Αριθμός 62 /2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσή Φυντριλάκη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα ………..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Αριστείδη Τσαβδαρίδη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) ………… και 2) εταιρείας περιορισμένης ευθύνης …………….., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Σοφία Κηπουροπούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 7.4.2014 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2014) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 1190/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της αγωγής και η υπ΄ αριθμ. 1630/2021 απόφαση αυτού, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 4.11.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου …………/2021) αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η με αριθμό κατάθεσης στην γραμματεία του Εφετείου Πειραιώς …………./2021 έφεση κατά της υπ΄αριθμόν 1630/2021 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθώς η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύτηκε στις 3-8-2021 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά στις 4-11-2021 δίχως να προηγηθεί επίδοση της εκκαλουμένης (άρθρα 495, 511, 513, 516 παρ 1, 517 εδαφ α, 518 παρ 1 και 147 ΚΠολΔ). Συνεπώς, πρέπει να γινει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής κατά την αυτή διαδικασία δοθέντος ότι έχει καταβληθεί και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 495 παρ 3 ΚΠολΔ παράβολο άσκησης έφεσης (βλ. με κωδικό ……………../2021 παράβολο).
Με την αγωγή επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση ο ενάγων ιστορούσε ότι ο πρώτος εναγόμενος εμφανίστηκε σ΄αυτόν ως νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγομένης η οποία είχε ως αντικείμενο το εμπόριο κοσμημάτων και επώνυμων ρολογιών χειρός στην Ιταλία και ήταν οικονομικά εύρωστη εταιρία, ενώ ο ίδιος είχε γνωριμίες πολιτικών και οικονομικών παραγόντων της πατρίδας του πείθοντας αυτον ότι επρόκειτο ν΄ασχοληθεί με το εμπόριο των αυτών ειδών και στην Ελλάδα και για το λόγο αυτό αρχές Φεβρουαρίου 2012 μετέβη στον Πειραιά, οπότε και συναντήθηκαν και πρότεινε σ΄αυτόν συνεργασία για το υποκατάστημα που επρόκειτο να ιδρύσει με εξασφαλισμένα κέρδη. Στα πλαίσια της μελλοντικής αυτής συνεργασίας ο ενάγων κατέβαλε σταδιακά σε λογαριασμό της δεύτερης εναγόμενης τον οποίο υπέδειξε ο πρώτος εναγόμενος το ποσό των 37.885,18 ευρώ για εξ (6) ρολόγια με την συμφωνία ότι θα τα παραλάμβανε μέχρι τέλη Οκτωβρίου 2012 που θα είχε εφοδιασθεί ο πρώτος εναγόμενος με την απαιτούμενη άδεια λειτουργίας υποκαταστήματος στην Ελλάδα. Ωστόσο, ουδέποτε εκτελέσθηκαν όσα προαναφέρθηκαν και ουδέποτε παραδόθηκαν τα ρολόγια στον ενάγοντα ενώ διεκόπη και κάθε επικοινωνία μαζί του. Συνεπεία της αδικοπρακτικής αυτής συμπεριφοράς ζημιώθηκε ο ενάγων κατά το ανωτέρω ποσό και υπέστη ηθική βλάβη από την σε βάρος του τελεσθείσα απάτη προς αποκατάσταση της οποίας απαίτησε το ποσό των 40.044 ευρώ εκ του οποίου επιφυλάχθηκε ν΄ασκήσει το δικαίωμά του ως προς το ποσό των 44 ευρώ ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου. Ζήτησε δε, ν΄αναγνωριστεί, όπως παραδεκτά περιορίστηκε το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής σε αναγνωριστικό, ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας σ΄αυτόν το ποσό των 77.885,18 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως, καθώς, επίσης και την καταδίκη των εναγομένων στα δικαστικά του έξοδα. Επί της νομίμου αυτής αγωγής (914, 71, 932, 297,299, 345,346 ΑΚ και 191 παρ 2, 176 ΚΠολΔ), η οποία είναι αρκούντως ορισμένη καθόσον περιέχονται σ΄αυτήν όσα στοιχεία απαιτούνται από το νόμο για την θεμελίωση αυτής καθώς αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το πρόσωπο με το συμφώνησε ο ενάγων όσα αναφέρονται στην αγωγή καθώς και η αιτία για την οποία ο ενάγων κατέβαλε εκ των προτέρων την αξία των αναφερομένων σ΄αυτήν ρολογιών, ενώ δεν είναι απαραίτητη η ειδικότερη αναφορά των λοιπών όρων της μεταξύ τους συνεργασίας, απορριπτομένου αντίθετου ισχυρισμού των εναγομένων – εφεσιβλήτων ως αβάσιμου, εξεδόθη η εκκαλουμένη απόφαση με την οποία απερρίφθη η αγωγή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν. Ήδη, κατά της αποφάσης αυτής βάλλει ο ενάγων παραπονούμενος για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την καθ΄ ολοκληρίαν παραδοχή της αγωγής του.
Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και τις ομολογίες των διαδίκων που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις αυτών, οι οποίες εξειδικεύονται παρακάτω, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Αρχές Ιανουαρίου 2012 ο ενάγων συνάντησε τον πρώτο εναγόμενο στην Γενεύη της Ελβετίας ο οποίος συστήθηκε σ΄αυτόν ως νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγόμενης, η οποία είχε ως αντικείμενο το εμπόριο κοσμημάτων και επώνυμων ρολογιών χειρός με κατάστημα στο ……. Ιταλίας. Δήλωσε δε, σ΄αυτόν ότι επρόκειτο να ασχοληθεί με το εμπόριο των ειδών αυτών και στην Ελλάδα και προς τούτο θα την επισκεπτόταν τον επόμενο μήνα. Πράγματι τον Φεβρουάριο 2012 συναντήθηκε με τον ενάγοντα στον Πειραιά και του πρότεινε να συνεργαστούν καθώς προγραμμάτιζε να ιδρύσει στην Ελλάδα υποκατάστημα κοσμημάτων και επωνύμων ρολογιών χειρός διαβεβαιώνοντας τον για σημαντικά κέρδη από την συνεργασία αυτή (όπως συνομολογείται από τον πρώτο εναγόμενο). Στοχεύοντας στην συνεργασία αυτή ο ενάγων κατέβαλε στον με αριθμό ΙΤ …….. τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε η δεύτερη εναγόμενη στην εδρεύουσα στο …… της Ιταλίας τράπεζα με την επωνυμία «…………….», τον οποίο ο πρώτος εναγόμενος του είχε γνωστοποιήσει, τα ακόλουθα ποσά: α) την 20-2-2012 το ποσό των 5.515,40 ελβετικών φράγκων ή 4.485,18 ευρώ για ένα ρολόϊ κατασκευής MONTRE CARTIER , β) την 29-2-2012 το ποσό των 8.400 ευρώ για ένα ρολόϊ κατασκευής ROLEX MILGAUS και για ένα ρολόϊ ROLEX DATEJUST, γ) την 17-4-2012 το ποσο των 3000 ευρώ για ένα ρολόϊ κατασκευής CARTIER SANTOS, δ) την 20-9-2012 το ποσό των 10.000 ευρώ για ένα ρολόϊ κατασκευής ROLEX GMT και ε) την 8-10-2012 το ποσό των 12.000 ευρώ για ένα ρολόϊ κατασκευης PATEK RHILIPPE (όπως συνομολογείται από τους εναγόμενους), με την συμφωνία ότι μέχρι τέλη Οκτωβρίου 2012 ο πρώτος εναγόμενος θα είχε εφοδιασθεί με την απαιτούμενη άδεια ίδρυσης υποκαταστήματος από την Ιταλία οπότε και θα παρέδιδε τα ανωτέρω ρολόγια στον ενάγοντα. Η ανωτέρω προθεσμία, ωστόσο, παρήλθε αλλά ο πρώτος εναγόμενος δεν ανταποκρίθηκε στις υποσχέσεις του, ούτε παρέδωσε τα ανωτέρω ρολόγια στον ενάγοντα. Παρά δε, τις επανειλημμένες οχλήσεις του ενάγοντος ο πρώτος εναγόμενος αδιαφόρησε για την παράδοση των ρολογιών, αλλά και την μετέπειτα συνεργασία τους. Κρίνεται δε, απορριπτέος ο ισχυρισμός του πρώτου εναγόμενου ότι τα ρολόγια αυτά παραδόθηκαν προσωπικά στον ενάγοντα στο …….. της Ιταλίας και συγκεκριμένα το υπο στοιχείο α την 23-2-2012, το υπό στοιχείο β την 14-4-2012, το υπό στοιχείο γ την 8-6-2012, το υπό στοιχείο δ την 24-9-2012 και το υπο στοιχείο ε προ της καταβολής της αξίας αυτού και ειδικότερα την 5-10-2012 καθόσον δεν αποδείχθηκε (η παράδοση) από κανένα αποδεικτικό μέσο. Ειδικότερα, δεν προσκομίστηκαν τιμολόγια πώλησης των ρολογιών αυτών, ούτε επιβεβαιώθηκε ο ισχυρισμός αυτός με οποιοδήποτε νόμιμο αποδεικτικο μέσο. Πρέπει δε, να σημειωθεί ότι το προσκομιζόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα που φέρεται ότι απέστειλε την 22-9-2020 υπάλληλος του καταστήματος της δεύτερης εναγόμενης στο ……. Ιταλίας, με το όνομα ……….. προς τους εναγόμενους και στο οποίο αναφέρεται ότι ο ενάγων παρέλαβε τα ρολόγια για τα οποία είχε καταβάλει το ανωτέρω ποσό, ουδεμία αποδεικτική δύναμη έχει καθόσον πέραν του ότι δεν αναφέρονται τα πλήρη στοιχεία της αποστέλλουσας (πατρώνυμο, έτος γέννησης, κατοικία κλπ) ώστε να καταστεί δυνατός ο προσδιορισμός της ταυτότητας αυτής, όσα αναφέρονται στο μήνυμα αυτό αποτελούν απλές δηλώσεις προς τους εναγομένους οι οποίες σημειωτέον δόθηκαν την προηγούμενη ημέρα της εκδικάσεως της υπόθεσης από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (ημερομηνία εκδίκασης 23-9-2020) και για να χρησιμοποιηθούν ενώπιον αυτού προς απόκρουση της κρινόμενης αγωγης μολονότι η αγωγή είχε επιδοθεί σ΄αυτούς προ εξ (6) ετών καθώς έλαβε χώρα το έτος 2014 και ως εκ τούτου είχε την δυνατότητα η ανωτέρω εφόσον όσα αναφέρονται στο μήνυμα αυτό ανταποκρίνονταν στην αλήθεια, να καταθέσει νομότυπα ως μάρτυρας δίδοντας έστω ένορκη βεβαίωση για όσα γνώριζε για την επίδικη υπόθεση. Εξάλλου, και αν ακόμη υποτεθεί ότι ο ενάγων είχε παραλάβει προσωπικά ο ίδιος τα ρολόγια από το κατάστημα της δεύτερης εναγομένης και παρ΄όλα αυτά δύο χρονια αργότερα (2014) άσκησε την κρινόμενη αγωγή ισχυριζόμενος ότι οι εναγόμενοι τον εξαπάτησαν και διεκδικώντας το καταβληθέν ποσό και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, δεν δικαιολογείται η από μέρους των εναγομένων συνέχιση της επικοινωνίας για συνεργασία μαζί του μεχρι και το έτος 2018 (όπως συνομολογείται από τους εναγομένους) είτε για εκμετάλλευση καταστημάτων καφέ στον αερολιμένα Αθηνών, στον αερολιμένα Ρόδου και στον αερολιμένα Κέρκυρας, είτε για αγορά από μέρους των εναγομένων ρολογιών, όπως αποδεικνύεται από το με έτος 2017 ιδιωτικό συμφωνητικό που συντάχθηκε προς υπογραφή μεταξύ του ενάγοντος και του πρώτου εναγόμενου για εκμετάλλευση καταστημάτων καφέ στους ανωτέρω αερολιμένες (το οποίο προσκομίζουν οι εναγόμενοι) και από την με ημερομηνία 28-6-2017 ημερομηνία πρόταση των εναγομένων προς τον ενάγοντα για αγορά ρολογιών (το οποίο προσκομίζουν οι εναγόμενοι) καθώς θα είχε τρωθεί η αξιοπιστία του ανεπανόρθωτα. Αντιθέτως, δικαιολογείται η από μέρους του ενάγοντος συνέχιση της επικοινωνίας για συνεργασία με τους εναγόμενους στα πλαίσια προσπάθειας συμψηφισμού και αποκατάστασης της ζημίας που είχε υποστεί. Τέλος, απορριπτέος κρίνεται ως αντιφατικός ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι τα επιμέρους ποσα των 5.515,40 ελβετικών φράγκων ή 4.485,18 ευρώ για την αγορά του ρολογιού CARTER, των 10.000 ευρώ για την αγορά του ρολογιού ROLEX GMT και των 12.000 ευρώ για την αγορά του ρολογιού PATEK PHILIPPE δεν καταβληθηκαν από τον ενάγοντα αλλά από τον ……………… και επομένως δεν δικαιούται να τα διεκδικεί ο ενάγων καθόσον ο ισχυρισμός αυτός έρχεται σε αντίθεση με τον προηγηθέντα ισχυρισμό των εναγομένων ότι η συμφωνία για την πώληση των ρολογιών έγινε με τον ενάγοντα, ο οποίος κατέβαλε τα ανωτέρω ποσά και στον οποίο παραδόθηκαν τα ρολόγια αυτά. Άλλωστε, με την κρινόμενη αγωγή διεκδικείται το ανωτέρω ποσό ως αποζημίωση λόγω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς και όχι ως τίμημα από ματαίωση πώλησης. Κατόπιν αυτών δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι οι εναγόμενοι δεν παρέδωσαν στον ενάγοντα τα ρολόγια για τα οποία ο τελευταίος είχε καταβάλει το συνολικό ποσό των 37.885,18 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος παρέστησε ψευδώς στον ενάγοντα ότι ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγόμενης και ότι επρόκειτο να ιδρύσει υποκατάστημα στην Ελλάδα με αντικείμενο το εμπόριο κοσμημάτων και επωνύμων ρολογιών χειρός διαβεβαιώνοντας τον ότι επρόκειτο για κερδοφόρα επιχείρηση, καθώς και ότι μέχρι τον Οκτώβριο του έτους 2012 θα είχε εφοδιασθεί με την απαιτούμενη άδεια λειτουργίας υποκαταστήματος από την Ιταλία ώστε να συνεργαστούν στην Ελλάδα προκειμένου να πειστεί ο ενάγων για την μελλοντική αυτή συνεργασία και να καταβάλει στον λογαριασμό της δεύτερης εναγόμενης τα ποσά που κατέβαλε προσδοκώντας την ίδρυση του υποκασταστήματος, με συνέπεια να ζημιωθεί κατά το ποσό των 37.885,18 ευρώ. Συνεπεία δε, της αδικοπρακτικής αυτής συμπεριφοράς του πρώτου εναγόμενου ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη καθώς βίωσε στεναχώρια, θλίψη, άγχος και απογοήτευση λόγω της απώλειας του καταβληθέντος ποσού και ματαίωσης των προσδοκιών του για ίδρυση κερδοφόρας επιχείρηση. Για την αποκατάσταση δε αυτής πρέπει να επιδικαστεί σ΄αυτόν χρηματική ικανοποίηση η οποία λαμβανομένου υπόψη α) του είδους της προσβολής που δέχτηκε ο ενάγων, β) της έκτασης και των συνεπειών αυτής, δ) των ειδικών περιστάσεων, ε) του βαθμού υπαιτιότητας του πρώτου εναγόμενου και ε) της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών (ενάγοντος και πρώτου εναγόμενου) πρέπει να οριστεί, βάσει της αρχής της αναλογικότητας, η οποία, επιβάλλεται να τηρείται κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (ΟλΑπ 9/2015) στο ποσό των 5.000 ευρώ στο οποίο δεν περιλαμβάνεται το ποσό των 44 ευρώ ως προς το οποίο επιφυλάχθηκε ο ενάγων να ασκήσει το δικαίωμά του ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου. Συνακόλουθα, πρέπει ν΄απορριφθεί η αγωγή ως προς την δεύτερη εναγόμενη αφού αποδείχθηκε ότι πρώτος εναγόμενος δεν ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγόμενης (όπως συνομολογείται από τον ενάγοντα), ούτε ενήργησε ως όργανο που την αντιπροσώπευε και επομένως η πρώτη εναγόμενη δεν φέρει ευθύνη για τις πράξεις του πρώτου εναγόμενου και να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν ως προς τον πρώτο εναγόμενο ως προς τον οποίο πρέπει ν΄αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (37.885,18 + 5000 =) 42885,18 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε ότι οι εναγόμενοι παρέδωσαν στον ενάγοντα τα επίδικα ρολόγια και απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη κατ΄ουσίαν πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις κατά τον βάσιμο περί αυτού λόγο της εφέσεως, η οποία κατ΄ακολουθίαν πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ΄ουσίαν. Περαιτέρω, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και ν΄απορριφθεί η αγωγή ως προς την δεύτερη εναγόμενη, ενώ πρέπει να γίνει δεκτή ως προς τον πρώτο εναγόμενο ως προς τον οποίο πρέπει ν΄αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ανωτέρω ποσό με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος – εκκαλούντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του πρώτου εναγόμενου – πρώτου εφεσίβλητου λόγω της ήττας αυτού (άρθρο 176, 183 και 191 παρ 2 ΚΠολΔ) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Μέρος των δικαστικών εξόδων της δεύτερης εναγόμενης – δεύτερης εφεσίβλητης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστεί με τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος – εκκαλούντος λόγω της ευλογης αμφιβολίας του ενάγοντος – εκκαλούντος ως προς την έκβαση της δίκης και μέρος αυτών να επιβληθεί σε βάρος αυτού λόγω της ήττας αυτού (άρθρο 179 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικαταστασή του με το άρθρο 8 του ν 4842/2021 που ισχύει από 1-1-2022), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει, λόγω της παραδοχής της έφεσης να επιστραφεί στον εκκαλούντα και το παράβολο άσκησης έφεσης (αρθρο 495 παρ 3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων
ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ΄αριθμόν 1630/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την με αριθμό καταθ. …………./2014 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς τον πρώτο εναγόμενο
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι ο πρώτος εναγόμενος υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των σαράντα δύο χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και δέκαοκτώ λεπτών (42885,18) ευρώ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή ως προς την δεύτερη εναγόμενη
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον πρώτο εναγόμενο στα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας του ενάγοντος τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1000) ευρώ.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ κατά ένα μέρος τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών της δεύτερης εναγόμενης με τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα σε μέρος των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας της δεύτερης εναγομένης το οποίο καθορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου άσκησης έφεσης στον εκκαλούντα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 30 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ