Αριθμός 100/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………. ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Ιωάννη Νέστωρα.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ομόρρυθμης εμπορικής εταιρείας ……………εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Ξενοφώντα Αθανασιάδη.
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30.1.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 5243/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 11.2.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2019, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……../2019) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ) αρχικά η 6η.2.2020, μετά δε από αναβολή, η 14η.1.2021, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 158 παρ 1 του ν 4764/2020 (ΦΕΚ Α 256/23-12-2020) περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 13.2021 Πράξη της ορισθείεσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ισιδώρας Πόγκα, Προέδρου Εφετών, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα επανεισάγεται οίκοθεν, προς συζήτηση, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με την με αριθμό 13/2021 (ΓΑΚ ……../2019) πράξη της Προέδρου Εφετών Πειραιώς, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας , η από 11.2.2019 (αρ. εκ. κατ. πρωτ. ……./2019) έφεση κατ’ άρθρο 74 παρ. 2 του ν. 4690/2020, μετά τον ορισμό νέας δικασίμου, ύστερα από τη μη διεξαγωγή της συζήτησής της, κατά την δικάσιμο της 14.1.2021, όποτε δεν συζητήθηκε λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων στην οποία είχε προσδιοριστεί κατόπιν αναβολής από την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 6.2.2020.
Το άρθρο 528 του ΚΠολΔ ορίζει ότι «Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από την διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της εφέσεως κατά της αποφάσεως, που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η ευκαιρία, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, να ακουσθεί και να προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως, επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες που, επέφερε η απουσία του. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και πρέπει να εξαφανισθεί ως προς όλες τις διατάξεις της. Μετά την εξαφάνιση της αποφάσεως χωρεί νέα συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους είχε δικαίωμα να προτείνει και πρωτοδίκως, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 του ΚΠολΔ. Τέλος, η αντιμετώπιση αυτή ισχύει αδιαφόρως αν η ερήμην απόφαση στον πρώτο βαθμό εκδόθηκε κατά την τακτική ή την ειδική διαδικασία (ΑΠ 1075/2013, ΕφΛαμ. 54/2013 – “Νόμος”).
Η κρινόμενη από 11.2.2019 (αρ. εκ. κατ. πρωτ. …………/2019) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 5423/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος και με την οποία έγινε δεκτή η από 30.1.2018 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/ ………../7.2.2018) αγωγή της ενάγουσας και ήδη εφεσιβλήτης κατά του εναγομένου και νυν εκκαλούντος, λόγω της ερημοδικίας του εναγομένου και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των 30.590,00 ευρώ έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 499, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518, 520 παρ. 1, 522, 524 παρ. 1, 2, 525 παρ. 1, 532 και 533 παρ. 1 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι ασκήθηκε εντός της κατά νόμο προβλεπόμενης προθεσμίας των 30 ημερών, κατ΄ άρθρο 518 ΚΠΟΛΔ καθόσον η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στον εναγόμενο την 14.1.2019 , όπως προκύπτει από την με αριθμό …….΄/14.1.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά …….. …., το δε δικόγραφο της έφεσης κατατέθηκε την 13.2.219). Αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι κατά την κατάθεση της έφεσης έχει καταβληθεί το προβλεπόμενo από τη διάταξη του άρθρου 492 Α εδ. γ του ΚΠολΔ παράβολο Δημοσίου (με κωδικό ………/2019) ηλεκτρονικό παράβολο, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του Πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κάτωθεν της προαναφερθείσας έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης. Εφόσον, λοιπόν, η έφεση ασκήθηκε από διάδικο, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, δικάσθηκε ερήμην πρέπει, η εκκαλουμένη απόφαση, κατά παραδοχή της τυπικώς δεκτής εφέσεως, με την οποία ο εναγομένος – εκκαλών παραπονείται για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, επιδιώκοντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της εναντίον της αγωγής, να εξαφανισθεί μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, ήτοι στο σύνολό της, αφού πλήττεται ως προς την εκτίμηση του συνόλου των αποδείξεων, δικαιουμένου του εκκαλούντος να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς, τους οποίους μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως, περαιτέρω δε να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο και να δικασθεί και ερευνηθεί η ένδικη αγωγή ως προς το νόμιμο και βάσιμο αυτής (άρθρο 533 και 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ομόρρυθμή εταιρεία εξέθετε, στην από 30.1.2018 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./7.2.2018) αγωγή της, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ότι δυνάμει της από 26.4.2016 προφορικώς καταρτισθείσας σύμβασης πώλησης, πώλησε και μεταβίβασε στον εναγόμενο την κυριότητα ενός μεταχειρισμένου επαγγελματικού συστήματος υδροβολής μετά των παρελκόμενων εξαρτημάτων, κατά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στην αγωγή, αντί τιμήματος 33.000 ευρώ, πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ 23%, ήτοι αντί συνολικού τιμήματος 40.590 ευρώ, (33.000 +7.690), εκδοθέντος του υπ’ αριθμ. …./26.04.2016 τιμολογίου – δελτίου αποστολής. Ότι ο εναγόμενος προέβη στην καταβολή του ποσού των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ έναντι του συνολικού συμφωνηθέντος τιμήματος ενώ το υπόλοιπο του τιμήματος πιστώθηκε και συμφωνήθηκε να καταβληθεί, είτε τμηματικά είτε εφάπαξ, έως τις 30-07-2017. Ότι ο εναγόμενος, αν και παρέλαβε το ανωτέρω πωληθέν κινητό πράγμα και το χρησιμοποιεί ακώλυτα, εξακολουθεί να oφείλει μέχρι και σήμερα το υπόλοιπο του συμφωνηθέντος τιμήματος. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριάντα χιλιάδων πεντακοσίων ενενήντα (30.590) ευρώ, νομιμοτόκως από 01-08-2017, ήτοι την επόμενη της ημέρας που είχε οριστεί ως δήλη ημέρα εξόφλησης του τιμήματος άλλως και όλως επικουρικώς νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας απόφασης έως την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση και να κηρυχθεί η παρούσα απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στη δικαστική δαπάνη της.
Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠΟΛΔ η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται για κάθε δικόγραφο, πρέπει να περιέχει επί πλέον: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που την θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγόμενου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής αρκεί για το ορισμένο και κατά συνέπεια το παραδεκτό της αγωγής να εκτίθενται στο δικόγραφο αυτής τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής ορισμένης νομικής διατάξεως, στα οποία και θεμελιώνεται το ασκούμενο με την αγωγή δικαίωμα. Εξάλλου, η νομική αοριστία της αγωγής που ελέγχεται αυτεπάγγελτα, δηλαδή η συνδεόμενη με τη νομική εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ελέγχεται αναιρετικά, ως παραβίαση από τον αριθμ. 1 του άρθρου 559 του ΚΠπολΔ αντίθετα η ποσοτική αοριστία της αγωγής, η οποία υπάρχει όταν δεν εκτίθενται στην αγωγή όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά νόμο για τη στήριξη του αιτήματος της αγωγής, τα πραγματικά, δηλαδή, περιστατικά που απαρτίζουν την ιστορική βάση της αγωγής και προσδιορίζουν το αντικείμενο της δίκης, δημιουργεί λόγους αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθμ. 8 και 14 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, κατά την έννοια του άρθρου 513 Α.Κ, ουσιώδη στοιχεία της συμβάσεως πωλήσεως είναι το πράγμα (κινητό ή ακίνητο), το τίμημα και η συμφωνία των συμβαλλομένων περί μεταθέσεως της κυριότητας και πληρωμής του τιμήματος (ΑΠ 16/2009). Έτσι, η αγωγή του πωλητή κατά του αγοραστή με την οποία επιδιώκεται η καταβολή του τιμήματος πωληθέντων εμπορευμάτων, για να είναι ορισμένη πρέπει να περιέχει: α) την κατάρτιση της οικείας συμβάσεως, β) τα πωληθέντα και παραδοθέντα πράγματα και γ) την τιμή των πωληθέντων πραγμάτων (Α.Π 150/2022, ΑΠ 819/2017, ΑΠ 577/2016, ΑΠ 220/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αγωγή, παραδεκτώς εισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. 2 και 22 ΚΠολΔ), προκειμένου να συζητηθεί κατά την αρμόζουσα στη φύση της τακτική διαδικασία. Είναι επαρκώς ορισμένη, ως περιέχουσα όλα τα αναγκαία στοιχεία για την πληρότητα του δικογράφου της, τα οποία απαιτούνται για την κατά νόμο θεμελίωση του αιτήματός της και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα σε βάρος του εναγομένου. Ειδικότερα, με βάση το ανωτέρω παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα της ένδικης αγωγής, αυτή είναι επαρκώς ορισμένη, αφού προσδιορίζεται με σαφήνεια η κατάρτιση της σύμβασης πώλησης κατά το συγκεκριμένο χρονικό σημείο, τα στοιχεία του τιμολογίου – δελτίου αποστολής, μετά του αριθμού και της ημερομηνίας εκδόσεως του παραστατικού, τα πωληθέν και παραδοθέν εμπόρευμα κατ` είδος, ποσότητα και τιμή η καθαρή αξία, το ποσοστό του αναλογούντος ΦΠΑ, το καταβληθέν μέρος του τιμήματος για την πώληση και το εναπομένον ανεξόφλητο υπόλοιπο, καθώς και το σύνολο της αξίας του τιμολογίου-δελτίου αποστολής. Συνεπώς ο πρώτος λόγος έφεσης με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια συνισταμένη στο ότι ο παρά το νόμο δεν απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της, αφού δεν η ενάγουσα δεν ανέφερε στο αγωγικό δικόγραφο ότι είναι νόμιμη κομίστρια του τιμολογίου- δελτίου αποστολής και δεν προσδιόρισε το πωληθέν μηχάνημα κατά χρώμα, μοντέλο, έτος κατασκευής, επιμέρους τμήματα, είδος και αριθμός εξαρτημάτων και περαιτέρω δεν αναφέρονταν το πρόσωπο που υπέγραψε το τιμολόγια εκ μέρους της πωλήτριας, αν ήταν εξουσιοδοτημένος να την εκπροσωπεί και αν έθεσε τη σφραγίδα της εταιρείας και τέλος αν έφερε το ανωτέρω τιμολόγια – δελτίο αποστολής έφερε την υπογραφή του εναγομένου ή εξουσιοδοτημενου αντιπροσώπου του, ώστε να προκύπτει η παραλαβή του πωληθέντος εμπορεύματος τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος.
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 340 αρθμ.1 ΚΠΟΛΔ το οποίο εφαρμόζεται και στην διαδικασία ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, στις υποθέσεις οι οποίες εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία, λαμβάνονται υπόψη τόσο αποδεικτικά μέσα τα οποία πληρούν τους όρους του νόμου, σύμφωνα με την προβλεπόμενη αποδεικτική αξία εκάστου, όσο και αποδεικτικά μέσα τα οποία δεν πληρούν τους όρους του νόμου και τα οποία, με την επιφύλαξη των άρθρων 393 και 394 ΚΠολΔ, δηλαδή μόνον εφόσον είναι επιτρεπτή η εμμάρτυρη απόδειξη, εκτιμώνται και αξιολογούνται ελεύθερα, παράλληλα με τα πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα. Έτσι, στην τακτική διαδικασία λαμβάνονται υπόψη, αδιακρίτως πλέον, και έγγραφα αχρονολόγητα, ανεπικύρωτα, άκυρα και μη συντεταγμένα κατ` αποδεικτικό τύπο, καθώς και ιδιωτικά ανυπόγραφα ή υπέρ του εκδότη τους, γενικά δε κάθε είδους έγγραφα. Δεν λαμβάνονται υπόψη μόνο τα πλαστά ή μη γνήσια έγγραφα, διότι δεν συγχωρείται η χρησιμοποίηση ψευδών αποδεικτικών στοιχείων και ένορκες βεβαιώσεις, για τις οποίες δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία (ΑΠ 1721/2014, ΑΠ 1423/2012).
Από την εκτίμηση των με αριθμό …./2018 και …../2018 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης ………… και …….. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά ……… οι οποίες λήφθηκαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, όπως προκύπτει από τις με αριθμό ………΄/27.2.2018 και …….΄/27.2.2018 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελήτη στο Εφετείο Πειραιά …….. και των με αριθμό ……./2022 και …/2022 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων του εναγομένου και ήδη εφεσίβλητου ………. και …….. ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά ………. οι οποίες λήφθηκαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, όπως προκύπτει από την με αριθμό ….΄/11.2.2022 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελήτη στο Εφετείο Αθηνών . …. και όλων των εγγράφων που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Σημειώνεται ότι το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από την ενάγουσα τιμολόγιο το οποίο δεν φέρει την υπογραφή του εναγομένου κατ΄ άρθρο 443 ΚΠολΔ λαμβάνεται υπόψη, κατ’ άρθρο 270 παρ. 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ όπως ήδη ισχύει από 1/1/2002 μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 του Ν 2915/2001, ως μη πληρούν τους όρους του νόμου αποδεικτικό μέσο, τα οποίο, αφού στην προκειμένη περίπτωση είναι επιτρεπτή η εμμάρτυρη απόδειξη, εκτιμάται και αξιολογείται ελεύθερα, όχι απλώς επικουρικά αλλά παράλληλα με τα πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 1/2011 ΕλλΔνη 2011,730, ΕφΑθ 189/2019, ΕφΠειρ 242/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 884/2005 ΕλλΔνη 2006,1100), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 26.4.2016 καταρτίστηκε στο Πέραμα Αττικής προφορική σύμβαση πώλησης, δυνάμει της οποίας η ενάγουσα εταιρεία πώλησε και μεταβίβασε στον εναγόμενο ένα μεταχειρισμένο επαγγελματικό σύστημα υδροβολής μετά των παρελκόμενων εξαρτημάτων και ειδικότερα μια εγκιβωτισμένη (σε container) αντλία υψηλής πιέσεως μάρκας Hammelman s1100-17 (με μηχανή μάρκας Carterpillar C7diesel engie) αντί συμφωνηθέντος τιμήματος 33.000 ευρώ, πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ 23%, ήτοι αντί συνολικού τιμήματος 40.590 ευρώ, (33.000 +7.690). Για το σκοπό αυτό εκδόθηκε το υπ’ αριθμ. …/26.04.2016 τιμολόγιο – δελτίο αποστολής στο οποίο αναφέρεται ως πωλήτρια η ενάγουσα και ως παραλήπτης του εμπορεύματος ο εναγόμενος και η έδρα της εταιρείας , περιγράφεται το πωληθέν μηχάνημα το συνολικό πιστωθέν τίμημα (αξία πλέον Φ.Π.Α) πλην όμως φέρει μόνο την υπογραφή της εκδότριας ενάγουσας και όχι του εναγομένου ως παραλήπτη. Ο εναγόμενος προέβη αυθημερόν στην καταβολή του ποσού των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ έναντι του συνολικού συμφωνηθέντος τιμήματος δυνάμει της με αριθμό ………. ισόποσης τραπεζικής επιταγής της τράπεζας ALPHA BANK εκδοθείσας στο Πέραμα Αττικής την 26.4.2016 συρομένης από τον τραπεζικό λογαριασμό με αριθμό …………. πληρωτέα σε διαταγή του εναγομένου την οποία δια της οπισθογραφήσεως μεταβίβασε στην ενάγουσα, ενώ το υπόλοιπο συμφωνήθηκε μεταξύ των μερών να εξοφληθεί μέχρι την 30.7.2017. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος, αν και παρέλαβε το ανωτέρω πωληθέν κινητό πράγμα δεν έχει καταβάλει το οφειλόμενο υπόλοιπο του συμφωνηθέντος τιμήματος. Για το σκοπό αυτό η ενάγουσα απέστειλε στον εναγόμενο την από 2.11.2017 εξώδικη διαμαρτυρία – πρόσκληση – δήλωση με την οποία διαμαρτύρονταν για τη μη καταβολή του ληξιπρόθεσμού τιμήματος της πώλησης, έτασσε στον εναγόμενο πενθήμερη προθεσμία εξόφλησης της οφειλής και δήλωνε ότι αν δεν εξοφληθεί η οφειλή θα προσφύγει στο αρμόδιο Δικαστήριο, η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο δυνάμει της με αριθμό ……..΄/9.11.2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιά ……….. στην οποία ο εναγόμενος ουδέν απάντησε. Εκ των ανωτέρω αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος εξακολουθεί να οφείλει στην ενάγουσα το υπόλοιπό του συμφωνηθέντος τιμήματος εκ ποσού 30.590 ευρώ . Δεν αποδείχθηκε ότι ο ισχυρισμός του εναγομένου περί εξόφλησης της οφειλής του τον οποίο πρότεινε επικουρικά. Ειδικότερα ο εναγόμενος επικαλείται ότι η σύμβαση προφορικής πώλησης του ανωτέρω μηχανήματος και των ανταλλακτικών αυτής αντί συμφωνηθέντος τιμήματος ποσού των 60.000 ευρώ έλαβε χώρα στις αρχές Σεπτεμβρίου 2014 και ότι με την παράδοση του μηχανήματος κατέβαλε το ποσό των 30.000,00 ευρώ, ακολούθως την 10.4.2015 κατέβαλε το ποσό των 7.000,00 ευρώ την 20.5.2015 κατέβαλε το ποσό των 5.000,00 ευρώ, την 8.6.2015 το ποσό των 5.000,00 ευρώ, την 10.4.2016 το ποσό των 3.000 ευρώ και τέλος την 26.4.2016 το ποσό των 10,000,00 ευρώ. Ότι η ενάγουσα δεν εξέδωσε τιμολόγιο για τη συγκεκριμένη πώληση διότι τα διάδικα μέρη συμφώνησαν να μεταβιβάσει η ενάγουσα στον εναγόμενο πέντε ανυψωτικά μηχανήματα αντί τιμήματος 20.000,00 ευρώ και να εκδοθεί ένα τιμολόγιο, εκ των οποίων τελικά η ενάγουσα μεταβίβασε τέσσερα μηχανήματα χωρίς άδειες και πινακίδες κυκλοφορίας, χωρίς να παραδώσει ποτέ το πέμπτο μηχάνημα και τις άδειες και τις πινακίδες κυκλοφορίας. Ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα εξέδωσε το ανωτέρω τιμολόγιο την 26.4.2016 το οποίο δεν φαίνεται καταχωρηθέν στα βιβλία της ενάγουσας, ούτε δηλωθέν στην ΑΑΔΕ, ούτε εμφανίζεται στο σύστημα ΤΑΧΙΣ στο οποίο δεν περιέλαβε τα ανταλλακτικά του ανωτέρω μηχανήματος καθώς κατά τα προαναφερόμενα πέντε μηχανήματα τα οποία παρά τις οχλήσεις δεν του έχει μεταβιβάσει μέχρι το χρόνο σύνταξης της ανωτέρω έφεσης. Ο ανωτέρω ισχυρισμός του εναγομένου περί εξόφλησης του οφειλόμενου τιμήματος για την αγορά του εν λόγω μεταχειρισμένου επαγγελματικού συστήματος υδροβολής μετά των παρελκόμενων εξαρτημάτων δεν αποδείχθηκε διότι ο εναγόμενος δεν προσκομίζει κανένα έγγραφο αποδεικτικό μέσο για γενόμενες καταβολές ήτοι τόσο της προκαταβολής του ποσού των 30.000,00 ευρώ, ούτε για τις λοιπές καταβολές συνολικού ποσού 30.000,00 ευρώ όπως ιδιόγραφη έστω απόδειξη είσπραξης εκ μέρους της ενάγουσας, αν και κατά τους ισχυρισμούς του κατέβαλε υψηλά χρηματικά ποσά, ούτε επικαλείται το λόγο για τον οποίο δεν απάντησε στην από 2.11.2017 εξώδικη διαμαρτυρία – πρόσκληση – δήλωση της ενάγουσας την οποία αυτή απέστειλε μετά την πάροδο εξαμήνου και πλέον από την έκδοση της ανωτέρω επιταγής περί του ότι η οφειλή της έχει ήδη εξοφληθεί καθώς και το λόγο για τον οποίο δεν έχει ασκήσει τις αξιώσεις του κατά της ενάγουσας για την παράδοση του πέμπτου μηχανήματος αλλά και των αδειών κυκλοφορίας και πινακίδων και των πέντε ανυψωτικών μηχανημάτων. Σημειωτέον ότι από τα προσκομισθέντα μετ΄ επικλήσεως παραστατικά ανάληψης μετρητών από το λογαριασμό του εναγομένου προκύπτει ότι κατά την 4.8.2014 ο εναγόμενος είχε αναλάβει το ποσό των 40.000 ευρώ (15.000 + 5.000+ 20.000) αν και ισχυρίζεται ότι το μήνα Σεπτέμβριο του 2014 κατέβαλε το ποσό των 30.000,00 ευρώ ως προκαταβολή, για την επικαλούμενη καταβολή της 10.4.2015 δεν προσκομίζει παραστατικό ανάληψης, για την επικαλούμενη καταβολή της 20.5.2015 προσκομίζει παραστατικό της επόμενης ημέρας ήτοι της 21.5.2015 για την επικαλούμενη καταβολή της 10.4.2016 ουδέν αποδεικτικό ανάληψης προσκομίζει. Τα δε υποστηρίζομενα από τον εναγόμενο περί μη καταχώρησης του επίδικού τιμολόγιου κατά τα ανωτέρω το οποίο εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο δεν αναιρούν τα ανωτέρω αποδειχθέντα. Συνεπώς, πρέπει, η επίδικη αγωγή να γίνει δεκτή κι ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 30.590,00 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 ΚΠολΔ) κατόπιν σχετικού αιτήματός της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας, όπως ειδικότερα προσδιορίζονται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του αναφερομένου στο διατακτικό, παραβόλου στον εκκαλούντα (κατ΄ άρθρο 495 παρ. 3 εδ ε΄ ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την από 11.2.2019 (αρ. εκ. κατ. πρωτ. ……../2019) έφεση, κατ΄ αντιμωλία, των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και κατά το ουσιαστικό της μέρος.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄ αρ. 5423/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την τακτική διαδικασία, ερήμην του εναγομένου.
Κρατεί και δικάζει επί της ουσίας την 30.1.2018 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/ …………/7.2.2018) αγωγή.
Δέχεται την αγωγή.
Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριάντα χιλιάδων πεντακοσίων ενενήντα ευρώ (30.590,00 ευρώ) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής έως την εξόφληση.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του ενάγουσας – εφεσιβλήτου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, εις βάρος του εναγομένου – εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων (2.000,00) ευρώ.
Διατάσσει την απόδοση στον καταθέσαντα – εκκαλούντα του παραβόλου που κατέθεσε, ποσού 100 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 13 Φεβρουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ