ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 4/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα (ΑΦΜ ……..) και ήδη από 1.1.2017 από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, νομίμως εκπροσωπούμενη από τον Διοικητή της που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα (ΑΦΜ …………) και εν προκειμένω από τους Προϊστάμενους των Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά, Δ.Ο.Υ. Γλυφάδας και Δ.Ο.Υ. Πλοίων, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την δικαστική πληρεξούσια Ν.Σ.Κ., Θεοδώρα Κουκλιάκου,
Των εφεσίβλητων: 1) Επισπεύδουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………….» και τον διακριτικό τίτλο “……….”, που εδρεύει στην ………., οδός …………, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) …………. η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 3) …………. ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 4) ……………ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 5) Ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Αθηνών» (και ήδη Ηλεκτρονικός Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …………. όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Διοικητή αυτού και στην προκείμενη περίπτωση από τον Διευθυντή του Α’ Ταμείου Είσπραξης Εσόδων ΙΚΑ Αθηνών, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Νικόλαο Κλησιάρη, 6) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….», που εδρεύει στην ……., επί της οδού …………. όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Θωμά Καναβέλη.
Το νυν εκκαλούν άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά των πέντε πρώτων εφεσίβλητων την από 31-3-2015 (με Γ.Α.Κ. …../2015 και Ε.Α.Κ. ………./2015) ανακοπή του κατά του υπ’ αριθ. ……../17.2.2015 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών, ………… Επίσης, η νυν έκτη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου κατά του νυν εκκαλούντος και κατά των νυν τρίτου και τέταρτου εφεσίβλητων την από 23.3.2015 (με Γ.Α.Κ. …../2015 και Ε.Α.Κ. ……/2015) ανακοπή κατά του ίδιου πίνακα κατάταξης. Το παραπάνω Δικαστήριο συνεκδικάζοντας τις δύο ανακοπές, εξέδωσε την 37/2021 οριστική του απόφαση (τακτική διαδικασία) με την οποία δέχθηκε εν μέρει την πρώτη πιο πάνω ακακοπή και εν όλω τη δεύτερη ανακοπή, μεταρρυθμίζοντας τον πίνακα κατάταξης.
Το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο προσέβαλε την ανωτέρω οριστική απόφαση κατά το μέρος που απορρίφθηκε η ανακοπή του με την από 22-7-2021 έφεσή του, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 22.7.2021 με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. …./2021. Επικυρωμένο αντίγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στις 23.7.2021 στη Γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2021 και Ε.Α.Κ. ………../2021, οπότε δικάσιμος ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δικάσιμο αυτή η έφεση εκφωνήθηκε με τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτησή της στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, η δικαστική αντιπρόσωπος του Ν.Σ.Κ. ως πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παρέστησαν αφού έλαβαν τον λόγο, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εισάγεται για να συζητηθεί η από 22.7.2021 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ……/2021 και Ε.Α.Κ. ……/2021 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. ……/2021 και Ε.Α.Κ. ……/2021) έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά α) της επισπεύδουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», β) της συμβολαιογράφου …………, γ) του ………., δ) του ………., ε) του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Αθηνών», ήδη «Ηλεκτρονικός Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ)», στ) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..» προς εξαφάνιση της 37/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία). Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο κατά την ορισθείσα δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οι τέσσερις πρώτοι εφεσίβλητοι δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο. Από την προσκομιζόμενη από το εκκαλούν υπ’ αριθ. …………./6.8.2021 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ……………. αποδεικνύεται ότι πιστό αντίγραφο της παραπάνω έφεσης, με τις σχετικές πράξεις κατάθεσης και κλήση για συζήτηση της υπόθεσης στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε στην πρώτη εφεσίβλητη τράπεζα νόμιμα κατ’ άρθρο 129 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 του ίδιου Κώδικα. Ομοίως από την προσκομιζόμενη από το εκκαλούν υπ’ αριθ. …………../10.9.2021 έκθεση επίδοσης της ίδιας ως άνω δικ. επιμελήτριας αποδεικνύεται ότι πιστό αντίγραφο της ίδιας έφεσης, με τις σχετικές πράξεις κατάθεσης και κλήση για συζήτηση της υπόθεσης στην ίδια ως άνω δικάσιμο επιδόθηκε στη δεύτερη εφεσίβλητη νόμιμα κατά τα άρθρα 124 παρ.2 και 126 παρ.1 στοιχ.α’ του ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 του ίδιου Κώδικα. Από την επίσης προσκομιζόμενη από το εκκαλούν υπ’ αριθ. …………./29.9.2021 έκθεση επίδοσης της παραπάνω δικ. επιμελήτριας αποδεικνύεται ότι πιστό αντίγραφο της ως άνω έφεσης, με τις σχετικές πράξεις κατάθεσης και κλήση για συζήτηση στην ως άνω δικάσιμο επιδόθηκε νόμιμα με θυροκόλληση παρουσία μάρτυρα, στον τρίτο εφεσίβλητο, λόγω απουσίας του ίδιου από την κατοικία του και των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 128 παρ.1 ΚΠολΔ και με τήρηση της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου (με παράδοση αντιγράφου στον αξιωματικό υπηρεσίας του Α.Τ. της περιφέρειας κατοικίας του προς ον η επίδοση και ταχυδρόμηση έγγραφης ειδοποίησης για την επίδοση στον ίδιο) κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 του ΚΠολΔ. Τέλος από την προσκομιζόμενη από το εκκαλούν υπ’ αριθ. …………/27.9.2021 έκθεση επίδοσης της εν λόγω δικ. επιμελήτριας αποδεικνύεται ότι πιστό αντίγραφο της ένδικης έφεσης, με τις σχετικές πράξεις κατάθεσης και κλήση για συζήτηση στην παραπάνω δικάσιμο επιδόθηκε νόμιμα με θυροκόλληση παρουσία μάρτυρα, στον τέταρτο εφεσίβλητο, λόγω απουσίας του ίδιου από την κατοικία του και των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 128 παρ.1 ΚΠολΔ και με την τήρηση της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου (με παράδοση αντιγράφου στον αξιωματικό υπηρεσίας του Α.Τ. της περιφέρειας κατοικίας του προς ον η επίδοση και ταχυδρόμηση έγγραφης ειδοποίησης για την επίδοση στον ίδιο) κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 498 παρ.2 του ΚΠολΔ. Επομένως, οι τέσσερις πρώτοι εφεσίβλητοι θα δικασθούν ερήμην, πλην όμως η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν κι αυτοί παρόντες κατ’ άρθρο 524 παρ.4 ΚΠολΔ. Αναφορικά με τις πρώτη και δεύτερη των εφεσίβλητων, οι οποίες πρωτοδίκως παραστάθηκαν δια πληρεξούσιου δικηγόρου κατά τη συζήτηση της κατ’ αυτών από 31.3.2015 (υπ’ αριθ. κατ. δικ. …………./2015) ανακοπής του Ελληνικού Δημοσίου, σημειώνεται ότι το εκκαλούν δεν προσκόμισε εντός πέντε ημερών από τη συζήτηση της ένδικης εφέσεως τις προτάσεις που εκείνες είχαν καταθέσει ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ως καθ’ ων η ανακοπή. Σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ.4 ΚΠολΔ «Σε περίπτωση ερημοδικίας του εφεσιβλήτου ως προς την έφεση η διαδικασία προχωρεί σαν να ήταν και αυτός παρών…Ο παριστάμενος διάδικος υποχρεούται μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη συζήτηση να προσκομίσει αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του αντιδίκου του, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και τα πρακτικά και τις εκθέσεις που λήφθηκαν κατ’ αυτήν. Διαφορετικά κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση.» Συνεπώς, έναντι των πρώτης και δεύτερης των εφεσίβλητων πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της εφέσεως. Κατά τα λοιπά, η ένδικη έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου για να συζητηθεί, όπως πρωτοδίκως, με την τακτική διαδικασία με τις αποκλίσεις των άρθρων 933 επ. ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 979 παρ.2, 933, 937 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν οι διατάξεις αυτές κατά τον χρόνο άσκησης των ένδικων ανακοπών, ήτοι πριν την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015, καθώς η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργήθηκε πριν από την 1.1.2016, εφαρμοζομένων όμως των διατάξεων των σχετικών με την έφεση, όπως διαμορφώθηκαν μετά το ν. 4335/2015, αφού το υπό κρίση ένδικο μέσο κατατέθηκε μετά την 1.1.2016, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή, δεδομένου ότι η έφεση ασκήθηκε νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 22.7.2021 κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, καθώς η εκκαλούμενη δημοσιεύθηκε στις 11.1.2021, χωρίς οι διάδικοι να υποστηρίζουν ότι στο μεσοδιάστημα μέχρι την άσκηση της εφέσεως έγινε επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης και χωρίς να παρέλθει στο διάστημα αυτό χρόνος μεγαλύτερος της διετίας. Ακολούθως, λοιπόν, πρέπει να εξετασθεί η έφεση ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατ’ άρθρο 533 παρ.1 του ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι για το παραδεκτό του ως άνω ενδίκου μέσου δεν απαιτείται η καταβολή του τασσόμενου από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ παραβόλου, αφού το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής κάθε τέλους και παραβόλου για την άσκηση ενδίκου μέσου σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ.1 του Καν. Δ/τος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1944 “Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου” (βλ. ΤρΕφΠειρ 50/2020 στο site του Εφετείου Πειραιά, efeteio-peir.gr). Επίσης σημειώνεται ότι έχει επέλθει οιονεί καθολική διαδοχή στο πρόσωπο της έκτης εφεσίβλητης-ανακόπτουσας, καθώς η παρασταθείσα ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……………» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. …………… και ΑΦΜ ………, Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών έχει υπεισέλθει ως καθολική διάδοχος στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις της αρχικής ανακόπτουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………», με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. ……………. και ΑΦΜ …….., Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών. Ειδικότερα, μετά την άσκηση της υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης …………../2015 ανακοπής της «……………..» κατά του υπ’ αριθ. ……../2015 πίνακα κατάταξης δανειστών που συνεκδικάσθηκε με την υπ’ αριθ. ……./……/2015 ανακοπή του Ελλ. Δημοσίου κατά του ίδιου πίνακα στις 7.10.2020, ολοκληρώθηκε στις 30.12.2020 ο μετασχηματισμός της «…………….», μετά τη διάσπαση της τελευταίας (διασπώμενης) δια της απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας και την εισφορά του στη νέα εταιρία- πιστωτικό ίδρυμα (επωφελούμενη) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 2525/1997 και των άρθρων 54 παρ.3, 57 παρ.3 και 59-74, 140 παρ.3 του ν. 4601/2019, καθώς και του άρθρου 145 του ν. 4261/2014 όπως ισχύουν. Η ως άνω διάσπαση της «…………………» δι’ απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας με σύσταση νέας εταιρείας- πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «……………» εγκρίθηκε με την με αριθ. πρωτ. 139241/30.12.2020 Απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρίσθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. δυνάμει των με αριθ. πρωτ. 139264/30.12.2020 και 139406/30.12.2020 Ανακοινώσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Υπεισήλθε έτσι η νέα «Τράπεζα Πειραιώς Ανώνυμος Εταιρεία» (επωφελούμενη) σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της αρχικής ανακόπτουσας διασπώμενης τράπεζας καθιστάμενη οιονεί καθολική διάδοχός της και συνεχίζει τη δίκη.
Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατόπιν παραπομπής της υπόθεσης από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εισήχθη προς συζήτηση η από 31.3.2015 (υπ’ αριθ. κατ. δικογρ. …………./2015) ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου στρεφόμενη κατά της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «………………..», της συμβολαιογράφου ……………., του …………………, του ………………. και του ν.π.δ.δ. «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ- Ε.Φ.Κ.Α.», η οποία (ανακοπή) συνεκδικάσθηκε με την από 23.3.2015 (υπ’ αριθ. κατ. δικογρ. ……………../2015) ανακοπή της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «……………» στρεφόμενη κατά του Ελληνικού Δημοσίου, του ……….. και του . ………, καθώς με αμφότερες τις ανακοπές τους οι ανακόπτοντες ζητούσαν την υπέρ αυτών μεταρρύθμιση του ίδιου υπ’ αριθ. ………/2015 πίνακα κατάταξης δανειστών που συνέταξε μετά τη διενέργεια αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτων των ίδιων οφειλετών, η υπάλληλος του πλειστηριασμού, συμβολαιογράφος Αθηνών …………… Ειδικότερα, με την από 31.3.2015 ανακοπή του, το Ελληνικό Δημόσιο υποστήριζε ότι δυνάμει της υπ’ αριθ. ………./2014 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού της δεύτερης καθ’ης συμβολαιογράφου ……………. εκπλειστηριάσθηκε η περιγραφόμενη σε αυτή ακίνητη περιουσία των ………… (ως ψιλής κυρίας) και …………… (ως επικαρπώτριας) και επιτεύχθηκε συνολικό πλειστηρίασμα ποσού 831.408 ευρώ. Ότι στον ως άνω πλειστηριασμό είχε αναγγελθεί και το ίδιο το ανακόπτον για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του, κατά τα αναλυτικότερα εκτιθέμενα στο κρινόμενο δικόγραφο. Ότι λόγω ανεπάρκειας του πλειστηριάσματος να ικανοποιηθούν όλοι οι δανειστές, η υπάλληλος του πλειστηριασμού συνέταξε, τον με αριθμό ………../2015 πίνακα κατάταξης δανειστών και, αφού προαφαίρεσε τα έξοδα εκτέλεσης, ύψους 37.841,06 ευρώ, μέρος των οποίων υπέρ της ίδιας, στο μεν ποσό των 555.496,86 ευρώ του εναπομείναντος πλειστηριάσματος, που αφορούσε στις αναγγελθείσες απαιτήσεις σε βάρος της πρώτης ως άνω οφειλέτριας, κατέταξε προνομιακά και οριστικά το πέμπτο καθ’ου η ανακοπή ΙΚΑ (ήδη e-ΕΦΚΑ) και εν συνεχεία στο 1/3 του πλειστηριάσματος το ίδιο το ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο και στα 2/3 την πρώτη καθ’ ης η ανακοπή προσημειούχο τράπεζα “…………”, στο δε ποσό των 238.070,03 ευρώ, που αφορούσε στις αναγγελθείσες απαιτήσεις σε βάρος της δεύτερης ως άνω οφειλέτριας, κατέταξε προνομιακά και οριστικά το πέμπτο καθ’ου η ανακοπή και το ίδιο το ανακόπτον, ενώ προνομιακά και τυχαία τον τρίτο και τον τέταρτο των καθ’ων η ανακοπή ως εργαζόμενους. Ζητούσε, λοιπόν, για τους λόγους που ανέπτυσσε, τη μεταρρύθμιση του ανακοπτόμενου πίνακα κατάταξης, προκειμένου να αποβληθούν από αυτόν οι καθ’ ων η ανακοπή και να καταταγεί το ίδιο το ανακόπτον για τα αντίστοιχα ποσά προς περαιτέρω ικανοποίηση των αναγγελθεισών απαιτήσεών του. Αντίστοιχα, με την από 23.3.2015 ανακοπή της η ανακόπτουσα «………………», που είχε αναγγελθεί ως εγχειρόγραφη δανείστρια στον πλειστηριασμό που αφορούσε στη δεύτερη ως άνω οφειλέτρια, αλλά δεν κατετάγη, ζητούσε για τους λόγους που ανέπτυσσε, τη μεταρρύθμιση του ίδιου πίνακα κατάταξης έναντι των καταταγέντων δανειστών καθ’ ων η ανακοπή Ελλ. Δημοσίου και των φερόμενων ως εργαζομένων στην παραπάνω οφειλέτρια, ώστε να αποβληθούν αυτοί και να καταταγεί στη θέση τους εκείνη στο ποσό των 237.260,41 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφαση συνεκδικάζοντας τις δύο ανακοπές, αντιμωλία των διαδίκων πλην του τρίτου, τέταρτου και πέμπτου των καθ’ων της πρώτης ανακοπής του Ελλ. Δημοσίου και των δεύτερου και τρίτου της δεύτερης ανακοπής της ως άνω τράπεζας, δέχθηκε εν μέρει την πρώτη ανακοπή και εν όλω τη δεύτερη ανακοπή. Μεταρρύθμισε δε τον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης ως ακολούθως: α) Περιόρισε τα έξοδα εκτέλεσης που είχαν προαφαιρεθεί υπέρ της δεύτερης καθ’ ης υπαλλήλου του πλειστηριασμού (συμβολαιογράφου …………..) κατά το ποσό των 6.626,79 ευρώ, στο οποίο κατέταξε προνομιακά και οριστικά το ανακόπτον της πρώτης ανακοπής Ελλ. Δημόσιο και β) Απελευθέρωσε τα ποσά των 53.816,63 ευρώ, 96.832,59 ευρώ και 87.036,90 ευρώ, στα οποία είχαν καταταγεί οι καθ’ων η ανακοπή (Ελλ. Δημόσιο, ……… και …………….) και κατέταξε την ανακόπτουσα «…………», ως εγχειρόγραφη (μη προνομιούχο) δανείστρια, τυχαία, προς μερική ικανοποίηση της απαίτησης της. Ειδικά σχετικά με τις αναγγελθείσες απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου στην υπάλληλο του πλειστηριασμού καθόσον αφορούσε τον πλειστηριασμό σε βάρος της επικαρπώτριας οφειλέτριας ………….., το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι εσφαλμένα η υπάλληλος του πλειστηριασμού κατέταξε συμμέτρως, προνομιακά και οριστικά το Ελληνικό Δημόσιο για το ποσό των 53.390,86 ευρώ για απαίτηση ΦΠΑ βάσει της με αριθ. πρωτ. ……./2011 αναγγελίας της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά που συνοδευόταν από την από 21.9.2011 πίνακα χρεών, καθώς ναι μεν στον πίνακα περιλαμβανόταν το όνομα και το ΑΦΜ της οφειλέτριας ……………., το είδος και το ποσό των χρεών, τα στοιχεία βεβαίωσής τους και το οικονομικό έτος στο οποίο αυτά ανήκουν, καθώς και τυχόν ασφάλεια που υπήρχε για καθένα από αυτά, πλην όμως ότι αναλύονται σε αυτόν τρία χρέη με την ένδειξη για το μεν ένα ότι η εν λόγω οφειλέτρια ευθύνεται με την ιδιότητα του διαχειριστή με αναγραφόμενο ΑΦΜ …………, για δε τα δύο άλλα με την ιδιότητα του Προέδρου του Δ.Σ. με αναγραφόμενο ΑΦΜ …… και από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα δεν προσδιορίζεται σε ποιο νομικό πρόσωπο αντιστοιχούσε ο καθένας ΑΦΜ, ούτε το χρονικό διάστημα κατά το οποίο έφερε την προσωπική ευθύνη η καθ’ ης η εκτέλεση οφειλέτρια για τα χρέη των άνω εταιριών, ως εκ της ιδιότητάς της, της διαχειρίστριας και της προέδρου του Δ.Σ. αυτών, γενομένου δεκτού του σχετικού λόγου ανακοπής της «.. ……….. Επίσης σχετικά με το προβληθέν με λόγο ανακοπής του Ελλ. Δημοσίου ότι η υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν κατέταξε την αναγγελθείσα με την υπ’ αριθ. πρωτ. ……./2014 αναγγελία του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά απαίτηση για ΦΠΑ του ανακόπτοντος Ελλ. Δημοσίου με το αιτιολογικό ότι το ανακόπτον είχε καταταγεί στον με αρ. …………../2014 πίνακα κατάταξης της συμβ/φου Αθηνών ………….. για την ίδια απαίτηση ποσού 44.769,50 ευρώ, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι μόνο το γεγονός της κατάταξης του ανακόπτοντος σε έτερο πίνακα κατάταξης, χωρίς να προκύπτει από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα εάν έχει καταστεί απρόσβλητος με την έννοια της εκτελεστότητας αυτού και εάν έχει επέλθει απόσβεση της συγκεκριμένης απαίτησης του ανακόπτοντος, δεν αρκεί για να το αποκλείσει από την κατάταξή του και στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και ότι άρα η υπάλληλος του πλειστηριασμού εσφαλμένα καταρχήν δεν κατέταξε το Ελλ. Δημόσιο για την απαίτησή του από ΦΠΑ ποσού 44.433,77 ευρώ ως γενικό προνομιούχο δανειστή δεύτερης σειράς του άρθρου 975 ΚΠολΔ στον σχετικό πίνακα κατάταξης. Ότι ωστόσο αποδεικνύεται ότι και η με αρ. πρωτ. ……/2014 αναγγελία της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, η οποία συνοδεύεται από τον από 14.4.2014 πίνακα χρεών, ενώ περιελάμβανε το όνομα και το ατομικό ΑΦΜ της οφειλέτριας ………………, το είδος και το ποσό των χρεών, το οικονομικό έτος στο οποίο αυτά ανήκουν και τη χρονολογία βεβαίωσής τους, καθώς και την τυχόν ασφάλεια για καθένα από αυτά, ως προς τα δέκα χρέη του πίνακα με την ένδειξη για τα μεν τέσσερα πρώτα ότι η εν λόγω οφειλέτρια ευθύνεται ως διαχειρίστρια με αναγραφόμενο ΑΦΜ ….…, για τα δε άλλα έξι ως πρόεδρος του Δ.Σ. με αναγραφόμενο ΑΦΜ ………. δεν προκύπτει από τα προσκομισθέντα από το ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο έγγραφα η επωνυμία του νομικού προσώπου όπου φέρεται η οφειλέτρια να είναι διαχειρίστρια ή πρόεδρος του Δ.Σ., ούτως ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η νομική και η ουσιαστική βασιμότητα των συγκεκριμένων χρεών και η ευθύνη της οφειλέτριας γι’ αυτά. Ακολούθως δε κι ενώ η εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε ότι ήταν εσφαλμένη η κατάταξη των αναγγελθεισών απαιτήσεων των ……. και ………. στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, όπως οι σχετικές απαιτήσεις των παραπάνω φερόμενων ως εργαζομένων αμφισβητούνταν με αμφότερες τις ανακοπές Ελληνικού Δημοσίου και «…………….» και οι σχετικοί ισχυρισμοί των ανακοπτόντων έγιναν δεκτοί ως βάσιμοι λόγω της ερημοδικίας των παραπάνω καθ’ ων η ανακοπή, εντέλει η ανακόπτουσα τράπεζα κατετάγη ως εγχειρόγραφη δανείστρια τόσο στη θέση του Ελληνικού Δημοσίου για το ποσό των 53.816,63 ευρώ, όσο και στη θέση των φερόμενων ως εργαζομένων καθ’ ων η ανακοπή ………….. και …………. και δη στα ποσά των 96.832,59 ευρώ και 87.036,90 ευρώ. Ήδη με τους δύο λόγους της υπό κρίση έφεσης το εκκαλούν-ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, ώστε α) να γίνει καθ’ ολοκληρίαν δεκτή η υπ’ αρ. κατ. …………./2015 ανακοπή του και β) να απορριφθεί η υπ’ αρ. κατ. ………../2015 ανακοπή της έκτης εφεσίβλητης «……………» όσον αφορά το Ελληνικό Δημόσιο και να μην μεταρρυθμισθεί σε βάρος του ο υπ’ αριθ. ………../2015 πίνακας δανειστών της συμβ/φου Αθηνών …………….., καταδικαζομένων των εφεσίβλητων στη δικαστική του δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης το εκκαλούν υποστηρίζει ότι με εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 972, 975, 976, 979, 980 ΚΠολΔ και 61 παρ.1 ΚΕΔΕ και με κακή εκτίμηση των αποδείξεων έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι η κατάταξη στον προσβαλλόμενο πίνακα ήταν σύμφωνη με το περιεχόμενο και το αίτημα της αναγγελίας του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ αν είχε προβεί σε ορθή εφαρμογή του νόμου, θα είχε κάνει δεκτή την ανακοπή του καθ’ ολοκληρία και θα είχε κατατάξει το Δημόσιο, πέραν του ποσού για το οποίο έχει ήδη καταταγεί, στο ποσό των 228.303,26 ευρώ, δεχόμενο ότι πρέπει να αποβληθούν από τον ως άνω με αριθμό ……./2015 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβ/φου Αθηνών ………… οι 3ος-5ος εκ των εφεσιβλήτων διότι: i) αφενός οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους 44.433,77 ευρώ που πηγάζουν από ΦΠΑ, προηγούνται των απαιτήσεων του 5ου εφεσίβλητου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (και ήδη e-ΕΦΚΑ) σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 975 ΚΠολΔ, καθόσον το Δημόσιο είναι γενικός προνομιούχος δανειστής της 2ης σειράς του άρθρου 975 ΚΠολΔ το γεγονός δε ότι το Δημόσιο έχει ήδη καταταγεί για το ποσό των 44.769,60 ευρώ στον με αριθμό ………./2014 πίνακα κατάταξης της συμβ/φου Αθηνών …………. δεν ασκεί επιρροή διότι η κατάταξη σε έτερο πίνακα δεν έχει καταστεί απρόσβλητη με την έννοια της εκτελεστότητας του πίνακα, δεν έχει επέλθει απόσβεση της απαίτησης του Δημοσίου και άρα εσφαλμένα η υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν κατέταξε το εκκαλούν-ανακόπτον, ως όφειλε, στη δεύτερη σειρά του πίνακα και για το εν λόγω ποσό των 44.433,77 ευρώ, ii) αφετέρου οι απαιτήσεις των 3ου και 4ου των εφεσίβλητων εσφαλμένα κατετάγησαν στον ως άνω προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης προνομιακά και τυχαία, καθόσον οι εν λόγω απαιτήσεις δεν είναι προνομιακές, είτε επειδή γεννήθηκαν σε χρόνο πέραν της διετίας, είτε επειδή δεν αναφέρονται ειδικότερα ανά μήνα τα ποσά των δεδουλευμένων αποδοχών τους προκειμένου να διαπιστωθεί το ορισμένο των απαιτήσεών τους και το ακριβές χρονικό διάστημα στο οποίο εμπίπτουν αυτές. Ότι συνεπώς, εσφαλμένως εφαρμόζοντας τις ως άνω διατάξεις του νόμου και εκτιμώντας τις αποδείξεις το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν απέβαλε τους 3ο και 4ο των εφεσίβλητων, κατατάσσοντας αντίστοιχα το Ελληνικό Δημόσιο στο ποσό των 183.869,49 ευρώ, όπως το τελευταίο πρόβαλε με την ένδικη ανακοπή του.
Εξάλλου, με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσής του το Ελλ. Δημόσιο υποστηρίζει ότι με εσφαλμένη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 972, 974, 979 ΚΠολΔ και με κακή εκτίμηση των αποδείξεων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκανε δεκτή την ως άνω ανακοπή της 6ης εφεσίβλητης «………..» και απέβαλε το Ελληνικό Δημόσιο ως προς το ποσό των 53.390,86 ευρώ, κατατάσσοντας στη θέση του την 6η εφεσίβλητη, με το πιο πάνω σκεπτικό ότι δεν προέκυψε η επωνυμία του νομικού προσώπου, στο οποίο φέρεται να είναι διαχειρίστρια ή πρόεδρος του Δ.Σ. η καθ’ης η εκτέλεση οφειλέτρια …………….., ούτως ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των συγκεκριμένων χρεών και η ευθύνη της οφειλέτριας για τα χρέη του νομικού προσώπου που φέρεται ότι εκπροσωπούσε έναντι του Ελλ. Δημοσίου. Κατά τον σχετικό λόγο της ένδικης έφεσης, στην προκειμένη περίπτωση στον από 21.9.2011 πίνακα χρεών που συνοδεύει την υπ’ αρ. πρωτ. …………/2011 αναγγελία του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά αναγράφεται το όνομα του οφειλέτη, ήτοι ……………., το ΑΦΜ και η ιδιότητα με βάση την οποία οφείλει, ήτοι ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας, ο αριθμός και το έτος βεβαίωσης του κάθε χρέους, το οικονομικό έτος στο οποίο ανάγεται, το κεφάλαιο της απαίτησης, οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και το είδος της απαίτησης, ήτοι η αιτία της οφειλής. Ειδικότερα ότι όσον αφορά στην παραπάνω οφειλέτρια αναγράφεται ως ΑΦΜ …… και δίπλα η ιδιότητα ως διαχειριστής, ως ΑΦΜ ……. και δίπλα η ιδιότητα ως πρόεδρος Δ.Σ. Ότι συνεπώς από τα διαφορετικά ΑΦΜ προκύπτει και η διαφορετική ιδιότητα βάσει της οποίας καθίσταται η παραπάνω, οφειλέτης και το χρονικό διάστημα (οικονομικό έτος) που έφερε την ιδιότητα αυτή χωρίς να δημιουργείται σύγχυση ως προς το πρόσωπο και την ιδιότητα του οφειλέτη. Ότι ναι μεν δεν αναφέρεται το νομικό πρόσωπο, ωστόσο προκύπτει με σαφήνεια η ιδιότητα της ως άνω οφειλέτριας, το χρέος που γεννάται βάσει της ιδιότητάς της αυτής είτε ως διαχειρίστριας είτε ως προέδρου Δ.Σ., το χρονικό διάστημα της οφειλής και η ευθύνη που έφερε λόγω της ιδιότητάς της. Ότι συνεπώς, η αναγγελία του Ελλ. Δημοσίου όχι μόνο είναι ορισμένη κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 55 παρ.1 του ΚΕΔΕ αλλά μπορεί να ελεγχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας η ουσιαστική και νομική βασιμότητα των απαιτήσεων του Ελλ. Δημοσίου. Ότι εξάλλου θα ήταν αντιφατικό να δέχεται το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφενός ότι είναι ορισμένη η αναγγελία του Δημοσίου, αφετέρου δε ότι δεν προκύπτει η ουσιαστική και νομική βασιμότητα των απαιτήσεών του. Ότι επομένως καμία απολύτως δικονομική βλάβη δεν υφίσταται η 6η εφεσίβλητη τράπεζα από το περιεχόμενο της ως άνω …………./2011 αναγγελίας του Προϊστάμενου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, η οποία να πρέπει να θεραπευτεί μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας και άρα έσφαλε η εκκαλούμενη απόφαση που έκανε δεκτή την υπ’ αρ. κατ. …………./2015 ανακοπή και απέβαλε το Ελλ. Δημόσιο για το ποσό των 53.816,63 ευρώ.
Κατά την άποψη του Δικαστηρίου τούτου τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιέχει το αναγγελτήριο του Ελλ. Δημοσίου για είναι αυτό ορισμένο ως προς τις αναγγελλόμενες απαιτήσεις του κατά του καθ’ου η εκτέλεση ενώπιον του υπάλληλου του πλειστηριασμού και προκειμένου αυτό να καταταγεί στον συντασσόμενο πίνακα κατάταξης είναι λιγότερα από αυτά που πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει όταν αμφισβητούνται οι απαιτήσεις του αυτές από τρίτο δανειστή που δεν κατετάγη εν όλω ή εν μέρει στον πίνακα κατάταξης και ασκεί ανακοπή κατά του ως άνω πίνακα κατ’ άρθρο 979 παρ.2 ΚΠολΔ για να καταταγεί αυτός στη θέση του Δημοσίου. Από τις διατάξεις του άρθρου 972 αριθμ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το αναγγελτήριο πρέπει να περιέχει, εκτός από άλλα στοιχεία, την περιγραφή της απαιτήσεως του αναγγελομένου δανειστή, κατά τρόπο ώστε να παρέχεται η ευχέρεια στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο να προβεί στη σύγκριση και κατάταξη στον πίνακα, στους δε άλλους δανειστές και στον καθ` ου να αμυνθούν. Περαιτέρω, από το άρθρο 61 παρ.1 του ΝΔ 356/1974 “Κώδικας Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων” (ΚΕΔΕ), που ορίζει ότι: “Το Δημόσιο κατατάσσεται εν αναγκαστική εκτελέσει κινητού ή ακινήτου δια τας ληξιπροθέσμους απαιτήσεις αυτού εκ πάσης αιτίας, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων και εν τη υπ` αρθμ. 5 σειρά του άρθρου 975 ΚΠολΔ “Δια τας μη ληξιπροθέσμους εκ πάσης αιτίας απαιτήσεις του, το Δημόσιο κατατάσσεται συμμέτρως μετά των λοιπών δανειστών…”, καθώς και από το άρθρο 55 παρ. 1 του ΚΕΔΕ που ορίζει ότι “Ο Διευθυντής οιουδήποτε Δημοσίου Ταμείου λαβών γνώσιν, είτε εκ κοινοποιήσεως του προγράμματος πλειστηριασμού, είτε καθ` οιονδήποτε άλλον τρόπον, επισπευδομένου πλειστηριασμού, υποχρεούται να αναγγείλη το Δημόσιον διά τα βεβαιωμένα εις το Ταμείον του χρέη του καθ` ου ο πλειστηριασμός, δι` αναγγελίας κοινοποιουμένης μόνον εις τον επί του πλειστηριασμού υπάλληλον και συνοδευομένης υπό πίνακος εμφαίνοντος τα ως άνω χρέη. Ο πίναξ ούτος περιλαμβάνει το ονοματεπώνυμον του οφειλέτου, το είδος, το ποσόν των χρεών, το οικονομικό έτος εις ο ανήκουν ως και την χρονολογίαν βεβαιώσεως τούτων, προς δε και μνείαν της δι` έκαστον των χρεών τούτων τυχόν υπαρχούσης ασφαλείας” σαφώς προκύπτει, ότι για το ορισμένο των απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου, αρκεί να προσδιορίζονται αυτές με βάση τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την αναγγελία τους, κατά το προαναφερόμενο άρθρο 55 παρ.1 του ΚΕΔΕ (ΑΠ 405/2020, ΑΠ 461/2018). Για την πληρότητα δε της αναγγελίας, δεν είναι αναγκαία η εξειδίκευση της απαιτήσεως και του προνομίου, στο βαθμό που απαιτείται επί ανακοπής (άρθρα 216 παρ. 1 και 585 ΚΠολΔ) για τον αναγγελθέντα δικαιούχο της απαιτήσεως γιατί το αναγγελτήριο δεν αποτελεί προδικασία κύριας ή παρεμπίπτουσας αιτήσεως για δικαστική προστασία, κατά την έννοια του άρθρου 111 ΚΠολΔ, αφού αφενός μεν η αναγκαστική εκτέλεση είναι διαδικασία και όχι δίκη, αφετέρου δε με την αναγγελία, το δικόγραφο της οποίας απλώς επιδίδεται στον υπάλληλο (συμβολαιογράφο) του πλειστηριασμού, δεν γίνεται παράσταση ενώπιον δικαστικής αρχής, αλλά ανακοίνωση της σχετικής με την κατάταξή του βουλήσεως του αναγγελλόμενου δανειστή ενώπιον του υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Αντίστοιχα, ο τελευταίος δεν αποτελεί δικαστική αρχή ούτε ειδικό δικαιοδοτικό όργανο, αλλά ενεργεί ως βοηθητικό όργανο κατά τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως, συντάσσοντας εν τέλει τον πίνακα κατατάξεως των δανειστών, στους οποίους θα διανεμηθεί το πλειστηρίασμα, χωρίς όμως δεσμευτική διάγνωση των σχετικών απαιτήσεών τους, γι` αυτό και η κατάταξή τους υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο με την προβλεπόμενη στο άρθρο 979 ΚΠολΔ ανακοπή κατά του πίνακα. Κατά συνέπεια, για την πληρότητα της περιγραφής της αναγγελλόμενης απαιτήσεως του Ελληνικού Δημοσίου αρκεί να εκτίθενται τα θεμελιωτικά και εξειδικεύοντα τις απαιτήσεις του πραγματικά περιστατικά, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 55 παρ.1 του ΚΕΔΕ και μπορεί να συμπληρώνεται νομίμως από δημόσια έγγραφα που είναι κατατεθειμένα στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και είναι προσιτά σε όλους (ΑΠ 613/2021, στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1087/2013, ΧρΙΔ 2014, σελ.38 και όπως η πρώτη παραπέμπει και στις ΑΠ 563/2013, ΑΠ 545/2006). Επίσης κατά την παράγραφο 3 του ίδιου ως άνω άρθρου επί αναγγελίας του Δημοσίου «Ο επί του πλειστηριασμού υπάλληλος υποχρεούται όπως, βάσει των αποστελλομένων στοιχείων και άνευ ετέρας συμπράξεως του αναγγελομένου Διευθυντού του Δημόσιου Ταμείου, προβή εις την κατά τον νόμον κατάταξιν του Δημοσίου». Σε περίπτωση όμως που αμφισβητηθούν με ανακοπή του άρθρου 979 παρ.2 ΚΠολΔ, οι αναγγελθείσες και καταταγείσες στον πίνακα κατάταξης δανειστών απαιτήσεις του Δημοσίου, από μη κατατεγέντα δανειστή, αν αυτές οι απαιτήσεις αφορούν σε ευθύνη του καθ’ου η εκτέλεση ως διαχειριστή ή προέδρου Δ.Σ. νομικού προσώπου, οφείλει το Ελληνικό Δημόσιο ως καθ’ου η ανακοπή να επικαλεσθεί και να αποδείξει τα στοιχεία και τη μορφή του συγκεκριμένου νομικού προσώπου. Ειδικότερα, οφείλει να διευκρινίσει αν ο καθ` ου η εκτέλεση ήταν διαχειριστής, ευθυνόμενος προσωπικώς και αλληλεγγύως για τα χρέη εκείνου ως εκ της ιδιότητάς του αυτής, ενόψει μάλιστα και του ότι η προσωπική ευθύνη του διαχειριστή για τα χρέη του νομικού προσώπου, υπάρχει με τη συνδρομή προϋποθέσεων ανάλογα με τη φύση του νομικού προσώπου και το είδος του χρέους προς το Δημόσιο. Δεν αρκεί δε για τον προσδιορισμό του οφειλέτη αυτού του Δημοσίου, η αναγραφή του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου που είναι διαφορετικός από τον αντίστοιχο του καθ` ου η εκτέλεση, αφού οι τρίτοι δεν μπορούν να γνωρίζουν σε ποιο πρόσωπο ανήκει αυτός ο ΑΦΜ, εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο και ποια η μορφή τούτου (πρβλ. ΑΠ 519/2020 στην ΤΝΠ Νόμος). Επομένως, τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, η περιεχόμενη στον δεύτερο λόγο έφεσης αιτίαση κατά της εκκαλούμενης απόφασης ότι είναι αντιφατικό να δέχεται το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφενός ότι είναι ορισμένη η αναγγελία του Ελληνικού Δημοσίου στον υπάλληλο του πλειστηριασμού για να ικανοποιηθεί από το πλειστηρίασμα, αφετέρου ότι δεν προκύπτει η ουσιαστική και νομική βασιμότητα των αναγγελθεισών απαιτήσεων.
Περαιτέρω, αναφορικά με το υπό στοιχείο i σκέλος του πρώτου λόγου της υπό κρίση έφεσης ότι η εκκαλούμενη έσφαλε που δεν κατέταξε στη θέση των τρίτου, τέταρτου και πέμπτου των εφεσίβλητων- καθ’ ων η ανακοπή, στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, το εκκαλούν-ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο, πέραν του ποσού για το οποίο κατετάγη, στο ποσό των 228.303,26 ευρώ διότι οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους 44.433,77 ευρώ που πηγάζουν από ΦΠΑ, προηγούνται των απαιτήσεων του 5ου εφεσίβλητου ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (ήδη e-ΕΦΚΑ) σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 975 ΚΠολΔ, καθόσον το Δημόσιο είναι γενικός προνομιούχος δανειστής της 2ης σειράς του άρθρου 975 ΚΠολΔ το γεγονός δε ότι το Δημόσιο έχει ήδη καταταγεί για το ποσό των 44.769,60 ευρώ στον με αριθμό …../2014 πίνακα κατάταξης της συμβ/φου Αθηνών …………… δεν ασκεί επιρροή διότι η κατάταξη σε έτερο πίνακα δεν έχει καταστεί απρόσβλητη με την έννοια της εκτελεστότητας του πίνακα, οπότε δεν έχει επέλθει απόσβεση της απαίτησης του Δημοσίου και ότι άρα εσφαλμένα η υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν το κατέταξε, ως όφειλε, στη δεύτερη σειρά του πίνακα και για το εν λόγω ποσό των 44.433,77 ευρώ τυγχάνει ως λόγος έφεσης απαράδεκτος, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος κατά τις διατάξεις των άρθρων 68 και 533 παρ.1 ΚΠολΔ, καθώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν απέρριψε τον σχετικό λόγο ανακοπής του νυν εκκαλούντος με την ως άνω προσβαλλόμενη αιτιολογία. Απεναντίας, σχετικά με το θέμα αυτό η εκκαλουμένη έκρινε ότι «Εν προκειμένω μόνο το γεγονός της κατάταξης του ανακόπτοντος ελληνικού δημοσίου σε έτερο (με αρ. …………./2014) πίνακα κατάταξης, χωρίς να προκύπτει από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα εάν έχει καταστεί απρόσβλητος με την έννοια της εκτελεστότητας αυτού και εάν έχει επέλθει απόσβεση της συγκεκριμένης απαίτησης του ανακόπτοντος, δεν αρκεί για να το αποκλείσει από την κατάταξή του και στον προσβαλλόμενο με την παρούσα πίνακα κατάταξης, η δε υπάλληλος του πλειστηριασμού εσφαλμένως δεν κατέταξε το ελληνικό δημόσιο και για την εν λόγω απαίτηση, αφορώσα ΦΠΑ ύψους 44.437,77 ευρώ, ως γενικό προνομιούχο δανειστή της δεύτερης σειράς του άρθρου 975 ΚΠολΔ, γενομένου δεκτού- κατ’ αρχάς- ως ουσιαστικά βάσιμου του δεύτερου λόγου της α’ ανακοπής». Εντέλει, όμως, η εκκαλούμενη απέρριψε τον σχετικό λόγο ανακοπής με τον οποίο ζητούσε το ανακόπτον να καταταγεί η εν λόγω αναγγελθείσα απαίτησή του προνομιακά στη θέση των καθ’ ων η ανακοπή, με την αιτιολογία ότι «Από τα ως άνω αναφερόμενα στοιχεία και ιδίως τα προσκομιζόμενα από το καθ’ου η β’ ανακοπή ελληνικό δημόσιο, που φέρει το βάρος της απόδειξης του εν λόγω ισχυρισμού της ανακόπτουσας της β’ ανακοπής, έγγραφα δεν προκύπτει η επωνυμία του νομικού προσώπου, στην οποία φέρεται η οφειλέτρια να είναι διαχειρίστρια ή πρόεδρος του Δ.Σ., ούτως ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των συγκεκριμένων χρεών και η ευθύνη της οφειλέτριας γι’ αυτά…». Επίσης, απορριπτέο τυγχάνει ως απαράδεκτο, καθώς προβάλλεται αλυσιτελώς σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68 και 533 παρ.1 ΚΠολΔ το υπό στοιχεία ii σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης του εκκαλούντος με το οποίο αυτό ομοίως παραπονείται επειδή δεν κατετάγη στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και για το ποσό των 228.303,26 ευρώ στη θέση των τρίτου, τέταρτου και πέμπτου των εφεσίβλητων- καθ’ ων η ανακοπή, διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έκρινε, ως όφειλε, ότι οι απαιτήσεις των 3ου και 4ου των εφεσίβλητων εσφαλμένα κατετάγησαν στον ως άνω προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης προνομιακά και τυχαία καθόσον οι εν λόγω απαιτήσεις δεν είναι προνομιακές είτε επειδή γεννήθηκαν σε χρόνο πέραν της διετίας [συγκεκριμένα από τις από 24.04.2014 αναγγελίες του 3ου και 4ου των εφεσίβλητων προκύπτει ότι οι απαιτήσεις, για τις οποίες κατετάγησαν, γεννήθηκαν- για τον μεν 3ο εφεσίβλητο- από τον Μάρτιο του 2008 έως τον Φεβρουάριο του 2012 και για τον δε 4ο εφεσίβλητο από τον Μάρτιο του 2008 έως τον Μάιο του 2012, ήτοι και σε χρόνο πέραν της διετίας αλλά και μετά την ορισθείσα ημερομηνία του πρώτου πλειστηριασμού, ήτοι 06.07.2011] είτε επειδή δεν αναφέρονται ειδικότερα ανά μήνα τα ποσά των δεδουλευμένων αποδοχών τους προκειμένου να διαπιστωθεί το ορισμένο των απαιτήσεών τους και το ακριβές χρονικό διάστημα στο οποίο εμπίπτουν αυτές. Η εκκαλούμενη απόφαση ασχολήθηκε και ορθά με τον υπό στοιχεία Γ].1.1. κύριο λόγο της από 31.3.2015 ανακοπής του Ελληνικού Δημοσίου κατά του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης σε σχέση με τις καταταγείσες απαιτήσεις των τρίτου και τέταρτου καθ’ων η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητων, που ήταν η άρνηση της ύπαρξης των απαιτήσεων αυτών και όχι με τους επικουρικούς υπό στοιχεία Γ.]1.2 και Γ.]1.4. λόγους ανακοπής περί του μη προνομιακού χαρακτήρα των απαιτήσεων των παραπάνω καθ’ ων η ανακοπή, είτε επειδή αυτές οι απαιτήσεις γεννήθηκαν πέραν της διετίας, είτε επειδή δεν αναφέρονται ανά μήνα τα ποσά των δεδουλευμένων αποδοχών τους. Ακολούθως δε η εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε λόγω της ερημοδικίας των καθ’ ων η ανακοπή ………… και …………… ότι τεκμαίρεται η ομολογία των ισχυρισμών των ανακοπτόντων Ελληνικού Δημοσίου και «…………..» περί ανυπαρξίας των απαιτήσεων των ανωτέρω και γι’ αυτό δέχθηκε τον τρίτο λόγο της ανακοπής του Ελληνικού Δημοσίου και τον υπό στοιχείο Β’ λόγο της β’ ανακοπής της «……………….» και απέβαλε τους αμέσως παραπάνω καθ’ ων η ανακοπή, πλην όμως στη θέση τους κατέταξε μόνο την ανακόπτουσα της β’ ανακοπής τράπεζα ως εγχειρόγραφη δανείστρια. Το εφεσίβλητο δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλλει την εκκαλούμενη, επειδή δεν ασχολήθηκε με τους ως άνω επικουρικούς λόγους ανακοπής, δεδομένου ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε το μείζον που προβαλλόταν με τον κύριο λόγο ανακοπής, ήτοι την ανυπαρξία των καταταχθεισών απαιτήσεων των ……… και …………
Περαιτέρω και δεδομένου ότι με τους παραπάνω λόγους έφεσης αμφισβητείται και η επί της ουσίας απόρριψη της ανακοπής του Ελληνικού Δημοσίου να καταταγούν οι απαιτήσεις του στη θέση των απαιτήσεων των τρίτου, τέταρτου και πέμπτου των εφεσίβλητων που κατετάγησαν στον πίνακα κατάταξης στο ποσό των 228.303,26 ευρώ, η δε έφεσή του απευθύνεται και κατά της «……………», της οποίας η ανακοπή έγινε εν όλω δεκτή και σε βάρος του ανακόπτοντος- καθ’ου η ανακοπή Ελλ. Δημοσίου, από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι παρασταθέντες ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου διάδικοι αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με επίσπευση της πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας «………….» και βάσει πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ’ αριθ. ………/2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατασχέθηκαν αναγκαστικώς, δυνάμει της υπ’ αριθ. ……../19.5.2011 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του δικ. επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ……………., περισσότερα ακίνητα που βρίσκονται στον Πειραιά, στη θέση «……. ή ………..» και στις οδούς αφενός μεν ………., αφετέρου δε …………., ψιλής κυριότητας επί όλων των ακινήτων της οφειλέτριας ………. και επικαρπίας της οφειλέτριας …… ………. Με την υπ’ αριθ. ………/7.11.2013 Δ’ επαναληπτική περίληψη της ανωτέρω κατασχετήριας έκθεσης του ίδιου δικ. επιμελητή ορίστηκε ημερομηνία πλειστηριασμού των κατασχεθέντων ακινήτων η 9.4.2014, κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, συνταχθείσας της υπ’ αριθ. ……../9.4.2014 έκθεσης δημόσιου αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτων και κατακύρωσης της υπαλλήλου του πλειστηριασμού, συμβολαιογράφου Αθηνών, …………. (δεύτερης εφεσίβλητης) και κατακυρώθηκαν τα ακίνητα στην υπερθεματίστρια επισπεύδουσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «…………» (πρώτη εφεσίβλητη) έναντι πλειστηριάσματος ποσού 831.408 ευρώ. Στη συνέχεια, εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 972 παρ.1β’ ΚΠολΔ προθεσμίας, μεταξύ άλλων δανειστών, ανήγγειλαν νομότυπα τις απαιτήσεις τους: 1) η πρώτη εφεσίβλητη-πρώτη καθ’ ης στην ανακοπή του Ελλ. Δημοσίου για το ποσό των 8.889.246,79 ευρώ, από απαίτηση προερχόμενη από σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, 2) η έκτη εφεσίβλητη (ανακόπτουσα στην από 23.3.2015 ανακοπή) «………….» για το ποσό των 2.995.868,61 ευρώ προερχόμενο από σύμβαση δανείου (και επιδικασθέν με την με αρ. …………/2013 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης), 3) ο τρίτος εφεσίβλητος (καθ’ ου και στις δύο συνεκδικασθείσες πρωτοδίκως ανακοπές) …………… ως μισθωτός για απαίτηση από δεδουλευμένες αποδοχές ύψους 197.338,73 ευρώ, 4) ο τέταρτος εφεσίβλητος (καθ’ου και στις δύο ανακοπές) …………… ως μισθωτός για απαίτηση από δεδουλευμένες αποδοχές ύψους 177.375,73 ευρώ, 5) το εφεσίβλητο -ανακόπτον στην από 31.3.2015 ανακοπή, Ελληνικό Δημόσιο, νόμιμα εκπροσωπούμενο α) από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Γλυφάδας, με την με αρ. ……../2014 αναγγελία του που ζήτησε την προνομιακή του κατάταξη για το ποσό των 15.044,38 ευρώ, β) από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά με τις υπ’ αριθ. …../2014 και ………./2014 αναγγελίες του, που ζήτησε την προνομιακή του κατάταξη για τα ποσά των 68.073,91 ευρώ και 612.543,20 ευρώ αντίστοιχα και γ) από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, ο οποίος ανήγγειλε ληξιπρόθεσμες προνομιακές απαιτήσεις ύψους 47.916,31 ευρώ, 919.173,32 ευρώ, 740.252 ευρώ και 53.816,63 ευρώ βάσει των υπ’ αριθ. …/2014, …/2014, …/2011 και …../2011 αναγγελιών του αντίστοιχα και 6) το πέμπτο εφεσίβλητο ΙΚΑ- Ταμείο Είσπραξης Εσόδων ΙΚΑ Πειραιά (για την πρώτη απαίτηση) και το ΙΚΑ Α’ Ταμείο Είσπραξης Εσόδων (για τις λοιπές απαιτήσεις), ήδη e-ΕΦΚΑ που ανήγγειλε προνομιακές απαιτήσεις του, ύψους 57.103,02 ευρώ, 300 ευρώ, 200,41 ευρώ, 1.321,25 ευρώ και 1.350,17 ευρώ. Από το καταβληθέν πλειστηρίασμα, η υπάλληλος του πλειστηριασμού αφαίρεσε για έξοδα εκτέλεσης, το ποσό των 37.841,06 ευρώ, τα οποία η εκκαλούμενη απόφαση περιόρισε υπέρ του Δημοσίου κατά το ποσό των 6.626,79 ευρώ. Περαιτέρω, επειδή το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση όλων των αναγγελθέντων δανειστών και δεδομένου ότι οι αναγγελίες αναφέρονταν σε απαιτήσεις δανειστών ξεχωριστά για κάθε μία οφειλέτρια, το διανεμητέο πλειστηρίασμα μοιράστηκε σε ποσό 238.070,08 ευρώ που αφορούσε στην επικαρπώτρια …….. και σε ποσό 555.496,86 ευρώ που αφορούσε στην ψιλή κυρία ………….. Στο πρώτο ως άνω ποσό κατετάγησαν αναλογικά, συμμέτρως, προνομιακά και οριστικά, το Ελληνικό Δημόσιο για το ποσό των 53.390,86 ευρώ για απαίτηση ΦΠΑ βάσει της υπ’ αριθ. πρωτ. ……/2011 αναγγελίας της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά και το ΙΚΑ για 147,21 ευρώ και για 662,52 ευρώ, ενώ προνομιακά και τυχαία ο ……….. για το ποσό των 96.832,59 ευρώ και ο ………. ……… για το ποσό των 87.036,90 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ως άνω με αριθ. πρωτ. …../2011 αναγγελία της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά συνοδεύεται από τον από 21.9.2011 πίνακα χρεών, ο οποίος περιελάμβανε το όνομα και τον ΑΦΜ (………..) της οφειλέτριας ………., το είδος και το ποσό των χρεών, τα στοιχεία βεβαίωσής τους και το οικονομικό έτος στα οποία αυτά αντιστοιχούν, καθώς και την τυχόν ασφάλεια που υπήρχε για καθένα από αυτά (εν προκειμένω στο σχετικό πεδίο δεν αναφέρεται κάποια ασφάλεια). Αναλύονται σε αυτόν τρία χρέη με την ένδειξη για το μεν ένα ότι η παραπάνω οφειλέτρια ευθύνεται με την ιδιότητα του διαχειριστή, με αναγραφόμενο ΑΦΜ ………., για τα δε άλλα δύο με την ιδιότητα του προέδρου του Δ.Σ. με αναγραφόμενο ΑΦΜ …………. Από τα ως άνω αναφερόμενα στην αναγγελία στοιχεία και όλα τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα, ιδίως δε απ’ όσα έγγραφα προσκομίσθηκαν από το εκκαλούν- καθ’ου η από 23.3.2015 ανακοπή Ελληνικό Δημόσιο που φέρει το βάρος της απόδειξης της βασιμότητας των αναγγελθεισών απαιτήσεών του, δεδομένου ότι αμφισβητείται η βασιμότητά τους με την εν λόγω ανακοπή, δεν προσδιορίζεται σε ποιο νομικό πρόσωπο αντιστοιχούσε ο καθένας ΑΦΜ, ούτε έτσι προκύπτει η φύση του νομικού προσώπου για το οποίο θα μπορούσε να ευθύνεται η ………… ως διαχειρίστρια ή ως πρόεδρος του Δ.Σ., ούτε το χρονικό διάστημα για το οποίο αυτή είχε ευθύνη για τα χρέη των ως άνω νομικών προσώπων, ως εκ της ιδιότητάς της, της διαχειρίστριας και της προέδρου του Δ.Σ. αυτών. Δεν αρκεί δε παρά τα όσα υποστηρίζει το εκκαλούν με τον σχετικό λόγο έφεσης για την απόδειξη της βασιμότητας των απαιτήσεων του Ελλ. Δημοσίου κατά της οφειλέτριας …………… ως διαχειρίστριας ή προέδρου του Δ.Σ. ορισμένου νομικού προσώπου το ότι στον σχετικό πίνακα χρεών αναγράφονται δύο ΑΦΜ, ήτοι ένας ατομικός για την οφειλέτρια και ένας για το νομικό πρόσωπο που εκπροσωπεί, αφού από το ΑΦΜ του νομικού προσώπου δεν προκύπτει σε ποιο νομικό πρόσωπο αναφέρεται το Ελλ. Δημόσιο, το οποίο μάλιστα ούτε ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου προσδιόρισε ποια νομικά πρόσωπα εκπροσωπούσε η οφειλέτρια ως διαχειρίστρια και πρόεδρος του Δ.Σ., ώστε να μπορεί να κριθεί αν εκ του νόμου, ευθύνεται έναντι του Δημοσίου για τα χρέη τους. Επομένως, όπως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το παραπάνω αναγγελτήριο είναι μεν ορισμένο, πλην όμως δεν αποδεικνύεται η βασιμότητα των απαιτήσεων του πρώτου καθ’ου η ανακοπή Ελληνικού Δημοσίου που περιλαμβάνονται σε αυτό, οπότε ουσιαστικά βάσιμος τυγχάνει ο σχετικός λόγος της από 23.3.2015 ανακοπής ότι πρέπει να μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης και αποβαλλομένου του καθ’ου Ελληνικού Δημοσίου να καταταγεί η ανακόπτουσα στη θέση του για το ως άνω ποσό των 53.390,86 ευρώ, συνακόλουθα δε απορριπτέος τυγχάνει στην ουσία του ο δεύτερος λόγος της υπό κρίση έφεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα. Περαιτέρω, όσον αφορά στην κατά τα προαναφερόμενα κατάταξη των αναγγελθεισών απαιτήσεων των ……. και …………., οι οποίοι απουσίαζαν κατά τη συζήτηση των συνεκδικασθεισών ανακοπών ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και λόγω της ερημοδικίας τους και της εξ αυτής τεκμαιρόμενης κατά νόμο εκ μέρους τους ομολογίας των περιεχομένων στις ανακοπές πραγματικών ισχυρισμών, κατ’ άρθρο 271 παρ.3 ΚΠολΔ, κατά των οποίων δεν υφίσταται ένσταση αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενη και εφόσον πρόκειται για γεγονότα, για τα οποία επιτρέπεται ομολογία, οι ισχυρισμοί των ανακοπτόντων περί ανυπαρξίας των απαιτήσεών τους θεωρήθηκαν ομολογημένοι, πρέπει να σημειωθεί ότι ορθά αποβλήθηκαν, όπως άλλωστε τούτο δεν αμφισβητείται, από τον ως άνω πίνακα κατάταξης. Σχετικά όμως με την υπεισέλευση στη θέση τους, των ανακοπτόντων, Ελληνικού Δημοσίου και «………….», ως προς τις απαιτήσεις των οποίων πρέπει να ελεγχθεί η ύπαρξη αυτών, ακολούθως δε να συγκριθούν μεταξύ τους, ώστε να κριθεί ποιες απαιτήσεις ικανοποιούνται από τα ποσά για τα οποία είχαν καταταγεί ο τρίτος και ο τέταρτος των εφεσίβλητων, πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Σύμφωνα με τον προσβαλλόμενο πίνακα και δη ως προς το πλειστηρίασμα που συγκεντρώθηκε από τον πλειστηριασμό των περιουσιακών δικαιωμάτων της καθ’ης η εκτέλεση ……….., η υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν κατέταξε την αναγγελθείσα με την με αρ. πρωτ. …………./2014 αναγγελία του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά απαίτηση του ανακόπτοντος-ήδη εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου που αφορούσε ΦΠΑ με την αιτιολογία ότι το ανακόπτον είχε καταταγεί στο με αρ. ………./2014 πίνακα κατάταξης της συμβ/φου Αθηνών ……… για την ίδια απαίτηση ποσού 44.769,50 ευρώ. Κατά τα γενόμενα δεκτά πρωτοδίκως, η τυχόν όμως προγενέστερη αναγγελία, κατάταξη και γενικά συμμετοχή του αναγγελλόμενου σε άλλη διαδικασία κατάταξης ή εκτέλεσης σε βάρος του ίδιου οφειλέτη ή άλλου συνοφειλέτη δεν αποστερεί τον δανειστή από την ευχέρεια να αναγγελθεί για την ίδια απαίτηση σε άλλο πλειστηριασμό, αφού με μόνη την κατάταξη δεν επέρχεται απόσβεση της απαίτησής του. Επομένως, εν προκειμένω, μόνο το γεγονός της κατάταξης του ανακόπτοντος Ελληνικού Δημοσίου σε έτερο (με αρ. ………./2014) πίνακα κατάταξης, χωρίς να προκύπτει από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα εάν έχει καταστεί απρόσβλητος με την έννοια της εκτελεστότητας αυτού και εάν έχει επέλθει απόσβεση της συγκεκριμένης απαίτησης του ανακόπτοντος, δεν αρκεί για να το αποκλείσει από την κατάταξή του και στον νυν προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, η δε υπάλληλος του πλειστηριασμού εσφαλμένα καταρχάς και δη επικαλούμενη την κατάταξη σε άλλον πίνακα δεν κατέταξε το Ελληνικό Δημόσιο και για την εν λόγω απαίτηση, αφορώσα ΦΠΑ, ύψους 44.433,77 ευρώ, ως γενικό προνομιούχο δανειστή της δεύτερης σειράς του άρθρου 975 ΚΠολΔ. Ωστόσο, αποδεικνύεται ότι και η με αρ. πρωτ. ………./2014 αναγγελία της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, η οποία συνοδεύεται από τον υπ’ αριθ. …../2014 πίνακα χρεών, περιελάμβανε το όνομα και τον ατομικό ΑΦΜ (……..) της οφειλέτριας …….., το είδος και το ποσό των χρεών, το οικονομικό έτος στο οποίο αυτά αντιστοιχούν, τη χρονολογία βεβαίωσής τους καθώς και τυχόν ασφάλεια που υπήρχε για καθένα από αυτά (στο σχετικό πεδίο δεν έχει συμπληρωθεί ορισμένη ασφάλεια), ιδίως όμως αναφέρεται ότι και για τα εν λόγω χρέη η …..……… ευθύνεται ως διαχειρίστρια ή διευθύνων σύμβουλος νομικού προσώπου. Ειδικότερα αναλύονται στον σχετικό πίνακα δέκα χρέη με την ένδειξη για τα μεν τέσσερα πρώτα ότι η εν λόγω οφειλέτρια ευθύνεται με την ιδιότητα της διαχειρίστριας με αναγραφόμενο ΑΦΜ …., για τα δε άλλα έξι ότι ευθύνεται με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου με αναγραφόμενο ΑΦΜ ….. Από τα ως άνω αναφερόμενα στοιχεία και ιδίως τα προσκομιζόμενα από το εκκαλούν- πρώτο καθ’ου η από 23.3.2015 ανακοπή, Ελλ. Δημόσιο που φέρει το βάρος της απόδειξης του ισχυρισμού του κατά της ανακόπτουσας-ήδη έκτης εφεσίβλητης «.. ……..», έγγραφα δεν προκύπτει η επωνυμία του νομικού προσώπου, στο οποίο φέρεται η παραπάνω οφειλέτρια να είναι διαχειρίστρια ή διευθύνων σύμβουλος, ούτε βέβαια το είδος του νομικού προσώπου, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των συγκεκριμένων χρεών και η ευθύνη της οφειλέτριας γι’ αυτά. Επομένως, ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι το εν λόγω αναγγελτήριο είναι μεν ορισμένο, πλην όμως ότι δεν αποδεικνύεται η βασιμότητα των απαιτήσεων του καθ’ ου Ελλ. Δημοσίου που περιλαμβάνονται σε αυτό, οπότε ορθά έγινε δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο σχετικός λόγος της από 23.3.2015 ανακοπής της έκτης εφεσίβλητης τράπεζας και δεν κατετάγη εντέλει το καθ’ ου Ελλ. Δημόσιο στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης ούτε για απαιτήσεις του που περιέχονται στην πιο πάνω αναγγελία. Συνεπώς ούτε έναντι του πέμπτου εφεσίβλητου e-ΕΦΚΑ, το οποίο ικανοποιείται στην τρίτη σειρά του άρθρου 975 ΚΠολΔ μπορούσαν να ικανοποιηθούν οι ως άνω φερόμενες με αναγγελία απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου από Φ.Π.Α. Περαιτέρω, όμως, το Ελληνικό Δημόσιο μέσω του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά είχε προβεί ενώπιον της υπαλλήλου του πλειστηριασμού και δη ως προς το πλειστηρίασμα που αφορούσε στην οφειλέτρια ………… (σημειωτέον ότι σε άλλες αναγγελίες αναφέρεται ως ……. και σε άλλες ως ………., αλλά πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο αφού φέρει ΑΦΜ ………) και στην υπ’ αριθ. πρωτ. ………./10.4.2014 αναγγελία του, συνοδευόμενη από τον υπ’ αριθ. …/2014 από 10.4.2014 πίνακα χρεών συνολικού ποσού 612.543,20 ευρώ για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του κατά της παραπάνω οφειλέτριας. Ως προς τις αναγγελθείσες αυτές απαιτήσεις το εκκαλούν-ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο δεν κατετάγη από την υπάλληλο του πλειστηριασμού στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης. Με την από 31.3.2015 ανακοπή του το εκκαλούν ζητούσε να ικανοποιηθεί εν μέρει και για τις αναγγελθείσες αυτές απαιτήσεις του, για τις οποίες δεν είχε καταταγεί και μάλιστα με αποβολή των καταταγέντων ……. και …………. για τα ποσά που αυτοί κατετάγησαν. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε σιωπηρά τον σχετικό λόγο ανακοπής του ανακόπτοντος Ελλ. Δημοσίου, κατατάσσοντας στη θέση των αμέσως ανωτέρω καταταγέντων φερόμενων ως απασχοληθέντων από την ως άνω οφειλέτρια με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, την έκτη εφεσίβλητη-ανακόπτουσα τράπεζα. Η τελευταία αμφισβητεί με γενικό τρόπο την ύπαρξη των απαιτήσεων που ανήγγειλε το Ελλ. Δημόσιο στην υπάλληλο του πλειστηριασμού, όπως αυτές περιέχονται στον υπ’ αριθ. ……./2014 από 10.4.2014 πίνακα χρεών. Εντούτοις από τα 42 αναγραφόμενα στον εν λόγω πίνακα κατάταξης χρέη, αν εξαιρεθούν τα υπό στοιχεία 34 και 35 χρέη, τα οποία φέρεται η καθ’ης η εκτέλεση ………. να οφείλει στο Ελλ. Δημόσιο το μεν πρώτο ως διαχειρίστρια νομικού προσώπου με ΑΦΜ ……… και δη οφειλή με στοιχεία βεβαίωσης ………../31.10.2011, που ανάγεται στο οικον. έτος 2011, για εισφορές και τέλη για κεφάλαιο -τόκους το ποσό των 300 ευρώ και για προσαυξήσεις-λοιπά συνεισπραττόμενα το ποσό των 87 ευρώ, το δε δεύτερο ως διαχειρίστρια του ίδιου νομικού προσώπου, καθώς αναγράφεται το ίδιο ΑΦΜ, οφειλή με στοιχεία βεβαίωσης …./30.8.2013, που ανάγεται στο οικον. έτος 2012, για εισφορές και τέλη για κεφάλαιο- τόκους το ποσό των 500 ευρώ και για προσαυξήσεις- λοιπά συνεισπραττόμενα το ποσό των 33 ευρώ και ως προς τα οποία δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο ποια είναι η επωνυμία του νομικού προσώπου, ούτε το είδος αυτού, ούτε μπορεί να συναχθεί ο λόγος για τον οποίο η καθ’ης οφειλέτρια θα έπρεπε να συνευθύνεται για τα χρέη του, οπότε για τα ποσά αυτά το Ελλ. Δημόσιο δεν θα μπορούσε να καταταγεί στον πίνακα κατάταξης, τα υπόλοιπα χρέη του πίνακα αποδεικνύονται από τον ίδιο τον προσκομισθέντα από το Ελλ. Δημόσιο στην υπάλληλο του πλειστηριασμού και ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου πίνακα χρεών, καθώς για τα χρέη αυτά αναφέρονται αναλυτικά το ΑΦΜ της οφειλέτριας, η ιδιότητά της ως προς το βεβαιωθέν χρέος (ατομική οφειλή ή οφειλή από την ιδιότητά της ως συζύγου στα χρέη από 36 έως και 42 του πίνακα), τα στοιχεία βεβαίωσης κάθε οφειλής, το οικονομικό έτος στο οποίο ανάγονται, το είδος της οφειλής (Ποινικά, ΤΚ παρελθόντων ετών, Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε., τέλη κυκλοφορίας, Ε.Τ.ΑΚ. φυσικού προσώπου, εισόδημα φυσικού προσώπου, έκτακτη εισφορά, εισφορές και τέλη), τα ακριβή ποσά που αντιστοιχούν σε κεφάλαιο-τόκους, οι προσαυξήσεις-λοιπά συνεισπραττόμενα και οι τυχόν ασφάλειες για κάθε χρέος (υποθήκες-κατασχέσεις), τα όσα δε υποστηρίζει η έκτη εφεσίβλητη ότι δεν αποδεικνύονται τα σχετικά χρέη τυγχάνουν ουσιαστικά αβάσιμα. Ούτε χρειαζόταν να αποδείξει το Ελλ. Δημόσιο κάποιο αρνητικό γεγονός, π.χ. ότι δεν έχει ασκηθεί προσφυγή από την οφειλέτρια κατά της βεβαιώσεως ορισμένου χρέους, κάτι το οποίο αν είχε συμβεί, θα αναφερόταν στον προσκομισθέντα πίνακα χρεών. Ιδίως σε ό,τι αφορά την ευθύνη της οφειλέτριας για τα χρέη που προκύπτουν από τη φορολογική δήλωση που υπέβαλε ο σύζυγός της κατά το διάστημα των οικονομικών ετών 2008 έως 2013 (με α.α. στον πίνακα χρεών από … έως και 42….. νομίμως καταλογίζονται και σε αυτή τα σχετικά ποσά, καθώς στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 5 του ν.2238/1994 ορίζονται τα ακόλουθα: ”1.Κατά τη διάρκεια του γάμου οι σύζυγοι έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν κοινή δήλωση των εισοδημάτων τους, στα οποία ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν υπολογίζονται χωριστά στο εισόδημα καθενός συζύγου. Σε αυτή την περίπτωση, το τυχόν αρνητικό αποτέλεσμα του εισοδήματος του ενός συζύγου δεν συμψηφίζεται με τα εισοδήματα του άλλου συζύγου. 2.Ειδικά, το εισόδημα του ενός συζύγου, το οποίο προέρχεται από επιχείρηση που εξαρτάται οικονομικά από τον άλλο σύζυγο, προστίθεται στα εισοδήματα του άλλου συζύγου και φορολογείται στο όνομα του.” 2. Περαιτέρω, με την παράγραφο 4 του άρθρου 74 του ιδίου νόμου, ορίζονται τα ακόλουθα: ”Για τους εγγάμους, εφόσον συντρέχει περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 5, η οφειλή για φόρο, τέλη και εισφορές, που αναλογούν στα εισοδήματά τους βεβαιώνεται χωριστά και η ευθύνη της καταβολής βαρύνει κάθε σύζυγο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου.” Επομένως, για το ποσό των 611.623,20 ευρώ [(για κεφάλαιο τόκους 497.671,65 ευρώ- 800 ευρώ που αντιστοιχούν στα βεβαιωθέντα χρέη για το νομικό πρόσωπο με ΑΦΜ …) + (για προσαυξήσεις- λοιπά συνεισπραττόμενα 114.871,55 ευρώ- 120 ευρώ που αντιστοιχούν στα βεβαιωθέντα χρέη για το νομικό πρόσωπο με ΑΦΜ …..)] για το οποίο είχε αναγγελθεί εμπρόθεσμα το εκκαλούν-ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο στις 16.4.2014 με την υπ’ αριθ. πρωτ. …../10.4.2014 αναγγελία του, ενώπιον της υπαλλήλου του πλειστηριασμού δεύτερης εφεσίβλητης, συμβ/φου Αθηνών ……., για να ικανοποιηθεί από το πλειστηρίασμα από τον πλειστηριασμό των εμπράγματων δικαιωμάτων της ………….. και ως προς το οποίο δεν κατετάγη καθόλου στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης, εσφαλμένα η εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε, χωρίς κάποια αιτιολογία, τον τρίτο λόγο της από 31.3.2015 ανακοπής με τον οποίο το ανακόπτον ζητούσε να καταταγεί και για τις απαιτήσεις του αυτές στη θέση των καθ’ ων η ανακοπή ……… και ………… που είχαν καταταγεί για τα ποσά των 96.832,59 ευρώ και 87.036,90 ευρώ, χωρίς να προχωρήσει σε σύγκριση των παραπάνω αναγγελθεισών απαιτήσεων με τις αναγγελθείσες απαιτήσεις της εγχειρόγραφης δανείστριας ανακόπτουσας στην από 23.3.2015 ανακοπή της. Περαιτέρω, κατά τον χρόνο σύνταξης του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης στις 17.2.2015, ως προς την κατάταξη του Ελλ. Δημοσίου κατά οφειλετών του στον πίνακα κατάταξης προβλέπονταν στο άρθρο 61 παρ.1 του ΚΕΔΕ τα εξής: «1. Το Δημόσιον κατατάσσεται εν αναγκαστική εκτελέσει κινητού ή ακινήτου διά τας ληξιπρόθεσμους μέχρι της ημέρας του πλειστηριασμού απαιτήσεις αυτού εκ πάσης αιτίας, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και τόκων και εν τη υπ` αριθ. 5 σειρά του άρθρου 975 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας. Κατ` εξαίρεση, για τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, το Δημόσιο κατατάσσεται στην υπ` αριθ. 2 σειρά του ίδιου άρθρου και πριν από την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 976 ΚΠολΔ. Διά τας μη ληξιπροθέσμους εκ πάσης αιτίας απαιτήσεις του, το Δημόσιον κατατάσσεται συμμέτρως μετά των λοιπών δανειστών. Ως ημέρα του πλειστηριασμού θεωρείται η ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε ο Πλειστηριασμός, ανεξάρτητα από την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε αρχικά». Επίσης, σχετικά με τους εγχειρόγραφους δανειστές κατά τον ως άνω χρόνο το άρθρο 977 παρ.3 ΚΠολΔ προέβλεπε ότι «το ποσό που απομένει μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων των άρθρων 975 και 976 διανέμεται συμμέτρως στους υπόλοιπους δανειστές που έχουν αναγγελθεί». Συνεπώς, εν προκειμένω οι ως άνω αναγγελθείσες ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του εκκαλούντος-ανακόπτοντος Ελλ. Δημοσίου δια της υπ’ αριθ. πρωτ. ……/10.4.2014 αναγγελίας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Α’ Πειραιά για προνομιακή του κατάταξη που δεν αφορούν σε ΦΠΑ, κατατάσσονται μετά την αφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης στην πέμπτη σειρά των γενικών προνομίων του πίνακα κατάταξης και προηγούνται των αναγγελθεισών με την από 23.4.2014 αναγγελία της έκτης εφεσίβλητης-ανακόπτουσας «…………..» εγχειρόγραφων απαιτήσεων κατά της ως άνω καθ’ης η εκτέλεση οφειλέτριας ………., ποσού 2.995.868,61 ευρώ πλέον τόκων ανατοκιζομένων ανά εξάμηνο από 23.7.2013. Η εκκαλούμενη απόφαση που ενώ δέχθηκε τον τρίτο λόγο της ανακοπής του Ελλ. Δημοσίου και τον υπό στοιχείο Β’ λόγο της ανακοπής της «…………… ως ουσία βάσιμους, στη συνέχεια κατέταξε στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης στα ποσά από τα οποία αποβλήθηκαν οι αναγγελθείσες απαιτήσεις των καθ’ ων η ανακοπή ………. και …………. την ανακόπτουσα τράπεζα έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και την εφαρμογή του νόμου, καθώς έπρεπε στη θέση αυτών να καταταγεί το έχον γενικό προνόμιο ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο. Συνακόλουθα, γενομένου εν μέρει δεκτού του πρώτου λόγου έφεσης του εκκαλούντος, με τον οποίο αυτό παραπονείται για τη μη κατάταξή του στο ποσό των 228.303,26 ευρώ, πέραν του ποσού για το οποίο είχε ήδη καταταγεί στον πίνακα κατάταξης, πρέπει, έναντι των τρίτου, τέταρτου και της έκτης εφεσίβλητης, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς τη διάταξη αυτής που αφορά στην απελευθέρωση των ποσών των 96.832,59 ευρώ και 87.036,59 ευρώ για τα οποία είχαν καταταγεί οι καθ’ων οι ανακοπές ……… και …………….. στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και στη θέση τους κατετάγη η ανακόπτουσα στην από 23.3.2015 ανακοπή και αφού κρατηθούν και συνεκδικασθούν η από 31.3.2015 ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου και η από 23.3.2015 ανακοπή της «………….» ως προς τον τρίτο λόγο η πρώτη και ως προς τον υπό στοιχείο Β’ λόγο η δεύτερη, να απορριφθεί ο δεύτερος λόγος της από 23.3.2015 ανακοπής και να γίνει δεκτός ο τρίτος λόγος της από 31.3.2015 ανακοπής κατά των καθ’ ων οι ανακοπές ………… και ……… και να μεταρρυθμισθεί ο με αριθμό ………./2015 πίνακας κατάταξης της συμβ/φου Αθηνών …………, πέραν της μεταρρύθμισης που έχει επέλθει σε αυτόν με τις μη εξαφανισθείσες διατάξεις της εκκαλούμενης απόφασης, ούτως ώστε να απελευθερωθούν τα ποσά των 96.832,59 ευρώ και των 87.036,90 ευρώ, στα οποία κατετάγησαν οι τρίτος και τέταρτος των καθ’ ων η από 31.3.2015 ανακοπή και να καταταγεί στη θέση τους προνομιακά και οριστικά το ανακόπτον Ελλ. Δημόσιο ως γενικός προνομιούχος δανειστής, προς μερική ικανοποίηση της απαίτησής του που αναφέρεται πιο πάνω. Αντίθετα, έναντι του πέμπτου εφεσίβλητου e-ΕΦΚΑ, το οποίο ικανοποιείται στην τρίτη σειρά του άρθρου 975 ΚΠολΔ στον πίνακα κατάταξης κι εφόσον δεν πρόκειται για ικανοποιούμενες απαιτήσεις του Ελλ. Δημοσίου από ΦΠΑ, αλλά για απαιτήσεις που κατατάσσονται στην πέμπτη σειρά των γενικών προνομιούχων του άρθρου 975 ΚΠολΔ, η έφεση τυγχάνει απορριπτέα στην ουσία της, καθώς σε κάθε περίπτωση προηγείτο στη σειρά κατάταξης το ΙΚΑ ήδη e-ΕΦΚΑ του εκκαλούντος-ανακόπτοντος Ελλ. Δημοσίου, οπότε ορθά απορρίφθηκε η από 31.3.2015 ανακοπή του Ελλ. Δημοσίου κατά αυτού. Παρακάτω, ως προς τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος-ανακόπτοντος, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, κατά των τρίτου και τέταρτου εφεσίβλητων- τρίτου και τέταρτου καθ’ ων η από 31.3.2015 ανακοπή, αυτά πρέπει να επιβληθούν λόγω της ήττας των τελευταίων κατά την έκβαση της δίκης σε βάρος τους και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, στο συνολικό ποσό των 600 ευρώ για κάθε εφεσίβλητο- καθ’ου η ανακοπή (300 ευρώ για κάθε βαθμό δικαιοδοσίας για τον καθένα) κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό. Αντίθετα, τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος και της έκτης εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ.2 στοιχ.β’ του ν. 3693/1957, ομοίως κατά το διατακτικό της παρούσας. Τα δικαστικά έξοδα του πέμπτου εφεσίβλητου e-ΕΦΚΑ, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 183, 176 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ, μειωμένα όμως κατ’ άρθρο 22 παρ.1 του ν. 3693/1957, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Τέλος, για τους ερημοδικασθέντες διαδίκους δεν ορίζεται παράβολο ερημοδικίας, καθώς πρόκειται για απόφαση επί ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης, κατά της οποίας δεν επιτρέπεται η άσκηση του ένδικου μέσου της ανακοπής ερημοδικίας (άρθρο 979 παρ.2 εδ.3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την έφεση ερήμην της πρώτης, δεύτερης, τρίτου και τέταρτου των εφεσίβλητων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της εφέσεως κατά των πρώτης και δεύτερης των εφεσίβλητων.
Δέχεται τυπικά την έφεση κατά των λοιπών εφεσίβλητων.
Απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση κατά του πέμπτου εφεσίβλητου.
Επιβάλλει στο εκκαλούν τα δικαστικά έξοδα του πέμπτου εφεσίβλητου, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Απορρίπτει ό,τι έκρινε απορριπτέο στην έφεση κατά της έκτης εφεσίβλητης.
Δέχεται εν μέρει στην ουσία της την έφεση κατά της έκτης εφεσίβλητης και εν όλω κατά των τρίτου και τέταρτου των εφεσίβλητων.
Εξαφανίζει την 37/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) ως προς τη διάταξη αυτής που αφορά στην απελευθέρωση των ποσών των 96.832,59 ευρώ και 87.036,59 ευρώ για τα οποία είχαν καταταγεί οι καθ’ων οι ανακοπές . ……….. και ……… στον προσβαλλόμενο πίνακα κατάταξης και με την εκκαλουμένη κατετάγη στη θέση τους η ανακόπτουσα στην από 23.3.2015 ανακοπή.
Κρατεί και συνεκδικάζει την από 31.3.2015 ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου και την από 23.3.2015 ανακοπή της «………» κατά του υπ’ αριθ. …………/2015 πίνακα κατάταξης της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., ως προς τον τρίτο λόγο της πρώτης και ως προς τον υπό στοιχείο Β’ λόγο της δεύτερης ανακοπής.
Απορρίπτει τον υπό στοιχείο Β’ λόγο της από 23.3.2015 ανακοπής.
Δέχεται τον τρίτο (υπό στοιχεία Γ]1.1.) λόγο της από 31.3.2015 ανακοπής.
Μεταρρυθμίζει τον υπ’ αριθ. ………./2015 πίνακα κατάταξης της συμβολαιογράφου Αθηνών …………. ως εξής: Απελευθερώνει τα ποσά των ενενήντα έξι χιλιάδων οκτακοσίων τριάντα δύο ευρώ και πενήντα εννέα λεπτών (96.832,59) και των ογδόντα επτά χιλιάδων τριάντα έξι ευρώ και ενενήντα λεπτών (87.036,90), στα οποία κατετάγησαν από την υπάλληλο του πλειστηριασμού οι τρίτος και τέταρτος των καθ’ ων η από 31.3.2015 ανακοπή και κατατάσσει στη θέση τους προνομιακά και οριστικά το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο ως γενικό προνομιούχο δανειστή, προς μερική ικανοποίηση της απαίτησής του που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος-ανακόπτοντος έναντι των τρίτου και τέταρτου εφεσίβλητων- καθ’ ων η ανακοπή και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε βάρος των τελευταίων και ορίζει αυτά στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ για καθένα από αυτούς.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος και της έκτης εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας μεταξύ τους.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 9.1.2023.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ