ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός 113/2023
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Σωκράτη Γαβαλά, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, την ………., προκειμένου να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: …………..η οποία δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …….. ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Μαρίας –Ελένης Αθανασιάδη (Δ.Σ.Α. ……), (βλ. το υπ’ αριθμόν Α ………/05-01-2023 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Π.- άρθρο 61 Ν. 4194/2013), η οποία κατέθεσε δήλωση, προκειμένου να εκδικαστεί η υπόθεση χωρίς η ίδια να παραστεί, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.,
Ο εφεσίβλητος άσκησε σε βάρος της εκκαλούσας ……… και ………. ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 18-11-2019 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του εν λόγω Δικαστη ρίου με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης (Γ.Α.Κ.) ……../26-11-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ.) ……../ 26-11-2019.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε ερήμην των εναγομένων η υπ’ αριθμόν 2508/2021 (οριστική) απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή κατά ένα μέρος αυτής η ένδικη αγωγή, ως κατ’ ουσία βάσιμη, ενώ αντίθετα απορρίφθηκε ως προς το δεύτερο (2ο) των εναγομένων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα σε αυτήν.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η πρώτη (1η) εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα, με την από 23. 12.2021 έφεσή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόσαντος αυτήν Δικαστηρίου με γενικό αριθμό έκθεσης ενδίκου μέσου (Γ.Α.Κ.) ……../23-12-2021 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ) ……./23-12-2021 έφεσή της, ακολούθως δε προέβη στην κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό έκθεσης δικογράφου (Γ.Α.Κ.) ……/2021 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου (Ε.Α.Κ.Δ) ………../2021, ορίστηκε δε δικάσιμος αυτή, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε ερήμην του εκκαλούντος.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
(Ι) Από τις διατάξεις των άρθρων 226 παρ. 2 και 498 παρ. παρ. 1 και 2 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι μετά την άσκηση της έφεσης κάθε διάδικος μπορεί να ζητήσει τον προσδιορισμό δικασίμου, αν προσαγάγει στη Γραμματεία του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου αντίγραφα του δικογράφου της έφεσης και της προσβαλλόμενης απόφασης, ο δε γραμματέας, με βάση τη σημείωση στο αντίγραφο της έφεσης της ημέρας και ώρας συζήτησής της, την εγγράφει στο πινάκιο του Δικαστηρίου, όπου σημειώνει το όνομα και το επώνυμο των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους, καθώς και το αντικείμενο της δίκης. Η επίσπευση της έφεσης για συζήτηση γίνεται με κλήση, κάτω από το αντίγραφο του δικογράφου της έφεσης, που έχει κατατεθεί ή και με αυτοτελές δικόγραφο, που επιδίδεται στον αντίδικο του καλούντος εξήντα (60) ημέρες πριν από τη δικάσιμο, αν αυτός διαμένει στην Ελλάδα και ενενήντα (90) ημέρες, αν διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, η οποία δεν αναπληρώνεται από την με οποιοδήποτε άλλο τρόπο γνώση του προσδιορισμού της δικασίμου από το διάδικο, που δεν κλητεύθηκε. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 524 παρ. 1 και 271 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, το τελευταίο από τα οποία εφαρμόζεται αναλόγως και στην κατ’ έφεση δίκη, συνάγεται ότι, αν ο εκκαλών δεν εμφανιστεί ή δεν λάβει μέρος κανονικά στη συζήτηση, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο έχει υποχρέωση να ερευνήσει την ύπαρξη ή μη της κλήτευσής του και αν μεν δεν κλητεύθηκε ή δεν κλητεύθηκε νομίμως ή εμπροθέσμως για να παραστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης, το δικαστήριο κηρύσσει τη συζήτηση απαράδεκτη, αν δε αντιθέτως επισπεύδει αυτός τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί σε αυτή, η έφεση απορρίπτεται. Ήτοι, πριν από την πιο πάνω έρευνα, πρέπει να προηγηθεί από το Δικαστήριο η διακρίβωση του ποιός από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση, γιατί αν επισπεύδων είναι ο απολειπόμενος διάδικος, τότε δεν απαιτείται κλήτευση του, ενώ αντίθετα απαιτείται τέτοια κλήτευση, όταν τη συζήτηση επισπεύδει ο παριστάμενος διάδικος. Σε περίπτωση αδυναμίας διακρίβωσης του διαδίκου που επισπεύδει τη συζήτηση, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη, διότι λείπει η απαιτούμενη προδικασία της κλήσης προς συζήτηση (Α.Π. 549/2007, Α.Π. 441/2006, Eφ.Πειρ. 145/2009, ΕλλΔνη 2010, 211, Εφ.Αθ. 4422/2003, ΕλλΔνη 2004, 592, Εφ.Αθ. 1535/2001, Αρχ.Ν. 2001, 563). Ειδικότερα, κατ’ εφαρμογή των θεμελιακών δικονομικών αρχών της εκατέρωθεν ακρόασης και της τήρησης προδικασίας (άρθρα 110 παρ. 2 και 111 Κ.Πολ.Δ.), σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε διαδίκου, εξετάζεται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο αν νομίμως φέρεται προς συζήτηση η υπόθεση στο Δικαστήριο, η οποία, μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης, συντελείται, κατά το άρθρο 498 Κ.Πολ.Δ, με κλήση, κατά την προσδιορισθείσα με επιμέλεια του διαδίκου δικάσιμο, η οποία επιδίδεται στον αντίδικο και δεν αρκεί μόνο ο προσδιορισμός δικασίμου, αλλά απαιτείται και επίδοση της κλήσης, η οποία έχει τα ίδια αποτελέσματα και για εκείνον με παραγγελία του οποίου έγινε (Α.Π. 85/1994, ΕλλΔνη 1995, 346, Α.Π. 1207/1985, Νο.Β. 1986, 516, Μαργαρίτη σε Ερμ.ΚΠολ.Δ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, υπ’ άρθρο 518, αριθ. 5) και υποδηλώνει τη βούλησή του ότι επιθυμεί την εκδίκασή της, ενώ η μη επίδοσή της υποδηλώνει την αντίθετη προς τούτο βούληση του διαδίκου. Έτσι, αν ο εφεσίβλητος δεν κλητεύθηκε από τον εκκαλούντα, αλλά τυχαίως αυτός έλαβε γνώση της συζήτησης, δεν μπορεί να προσέλθει αυτοβούλως και να επιμείνει στη συζήτηση της υπόθεσης ερήμην του εκκαλούντος, αν δεν τον έχει ο ίδιος κλητεύσει νομίμως και εμπροθέσμως, καθόσον ο προσδιορισμός δικασίμου της έφεσης με επιμέλεια του εκκαλούντος και η στη συνέχεια μεταμέλειά του για μη κλήτευση του εφεσίβλητου και μη παράσταση του ίδιου στη συζήτηση υποδηλώνει μεταμέλεια για συζήτηση της υπόθεσης, που ο ίδιος έθεσε σε κίνηση και επομένως η συζήτησή της θα ήταν αντίθετη προς τη θεμελιακή αρχή της διάθεσης (Α.Π. 658/1974, Νο.Β. 1975, 273, Εφ.Πειρ. 28/2016, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Μακρίδου στην Ερμ.Κ.Πολ.Δ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, έκδ. 2000, υπ’ άρθρο 272, αριθ. 1, Βαθρακοκοίλη, Κ.Πολ.Δ, υπ’ άρθρο 531, αριθ. 3).
Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη συζήτηση της από 23-12-2018 και με Γ.Α.Κ. ……. και Ε.Α.Κ.Δ …………/2021 έφεσης της εκκαλούσας …….. κατά της με αριθ. 2508/2021 (οριστικής) απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά – που εκδόθηκε ερήμην των εναγομένων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 18-11-2019 και με (Γ.Α.Κ.) ……/26-11-2019 και (Ε.Α.Δ.Κ.) ………/26-12-2019 αγωγής του εφεσίβλητου εναντίον της ανωτέρω εκκαλούσας – όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά της στο οικείο πινάκιο κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, η εκκαλούσα δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, είτε με την εμφάνιση και παράσταση αυτής στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, είτε με την κατάθεση έγγραφης δήλωσης, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ, ότι επιθυμεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή της στο ακροατήριο, με έγγραφες προτάσεις, ενώ ο εφεσίβλητος παραστάθηκε νόμιμα δια της προαναφερόμενης πληρεξούσιας Δικηγόρου του. Από το αντίγραφο της άνω έφεσης, με την κάτω από αυτήν με Γ.Α.Κ. ….. και Ε.Α.Κ.Δ ………/2021 Γ. πράξη προσδιορισμού δικασίμου, η οποία γράφηκε στο σχετικό πινάκιο με αριθμό 4, σύμφωνα με τα άρθρα 498 παρ. 1 εδ. α’ και 2 εδ. β’ και 226 παρ. 2 και 3 Κ.Πολ.Δ, προκύπτει ότι, με επιμέλεια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της εκκαλούσας ……………., ορίστηκε νόμιμα ως δικάσιμος για την εκδίκαση της έφεσης αυτής ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας (12-01-2023, ημέρα Πέμπτη και ώρα 11:00, στο ακροατήριο του Εφετείου Πειραιά, στον γ’ όροφο, αίθουσα 307). Πλην όμως δεν προκύπτει ότι στη συνέχεια η εκκαλούσα επιμελήθηκε για τη νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εφεσίβλητου για συζήτηση της έφεσης κατά την ως άνω δικάσιμο, αλλά ούτε και ότι ο εφεσίβλητος επέδωσε στην εκκαλούσα αντίγραφο της έφεσης με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση αυτής για την ως άνω δικάσιμο. Σύμφωνα, όμως, με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, εφόσον η εκκαλούσα δεν επέδωσε στον εφεσίβλητο αντίγραφο της ως άνω έφεσης, αλλά ούτε και ότι ο εφεσίβλητος επέδωσε την άνω έφεση προς την εκκαλούσα, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης, ελλείψει κλήτευσης της εκκαλούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
–ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εκκαλούσας.
-ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση της από 23-12-2018 και με Γ.Α.Κ. ……. και Ε.Α.Κ.Δ ………./2021 έφεσης της εκκαλούσας Μαρίας Αβραμίδου του Δημητρίου κατά της με αριθ. 2508/2021 (οριστικής) απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά – που εκδόθηκε ερήμην των εναγομένων, κατά την τακτική διαδικασία
-ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στον Πειραιά, την 16η Φεβρουαρίου 2023.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ