ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης 40/2023
ΤΟ MONOΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ 2ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σταυρούλα Λιακέα, Εφέτη η οποία ορίστηκε νόμιμα από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος – εναγόμενου : ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ηλία Κομνηνό.
Της εφεσίβλητης – ενάγουσας : ……………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αγαθονίκη Τεμπονέρα (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 3.1.2019 (αρ. εκ. κατ. ………./2019) αγωγή της, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 2473/2020 οριστική απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Ο εκκαλών – εναγόμενος προσέβαλε την απόφαση αυτή με την από 15.9.2020 έφεσή του που κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό ……../15.09.2020 και ειδικό ………/15.9.2020, προσδιορίστηκε ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό ……/2020 και ειδικό ……/2020, για τη δικάσιμο της που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις, που κατέθεσε, ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσε δήλωση κατ ΄ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και έγγραφες προτάσεις, ζητώντας να γίνουν δεκτά όσα σ’ αυτές αναφέρονται.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση από 15.9.2020 έφεσή που κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό ………./15.09.2020 και ειδικό ………/15.9.2020, προσδιορίστηκε ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό ……../2020 και ειδικό ……../2020 του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης ο οποίος εναγόμενος ηττήθηκε εν μέρει στην πρωτοβάθμια δίκη, κατά της με αριθμό 2473/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία , αντιμωλία των διαδίκων και έκανε εν μέρει δεκτή την από 3.1.2019 (αρ. εκ. κατ. ……../2019) αγωγή της ενάγουσας, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως κατά τα άρθρα 495, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με το άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015 που εφαρμόζεται για τις εφέσεις που ασκούνται από την 1.1.2016, άρθρα 19, 495 § 1, 498, 500, 511, 513, 516, 517, 518 § 1 ΚΠολΔ, ήτοι με κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 15.9.2005, ήτοι εντός τριάντα ημερών από την επίδοση σε αυτήν της προσβαλλομένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 17.7.2020 (βλ. με αρ. ……/17.06.2020 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στην Περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών …………..), αρμοδίως δε φέρεται για να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα 19, 495 § 1, 498, 500, 511, 513, 516, 517, 518 § 1 ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στη συνέχεια, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα – εναγόμενο το παράβολο των 100,00 ευρώ (με αριθμό ……….. e παράβολο) που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.
Η ενάγουσα με την από η από 3.1.2019 (αρ. εκ. κατ. 26/11/2019) αγωγή της, την οποία άσκησε κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εξέθετε ότι τυγχάνει ότι συγκυρία κατά ποσοστό σε ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου επί ενός οικοπέδου, μετά της επ΄ αυτού διωρόφου οικίας, το οποίο βρίσκεται στην πόλη των ………. στη θέση «…………» της Περιφέρειας του Δήμου Σπετσών της Ενορίας ……….. Ότι το ακίνητο αυτό, μετά της επ΄ αυτού οικίας – μεζονέτας εμβαδού 240,24 τ.μ„ περιήλθε στην κυριότητα της κατά το ως άνω ποσοστό, αιτία κληρονομιάς, μετά το θάνατο της ……………, που επισυνέβη την 1-7-2004, διά των από 20-3- 1999 και από 15-4-2002 ιδιόγραφων διαθηκών της τελευταίας, που δημοσιεύθηκαν νόμιμα με τα υπ΄ αριθμόν …/26-11-2004 και …./26-11-2004 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και κηρύχθηκαν κυρίες δια των υπ΄ αριθμ. 2323/26-11-2004 και 2324/26-11- 2004 αποφάσεων του ιδίου Δικαστηρίου. Ότι την κληρονομιά της ως άνω διαθέτιδας αποδέχθηκε αυτή δυνάμει της υπ΄ αριθμ. ……../15-6-2005 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………….. που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σπετσών στον τόμο …… και με αριθμό …….. Ότι λοιποί συγκύριοι του ακινήτου τυγχάνουν οι ……… και …………., Άγγλοι υπήκοοι και ο εναγόμενος κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου έκαστος. Ότι οι δύο πρώτοι κατέστησαν συγκύριοι αιτία κληρονομιάς ως τέκνα του τέως συζύγου της ως άνω ……….., ο δε εναγόμενος, που είναι το μοναδικό τέκνο της κατέστη ομοίως συγκύριος αιτία κληρονομιάς, δυνάμει των προαναφερόμενων ιδιόγραφων διαθηκών της. Ότι της ως άνω διώροφης οικοδομής κάνει αποκλειστική χρήση ο εναγόμενος μετά το θάνατο της μητέρας του και καρπούται αποκλειστικά αυτός τα ωφελήματα από το κοινό ακίνητο. Ότι οι λοιποί συγκύριοι είναι μεγάλης ηλικίας και δεν επισκέπτονται συχνά τις Σπέτσες. Ότι επιπλέον ο εναγόμενος με τη συμπεριφορά του την έχει αποβάλλει παράνομα και δεν της επιτρέπει την χρήση του κοινού ακινήτου. Κατόπιν τούτων, η ενάγουσα ζήτησε ανάλογη μερίδα από το όφελος που ο εναγόμενος απεκόμισε είτε δια μένοντας στην ως άνω μονοκατοικία είτε μισθώνοντας την σε τρίτους, συνιστάμενη στην, κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως της, μισθωτική αξία τής μερίδας της. Ότι το όφελος αυτό από την 1-7-2017 έως και την 30η-4-2019 ανέρχεται κατά τους, στην αγωγή εκτιθέμενους μαθηματικούς υπολογισμούς σε 86.000 ευρώ, το δε αναλογούν σε αυτή ποσό αντιστοιχεί σε 21.500 ευρώ Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και κατόπιν παραδεκτής, με τις προτάσεις της, μετατροπής του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής της σε έντοκο αναγνωριστικό (αρθ. 223, 295, 297 ΚΠολΔ), ζήτησε να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου να της καταβάλλει το ποσό των 21.500 ευρώ, κυρίως με βάση τις διατάξεις περί κοινωνίας, ως αποζημίωση χρήσης και τις διατάξεις περί αδικοπραξίας, και κατά την επικουρική βάση της αγωγής με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, καθώς και το ποσό των 5.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη εκ της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγόμενου που την απέβαλε παράνομα από τη συννομή και συγχρηση του κοινού, όλα δε τα ποσά με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής και μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στα δικαστικά της έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 2473/2020 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, εκτός από την επικουρική βάση της, περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, που την απέρριψε ως μη νόμιμη και του παρεπόμενου αιτήματος περί κήρυξης της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής, το οποίο απέρριψε ως μη νόμιμο, έκανε αυτή εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγόμενου να καταβάλει στην ενάγουσα, ως αποζημίωση για τη χρήση του επίκοινου ακινήτου το ποσό των 11.405,42 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος – εκκαλών με την κρινόμενη από 15.9.2020 έφεσή που κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …../15.09.2020 και ειδικό …../15.9.2020, προσδιορίστηκε ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …../2020 και ειδικό ……/2020 για τους περιεχόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της προκειμένου να απορριφθεί η εναντίον τους αγωγή στο σύνολό της.
Με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση έφεσης ο εκκαλών επικαλείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο διότι η ενάγουσα απαραδέκτως ενήγαγε μόνο τον ίδιο αν και οι λοιποί συγκύριοι και συγκοινωνοί κοινού ακινήτου είναι τρεις και συνδέονται μεταξύ τους με το δεσμό της αναγκαστικής ομοδικίας. Με το περιεχόμενο αυτό ο ανωτέρω λόγος έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι οι κοινωνοί, όταν ενάγονται για την απόδοση της ανάλογης μερίδας επί των καρπών του κοινού πράγματος, τελούν σε απλή ομοδικία, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια δεν έσφαλε, αλλά ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός του εναγομένου – εκκαλούντος που διαλαμβάνεται στον πρώτο λόγο της υπό κρίση έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Aπό το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 785, 786, 787, 792 παρ.2, 961, 962, 1113 ΑΚ προκύπτει, ότι, σε περίπτωση αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος, από έναν από τους κοινωνούς, δικαιούνται οι υπόλοιποι, και αν δεν πρόβαλαν αξίωση σύγχρησης, να απαιτήσουν από αυτόν, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματος τους μερίδα από το όφελος (καρπούς και γενικότερα ωφελήματα), που αυτός αποκόμισε ή εξοικονόμησε και το οποίο από την αιτία αυτή αποκόμισε, ενώ οι κοινωνοί, όταν ενάγονται για την απόδοση της ανάλογης μερίδας επί των καρπών του κοινού πράγματος, τελούν σε απλή ομοδικία (Εφ.Θεσ. 1666/1998, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, προκειμένου περί αστικού ακινήτου, το όφελος αυτό συνίσταται στην, κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσης, μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσης κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέα, ως αποζημίωση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ωφέλεια. Συνεπώς, στη σχετική αγωγή αποζημίωσης, καθώς και στην απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας που θα εκδοθεί, αρκεί να αναφέρεται το κοινό ακίνητο, η σ’ αυτό μερίδα του ενάγοντος, ότι ο εναγόμενος έκανε, κατά τον επίδικο χρόνο, αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου και, επίσης, το, κατά τον επίδικο χρόνο όφελος, του εναγομένου κοινωνού από την αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου. Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν των κοινωνών, δεν αποκλείεται, όμως, να ανακύπτει παράλληλα και ευθύνη του ως κακόπιστου νομέα κατά το άρθρο 1098 ΑΚ ή και αδικοπρακτική ευθύνη του κατά τα αρθρ. 914 ή και 1099 ΑΚ, αν παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από τους λοιπούς κοινωνούς (AΠ 235/2016, ΑΠ 7/2015, ΑΠ 767/2014, Εφ.Πειρ. 232/2016, δημοσιευμένες όλες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, κατά τη διάταξη του άρθρου 789 ΑΚ με απόφαση της πλειοψηφίας των κοινωνών, που λαμβάνεται κατά το μέγεθος των μερίδων τους, μπορεί να καθορισθεί ο προσήκων τρόπος τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης για το κοινό αντικείμενο. Στις πράξεις τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται και η σύμβαση μίσθωσης καθώς και κάθε άλλη πράξη, η οποία τείνει στη διατήρηση ή άρση των συνεπειών της, όπως η παράταση ή η τροποποίηση της σύμβασης μίσθωσης ή η καταγγελία αυτής. Η απόφαση της πλειοψηφίας που λήφθηκε μέσα στα πλαίσια του άρθρου 789 ΑΚ δεν αφορά μόνο τις εσωτερικές σχέσεις των κοινωνών, αλλά ενέχει και εξουσία αντιπροσώπευσης και συνακόλουθα είναι έγκυρη και δεσμεύει όλους τους κοινωνούς δηλαδή και εκείνους που διαφώνησαν και μειοψήφησαν (ΑΠ 665/2008, Εφ.Πατρ.90/2011, Εφ.Θεσ. 1787/2007, Εφ.Αθ. 475/2003, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Για τη λήψη απόφασης της πλειοψηφίας δεν απαιτείται συνταγμένη σύσκεψη όλων των κοινωνών ούτε άλλη τυπική διαδικασία (Εφ.Αθ.1288/2006, Εφ.Πατρ. 992/2006, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η γνώμη της μειοψηφίας πρέπει να ακούγεται, εάν δε, ληφθεί απόφαση χωρίς να ζητηθεί η γνώμη της, αυτή δεν θα είναι εκ του λόγου αυτού άκυρη, αλλά μπορεί να θεμελιώσει ευθύνη της πλειοψηφίας προς αποζημίωση κατά το άρθρο 788 παρ. 1 εδ. β ΑΚ ή να αποτελέσει σπουδαίο λόγο, κατά το άρθρο 797 εδ. α ΑΚ, για την πρόωρη δικαστική λύση της κοινωνίας (Εφ.Πειρ. 845/2004, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση, όμως, που η απόφαση της πλειοψηφίας παραβιάζει τους όρους του άρθρου 789 ΑΚ ή αντίκειται σε άλλους τιθέμενους από το νόμο περιορισμούς (αρθρ. 792 ΑΚ), οι εναντιωθέντες στην απόφαση της πλειοψηφίας μειοψηφούντες συγκύριοι δικαιούνται να επιδιώξουν την αναγνώριση της ακυρότητας της απόφασης κατά τα άρθρα 174 και 180 ΑΚ. Ακόμη, η απόφαση της πλειοψηφίας μπορεί να προσβληθεί από τη μειοψηφία, κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια τα τιθέμενα από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος, η τυχόν δε υπάρχουσα παραβίαση των όρων του άρθρου 789 ΑΚ ή η αντίθεση της απόφασης της πλειοψηφίας προς την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, παράγει σχετική μόνον ακυρότητα υπέρ των απαρτιζόντων την μειοψηφία μερίδων των κοινωνών (ΑΠ 160/2008, ΑΠ 212/2003, Εφ.Πατρ. 37/2009, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Από την επανεκτίμηση της με αριθμό …../2.5.2019 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………….., που ελήφθη επιμελεία του εναγόμενου, κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλητεύσεως της αντιδίκου του, δυνάμει της υπ΄ αριθμ………../24.4.2019 έκθεσης επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….. και όλων των εγγράφων που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν οι υπ΄ αριθμό ………/5-10-2017 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …………. που ελήφθησαν επιμελεία της ενάγουσας, διότι δεν προκύπτει ότι, εκτός από την επίδοση στον εισαγγελέα κατά το άρθρο 134 ΚΠολΔ, για τον εναγόμενο κάτοικο εξωτερικού, ότι διαβιβάστηκε η κλήση και έγινε πραγματική επίδοση στην κατοικία του στο εξωτερικό, και συνεπώς δεν έλαβε γνώση, ούτε και θα μπορούσε άλλωστε, αφού η κλήση για λήψη ένορκης βεβαίωσης επιδόθηκε στις 2-10-2017 δυνάμει της υπ ΄ αριθμ………./2-10-2017 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …………., και οι ένορκες βεβαιώσεις ελήφθησαν στις 5-10-2017, οπότε και χρονικώς αυτό ήταν ανέφικτο σε συνδυασμό με τα διδάγματα της λογικής και της κοινής πείρας που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο (336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι συγκύριοι, συννομείς και συγκάτοχοι και δη κατά ποσοστό ¼ εξ αδιαιρέτου έκαστος μαζί με τους ………… και ……………, που είναι Άγγλοι υπήκοοι, ενός οικοπέδου, μετά της επ΄ αυτού διωρόφου οικίας, το οποίο βρίσκεται στην πόλη των ….. στη θέση «…………» της Περιφέρειας του Δήμου Σπετσών της Ενορίας ……, με πρόσωπο επί ανωνύμου οδού, μετά της επ΄αυτού ανεγερθείσης κατά το έτος 1962 οικοδομής, συγκείμενης εκ του ισογείου ορόφου εμβαδού μ.τ. 120,12, αποτελουμένου εξ ενός υπνοδωματίου, μπάνιου, κουζίνας, τραπεζαρίας ενιαίας με υπερυψωμένο καθιστικό δωμάτιο και πρώτου υπέρ το ισόγειο ορόφου εμβαδού μ.τ. 120,12 τ.μ με τον οποίο συνδέεται ο ισόγειος όροφος με εσωτερική σκάλα, περιλαμβάνοντος του ορόφου αυτού τέσσερα υπνοδωμάτια, δύο μπάνια και αποθήκη και του δώματος – ταράτσα. Tο ακίνητο αυτό, μετά της επ΄ αυτού οικίας – μεζονέτας εμβαδού 240,14 τ.μ„ περιήλθε στην συγκυριότητα, της ενάγουσας και του εναγομένου που είναι το μοναδικό τέκνο της …………….. από τον πρώτο της γάμο, κατά τα προαναφερόμενα ποσοστά, αιτία κληρονομιάς, μετά το θάνατο της ……………, που επισυνέβη την 1-7-2004, διά των από 20-3-1999 και από 15-4-2002 ιδιόγραφων διαθηκών της τελευταίας, που δημοσιεύθηκαν νόμιμα με τα υπ΄ αριθμόν …../26-11-2004 και …../26-11-2004 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και κηρύχθηκαν κυρίες δια των υπ΄ αριθμ. …../26-11-2004 και …../26-11- 2004 αποφάσεων του ιδίου Δικαστηρίου. Την κληρονομιά της ως άνω διαθέτιδας αποδέχθηκε η ενάγουσα δυνάμει της υπ΄ αριθμ. ………/15-6-2005 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Αθηνών …….. που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σπετσών στον τόμο .. και με αριθμό …., ενώ ο εναγόμενος δεν προέβη σε μεταγραφή αποδοχής κληρονομιάς, πλην όμως, η ενάγουσα ως έχουσα έννομο συμφέρον έχει προβεί σε μεταγραφή του πιστοποιητικού περί μη αποποίησης κληρονομιάς εκ μέρους του (βλ το υπ’ αριθμ. ……/6-7-2017 πιστοποιητικό του Υποθηκοφυλακείου Σπετσών). Οι …….. και ………. κατέστησαν συγκύριοι αιτία κληρονομιάς ως τέκνα του τέως συζύγου της ως άνω ……….. Στην κληρονομούμενη το ακίνητο αυτό είχε περιέλθει κατά κυριότητα κατά ποσοστό ½ εξ΄ αδιαιρέτου με αγορά δυνάμει του υπ’ αριθμ………./1962 συμβολαίου αγοραπωλησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ………… που μεταγράφηκε νόμιμα, ενώ το λοιπό ½ εξ αδιαιρέτου ποσοστό είχε περιέλθει στον δεύτερο σύζυγό της και πατέρα των δύο προαναφερόμενων συγκυριών, …………., που απεβίωσε το 1991 στην Αγγλία, το οποίο ποσοστό του κληρονόμησαν εκ διαθήκης τα τέκνα του, …….. και …….., οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομία του δυνάμει της υπ΄ αριθμ. ………./10-6-1994 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Αθηνών …………. που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σπετσών στον τόμο …. και με αριθμό …… Αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος μετά το θάνατο της μητέρας του και τη δημοσίευση των διαθηκών της, παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από την ενάγουσα συγκοινωνό και συγκυρία, και μάλιστα την απέβαλε από τη σύννομη του κοινού, μη επιτρέποντας της την είσοδο στην εν λόγω οικία, της οποίας ουδέποτε της χορήγησε τα κλειδιά, καίτοι οχλήθηκε προς τούτο (βλ την από 4-1-2005 εξώδικη δήλωση πρόσκληση της ενάγουσα; προς τον εναγόμενο]. Έκτοτε, οι διάδικοι βρίσκονται σε σφοδρή πολυετή αντιδικία με αφορμή την κληρονομιά της ……… για το επίδικο σπίτι στις Σπέτσες. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η μισθωτική αξία του επίδικου κοινού ακινήτου ουδέποτε προσδιορίστηκε με συμφωνία μεταξύ των συγκυριών αυτού αλλά αντίθετα καθοριζόταν πάντοτε με δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες εκδίδονταν επί αντίστοιχων με την υπό κρίση αγωγών της ενάγουσας. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι δυνάμει της υπ΄ αριθμ, 4650/2012 απόφασης του Δικαστηρίου αυτού, επιδικάστηκε το ποσό των 6.452,00 ευρώ για το χρονικό διάστημα από το έτος 2004 μέχρι 30-6-2012 και της υπ’ αριθ. 3220/2018 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, επιδικάστηκε στην ενάγουσα το ποσό των 27.861,10 ευρώ για το χρονικό διάστημα από την 1-7.2012 μέχρι την 30-6-20.17. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού, κατοικεί στο Λονδίνο Αγγλίας, και κάνει αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου, χρησιμοποιεί την επίδικη οικία μόνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, οπότε διαμένει σε αυτό με την οικογένεια του, διατηρώντας το κλειστό και ανεκμετάλλευτο κατά τους λοιπούς μήνες του έτους. Αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα δεν έχει πρόσβαση σε αυτό, ενώ παράλληλα ο εναγόμενος διατηρεί την ευχέρεια να το εκμεταλλευτεί, χωρίς όμως να αποδίδει στην ενάγουσα το όφελος που αποκομίζει από την αποκλειστική του χρήση, το οποίο υφίστατο στην μισθωτική αξία της μερίδας της, κατά τον επίδικο ως άνω χρόνο. Δεν ασκεί καμία επιρροή ο ισχυρισμός του εκκαλούντος περί του ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο δεν έχει εκμισθώσει την επίδικη οικία, γεγονός που δεν επικαλείται η ενάγουσα, κατά δε τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ο τρόπος που ο κοινωνός χρησιμοποίησε αποκλειστικά για λογαριασμό του το κοινό πράγμα είναι κατ΄ αρχήν αδιάφορος, και μπορεί αυτός να το έχει εκμισθώσει ή να το έχει χρησιδανείσει σε άλλον ή να το έχει ιδιοχρησιμοποιήσει με οποιονδήποτε τρόπο, όπως αποδείχθηκε εν προκειμένω, αποκλείοντας στην πράξη τη σύγχρηση της ενάγουσας. Αποδείχθηκε ότι οι λοιποί συγκύριοι του επιδίκου είναι επίσης μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού και μεγάλης ηλικίας και δεν χρησιμοποιούν το επίδικο ακίνητο και ούτε αποκλείουν τη συγχρηση της ενάγουσας επί του επίκοινου ακινήτου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το επίκοινο ακόνητο πρόκειται για ένα παλιό αρχοντικό των Σπετσών, το οποίο βρίσκεται σε κεντρική και προνομιούχο θέση στο ….. του νησιού με ωραία θέα και άνετους χώρους, πλην όμως, είναι αρκετά παλαιό (κατασκευή 1963) και όχι καλά συντηρημένο, διότι οι διενέξεις μεταξύ των συγκληρονόμων δεν επέτρεψαν την αξιοποίησή του, και ως εκ τούτου η μισθωτική του αξία, ενόψει και της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα από το έτος 2010 που οδήγησε σε πτώση της αξίας των ακινήτων, ανέρχεται κατά την κρίση του δικαστηρίου, για το χρονικό διάστημα από 1-7-2017 μέχρι 31-12-2017 στο ποσό των 1.825 ευρώ μηνιαίως, και άρα ο εναγόμενος και η οικογένεια του χρησιμοποιώντας αποκλειστικό το ανωτέρω ακίνητο επί εξάμηνο, αποκόμισε σε βάρος της περιουσίας της ενάγουσας για το έτος 2017 το ποσό των (1825:4X6 μήνες =) 2.737,50 ευρώ. Για το έτος 2018 η μισθωτική του αξία με προσαύξηση 4% ετησίως ανερχόταν σε 1.898 ευρώ, και άρα ο εναγόμενος απεκόμισε σε βάρος της ενάγουσας το ποσό των [1898:4X12 μήνες)=5.694 ευρώ. Για το έτος 2019 η μισθωτική του αξία ανερχόταν σε 1973,92 ευρώ, και άρα ο εναγόμενος απεκόμισε σε βάρος της ενάγουσας, μέχρι τον Απρίλιο του 2019 το ποσό των (1.973,92:4X4 μήνες) =1973,92 ευρώ. Συνολικά δηλαδή, ο εναγόμενος χρησιμοποιώντας αποκλειστικά το ανωτέρω ακίνητο για το χρονικό διάστημα από 1-7-2017 μέχρι 30-4-2019 απεκόμισε σε βάρος της περιουσίας της ενάγουσας το ποσό των 2.737,50 +5.694 +1973,92 =) 10.405,42 ευρώ, το οποίο πρέπει να αναγνωριστεί ότι ο εναγόμενος οφείλει να της καταβάλει. Η ένσταση που υπέβαλε ο εκκαλών κατά το άρθρο 281 ΑΚ, ισχυριζόμενος ότι η εφεσίβλητη άσκησε καταχρηστικά την κρινόμενη αγωγή γιατί ο ίδιος είναι κάτοικος εξωτερικού και ότι η ενάγουσα διαμένει μόνιμα στην Αθήνα και διαθέτει κλειδιά της επίδικης οικίας και επομένως μπορεί να κάνει χρήση, όποτε το επιθυμεί, τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη. Τούτο διότι τα παραπάνω αναφερόμενα προς θεμελίωση της ένστασης, περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνιστούν καταχρηστική άσκηση των δικαιωμάτων της εφεσιβλήτης, αφενός διότι δεν στοιχειοθετείται μακροχρόνια αδράνεια της ενάγουσας – εφεσιβλήτου ως δικαιούχου, ούτε ο ενιστάμενος εκκαλών επικαλείται ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες κυρίως από την προηγηθείσα συμπεριφορά τόσο της ενάγουσας, ικανές να διαμορφώσουν μία κατάσταση πραγμάτων υπέρ του και να δημιουργήσουν σε αυτόν την πεποίθηση ότι η ενάγουσα δεν θα ασκήσει το ένδικο δικαίωμά της. Τα δε λοιπά επικαλούμενα περιστατικά περί μη παρεμπόδισης της χρήσης του καταστήματος από την ενάγουσα άπτονται της ουσίας της υπόθεσης και δεν αποδείχθηκαν από κάποιο αποδεικτικό μέσο Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ούτε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων των σχετικών λόγων της από 15.09.2020 έφεσής που κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/15.9.2020 και ειδικό …../15.9.2020, προσδιορίστηκε ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./22.10.2020 και ειδικό …./22.10.2020 ως ουσιαστικά αβάσιμων. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι της έφεσης προς έρευνα η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί αυτή ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστεί ο εκκαλών λόγω της ήττας του στη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, κατόπιν του σχετικού αιτήματός της (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσία την από 15.09.2020 έφεσή που κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./15.9.2020 και ειδικό …./15.9.2020, προσδιορίστηκε ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …./22.10.2020 και ειδικό …../22.10.2020 κατά της με αριθμό 2473/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων.
Καταδικάζει τους εκκαλούντα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.
Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου, που αναφέρεται στο σκεπτικό.
Kρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 23 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ