Αριθμός 96/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Αργύριο Γιαννόπουλο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Γεώργιο Κιαουλιά (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 19.3.2019 αγωγή του και με ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2019, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 1831/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 11.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……../2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……./2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 6η.5.2021, δυνάμει δε της υπ΄ αριθμ. 122/2020 Πράξης της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Αγγελικής Κόφφα, Προέδρου Εφετών, η δικάσιμος της 18ης.3.2021, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 11-2-2021 έως 22-3-2021). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 21 του ν 4786/2021 (ΦΕΚ Α 43/23-3-2021) περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 93/2021 Πράξη της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ισιδώρας Πόγκα, Προέδρου Εφετών, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο της 3ης.6.2021, μετά δε από αναβολή, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα επανεισάγεται οίκοθεν, προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 11.6.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Πρωτ. ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2020 έφεση η οποία είχε προσδιοριστεί να εκδικαστεί κατά τη δικάσιμο της 6-5-2021. Ωστόσο, λόγω του ότι δεν υφίστατο κατά τον κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας του Δικαστηρίου τούτου δικάσιμος στις 6-5-2021 με την υπ΄ αριθμόν 122/2020 πράξη του Προέδρου Εφετών Πειραιώς η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιώς με γενικό αριθμό κατάθεσης …./2020 και ειδικό αριθμό κατάθεσης …./2020 και στην έκθεση κατάθεσης έλαβε τίτλο «ΟΙΚΟΘΕΝ/ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΩΣ», ορίστηκε δικάσιμος για την εκδίκαση της έφεσης αυτής η 18-3-2021. Κατά την ανωτέρω δικάσιμο η συζήτηση της έφεσης ματαιώθηκε λόγω του μέτρου της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων στα πλαίσια προστασίας από τον covid-19 για το χρονικό διάστημα από 11-2-2021 μέχρι 22-3-2021.Ακολούθως, με την υπ΄ αριθμόν 93/2021 (ΓΑΚ 638/169/2021) πράξη του Προέδρου Εφετών Πειραιώς που εκδόθηκε βάσει των διατάξεων του άρθρου 21 του ν 4786/2021 ορίστηκε δικάσιμος η 3.6.2021 οπότε η εκδίκαση της υπόθεσης αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Η υπό κρίση από 11.6.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Πρωτ. ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2020 έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 1831/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ΄ ουσίαν η από 19.3.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………/2019 αγωγή του ενάγοντος και ήδη εφεσιβλήτου κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 ΚΠοΛΔ) διότι, η εκκαλούμενη απόφαση, επιδόθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος στον εναγόμενο την 04.6.2020, όπως προκύπτει από την με αριθμό ……./B/04.06.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιά ………… και η έφεση του κατατέθηκε στις 11.06.2020, (ήτοι πριν την παρέλευση 30 ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης). Αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι κατά την κατάθεση της έφεσης έχει καταβληθεί το προβλεπόμενo από τη διάταξη του άρθρου 492 Α εδ. γ του ΚΠολΔ παράβολο Δημοσίου (με κωδικό ………./2020 ηλεκτρονικό παράβολο). Πρέπει, επομένως, αφού γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ίδιου Κώδικα), να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, κατά το μέρος που μεταβιβάζεται η υπόθεση με την άσκηση έφεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο άρθρο 522 ΚΠΟΛΔ.
Στην προκειμένη περίπτωση με την από 19.3.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………../2019 αγωγή του ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εξέθεσε ότι την 20.3.2014 ενώ κινούνταν με το αυτοκίνητο του επί της Λεωφόρου Φρεατίδος στον Πειραιά το κινούμενο όπισθεν αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε ο εναγόμενος πλησίασε και ακούμπησε το οπίσθιο μέρος του δικού του οχήματος. Ότι για το λόγο αυτό στάθμευσε το αυτοκίνητό του και ρώτησε τον εναγόμενο για ποιο λόγο συνέβη το ανωτέρω γεγονός, οπότε, έλαβε χώρα επεισόδιο, κατά το οποίο ο εναγόμενος, ενώπιον της συζύγου του, της κόρης του και της εγγονής του, εξύβρισε τον ίδιο, βλασφήμησε το θεό, καθώς επίσης του επιτέθηκε με καδρόνι, τραυματίζοντάς τον, ενώ υποστηρίζει ότι η παρέμβαση τρίτων προσώπων απέτρεψε τα χειρότερα, ενώ, μολαταύτα, απαιτήθηκε η διακομιδή του στο νοσοκομείο με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. Ότι, συνεπεία της επίθεσης αυτής, υπέστη θλαστικό τραύμα άνω χείλους με ελαφρό οίδημα, κάταγμα μύλης του 21ου οδόντος χωρίς αποκάλυψη πολφού και κινητικότητα έμφραξης ρητίνης του 11ου οδόντος, ενώ αισθάνονταν κεφαλαλγία και αυχεναλγία. Ότι ένεκα της θραύσης των οδόντων του, κατέβαλε το ποσό των 980.00 ευρώ. Ότι, εκτός αυτού, υποχρεώθηκε να παραμείνει, εκτός της εργασίας του, για χρονικό διάστημα είκοσι ημερών, λαμβάνοντας δυο αναρρωτικές άδειες από δυο δημόσια νοσοκομεία και ότι για εξαιτίας του τραυματισμού του απώλεσε το ποσό των 1.200. ευρώ. Εκτός των ανωτέρω, ο ενάγων υποστηρίζει ότι, συνεπεία της ανωτέρω αδικοπραξίας, υπέστη και ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας αξιώνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ. Με βάση αυτό το ιστορικό ο ενάγων ζήτησε, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος του καταβάλει το συνολικό ποσό των 22.180.00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την τέλεση της ένδικης αδικοπραξίας, άλλως, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση, να απαγγελθεί κατά του εναγόμενου προσωπική κράτηση διάρκειας τουλάχιστον δέκα μηνών ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, έκρινε την αγωγή επαρκώς ορισμένη και νόμω βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 24 ΕισΝΑΚ, 1, 14,26, 27, 308,42 § 1 και 309 ΠΚ, 57,59,297,298,299, 330, 345, 346, 914 επ. και 932 ΑΚ, 68 και 176 και 904 § 2ά, 907 και 908 § 1 στοιχ. δ ΚΠολΔ, ενώ έκρινε απορριπτέα τα παρεπόμενα αιτήματα περί επιδίκασης τόκων από τον χρόνο τέλεσης της ένδικης αδικοπραξίας, εφόσον δεν υπάρχει, κατά το χρονικό εκείνο σημείο ούτε, όχληση, ούτε κάποια δήλη ημέρα καταβολής των ποσών αυτών και το αίτημα για την επιβολή προσωπικής κράτησης, εφόσον το με την αγωγή αξιούμενο ποσό υπολείπεται του ελάχιστου ορίου των 30.000,00 ευρώ που ορίζει η διάταξη του άρθρου 1047 § 2 ΚΠολΔ, για την επιβολή του μέτρου αυτού αναγκαστικής εκτέλεσης. Κατά τα λοιπά έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως βάσιμη και κατ΄ ουσίαν και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 16.900,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, κήρυξε δε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των 5.000, 00 ευρώ. Ήδη, κατά της ως άνω απόφασης παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών, με την υπό κρίση έφεση, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η ανωτέρω αγωγή στο σύνολό της.
Στην προκείμενη περίπτωση, ο εκκαλών με τον πρώτο λόγο της έφεσης του, ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εσφαλμένα ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας το νόμο, έκρινε πως η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει ορισμένη ως προς την περιγραφή της ζημίας που υπέστη ο ενάγων διότι ο ενάγων δεν περιγράφει στην αγωγή του με σαφήνεια και ακρίβεια ποια βλάβη υπέστη στους 21ου και 11ου οδόντες, αυτού ούτε ποιες συγκεκριμένες οδοντιατρικές εργασίες αποκατάστασης έγιναν, ενώ αν είχε ορθά εφαρμόσει και ερμηνεύσει το νόμο θα είχε την αγωγή απορρίψει ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, ως προς το κονδύλιο της συγκεκριμένης βλάβης. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει αόριστη ως προς το κονδύλιο της αποζημίωσης για την απώλεια εισοδήματος, καθόσον δεν αναφέρεται στο αγωγικό δικόγραφο με σαφήνεια και ακρίβεια ότι οι επικαλούμενες βλάβες στα δόντια του επηρέασαν την ικανότητα του για εργασία για χρονικό διάστημα είκοσι ημερών. Με το ανωτέρω περιεχόμενο η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, ως περιέχουσα όλα τα αναγκαία στοιχεία για την πληρότητα του δικογράφου της, τα οποία απαιτούνται για την κατά νόμο θεμελίωση του αιτήματός της τόσο περί αποκατάστασης του ποσού που δαπάνησε για την αποκατάσταση των οδόντων του όσο και για του αιτήματος της για αποκατάσταση του εισόδηματος που απώλεσε από την εργασία του και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα σε βάρος του εναγομένου. Ειδικότερα αναφέρεται το είδος του τραυματισμού και η έκταση αυτού ήτοι κάταγμα μύλης του 21ου οδόντος χωρίς αποκάλυψη πολφού και κινητικότητα έμφραξης ρητίνης του 11ου οδόντος, τα αίτια αυτού ήτοι η σε βάρος του βιαιοπραγία του εναγομένου και το ύψος της απαιτούμενης δαπάνης για την αποκατάσταση της ανωτέρω ζημίας, ποσού 980,00 ευρώ, χωρίς να απαιτείται η εξειδικευμένη περιγραφή των εργασιών που έγιναν για την οδοντιατρική αποκατάσταση του συγκεκριμένου τραυματισμού. Περαιτέρω ο ενάγων αξίωσε το εισόδημα που απώλεσε λόγω της αδυναμίας του να εργαστεί για είκοσι ημέρες, αφού όπως εκθέτει είχε λάβει για δυο αναρρωτικές άδειες από δημόσια νοσοκομεία και συνεπώς περιγράφονται με σαφήνεια ότι οι προαναφερόμενες βλάβες των οδόντων που τον εμπόδισαν να εργαστεί για το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, απορριπτομένου του σχετικού λόγου έφεσης .
Κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρ. 281 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, μόνη η αδράνεια του δικαιούχου για την άσκηση του δικαιώματος επί χρόνο μικρότερο από τον απαιτούμενο για την παραγραφή, καθώς και η καλόπιστη η πεποίθηση του υποχρέου ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα κατ’ αυτού ή ότι αυτό δεν πρόκειται ν’ ασκηθεί εναντίον του, έστω και αν αυτή δημιουργήθηκε από την αδράνεια του δικαιούχου, δεν αρκεί καταρχήν να καταστήσει καταχρηστική την επιγενόμενη άσκηση του δικαιώματος. Αν όμως η αδράνεια, συνοδεύεται από ειδικές περιστάσεις που συνδέονται κυρίως με προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου και ο ίδιος μεταβάλλοντας την στάση του επιχειρεί εκ των υστέρων ανατροπή της καταστάσεως που έχει διαμορφωθεί και παγιωθεί, δεν είναι απαραίτητο να προκαλούνται από την επιχειρούμενη ανατροπή αφόρητες ή δυσβάστακτες για τον υπόχρεο καταστάσεις, αλλά αρκεί να επέρχονται δυσμενείς (επαχθείς) απλώς για τα συμφέροντά του επιπτώσεις, στην περίπτωση δε αυτήν η άσκηση του δικαιώματος μπορεί να καταστεί μη ανεκτή κατά την καλή πίστη και τα χρηστά ήθη και, συνεπώς, καταχρηστική και απαγορευμένη (Ολ. ΑΠ 33/2005, Ολ. ΑΠ 7/2002).
Ο εναγόμενος, ήδη εκκαλών ισχυρίζεται ότι δεδομένου ότι η σε βάρος του επικαλούμενη αδικοπραξία έλαβε χώρα την 20.2.2014 ο δε ενάγων άσκησε την αγωγή του την 20.3.2019 ήτοι την τελευταία ημέρα της παραγραφής της αξίωσης του καθώς και ότι <<η παρουσία του του στην ποινική διαδικασία έγινε πολύ αργότερα από την ημέρα του συμβάντος>> με συνέπεια η άσκηση της υπό κρίση αγωγής να είναι καταχρηστική. Με το περιεχόμενο αυτό, ο ισχυρισμός (ένσταση) του εναγόμενου, ήδη εκκαλούντος πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, καθόσον τα πραγματικά περιστατικά, που επικαλείται, και αληθή υποτιθέμενα, δεν δύνανται να θεμελιώσουν την καταλυτική της αγωγής ένσταση του άρθρου 281 ΑΚ, αφού δεν συγκροτούν τη νομική έννοια της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του ενάγοντος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανωτέρω μείζονα σκέψη, τα πραγματικά περιστατικά, που αναφέρει ο εναγόμενος, και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνιστούν καταχρηστική άσκηση των δικαιωμάτων του ενάγοντος-εφεσιβλήτου, αφενός διότι η επικαλούμενη αδράνεια του ενάγοντος για την άσκηση του δικαιώματος του επί χρόνο μικρότερο από τον απαιτούμενο για την παραγραφή, καθώς και η καλόπιστη η πεποίθηση του εναγομένου-εκκλαλούντος ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα κατ’ αυτού ή ότι αυτό δεν πρόκειται ν’ ασκηθεί εναντίον του, έστω και αν αυτή δημιουργήθηκε από την αδράνεια του δικαιούχου, δεν αρκεί καταρχήν να καταστήσει καταχρηστική την επιγενόμενη άσκηση του δικαιώματος, δεδομένου ότι ο εναγόμενος δεν επικαλείται ότι η αδράνεια, συνοδεύονταν από ειδικές συνθήκες και περιστάσεις ικανές να διαμορφώσουν μία κατάσταση πραγμάτων υπέρ του και να δημιουργήσουν σε αυτόν την πεποίθηση ότι ο ενάγων δεν θα ασκήσει το ένδικο δικαίωμά του. Σημειωτέων ότι η αορίστως επικαλούμενη από τον εναγόμενο <<η παρουσία του ενάγοντα στην ποινική διαδικασία που έγινε πολύ αργότερα από την ημέρα του συμβάντος>> δεν συνιστά την έννοια των προαναφερόμενων ειδικών συνθηκών και περιστάσεων. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, απορριπτομένου του σχετικού λόγου έφεσης.
Από την εκτίμηση των υπ’ αριθ. …. και …./26.9.2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ……. . και ……….. που λήφθησαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, πριν τη λήψη των οποίων κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα ο εναγόμενος, προκειμένου να παραστεί κατά την λήψη τους , όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. …/21.6.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ………. και τηs υπ’ αριθμ. ……./27.6.2019 ένορκηs βεβαίωσης της ……… που λήφθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., πριν τη λήψη της οποίας κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα ο ενάγων, προκειμένου να παραστεί, κατά την λήψη της, με βάση την υπ’ αριθμ. ……../24.6.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………, και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, προς άμεση ή έμμεση (διά τεκμηρίων απόδειξη), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο ενάγων την 12.30 της 20.3.2014, έβαινε με το ιδιωτικής χρήσης επιβατηγό όχημά του με αριθμό κυκλοφορίας ………. εργοστασίου κατασκευής FΙΑΤ τόπου ΡUNDO μπλε χρώματος, στο οποίο επέβαιναν η σύζυγός του ………., η θυγατέρα του ……… και η δυο ετών εγγονή του, επί της Λεωφόρου Φρεατίδος στον Πειραιά που έχει διαχωριστικό – των δύο ρευμάτων πορείας – διάζωμα, το οποίο όχημα στάθμευσε για μικρό χρονικό διάστημα στη δεξιά πλευρά του δρόμου, προκειμένου να εκτελέσει σύντομη συναλλαγή σε παρακείμενο φούρνο. Στη συνέχεια ξεκίνησε την πορεία του εκ νέου αφού έθεσε σε λειτουργία τον αριστερό δείκτη αλλαγής κατεύθυνσης και, αφού έλεγξε με τον αριστερό καθρέφτη. Όπισθεν του οχήματος του ενάγοντος κινείτο ομόρροπα σε σχέση με τον ενάγοντα το ΙΧΕ όχημα του εναγομένου εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN τύπου CADDY, στο οποίο επέβαινε η …………… η οποία είναι υπάλληλός του, το οποίο όχημα προσέγγισε και ακούμπησε το έμπροσθεν κινούμενο όχημα του ενάγοντος σε τρόπο ώστε τα οχήματα ήρθαν επαφή μεν στο σημείο του προφυλακτήρα, χωρίς, ωστόσο, να προκληθεί ζημία σε κάποιο από αυτά. Έτσι, αντιληφθείς ο ενάγων την επαφή των δύο οχημάτων, εξήλθε του οχήματος του, προκειμένου να ελέγξει αν είχε προκληθεί κάποια ζημία και απευθύνθηκε στον εναγόμενο, λέγοντας του, «Τι κορνάρεις φίλε; Πρόσεχε. Δεν βλέπεις ότι έχω ανάψει τον αριστερό δείκτη κατεύθυνσης;». Ο εναγόμενος του απάντησε λέγοντάς του : «μπες μέσα ρε μαλακά και φύγε». Ο ενάγων, ανταπάντησε, λέγοντάς του : «Δεν σε έβρισα. Μίλα καλύτερα». Τότε ο εναγόμενος, κατέβηκε από το όχημα που οδηγούσε, πλησίασε τον ενάγοντα, του έπιασε το σαγόνι, σπρώχνοντας το προς τα πίσω με δύναμη και αφού πρώτα βλασφήμησε το Πρόσωπο του Χριστού, εξυβρίζοντας, ταυτόχρονα, τον ενάγοντα, λέγοντας : Γαμώ το Χριστό σου ρε πούστη. Δεν σου είπα να φύγεις;» και, στη συνέχεια, τον χτύπησε με μπουνιά στο πρόσωπο και, ειδικότερα, στα χείλη. Ο ενάγων, άρχισε να ζαλίζεται, έπεσε κάτω, άρχισε να αιμορραγεί, ενώ ο εναγόμενος, αντί να ανησυχήσει και να ενδιαφερθεί για την τύχη του, του φώναξε δυνατά: «Τώρα θα σε σκοτώσω ρε», κατευθύνθηκε κοντά στους κάδους του Δήμου επάνω στην διαχωριστική λωρίδα και άρπαξε ένα καδρόνι μήκους περίπου μισού μέτρου και άρχισε να κινείται προς το μέρος του ενάγοντος με απειλητική διάθεση, ενώ η σύζυγός του ενάγοντος προσπαθούσε να αποτρέψει την επίθεση κατά του συζύγου της. Τη στιγμή εκείνη, οι ευρισκόμενοι σε παρακείμενο καφενείο θαμώνες, όπως καταθέτει ο ενόρκως βεβαιών ……….., αντιληφθέντες την ανωτέρω κίνηση του εναγόμενου εξήλθαν του καφενείου, στην θεά των οποίων και εφόσον αντιλήφθηκε ότι είχαν ήδη ειδοποιήσει την Άμεση Δράση και το ΕΚΑΒ, ο εναγόμενος εισήλθε στο όχημα που οδηγούσε, για να διαφύγει, ενώ ο ενάγων κατόρθωσε να σηκωθεί και προσπάθησε να αποτρέψει τη διαφυγή του εναγομένου, επιχειρώντας να του φράξει το δρόμο, πλην όμως, ο εναγόμενος, προκειμένου να διαφύγει δεν δίστασε, να κινήσει το όχημά του προς τον ενάγοντα, ο οποίος, για να αποφύγει τον τραυματισμό του, υποχρεώθηκε να παραμερίσει και έτσι ο εναγόμενος κατόρθωσε να διαφύγει μέσω των στενών. Τα ανωτέρω αποδείχθηκαν και από τις ένορκες βεβαιώσεις των δύο αυτοπτών μαρτύρων του ενάγοντος, ενώ η κατάθεση της μάρτυρος του εναγομένου, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις καταθέσεις αυτές και δεν κρίνεται αξιόπιστη, δεδομένου και του ότι η μάρτυρας αυτή τελεί σε σχέση εργασιακής εξάρτησης με τον εναγόμενο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων διακομίστηκε με ασθενοφόρο στο κρατικό νοσοκομείο «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ» στη Νίκαια, όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη τις κάτωθι σωματικές βλάβες, συνεπεία της ένδικης αδικοπραξίας : θλαστικό τραύμα, θλαστικό τραύμα άνω χείλους με ελαφρύ οίδημα, κάταγμα μύλης του 21ου οδόντος χωρίς αποκάλυψη πολφού και κινητικότητα έμφραξης ρητίνης του 11ου οδόντος. Εξάλλου παρουσίασέ κάκωση της ΑΜΣΣ και αυχενάλγία εξαιτίας της οποίας ετέθη αυχενικός κηδεμόνας με σύσταση για διατήρηση επί δεκαημέρου, όπως προκύπτει από τα με αριθμό πρωτοκόλλου …../2.4.2014 και …/9.4.2014 πιστοποιητικά εξέτασης του κρατικού νοσοκομείου «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ». Την 2.4.2014 συνεστήθη, λόγω της εμμένουσας συμπτωματολογίας, η συνέχιση της χρήσης του κηδεμόνα, στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης (ΑΜΣΣ) με φαρμακευτική αγωγή, ενώ συνεστήθη επιπλέον δεκαήμερη αναρρωτική άδεια, όπως προκύπτει από το υπ΄ αριθμό πρωτ …../8.4.2014 του γενικού νοσοκομείου Πειραιά <<ΤΖΑΝΕΙΟ>>. Τα ίδια γνωμάτευσε και η ιατροδικαστής ……….. που εξέτασε τον ενάγοντα την 21.3.2014, αξιολογώντας τη σωματική βλάβη του ως βαριά, προερχόμενη εκ θλώντος οργάνου, Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων για την διενέργεια των αναγκαίων οδοντικών εργασιών των κεντρικών τομέων της άνω γνάθου, στον 21° και στον 11° οδόντες του που επλήγησαν από τα χτυπήματα του εναγόμενου, κατέβαλε το ποσό των 980,00 ευρώ, στον χειρουργό οδοντίατρο ………, εκδοθείσης της υπ’ αριθμ. ………../14.4.2014 απόδειξης παροχής υπηρεσιών του. Κατά δεύτερον, όντας ελεύθερος επαγγελματίας – οδοντοτεχνίτης, εργασία από την οποία αποκερδαίνει, κατά μέσον όρο και σε μηνιαία βάση, το ποσόν των 1.500,00 ευρώ, όπως αυτό προκύπτει από την αξιολόγηση των εκκαθαριστικών σημειωμάτων των ετών 2012 και 2013 και, ειδικότερα και κατά κύριο λόγο, του τελευταίου από αυτά. Έτσι, λοιπόν και εφόσον ο ενάγων υποχρεώθηκε να παραμείνει εκτός της εργασίας του για είκοσι ημέρες υπολογίζεται ότι απώλεσε, κατ’ αναλογία, το ποσό των 1.000,00 ευρώ (ήτοι τα δύο τρίτα των αποδοχών ενός μήνα). Σύνολο περιουσιακής ζημίας 1.000,00 + 980,00 = 1.980. ευρώ. Σημειωτέον ότι ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών έχει καταδικαστεί σε δεύτερο βαθμό με την με αριθμό ΑΤ– 1911/2021 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιά για τα αδικήματα της απλής σωματικής βλάβης και της απόπειρας επικίνδυνης σωματικής βλάβης σε συνολική ποινή φυλάκισης δέκα μηνών. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της από 11.6.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Πρωτ. ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2020 έφεσης ως ουσιαστικά αβάσιμων. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, συνεπεία της προπεριγραφείσας αδικοπραξίας του εναγομένου ήτοι των εγκλημάτων της απλής σωματικής βλάβης και της απόπειρας επικίνδυνης σωματικής βλάβης) που συνιστούν και αδικοπραξία κατά την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, εκτός από την περιουσιακή ζημία του υπέστη και ηθική βλάβη, αφού αυτή (αδικοπραξία) του προκάλεσε στενοχώρια και θλίψη και ως εκ τούτου για την αποκατάσταση αυτής (ηθικής βλάβης) δικαιούται ανάλογης χρηματικής ικανοποίησης. Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη, με αξιολόγηση και στάθμιση όλων των διαμορφωτικών συνθηκών κατά τον κρίσιμο χρόνο του προσδιορισμού της, μεταξύ των άλλων τις συνθήκες, υπό τις οποίες τελέστηκε η ανωτέρω αδικοπραξία, το μέγεθος, το είδος και τις συνέπειες των πράξεων του και το βαθμό του πταίσματος του εναγομένου το είδος της προσβολής, του ψυχικού άλγους που δοκίμασε ο ενάγων, το βαθμό του και την έκταση της ζημίας του ενάγοντος, τη βαρύτητα των υπαίτιων προσώπων και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών, σε συνδυασμό με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση προσδιορισμού του ποσού της χρηματικής ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το δικαστήριο της ουσίας δεν πρέπει να υποβαθμίζει την απαξία της πράξης επιδικάζοντας χαμηλό ποσό, συγχρόνως δε δεν πρέπει με ακραίες εκτιμήσεις να καταλήγει σε εξουθένωση του ενός μέρους και αντίστοιχα υπέρμετρο πλουτισμό του άλλου (ΑΠ 9/2015, Πλήρης Ολομέλεια, ΕλΔ/νη 2015, 1661, Σ. Ματθία, Το πεδίο λειτουργίας της αρχής της αναλογικότητας, ΕλΔ/νη 2006, σελ. 1), κρίνει ότι εύλογο ποσό χρηματικής ικανοποίησης προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων από την παραπάνω αδικοπραξία, είναι αυτό των 15.000,00 ευρώ. Το συγκεκριμένο αυτό ποσό χρηματικής ικανοποίησης αξιολογείται ως εύλογο, επαρκή και δίκαιο, για να αποκαταστήσει πλήρως την επίδικη ηθική βλάβη του ενάγοντος, (βλ. και ΑΠ 716/08, ΑΠ 433/08, ΑΠ 1779/08, ΑΠ 635/07 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), δηλαδή, ανάλογα με τις συγκεκριμένες περιστάσεις της προκείμενης περίπτωσης, αλλά και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας (αρθ. 25§1 του Συντάγματος και 2, 9§2 και 10§2 της ΕΣΔΑ), όπως η αρχή αυτή, εξειδικεύεται με την ανωτέρω διάταξη του αρθ. 932 ΑΚ για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (βλ. και ολΑΠ 6/09, ΑΠ 79/10, ΑΠ 123/10 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλουμένη απόφασή του και διαλαμβάνοντας στο σκεπτικό του τα ανωτέρω, υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα , το ποσό των 15.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί τόσο του εκκαλούντος πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς έρευνα η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί αυτή ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστεί ο εκκαλών λόγω της ήττας του στη δικαστική δαπάνη του εφεσιβλήτου, κατόπιν του σχετικού αιτήματός του (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου .
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την από 11.6.2020 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Πρωτ. ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2020 έφεση κατά της με αριθμό 1831/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων.
Καταδικάζει τον εκκαλούντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου, που αναφέρεται στο σκεπτικό .
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 10 Φεβρουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ