Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 343/2022

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 343/2022

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 2ο

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Ισιδώρα Πόγκα, Πρόεδρο Εφετών, Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη και Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη – Εισηγήτρια και από την Γραμματέα ……………..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

(Α)Των εκκαλούντων – εναγόντων: 1) ………… 2) ………… και 3) ……………, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Βασιλική Κεφαλοπούλου (ΑΜ ………… Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

Των εφεσίβλητων – εναγόμενων: 1)   ……………..και 2) …………….,από τους οποίους ο πρώτος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Φωτεινή Παπαθεοδώρου (ΑΜ …. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών) και ο δεύτερος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανθούλα Αθανασάκη (ΑΜ …. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

(Β) Των καλούντων – εφεσίβλητωνεναγόντων: 1) …….., 2) …….. και 3) …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Βασιλική Κεφαλοπούλου (ΑΜ ……. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

Των καθ’ ων η κλήση:1) ………… και 2) …………., από τους οποίους ο πρώτος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Φωτεινή Παπαθεοδώρου (ΑΜ …. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών), ενώ ο δεύτερος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 17.10.2017 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …./2017 και ειδικό …../2017 αγωγή τους, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 4704/2018 απόφασή του, κήρυξε εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλην και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1312/2020 απόφασή του, απέρριψε την αγωγή ως προς τον δεύτερο εναγόμενο και έκανε αυτή εν μέρει δεκτή ως προς τον πρώτο εναγόμενο. Την απόφαση αυτή εκκαλούν: (Α) Οι εκκαλούντες – ενάγοντες με την από 29.06.2020 έφεσή τους που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./29.06.2020 και ειδικό …../29.06.2020 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./14.07.2020 και ειδικό …./14.07.2020, για τη δικάσιμο της 13.01.2022 και μετά από αναβολή για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο, και (Β) Ο εκκαλών – πρώτος εναγόμενος με την από 27.12.2021 έφεσή του που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./30.12.2021 και ειδικό …../30.12.2021, προσδιορίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …../30.12.2021 και ειδικό …../30.12.2021, για τη δικάσιμο της 27.04.2023 και γράφτηκε στο πινάκιο. Ήδη, η από 27.12.2021 έφεση φέρεται προς συζήτηση με την από 11.02.2022 κλήση των εφεσίβλητων – εναγόντων που κατατέθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό γενικό ……/11.02.2022 και ειδικό ……/11.02.2022 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν δηλώσεις κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη διάταξη του άρθρου 246 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων εκκρεμών ενώπιον του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων (βλ. ΑΠ 876/1996 ΕλλΔνη 1996. 1562, ΕφΑθ 2527/2009 ΕλλΔνη 2011. 200). Στην προκειμένη περίπτωση, φέρονται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου η από 29.06.2020 υπό στοιχείο Α’ έφεση των εκκαλούντων – εναγόντων και η από 27.12.2021 υπό στοιχείο Β’ έφεση του εκκαλούντος – πρώτου εναγόμενου, κατά της υπ’ αριθ. 1312/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε κατά την τακτική διαδικασία, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, αφού στρέφονται κατά της ίδιας απόφασης και αναφέρονται στο ίδιο βιοτικό συμβάν, και, επιπρόσθετα, διότι με αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων κατ’ άρθρο 246 του ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι η από 27.12.2021 υπό στοιχείο Β’ έφεση του εκκαλούντος – πρώτου εναγόμενου που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …../30.12.2021 και ειδικό …./30.12.2021 και προσδιορίστηκε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης γενικό …./30.12.2021 και ειδικό …../30.12.2021, για τη δικάσιμο της 27.04.2023, φέρεται προς συζήτηση με την από 11.02.2022 κλήση των καλούντων – εφεσίβλητων – εναγόντων που κατατέθηκε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό γενικό …./11.02.2022 και ειδικό …./11.02.2022 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η οποία, όμως, απαραδέκτως στρέφεται κατά του δεύτερου των καθ’ ων η κλήση, …………., δεύτερου εναγόμενου, ο οποίος δεν υπήρξε διάδικος στην εν λόγω έφεση που ασκήθηκε μόνο από τον έχοντα έννομο συμφέρον, εν μέρει ηττηθέντα, εκκαλούντα – πρώτο εναγόμενο, και ο οποίος πρέπει να δικασθεί ερήμην, αφού δεν παραστάθηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, αν και κλήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως (βλ. την υπ’ αριθ. ………../14.02.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….).

Οι ένδικες υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 1312/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία απορρίφθηκε ως προς τον δεύτερο εναγόμενο και έγινε εν μέρει δεκτή ως προς τον πρώτο εναγόμενο η από 17.10.2017 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ……/2017 και ειδικό …./2017 αγωγή, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την 01.01.2016), εφόσον δεν προκύπτει από τα έγγραφα που προσκομίζονται, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει χωρήσει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, η μεν κρινόμενη υπό στοιχείο Α’ από 29.06.2020 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 29.06.2020, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …../29.06.2020 και ειδικό …../29.06.2020 της γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, η δε κρινόμενη υπό στοιχείο Β’ από 27.12.2021 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 30.12.2021, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …./30.12.2021 και ειδικό ……/30.12.2021, ήτοι εντός της προθεσμίας των δύο ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης την 15.04.2020.

Επομένως, πρέπει οι υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξεταστεί στη συνέχεια το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό των εφέσεων έχουν κατατεθεί από τους εκκαλούντες – ενάγοντες και από τον εκκαλούντα –πρώτο εναγόμενο τα παράβολα των 150,00 ευρώ, που προβλέπονται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.

Οι ενάγοντες στην από 17.10.2017 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ……./2017 και ειδικό ………./2017 αγωγή τους, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο με την με την υπ’ αριθ. 4704/2018 απόφασή του, κήρυξε εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλην και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, εξέθεταν ότι η πρώτη ενάγουσα, ο αδελφός της ……….., ο ανιψιός της …………. και ο πατέρας της ………….. τυγχάνουν συνιδιοκτήτες των οριζόντιων ιδιοκτησιών της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Κερατσίνι Αττικής επί της οδού ………., και ειδικότερα ότι η πρώτη ενάγουσα έχει την κυριότητα του υπό στοιχεία Β-1 διαμερίσματος – οριζόντιας ιδιοκτησίας του δευτέρου ορόφου, ο ………… και ο …………. έχουν το δικαίωμα επικαρπίας και ψιλής κυριότητας, αντίστοιχα, του υπό στοιχεία Α-1 διαμερίσματος – οριζόντιας ιδιοκτησίας του ισογείου και ο ………… έχει την κυριότητα του διαμερίσματος – οριζόντιας ιδιοκτησίας του πρώτου ορόφου, ότι κατά το έτος 2012, ο ………….., επικαρπωτής του υπό στοιχείο Α-1 διαμερίσματος του ισογείου, ανέθεσε στον πρώτο εναγόμενο, μηχανολόγο μηχανικό, και στον δεύτερο εναγόμενο, εγκαταστάτη λεβήτων φυσικού αερίου, την εγκατάσταση λέβητα φυσικού αερίου στο ως άνω διαμέρισμα του ισογείου, ότι ο δεύτερος εναγόμενος, σε εκτέλεση αυτής της εντολής, ανέλαβε την εγκατάσταση λέβητα φυσικού αερίου στο εν λόγω διαμέρισμα, με την επιμέλεια και την εποπτεία του πρώτου εναγόμενου, ο οποίος κατέθεσε την από 28.06.2012 μελέτη εσωτερικής εγκατάστασης φυσικού αερίου και κάτοψη του ισογείου ορόφου στην Εταιρεία Παροχής Φυσικού Αερίου Αττικής Α.Ε., η οποία και εγκρίθηκε από την τελευταία την 19.10.2012, ότι ο πρώτος εναγόμενος, κατά τη σύνταξη της ανωτέρω μελέτης απέκρυψε με δόλο, αν και γνώριζε, την ύπαρξη της κοινόχρηστης κολώνας στο εν λόγω κτίριο, υπό στοιχείο Κ15, που εμφαινόταν στην υπ’ αριθ. ………../1972 οικοδομική άδεια και στο από Σεπτεμβρίου 1972 σχέδιο του ξυλοτύπου ισογείου, ότι την 02.11.2012, ο δεύτερος εναγόμενος προέβη στις εργασίες εγκατάστασης λέβητα φυσικού αερίου, κατά τις οποίες άνοιξε οπές στην ως άνω κοινόχρηστη κολώνα Κ15, εν γνώσει του ότι προκαλούσε οπές σε κοινόχρηστη κολώνα, και παρά τις αντιδράσεις της πρώτης ενάγουσας, η οποία κάλεσε την Άμεση Δράση, ότι ο δεύτερος εναγόμενος αρνήθηκε να τερματίσει τις σχετικές εργασίες, αν και του γνωστοποιήθηκε από την πρώτη ενάγουσα η ύπαρξη της ανωτέρω κοινόχρηστης κολώνας, και συνέχισε αυτές, αφού έλαβε τηλεφωνική έγκριση από τον εποπτεύοντα μηχανικό πρώτο εναγόμενο και κατόπιν συναίνεσης του αδελφού της πρώτης ενάγουσας . ……………….., μέσω της συζύγου του …………, αλλά και του πατέρα της πρώτης ενάγουσας . ……………….., ότι η πρώτη ενάγουσα προέβη σε καταγγελίες στην Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας και ακολούθως εκδόθηκε η υπ’ αριθ. …../2014 έκθεση επικινδύνου από άποψη στατικής και δομικής, σύμφωνα με την οποία, σε συνέχεια αυτοψίας που διενεργήθηκε στην οικοδομή την 17.09.2014 από αρμόδια υπάλληλο, διαπιστώθηκε ότι είχε διανοιχθεί διαμπερής οπή διαμέτρου περίπου 10 εκ. σε ύψος περί τα 2,5 μ. από το δάπεδο του ισογείου και άλλη οπή διαμέτρου 3 εκ. στο γωνιακό υποστύλωμα Κ15 της οικοδομής, η οποία(διάνοιξη) είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της μάζας του υποστυλώματος και της ακαμψίας αυτού, και ότι ως εκ τούτου κρινόταν ανεπαρκής η αντοχή του εν λόγω υποστυλώματος με συνέπειες και στην αντοχή της οικοδομής, η οποία ήταν επικίνδυνη από άποψη στατική, και ότι προκειμένου να αρθεί ο κίνδυνος έπρεπε οι ιδιοκτήτες της οικοδομής να προβούν στην επισκευή των δομικών στοιχείων που παρουσίαζαν βλάβη, κατόπιν υποβολής στην Υπηρεσία μελέτης επισκευής και δήλωσης ανάληψης και ανάθεσης μελέτης και επίβλεψης, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της έκθεσης, ότι λόγω της επικινδυνότητας της οικοδομής, η Εταιρεία Παροχής Φυσικού Αερίου Αττικής Α.Ε. διέκοψε την παροχή φυσικού αερίου στο ως άνω διαμέρισμα μέχρι την αποκατάσταση της ζημίας, ότι ο πρώτος εναγόμενος ως μελετητής και επιβλέπων μηχανικός και ο δεύτερος εναγόμενος ως εγκαταστάτης, παραβίασαν τόσο τις διατάξεις του Ελληνικού Αντισεισμικού Κανονισμού, όσο και του Κανονισμού Εσωτερικών Εγκαταστάσεων Φυσικού Αερίου με πίεση λειτουργίας έως και 500mbar, σύμφωνα με τις οποίες απαγορεύεται η διέλευση κάθε είδους σωληνώσεων από τα φέροντα και ειδικά από τα κατακόρυφα φέροντα στοιχεία του κτιρίου, ταυτόχρονα δε με τη διάνοιξη των εν λόγω οπών και την εν γένει επέμβαση στον φέροντα οργανισμό του κτιρίου, χωρίς αυτή να έχει προβλεφθεί από σχετική μελέτη, κατέστησαν την οικοδομή, εκτός από επικίνδυνη, και αυθαίρετη κατ’ άρθρο 4 παρ. 5 του Ν. 4067/2012 «Νέος Οικοδομικός Κανονισμός», ότι ο εντολέας των εναγόμενων, …………, αρνήθηκε να αποκαταστήσει την προκληθείσα ζημία στο Κ15 υποστύλωμα της οικοδομής, παρότι υποχρεώθηκε προς τούτο, δυνάμει της υπ’ αριθ. 269/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 327/2016 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς που απέρριψε την έφεση κατ’ αυτής, ότι, παρά τις συνεχείς οχλήσεις της πρώτης ενάγουσας προς τον……………….., αλλά και προς τους εναγόμενους, προκειμένου να αποκαταστήσουν τη ζημία που παράνομα και υπαίτια προξένησαν στην ανωτέρω κοινόχρηστη κολώνα του ισογείου και στην οικοδομή συνολικά, αυτοί κώφευσαν, ότι λόγω της μη αποκατάστασης της ζημίας εντός της δίμηνης προθεσμίας που προέβλεπε η υπ’ αριθ. …../2014 έκθεση επικινδύνου, κοινοποιήθηκε στην πρώτη ενάγουσα το υπ’ αρ. πρωτ. …./23.09.2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, δυνάμει του οποίου ζητήθηκε από όλους τους συνιδιοκτήτες της ανωτέρω πολυκατοικίας να προβούν σε αναγκαστική εκκένωση και αχρησία των χώρων αυτής, κατ’ άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. της 13.04.1929, μέχρι να αρθεί ο κίνδυνος που περιγράφεται στην έκθεση επικινδύνου, η οποία κατέστη τελεσίδικη, ότι λόγω της μη αποκατάστασης της ζημίας στην κοινόχρηστη κολώνα Κ15, ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά όλων των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας για το αδίκημα της κοινώς επικίνδυνης βλάβης από αμέλεια από την οποία μπορούσε να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο και παραπέμφθηκαν αυτοί να δικασθούν ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, ότι εξαιτίας της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας (με δόλο) πράξης του   ……………….., ο οποίος έδωσε την εντολή διενέργειας των εργασιών εγκατάστασης λέβητα φυσικού αερίου, αλλά και του δεύτερου εναγόμενου, ο οποίος προέβη στην παράνομη εγκατάσταση, εν γνώσει της παρανομίας αυτής, καθώς και του πρώτου εναγόμενου, ο οποίος απέκρυψε με δόλο από τα σχέδια και τη μελέτη την κοινόχρηστη κολώνα Κ15, υπέστησαν ζημία τόσο η κοινόχρηστη κολώνα, όσο και η οικοδομή εν γένει, αφού αυτή έχει καταστεί ετοιμόρροπη, επικίνδυνη και αυθαίρετη, ότι για την αποκατάσταση της ζημίας της οικοδομής θα πρέπει να εξευρεθεί το πλήρες εύρος αυτής, με ειδικά προς τούτο μηχανήματα (υπερήχων ή κρουσιμέτρησης και σκάνερ), να γίνει εκ νέου στατική μελέτη, ώστε να αποκατασταθεί πλήρως και ορθώς η ζημία κατά τις επιταγές της επιστήμης και της τέχνης από συνεργείο που θα εγκρίνουν όλοι οι συνιδιοκτήτες της πολυκατοικίας, ότι συνεπεία της ανωτέρω παράνομης και υπαίτιας πράξης των εναγόμενων και της προκληθείσας εξ αυτής ζημίας στην οικοδομή, η πρώτη ενάγουσα υπέστη ηθική βλάβη, καθόσον αφενός κατέστη κατηγορούμενη, αφετέρου αναγκάστηκε να εκκενώσει την οικία της που αποτελούσε την οικογενειακή στέγη αυτής και του συζύγου και υιού της, δεύτερου και τρίτου των εναγόντων, υπό συνθήκες άγχους για την επιβίωση της οικογένειάς της, αφού δεν διαθέτουν άλλο ακίνητο, ούτε χρήματα για μίσθωση άλλης οικίας, ότι ο δεύτερος και ο τρίτος των εναγόντων έχουν επίσης υποστεί ηθική βλάβη, καθόσον κινδυνεύουν να απωλέσουν την οικογενειακή τους στέγη και διακατέχονται από συναισθήματα πανικού, άγχους και θλίψης. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησαν, όπως παραδεκτώς κατ’ άρθρα 223 και 224 του ΚΠολΔ, περιορίσθηκαν τα αγωγικά αιτήματα από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά, με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου τους στις εμπροθέσμως κατατεθείσες προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αποκαταστήσουν τη ζημία στην κοινόχρηστη κολώνα Κ15 με δικά τους αποκλειστικά έξοδα και με τον ενδεδειγμένο τρόπο, ήτοι με εξεύρεση επακριβώς του εύρους της ζημίας με χρήση υπερήχων και σκάνερ, προκειμένου να εντοπιστεί αν έχει κοπεί σιδηρούν οπλισμός της κολώνας και πόσο έχει μειωθεί η μάζα του υποστυλώματος, προβαίνοντας περαιτέρω σε στατική μελέτη και ορθή και ενδεδειγμένη αποκατάσταση της ζημίας, με την έγκριση, συναίνεση και επίβλεψη των συνεργείων από μηχανικό επιλογής της πρώτης ενάγουσας ως συνιδιοκτήτριας, απεγκαθιστώντας, με δικά τους έξοδα, και τη σωλήνωση φυσικού αερίου από την κοινόχρηστη κολώνα Κ15 του ισογείου, με την απειλή εναντίον των εναγόμενων χρηματικής ποινής ύψους 200,00 ευρώ και προσωπικής κράτησης, για κάθε ημέρα που δεν αποκαθιστούν την προκληθείσα ως άνω ζημία, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγόμενων να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας,  ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτοί υπέστησαν από την προαναφερόμενη αδικοπρακτική σε βάρος τους συμπεριφορά τους, το ποσό των 50.000,00 ευρώ στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των 10.000,00 ευρώ στον δεύτερο ενάγοντα και το ποσό των 10.000,00 ευρώ στον τρίτο ενάγοντα, τα ποσά δε αυτά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1312/2020 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή απαράδεκτη λόγω αοριστίας ως προς το πρώτο αγωγικό αίτημα αποζημίωσης υπό τη μορφή της αυτούσιας (in natura) αποκατάστασης της ζημίας και το συνεχόμενο με αυτό αίτημα περί απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης, αλλά και απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης ως προς τον δεύτερο και τον τρίτο των εναγόντων, οι οποίοι δεν τυγχάνουν συγκύριοι στην κοινόχρηστη κολώνα Κ15, και αφού έκρινε ότι το αγωγικό αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης είναι παραδεκτό και νόμιμο μόνο κατά το μέρος του που αφορά στην προσβολή του δικαιώματος των εναγόντων στην οικογενειακή τους γαλήνη και στην ασφαλή διαβίωση εντός της οικογενειακής τους στέγης που αποτελούν εκφάνσεις της προσωπικότητάς τους, και όχι κατά το μέρος του που αφορά στην επέλευση περιουσιακής ζημίας, ούτε κατά το μέρος του που συνδέεται με την άπρακτη παρέλευση της τεθείσας από την αρμόδια υπηρεσία της πολεοδομίας προθεσμίας για την εξάλειψη του κινδύνου στατικότητας της οικοδομής με την αποκατάσταση της βλάβης στην κοινόχρηστη κολώνα Κ15, στη συνέχεια απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς τον δεύτερο εναγόμενο και έκανε αυτή εν μέρει δεκτή  ως και ουσιαστικά βάσιμη ως προς τον πρώτο εναγόμενο και αναγνώρισε την υποχρέωση αυτού να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων το ποσό των 500,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής τους βλάβης, ενώ συμψήφισε τη δικαστική δαπάνη, στο σύνολό της, μεταξύ των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται:(Α) Οι εκκαλούντες – ενάγοντες με την από 29.06.2020 έφεσή τους και (Β) ο εκκαλών – πρώτος εναγόμενος με την από 27.12.2021 έφεσή του, για τους περιεχόμενους στις εφέσεις λόγους, που ανάγονται σε κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της προκειμένου, οι μεν εκκαλούντες – ενάγοντες της υπό στοιχείο Α’ από 29.06.2020 έφεσης να γίνει δεκτή η αγωγή τους στο σύνολό της, ο δε εκκαλών – πρώτος εναγόμενος της υπό στοιχείο Β’ από 27.12.2021 έφεσης να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή.

Με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59 του ΑΚ προστατεύεται η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος (ΑΠ 1735/2009 ΝΟΜΟΣ), αποτελεί δε η προσωπικότητα πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επί μέρους εκδηλώσεις – εκφάνσεις (πλευρές) του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας, ενώ η προσβολή της προσωπικότητας, σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές, συνιστά προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα στη ζωή, το δικαίωμα στην ελευθερία, το δικαίωμα στην τιμή (ΕφΑιγ 138/2015 ΝΟΜΟΣ).Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας, της οποίας η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920, 932 του ΑΚ, είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων, α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο, όμως, είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, κατά την έννοια των άρθρων 281 του ΑΚ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος, γ) υπαιτιότητα (πταίσμα) του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, εκδηλούμενη είτε με τη μορφή του δόλου, είτε με τη μορφή της αμέλειας, η οποία υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια, που απαιτείται στις συναλλαγές (άρθρο 330 παρ. 2 του ΑΚ) και δ) επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Εξάλλου, κατά το άρθρο 297 του ΑΚ ο υπόχρεος σε αποζημίωση οφείλει να την παράσχει σε χρήμα, αντί δε για χρηματική αποζημίωση το δικαστήριο μπορεί, εκτιμώντας τις ειδικές περιστάσεις, να διατάξει την αποκατάσταση της προηγούμενης κατάστασης, εφόσον η αποζημίωση με τον τρόπο αυτό δεν προσκρούει στο συμφέρον του δανειστή. Δοθέντος δε ότι τα άρθρα 914 και 919 του ΑΚ δεν αναφέρουν τον τρόπο, κατά τον οποίο θα καταβληθεί η αποζημίωση σε περίπτωση ζημίας που προξενήθηκε κατά τρόπο παράνομο και υπαίτιο ή αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, πρέπει να γίνει δεκτό ότι έχει εφαρμογή το άρθρο 297 του ΑΚ και επομένως ότι αυτή πρέπει κατά κανόνα να καταβληθεί σε χρήμα. Όμως, αν συντρέχουν οι αναφερόμενες στην παραπάνω διάταξη του εδ. β’ του άρθρου 297 του ΑΚ προϋποθέσεις, το δικαστήριο έχει την ευχέρεια, εκτιμώντας κυριαρχικώς τις περιστάσεις, να επιδικάσει αποζημίωση in natura, η οποία μπορεί να συνίσταται σε οποιαδήποτε πράξη, όπως και στην από τα άρθρα 919 του ΑΚ και 949 του ΚΠολΔ υποχρέωση του ζημιώσαντος να μεταβιβάσει στο ζημιωθέντα ένα δικαίωμα ή να συστήσει ή να καταργήσει ενοχή, η έλλειψη ή η ύπαρξη της οποίας συνιστά παρανομία (ΑΠ 945/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 33/2009 ΝΟΜΟΣ).Ως αυτούσια (in natura) αποκατάσταση νοείται κατά κύριο λόγο η επαναφορά των πραγμάτων στη θέση που ήταν προ του ζημιογόνου γεγονότος (ανοικοδόμηση κατεδαφισθέντος κτίσματος, επισκευή βλαβέντος αντικειμένου κ.λπ.), δηλ. η δημιουργία οικονομικής κατάστασης όμοιας με την προηγούμενη (ΟλΑΠ 28/1996 ΕλλΔνη 38. 28, ΑΠ 1740/2002 ΕλλΔνη 44. 1567, ΑΠ 1576/1995 ΕλλΔνη 38. 1045, ΕφΑθ 2137/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 2808/2009 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 7283/2004 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 435/2001 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, σύμφωνα την διάταξη του άρθρου 914 του ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της ευθύνης γι’ αποζημίωση από αδικοπραξία είναι α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα και δ) πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς και αποτελέσματος (ζημίας), για δε την θεμελίωση της αδικοπρακτικής ευθύνης, ο ενάγων θα πρέπει στο δικόγραφο της αγωγής του να περιλαμβάνει, κατά το άρθρο 216 του ΚΠολΔ, όλα τα προαναφερόμενα στοιχεία, τα οποία αποτελούν τις προϋποθέσεις της αποζημίωσής του (ΑΠ 640/2014 ΝΟΜΟΣ). Στην έννοια της κατά το άρθρο 914 του ΑΚ υπαιτιότητας περιλαμβάνεται ο δόλος και η αμέλεια του παρανόμως πράξαντος ή παραλείψαντος, Εφόσον γίνεται επίκληση υπαίτιας συμπεριφοράς, με τον χαρακτηρισμό είτε του δόλου, είτε της αμέλειας, στον ειδικότερο προσδιορισμό αυτής (της υπαιτιότητας) προβαίνει το δικαστήριο στην συγκεκριμένη περίπτωση από την εκτίμηση των αποδείξεων, χωρίς να επέρχεται μεταβολή της ιστορικής βάσης της αγωγής. Κατά την έννοια της ίδιας ως άνω διάταξης, ερμηνευομένης ενόψει και του άρθρου 27 του ΠΚ, δόλος συντρέχει όχι μόνον όταν ο δράστης επιδιώκει την πρόκληση ζημίας σε άλλον, αλλά και όταν, χωρίς την επιδιώκει, προβλέπει και αποδέχεται την επέλευση της ζημίας αυτής, είτε ως αναγκαία, είτε ως ενδεχόμενη συνέπεια της παράνομης συμπεριφοράς του. Αμέλεια υπάρχει, κατά την έννοια του άρθρου 330 του ΑΚ, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά την συναλλακτική καλή πίστη από τον δράστη στον κύκλο της αρμοδιότητας του, είτε υπάρχει προς τούτο σαφές νομικό καθήκον, είτε όχι, αρκεί να συμπεριφέρθηκε κατά τρόπο αντίθετο από εκείνον που επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Ακόμη, από την διάταξη του άρθρου 298 εδ. β’ του ΑΚ συνάγεται ότι η απαραίτητη για την θεμελίωση της αξίωσης αποζημίωσης αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της προκληθείσας ζημίας υπάρχει, όταν η ανωτέρω συμπεριφορά (από δόλο ή αμέλεια), κατά την κοινή και συνήθη πορεία των  πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις, κατατείνει αντικειμενικά στην παραγωγή της ζημίας. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 15 του ΠΚ, όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος. Τέτοια ιδιαίτερη νομική υποχρέωση έχει, κατ’ άρθρο 286 του ΠΚ, «όποιος κατά την εκπόνηση μελέτης ή τη διεύθυνση ή την εκτέλεση οικοδομικού ή άλλου ανάλογου έργου ή μιας κατεδάφισης, με πρόθεση ή από αμέλεια ενεργεί παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες και έτσι προξενεί κίνδυνο για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου» (ΑΠ 603/2015 ΝΟΜΟΣ). Κατά την έννοια της ως άνω διάταξης για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος αυτού, το οποίο είναι έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης εννόμου αγαθού (ΑΠ 1059/2019 ΝΟΜΟΣ), απαιτείται αντικειμενικώς μεν παράβαση, κατά την διεύθυνση ή διεξαγωγή οποιουδήποτε έργου από τα αναφερόμενα στο άρθρο αυτό πρόσωπα, κοινώς αναγνωρισμένων τεχνικών κανόνων και πρόκληση από την παράβαση κινδύνου για την ζωή ή την υγεία ανθρώπου, υποκειμενικώς δε δόλος ή αμέλεια ως προς τα στοιχεία αυτά της αντικειμενικής υπόστασης του. Κοινώς αναγνωρισμένοι τεχνικοί κανόνες είναι εκείνοι που είναι γενικώς γνωστοί – και μπορεί να περιέχονται και σε νομοθετικά κείμενα – διότι εφαρμόζονται κατά την εκτέλεση τέτοιων έργων από προπαιδευμένους εμπείρους τεχνικούς, οι οποίοι έχουν πρακτική ενασχόληση σε παρόμοια έργα, είναι δε αναγκαίοι για την ασφάλεια όσων έχουν σχέση με το έργο κατά την εκτέλεσή του, όσο και μετά από αυτή κατά την χρήση του. Η παράβαση των κανόνων αυτών μπορεί να εκτελεσθεί με ενέργεια ή παράλειψη (π.χ. από τον πολιτικό μηχανικό κατά την εφαρμογή της στατικής μελέτης ή την κατασκευή των υποστυλωμάτων βλ. ΑΠ 509/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 294/2007 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 999/1985, ΠΧ ΛΣΤ’. 61), όπως η παράλειψη της επέμβασης, η οποία επιβάλλεται για να αποτραπεί η απόκλιση από τους όρους της τεχνικής μελέτης του έργου ή τους πιο πάνω τεχνικούς κανόνες. Ως κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία του ανθρώπου νοείται η κατάσταση που με τις συντρέχουσες περιστάσεις της εγκλείει σοβαρή πιθανότητα μελλοντικής πρόκλησης θανάτου ή βλάβης της υγείας ανθρώπου, χωρίς να είναι απαραίτητο να πραγματωθεί και το τελικό αυτό αποτέλεσμά της (ΑΠ 1059/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 140/2012 ΠοινΔνη 2012. 204, ΑΠ 824/1999ΠΧ Ν’. 353).Από τη διάταξη αυτή προκύπτουν τα εξής: α) Ενεργητικό υποκείμενο του εγκλήματος αυτού, του υπαγομένου στα κοινώς επικίνδυνα εγκλήματα, που έχουν συγκεκριμένη διακινδύνευση, δύναται να είναι εκείνος, ο οποίος έχει τη διεύθυνση ή τη διεξαγω­γή του οικοδομικού έργου, όπως ο επιβλέπων μηχανικός, β) Η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος αυτού συνίσταται στην παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες διενέργεια οικοδομικού και άλλου ανάλογου έργου ή κατεδά­φιση και στην από την αιτία αυτή πρόκληση κινδύνου για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπων, που είναι άλλος εκτός του δράστη. Κοινώς αναγνωρισμένοι τεχνικοί κανόνες είναι εκείνοι, οι εφαρμοζόμενοι από τους απασχολουμένους σε οικοδομικά έργα με την πεποίθηση, ότι είναι σωστοί και τηρούμενοι στην πράξη. Ο δε κίνδυνος δεν είναι απαραίτητο να είναι άμεσος και επικείμε­νος, διότι αρκεί να είναι και κίνδυνος ο οποίος θα προκύψει από τη μέλλουσα χρησιμοποίηση του κατασκευάσματος σύμφωνα με τον προορισμό του. γ) Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος απαιτείται άμεσος δόλος (πρόθεση) ή αμέλεια (ΑΠ 1783/2017 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1 παρ. 1-2 του Π.Δ. της 13/22-04-1929 “Περί επικινδύνων οικοδομών” (ΦΕΚ Α’ 153/22.04.1929) «1. Διακρίνονται τέσσαρας περιπτώσεις επικινδύνων οικοδομών, επικίνδυνοι από απόψεως στατικής  και δομικής, από απόψεως υγιεινής, από απόψεως ασφαλείας κατά του πυρός, και από απόψεως κυκλοφορίας του κοινού εις το εσωτερικόν χώρων συναθροίσεως.2. Οικοδομή  και εν γένει κατασκευή  τις θεωρείται επικίνδυνος από απόψεως στατικής  και δομικής (κοινώς ετοιμόρροπος)όταν λόγω ανεπαρκούς ή κακής θεμελιώσεως, κακής ποιότητος η συνθέσεως των υλικών εξ ών αποτελείται, κακοτέχνου εργασίας δομήσεως, υποσκαφής η διαβρώσεως υπό υδάτων η ετέρων υγρών, ακαταλλήλου  διατάξεως η συνδέσεως η ανεπαρκών διαστάσεων των στοιχείων αυτής δεν παρουσιάζη εν όλω η εν μέρει την απαιτουμένην  δια τα φορτίο,  τα οποία θα βαστάζη, και εν γένει τον προορισμόν  της ασφάλειαν. Δι’ ας περιπτώσεις δεν έχει εκδοθή ειδικός κανονισμός  ασφαλείας (ήτοι όρια ασφαλείας υλικών, τηρητέοι κανόνες υπολογισμού, όροι ποιότητος και επεξεργασίας  και εφαρμογής υλικών κανόνες δομήσεως και δοκιμαί υλικών και κατασκευών), λαμβάνονται υπόψιν τα γενικώς εν τη επιστήμη  ισχύοντα εν σχέσει προς την ειδικήν φύσιν και επεξεργασίαν των υλικών και τον τρόπον δομήσεως της υπό έλεγχον κατασκευής. Οσάκις υφίστανται  σαφείς ενδείξεις του κινδύνου εκδηλούμεναι δια σημαντικών καθιζήσεων, παρεκκλίσεων, αποσυνθέσεων μαζών  τοιχοποιϊας, ρωγμών δηλωτικών στατικής  ανεπαρκείας εις σημείον επικίνδυνον, ο κίνδυνος θεωρείται ως άμεσος και η κατασκευή χαρακτηρίζεται κοινώς ως επικινδύνως ετοιμόρροπος. Το αυτό ισχύει και οσάκις δεν υπάρχουσι μεν τοιαύται εξωτερικαί ενδείξεις, αλλ’ εκ του υπολογισμού η του τρόπου δομήσεως (δια τα υπό εκτέλεσι έργα) η της επενεργείας ωρισμένων γνωστών  αιτίων προκύπτη αναμφισβήτητος η ύπαρξις του κινδύνου. Εις την περίπτωσιν του παρόντος άρθρου υπάγονται και τα ζητήματα ασφαλείας του εις τους κοινοχρήστους χώρους κυκλοφορούντος κοινού, ήτοι βαθμίδες  εισόδων και εξώσται  και εν γένει επικίνδυνοι αρχιτεκτονικαί προεξοχαί. Εξάλλου, κατά το άρθρο 421 του Π.Δ. 14-07-1999 (ΦΕΚ Δ’ 580/27.07.1999) «Κώδικας Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας») «Υποχρέωση άρσης κινδύνου(άρθρα 61 παρ.3 και 62 παρ. 1 και 3 ν.δ. 177/16.08.1923)1. Εάν σε οποιαδήποτε οικοδομή και γενικά οποιαδήποτε εργασία δόμησης, κατασκευή και εγκατάσταση παρουσιαστεί, μετά την εκτέλεσή τους για λόγους παλαιότητας ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, κίνδυνος ως προς τη στερεότητα ή την υγιεινή, ο ιδιοκτήτης του έργου υποχρεούται στην άμεση άρση του κινδύνου αυτού. 2. Ο ιδιοκτήτης του έργου που έχει χαρακτηριστεί επικίνδυνο ευθύνεται για την πληρωμή των δαπανών και ζημιών που απαιτούνται για την άρση του κινδύνου. 3. Για παραβάσεις που ανάγονται στη στερεότητα, εάν τα στοιχεία του έργου που επιδρούν σ’ αυτή εκτελέστηκαν με βάση τη μελέτη που εγκρίθηκε από την υπηρεσία και στην εκτέλεση αυτή εξακριβώθηκε ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις της μελέτης, υπεύθυνος για την πληρωμή των δαπανών κατεδάφισης και ζημιών είναι ο συντάκτης της εγκεκριμένης μελέτης. Σε περίπτωση αμφιβολιών ως προς το είδος των παραβάσεων που συνεπάγονται τη μετατόπιση της ευθύνης στο μελετητή αποφαίνεται ανεκκλήτως ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ύστερα από σύμφωνη γνώμη του ΚΣχοπ». Κατά δε το άρθρο 425 του ιδίου Π.Δ. «Διαδικασία διαπίστωσης και άρσης επικινδυνότητας(άρθρο 4 π.δ. 13/22.04.1929)1. Η αρμόδια για τον έλεγχο του κινδύνου πολεοδομική υπηρεσία, ύστερα από καταγγελία ή αίτηση ή ειδοποίηση της αστυνομίας ή και αυτεπάγγελτα, προβαίνει σε αυτοψία για την εξακρίβωση του κινδύνου και συντάσσει σχετική έκθεση (πρωτόκολλο). Αν πρόκειται για πολύ απομακρυσμένη από την έδρα της παραπάνω υπηρεσίας περιοχή και η συγκοινωνία είναι δυσχερής, ο πρόεδρος της κοινότητας μπορεί να αναθέσει τον έλεγχο και σε οποιονδήποτε άλλο μηχανικό, αν δε δεν υπάρχει μηχανικός και σε δοκιμασμένης ικανότητας εμπειροτέχνη, από αυτούς που βρίσκονται πλησιέστερα στο ακίνητο. Αυτοί υποχρεούνται να συντάξουν την έκθεση και να την παραδώσουν στον πρόεδρο, ο οποίος, αφού κοινοποιήσει αντίγραφό της στους ενδιαφερόμενους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 426, διαβιβάζει το πρωτότυπο στην παραπάνω αρμόδια για τον έλεγχο του κινδύνου υπηρεσία. Τα σχετικά με τις ενστάσεις και την αναθεώρηση των παραπάνω εκθέσεων υπάγονται στις Γενικές διατάξεις του άρθρου 426 και επόμενα του παρόντος κεφαλαίου.2. Η παραπάνω έκθεση πρέπει να περιγράφει σαφώς το  ακίνητο που εξετάστηκε και να καθορίζει το είδος και την έκταση του κινδύνου, καθώς επίσης και λεπτομερώς τα εφαρμοστέα για την άρση του μέτρα, το αναγκαίο ή όχι της εν όλωή εν μέρει εκκένωσης των διαμερισμάτων για την πραγματοποίηση των μέτρων αυτών και την προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει αυτά να αρθούν (ανάλογα με τον κίνδυνο). Αν με την αυτοψία διαπιστωθεί ότι πρόκειται για κίνδυνο που ανάγεται στην ασφάλεια κατά του πυρός ή στην κυκλοφορία χώρων συνάθροισης του κοινού και τα μέτρα που πρέπει να επιβληθούν δεν προβλέπονται από ειδικό κανονισμό, τότε η έκθεση παραπέμπει την εξέταση του ζητήματος στην επιτροπή της παραγράφου 1 του άρθρου 429. Η έκθεση, εκτός των άλλων, πρέπει να μνημονεύει, αν η κατεδάφιση επιβάλλεται επειδή αποκλείονται οι επισκευές (βλέπε επόμενη παράγραφο 3), καθώς επίσης να ορίζει σαφώς και λεπτομερώς τις συνέπειες των υποδεικνυόμενων από αυτή μέτρων (παράγραφος 4 του παρόντος άρθρου).3. Για την αποτροπή του κινδύνου πρέπει να υποδεικνύονται κατά προτίμηση τα ηπιότερα μέτρα, όπως επισκευές, ενισχύσεις, μεταρρυθμίσεις, προσθήκες κλπ. και σε έσχατη περίπτωση οριστικές κατεδαφίσεις. Πάντως οι υποδεικνυόμενες εργασίες πρέπει να επιτρέπονται από τις κείμενες διατάξεις (π.χ. περίπτωση μη επισκευής αλλά κατεδάφισης επισκευάσιμου μεν, αλλά ρυμοτομούμενου επικίνδυνου τμήματος κτιρίου). Σε περίπτωση κατεδάφισης μεσότοιχου για ανοικοδόμηση ασφαλέστερου και για τις συνέπειες της κατεδάφισης αυτής πρέπει να επιβάλλεται μόνιμος τρόπος αποσόβησης του κινδύνου και όχι πρόχειρα μέτρα. Ο ιδιοκτήτης υποχρεούται να εφαρμόζει ταχέως και εμπροθέσμως τα υποδεικνυόμενα στην έκθεση αυτοψίας μέτρα, δικαιούμενος να πραγματοποιεί και ριζικότερα. Εφόσον το ακίνητο διατελεί υπό αναγκαστικούς όρους μίσθωσης, τα ριζικότερα καθ’ υπέρβαση των υποδεικνυομένων μέτρα εφαρμόζονται εφόσον επιτρέπεται από τους αναγκαστικούς αυτούς όρους και σύμφωνα με τις σχετικές για αυτούς διατάξεις. 4. Αν δεν πραγματοποιήσει ο ιδιοκτήτης εμπρόθεσμα την εφαρμογή των υποδεικνυόμενων από την έκθεση μέτρων, τότε η πολεοδομική υπηρεσία προβαίνει στην άρση του κινδύνου, με την αναγκαστική εκκένωση και αχρησία των επικίνδυνων διαμερισμάτων μέχρι την οριστική άρση του κινδύνου από τον ιδιοκτήτη, εφόσον πρόκειται για κίνδυνο από τους προβλεπόμενους από τις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 422, και η αχρησία κρίνεται ως επαρκές μέτρο για την αποσόβηση του κινδύνου για κίνδυνο προβλεπόμενο από την παράγραφο 2 του άρθρου 422 ή και των υπόλοιπων παραγράφων του ίδιου άρθρου. Αν η κατά τα παραπάνω αχρησία δεν κρίνεται επαρκής για την αποσόβηση του κινδύνου η πολεοδομική υπηρεσία προβαίνει στην κατεδάφιση των επικίνδυνων μερών της κατασκευής. Αν το επικίνδυνο της κατασκευής οφείλεται σε παράβαση ρητών διατάξεων των οικοδομικών κανονισμών, των οποίων η τήρηση είναι υποχρεωτική, τότε η παραπάνω αχρησία δεν είναι επαρκής και επιβάλλεται η κατεδάφιση του επικίνδυνου μέρους και η προσαρμογή προς τους κανονισμούς αυτούς. Για την παραπάνω αποσόβηση του κινδύνου από την αρμόδια υπηρεσία δεν απαιτείται ειδική διατύπωση, δικαιούται δε αυτή να αχρηστεύει ή και κατεδαφίζει και μη επικίνδυνα τμήματα της κατασκευής, εφόσον αυτό απαιτείται κατά την κρίση της για την αποσόβηση και άρση του κινδύνου από τα επικίνδυνα διαμερίσματα ή αποτελεί συνέπεια της κατεδάφισής τους. Η αρμόδια υπηρεσία δεν έχει οποιαδήποτε υποχρέωση για την υποστύλωση, ενίσχυση και επισκευή της κατασκευής. Εφόσον πρόκειται για οικοδομή που κατασκευάζεται ή επισκευάζεται η σύνταξη της παραπάνω έκθεσης συνεπάγεται εν γένει την αναστολή των εργασιών μέχρι την οριστική άρση του κινδύνου. Στην προκειμένη περίπτωση, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η από 17.10.2017 αγωγή ως προς το αίτημά της να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αποκαταστήσουν τη ζημία που υπέστη η κοινόχρηστη κολώνα Κ15 με δικά τους αποκλειστικά έξοδα και με τον ενδεδειγμένο τρόπο, κρίνεται απαράδεκτη λόγω αοριστίας, αφού δεν εκτίθεται στο δικόγραφο το εύρος και η έκταση της προκληθείσας στην κοινόχρηστη κολώνα ζημίας, αντιθέτως δε ρητώς αναφέρεται σ’ αυτό ότι δεν είναι αποσαφηνισμένο το ύψος της προκληθείσας ζημίας και ότι πρέπει να εξευρεθεί με τον ενδεδειγμένο επιστημονικά τρόπο, ήτοι με τη χρήση υπερήχων και σκάνερ, προκειμένου να εντοπιστεί αν έχει κοπεί σιδηρούν οπλισμός της κολώνας και πόσο έχει μειωθεί η μάζα του υποστυλώματος, και με την εκπόνηση περαιτέρω στατικής μελέτης, για την ορθή και ενδεδειγμένη αποκατάσταση της ζημίας. Επιπλέον δεν εκτίθεται στο δικόγραφο για το ορισμένο του εν λόγω αιτήματος αυτούσιας (in natura) αποζημίωσης, συνισταμένης στην επαναφορά των πραγμάτων στη θέση που ήταν προ του ζημιογόνου γεγονότος, οι οριζόμενες από τη διάταξη του άρθρου 297εδ. β’ του ΑΚ προϋποθέσεις, και συγκεκριμένα ότι η αιτούμενη αποζημίωση, λόγω των ειδικών περιστάσεων που έλαβαν χώρα και του τρόπου ενέργειάς της, πρέπει να γίνει με αποκατάσταση της προηγούμενης κατάστασης, αφού η ενέργεια αυτή δεν προσκρούει στο συμφέρον των εναγόντων – δανειστών. Όσον αφορά δε στον δεύτερο και στον τρίτο των εναγόντων, το εν λόγω αίτημα τυγχάνει απαράδεκτο και λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης αυτών, αφού, υπό τα εκτιθέμενα στην αγωγή, δεν είναι ιδιοκτήτες της οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου της ανωτέρω πολυκατοικίας, και ως εκ τούτου δεν είναι συγκύριοι της κοινόχρηστης κολώνας Κ15, ώστε να δύνανται να αξιώσουν αυτούσια (in natura) αποζημίωση για την προκληθείσα σ’ αυτή ζημία. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε την αγωγή απαράδεκτη λόγω αοριστίας ως προς το πρώτο αγωγικό αίτημα αποζημίωσης υπό τη μορφή της αυτούσιας (innatura) αποκατάστασης της ζημίας και το συνεχόμενο με αυτό αίτημα περί απειλής χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης, αλλά και απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης ως προς τον δεύτερο και τον τρίτο των εναγόντων, δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των εκκαλούντων – εναγόντων που διαλαμβάνονται στον πρώτο λόγο της υπό κρίση από 29.06.2020 υπό στοιχείο Α’ έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Περαιτέρω, το αγωγικό αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά το μέρος του που αφορά στην ηθική βλάβη που υπέστησαν οι ενάγοντες λόγω της επικαλούμενης επέλευσης περιουσιακής ζημίας, εξαιτίας της προκληθείσας βλάβης στην κοινόχρηστη κολώνα και κατ’ επέκταση στην επάρκεια στατικότητας της ανωτέρω πολυκατοικίας, είναι παραδεκτό και νόμιμο μόνο ως προς την πρώτη ενάγουσα που τυγχάνει ιδιοκτήτρια της οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου της πολυκατοικίας, και ως εκ τούτου συγκύρια της κοινόχρηστης κολώνας Κ15, και τούτο ανεξαρτήτως της αοριστίας του προαναφερόμενου αιτήματος περί αυτούσιας (in natura) αποζημίωσης. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε απαράδεκτο λόγω αοριστίας το αγωγικό αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά το μέρος του που αφορά στην επέλευση περιουσιακής ζημίας των εναγόντων, δεν εφάρμοσε σωστά το νόμο και έσφαλε ως προς την πρώτη ενάγουσα, και οι σχετικοί ισχυρισμοί των εκκαλούντων – εναγόντων που διαλαμβάνονται στον δεύτερο λόγο της υπό κρίση από 29.06.2020 υπό στοιχείο Α’ έφεσης πρέπει να γίνουν δεκτοί ως βάσιμοι ως προς την πρώτη ενάγουσα και να απορριφθούν ως αβάσιμοι ως προς τον δεύτερο και τον τρίτο των εναγόντων, με την επισήμανση ότι ως προς αυτούς το εν λόγω αίτημα, κατά το μέρος του που αφορά στην επέλευση περιουσιακής ζημίας, τυγχάνει απαράδεκτο λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης αυτών, αφού δεν τυγχάνουν ιδιοκτήτες της οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου της ανωτέρω πολυκατοικίας, κατά τα προαναφερθέντα. Στη συνέχεια πρέπει, γενομένης δεκτής της από 29.06.2020 υπό στοιχείο Α’ έφεσης κατά το μέρος της αυτό, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση κατά το αντίστοιχο κεφάλαιό της και αφού το Δικαστήριο κρατήσει την υπόθεση και την δικάσει στην ουσία της (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), πρέπει να ερευνήσει τη νομική και την ουσιαστική βασιμότητα του εν λόγω αγωγικού αιτήματος χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά το μέρος του που αφορά στην επέλευση περιουσιακής ζημίας της πρώτης ενάγουσας, ως προς την οποία είναι νόμιμο, στηριζόμενο στις αναφερόμενες στη νομική σκέψη διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 926, 932 του ΑΚ, των άρθρων 15, 286 του ΠΚ, των άρθρων 1, 4 του Π.Δ. της 13/22-04-1929 “Περί επικινδύνων οικοδομών”, και των άρθρων 421, 425του Π.Δ. 14-07-1999 «Κώδικας Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας», και συνεπώς πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Σημειωτέον ότι το αγωγικό αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά το μέρος του που αφορά στην ηθική βλάβη που υπέστησαν οι ενάγοντες εξαιτίας της επικαλούμενης άπρακτης παρέλευσης της τεθείσας από την Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας προθεσμίας για την εξάλειψη του κινδύνου στατικότητας της οικοδομής με την αποκατάσταση της βλάβης στην κοινόχρηστη κολώνα Κ15, είναι νόμω αβάσιμο, δεδομένου ότι, υπό τα εκτιθέμενα στην αγωγή, η άπρακτη παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας οφείλεται σε αδράνεια των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας να προβούν στις απαιτούμενες εργασίες διαπίστωσης της βλάβης και αποκατάστασης αυτής, ενώ δεν συνδέεται αιτιωδώς με ορισμένη συμπεριφορά των εναγόμενων, οι οποίοι δεν ήταν υπόχρεοι να προβούν οι ίδιοι αποκλειστικά σε κάποια ενέργεια ή να εκτελέσουν οι ίδιοι αποκλειστικά τις εργασίες αποκατάστασης της βλάβης στην κοινόχρηστη κολώνα Κ15. Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των εκκαλούντων – εναγόντων που διαλαμβάνονται στον τρίτο λόγο της υπό κρίση από 29.06.2020 υπό στοιχείο Α’ έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Από την επανεκτίμηση της υπ’ αριθ. ………../02.02.2018 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……… του μάρτυρος ………, η οποία λήφθηκε με επιμέλεια του πρώτου εναγόμενου κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόντων κατ’ άρθρο 422 παρ. 1 του ΚΠολΔ (βλ. τις υπ’ αριθ. …../30.01.2018, …../30.01.2018 και …./30.01.2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………..), της υπ’ αριθ. ……../29.09.2014 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος ………… ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …….., της υπ’ αριθ. ………./05.11.2015 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …………. ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………, καθώς και της υπ’ αριθ. ……../25.05.2017 ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος ………. ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, οι οποίες λήφθηκαν στα πλαίσια άλλων δικών μεταξύ των διαδίκων και λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (βλ. ΑΠ 881/2013 ΕλλΔνη 2014. 378, ΑΠ 411/2012 ΝΟΜΟΣ),από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη όλα ανεξαιρέτως, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα έγγραφα των ποινικών δικογραφιών, τα οποία εκτιμώνται ελευθέρως στην προκειμένη δίκη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. ΕφΑθ 781/2009 ΕΦΑΔ 2009. 453), καθώς και οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες κατ’ άρθρο 444 παρ. 1 γ’ του ΚΠολΔ, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε, σε συνδυασμό και με τα νέα αποδεικτικά μέσα, που παραδεκτά προσκομίζονται το πρώτον ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 529 παρ. 1 του ΚΠολΔ, και λαμβάνονται υπόψη, αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι κατά την παρ. 2 του άρθρου 529 του ΚΠολΔ λόγοι απόκρουσής τους, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ βλ. ΑΠ 48/2009 ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη ενάγουσα είναι κυρία της οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) υπό στοιχεία Β-1 του δεύτερου πάνω από το ισόγειο ορόφου, ενώ ο ………… (ανιψιός της πρώτης ενάγουσας) είναι ψιλός κύριος και ο ………… (αδελφός της πρώτης εναγούσης) είναι επικαρπωτής του υπό στοιχεία Α-1 διαμερίσματος του ισογείου ορόφου και επί οριζόντιας ιδιοκτησίας του ισογείου ορόφου με την ένδειξη «….», επί οικοδομής, κείμενης στο Κερατσίνι Πειραιά, στη θέση «…..» ή «…..» και «…..» και επί της συμβολής των οδών ………., επί της οποίας φέρει τον αριθμό 2. Η ως άνω οικοδομή αποτελείται από ισόγειο, πρώτο και δεύτερο όροφο πάνω από το ισόγειο και έχει υπαχθεί στις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……/1967 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., που έχει μεταγράφει νόμιμα, όπως συμπληρώθηκε με την υπ’ αριθ………/1992 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας-γονική παροχή εξ αδιαιρέτου ποσοστών και κανονισμού πολυκατοικίας της συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς στον τόμο …. με αύξοντα αριθμό ……, η οποία ακολούθως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθ. ………/1994 πράξη τροποποίησης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και γονικής παροχής εξ αδιαιρέτου ποσοστών οικοπέδου της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς στον τόμο …. με αύξοντα αριθμό …………, με την υπ’ αριθ. …./1999 πράξη της ιδίας επίσης συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς, και με την υπ’ αριθ. ………./2007 πράξη τροποποίησης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας της αυτής ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιά με αριθμό καταχώρησης ………../2007. Στο προαναφερόμενο υπ’ αριθ. …../1992 συμβόλαιο περιλαμβάνεται και ο υφιστάμενος κανονισμός της πολυώροφης οικοδομής, ο οποίος είναι υποχρεωτικός για τους συμβαλλόμενους, αλλά και για τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κανονισμού. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η πρώτη ενάγουσα κατέστη κυρία της οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος)υπό στοιχεία Β-1 του δευτέρου ορόφου, δυνάμει της υπ’ αριθ. ………./1992 πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας-γονικής παροχής εξ αδιαιρέτου ποσοστών και κανονισμού πολυκατοικίας της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………….., νομίμως μεταγεγραμμένης. Ειδικότερα, με την υπ’ αριθ. …../1992 πράξη η μητέρα της πρώτης ενάγουσας ………. και ο πατέρας αυτής …………… προέβησαν σε συμπλήρωση της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και όρισαν ότι το ακίνητό τους θα αποτελείται από ισόγειο όροφο και δη από κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους και από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες με τα στοιχεία I-1 διαμέρισμα εμβαδού 16,90 τ.μ, Ι-2 κατάστημα εμβαδού 22 τ.μ και Ι-3 διαμέρισμα εμβαδού 85,20 τ.μ., από τον πρώτο πάνω από το ισόγειο όροφο αποτελούμενο από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες υπό στοιχεία Α-1 διαμέρισμα εμβαδού 80,50 τ.μ και Α-2 διαμέρισμα εμβαδού 59,80 τ.μ και από τον μελλοντικά ανεγερθέντα δεύτερο πάνω από το ισόγειο όροφο, ενώ με την ίδια συμβολαιογραφική πράξη μεταβίβασαν στην πρώτη ενάγουσα, λόγω γονικής παροχής, τα 300/000 εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, τα οποία αντιστοιχούσαν στο δικαίωμα ανέγερσης μελλοντικά οριζόντιας ιδιοκτησίας του δευτέρου ορόφου υπέρ του ισογείου κατά το ποσοστό τους έκαστος, η οποία στη συνέχεια ανήγειρε τον δεύτερο όροφο της ως άνω οικοδομής. Ακολούθως, δυνάμει του υπ’ αριθ. ………../1994 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., που μεταγράφηκε νόμιμα, η……………….. συνέστησε υπέρ της πρώτης ενάγουσας συμπληρωματική γονική παροχή και μεταβίβασε σ’ αυτήν έτερα 24,40 τ.μ., τα οποία αφαιρέθηκαν από την οριζόντια ιδιοκτησία (διαμέρισμα) υπό στοιχείαΙ-3 του ισογείου και προστέθηκαν στην οριζόντια ιδιοκτησία του δευτέρου ορόφου, με τα αντιστοιχούντα σε αυτά 25/000 εξ αδιαιρέτου επί του οικοπέδου, με αποτέλεσμα να έχει εφεξής η οριζόντια ιδιοκτησία υπό στοιχεία Β-1 επιφάνεια εμβαδού 141 τ.μ. Περαιτέρω, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../1999 συμβολαίου της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, η ………. και ο ……….. τροποποίησαν τον κανονισμό της εν λόγω πολυκατοικίας συνιστώντας οριζόντια ιδιοκτησία με την ένδειξη «λεβητοστάσιο» στον ισόγειο όροφο. Ακολούθως, δυνάμει της υπ’ αριθ…../2007 πράξης τροποποίησης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ………/01.03.2007 άδεια οικοδομής αλλαγής χρήσης της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Δήμου Κερατσινίου, η . ……………….. προέβη σε τροποποίηση της πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας αναφορικά με τις υπό στοιχείαΙ-1, Ι-2 και Ι-3 οριζόντιες ιδιοκτησίες, σε αλλαγή χρήσης του υπό στοιχεία 1-2 καταστήματος και έτσι συνενώθηκαν οι υπό στοιχεία Ι-1,Ι-2 και 1-3 οριζόντιες ιδιοκτησίες σε μία ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία υπό στοιχεία Α-1 του ισογείου ορόφου, επιφάνειας 88,90 τ.μ. Τέλος, δυνάμει του υπ’ αριθ. ……../2007 συμβολαίου της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Πειραιώς, η . ……………….. μεταβίβασε λόγω γονικής παροχής τις κάτωθι οριζόντιες ιδιοκτησίες: α) τη νέα οριζόντια ιδιοκτησία υπό στοιχεία Α-1 του ισογείου που δημιουργήθηκε με τη συνένωση των ως άνω αναφερομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών και β) την οριζόντια ιδιοκτησία-διαμέρισμα του ισογείου με την ένδειξη «λεβητοστάσιο», κατά ψιλή κυριότητα στο τότε ανήλικο εγγόνι της ……….. . και κατ’ επικαρπία στον υιό της . ……………….. και περαιτέρω αυτοί δήλωσαν ότι έλαβαν γνώση της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, την οποία αποδέχθηκαν και προσχώρησαν σε αυτήν ανεπιφύλακτα και ότι αναλαμβάνουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις σχετικά με τα ανωτέρω ακίνητα και ότι αποδέχονται όλα τα παραπάνω όπως συμφωνήθηκαν. Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψε ότι κατά το έτος 2012, ο   ……………….., επικαρπωτής της οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος υπό στοιχεία Α-1 του ισογείου, ανέθεσε στον πρώτο εναγόμενο, μηχανολόγο μηχανικό και στον δεύτερο εναγόμενο, εγκαταστάτη λεβήτων φυσικού αερίου, την εκτέλεση των αναγκαίων εργασιών για την εγκατάσταση λέβητα φυσικού αερίου στην ως άνω οικία. Ο δεύτερος εναγόμενος, σε εκτέλεση αυτής της εντολής, ανέλαβε την εγκατάσταση λέβητα φυσικού αερίου στο ως άνω διαμέρισμα, σύμφωνα με την από 28.06.2012 μελέτη εσωτερικής εγκατάστασης φυσικού αερίου και κάτοψη του ισογείου ορόφου, η οποία εκπονήθηκε από τον πρώτο εναγόμενο και κατατέθηκε στην Εταιρεία Παροχής Φυσικού Αερίου Αττικής Α.Ε., ενώ εγκρίθηκε από την τελευταία την 19.10.2012. Ο πρώτος εναγόμενος, κατά τη σύνταξη της από 28.06.2012 μελέτης δεν προέβλεψε τη διέλευση αγωγού μέσα από κολώνα ή γενικά από φέροντα στοιχεία του κτιρίου, ούτε μνημόνευσε την ύπαρξη της κοινόχρηστης κολώνας στο ισόγειο του εν λόγω κτιρίου, υπό στοιχείο Κ15, η οποία εμφαινόταν στο από Σεπτεμβρίου 1972 σχέδιο του ξυλοτύπου ισογείου της υπ’ αριθ. ………../1972 οικοδομικής άδειας, ενώ δεν ήταν εφικτό να εντοπιστεί δια γυμνού οφθαλμού, αφού ήταν πλήρως εντοιχισμένη. Ακολούθως, την 02.11.2012, ο δεύτερος εναγόμενος προέβη στις εργασίες εγκατάστασης λέβητα φυσικού αερίου, κατά τις οποίες, προκειμένου να τοποθετηθεί εξωτερική σωλήνωση εγκατάστασης φυσικού αερίου στην πρόσοψη του ισογείου της πολυκατοικίας, διάνοιξε οπές στο γωνιακό υποστύλωμα Κ15, διαστάσεων 20Χ100 εκατοστών, και συγκεκριμένα μία διαμπερή οπή διαμέτρου περίπου 10 εκατοστών σε ύψος περί τα 2,5 μέτρα από το δάπεδο του ισογείου και μία οπή διαμέτρου 3 εκατοστών. Κατά τη διάνοιξη των οπών από τον δεύτερο εναγόμενο, το διατρητικό μηχάνημα δεν συνάντησε σίδερο, ούτε ιδιαίτερη αντίσταση, ώστε να δύναται αυτός να αντιληφθεί ότι εισχωρούσε σε γωνιακό υποστύλωμα, επιπλέον δε το εν λόγω γωνιακό υποστύλωμα Κ15 ήταν πλήρως εντοιχισμένο και δεν ήταν εφικτό να εντοπιστεί δια γυμνού οφθαλμού, κατά τα προαναφερθέντα. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η πρώτη ενάγουσα αντέδρασε άμεσα, γνωστοποιώντας στον δεύτερο εναγόμενο ότι προκαλεί οπές σε κοινόχρηστη κολώνα, και ακολούθως αυτός απευθύνθηκε στον   ……………….., πατέρα του πελάτη του   ……………….., αλλά και της πρώτης ενάγουσας, ο οποίος ήταν παρών κατά την εκτέλεση των εργασιών και ο οποίος τον διαβεβαίωσε ότι δεν υφίσταται κολώνα στα σημεία των οπών και ότι ο ίδιος γνωρίζει καλύτερα, αφού είχε κτίσει την οικοδομή. Κατόπιν τούτων, ο δεύτερος εναγόμενος συνέχισε την εκτέλεση των εργασιών, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσει τον πρώτο εναγόμενο για το συμβάν και χωρίς να λάβει οδηγίες από αυτόν για τις ενέργειες στις οποίες όφειλε να προβεί, μετά τη γνωστοποίηση σ’ αυτόν της ύπαρξης του γωνιακού υποστυλώματος Κ15. Η πρώτη ενάγουσα κάλεσε την Άμεση Δράση Αττικής, καταγγέλοντας εργασίες εγκατάστασης φυσικού αερίου στο ισόγειο διαμέρισμα της πολυκατοικίας χωρίς να υφίσταται άδεια της αρμόδιας αρχής. Ακολούθως, μετέβησαν στην οικοδομή αστυνομικοί της Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής και αφού τους επιδείχθηκε από τον δεύτερο εναγόμενο και από την παριστάμενη σύζυγο του . ……………….., …….., η από 28.06.2012 μελέτη εσωτερικής εγκατάστασης φυσικού αερίου και κάτοψη του ισογείου ορόφου που είχε συνταχθεί από τον πρώτο εναγόμενο και είχε εγκριθεί από την Εταιρεία Παροχής Φυσικού Αερίου Αττικής Α.Ε., υπέδειξαν τα νόμιμα και αποχώρησαν (βλ. το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. πρωτ. …./2/7526-α’/03.12.2012 απόσπασμα του ημερήσιου δελτίου οχήματος του υπ’ αριθ. ……….. της 02.11.2012 της Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης Αττικής). Αποδείχθηκε επίσης ότι μετά την πάροδο δύο περίπου ετών και συγκεκριμένα το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2014, η πρώτη ενάγουσα υπέβαλε καταγγελία στην Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας για παράνομη διάνοιξη οπής στο γωνιακό υποστύλωμα Κ15 κατά την εκτέλεση των εργασιών εγκατάστασης λέβητα φυσικού αερίου στο ως άνω ισόγειο διαμέρισμα. Ακολούθως, την 17.09.2014 διενεργήθηκε αυτοψία στην οικοδομή από την αρμόδια υπάλληλο ……….. και συντάχθηκε η προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. …../2014 έκθεση επικινδύνου από άποψη στατικής και δομικής, επ’ ονόματι του φερόμενου ιδιοκτήτη……………….., σύμφωνα με την οποία διαπιστώθηκε ότι είχε διανοιχθεί διαμπερής οπή διαμέτρου περίπου 10 εκ. σε ύψος περί τα 2,5 μ. από το δάπεδο του ισογείου και άλλη οπή διαμέτρου 3 εκ. στο γωνιακό υποστύλωμα Κ15 της οικοδομής, η οποία (διάνοιξη) είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της μάζας του υποστυλώματος και της ακαμψίας αυτού, και ότι ως εκ τούτου κρινόταν ανεπαρκής η αντοχή του εν λόγω υποστυλώματος με συνέπειες και στην αντοχή της οικοδομής, η οποία ήταν επικίνδυνη από άποψη στατική, και ότι προκειμένου να αρθεί ο κίνδυνος έπρεπε οι ιδιοκτήτες της οικοδομής να προβούν στην επισκευή των δομικών στοιχείων που παρουσίαζαν βλάβη, κατόπιν υποβολής στην Υπηρεσία, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 4 παρ. 4β’ του Ν. 4067/2012, μελέτης επισκευής και δήλωσης ανάληψης και ανάθεσης μελέτης και επίβλεψης. Σημειωτέον δε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. της 13/22-04-1929 “Περί επικινδύνων οικοδομών”, όταν σε οποιοδήποτε κτίριο έχουν πληγεί στοιχεία του φέροντος οργανισμού, τότε το κτίριο αυτό θεωρείται μεν επικίνδυνο από άποψη στατική και δομική, πλην όμως υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ των κοινώς επικινδύνων κτιρίων, στα οποία χωρεί επισκευή των ζημιών που έχουν προκληθεί, όπως στην προκειμένη περίπτωση, οπότε εκδίδεται «έκθεση επικινδύνου», κατά της οποίας χωρεί ένσταση και των ετοιμορρόπως επικινδύνων κτιρίων, για τα οποία δεν τίθεται ζήτημα επισκευής και εκδίδεται «πρωτόκολλο κατεδάφισης», που κοινοποιείται άμεσα στον ιδιοκτήτη, στον Εισαγγελέα και τον οικείο Δήμο, αποκλεισμένης οποιασδήποτε ένστασης ή παρέμβασης από τους ιδιοκτήτες. Αποδείχθηκε επίσης ότι στη συνέχεια εκδόθηκε από το Τμήμα Έκδοσης Αδειών Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας η υπ’ αριθ. ……../24.09.2014 άδεια του άρθρου 4 παρ. 3 και 4β’ του Ν. 4067/2012 για μικρής έκτασης επισκευές για την αποκατάσταση των οπών  και την άρση της επικινδυνότητας της οικοδομής, επ’ ονόματι του . ……………….., η οποία, όμως, ανακλήθηκε με το υπ’ αριθ. ………/02.10.2014 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας, κατόπιν της υπ’ αριθ. …………/02.10.2014 αίτησης της πρώτης ενάγουσας, λόγω μη συναίνεσης αυτής ως συνιδιοκτήτριας της πολυκατοικίας, αναφορικά με τον τρόπο αποκατάστασης των οπών. Ακολούθως, η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας προέβη σε ορθή επανάληψη της υπ’ αριθ. …./2014 έκθεσης επικινδύνου, που έλαβε αριθ. πρωτ. …./06.10.2014, ώστε να γίνει συμπλήρωση των ονομάτων όλων των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας, μεταξύ των οποίων και της πρώτης ενάγουσας, δεδομένου ότι οι ευρεθείσες οπές είχαν διανοιχθεί σε υποστύλωμα, το οποίο θεωρείται κοινόχρηστο και κοινόκτητο μέρος της οικοδομής, και ταυτόχρονα χορηγήθηκε στους συνιδιοκτήτες προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της έκθεσης, προκειμένου να προβούν σε αποκατάσταση των οπών και άρση της επικινδυνότητας, προβαίνοντας σε μικρής κλίμακας οικοδομικές εργασίες, η οποία, όμως, παρήλθε άπρακτη. Κατά της εν λόγω έκθεσης επικινδύνου, που κοινοποιήθηκε σε όλους τους συνιδιοκτήτες, δεν ασκήθηκε ένσταση με αποτέλεσμα να καταστεί αυτή τελεσίδικη. Κατόπιν τούτων, η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, με το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. πρωτ. ……../11.10.2014 έγγραφό της προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, γνωστοποίησε τη μη συμμόρφωση των συνιδιοκτητών της οικοδομής, ήτοι του .. ……………….., του . ……………….. και της πρώτης ενάγουσας, προς την υπ’ αριθ. ……../2014 έκθεση επικινδύνου και αιτήθηκε την ποινική δίωξη αυτών, κατ’ άρθρο 6 παρ. 5 του Π.Δ. της 13/22-04-1929 “Περί επικινδύνων οικοδομών”, μέχρι τη συμμόρφωσή τους. Στη συνέχεια ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά όλων των προαναφερόμενων συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας, για το αδίκημα της κοινώς επικίνδυνης βλάβης από αμέλεια από την οποία μπορούσε να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο και παραπέμφθηκαν αυτοί να δικασθούν ενώπιον του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Επιπλέον, η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, με το προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. πρωτ. ………./23.09.2016 έγγραφό της προς το Α.Τ. Κερατσινίου, αιτήθηκε την αναγκαστική εκκένωση και αχρησία των χώρων της οικοδομής, κατ’ άρθρο 4 παρ. 4 του Π.Δ. της 13/22-04-1929 “Περί επικινδύνων οικοδομών”, μέχρι να αρθεί ο κίνδυνος σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπ’ αριθ. ………/2014 έκθεση επικινδύνου. Εξάλλου, από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός των εναγόντων αφενός ότι ο πρώτος εναγόμενος γνώριζε την ύπαρξη του γωνιακού υποστυλώματος Κ15 και εν γνώσει του συνέταξε ψευδή σχεδιαγράμματα και μελέτες, αποκρύπτοντας από την Εταιρεία Παροχής Φυσικού Αερίου Αττικής Α.Ε. την ύπαρξη του εν λόγω υποστυλώματος και τη διέλευση σωλήνωσης μέσα από αυτό, προκειμένου να εγκριθεί η υποβληθείσα μελέτη και να εξυπηρετήσει τον ιδιώτη πελάτη του   ……………….. ώστε να εξοικονομήσει αυτός δαπάνες, οι οποίες, όμως, ουδόλως προσδιορίσθηκαν στην υπό κρίση αγωγή, αφετέρου ότι ο δεύτερος εναγόμενος προέβη στις εργασίες εγκατάστασης λέβητα φυσικού αερίου, κατά τις οποίες άνοιξε οπές στην ως άνω κοινόχρηστη κολώνα Κ15, εν γνώσει του ότι προκαλούσε οπές σε κοινόχρηστη κολώνα. Αντιθέτως αποδείχθηκε, κατά τα προαναφερθέντα, ότι το γωνιακό υποστύλωμα Κ15 ήταν πλήρως εντοιχισμένο και δεν ήταν εφικτό να εντοπιστεί δια γυμνού οφθαλμού, επιπλέον δε κατά τη διάνοιξη των οπών από τον δεύτερο εναγόμενο, το διατρητικό μηχάνημα δεν συνάντησε σίδερο, ούτε ιδιαίτερη αντίσταση, ώστε να δύναται να γίνει αντιληπτό ότι εισχωρούσε σε γωνιακό υποστύλωμα. Άλλωστε, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, εάν ο πρώτος εναγόμενος γνώριζε τη θέση της κολώνας Κ15, δεν αποδείχθηκε ότι είχε κάποιο συγκεκριμένο λόγο να ορίσει τη διέλευση της σωλήνωσης φυσικού αερίου μέσα από αυτή, αντί απλώς να ορίσει άλλη διαδρομή της σωλήνωσης, λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι επρόκειτο για εγκατάσταση φυσικού αερίου στην πρόσοψη και στο ισόγειο της πολυκατοικίας. Ομοίως, εάν ο δεύτερος εναγόμενος γνώριζε τη θέση της κολώνας Κ15, δεν αποδείχθηκε ότι είχε κάποιο συγκεκριμένο λόγο να επιμείνει στη διέλευση της σωλήνωσης φυσικού αερίου μέσα από αυτή, αντί να προβεί στη διέλευση της σωλήνωσης από άλλο σημείο, παρακάμπτοντας την κολώνα, κατόπιν συμφωνίας και υπό τις οδηγίες του πρώτου εναγόμενου. Επιπλέον από κανένα αποδεικτικό μέσο δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός των εναγόντων ότι ο δεύτερος εναγόμενος έλαβε τηλεφωνικώς τη συναίνεση του πρώτου εναγόμενου προκειμένου να συνεχίσει τη διάτρηση των επίμαχων οπών στην κολώνα Κ15, αφού, αντιθέτως, αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος εναγόμενος συνέχισε την εκτέλεση των εργασιών, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσει τον πρώτο εναγόμενο για το συμβάν και χωρίς να λάβει οδηγίες από αυτόν. Ενισχυτική της ανωτέρω κρίσης του Δικαστηρίου είναι και η προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. 102Α από 06.10.2016 απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, σύμφωνα με την οποία ο πρώτος εναγόμενος απαλλάχθηκε, κατά πλειοψηφία, κατόπιν των υπ’ αριθ. πρωτ. …./2014 και …../2014 καταγγελιών της πρώτης ενάγουσας, για τα αποδιδόμενα σ’ αυτόν πειθαρχικά παραπτώματα, ότι δηλαδή υπέβαλε ως επιβλέπων μηχανικός ψευδή σχεδιαγράμματα και μελέτες στην Εταιρεία Παροχής Φυσικού Αερίου Αττικής Α.Ε. για να εξυπηρετήσει τον ιδιώτη πελάτη του   ……………….. και ότι ο δεύτερος εναγόμενος εκτέλεσε το έργο εν γνώσει αυτών των ψευδών μελετών. Ειδικότερα, με την υπ’ αριθ. 102Α από 06.10.2016 απόφαση κρίθηκε αφενός ότι δεν προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία επίβλεψη στις εργασίες εγκατάστασης φυσικού αερίου, αφετέρου ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν έλαβε εγκαίρως γνώση του προβλήματος κατά το κρίσιμο σημείο έναρξης διάνοιξης οπής στο υποστύλωμα, αφού δεν ενημερώθηκε από τον δεύτερο εναγόμενο. Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά τη διάνοιξη των ανωτέρω οπών στο γωνιακό υποστύλωμα Κ15 δεν έχουν τμηθεί οι οπλισμοί (σίδερα) κύριοι και δευτερεύοντες του εν λόγω υποστυλώματος, και ως εκ τούτου το υποστύλωμα αυτό δεν εμφανίζει κανένα πρόβλημα στατικής και αντισεισμικής επάρκειας – αντοχής με τις υπάρχουσες οπές, όπως ρητώς αναγράφεται και στην προσκομιζόμενη από Φεβρουαρίου 2016 τεχνική έκθεση των πολιτικών μηχανικών ……….. και ………… Η κρίση αυτή ενισχύεται και από την προσκομιζόμενη από Οκτωβρίου 2016 τεχνική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του μηχανολόγου μηχανικού ………… και του πολιτικού μηχανικού ………….., στην οποία αναφέρεται ότι από τη διάνοιξη της δεύτερης ως άνω οπής διαμέτρου περίπου 10 εκ., που ήταν επισκέψιμη, έχει αποκαλυφθεί μέρος του κυρίου οπλισμού του υποστυλώματος, ο οποίος, όμως, δεν έχει τμηθεί ή παραμορφωθεί, αλλά παρουσιάζει επιφανειακή οξείδωση (σκουριά), και επιπλέον ότι η εγκεκριμένη από 28.06.2012 μελέτη εγκατάστασης φυσικού αερίου του πρώτου εναγόμενου ήταν σύννομη βάσει των οριζόμενων στο άρθρο Π9.5.6.5 της ΥπΑ Δ3/Α’/οικ.6598/28.03.2012 (Τεχνικός Κανονισμός ΦΕΚ 976/2012). Ενισχύεται επίσης από την προσκομιζόμενη τεχνική έκθεση – πραγματογνωμοσύνη του μηχανολόγου μηχανικού ………., στην οποία αναγράφεται ότι το υποστύλωμα Κ15 δεν εμφανίζει κανένα πρόβλημα στατικής και αντισεισμικής επάρκειας – αντοχής με τις υπάρχουσες οπές και ότι η εγκεκριμένη από 28.06.2012 μελέτη εγκατάστασης φυσικού αερίου του πρώτου εναγόμενου ακολούθησε τα προβλεπόμενα στο άρθρο Π9.5.6.5 της ΥπΑ Δ3/Α’/οικ.6598/28.03.2012 (Τεχνικός Κανονισμός ΦΕΚ 976/2012). Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου δεν αναιρείται από τα αναγραφόμενα στην υπ’ αριθ. ………../2014 έκθεση επικινδύνου, αφού η συντάξασα αυτή και διενεργήσασα την αυτοψία στην οικοδομή, υπάλληλος της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας ………., στην ένορκη κατάθεσή της ενώπιον του Β’ Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, στο οποίο παραπέμφθηκαν να δικασθούν όλοι οι συνιδιοκτήτες της οικοδομής για παράβαση του άρθρου 273 του ΠΚ, κατά τα προαναφερθέντα, ανέφερε ότι υπήρχαν μεν δύο οπές στο υποστύλωμα και ότι έπρεπε να αποκατασταθούν, πλην όμως δεν προέκυψε κίνδυνος για την οικοδομή και επιπλέον ότι συνέταξε την έκθεση για να μη συνεχίσουν αυτοί να ανοίγουν οπές, αφού αν η διάμετρος των οπών ήταν μεγαλύτερη θα υπήρχε πρόβλημα και αν άνοιγαν δέκα τέτοιες οπές επίσης θα υπήρχε πρόβλημα. Άλλωστε, οι συνιδιοκτήτες της οικοδομής απαλλάχθηκαν της αποδιδόμενης σ’ αυτούς πράξης της κοινώς επικίνδυνης βλάβης από αμέλεια από την οποία μπορούσε να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, με την προσκομιζόμενη υπ’ αριθ. 4712/2017 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς. Επιπλέον και η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας στο προσκομιζόμενο υπ’ αριθ. πρωτ. 2140/04.10.2016 έγγραφό της με «ΘΕΜΑ: Αγωγή (ΑΓ. ………../07.10.2015) της κας ……………….. κατά Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας» επισημαίνει ότι η αναφορά της πρώτης ενάγουσας στο ανωτέρω δικόγραφό της κατά του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς, ότι βάσει της υπ’ αριθ. …/2014 έκθεσης επικινδύνου, αλλά και της αναθεωρητικής αυτής υπ’ αριθ. πρωτ. …………/2015, διαπιστώθηκε από μηχανικούς της Πολεοδομίας ότι το κτίριο είναι εκ θεμελίων άκρως επικίνδυνο από δομική και στατική άποψη, είναι παντελώς ανυπόστατη, ανακριβής και δεν εδράζεται σε καμία τεχνική τεκμηρίωση. Κατόπιν των αποδειχθέντων ως άνω πραγματικών περιστατικών, εφόσον το υποστύλωμα Κ15 δεν εμφάνιζε κανένα πρόβλημα στατικής και αντισεισμικής επάρκειας – αντοχής με τις υπάρχουσες οπές, δεν μπορούσε να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο από την επικαλούμενη στην αγωγή παραβίαση των κανόνων οικοδομικής εκ μέρους των εναγόμενων, και ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται αντικειμενικώς το αδίκημα του άρθρου 286 του ΠΚ, για το οποίο απαιτείται αφενός παράβαση από τους εναγόμενους, κατά τη διεύθυνση ή τη διεξαγωγή του έργου της εγκατάστασης φυσικού αερίου, των κοινώς αναγνωρισμένων τεχνικών κανόνων, αφετέρου πρόκληση από την παράβαση κινδύνου για την ζωή ή την υγεία ανθρώπου, και τούτο ανεξαρτήτως της συνδρομής ή μη στο πρόσωπο των εναγόμενων του υποκειμενικού στοιχείου του δόλου ή της αμέλειας ως προς τα στοιχεία αυτά της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. Κατόπιν τούτων, εφόσον δεν αποδείχθηκε παράνομη και υπαίτια πράξη των εναγόμενων, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα τα αγωγικά κονδύλια χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που φέρονται ότι υπέστησαν οι ενάγοντες. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς τον δεύτερο εναγόμενο και έκανε αυτή εν μέρει δεκτή  ως και ουσιαστικά βάσιμη ως προς τον πρώτο εναγόμενο και αναγνώρισε την υποχρέωση αυτού να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων το ποσό των 500,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής τους βλάβης, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού ως βάσιμου κατ’ ουσία του μοναδικού λόγου της υπό κρίση από 27.12.2021 υπό στοιχείο Β’ έφεσης.

Συνοψίζοντας όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν, πρέπει να γίνουν δεκτές κατ’ ουσίαν η υπό στοιχείο Α’ από 29.06.2020 έφεση και η υπό στοιχείο Β’ από 27.12.2021 έφεση και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη υπ’ αριθ. 1312/2020 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς στο σύνολό της, για το ενιαίο του τίτλου εκτέλεσης, αναγκαίως δε και κατά τη συναρτώμενη με την όλη έκβαση της δίκης διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων, αφού η δικαστική δαπάνη καθορίζεται εξ υπαρχής ενιαία για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας λόγω της εξαφάνισης της απόφασης, να διακρατηθεί και να δικαστεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη η από 17.10.2017 και με αριθμό κατάθεσης γενικό …………/2017 και ειδικό …………./2017 αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο μπορεί να εκδώσει απόφαση επιβλαβέστερη για τους εκκαλούντες της υπό στοιχείο Α’ έφεσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 536 παρ. 1 του ΚΠολΔ, καθόσον έχει ασκήσει και ο πρώτος εφεσίβλητος την υπό στοιχείο Β’ έφεση. Αναφορικά με τα παράβολα που οι εκκαλούντες της υπό στοιχείο Α’ έφεσης και ο εκκαλών της υπό στοιχείο Β’ έφεσης προκατέβαλαν κατά την κατάθεσή τους για το παραδεκτό των εφέσεων, πρέπει να διαταχθεί η απόδοσή τους λόγω της νίκης τους, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε’ του ΚΠολΔ. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων των υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεων πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων που εφαρμόστηκαν, αλλά και διότι εκτιμωμένων των περιστάσεων υπήρχε εύλογη αμφιβολία ως προς την έκβαση της δίκης (άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ, όπως το πρώτο άρθρο τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 1β’ του Ν. 4842/2021 και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του Ν. 4871/2021 ΦΕΚ Α’ 246/10.12.2021 και εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ως ειδικότερο του άρθρου 533 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει ερήμην του δεύτερου των καθ’ ων η κλήση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων τις από 29.06.2020 και από 27.12.2021, αντίστοιχα, υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις, κατά της υπ’ αριθ. 1312/2020 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν τις εφέσεις.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση.

Κρατεί και δικάζει την από 17.10.2017 και με αριθμό κατάθεσης γενικό ………./2017 και ειδικό ……./2017 αγωγή.

Απορρίπτει την αγωγή.

Διατάσσει την επιστροφή στους εκκαλούντες της υπό στοιχείο Α’ από 29.06.2020 έφεσης και στον εκκαλούντα της υπό στοιχείο Β’ από 27.12.2021 έφεσης των παράβολων υπέρ Δημοσίου με αριθμό ………../2020 ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ και με αριθμό ……………/2021 ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα (150,00) ευρώ, αντίστοιχα.

Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων,και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 16.06.2022 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 16.06.2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ