Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 91/2023

Αριθμός Απόφασης     91 /2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Β΄ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη και από τη Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………… 2) …………. οι οποίοι δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θησέα Φεύγα (ΑΜ: ………… ΔΣΑ) με δήλωση κατ’ άρθρο 242§2 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 09-01-2007 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ……../22-01-2007 αγωγή του κατά των εφεσίβλητων, με την οποία ζητούσε όσα αναφέρονται σ’ αυτήν. Επ’ αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3337/2015 οριστική απόφαση του Δικαστηρίου εκείνου, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες, με την από 26-04-2017 έφεσή τους, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 28-04-2017 με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …/2017, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, την 01-07-2020, με ΓΑΚ … και ΕΑΚ …./2020 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο 21-10-2021, οπότε ματαιώθηκε, ήδη δε επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 02-12-2021 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/17-01-2022 κλήση του εφεσιβλήτου, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης αυτής και γράφηκε στο οικείο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι καθ’ ων η κλήση – εκκαλούντες δεν εκπροσωπήθηκαν, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καλούντος – εφεσιβλήτου είχε υποβάλει την από 21-09-2022 δήλωσή του και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση με την από 02-12-2021 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./17-01-2022 κλήση του εφεσιβλήτου η από 26-04-2017 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ΓΑΚ …./ΕΑΚ …./28-04-2017 και στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού ΓΑΚ …./ΕΑΚ …../01-07-2020 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 3337/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο 21-10-2021, οπότε ματαιώθηκε.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 524§3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 28 Ν 4842/2021, «σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος η έφεση απορρίπτεται, εφόσον είναι παραδεκτή». Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι αν, παρά την ερημοδικία του εκκαλούντος, διαπιστώνεται ότι απουσιάζει κάποιο στοιχείο του παραδεκτού της έφεσης, λ.χ. είναι εκπρόθεσμη, αυτή απορρίπτεται για τυπικούς λόγους ως απαράδεκτη. Αν αντίθετα είναι παραδεκτή, η ερημοδικία του εκκαλούντος οδηγεί σε κατ’ ουσίαν (ως ανυποστήρικτη) και όχι κατά τους τύπους απόρριψη, γιατί, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη σχετικού αιτήματος του εφεσίβλητου, ο εκκαλών με την απουσία του ή τη μη προσήκουσα παράστασή του, θεωρείται ότι παραιτείται από την έφεση και αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση (βλ. ΑΠ 60/2017, ΑΠ 268/2016, ΑΠ 355/2016, ΑΠ 361/2011 ΝΟΜΟΣ). Για να επέλθει όμως το αποτέλεσμα αυτό θα πρέπει να διαπιστωθεί προηγουμένως ποιός επισπεύδει τη συζήτησή τους και, τελικά, αν μεσολάβησε έγκαιρη και νόμιμη κλήτευση των διαδίκων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 110§2 ΚΠολΔ, από την οποία απορρέει η θεμελιώδης δικονομική αρχή της ακρόασης όλων των διαδίκων. Αν επομένως επισπεύδων είναι ο απολειπόμενος διάδικος, τότε δεν απαιτείται κλήτευσή του, ενώ αντίθετα απαιτείται τέτοια κλήτευση, όταν τη συζήτηση επισπεύδει ο παριστάμενος διάδικος. Και εάν μεν ο εκκαλών δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης, το Δικαστήριο κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, αν δε αντιθέτως επισπεύδει αυτός (εκκαλών) τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως από τον εφεσίβλητο να παραστεί σε αυτήν, η έφεση απορρίπτεται.

Η κρινόμενη από 26-04-2017 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ΓΑΚ…/ΕΑΚ………/28-04-2017 έφεση των εναγομένων, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε, επιμελεία του εφεσιβλήτου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθ. κατάθ. ΓΑΚ…./ΕΑΚ………/01-07-2020, στρεφόμενη κατά της υπ’ αριθμ. 3337/31-08-2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και δέχθηκε την από 09-01-2007 (με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου …./22-01-2007) αγωγή του ενάγοντος (και ήδη εφεσίβλητου) κατά των ως άνω εναγομένων και ήδη εκκαλούντων, αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ. Έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, αφού το πρωτότυπό της κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 28-04-2017, ήτοι εντός της προθεσμίας των 3 ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης (31-08-2015), κατ’ άρθρο 518§2 ΚΠολΔ ως ίσχυε πριν την τροποποίησή του από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87 /23-7-2015 – ΟλΑΠ 10/2018 Ε7 2018.1145), αφού από το φάκελο της υπόθεσης δεν προκύπτει, ούτε επικαλούνται οι διάδικοι επίδοση αυτής (άρθρα 495§§1,2, 496, 498§1, 511, 513§1 στ. β΄, 516§1, 517 εδ. α΄ και 520§1 ΚΠολΔ), ενώ για το παραδεκτό της καταβλήθηκε το προβλεπόμενο στη διάταξη του άρθρου 495§3 στ. Α περ. β του ίδιου κώδικα, όπως ισχύει από 23 Ιανουαρίου 2017, μετά την αντικατάστασή του από τα άρθρα 35§2 και 45 του Ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α 240/22.12.2016), με αριθμό ….. e-παράβολο ποσού 100 ευρώ.

Εξάλλου, από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από τον επισπεύδοντα τη δίκη εφεσίβλητο υπ’ αριθ. …… και ……./14-02-2022 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………, αποδεικνύεται ότι ακριβές αντίγραφο τόσο της υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού ΓΑΚ…./ΕΑΚ…../2020 έφεσης, όσο και της υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……ΕΑΚ……./17-01-2022 κλήσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο επιδόθηκε, επιμελεία του ιδίου, νομίμως και εμπροθέσμως στους εκκαλούντες, κατ’ άρθρα 122§1, 123, 124§1, 128§4α-γ, 139 ΚΠολΔ. Συνεπώς, επειδή αυτοί δεν παραστάθηκαν, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, πρέπει να δικασθούν ερήμην και να απορριφθεί η έφεσή τους ως ανυποστήρικτη, σύμφωνα με την αναφερόμενη στη νομική σκέψη της παρούσας. Η δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου, του δευτέρου βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους, κατά παραδοχή του υποβληθέντος αιτήματος του πρώτου με τις προτάσεις του (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), ενώ επιπλέον πρέπει να οριστεί σε βάρος καθενός των εκκαλούντων το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης εκ μέρους τους ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502§1 και 505§2 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο, επειδή αυτή απορρίφθηκε εξολοκλήρου (άρθρο 495§3 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των εκκαλούντων.

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων εξήντα (260) ευρώ, για κάθε εκκαλούντα.

Απορρίπτει την έφεση.

Επιβάλλει στους εκκαλούντες τη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου, για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 8 Φεβρουαρίου 2023, απόντων των διαδίκων και του πληρεξούσιου δικηγόρου του εφεσίβλητου.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ