Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 26/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός  απόφασης     26/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(2Ο Τμήμα)

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Τσιάλτα, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά και από τη Γραμματέα, Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α) Του εκκαλούντος: ……….. που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου του Νάσου Νικ. Νικολόπουλου (Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. ……….. που προσκόμισε το με αριθμ. ……… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, με την από 19-10-2022 δήλωση.

Της εφεσίβλητης: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας ……….. που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Γεωργίου Αθ. Σπηλιόπουλου (Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. ….. που προσκόμισε το με αριθμ. Α …. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος στο Δικαστήριο κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ με την από 19-10-2022 δήλωση.

(Β) Της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας: Ανώνυμης εταιρίας …………….αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος, ……………η οποία ενεργεί με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου, διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού ………………… που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου, Γεωργίου Αθ.  Σπηλιόπουλου (Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. …….. που προσκόμισε το με αριθμ. Α …… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος στο Δικαστήριο κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ με την από 19-10-2022 δήλωση.

Της υπερ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση-εφεσίβλητης: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας ……………… που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Γεωργίου Σπηλιόπουλου ( Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. ………. που προσκόμισε το με αριθμ. Α …….. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος στο Δικαστήριο κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ με την από 19-10-2022 δήλωση.

Του καθ’ ου η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση-εκκαλούντος: …………., που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου του Νάσου Νικ. Νικολόπουλου (Δ.Σ. Αθηνών με Α.Μ. ……… που προσκόμισε το με αριθμ. ……….. γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων) παριστάμενος κατ’ άρθρο 242 παρ.2 του ΚΠολΔ, με την από 19-10-2022 δήλωση.

Ο εκκαλών  άσκησε την από 26-10-2020 (αριθ. καταθ. Πρωτοδικείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2020, αριθ. καταθ. Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2021) έφεσή κατά της με αριθμ. 5525/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτικής διαδικασίας), η οποία εγγράφηκε στο πινάκιο για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε δικάσιμος η 17-3-2022 και μετά από αναβολή, η  αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος.

Περαιτέρω, η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα άσκησε στο παρόν Δικαστήριο την από 8-9-2021 (αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ …………/2021) αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση που γράφηκε στο πινάκιο για της συζήτησης της οποίας ορίστηκε δικάσιμος η 17-3-2022 και μετά από αναβολή, η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν όπως ανωτέρω αναφέρεται κατέθεσαν παραδεκτώς προτάσεις, αιτούμενοι να γίνουν δεκτοί οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Η κρινόμενη έφεση κατά της με αριθμ, 5525/2018  οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε αντιμωλίαν κατά την τακτική διαδικασία (ως αφορώσα αξίωση λόγω αδικοπραξίας), ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα με κατάθεση στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 29-10-2020, ενώ δεν προκύπτει, ούτε γίνεται επίκληση επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρα 495, 511,513 παρ.1, περ β, 516 παρ.1  και 518 παρ.2 του ΚΠολΔ). Επομένως η κρινόμενη έφεση, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, σύμφωνα με το άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ κατά την προαναφερόμενη διαδικασία, ενόψει του ότι για το παραδεκτό του ένδικου μέσου κατατέθηκε το προβλεπόμενο εκ του άρθρου 495 παρ.3 του ΚΠολΔ παράβολο ποσού εκατό ευρώ (100,00) ευρώ (βλ. σχετικά την έκθεση κατάθεσης δικογράφου του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς και το με αριθμ. 3573 …………….. ηλεκτρονικό παράβολο).

ΙΙ. (α) Από τη διάταξη του άρθρου 80 του  ΚΠολΔ προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 του  ΚΠολΔ προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους. Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που είτε απειλείται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί, είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής του από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης του άρθρου 80 του ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υπόθεσης (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1329/2017, δημ. σε Τρ. Νομ. Πληρ. «Νόμος»). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 83 του ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 του ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1485/2006 δημ. σε Τρ. Νομ . Πληρ. «Νόμος»). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2  του ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2  του ΚΠολΔ. (β) Περαιτέρω,  σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 περ. γ΄ του ν. 4354/2015 «Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων….», «Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις». Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του άνω νόμου 4354/2015, «οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (ΦΕΚ Α΄ 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου, το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης».

ΙΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, η εδρεύουσα στην Αθήνα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο « ………….» με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατέθηκε για πρώτη φορά στην Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ασκεί αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της εφεσίβλητης και κατά του εκκαλούντος επικαλούμενη, αφενός μεν ότι έχει έννομο συμφέρον προς τούτο ως νόμιμη διαχειρίστρια της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «……………..», ειδική διάδοχο της εφεσίβλητης δυνάμει της από 24-6-2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων (νομίμως καταχωρισθείσας περίληψης αυτής  στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, τόμος …, αυξ αριθμός …, με αριθμ. πρωτ. …./24-6-2010), ήτοι και των απαιτήσεων που απορρέουν από τη με αριθμ. …../22-7-2005 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και τις πρόσθετες επ’ αυτής πράξεις, οι οποίες αναφέρεται ότι αποτελούν αντικείμενο της εκκρεμούς δίκης, αφετέρου δε, διότι η διαχείριση των απαιτήσεων μεταξύ των οποίων και η ανωτέρω απαίτηση ανατέθηκε στις 24-6-2019 στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «……..», ακολούθως στις 20-3-2020 λόγω υποκατάστασης δυνάμει καθολικής διαδοχής στην εταιρία «……….» και στις 30-3-2020 στην ίδια, η οποία ενεργεί ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος. Η υπό κρίση αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 80, 81 παρ.1, 83 και  215 παρ.1 του ΚΠολΔ) και πρέπει αφού ενωθεί, να συνεκδικαστεί με την υπό κρίση έφεση, κατ’ άρθρο 246 του ΚΠολΔ, λόγω της μεταξύ τους σχέσης κύριου και παρεπομένου, του ότι υπάγονται στην ίδια διαδικασία και εκκρεμούν μεταξύ των ίδιων διαδίκων. Ωστόσο, με το ανωτέρω περιεχόμενο η κρινόμενη αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, αλλά και ελλείψει εννόμου συμφέροντος, διότι στο δικόγραφο αυτής εκτίθεται ότι ως επίδικη απαίτηση που φέρεται να έχει μεταβιβαστεί στην ειδική διάδοχο αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…….», είναι αυτή που απορρέει από τη με αριθμ. ………./22-7-2005 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και τις πρόσθετες πράξεις αυτής, ήτοι διαφορετική απαίτηση από την επίδικη, η οποία αφορά την αξίωση λόγω αδικοπραξίας και δη, λόγω έκδοσης ακάλυπτων τραπεζικών επιταγών. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται σε βάρος της αυτοτελούς προσθέτως παρεμβαίνουσας, ενόψει του ελλείψει ειδικού προς τούτο αιτήματος.

IV.Η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, με τη με αριθμ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………./2014 αγωγή τακτικής διαδικασίας την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, επικαλούμενη την εκ μέρους του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος, εν γνώσει του έκδοση και μη πληρωμή των αναφερόμενων σε αυτήν δύο τραπεζικών επιταγών ποσού 8.500 ευρώ η καθεμιά, των οποίων η ίδια κατέστη νόμιμη κομίστρια, αιτήθηκε να υποχρεωθεί αυτός να της καταβάλει ως αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας το συνολικό ποσό των 17.000 ευρώ νομιμοτόκως από την επόμενη ημέρα της εμφάνισης κάθε επιταγής, καθώς και το ποσό των 3.200 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την ολοσχερή εξόφληση και να απαγγελθεί σε βάρος του εναγομένου προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, με την οποία το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή είναι παραδεκτή με την αιτιολογία ότι η ενάγουσα έχει έννομο συμφέρον για την άσκησή της, παρά το ότι έχει εφοδιαστεί με εκτελεστό τίτλο και δη, με τη με αριθμ ………../2010 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε με βάση την αξίωση από την επιταγή και αφού απέρριψε ως μη νόμιμα τα αιτήματα τόσον της προσωπικής κράτησης του εναγομένου, όσο και αυτό της τοκοφορίας της αποζημίωσης από την επομένη της εμφάνισης καθεμιάς επιταγής, και απέρριψε το σωρευόμενο αίτημα για την επιδίκαση  σε αυτήν χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ως ουσιαστικά αβάσιμο, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε τον εκκαλούντα να καταβάλει στην εφεσίβλητη το ποσό των 17.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την πλήρη εξόφληση. Ήδη με την κρινόμενη έφεση, ο εκκαλών παραπονείται κατά της εκκαλούμενης απόφασης για λόγους που ειδικότερα εκτίθενται, συνιστάμενοι σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ μέρους του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και ζητεί να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, κατά το μέρος που έγινε δεκτή (ήτοι για το επιδικασθέν σε βάρος του ποσό των 17.000 ευρώ) να απορριφθεί στο σύνολό της η ασκηθείσα με αριθμ κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ …………../2014 αγωγή και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη στη δικαστική του δαπάνη και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

V. (α) Από τις διατάξεις των άρθρων 79 του Ν. 5960/1933 «περί επιταγής», 297, 298 και 914 ΑΚ συνάγεται ότι ο εκδότης επιταγής σε διαταγή, η οποία δεν πληρώθηκε κατά την εμφάνιση της επειδή δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια τράπεζα, στην περίπτωση που ενεργεί με πρόθεση, υπέχει ποινική ευθύνη και παράλληλα προκαλεί ζημία στον νόμιμο κομιστή της επιταγής, διαπράττοντας έτσι και αδικοπραξία, αφού η ζημία αυτή επέρχεται με παράνομη πράξη του εκδότη, γιατί παραβιάζει τη διάταξη του άρθρου 79 του Ν. 5960/1933. Επομένως, ο εκδότης ακάλυπτης επιταγής είναι υποχρεωμένος να αποζημιώσει το νόμιμο κομιστή της κατά τις διατάξεις των άρθρων 914 επ. του ΑΚ, αφού η διάταξη του άρθρου 79 του Ν. 5960/1933 έχει θεσπισθεί για να προστατεύσει, παράλληλα προς το δημόσιο, και το ιδιωτικό συμφέρον του κομιστή της επιταγής (ΑΠ 1380/2013 ΔΕΕ 2014.256, ΑΠ 1565/2013, ΕΕμπΔ 2014/132), η υποχρέωση δε, αυτή του εκδότη δεν έχει ως προϋπόθεση την προηγούμενη καταδίκη του για το ποινικό αδίκημα (ΑΠ 1442/2003, ΕλλΔ/νη 2005/772). Η αξίωση αυτή προς αποζημίωση (ισόποση με την αξία της επιταγής) εκ του άρθρου 914 ΑΚ συρρέει με την αξίωση από επιταγή εκ του άρθρου 40 του Ν. 5960/1933 και εναπόκειται στο δικαιούχο να ασκήσει αυτήν που προκρίνει, πλην όμως η ικανοποίηση της μίας από αυτές επιφέρει την απόσβεση και της άλλης, εκτός εάν η άλλη έχει ευρύτερο περιεχόμενο οπότε σώζεται για το επιπλέον (βλ. ΑΠ 29/2020, ΕφΠειρ 31/2021, ΕΠειρ.58/2018,  δημοσιευμένες στην Τρ.Νομ. Πληρ. «Νόμος»). (β) Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 522 του ΚΠολΔ, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζεται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 524 παρ.1, 525 παρ.1 και 536 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει ως προς την αγωγή την ίδια εξουσία, την οποία έχει και το πρωτοβάθμιο και επομένως μπορεί να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το νόμω βάσιμο, το ορισμένο ή το παραδεκτό αυτής και να την απορρίψει, αν δε στηρίζεται στο νόμο, ή δεν έχει τα απαραίτητα στοιχεία για τη θεμελίωσή της ή  αν ασκήθηκε απαραδέκτως, υπό τους περιορισμούς, όμως, που επιβάλλονται από τη λειτουργία του δεδικασμένου (άρθρο 322 του ΚΠολΔ) και από την αρχή της απαγόρευσης έκδοσης επιβλαβέστερης για τον εκκαλούντα απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 536 παρ.1 του ΚΠολΔ, αφού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει απόφαση επιβλαβέστερη για τον εκκαλούντα, αν δεν ασκηθεί από τον εφεσίβλητο αυτοτελής έφεση ή αντέφεση (βλ. Σ. Σαμουήλ, « Η έφεση, κατά τον ΚΠολΔ», εκδ. 2003, σελ. 332 και 428). Κατά συνέπεια, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μπορεί και χωρίς την υποβολή ειδικού παραπόνου να εξετάσει αυτεπάγγελτα το ορισμένο, τη νομιμότητα και το παραδεκτό αυτής και να την απορρίψει, αν είναι απαράδεκτη, λόγω αοριστίας ή δεν στηρίζεται στο νόμο, αρκεί από το αποτέλεσμα αυτό να μην καθίσταται χειρότερη η θέση του εκκαλούντος, χωρίς να συντρέξει κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 536 του ΚΠολΔ. Στην περίπτωση, όμως, αυτή, επειδή αντικατάσταση της απορριπτικής αιτιολογίας, κατά το άρθρο 534 του ίδιου Κώδικα, δεν αρκεί, γιατί η απόρριψη της αγωγής, για τους άνω λόγους, οδηγεί σε διάφορο, κατ` αποτέλεσμα, διατακτικό, από την απόρριψή της ως ουσιαστικά αβάσιμης, το εφετείο εξαφανίζει την εκκαλούμενη, μερικά ή ολικά, αντίστοιχα με το σφάλμα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, κρατά την υπόθεση, δικάζει αυτό και απορρίπτει αντίστοιχα την αγωγή, για έναν από τους ως άνω λόγους, δηλαδή, ως νομικά βάσιμη, απαράδεκτη, αόριστη ή προώρως ασκηθείσα (βλ. ΑΠ 40/2006 δημ. σε ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 7/2001).

VI.Στην προκείμενη περίπτωση όπως ανωτέρω εκτίθεται το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ως παραδεκτή την ασκηθείσα αγωγή, με την αιτιολογία ότι η ενάγουσα είχε έννομο συμφέρον για την άσκησή της (ερευνώντας το έννομο συμφέρον ως διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης)  παρά το γεγονός ότι αυτή για την αξίωση από τις ίδιες τραπεζικές επιταγές, ήδη είχε εφοδιαστεί με τη με αριθμ. …../2010 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την αιτιολογία ότι «νομιμοποιείται στην άσκηση της αγωγής».  Ωστόσο, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στο πρώτο τμήμα της ανωτέρω νομικής σκέψης, η με αριθ. κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……../2014 αγωγή, ως προς το σωρευόμενο αίτημα για την επιδίκαση του ποσού των 17.000 ευρώ (που αφορούσε τις εκδοθείσες και μη πληρωθείσες τραπεζικές επιταγές-κεφάλαιο για το οποίο ασκείται η υπό κρίση έφεση) είναι απαράδεκτη και τούτο διότι, στην προκείμενη περίπτωση συντρέχει συρροή αξιώσεων της ενάγουσας, ήτοι αξίωση από επιταγή στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 40 και 45 του Ν. 5960/1933 και αξίωση αδικοπρακτική στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 79 του Ν. 5960/1933 σε συνδ. με το άρθρο 914 Α.Κ., για το εν λόγω δε, ποσό με βάση, την αξίωση εκ της επιταγής, ήδη είχε εκδοθεί διαταγή πληρωμής, η οποία μάλιστα κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής είχε καταστεί τελεσίδικη. Τούτο δε, έχει ως αποτέλεσμα την απόσβεση της ισόποσης αξίωσης (για την οποία ασκείται και η κρινόμενη έφεση) καθόσον δεν έχει ευρύτερο περιεχόμενο, ώστε να σώζεται για το επιπλέον. Επομένως, βάσει των ανωτέρω, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο δεύτερο μέρος της νομικής σκέψης της παρούσας, πρέπει κατόπιν αυτεπάγγελτής εξέτασης του παραδεκτού της αγωγής και εφόσον ο εκκαλών ζητεί την απόρριψη αυτής έστω για διαφορετικούς λόγους, να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση ως ουσιαστικά βάσιμη, και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση καθόσον αυτή κρίθηκε παραδεκτή κι έγινε δεκτή στην ουσία της (ήτοι για το αιτούμενο ποσό της αποζημίωσης ύψους 17.000 ευρώ), ακολούθως, δε, πρέπει, το παρόν Δικαστήριο να κρατήσει και να δικάσει την αγωγή (άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ) και να την απορρίψει, ως προς το εν λόγω σωρευόμενο αίτημα, ως απαράδεκτη. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα του καταβληθέντος, κατά την άσκηση της έφεσής, παράβολου, ποσού εκατόν (100,00) ευρώ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 495 παρ.3 του ΚΠολΔ, λόγω της, κατά τα ανωτέρω, παραδοχής της έφεσής του. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος- εναγομένου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν στην εφεσίβλητη-ενάγουσα λόγω της ήττας της (άρθρα 106, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τη με αριθμ κατ. ΓΑΚ /ΕΑΚ ……./2021 έφεσή και τη με αριθμ κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ……../2021 αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Απορρίπτει την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση.

Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.

Εξαφανίζει τη με αριθμ. 5525/2018 απόφαση τακτικής διαδικασίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς καθόσον αυτή κρίθηκε παραδεκτή κι έγινε δεκτή στην ουσία της.

Κρατεί και δικάζει τη με αριθμ κατ. ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………../2014 αγωγή.

Απορρίπτει την αγωγή.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου που κατατέθηκε στο Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμ. ………….., ποσού εκατό (100,00) ευρώ  και

Καταδικάζει την εφεσίβλητη-ενάγουσα, στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος-εναγομένου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά στις 17 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ