ΚΠολΔ (Α.Π. 447/2011), ενώ δεν δημιουργείται τέτοιος λόγος αναίρεσης, αν όλοι ή κάποιος από τους άνω δικαστές δεν μετείχαν στη σύνθεση του δικαστηρίου κατά τη δημοσίευση της ίδιας απόφασης, στην οποία σύνθεση βέβαια μετείχαν άλλοι δικαστές ή άλλος δικαστής, όπως επίσης δεν δημιουργείται τέτοιος λόγος αναίρεσης αν κάποιος από τους δικαστές, που προαναφέρθηκαν, υπόγραψε τη δημοσιευόμενη απόφαση ή το πρακτικό των αντίστοιχων διαδικαστικών σταδίων κατά παράβαση της λειτουργικής του αρμοδιότητας (Α.Π. 603/ 2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

IV. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης οι εκκαλούσες διατείνονται ότι η εκκαλουμένη απόφαση είναι ανυπόστατη λόγω κακής σύνθεσης του δικάσαντος πρωτοδίκως Δικαστηρίου διότι : α) από τον χρόνο συζήτησης της υπόθεσης στις 10-5-2019 έως την δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης στις 23-4-2021 παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 8 μηνών, που προβλέπεται στην διάταξη του άρθρου 307 ΚΠολΔ, και συνεπώς έπρεπε να αφαιρεθεί η δικογραφία από την εισηγήτρια Δικαστή, η οποία απο 19-11-2019 τελούσε σε συνεχή και αδιάκοπη άδεια (επαπειλούμενης κύησης- εγκυμοσύνης, μητρότητας και ανατροφής τέκνου), β) δεν έγινε διάσκεψη  προς έκδοση της απόφασης, όπως αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν βεβαιώνεται στο πρωτότυπο της απόφασης  από τον γραμματέα, ενώ δεν αποδεικνύεται και από την τεθείσα υπογραφή της Προέδρου στο πρωτότυπο αυτής, διότι αυτή  δεν προσομοιάζει με εκείνη που έχει τεθεί στα πρακτικά συζήτησης της υπόθεσης, επιπλέον δε, δεν υπάρχει πρακτικό διάσκεψης παρα μόνον συζήτησής και δημοσίευσης, ενώ δεν αναφέρεται στην απόφαση, και δη στο τμήμα αυτής προ της δημοσίευσης της, αφενός ότι η διευθύνουσα τη συζήτηση Πρόεδρος της σύνθεσης έπαψε να είναι τοποθετημένη στο Πρωτοδικείο Πειραιώς από 10-9-2020 και αφετέρου ότι η εισηγήτρια τελεί σε άδεια μακράς διαρκείας από 19-11-2019, γ) η εκκαλουμένη απόφαση δεν δημοσιεύθηκε με βάση σχέδιο που συνέταξε η εισηγήτρια μετά από ψηφοφορία κατά τη διάσκεψη, ενώ δεν προέκυψε ότι η τελευταία παρέδωσε και σε ποιον την απόφαση σε ηλεκτρονική μορφή καθώς και το πρωτότυπο της απόφασης με πλήρες το περιεχόμενο της κατ’ άρθρο 305 ΚΠολΔ, δ) παρανόμως, άλλως, μη νομοτύπως δημοσιεύθηκε η εκκαλουμένη με άλλη σύνθεση από αυτήν που συζήτησε την αγωγή, διότι μη υφιστάμενης της εν λόγω συνθέσεως αρμόδιος για δημοσίευση της απόφασης είναι ο Προϊστάμενος του Δικαστηρίου, ενώ σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αιτιολογημένο πρακτικό αρμοδίου οργάνου, που όρισε την σύνθεση για την δημοσίευση της, ενώ δεν ορίστηκε και γραμματέας τέτοιας σύνθεσης, και τέλος, ε)  η δημοσίευση της εκκαλουμένης δεν έγινε σε δημόσια  συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου με συμμετοχή της γραμματέως.

V. Από την επισκόπηση της εκκαλουμένης και των ταυτάριθμων με αυτήν πρακτικών δημόσιας συζήτησης της αγωγής και δημοσίευσης της απόφασης προκύπτει ότι: α) κατά τη συζήτηση της αγωγής στις 10-5-2019 στη σύνθεση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου μετείχε η Πρόεδρος Πρωτοδικών, …….., και οι πρωτοδίκες, ……… και …………….. (ως εισηγήτρια), β)οι ίδιοι ως άνω δικαστές, που συνέθεταν το Δικαστήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, μετείχαν στη σύνθεση αυτού και κατά τη διάσκεψη και έκδοση απόφασης, που έγινε στον Πειραιά στις 5-4-2021, όπως βεβαιώνεται στο πρωτότυπο κείμενο της εκκαλουμένης με την σχετική φράση «Κρίθηκε και αποφασίστηκε στις 5-4-2021», κάτωθεν της οποίας έχει τεθεί η υπογραφή της Προέδρου Πρωτοδικών, που διεύθυνε τη συζήτηση στο ακροατήριο, …………., δεδομένου ότι δεν αναφέρεται διαφορετικό όνομα και οι εκκαλούσες δεν προσβάλλουν ρητώς την εν λόγω υπογραφή ως πλαστή, ούτε σε κάθε περίπτωση αποδείχθηκε ότι αυτή έχει τεθεί από τρίτο πρόσωπο (ενώ επισημαίνεται, ότι σύμφωνα με το άρθρο 256 ΚΠολΔ στο αναγκαίο περιεχόμενο των πρακτικών δεν περιλαμβάνεται το γεγονός της διάσκεψης της σύνθεσης, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι εκκαλούσες, που  προβάλλουν ως επιπλέον πλημμέλεια της διαδικασίας  ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ότι εν προκειμένω δεν έχει τηρηθεί πρακτικό διάσκεψης), και γ) η δημοσίευση αυτής έγινε στο ακροατήριο στις 23-4-2021 με διαφορετική σύνθεση, αποτελούμενη από την Πρόεδρο Πρωτοδικών, ………. (λόγω προαγωγής στο βαθμό του εφέτη και αναχωρήσεως της Προέδρου ……….), που υπέγραψε την δημοσίευση της, και τους Πρωτοδίκες ………… (ήτοι τον αρχαιότερο της αρχικής σύνθεσης πρωτοδίκη), ο οποίος και την θεώρησε, και ………., επειδή η εισηγήτρια Ευαγγελία- …………, βρισκόταν σε άδεια ανατροφής τέκνου. Ωστόσο, σύμφωνα με τις προεκτειθέμενες νομικές παραδοχές, η δημοσίευση της απόφασης με σύνθεση διαφορετική από εκείνη που την εξέδωσε, λόγω των προαναφερόμενων κωλυμάτων, αποτελούμενη, όμως, από υπηρετούντες στο Πρωτοδικείο Πειραιώς δικαστές, και συνακόλουθα η υπογραφή της απόφασης κατά το σκέλος της δημοσίευσης της από τη διευθύνουσα τη νέα διαφορετική σύνθεση, ως μη απαγορευόμενη στο νόμο, δεν επάγονται κακή σύνθεση του δικαστηρίου (βλ. ΑΠ 164/ 2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός των εκκαλουσών, ότι η  εισηγήτρια Δικαστής (η οποία σημειωτέον εδύνατο να μετέχει σε διασκέψεις παρά το γεγονός ότι βρισκόταν σε άδεια κυοφορίας-ανατροφής τέκνου (βλ. Ν. Νίκας, Πολιτική Δικονομία ΙΙΙ, Ένδικα Μέσα, 2022, σελ. 502, παρ. 62),  δεν μετείχε στην διάσκεψη και δεν παρέδωσε οιοδήποτε σχέδιο της απόφασης της στην Πρόεδρο προς δημοσίευση, αλλά ούτε και το γεγονός ότι η εκκαλουμένη απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο, καθόσον η τοιαύτη δημοσίευση της  βεβαιώνεται στο πρωτότυπο κείμενο της,  που υπογράφουν σχετικώς  η ως άνω Πρόεδρος της νέας σύνθεσης και η γραμματέας της έδρας, η οποία δεν προσβάλλεται για πλαστότητα. Τέλος, το γεγονός της παρόδου πλέον του οκταμήνου από τη συζήτηση της αγωγής μέχρι την δημοσίευση της δεν καθιστά την εκκαλουμένη ανυπόστατη, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ενώ αναφορικά με την ειδικότερη αιτίαση περί μη παράδοσης ηλεκτρονικού σχεδίου προς δημοσίευση, η σχετική  ρύθμιση, που την προβλέπει δεν είναι αποκλειστική και δεν στερεί από την απόφαση που δημοσιεύεται άνευ τέτοιου σχεδίου την εγκυρότητα και το υποστατό της.

VI. Κατά τη διάταξη του άρθρου 178 ΑΚ, η διάταξη της τελευταίας βουλήσεως, είναι άκυρη, αν το περιεχόμενο αυτής αντιβαίνει στα χρηστά ήθη. Για την κρίση ως προς την αντίθεση διάταξης τελευταίας βούλησης προς τα χρηστά ήθη, λαμβάνονται υπόψη, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της διάταξης, τα αίτια, που κίνησαν το διαθέτη, ο σκοπός, τον οποίο αυτός επιδιώκει και, γενικώς, το σύνολο των περιστάσεων και συνθηκών, που συνοδεύουν τη διάταξη. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1710 παρ. 2 και 1712 ΑΚ προκύπτει, ότι το δίκαιο αναγνωρίζει και στο χώρο του κληρονομικού δικαίου την αρχή της ελευθερίας της βουλήσεως, έκφραση της οποίας αποτελεί το δικαίωμα του προσώπου να ρυθμίζει, κατά τη θέλησή του, την τύχη της περιουσίας του, για το χρόνο μετά το θάνατο του, με τους περιορισμούς, όμως, των διατάξεων της νόμιμης μοίρας και του άρθρου 178 ΑΚ. Συνεπώς, σύμφωνα με τις αρχές που θεσπίζουν οι παραπάνω διατάξεις, προσκρούει στα χρηστά ήθη η διάταξη τελευταίας βουλήσεως, όχι απλώς επειδή το πρόσωπο που τιμάται με αυτή είναι ανήθικο ή αισχρό, αλλά όταν ο τρόπος της κατάληψης ή τα περιστατικά που τη συνοδεύουν, μαρτυρούν ηθική διαστροφή ή κατάπτωση ή πώρωση του διαθέτη, καθώς, επίσης και αν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η τελευταία αυτή διάταξη, με τον τρόπο που έγινε, συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περιφρόνησης του διαθέτη έναντι εγγυτάτων προσώπων της νόμιμης οικογένειάς του (ΑΠ 850/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αντίθετα, σύμφωνα με τις παραπάνω αρχές, δεν αντιβαίνει στα χρηστά ήθη και, συνεπώς, δεν είναι άκυρη, η διαθήκη, όταν έγινε για λόγους, που δεν είναι ηθικά επιλήψιμοι (ΑΠ 370/2017). Η ακυρότητα της διαθήκης ή διατάξεως αυτής είναι απόλυτη και επέρχεται, αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται να κηρυχθεί αυτή με δικαστική απόφαση. Επιτρέπεται, όμως, η άσκηση αναγνωριστικής αγωγής για αναγνώριση της ακυρότητας της διατάξεως τελευταίας βουλήσεως για την ανωτέρω αιτία (ΑΠ 538/2021 ΝΟΜΟΣ).

VII. Εν προκειμένω, η κυρίως σωρευόμενη αγωγή για αναγνώριση της ακυρότητας της προσβαλλόμενης δημόσιας διαθήκης (με το συνακόλουθο αίτημα για αναγνώριση της ακυρότητας της πράξης αποδοχής κληρονομιάς εκ μέρους της εναγομένης), με το προεκτεθέν περιεχόμενο της στο υπο στοιχείο ΙΙ της παρούσας, τυγχάνει μη νόμιμη, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, διότι η επιλογή του διαθέτη να μην εγκαταστήσει κληρονόμους του τις ενάγουσες ουδόλως συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περιφρόνησης προς αυτές,  στις οποίες, σημειωτέον, όπως και στον προαποβιώσαντα πατέρα τους, είχε, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, ομοίως  προβεί, όπως και στα δύο εν ζωή τέκνα του, την εναγόμενη και τον μη διάδικο αδερφό της,   …………………….,  σε παροχές εν ζωή (χρήση άνευ ανταλλάγματος των αναφερομένων καταστημάτων από το έτος 1995), ούτε φυσικά φανερώνει ηθική διαστροφή ή κατάπτωση ή πώρωση αυτού, δεδομένου ότι η κληρονομία του καταλείφθηκε, όχι υπέρ προσώπου τρίτου, εκτός του εγγυτάτων συγγενών του, ή από διατήρηση σχέσεων ανήθικων, αλλά υπέρ γνησίου τέκνου του, το οποίο  εδύνατο να επιλέξει  ως αποκλειστικώς τιμώμενο πρόσωπο με την διαθήκη του στα πλαίσια  του δικαιώματος  της ελευθερίας διάθεσης (άρθρα 5 παρ.1 και 17 παρ.1 Σ)μεταβάλλοντας ελεύθερα την προηγουμένως εκπεφρασμένη προς τις ενάγουσες βούληση του και ανακαλώντας σιωπηρώς την προαναφερόμενη ιδιόγραφη διαθήκη του, με συνέπεια τον περιορισμό αυτών στη νόμιμη μοίρα τους. Κατά συνέπεια, ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούσες ισχυρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

VIII. Με τον τρίτο λόγο της έφεσης οι εκκαλούσες παραπονούνται για εσφαλμένη απόρριψη ως ουσιαστικά αβάσιμης της επικουρικώς   σωρευόμενης αναγνωριστικής αγωγής περί κλήρου και δη του αιτήματος αυτής για αναγνώριση της υποχρέωσης της εφεσιβλήτου να τους αποδώσει τη νόμιμη μοίρα τους επι των κληρονομιαίων ακινήτων.  Ο λόγος αυτός καταρχήν αλυσιτελώς προβάλλεται καθόσον η αναγνωριστική αγωγή περί κλήρου απορρίφθηκε λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της εναγόμενης, επειδή αυτή δεν φέρεται να παρακρατά τα κληρονομιαία ακίνητα. Ωστόσο, εφόσον ήθελε εκτιμηθεί ότι αφορά και στην απόρριψη της σωρευόμενης αναγνωριστικής  αγωγής περί ακυρότητας της διαθήκης, κατά το ποσοστό που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα των μεριδούχων, εναγουσών, δεδομένου ότι η ύπαρξη του κληρονομικού δικαιώματος της νόμιμης μοίρας των εναγουσών αποτελεί προϋπόθεση της αξίωσης τους για απόδοση αυτής, λεκτέα τα ακόλουθα:

IΧ. Από τις νόμιμα επαναπροσκομιζόμενες με αριθμούς ………/10-12-2018, ……./10-12-2018 και ………/10-12-2018 ένορκες βεβαιώσεις των ……….., …….. και ………., αντίστοιχα, που ελήφθησαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών, …………., κατόπιν εμπρόθεσμης και νόμιμης κλήτευσης της εναγομένης (βλ. τη με αριθμό …../26.09.2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Θεσσαλονίκης . ….), τις με αριθμούς ……./12-12-2018, ……./12-12-2018,  ……./12-12-2018,  ………./12-12-2018 ένορκες βεβαιώσεις των ……………. αντίστοιχα, που ελήφθησαν  ενώπιον του Συμβολαιογράφου Νίκαιας, ……………, και τη με αριθμό ………/14-12-2018 ένορκη βεβαίωση του ……………, που ελήφθη ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, κατόπιν εμπρόθεσμης και νόμιμης κλήτευσης των εναγουσών  (βλ. τη με αριθμό …………. /7-12-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά, …………..) καθώς και από το σύνολο των εγγράφων, που οι διάδικοι   νόμιμα   επικαλούνται   και   προσκομίζουν,  μεταξύ   των οποίων περιλαμβάνονται και οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες, των οποίων δεν αμφισβητήθηκε η γνησιότητα (άρθρα 444 αριθμ. 2, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα κάτωθι πραγματικά περιστατικά: Στις 27-1-2018 απεβίωσε στον Κορυδαλλό Αττικής, όπου κατοικούσε, ο παππούς των εναγουσών, ………….  αφήνοντας πλησιέστερους  κατά τον χρόνο θανάτου συγγενείς τη σύζυγο του, ……………, τον μη διάδικο στην παρούσα δίκη υιό του, ……………., την εναγομένη, θυγατέρα του, και τις δύο εγγονές του (ενάγουσες),  τέκνα  του προαποβιώσαντος, την 1-3-2007, υιού του ………….. Κατά τον χρόνο του θανάτου του ο ως άνω ………….. ήταν κύριος δύο συνενωθέντων οριζόντιων ιδιοκτησιών -καταστημάτων επί οικοδομής σε οικόπεδο, έκτασης 220 τ.μ., στον Κορυδαλλό Αττικής, και επί των οδών …….., στην οποία φέρει τον αριθμό …. (…), ……….., και συγκεκριμένα: ι) του υπ’ αριθμόν ένα (1) Καταστήματος  του ισογείου, με είσοδο από την οδό …………, αποτελούμενο από έναν ενιαίο χώρο, επιφάνειας 56,84τμ, με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 164ο/οοεξ αδιαιρέτου, που φέρει  ΚΑΕΚ …………., και του υπ’ αριθμόν δύο (2) Κατάστηματος του ισογείου,  με πρόσοψη επί της οδού ……. και επί της οδού ….., αποτελούμενο από έναν ενιαίο χώρο, επιφάνειας 47,21τμ,  με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 136ο/οοεξ αδιαιρέτου, που φέρει ΚΑΕΚ …………. Οι εν λόγω ιδιοκτησίες, που αποτελούσαν και το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο του κληρονομούμενου  κατά τον χρόνο θανάτου του, είχαν περιέλθει  σε αυτόν με αγορά δυνάμει του με αριθμό …./1968 νόμιμα μεταγραμμένου συμβολαίου του  συμβολαιογράφου Πειραιά,  Νικολάου   ……,  σε συνδυασμό με τη με αριθμό …./1972 πράξη εξόφλησης του τιμήματος του ίδιου συμβολαιογράφου και τη με αριθμό …../25.02.2008 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Νίκαιας, ………, νομίμως μεταγραμμένες, η δε αξία τους κατά τον χρόνο θανάτου αυτού ανερχόταν σε 95.000 ευρώ, όπως εκτιμούν και οι ενάγουσες και συμφωνεί η εναγόμενη. Στις 20-2-2018 με τα υπ’ αριθμούς 72/2018 και 73/2018 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, δημοσιεύθηκαν νόμιμα δύο διαθήκες του . ……………………., και ειδικότερα: α) η από 11.03.2015 ιδιόγραφη διαθήκη του, με την οποία αυτός όριζε  τα εξής: «[…] ΑΦΗΝΩ ΕΝΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΙΣΟΓΕΙΟ ΠΟΥ ΕΧΩ ΣΤΟΝ ΚΟΡΥΔΑΛΟ ΤΡΙΦΑΤΣΟ ΕΠΙ ΤΟΝ ΟΔΟΝ ………….. ΣΤΗΣ ΔΥΟ ΕΓΟΝΕΣ ΜΟΥ ……. ΚΑΙ ………. ΚΟΡΕΣ ΤΟΥ ΓΙΟΥ ΜΟΥ ……… ΚΟΙΝΑ ΚΑΙ ΚΑΤΙΣΟΜΟΙΡΙΑ. ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ ΟΣΟ ΖΕΙ ΘΑ ΤΗΝ ΕΧΕΙ Η ΣΥΖΥΓΟΣ ΜΟΥ ………. […]», και β) η μεταγενέστερη με αριθμό ………../16-1-2018 δημοσία διαθήκη του, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Νίκαιας, …………, με την οποία αυτός ανακαλούσε σιωπηρώς την προηγούμενη ιδιόγραφη διαθήκη του ορίζοντας  τα εξής: «Κληρονόμο μου αφήνω την κόρη μου …………., στην οποία αφήνω τα  δύο καταστήματα που έχω στο ισόγειο της οικοδομής που βρίσκεται στον Κορυδαλλό Αττικής, στη συμβολή των οδών …………. τα οποία καταστήματα χρησιμοποιούνται σήμερα ως ενιαίο κατάστημα». Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ως άνω διαθέτης είχε προβεί σε διαδοχικές παροχές εν ζωή στα δύο τέκνα του, δηλαδή την εναγόμενη και τον υιό του . ……………………. (μη διάδικο) με τον όρο να καταλογιστούν αυτές στην κληρονομική τους μερίδα,  και ειδικότερα, αυτός μεταβίβασε: Α]  στην εναγομένη: α) με τη με αριθμό …../10-11-2008 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη γονικής παροχής με παρακράτηση δικαιώματος επικαρπίας της συμβολαιογράφου Νίκαιας, …………, το δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί μίας οριζόντιας ιδιοκτησίας του υπογείου ορόφου, εμβαδού 76,50 τ.μ., της ευρισκόμενης στον Κορυδαλλό Αττικής, επί της οδού …. αριθμ. ….., οικοδομής,  (ΚΑΕΚ ………..), με εμπορική αξία κατά τον χρόνο της παροχής ποσού55.000ευρώ, β) με τη με αριθμό …../13-6-2008 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη γονικής παροχής της ίδια συμβολαιογράφου κατά πλήρη κυριότητα, ένα διαμέρισμα του πρώτου (Α) υπέρ το ισόγειο ορόφου, επιφανείας 106,03 τ.μ., και το μελλοντικά ανεγερθησόμενο ενιαίο διαμέρισμα (μαιζονέτα) των (Β) και (Γ) υπέρ το ισόγειο ορόφων, συνολικής επιφάνειας 136,48 τ.μ., της ευρισκόμενης στον Κορυδαλλό Αττικής, επί των οδών …………. διώροφης οικοδομής (ΚΑΕΚ …………… και ………….), αντίστοιχα, με εμπορική αξία κατά τον χρόνο της παροχής,  ποσού 130.000 ευρώ, γ) με τη με αριθμό …../13-4-2009 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη γονικής παροχής με παρακράτηση δικαιώματος επικαρπίας της ίδιας συμβολαιογράφου το δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί ενός οικοπέδου, επιφάνειας 156,40 τ.μ., κείμενου στη θέση «………….» της περιφέρειας του Δήμου Σαλαμίνας, εντός του με αριθμό (13) οικοδομικού τετραγώνου, μετά της σε αυτό ισόγειας πλακοσκεπούς κατοικίας με προσθήκη κεραμοσκεπούς δωματίου, επιφάνειας 73 τ.μ., (ΚΑΕΚ ………….), με εμπορική αξία κατά τον χρόνο της παροχής, ποσού  των60.000 ευρώ, δ) με τη με αριθμό ……/13-4-2009 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη γονικής παροχής με παρακράτηση δικαιώματος επικαρπίας της ίδιας συμβολαιογράφου Νίκαιας, το δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί ενός οικοπέδου, επιφάνειας περί 200 τ.μ., ευρισκόμενου στη θέση «……» του Δήμου Σαλαμίνας, εντός του με αριθμό (852) οικοδομικού τετραγώνου (ΚΑΕΚ ……….), με εμπορική αξία κατά τον χρόνο της παροχής, ποσού 15.000 ευρώ, και ε)με τη με αριθμό ………/13-4-2009 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη γονικής παροχής της ίδιας συμβολαιογράφου Νίκαιας, το δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί ενός αγροτεμαχίου, επιφάνειας 201,18 τμ., στην περιοχή «…….» της περιφέρειας του Δήμου Κορυδαλλού, με ΚΑΕΚ ………., με εμπορική αξία κατά τον χρόνο της παροχής, ποσού 25.000 ευρώ, και Β) στον υιό του, …………. με τη με αριθμό ………../2-5-2008 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη γονικής παροχής της ως άνω συμβολαιογράφου Νίκαιας την πλήρη κυριότητα σε ένα ισόγειο κατάστημα, επιφάνειας 35,25 τ.μ., σε οικοδομή  στον Κορυδαλλό, επί της οδού ……….., με εμπορική αξία κατά τον χρόνο της παροχής, ποσού  70.000ευρώ. Ακόμη αποδείχθηκε, ότι ο ως άνω διαθέτης είχε προβεί σε παροχές άνευ ανταλλάγματος και προς τον έτερο υιό του, . ……………………., πατέρα των εναγουσών. Πλέον συγκεκριμένα, αυτός  τον Απρίλιο του έτους 1995με άτυπη σύμβαση χρησιδανείου του παραχώρησε την χρήση του προπεριγραφόμενου με αριθμό (1) ισόγειου καταστήματος, επί των οδών ……….., εμβαδού 60 τ.μ., με πατάρι εμβαδού 33,87 τ.μ, το οποίο χρησιμοποιούταν ως βοηθητικός χώρος, προκειμένου να στεγάσει σε αυτό την ατομική του επιχείρηση χρωματοπωλείου, ενώ, τον μήνα Ιανουάριο του έτους 1997, του παραχώρησε τη χρήση και του με αριθμό (2) ισόγειου καταστήματος, εμβαδού 44,51 τ.μ., συνενώνοντας  τις εν λόγω ιδιοκτησίες που έκτοτε αποτέλεσαν  ένα ενιαίο κατάστημα, το οποίο ο τελευταίος χρησιμοποιούσε για τη στέγαση της επιχείρησης του μέχρι και τον επισυμβάντα στις 1-3-2007 θάνατο του, ενώ σημειωτέον το σύνολο των βαρών και των φόρων των ανωτέρω ακινήτων συνέχιζε να καταβάλει κανονικά ο κύριος αυτών, πατέρας του. Μετά τον θάνατο του . ……………………. στην χρήση του ως άνω ενιαίου καταστήματος παρέμεινε, κατά παραχώρηση του διαθέτη, δυνάμει άτυπης μεταξύ τους σύμβασης χρησιδανείου, η χήρα αυτού, . ……………………., η οποία συνέχισε να λειτουργεί  εκεί μαζί με τις ανήλικες θυγατέρες της, την γονική μέριμνα των  οποίων αυτή ασκούσε, την επιχείρηση του θανόντος συζύγου της ως κοινωνία κληρονόμων .  ……………………., μέχρι και την άσκηση της αγωγής. Η  ανωτέρω παραχώρηση  της χρήσης των οριζόντων ιδιοκτησιών- καταστημάτων, καθ’όλο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, συνιστά παροχή χωρίς αντάλλαγμα προς μεριδούχο, ήτοι αρχικά προς τον . …………………….,  και ακολούθως τις θυγατέρες του, ενάγουσες  (άρθρο 1825 σε συνδ. με άρθρο 1831 του ΑΚ βλ. και ΕφΠειρ 262/ 2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ),  που πρέπει να προστεθεί, με την αξία που είχε κατά τον χρόνο, που αυτή πραγματοποιήθηκε, στην πραγματική κληρονομιά, προκειμένου να ανευρεθεί η αξία της πλασματικής κληρονομιάς, βάσει της οποίας θα υπολογιστεί η νόμιμη μοίρα των εναγουσών. Τούτο δε ισχύει ακόμα και αν γίνει δεκτό ότι η ως άνω παροχή φέρει τον χαρακτήρα της γονικής παροχής κατ’άρθρο 1509 ΑΚ για δημιουργία και διατήρηση οικογενειακής αυτοτέλειας και για την έναρξη διατήρηση και εξακολούθηση επαγγέλματος, επιβαλλόμενη για λόγους ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, διότι και  η αξία αυτής (γονικής παροχής)  προστίθεται προς ανεύρεση της πλασματικής αξίας της κληρονομίας (ΑΠ 135/ 2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, αναφορικά με τον ισχυρισμό που προβάλλουν οι ενάγουσες για πρώτη φορά με την έφεση τους, ότι η εν λόγω παροχή έχει τον χαρακτήρα της σε είδος καταβολής διατροφής, που υποχρεούταν να τους καταβάλλει ο παππούς τους, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, αυτός πρέπει να απορριφθεί πρωτίστως ως απαράδεκτος κατ’άρθρο527 ΚΠολΔ, αλλά και λόγω αοριστίας  καθόσον δεν ορίζεται το μέτρο και το ποσό της διατροφής αυτής. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε  από την από 7-12-2018 έκθεση εκτίμησης μισθωτικής αξίας της πολιτικού μηχανικού και πιστοποιημένης εκτιμήτριας του Υπουργείου Οικονομικών, ………….., που επαναπροσκομίζει νόμιμα η -εφεσίβλητη-εναγόμενηη μισθωτική αξία των ανωτέρω καταστημάτων και συνακόλουθα η αξία της παροχής, που έλαβαν οι ως ανω νόμιμοι μεριδούχοι του διαθέτη, (. …… και ακολούθως οι ενάγουσες)  με την έννοια της εξοικονομηθείσας εκ μέρους τους δαπάνης για καταβολή μισθώματος, ανέρχεται στα εξής ποσά: α) κατά το χρονικό διάστημα από 1-4-1995 μέχρι 31-12-1996, κατά το οποίο ο διαθέτης  είχε παραχωρήσει στον υιό του……………………. τη χρήση μόνο του πρώτου  με αριθμό 1 καταστήματος, κατά μέσο μηνιαίως όρο στο ισόποσο των 1.088 ευρώ, β) κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-1997 μέχρι τις 1-3-2007, δηλαδή μέχρι τον θάνατο του……………………., κατά το οποίο σε αυτόν  είχε παραχωρηθεί η χρήση και του δεύτερου με αριθμό 2 καταστήματος, κατά μέσο μηνιαίως όρο στο ισόποσο των 1.090 ευρώ για το με αριθμό 1 κατάστημα και στο ποσό των 691 ευρώ για το με αριθμό 2 κατάστημα, γ) κατά   το   χρονικό   διάστημα   από   1-3-2007   μέχρι   27-1-2018, οπότε απεβίωσε ο διαθέτης, κατά το οποίο η χρήση των συνενωμένων καταστημάτων είχε παραχωρηθεί στην κοινωνία κληρονόμων…………………….: 1) για το με αριθμό 1κατάστημα, κατά μέσο μηνιαίως όρο στο ποσό των :1.092 ευρώ για το έτος 2007, 1.083 ευρώ για το έτος 2008, 1.064 ευρώ για το έτος 2009, 899 ευρώ για το έτος 2010, 976 ευρώ για το έτος 2011, 1.001 ευρώ για το έτος 2012, 941 ευρώ για το έτος 2013, 979 ευρώ για το έτος 2014, 1.001 ευρώ για το έτος 2015, 1.070 ευρώ για το έτος 2016, 1.067 ευρώ για το έτος 2017 και 1.077 ευρώ για τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2018, 2) για το με αριθμό 2 κατάστημα, κατά μέσο μηνιαίως όρο στο ποσό των: 693 ευρώ για το έτος 2007, 687 ευρώ για το έτος 2008, 675 ευρώ για το έτος 2009, 570 ευρώ για το έτος 2010, 619 ευρώ για το έτος 2011, 635 ευρώ για το έτος 2012, 597 ευρώ για το έτος 2013, 621 ευρώ για το έτος 2014, 635 ευρώ για το έτος 2015, 678 ευρώ για το έτος 2016, 677 ευρώ για το έτος 2017 και 683 ευρώ για τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2018. Για την ως άνω εκτίμηση της μισθωτικής αξίας των ακινήτων ελήφθη υπόψιν η  επιφάνεια τους, η εν γένει κατάσταση τους καθώς και η ειδικότερη θέση τους (επι της  συμβολής των οδών ……………. στο Δήμο Κορυδαλλού, σε απόσταση  700 μ. από την κεντρική ……….., ενώ η οδός ………., η οποία είναι κεντρικός άξονας της περιοχής που παρουσιάζει εμπορική δραστηριότητα και έντονο κυκλοφοριακό φόρτο, είναι συνέχεια της οδού ……… και ενώνει τον Δήμο Πειραιά με τον Δήμο Χαϊδαρίου, διασχίζοντας τον Δήμο Κορυδαλλού) σε σχέση και με τα συγκριτικά στοιχεία, που αναφέρονται στην ως άνω έκθεση εκτίμησης, η οποία τυγχάνει επαρκώς τεκμηριωμένη, ενώ δεν αντικρούεται με συγκεκριμένα στοιχεία από τις ενάγουσες, οι οποίες ουδέν σχετικό αποδεικτικό στοιχείο προσκομίζουν, μη παρισταμένης ως εκ τούτου ανάγκης για διενέργεια σχετικής πραγματογνωμοσύνης. Κατά συνέπεια, η συνολική  αξία της εν λόγω παροχής ανήλθε για: α) το χρονικό διάστημα από 1-4-1995 μέχρι 31-12-1996, στο συνολικό ποσό των (21 μήνες Χ 1.088 ευρώ =) 22.848 ευρώ, β) το χρονικό διάστημα από 1-1-1997 μέχρι 28-2-2007 στο ποσό των [(122 μήνες Χ 1.090 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το με αριθμό 1 κατάστημα=132.980 ευρώ)+ (122 μήνες Χ 691 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το με αριθμό 2 κατάστημα =84302ευρώ)= 217.282 ευρώ, δηλαδή η αξία αυτής  προς τον……………………. ανήλθε στο συνολικό ποσό των (22.848 + 217.282=) 240.130 ευρώ, και γ) το χρονικό διάστημα από 1-3-2007 μέχρι 27-1-2018, για το  με αριθμό 1 κατάστημα: (10 μήνες Χ 1.092 ευρώ το μέσο μηναίο μίσθωμα για 2007 + 12 μήνες Χ (1.083 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2008 + 1.064 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2009 + 899 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2010 + 976 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2011 + 1.001 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2012 + 941 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2013 + 979 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2014 + 1.001 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2015 + 1.070 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2016 + 1.067 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2017) + 1.077 ευρώ το μίσθωμα για τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2018 =] 132.962 ευρώ, για το δε με αριθμό 2 κατάστημα: (10 μήνες Χ 693 ευρώ το μέσο μηναίο μίσθωμα για 2007 + 12 μήνες Χ (687 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2008 + 675 ευρώ το μέσο  μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2009 + 570 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2010 + 619 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2011 + 635 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2012 + 597 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2013 + 621 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2014 + 635 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2015 + 678 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2016 + 677 ευρώ το μέσο μηνιαίο μίσθωμα για το έτος 2017) + 683 ευρώ το μίσθωμα για τον μήνα Ιανουάριο του έτους 2018 =] 84.341 ευρώ. Ειδικότερα, η αξία αυτής ως προς τις ενάγουσες ανέρχεται στο ποσό των [(132.962 + 84.341) Χ 75% =] 162.977,25 ευρώ και για τις δύο ή στο ποσό των 81.488,62 ευρώ για καθεμία από αυτές, που αντιστοιχεί και στο ποσοστό της συμμετοχής τους (¾ εξ αδιαιρέτου) στην κοινωνία των κληρονόμων…………………….,  στην οποία έγινε και η παραχώρηση της χωρίς αντάλλαγμα χρήσης των εν λόγω καταστημάτων από τον κληρονομούμενο μετά τον θάνατο του υιού του. Επιπλέον,  ο διαθέτης  προέβη και σε   άλλες παροχές προς τον υιό του,……………………., και συγκεκριμένα κατά τα έτη 1995 και 1996 κατά το ξεκίνημα της λειτουργίας της επιχείρησης του τελευταίου, τον συνέδραμε οικονομικά, διότι αυτός, ηλικίας τότε μόλις 21 ετών δεν διέθετε δικά του κεφάλαια, και συγκεκριμένα κατέβαλε εξ ιδίων χρημάτων τις δαπάνες ανακαίνισης  του με αριθμό 1καταστήματος,ενόψει της στέγασης σε αυτό της έδρας της επιχείρησης του υιού του, καθώς και τα έξοδα αγοράς  του απαιτούμενου εξοπλισμού και των εμπορευμάτων, που ήταν αναγκαία για τη λειτουργία της εν λόγω επιχείρησης, που συνολικά ανήλθαν στο ποσό των 7.964.800 δραχμών ή 23.374,32 ευρώ, και όχι στο ποσό των 35.000.000 δραχμών, όπως αβάσιμα διατείνεται η εναγομένη. Αυτό προκύπτει σαφώς από τις ένορκες βεβαιώσεις των ……….. και …………, που τυγχάνουν σύζυγος της αδερφής της συζύγου του κληρονομουμένου και υιός του πρώτου εξαδέλφου του κληρονομομουμένου, αντίστοιχα, οι οποίοι πληροφορήθηκαν τα παραπάνω από τον ίδιο τον……………………., αλλά  και  από τις χειρόγραφες σημειώσεις του ιδίου του διαθέτη, στο  προσκομιζόμενο με επίκληση από την εναγόμενη ιδιόγραφο σημειωματάριο αυτού, όπου αναλύονται από τον ίδιο οι δαπάνες για τις ανωτέρω αιτίες και η χρονολογία αυτών, τη γνησιότητα των οποίων (ιδιόγραφων σημειώσεων) οι ενάγουσες δεν αρνούνται  ούτε αμφισβητούν το περιεχόμενο τους ρητώς και συγκεκριμένως. Κατά συνέπεια, και η αξία της ως άνω παροχής, που έγινε με χαριστικό χαρακτήρα από τον διαθέτη προς τον μεριδούχο υιό του πρέπει να   προστεθεί κατ’άρθρο  1831 παρ.2 ΑΚ στην πραγματική κληρονομία για τον προσδιορισμό της πλασματικής κληρονομιάς. Κατόπιν τούτου, η αξία της πλασματικής περιουσίας του διαθέτη κατά τον χρόνο θανάτου του ανερχόταν σε 95.000 ευρώ (αξία ακίνητης περιουσίας του- πραγματική αξία κληρονομίας)+ [(55.000 + 130.000 + 60.000 + 15.000 + 25.000 + 70.000 + 240.130 + 162.977,25 + 23.374,32 =)876.481,57  ευρώ, που είναι η συνολική αξία των παροχών εν ζωή του κληρονομούμενου στους νόμιμους μεριδούχους , κατά τον χρόνο που αυτές έγιναν], ενώ  δεν αποδείχθηκε ότι ο τελευταίος βαρυνόταν με χρέη ούτε οι διάδικοι ισχυρίζονται ότι κατέβαλαν έξοδα κηδείας, ώστε να αφαιρεθούν τα αντίστοιχα ποσά. Ως εκ τούτου, η αξία της νόμιμης μοίρας εκάστης των εναγουσών, που  ισούται με το μισό του ποσοστού της εξ αδιαθέτου μερίδας τους (άρθρο 1825 του ΑΚ), δηλαδή με ποσοστό (1/8 : 2 =) 1/16 επί της αυξημένης (πλασματικής) κληρονομιαίας περιουσίας μετά την αποτίμηση της κατά τα ανωτέρω (άρθρα 1813 και 1820 του ΑΚ) ανέρχεται στο ποσό των (876.481,57 Χ 1/16 =)54.780,09 ευρώ. Ωστόσο, αυτή έχει υπερκαλυφθεί από την αξία των ως άνω παροχών προς τις ενάγουσες  και τον δικαιοπάροχο αυτών, ομοίως νόμιμο μεριδούχο, πατέρα τους, συνολικού ποσού (162.977,25 + 240.130+23.374,32=) 405.441,57 ευρώ, άλλως 202.720,78 ευρώ για καθεμία από αυτές, που πρέπει να καταλογιστούν  στη νόμιμη μοίρα τους, διότι δεν προέκυψε ότι ο κληρονομούμενος όρισε διαφορετικά, όταν προέβη σε αυτές. Κατά συνέπεια, οι ενάγουσες δεν έχουν δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην καταληφθείσα κληρονομιά του διαθέτη, παππού τους  και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως, αν και με εν μέρει διάφορη αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την αιτιολογία της παρούσας,  και δεχόμενο ως  ουσιαστικά βάσιμη της προβληθείσα σχετική ένσταση της εναγόμενης απέρριψε την επικουρικώς σωρευόμενη αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας της διαθήκης, κατά το μέρος που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα των εναγουσών και την συνεχόμενη με αυτήν αναγνωριστική αγωγή για το ανίσχυρο της αποδοχής κληρονομιάς εκ μέρους της εναγομένης, δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις, και ο ερευνώμενος τρίτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Χ. Με τη διάταξη του άρθρου 206 του ΚΠολΔ, με την οποία επιδιώκεται η διασφάλιση της ευπρέπειας και κοσμιότητας κατά τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα, παρέχεται η εξουσία στο δικαστήριο, ύστερα από αίτηση ενός διαδίκου ή και αυτεπαγγέλτως χωρίς χρονικό περιορισμό, να διατάσσει να διαγραφούν από τα δικόγραφα ή τις προτάσεις των διαδίκων εξυβριστικές ή άλλες ανάρμοστες φράσεις, οι οποίες, χωρίς να είναι αναγκαίες για την προσήκουσα υπεράσπιση των συμφερόντων των διαδίκων, αποβλέπουν σε ονειδισμό και περιφρόνηση του αντιδίκου ή του δικαστηρίου. Αρμόδιο για τη διαγραφή είναι το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου απευθύνεται το δικόγραφο ή οι προτάσεις του διαδίκου, όπου διαλαμβάνονται οι επίμαχες εξυβριστικές ή άλλες ανάρμοστες φράσεις (βλ. ΑΠ 1264/2017, ΑΠ 794/2017 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ). Η απόφαση για τη διαγραφή εξυβριστικών ή ανάρμοστων φράσεων δεν αφορά τη διάγνωση ιδιωτικού δικαιώματος ούτε συνιστά επιβολή πειθούς, κατά την τεχνική του όρου έννοια, αλλά ηθική κύρωση της οποίας οι συνέπειες αντανακλούν στο πρόσωπο του πληρεξουσίου δικηγόρου, αφού εκείνος είναι ο συντάκτης του κειμένου, που οφείλει να γνωρίζει ότι η συμπεριφορά των διαδίκων οριοθετείται στα όρια της ευπρέπειας (βλ. ΕφΠατρ 555/2006 ΤρΝομΠλ ΔΣΑ). Η από τα δικαστήρια χρήση του μέτρου αυτού απαιτεί περίσκεψη, φειδώ και βαθιά εκτίμηση και αξιολόγηση των φράσεων για να κριθεί αντικειμενικά αν αυτές συγκεντρώνουν τα χαρακτηριστικά που απαιτεί ο νόμος για να μην καταλήξει σε κατασταλτική λογοκρισία. Οι υπερβολές στις εκφράσεις και οι οξείς χαρακτηρισμοί πρέπει να υποβάλλονται σε βαθιά αξιολογική έρευνα για να μην επέρχεται σύγχυση στα όρια αυτών με τους κανόνες της ευπρέπειας και της ευκοσμίας (βλ. ΕφΑθ 2180/2006 ΤρΝομΠλ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση η εφεσίβλητη στο δικόγραφο των από 19-5-2022 προτάσεων που απηύθυνε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου διέλαβε την ακόλουθη φράση στη σελ. 18-19 αυτών: «Αντίθετα, εξωφρενικά, αόριστα και ενώ το Δικαστήριο Σας αντιμετωπίζει κατ’ έφεση των αντιδίκων ένα σοβαρότατο αντικείμενο δίκης, οι αντίδικες απλά ισχυρίζονται μόνον ότι οι καταλογιστέες παροχές συνιστούσαν διατροφή, χωρίς καμμία άλλη αναφορά, πετώντας κυριολεκτικά το γάντι τόσο σε εμένα όσο και στο Δικαστήριο Σας ώστε να αποσαφηνίσει την αλήθεια και να βγάλει την άκρη». Η φράση αυτή, ακόμη και με την εκδοχή ότι δεν ήταν αναγκαία για την προσήκουσα υπεράσπιση των απόψεων της εφεσίβλητης στην ένδικη διαφορά,  δεν παραβιάζει στα πλαίσια της αντιδικίας, τα ακραία όρια του επιβαλλόμενου μέτρου ευπρέπειας και κοσμιότητας και εντεύθεν δεν είναι ανάρμοστη ούτε υβριστική κατά την έννοια του άρθρου 206 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί το αίτημα διαγραφής της, που υποβάλλεται με τις προτάσεις των εκκαλουσών.

ΧΙ. Ενόψει όλων αυτών και δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, πρέπει ν` απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη έφεση και να επιβληθούν στις εκκαλούσες τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά το νόμιμο αίτημα της τελευταίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), καθώς και να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος κατά την άσκηση της έφεσης παραβόλου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

– ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους .

-ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικώς και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της με αριθμό 895/2021 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την  εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο  του  κατατεθέντος με αριθμό …………../ 2021παραβόλου, ποσού 150 ευρώ.

-ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ το αίτημα των εκκαλουσών περί διαγραφής ανάρμοστης φράσης από το δικόγραφο των από 19- 5-2022  προτάσεων  της εφεσίβλητης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.

-ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των  εκκαλουσών τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  εξακοσίων (600) ευρώ .

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 6η Ιουλίου 2022  και δημοσιεύθηκε στις 8 Αυγούστου 2022 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

    Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ