Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 410/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Αριθμός  απόφασης :   410/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.

ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ : 1) …………., κα 2) …………  από τους οποίους ο πρώτος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας του Δικηγόρου   Κατίνας Λάππα και η δεύτερη εκπροσωπήθηκε από΄την ίδια πληρεξούσια Δικηγόρο.

ΤΗΣ ΚΑΘ΄ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ : Της ανώνυμης εταιρίας ……………….. η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Γαρυφαλλιάς Γιαννακούρου.

Οι αιτούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς  Εφετείου Πειραιώς  την από 17.6.2022   και με αρ. κατάθεσης …………../2022  αίτησή της για την αναστολή της εκτέλεσης.

Δικάσιμος για την εκδίκαση της ως άνω αίτησης ορίσθηκε η 27η Ιουνίου  2022.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο.

Οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι αιτούντες ζητούν με την αίτησή τους όπως αυτή εκτιμάται,   να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος τους, δυνάμει της οποίας έχει ορισθεί ηλεκτρονικός πλειστηριασμός των αναφερόμενων 3 οριζοντίων ιδιοκτησιών  ιδιοκτησίας της δεύτερης των αιτούντων την 7.7.2022, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της υπ’ αριθ. εκθ. κατάθεσης  …………../2022 έφεσης, που νομότυπα και εμπρόθεσμα άσκησαν κατά της υπ` αριθ. 1809/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως εισάγεται, για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθ. 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ), κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 686 επ. Κ.Πολ.Δ). Έχει δε ασκηθεί παραδεκτά δεδομένου ότι η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (προ πάσης επιδόσεως), ενώ η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε την 27.6.2022, ήτοι εντός πέντε εργάσιμων ημερών πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού (7.7.2022, άρθ. 937 παρ. 1 περ.β΄ Κ.Πολ.Δ). Απορριπτέο, όμως, ως μη νόμιμο κρίνεται το παρεπόμενο αίτημα περί καταδίκης της καθ’ ης η αίτηση στα δικαστικά έξοδα  των αιτούντων, διότι, κατ’ άρθρ. 84 παρ. 2 Κωδ.Δικ., σε αποφάσεις που εκδίδονται για αιτήσεις χορήγησης αναστολής, τα έξοδα και η αμοιβή του δικηγόρου του καθ’ ού επιδικάζονται πάντοτε σε βάρος της αιτούσας. Πρέπει, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Από τα προσκομιζόμενα έγγραφα πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα:  Σε εκτέλεση  της  από 18-11-2021 επιταγής προς πληρωμή κάτω από  το  πρώτο εκτελεστό απόγραφο της υπ’ αρ. ……/2012 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά των αιτούντων   και της ομόρρυθμης εταιρείας  με την επωνυμία «…………» και   της ……………..  προς ικανοποίηση απαίτησης  της Τράπεζας «………………..», που απορρέει  από την υπ’ αριθ. …………../08-07-2002 σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό   συνολικού 39.262,57 €, πλέον τόκων και εξόδων, επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει της υπ’ ……./3-12-2021 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του Δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά ………..,  σε 4 ακίνητα ιδιοκτησίας της πρώτης αιτούσας  το  (Ι-1 κατάστημα, Α-1 διαμέρισμα, Β-1 διαμέρισμα και Γ-1 μελλοντικό διαμέρισμα) κειμένων στο Πέραμα Αττικής (………)  και ορίστηκε ηλεκτρονικός πλειστηριασμός  για τις 7.7.2022 ενώπιον της συμβολαιογράφου   Πειραιώς ……… Με τη με αριθ.καταθ. ………./2021  ανακοπή τους , ζήτησαν  για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους την ακύρωση της επισπευδόμενης σε βάρος τους αναγκαστικής εκτέλεσης, επί της οποίας  εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 1809/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή και περιόρισε την κατάσχεση στα 3 ακίνητα (Ι-1 κατάστημα, Α-1 διαμέρισμα και Γ-1 μελλοντικό διαμέρισμα). Κατά της τελευταίας  απόφασης η αιτούσα άσκησε την προαναφερόμενη έφεσή της και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτή (έφεση) λόγους, επικαλούμενη πλημμελή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή της.  Εξάλλου στο παρόν Δικαστήριο παραστάθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας εταιρία, ως ειδικής διάδοχος, της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………..» (πρώην με την επωνυμία «……………»).

Όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου  924 του ΚΠολΔ  η επιταγή, με την οποία αρχίζει η αναγκαστική εκτέλεση, πρέπει να περιέχει σύντομη μνεία του ποσού που οφείλεται, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται το ιστορικό κάθε κονδυλίου. Ειδικότερα, αρκεί να προκύπτει από την επιταγή η αιτία της απαίτησης, η οποία κατ’ αρχήν θα προκύπτει από το αντίγραφο του τίτλου, κάτω από το οποίο γράφεται η επιταγή, καθώς και η οφειλή κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Εφόσον έχει γίνει ο διαχωρισμός αυτός, η επιταγή παρουσιάζει πληρότητα και απόκειται στον οφειλέτη να ισχυρισθεί και να αποδείξει την απόσβεση της απαίτησης ή την ανακρίβεια των κονδυλίων ή τον εσφαλμένο υπολογισμό ή το παράνομο των τόκων. Επίσης, ούτε ο τρόπος υπολογισμού των οφειλομένων τόκων, αλλά ούτε και το ποσό αυτών χρειάζεται να αναφέρεται στην επιταγή, αφού το μεν ποσοστό του τόκου ορίζεται από το νόμο, το δε ποσό των τόκων που θα καταβληθεί, μπορεί να βρεθεί με απλό μαθηματικό υπολογισμό βάσει του ποσοστού αυτού και του χρονικού διαστήματος που θα έχει παρέλθει μέχρι της ημερομηνίας εξόφλησης της επιταγής. Αν η επιταγή δεν περιέχει τα ως άνω στοιχεία, επέρχεται ακυρότητα που κηρύσσεται από το δικαστήριο, εφόσον κατά την κρίση του προκαλείται από την αοριστία της επιταγής στον οφειλέτη δικονομική βλάβη που δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλο τρόπο παρά με την κήρυξη της ακυρότητας (βλ. ΑΠ 474/1999, ΕλλΔ/νη 4180, ΑΠ 194/1995, ΕλλΔ/νη 37·72/1995, ΕλλΔ/νη 1995/101, ΑΠ 1303/1988, ΕΕΝ 1989/660,  ΕφΠατρ 21/2021). Εξάλλου, η αναφορά του είδους των τόκων σε συσχετισμό με το κεφάλαιο και το χρονικό διάστημα είναι αρκετή, ώστε ο οφειλέτης να είναι σε θέση να παρακολουθήσει και αντιληφθεί τα περιστατικά στα οποία θεμελιώνεται η οφειλή, ώστε να μπορεί να τα ελέγξει και να αντιτάξει την άμυνά του (ΑΠ 72/1995 ΕλλΔνη 38.585).  Εξάλλου, η επιδίκαση της απαιτήσεως με διαταγή πληρωμής και μάλιστα εντόκως από την επίδοσή της αποτελεί τίτλο εκτελεστό μόνο για το κεφάλαιο που επιδικάσθηκε και τους αντίστοιχους δικονομικούς τόκους, όχι δε και για τους τόκους επί των τόκων αυτών, εκτός αν αυτοί  έχουν επιδικασθεί.  Τούτο είναι απόρροια της διατάξεως του άρθρου 916 ΚΠολΔ που ορίζει ότι από τον εκτελεστό τίτλο πρέπει να προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής. Η επιδίκαση όμως νόμιμων τόκων  δεν αποκλείει τον περαιτέρω εκτοκισμό τους, ο οποίος μπορεί να γίνει υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η διάταξη του άρθρου 296 § 1 Α.Κ,  και της διάταξης του άρθρου 12 του  ν. 2601/1998. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 585 §  2  ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4335/2015 «το έγγραφο της ανακοπής πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 έως 120, και τους λόγους της. Νέοι λόγοι μπορούν να προταθούν μόνο με πρόσθετο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή………» Από την τελευταία διάταξη, που εφαρμόζεται και επί ανακοπών  του άρθρου 933 ΚΠολΔ προκύπτει ότι  νέοι λόγοι ανακοπής, μη περιεχόμενοι στο δικόγραφο της ανακοπής, δεν επιτρέπεται να προταθούν  από τον ανακόπτοντα για πρώτη φορά με  τις έγγραφες προτάσεις του ανακόπτοντος της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας δίκης, ή με το δικόγραφο της έφεσής του κατά της απόφασης που απέρριψε την ανακοπή, ακόμη και αν οι λόγοι αυτοί αφορούν ισχυρισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 269 και 527 του ΚΠολΔ (και ήδη μετά το ν. 4335/2015 μόνο η τελευταία),  διότι έναντι των τελευταίων αυτών γενικών διατάξεων κατισχύει, λόγω της ειδικότητάς της (ΑΠ 99/2020, ΑΠ 5/2018,  ΑΠ 111/2015, ΑΠ  1287/2012 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 440/2012,  ΕφΠειρ 153/2021 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=7067, ΕφΠειρ 234/2014  ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 328/2013, ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2014.234 ΕφΠειρ (Μον) 507/2014 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).

Στην  προκείμενη περίπτωση  με τους 1ο – 6ο  και 9ο  λόγους εφέσεως, οι αιτούντες επαναφέρουν τον   1ο λόγο της ανακοπής τους  και ισχυρίζονται τα εξής : Με την επιταγή προς πληρωμή παράνομα επιτάσσει η καθ΄ής η ανακοπή την καταβολή του συνολικού ποσού  155.482,21 €, το οποίο είναι τελείως αόριστο, καθώς έχουν συμπεριληφθεί τόκοι από ανατοκισμό,  χωρίς ανάλυση των επιμέρους κονδυλίων,  δεδομένου ότι  δεν προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού αυτών και δεν μπορεί να εξαχθεί ποιό ποσό από το επιτασσόμενο των 155.482,21 € αφορά κεφαλαιοποιημένους τόκους, το δε κεφάλαιο έχει υπερτριπλασιαθεί κατά παράβαση του ν. 3259/2004. Ότι η διαταγή πληρωμής δεν έχει επιδικάσει  κανένα σχετικό κονδύλιο από ανατοκισμό, ώστε αυθαίρετα η καθ΄ής  η ανακοπή με την ανακοπτόμενη επιταγή ζητά την καταβολή του άνω ποσού (1ος λόγος έφεσης).  Ότι στο  επιτασσόμενο ποσό οι τόκοι έχουν υπολογισθεί με έτος 360 ημερών, το οποίο προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας του άρθρου 2 παρ. 6 του ν. 2251/1994 (5ος λόγος).  Ο λόγος κατά το μέρος που αναφέρεται στην εφαρμογή του ν 3259/2004 περί επαναρρύθμισης της οφειλής είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθώς  δεν επικαλούνται οι ανακόπτοντες την υποβολή αίτησης έως την 31.10.2004 για την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 59 του άνω νόμου. Εξάλλου ο λόγος αυτός περί αοριστίας της επιταγής, που βάλλει κατά του κύρους της ως άνω πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης, είναι μη νόμιμος, διότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, για το έγκυρο της επιταγής προς πληρωμή αρκεί ο διαχωρισμός της απαίτησης κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, χωρίς να απαιτείται περαιτέρω, για το κύρος της, η αναφορά του ποσοστού του τόκου, αφού αυτό ορίζεται από το νόμο και τη σύμβαση, αλλά ούτε και το ποσό του τόκου που θα καταβληθεί, εφόσον τούτο μπορεί να βρεθεί με απλό μαθηματικό υπολογισμό, βάσει του ποσοστού του και του χρονικού διαστήματος, που θα παρέλθει μέχρι την ημερομηνία εξόφλησης της επιταγής προς πληρωμή (EφΛαρ 233/2019 ΤΝΠ ΔΣΑ). Εφόσον δε έχει γίνει ο διαχωρισμός αυτός αυτή παρουσιάζει πληρότητα και εναπόκειται στον οφειλέτη να ισχυρισθεί και να αποδείξει την ανακρίβεια των κονδυλίων ή τον εσφαλμένο υπολογισμό ή το παράνομο των6 τόκων. Σημειωτέον ότι την επίδικη επιταγή προς πληρωμή,  αναφέρονται τα εξής, όπως επικαλούνται οι ανακόπτοντες : για επιδικασθέν κεφάλαιο  39.266,57 €, με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας που υπερβαίνει το ενήμερο συμβατικό επιτόκιο (10,75 %) κατά 2,5 % των τόκων τούτων κεφαλαιοποιουμένων και ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο, το οποίο διαμορφώνεται στις 11.11.2021 σε  155.482,21 €. Με αυτά τα δεδομένα η ανακοπτόμενη επιταγή ως προς το κεφάλαιο, το εφαρμοστέο επιτόκιο  (συμβατικό υπερημερίας) που καθορίζεται επακριβώς, περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία,   ο δε υπολογισμός των τόκων  γίνεται βάσει του κεφαλαίου και του άνω επιτοκίου με μαθηματικό υπολογισμό. Αναφέρεται επίσης ότι  οι τόκοι  ανατοκίζονται και κεφαλαιοποιούνται ανά εξάμηνο,  η εξεύρεση των οποίων τόκων γίνεται επίσης με μαθηματικό υπολογισμό. Οι αιτούντες με τον 1ο λόγο της έφεσής τους (συμπληρώνοντας τον λόγο της ανακοπής τους) υποστηρίζουν ότι η διαταγή πληρωμής δεν  έχει επιδικάσει κονδύλιο τόκων εξ ανατοκισμού, το οποίο είναι εσφαλμένο. ¨Όμως, όπως προκύπτει από το διατακτικό της διαταγής πληρωμής, υποχρεώνονται οι ανακόπτοντες να καταβάλουν το ποσό των 39.266,57 6€,  νομιμότοκα από την 1.1.2011 με το συμβατικό επιτόκιο και από την 10.6.2011 με συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας, των τόκων τούτων κεφαλαιοποιούμενων και ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο,   δηλαδή επιδικάζονται ρητώς τόκοι τόκων μετά την 1.1.2011 ανά εξάμηνο, χωρίς να χρειάζεται να αναφέρεται συγκεκριμένο κονδύλιο, αφού αφορά το χρόνο μετά την έκδοση της διαταγής πληρωμής. Εξάλλου  ο λόγος ανακοπής που αναφέρεται στη χρήση έτους 360 ημερών και όχι 365 ημερών είναι απαράδεκτος, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, καθώς δεν έχει προβληθεί με το δικόγραφο της ανακοπής, αλλά προβάλλεται για πρώτη φορά με το δικόγραφο της έφεσης.

Οι ανακόπτοντες στον 7ο λόγος της έφεσής τους  προβάλλουν ένσταση παραγραφής του κονδυλίου των τόκων, ετών 2011, 2012, 2013, 2014 και 2015 αναφέροντας τα ποσά αυτών, με έναρξη το τέλος του έτους.  Όμως και ο άνω λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ομοίως  ως απαράδεκτος, αφού προβάλλεται για πρώτη φορά με το δικόγραφο της έφεσης.

Οι αιτούντες στον  10 λόγος της έφεσής τους επαναφέρουν τον 3ο λόγος της ανακοπής τους ισχυριζόμενοι ότι  δεν είναι νόμιμος ο ανατοκισμός της εισφοράς του ν. 128/1975 στην προέβαινε η καθ΄ής κάθε φορά που χρέωνε τόκους πάσης φύσεως, το οποιό γινόταν σε εξαμηνιαία βάση. ο λόγος όμως αυτός είναι προεχόντως  αόριστος, αφού οι αιτούντες αμφισβητεί απλώς το ύψος της απαίτησης, χωρίς να προσβάλλει κανένα συγκεκριμένο κονδύλιο του λογαριασμού προσδιορίζοντας τα συγκεκριμένα ποσά, με τα οποία επιβαρύνθηκε από τον, παράνομο κατά την άποψή του, ανατοκισμό της εισφοράς του ν. 128/1975, ώστε να κριθεί η βασιμότητα του εν λόγω ισχυρισμού του και το νόμιμο ύψος της οφειλής τους, όπως αυτό θα ήταν αν δεν είχε λάβει χώρα ο εν λόγω ανατοκισμός. Εκτός όμως τούτων  όπως εκτέθηκε ήδη  το ποσό της εισφοράς του Ν. 128/1975 ως μέρος του ετήσιου πραγματικού επιτοκίου νόμιμα μπορεί να ανατοκίζεται (ΑΠ 368/2019, ΑΠ  999/2019, ΜΕφΘεσ 2256/2018, ΜΕφΘεσ  1224/2017,  ΜΕφΘεσ1635/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ. 4424/2012 ο.π.,ΕφΘεσ 16/2016, ΕλλΔνη 2016, 1415, ΕφΑθ 4424/2009, ΕλλΔνη 2011, 875, ΠΠρΘεσ 16258/2013, Αρμ. 2014,1171,  Σ. Ψυχομάνη άρθρο «Τα τραπεζικά επιτόκια», ΝοΒ. 1995.16-17).

Κατόπιν των παραπάνω κι αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, δεν  πιθανολογήθηκε η ευδοκίμηση  της έφεσης, ώστε η  αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθής η αίτηση πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των αιτούντων, λόγω της ήττας του, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήμα¬τος (άρθρο 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την αίτηση με την παρουσία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της καθ ής σε βάρος του αιτούντων  τα οποία  ορίζει σε διακόσια (200) ευρώ .

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την    4.7.2022.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ