Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 109/2023

Αριθμός  109/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ……………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιού του Δικηγόρου Γεωργίου Χλωρού.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ……………., η οποία υπήχθη στο καθεστώς της Νομικής Βοήθειας και παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιάς της Δικηγόρου Άννας Βάλβη.

Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 10-4-2019 (αρ. καταθ. ……./2019) αγωγή. Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 19-9-2019 (αρ. καταθ. ………/2019) αγωγή. Επί των ως άνω αγωγών, κατόπιν συνεκδίκασης, εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 3632/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει αυτές (αγωγές).

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου  ο ενάγων-εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 12.2.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ………./2021) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου Πειραιώς ………./2021) αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη  του άρθρου 83 παρ. 1 εδ. α΄ του Ν. 4790/2021 (ΦΕΚ Α’ 48/31-3-2021), που αφορά την επαναλειτουργία των πολιτικών Δικαστηρίων και τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, «Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α’ 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, καθώς και στις προθεσμίες παραγραφής των συναφών αξιώσεων. Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Οι προθεσμίες που ανεστάλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους.». Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 25 του Ν. 4792/2021 (ΦΕΚ Α’ 54/09.04.2021) «Ερμηνευτική διάταξη για την επανέναρξη των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών» «Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (Α` 48), ως ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων της χώρας για τον υπολογισμό των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών, λογίζεται η ημερομηνία άρσης της αναστολής των προθεσμιών, η οποία επήλθε με τη λήξη ισχύος της υπό στοιχεία Δ1α/Γ.Π.οικ.18877/26.3.2021 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Μετανάστευσης και Ασύλου, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό «Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 και ώρα 6:00 έως και τη Δευτέρα, 5 Απριλίου 2021 και ώρα 6:00» (Β΄ 1194), ήτοι η 6η-4-2021.». Στην προκειμένη περίπτωση η κρινόμενη από 12-2-2021 (αρ. καταθ. ……/2021) έφεση του εν μέρει ηττηθέντος ενάγοντος-εναγομένου, κατά της υπ΄ αρ. 3632/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατόπιν συνεκδίκασης των από 10-4-2019 (αρ. καταθ. …../2029) και από 19-9-2019 (αρ. καταθ. …../2019) αγωγών κατά την ειδική διαδικασία  των άρθρων 592 επ. ΚΠολΔ, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011) και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 1 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ), καθόσον ακριβές αντίγραφο της προσβαλλόμενης αποφάσεως επιδόθηκε κατά νόμο στον ενάγοντα-εναγόμενο, ήδη εκκαλούντα, με επιμέλεια της εναγομένης-ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης, την 7-1-2021, και το δικόγραφο της εφέσεως κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς) την 14-4-2021. Επομένως, με βάση τη διάταξη του άρθρου 83 του Ν. 4790/2021 και σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, η ένδικη έφεση ασκήθηκε εμπροθέσμως. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 εδ. τελευταίο του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 495 ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87/23-7-2015) και εφαρμόζεται εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον η ένδικη έφεση ασκήθηκε την 14-4-2021, ήτοι μετά την 1-1-2016], εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης, υποχρεούται να καταθέσει παράβολο και συγκεκριμένα για το ένδικο μέσο της έφεσης κατά απόφασης Μονομελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο Γραμματέας, διαφορετικά (σε περίπτωση δηλαδή μη κατάθεσης του αντίστοιχου παραβόλου) το ένδικο μέσο απορρίπτεται από το Δικαστήριο ως απαράδεκτο, η υποχρέωση, όμως, αυτή δεν ισχύει, εκτός άλλων, για τις διαφορές του άρθρου 592 αριθμ. 1 και 3 του ΚΠολΔ (μεταξύ των οποίων διαφορές που αφορούν ανάθεση επιμέλειας τέκνου και διατροφή εν διαστάσει συζύγου και ανήλικου τέκνου, όπως εν προκειμένω). Στην προκειμένη περίπτωση ο εκκαλών, αν και δεν υποχρεούταν, από προφανή παραδρομή, κατέθεσε, για το παραδεκτό της ασκηθείσας απ΄ αυτόν ένδικης έφεσης, παράβολο ποσού 100 ευρώ, όπως προκύπτει από τη βεβαίωση της αρμόδιας Γραμματέως στη συνταχθείσα απ΄ αυτήν σχετική έκθεση κατάθεσης του ένδικου αυτού μέσου, και επομένως πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του σ΄ αυτόν (πρβλ. ΑΠ 504/2017, ΑΠ 609/2016, ΑΠ 2061/2014, ΑΠ 1125/2013, ΕφΛαρ 269/2016), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.      Με την από 10-4-2019 (αρ. καταθ. …../2019) αγωγή και για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή (αγωγή), ο ενάγων, ήδη εκκαλών, ζήτησε, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, α) να ανατεθεί σ΄ αυτόν οριστικά η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του, ……., που απέκτησε από το γάμο του με την εναγομένη, ο οποίος (γάμος τους) διασπάστηκε, β) να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει για λογαριασμό του αδυνατούντος να διατρέφει τον εαυτό του άνω τέκνου ως μηνιαία σε χρήμα διατροφή του το ποσό των 350 ευρώ, εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου ημερολογιακού μηνός και για το χρονικό διάστημα δυο ετών από την επίδοση της αγωγής και νομιμότοκα από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση και γ) να επιβληθούν τα δικαστικά του έξοδα σε βάρος της εναγομένης.          Με την από 19-9-2019 (αρ. καταθ. ……/2019) αγωγή και για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτή (αγωγή) η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ζήτησε, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, α) να ανατεθεί σ΄ αυτήν οριστικά η επιμέλεια του ανήλικου τέκνου της, ……, που απέκτησε από το γάμο της με τον εναγόμενο, ο οποίος (γάμος τους) διασπάστηκε, β) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει με την ιδιότητα αυτή μηνιαία σε χρήμα διατροφή και για λογαριασμό του ως άνω ανήλικου τέκνου τους, ποσού 350 ευρώ, εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου ημερολογιακού μηνός και για το χρονικό διάστημα δυο ετών, νομιμότοκα, από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση, γ) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει για την ίδια διατροφή ποσού 100 ευρώ μηνιαίως, λόγω του ότι διέκοψε την έγγαμη συμβίωση από εύλογη αιτία και τα εισοδήματά της δεν επαρκούν για τη διαβίωσή της, εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου ημερολογιακού μηνός και για το χρονικό διάστημα δύο ετών, νομιμοτόκως από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης και έως την εξόφληση και δ) να επιβληθούν τα δικαστικά της έξοδα σε βάρος του εναγομένου.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 3632/2020 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, μεταξύ άλλων, αφού συνεκδίκασε τις ως άνω αγωγές, έκρινε ότι αυτές είναι αρκούντως ορισμένες, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου της δεύτερης αγωγής και νόμιμες, εκτός από τα αιτήματα περί κηρύξεως της εκδοθησομένης αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής, κατά το σκέλος αυτής περί ανάθεσης της οριστικής επιμέλειας του τέκνου. Ακολούθως, δέχθηκε εν μέρει τις αγωγές, ανέθεσε την επιμέλεια της ανήλικης θυγατέρας των διαδίκων οριστικά και στους δυο γονείς, οι οποίοι θα την ασκούν ανά δεκαπενθήμερο, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα σ΄ αυτή (απόφαση), διέταξε τους εναγομένους εκάστης αγωγής να παραδώσουν το ως άνω τέκνο έκαστος στον αντίδικό του για το αντίστοιχο διάστημα άσκησης της δικαιούμενης επιμέλειας, απείλησε σε βάρος των εναγομένων εκάστης αγωγής προσωπική κράτηση έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ υπέρ των εναγόντων εκάστης αγωγής, για την περίπτωση που ο ενάγων-εναγόμενος είτε η ενάγουσα-εναγομένη δεν παραδώσουν το τέκνο στον ή στην αντίδικό τους για τα αντίστοιχα διαστήματα της δικαιούμενης από αυτούς (αντιδίκους) επιμέλειας, υποχρέωσε τον εναγόμενο της δεύτερης αγωγής να καταβάλει ως μηνιαία διατροφή στην ενάγουσα, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της και για λογαριασμό του άνω ανηλίκου, το ποσό των ογδόντα (80) ευρώ, κατά το πρώτο πενθήμερο εκάστου ημερολογιακού μηνός και για το χρονικό διάστημα δυο ετών από την επίδοση της αγωγής και νομιμότοκα από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση, υποχρέωσε επιπλέον τον εναγόμενο της δεύτερης αγωγής να καταβάλει στην ενάγουσα μηνιαία διατροφή σε χρήμα για λογαριασμό της το ποσό των ογδόντα (80) ευρώ, κατά το πρώτο πενθήμερο εκάστου ημερολογιακού μηνός και για το χρονικό διάστημα δυο ετών από την επίδοση της αγωγής και νομιμότοκα από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση και κήρυξε την απόφαση ως προς τις αμέσως ανωτέρω δυο καταψηφιστικές διατάξεις περί καταβολής διατροφής της προσωρινά εκτελεστή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την ένδικη έφεση ο εν μέρει ηττηθείς ενάγων-εναγόμενος και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η προσβαλλομένη απόφαση και να γίνει δεκτή η αγωγή του.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 591 παρ. 1, 4 και 5 του ΚΠολΔ [όπως το άρθρο αυτό (591) είχε τροποποιηθεί με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87) και εφαρμοζόταν εν προκειμένω σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου, εφόσον οι ένδικες αγωγές κατατέθηκαν μετά την 1-1-2016, τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε  από την 1-1-2022 και το άρθρο διαμορφώθηκε δυνάμει των άρθρων 39 και 120  του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α 190), κατά δε το άρθρο 116 παρ. 3α, του αυτού νόμου, όπως  διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 2 του Ν. 4871/2021 (ΦΕΚ Α 246), και συμπληρώθηκε με το άρθρο  21 παρ. 1 του Ν. 4912/2022 (ΦΕΚ  Α 59) η περ. στ της παρ. 1, το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2, η παρ. 4, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 και η παρ. 8 του άρθρου 591, όπως τροποποιούνται με τον ως άνω νόμο, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, «1. Τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες, εκτός αν αντιβαίνουν προς τις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών. Αν στις ειδικές αυτές διατάξεις δεν ορίζεται διαφορετικά: α)……, β)……, γ)………, δ)………, ε) Οι διάδικοι το αργότερο κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο προσάγουν όλα τα αποδεικτικά τους μέσα, στ) ………, ζ)………, 2. ……, 3. …… , 4. Το δικαστήριο, αν είναι αναγκαίο, διατάσσει αυτοψία ή πραγματογνωμοσύνη κατ` ανάλογη εφαρμογή της παρ. 8 του άρθρου 237. 5. Η οριστική απόφαση εκδίδεται με βάση τα αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι έχουν προσκομίσει και τις αποδείξεις που έχουν διεξαχθεί στο ακροατήριο, 6. ……, 7. ……, 8. …….». Κατά τη διαδικασία όμως, ενώπιον των δευτεροβάθμιων Δικαστηρίων δεν είναι δυνατή η εφαρμογή της ως άνω διατάξεως του άρθρο 237 παρ. 8 του ΚΠολΔ [ΕφΑθ 4471/2022, ΕφΠατρ (Μον) 382/2022]. Μόνη δυνατότητα να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης για την απόδειξη της βασιμότητας των λόγων της έφεσης, από το Εφετείο είναι μέσω της επανάληψης της συζήτησης, με έκδοση μη οριστικής απόφασης κατ’ άρθρο 254 του ΚΠολΔ, αφού αυτή διατάσσεται όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Η δε μελέτη της υπόθεσης ή η διάσκεψη στο Εφετείο είναι στάδια που έπονται της συζήτησης στο ακροατήριο. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 592 του ΚΠολΔ, [όπως το άρθρο αυτό (592) τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87) και εφαρμόζεται εν προκειμένω, κατά τα προαναφερόμενα, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου, εφόσον οι ένδικες αγωγές κατατέθηκαν μετά την 1-1-2016] «Κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών δικάζονται οι γαμικές διαφορές, οι διαφορές από την ελεύθερη συμβίωση, οι διαφορές από τις σχέσεις γονέων και τέκνων, και οι λοιπές οικογενειακές διαφορές που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού: ……… 3. Οι λοιπές οικογενειακές διαφορές αφορούν: α) τον καθορισμό, τη μείωση ή την αύξηση της συνεισφοράς του καθενός από τους συζύγους για τις ανάγκες της οικογένειας, της διατροφής που οφείλεται λόγω γάμου, διαζυγίου ή συγγένειας, των δαπανών τοκετού και της διατροφής της άγαμης μητέρας, καθώς και της διατροφής της μητέρας από την κληρονομική μερίδα που έχει επαχθεί στο τέκνο που αυτή κυοφορεί, β) την άσκηση της γονικής μέριμνας αναφορικά με το τέκνο κατά τη διάρκεια του γάμου, και σε περίπτωση διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή όταν πρόκειται για τέκνο χωρίς γάμο των γονέων του, τη διαφωνία των γονέων κατά την κοινή άσκηση από αυτούς της γονικής τους μέριμνας, καθώς και την επικοινωνία των γονέων και των λοιπών ανιόντων με το τέκνο, ………». Επιπροσθέτως, κατά τη διάταξη του άρθρου 612 παρ. 1 του ΚΠολΔ, [όπως το άρθρο αυτό (612) τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87) και εφαρμόζεται εν προκειμένω, επίσης κατά τα προαναφερόμενα, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου, εφόσον οι ένδικες αγωγές κατατέθηκαν  μετά την 1-1-2016] «1. Το δικαστήριο στις διαφορές του άρθρου 592 αριθμ. 3 περίπτωση β΄ πριν από την έκδοση της απόφασής του, ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου, λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του. Μπορεί αν αποφασίσει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, να ορίζει ελεύθερα το χρόνο διεξαγωγής της, χωρίς να δεσμεύεται από χρονικούς περιορισμούς.». Ακολούθως, στις διατάξεις των άρθρων 1510 παρ. 1, 1511 παρ. 1, 1513 παρ. 1 εδ. α΄ και 1514 του ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 5, 7 και 8 του πρόσφατου Ν. 4800/2021 (ΦΕΚ Α 81), και οι οποίες (διατάξεις), δυνάμει του άρθρου 18 του ίδιου νόμου, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις επί των οποίων δεν έχει εκδοθεί, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος (16-9-2021), αμετάκλητη δικαστική απόφαση, όπως στην προκειμένη υπόθεση, ορίζονται τα εξής: Στο άρθρο 1510 παρ. 1 ότι «Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού και εξίσου. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του», στο άρθρο 1511 παρ. 1 ότι «Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου», στο άρθρο 1513 παρ. 1 εδ. α΄ ότι «Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης ή ακύρωσης του συμφώνου συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων ή των μερών του συμφώνου συμβίωσης και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα» και στο άρθρο 1514 ότι «1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 1513, οι γονείς μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς, και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα. Το ανωτέρω έγγραφο ισχύει τουλάχιστον για δύο (2) έτη και παρατείνεται αυτοδικαίως, εκτός αν κάποιος από τους δύο γονείς δηλώσει εγγράφως στον άλλο γονέα, πριν τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου, ότι δεν επιθυμεί την παράτασή του. 2. Αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας διαφωνίας των γονέων και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτήν ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, καθένας από τους γονείς προσφεύγει σε διαμεσολάβηση, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, όπως ο νόμος ορίζει. Αν διαφωνούν, αποφασίζει το δικαστήριο. 3. Το δικαστήριο μπορεί ανάλογα με την περίπτωση: α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ΄ ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο, β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέτρου, γ) να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή. Για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου για την άσκηση της γονικής μέριμνας». Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται, ότι η γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου του, η οποία, μεταξύ άλλων, εμπεριέχει την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευση του τέκνου, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του, το δε περιεχόμενο της επιμέλειας προσδιορίζεται από το συμφέρον του τέκνου και περιλαμβάνει επί μέρους πτυχές, που αποσκοπούν στη σωματική, πνευματική και συναισθηματική πρόοδο και ευεξία του τέκνου και στην υπεύθυνη και με κοινωνική συνείδηση ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Στην περίπτωση διακοπής της συζυγικής συμβίωσης, όταν ανατρέπονται πλέον οι συνθήκες της ζωής της οικογένειας, καταργείται ο συζυγικός οίκος, δημιουργείται χωριστή εγκατάσταση του καθενός από τους γονείς και ανακύπτει το θέμα της διαμονής των ανηλίκων τέκνων πλησίον του πατέρα ή της μητέρας τους, η ρύθμιση της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας αυτών γίνεται από το Δικαστήριο. Ως κατευθυντήρια γραμμή για την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων των τέκνων και της προσφυγής τους στο Δικαστήριο, αλλά και πυρήνας για τον προσδιορισμό της άσκησής της είναι το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που αποσκοπεί στην ανάπτυξη του ανηλίκου σε μία ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα. Για την εξειδίκευση της αόριστης αυτής νομικής έννοιας δεν παρέχονται από τον νομοθέτη εκ των προτέρων προσδιοριστικά στοιχεία πέραν από το επιβαλλόμενο στον Δικαστή καθήκον να σεβαστεί την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσιακής-οικονομικής κατάστασής τους. Το κανονιστικό δε περιεχόμενο της έννοιας αυτής του συμφέροντος του τέκνου συγκεκριμενοποιείται εκάστοτε με βάση τις επικρατούσες συνθήκες σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, καθώς επίσης και κυρίως τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε τέκνου. Το συμφέρον του τέκνου προσδιορίζεται εξατομικευμένα με αναφορά σε συγκεκριμένο εκάστοτε τέκνο και τις ανάγκες του, όπως αυτές προσδιορίζονται ιδίως από την κατάσταση της υγείας του, την ηλικία του, τις οικογενειακές και κοινωνικές συνθήκες, υπό τις οποίες διαβιώνει το τέκνο, και αναλύεται στις επί μέρους πτυχές του δικαιώματος της προσωπικότητας του τέκνου, δηλαδή κυρίως στη ζωή, σωματική ακεραιότητα, υγεία, συναισθηματική και ψυχολογική ασφάλεια και σταθερότητα, διανοητική πρόοδο, κοινωνική ένταξη και αποδοχή, υπευθυνότητα, κοινωνική συνείδηση και ανεξαρτησία του (τέκνου). Επίσης, το τέκνο εξελίσσεται και μαζί του εξελίσσονται οι ανάγκες του και αναπροσδιορίζεται το συμφέρον του. Στη δικαστική, συνεπώς, κρίση καταλείπεται ευρύ πεδίο ώστε, αφού ληφθούν υπόψη, όλες οι σχέσεις και οι περιστάσεις, να καταλήξει σε ρύθμιση τέτοια, που να εξυπηρετείται καλύτερα το συμφέρον του ανηλίκου τέκνου. Κρίσιμα προς τούτο στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, η καταλληλότητα του ή των γονέων για την ανάληψη του έργου της διαπαιδαγώγησης και της περίθαλψης του ανηλίκου τέκνου, και οι έως τότε δεσμοί του τέκνου με τους γονείς και τα αδέλφια του. Για το σκοπό αυτό λαμβάνεται υπόψη η προσωπικότητα και η παιδαγωγική καταλληλότητα του κάθε γονέα και συνεκτιμώνται οι συνθήκες κατοικίας τούτων. Από το συνδυασμό, επίσης, των ίδιων ως άνω διατάξεων συνάγεται, ότι οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας μέσα στα πλαίσια της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό ισχύει δε, ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, εκτός εάν η συμπεριφορά του υπαίτιου έχει επιδράσει και στην άσκηση της γονικής μέριμνας-επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικής της δομής του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητάς του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς (ΑΠ 1218/2006). Επίσης, από το συνδυασμό των ίδιων πιο πάνω διατάξεων συνάγεται, και ότι το συμφέρον του τέκνου λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια, προς διαπίστωση δε της συνδρομής του εξετάζονται πάντα τα επωφελή και πρόσφορα για τον ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις. Ουσιώδους σημασίας είναι και η επισημαινόμενη στο νόμο ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του και η περί αυτού ρητώς εκφραζόμενη προτίμησή του, την οποία συνεκτιμά το Δικαστήριο ύστερα και από τη στάθμιση του βαθμού της ωριμότητάς του. Με δεδομένη την ύπαρξη του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς τον συγκεκριμένο γονέα, αυτός θεωρείται ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανηλίκου και επομένως ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλειά του, υπό την αυτονόητη όμως προϋπόθεση ότι ο ιδιαίτερος αυτός δεσμός του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά και αβίαστα ως ψυχική στάση, η οποία είναι προϊόν της ελεύθερης και ανεπηρέαστης επιλογής του ανηλίκου, που έχει την στοιχειώδη ικανότητα διακρίσεως. Πρέπει δε, να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη ότι ο ανήλικος, που έχει ακόμη ατελή την ψυχοπνευματική ανάπτυξη και την προσωπικότητά του υπό διαμόρφωση, υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές των γονέων ή άλλων, οι οποίες, έστω και χωρίς επίγνωση γενόμενες, οδηγούν ασφαλώς στο σχηματισμό της μονομερούς διαμόρφωσης και προτίμησης προς τον έναν από τους γονείς, οπότε η προτίμησή του δεν εξυπηρετεί πάντοτε και το αληθές συμφέρον του. Εξάλλου, εφόσον το συμφέρον του τέκνου συνιστά αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, το οποίο εξειδικεύεται από το ουσιαστικό Δικαστήριο, η κρίση του ως προς το αν, ενόψει των περιστάσεων που δέχθηκε, για την ύπαρξη των οποίων κρίνει ανέλεγκτα, εξυπηρετείται το συμφέρον του τέκνου, υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, αν η απόφαση περιέχει κρίση για την εξυπηρέτηση του συμφέροντος του τέκνου, πλην όμως αυτή είναι εσφαλμένη, δημιουργείται λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ (ΑΠ 155/2022, ΑΠ 174/2015, ΑΠ 1976/2008, ΑΠ 1218/2006).

Η εφεσίβλητη με τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού προτάσεις της ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι το τέκνο τους (διαδίκων) θα πρέπει οπωσδήποτε να παρακολουθηθεί από ειδικό ψυχολόγο-κοινωνικό λειτουργό, ώστε να μπορέσει να απεγκλωβιστεί από το τοξικό περιβάλλον στο οποίο το έχει τοποθετήσει ο εκκαλών-πατέρας του και να μπορέσει δίχως φόβο να βρίσκεται μαζί της (εφεσίβλητη). Επιπλέον η εφεσίβλητη στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνει, αυτούσιες, τις από 4-2-2020 προτάσεις της πρωτοβάθμιας συζητήσεως και την από 10-2-2020 προσθήκη-αντίκρουση αυτών, καλυπτόμενες από την υπογραφή της πληρεξούσιας Δικηγόρου της (εφεσίβλητης), και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις (πρβλ. ΑΠ 1106/2018, ΑΠ 224/2016, ΑΠ 1420/2015). Στις προτάσεις της αυτές, η εφεσίβλητη, μεταξύ άλλων, ισχυρίζεται ότι ο εναγόμενος έχει αρχίσει να χειραγωγεί την θυγατέρα τους και η στάση της και συμπεριφορά της είναι καταφανώς υποβολιμαίες και ότι τούτο αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η θυγατέρα τους αρνείται πεισματικά να την συναντήσει και να διανυκτερεύσει στην οικία τους, καθώς επίσης ότι είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι ο εναγόμενος κάνει πλύση εγκεφάλου στην ανήλικη θυγατέρα τους προκειμένου να την αποφεύγει τόσο για την τηλεφωνική επικοινωνία τους όσο και για τις κοινές τους συναντήσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, ενόψει του ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι προς απόδειξη και ανταπόδειξη των περιστατικών, τα οποία επικαλούνται σε σχέση με την ανάθεση της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου τους (διαδίκων), καθίσταται αμφίβολος ο σχηματισμός ασφαλούς δικανικής πεποιθήσεως προς ορθή επίλυση της επίδικης διαφοράς, δεδομένου μάλιστα ότι για τη διαπίστωση της ψυχολογικής κατάστασης του ανήλικου τέκνου σε σχέση με την ανάθεση της επιμέλειάς του στον ενάγοντα-εναγόμενο-πατέρα του ή και στους δύο γονείς του (δεδομένου ότι η εναγομένη-ενάγουσα-μητέρα του δεν άσκησε σχετική έφεση ως προς την ανάθεση της επιμέλειάς του αποκλειστικά στην ίδια), [ανεξαρτήτως της αγάπης που τρέφουν αυτοί (γονείς – διάδικοι) προς αυτό], απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης, πρέπει, προκειμένου το Δικαστήριο να αχθεί σε κρίση για τη βασιμότητα των σχετικών λόγων της κρινόμενης εφέσεως, που ανάγονται, όπως προαναφέρθηκε, και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 254 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης (άρθρο 524 παρ. 1 του ΚΠολΔ, βλ. και ΑΠ 1088/2018, ΕφΠατρ 303/2011), πριν από την προηγούμενη εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως και την περαιτέρω έρευνα της ένδικης υπόθεσης, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης, που έχει κηρυχθεί περατωμένη, στο σύνολό της, [ήτοι πλέον του αιτήματος περί ανάθεσης της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου και του αιτήματος περί διατροφής αυτού που συνέχεται άμεσα με την ανάθεση της επιμέλειας αυτού και ως προς τα λοιπά αιτήματα, προς διευκόλυνση της ενιαίας διεξαγωγής της δίκης και αποφυγής του κινδύνου εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων (άρθρο 246 του ΚΠολΔ), για την περίπτωση που κριθεί, όπως πρωτοδίκως, ότι η εναγομένη-ενάγουσα έχει δικαίωμα ιδίας διατροφής και για να μην υπάρξουν αντίθετες αποφάσεις ως προς τα εισοδήματα των διαδίκων] (οπότε στην επαναλαμβανόμενη δίκη θα ερευνηθούν και όσοι από τους ισχυρισμούς προβλήθηκαν στην πρωτόδικη δίκη και επανυποβάλλονται νομίμως κατ΄ άρθρο 240 του ΚΠολΔ στην παρούσα δίκη ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου), προκειμένου να διεξαχθεί πραγματογνωμοσύνη, σύμφωνα με τα άρθρα 368 επ. του ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας. Σημειώνεται ότι το Δικαστήριο επιφυλάσσεται ως προς την αναγκαιότητα της επικοινωνίας του (Δικαστηρίου) με το ως άνω ανήλικο τέκνο, κατ΄ άρθρα 1511 του ΑΚ και 612 παρ. 1 του ΚΠολΔ, προκειμένου να συνεκτιμήσει τη γνώμη του σχετικά με την ανάθεση της επιμέλειάς του.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου, που κατατέθηκε με το e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ …………/2021, ποσού 100 ευρώ και είδους παραβόλου  e-ΠΑΡΑΒΟΛΟ, στον εκκαλούντα.

Δέχεται τυπικά την από 12-2-2021 (αρ. καταθ. ……../2021) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 3632/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ειδική διαδικασία  των άρθρων 592 επ. ΚΠολΔ).

Αναβάλλει κατά τα λοιπά την έκδοση οριστικής αποφάσεως.

Διατάσσει την επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, προκειμένου να διενεργηθεί προηγουμένως η αμέσως κατωτέρω πραγματογνωμοσύνη, με την φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων.

Διορίζει πραγματογνώμονα την ……….., Ψυχολόγο, κάτοικο …….., ………, τηλ. …………, email: …………., η οποία περιλαμβάνεται στον κατάλογο πραγματογνωμόνων, που τηρείται, κατ΄ άρθρο 371 του ΚΠολΔ, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, η οποία αφού δώσει το νόμιμο όρκο του πραγματογνώμονα, εντός προθεσμίας είκοσι (20) εργασίμων ημερών από την προς αυτήν επίδοση της παρούσας, ενώπιον του νόμιμου αναπληρωτή της Δικαστή, που θα ορισθεί από τους λοιπούς υπηρετούντες στο Δικαστήριο Εφέτες, λόγω προαγωγής και αποχωρήσεώς της (Δικαστή), στο κατάστημα του ίδιου Δικαστηρίου και σε ημέρα και ώρα που θα οριστεί αρμοδίως, κατόπιν κλήσεως του επιμελέστερου των διαδίκων και αφού λάβει υπόψη της κάθε αναγκαίο από τη δικογραφία στοιχείο, και όσα άλλα στοιχεία θέσουν υπόψη της οι διάδικοι, συγκεντρώσει από τους διαδίκους όσες πληροφορίες κρίνει απαραίτητες και ενεργήσει κάθε αναγκαία πράξη, να εξετάσει το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ……….. (γεννηθείσα την 24-4-2009), σε συνδυασμό με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο του περιβάλλοντός της, και να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεσή της ως προς την ψυχολογική κατάσταση αυτού (ανήλικου τέκνου των διαδίκων), σχετικά με το αντικείμενο της δίκης, ήτοι την ανάθεση της επιμέλειας αυτού στον ενάγοντα-εναγόμενο-πατέρα του ή και στους δύο γονείς του από κοινού, και ειδικότερα να απαντήσει στα εξής ερωτήματα, που διατυπώνονται ενδεικτικώς: α) εάν η συμπεριφορά των γονέων του-διαδίκων [ποια είναι αυτή, εάν δύναται να διαπιστωθεί από τις διηγήσεις του ανήλικου τέκνου και εφόσον οι διηγήσεις αυτές είναι προσωπικές διαπιστώσεις αυτού (ανηλίκου)] προς το ως άνω τέκνο τους έχει αρνητικές συνέπειες στην ψυχοσυναισθηματική κατάσταση αυτού (τέκνου), β) η στάση που τηρεί (το ανήλικο τέκνο) γενικώς απέναντι στη μητέρα του-εναγομένη-ενάγουσα απορρέει από προσωπικές διαπιστώσεις ή έχει διαμορφωθεί με βάση τις διηγήσεις του πατέρα του-ενάγοντος-εναγομένου και γ) με ποιον από τους δύο γονείς έχει αναπτύξει, εάν έχει αναπτύξει, με ανεπηρέαστη επιλογή και ικανότητα διακρίσεως, το ως άνω ανήλικο τέκνο σταθερό συναισθηματικό δεσμό και εάν ο δεσμός αυτός διευκολύνει την περαιτέρω ανάπτυξή του. Τη σχετική έκθεση πραγματογνωμοσύνης πρέπει να καταθέσει η ανωτέρω πραγματογνώμονας ή ειδικά εξουσιοδοτημένο πρόσωπο στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την όρκισή της, ενώ αυτοί που θα εξετασθούν πρέπει να κληθούν να παραστούν δέκα (10) ημέρες πριν από τη διενέργειά της. Η νέα δε συζήτηση της υποθέσεως θα προσδιοριστεί με κλήση του επιμελέστερου των διαδίκων μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, με την τήρηση των διατυπώσεων και της προθεσμίας του άρθρου 254 παρ. 2 και 3 του ΚΠολΔ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά την 14-2-2023.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αποχωρήσεως της Δικαστή Αικατερίνης Κοκόλη, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης Ιωάννη Αποστολόπουλο, Πρόεδρο Εφετών, και με την ίδια Γραμματέα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων Δικηγόρων τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ