Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 61/2023

Αριθμός     61/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 2ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας …………….., στην οποία έχει ανατεθεί, η διαχείριση των απαιτήσεων της εταιρείας ειδικού σκοπού …………….. στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων, έχει καταστεί ειδική διάδοχος ης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ………………ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………….. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο, Πλάτωνα Ραδιώτη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο, Ευγενία Στάμου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).

 Ο εφεσίβλητος κατέθεσε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 22.3.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019) ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 2298/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την ανακοπή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η ήδη εκκαλούσα με την από 29.10.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………/2021)       έφεσή της, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου  ………../2021) αυτή  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος του εφεσιβλήτου, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Η  με  αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του  Εφετείου Πειραιώς ……………/2021  έφεση  κατά της υπ΄αριθμόν  2298/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε  κατά την  διαδικασία των περιουσιακών διαφορών αντιμωλία των διαδίκων έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα  καθώς η εκκαλουμένη απόφαση  δημοσιεύτηκε  στις  24-6-2020  και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του  Πρωτοδικείου Πειραιά  στις  1-11-2021  δίχως να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης  (άρθρα  495,  511,  513,  516  παρ 1, 517 εδαφ  α,  518  παρ 1  και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής  κατά την  αυτή  διαδικασία  δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με κωδικό  …………./2021  παράβολο).

Με  την με αριθμό καταθ. …………/2019   ανακοπή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση ο ανακόπτων  ζήτησε  για τους αναφερόμενους σ΄αυτήν λόγους την ακύρωση της υπ΄αριθμ. ……/2019 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του  Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά   με την οποια υποχρεώθηκε, μεταξύ άλλων, να καταβάλει στην  τραπεζική εταιρία  «……………» το ποσο των 70.790,24  ευρώ πλέον τόκων και εξόδων καθώς και την ακύρωση της από 5-3-2029 επιταγής προς πληρωμή με την οποία  επιτάχθηκε να καταβάλει το ανωτέρω ποσό πλέον τόκων και εξόδων. Επί της ανακοπής αυτής εξεδόθη η με αριθμό 2298/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιώς με την οποία  ακυρώθηκε τόσο η ανακοπτομένη διαταγή πληρωμής όσο και η ανακοπτομένη επιταγή προς πληρωμή  με την αιτιολογία ότι το απόσπασμα κίνησης του λογαριασμού που τηρήθηκε για την εξυπηρέτηση του επίδικου στεγαστικού δανείου για το  χρονικό διάστημα από 30-9-2004 έως και 31-1-2017  προσκομίστηκε  σε απλό φωτοαντίγραφο  χωρίς καμία βεβαίωση από τους αρμοδίους υπαλλήλους  της δανείστριας Τράπεζας – καθ΄ης η ανακοπή  περί της ακρίβειας αυτού ως προς τα σε ηλεκτρονική μορφή τηρούμενα εμπορικά βιβλία της δανείστριας Τράπεζας . Ήδη, κατά της αποφάσεως αυτής βάλλει  η εταιρία «……………….»  ως εταιρεία Διαχείρισης  Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, μεταξύ των οποίων και η επιδικη,  της εταιρειας  ειδικού σκοπού  με την επωνυμία «……………..» με έδρα στο …… η οποία έχει καταστεί ειδική διάδοχος της καθ΄ης η ανακοπή «…………..» ως καθολικής διαδόχου  της ανώνυμης  τραπεζικής εταιρείας  με την επωνυμία «…………..»  (διασπώμενη)  κατόπιν διάσπασης της τελευταίας  με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς  του στην ως άνω νεοσυσταθείσα εταιρεία, στο σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, εννόμων σχέσεων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της οποίας (διασπώμενης) έχει υπεισέλθει αυτοδικαίως η επωφελούμενη. Παραπονείται δε,  η εκκαλούσα    για εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων  και ζητεί  την εξαφάνιση  της εκκαλουμένης  και την απόρριψη  της ανακοπής του αντιδίκου της .

Κατά το άρθρ. 623 ΚΠολΔ, μπορεί κατά την ειδική διαδικασία των άρθρ. 624 έως 634 να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, κατά δε το άρθρ. 626§3 ίδιου Κώδικα, στην αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής, που καταθέτει ο δικαιούχος της απαίτησης στη γραμματεία του δικαστηρίου, πρέπει να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της. Διαταγή πληρωμής μπορεί να εκδοθεί και για το υπόλοιπο στεγαστικού δανείου, εφόσον αποδεικνύονται εγγράφως η σύμβαση του δανείου, η κίνησή του, η καταγγελία της συμβάσεως  και το οφειλόμενο ποσό. Εξάλλου η περιλαμβανόμενη στη σύμβαση  χορήγησης στεγαστικου δανείου  ειδική συμφωνία ότι η οφειλή  προς την δανείστρια  τράπεζα, που θα προκύψει ακόμη και  μετά την καταγγελία του δανείου, θα αποδεικνύεται από το απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τράπεζας, είναι έγκυρη ως δικονομική σύμβαση. Το απόσπασμα αυτό, στο οποίο αποτυπώνεται η κίνηση του λογαριασμού  και το υπόλοιπο που οφείλεται  επέχει θέση αποδεικτικού μέσου με ισχύ ιδιωτικού εγγράφου (άρθρ. 441 αριθ.1 ΚΠολΔ), το δε αντίγραφο αυτού έχει αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο, εφόσον η ακρίβειά του βεβαιώνεται από αρμόδια αρχή ή δικηγόρο (άρθρ. 449§1 ΚΠολΔ, 52 ν.δ. 3026/1952, 14 ν. 1599/1986). Αντίθετα δεν αρκεί για να προσδώσει την αποδεικτική αυτή δύναμη μόνη η βεβαίωση της ακρίβειας του αντιγράφου από τον αρμόδιο υπάλληλο της πιστώτριας τράπεζας. Στην περίπτωση, όμως, των μηχανογραφικώς τηρούμενων εμπορικών βιβλίων, η εκτύπωση του αποσπάσματος των βιβλίων αυτών, που περιέχονται σε ηλεκτρονική μορφή εντός του υπολογιστή, εφόσον η γνησιότητα της εκτύπωσης βεβαιώνεται από τον υπάλληλο που την ενήργησε, αποτελεί το πρωτότυπο έγγραφο που έχει στα χέρια της η τράπεζα προς απόδειξη του περιεχομένου του εξαχθέντος από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή αποσπάσματος των βιβλίων της (σχετ. ΑΠ 330/2012, ΑΠ 35/2011,ΑΠ 570/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) . Επομένως στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται βεβαίωση της ακρίβειας τούτου από αρμόδια αρχή ή δικηγόρο, αφού δεν πρόκειται για αντίγραφο (ΑΠ 578/2005, ΑΠ 902/2006, ΑΠ 1094/2006, ΑΠ 441/2007, ΑΠ 570/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την από 22-9-2004 και με αριθμό …….  σύμβαση στεγαστικού δανείου που συνήφθη ανάμεσα στην  «…………….»  και τον ανακόπτοντα και την  ταυτάριθμη συνημμένη στη σύμβαση πρόσθετη πράξη  η πρώτη χορήγησε στον δεύτερο  τοκοχρεολυτικό  στεγαστικό δάνειο ύψους 150.000 ευρώ  προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για επισκευή κτίσματος ιδιοκτησίας του με την συμφωνία να εξοφληθεί σε εκατον ογδόντα (180) δόσεις  η πρώτη εκ των οποίων  στις  24-10-2004 και η τελευταία στις  24-9-2019. Την εκτέλεση των όρων σύμβασης εγγυήθηκε η ……………..  Στη συνέχεια, με την από 5-3-2014 πρόσθετη πράξη  η δανείστρια Τράπεζα και ο ανακόπτων συναποδέχθηκαν ότι το χρεωστικό υπόλοιπο από την ανωτέρω σύμβαση  στις 5-3-2014 ανερχόταν  στις 68.025,01 ευρώ και συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε  εξήντα επτά (67) δόσεις. Ωστόσο, ο οφειλέτης δεν μπόρεσε ν΄ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και για τον λόγο αυτό η δανείστρια Τράπεζα προέβη σε καταγγελία της σύμβασης επιδίδοντας  στις 13-3-2018  τόσο  σ΄αυτόν όσο και στην εγγυήτρια ……………. καταγγελία της σύμβασης καλώντας τους ταυτόχρονα να καταβάλουν σ΄αυτήν  το οφειλόμενο ποσό ανερχόμενο σε 70.790,24 ευρώ  πλέον τόκων και εξόδων (βλ υπ΄αριθμούς   …… και ……/13-3-2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ……………). Οι ανωτέρω δεν ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα αυτό και η δανείστρια Τράπεζα με την υπ΄αριθμόν καταθεσης ………../2019 αίτησή της ζήτησε από τον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου  Πειραιά την έκδοση διαταγής πληρωμής και προς τούτο προσκόμισε  τα ακόλουθα έγγραφα: α) την υπ΄αριθμόν ……/22-9-2004 σύμβαση στεγαστικού δανείου, β) την από 5-3-2014 Πρόσθετη Πράξη μετά του Παραρτήματος, γ) την εξώδικη καταγγελία και τις υπ΄αριθμούς …… και ……./13-3-2004 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …………. και δ) το από 27-9-2004 έως και 27-11-2017 απόσπασμα λογαριασμού από τα εμπορικά βιβλία της Τράπεζας, στο οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της δανείστριας Τράπεζας, αναφερόταν η κίνηση του λογαριασμού μέχρι 27-11-2017. Βάσει των εγγράφων αυτών εκδόθηκε η ανακοπτομένη υπ΄αριθμόν ……./2019 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την οποία  υποχρεώθηκε  τόσο η εγγυήτρια, όσο και ο ανακόπτων να καταβάλουν το ποσό των 70.790,24 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων στην δανείστρια Τράπεζα η οποία, στη συνέχεια, επέδωσε στον ανακοπτοντα την διαταγή αυτή με επιταγή προς πληρωμή κάτω από το αντίγραφο του πρώτου απογράφου εκτελεστού με αριθμό ……/2019  επιτάσσοντας αυτόν να  της καταβάλει α) για επιδικασθέν κεφάλαιο 70.790,24 ευρώ πλέον των αναφερομένων σ΄αυτήν τόκων, β) για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη 1500 ευρώ, γ)για έξοδα έκδοσης παρόντος αντιγράφου 2 ευρώ, δ) για σύνταξη της  επιταγής 10 ευρώ, ε) για δαπάνη επίδοσης της επιταγής 40 ευρώ και  στ) για κατάθεση αντιγράφου αυτής ενωπιον του αρμοδίου δικαστηρίου 15 ευρώ πλέον των αναφερομενων σ΄αυτήν τόκων. Από την επισκόπηση, ωστόσο, του προσκομισθέντος από 27-9-2004 έως και 27-11-2017  αποσπάσματος λογαριασμού από τα εμπορικά βιβλία της Τράπεζας το οποίο στην πραγματικότητα άρχεται από 30-9-2004 όπως αναφέρεται στο εξώφυλλο αυτού και από 5-10-2004 όπως αναφέρεται στην πρωτη σελίδα αυτού  και λήγει την 3-3-2017,  προκύπτει ότι το απόσπασμα αυτό  όχι μόνο δεν φέρει βεβαίωση των υπαλλήλων της δανείστριας Τράπεζας περί της γνησιότητας της εκτυπώσεως, αλλά ούτε και  υπογραφή  υπαλλήλου  της δανείστριας  Τράπεζας.  Ως εκ τούτου δεν αποτελεί ιδιωτικό  έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 623 ΚΠολΔ  ώστε να δύναται, βάσει αυτού, να  εκδοθεί διαταγή πληρωμής. Το γεγονός δε,  ότι υφίσταται υπογραφή των υπαλλήλων της δανείστριας Τράπεζας σε έτερο έγγραφο που βεβαιώνει το ποσό της οφειλής σε 70.657,14 ευρώ,  δεν καλύπτει την  έλλειψη αυτή  καθόσον το έγγραφο αυτό  αναφέρεται στο χρονικό διάστημα από 1-11-2017 έως 27-11-2017  και μόνον.  Επίσης, το γεγονός ότι προσκομίζονται τρία μονοσέλιδα  έγγραφα  ως  αποσπάσματα λογαριασμού για τα χρονικά διαστήματα από 31-5-2017 μέχρι 15-2-2018, από 28-2-2017 μέχρι 15-2-2018  και από 29-7-2017 μέχρι 15-2-2018  και τα οποία φέρουν υπογραφή υπαλλήλων της Τράπεζας και βεβαίωση περί της γνησιότητας της εκτύπωσης δεν επιδρά  στην εν λόγω  έλλειψη καθόσον αφορούν   χρονικά διαστήματα  των ετών 2017 και 2018,  ενώ το προσκομισθέν πολυσέλιδο  απόσπασμα αφορά στο χρονικό διάστημα από  5-10-2004  έως  3-3-2017, όπως προαναφέρθηκε. Εξάλλου, με την αρχική δανειακή σύμβαση στεγαστικού δανείου είχε συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων ότι αποτελούν πλήρη απόδειξη της απαιτήσεως της δανείστριας Τράπεζας  κατά του οφειλέτη  και του εγγυητού  και «στοιχείο κατάλληλο για την έκδοση διαταγής πληρωμής»   τα αποσπάσματα  από τα μηχανογραφικώς τηρούμενα βιβλία της  Τράπεζας  εξαχθέντα από υπάλληλο  αυτής, ο οποίος βεβαιώνει την γνησιότητα της εκτυπώσεως  αυτών (όρος 13.2 της υπ΄αριθμόν ……../22-9-2004 σύμβασης στεγαστικού δανείου). Ως εκ τούτου δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι το προσκομισθέν απόσπασμα  από τα εμπορικά βιβλία της δανειστριας Τράπεζας δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο για την απαίτηση της τελευταίας ούτε του να εκδοθεί βάσει αυτού διαταγή πληρωμής. Κρίνεται δε απορριπτέος ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι με την από 5-3-2014  Πρόσθετη Πράξη ο οφειλέτης αναγνώρισε την οφειλή του και επομένως δεν ήταν αναγκαία η προσκόμιση  της κίνησης του λογαριασμού για το χρονικό διάστημα από της αποταμιεύσεως του ποσού του δανείου μέχρις καταγγελίας της συμβάσεως καθόσον η δανείστρια Τράπεζα ζήτησε και πέτυχε  την έκδοση διαταγής πληρωμής όχι βάσει συμβάσεως αναγνώρισης χρέους αλλά  βάσει της αρχικής δανειακής συμβάσεως και της από 5-3-2014 Πρόσθετης Πράξης  με την οποία συμφωνήθηκε ως χρεωστικό υπόλοιπο το ποσό των 68.025,01 ευρώ ως αποδεικτικό στοιχείο της οφειλής  του ανακόπτοντος. Ως εκ τούτου η συμφωνία περί του ύψους της οφειλης στις 5-3-2014 από μέρους του ανακόπτοντος δεν καθιστά περιττή την προσκόμιση της κίνησης του λογαριασμού από της  έναρξη ισχύος της δανειακής σύμβασης και εντεύθεν. Αλλά και αν ακόμη υποτεθεί ότι δεν ήταν επιβεβλημένη η προσκομιση  της κίνησης του λογαριαμού  από την έναρξη ισχύος της δανειακής σύμβασης λόγω της αναγνώρισης της οφειλής στις 5-3-2014, ήταν επιβεβλημένη η προσκόμιση της κίνησης του λογαριασμού από 6-3-2014  και εντεύθεν, προϋπόθεση η οποία δεν συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση. Κρίνεται, επίσης, απορριπτέος ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι ο λόγος της ανακοπής περί έλλειψης διαδικαστικών προϋποθέσεων εκδόσεως της ανακοπτομένης διαταγής πληρωμής λόγω προσκόμισης Αποσπάσματος λογαριασμού κίνησης από τα εμπορικά βιβλία της Τράπεζας χωρίς βεβαίωση των υπαλλήλων της Τράπεζας περί της γνησιότητας της εκτύπωσης είναι αόριστος και ως εκ τούτου απορριπτέος ως απαράδεκτος  καθόσον από την επισκόπηση του δικογράφου της ανακοπής προκύπτει ότι ο ανακοπτων επισημαίνει και αναλύει με πληρότητα ότι το προσκομισθέν απόσπασμα λογαρισμού κίνησης από τα εμπορικά βιβλία της Τράπεζας δεν φερει σε κανένα σημείο βεβαίωση περί της γνησιότητας  της εκτύπωσης από τα σε ηλεκτρονική μορφή τηρούμενα εμπορικά βιβλία  της δανείστριας Τράπεζας και για το λόγο αυτό δεν μπορεί ν΄αποτελέσει έγγραφο απόδειξης της απαίτησης της δανειστριας Τράπεζας και ζήτησε  την ακύρωση της εκδοθεισας διαταγής πληρωμής.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 30-4-2020  η τραπεζική εταιρεία «………….» με έδρα την Αθήνα (οδός …….. αριθμός …….) πώλησε και μεταβίβασε δυνάμει συμβάσεως μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων  στην εταιρεία  ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………………» με έδρα το …….. απαιτήσεις από στεγαστικά και άλλα δάνεια μετά των παρεπόμενων δικαιωμάτων και των εξασφαλίσεων αυτών συμπεριλαμβανομένων και απαιτήσεων κατά ασφαλιστικών εταιρειών από συνδεόμενες  με τα δάνεια αυτά ασφαλιστικές  συμβάσεις  επί των ενυπόθηκων  ή προσημειωμένων ακινήτων  η οποία καταχωρίσθηκε με αριθμό πρωτ. ……/30-4-2020 στον τόμο …. και με αριθμό ….. στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών. Στις απαιτήσεις αυτές περιλαμβάνεται και η επίδικη απαίτηση της  «…………….» κατά του ανακόπτοντος ………… και της εγγυήτριας …………..  Στη συνέχεια την 20-4-2021 η τραπεζική εταιρεία «……………» με έδρα την Αθήνα (οδός ….. αριθμός …….) τροποποιώντας την ανωτέρω σύμβαση πώλησε και μεταβίβασε δυνάμει συμβάσεως μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων  στην εταιρεία  ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………….» με έδρα το …… απαιτήσεις από  εμπραγμάτως ασφαλισμένα καταναλωτικά, στεγαστικά, επιχειρηματικά  και άλλα δάνεια  μετά των παρεπόμενων δικαιωμάτων  και των εξασφαλίσεων αυτών συμπεριλαμβανομένων και απαιτήσεων κατά ασφαλιστικών εταιρειών από συνδεόμενες  με τα δάνεια αυτά ασφαλιστικές  συμβάσεις  επί των ενυπόθηκων  ή προσημειωμένων ακινήτων  η οποία καταχωρίσθηκε με αριθμό πρωτ. …../20-4-2021  στον τόμο ….. και με αριθμό ….. στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών. Εν τω μεταξύ με την υπ΄αριθμόν 45089/16-4-2021 απόφαση  του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εταιρειών της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας  Εμπορίου και Προστασίας  Καταναλωτή  εγκρίθηκε η διάσπαση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………….» με αριθμό ΓΕΜΗ ……. (η «Διασπώμενη») δι΄απόσχισης του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της με τη σύσταση νέας εταιρειας – πιστωτικού ιδρύματος  με την επωνυμία «…………..» (η επωφελούμενη) καθώς και το καταστατικό της «Επωφελούμενης» (νέας) τραπεζικής εταιρείας, σύμφωνα με τις διατάξεις  του άρθρου 16 του ν 2515/1997, ως και των άρθρων 54 παρ 3, 57 παρ 3, 59 -74 και 140 παρ  3 του ν 4601/2019 καθώς και του άρθρου 145 του ν 4261/2014, την από 1-4-2021 απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  (ΕΚΤ) με αριθμό πρωτ. «ECB-SSM-2021-GRALP-5 LIC-2020-0022», το από 15-9-2020 Σχέδιο Πράξης Διάσπασης, το από 2-4-2021 Πρακτικό της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης  των μετόχων της ανώνυμης εταιρείας  με την επωνυμία «…………….» καθώς και την υπ΄αριθμόν ……/2021 Πράξη Διάσπασης της ανωτέρω ανωνυμης  εταιρείας  του συμβολαιογράφου Αθηνών, …………. Η ανωτέρω απόφαση καταχωρίσθηκε αυθημερόν  στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ) με κωδικό αριθμό καταχώρισης …….. (βλ υπ΄αριθμόν ……/16-4-2021 έγγραφο του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εταιρειών της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς της Γενικής Γραμματείας  Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή) και αυθημερόν καταχωρίσθηκε στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (ΓΕΜΗ)  με κωδικό αριθμό καταχώρισης ……. η νεοσυσταθείσα ανώνυμη εταιρεία – πιστωτικό ίδρυμα με την επωνυμία «…………..» (η επωφελούμενη)  η οποία έλαβε αριθμό ΓΕΜΗ ……………. καθώς και το καταστατικό της  «επωφελούμενης».

Στις 18-6-2021 η εταιρεία   ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…………..» με έδρα το ………. συνήψε σύμβαση μακροπρόθεσμης διαχείρισης απαιτήσεων  με την εταιρεία «……………» με έδρα στη ……………. με αντικείμενο κάθε υπηρεσία είσπραξης και εν γένει διαχείρισης τιτλοποιούμενων απαιτήσεων από συμβάσεις στεγαστικών και λοιπών δανείων όπως καθορισμός επιτοκίου, ενημέρωση και εξυπηρέτηση πελατών, δικαστική επιδίωξη απαιτήσεων. Μεταξύ των απαιτήσεων αυτών περιλαμβάνεται και η επίδικη. Η σύμβαση αυτή καταχωρίσθηκε στον τόμο ….. και με αριθμό ……  στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου  Αθηνών. Ως εκ τούτου η «……………..» νομιμοποιείται ως διαχειρίστρια απαιτήσεων μεταξύ των οποίων και της επίδικης στην άσκηση της κρινόμενης έφεσης  με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου κατ΄άρθρα 2παρ 4 του ν 4354/2015 και 10 παρ 14 του ν 3156/2003. Κατόπιν αυτών, πρέπει ν΄ακυρωθεί η ανακοπτομένη υπ΄αριθμόν …../2019 διαταγή πληρωμής ως προς τον ανακόπτοντα  με την οποία επιτάσσεται μεταξύ αλλων και  ο ανακοπτων  να καταβάλει στην δανειστρια Τράπεζα  το ποσό των 70.790,24 ευρώ  καθώς και η από 5-3-2019 επιταγή κάτω από το αντίγραφο του πρώτου  απογράφου εκτελεστού με αριθμό …./2019  με την οποία επιτάσσεται ο ανακόπτων να καταβάλει για επιδικασθέν κεφάλαιο 70.790,24 ευρώ πλέον τόκων, για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη 1500 ευρώ, για έξοδα έκδοσης παρόντος αντιγράφου 2 ευρώ, για σύνταξη της  επιταγής 10 ευρώ, για δαπάνη επίδοσης της επιταγής 40 ευρώ και για κατάθεση αντιγράφου αυτής ενωπιον του αρμοδίου δικαστηρίου 15 ευρώ πλέον των αναφερομενων σ΄αυτήν τόκων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια και  ακύρωσε την διαταγή πληρωμής και την ανωτέρω επιταγή προς πληρωμή, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και χωρίς πλημμέλεια εκτίμησε τις αποδείξεις και όλα όσα αντίθετα υποστηρίζονται με τους λόγους έφεσης είναι απορριπτέα ως αβάσιμα όπως και η έφεση στο σύνολό της.  Τα δικαστικά  έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας του εφεσίβλητου  πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας αυτής (άρθρα 176,183,191 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει, ενόψει της απόρριψης της έφεσης, να διαταχθεί και η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  αντιμωλία των διαδικων

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικα και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ  ουσία την έφεση

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ  την  εκκαλούσα  στα δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας του εφεσίβλητου  τα οποία ορίζει στο ποσο των  χιλίων πεντακοσίων  (1500) ευρώ .

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ  την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 30 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ