Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 88/2023

Αριθμός     88/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Γεώργιο Τσατήρη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΚΑΘ΄ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:   1) ………., ως κληρονόμου του αρχικού ενάγοντος …………, 2) ………., 3) ……….., 4) ……….. και 5) …………., οι οποίοι δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Ο καλών-εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από  19.10.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  2613/2019 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ενάγων και ήδη καλών-εκκαλών με την από  20.12.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……./2019, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……./2019) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίστηκε η 10η.12.2020. οπότε, συζητήσεως γενομένης εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 119/2021 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της εφέσεως. Η ως άνω έφεση εισήχθη οίκοθεν προς νέα συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (ΓΑΚ/ΕΑΚ προσδιορισμού στο Εφετείο …………/2021) στη δικάσιμο της 20ης.5.2021, οπότε, συζητήσεως γενομένης εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  509/2021 απόφαση αυτού, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της  ως άνω εφέσεως για τους λόγους που αναφέρονται σ΄αυτήν (απόφαση).

Ήδη με την, κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από  18.1.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……./2022) κλήση του καλούντος-εκκαλούντος, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καλούντος-εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Η  ένδικη έφεση κατά της με αριθμό 2613/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία  ερήμην των εναγομένων, εισήχθη αρχικώς να δικασθεί κατά την δικάσιμο στις 10-12-2020, οπότε η συζήτηση της κηρύχθηκε απαράδεκτη με τη με αριθμό 119/2021 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου. Ακολούθως, αυτή εισήχθη εκ νέου προς συζήτηση με το υπ’ αριθμ. ΓΑΚ …/ 2021 και ΕΑΚ …./2021 δικόγραφο, με το οποίο ορίστηκε οίκοθεν δικάσιμος η 20-5-2021, οπότε και η υπόθεση συζητήθηκε ερήμην των εφεσιβλήτων. Επ’ αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 509 /2021 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης  προκειμένου να προσκομισθούν τα ειδικότερα αναφερόμενα έγγραφα, αποδεικτικά της ιδιότητας της πρώτης εφεσίβλητης ως εκ διαθήκης κληρονόμου του αρχικώς πρώτου εναγομένου, ……… του Κωνσταντίνο.  Ήδη δε αυτή νομίμως επανεισάγεται προς συζήτηση  με την από 18-1-2022 κλήση. Η υπο κρίση έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις  30-12- 2019, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, καθόσον δεν προκύπτει ότι έχει γίνει επίδοση της εκκαλουμένης. Περαιτέρω, έχει κατατεθεί το ηλεκτρονικό παράβολο με αριθμό ………./ 2019 , ποσού 100 ευρώ.  Πρέπει, επομένως,  να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), ερήμην των εφεσιβλήτων, οι οποίοι έχουν κληθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα να παραστούν στην συζήτηση της υπόθεσης κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή (βλ. τις εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς: ……. και ……../4-3-2022  της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Πειραιά, ……., ……../23-3-2022 του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Θράκης, ……., ……. και ……./2-3-2022 του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά, ……..), ενώ ομοίως αντίγραφα της εφέσεως έχουν νομίμως επιδοθεί σε αυτούς (βλ. τις εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς … , …/2-10-2020, …, ……./1-10-2020 του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά, …….. και ……/8-10-2020 του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Θράκης, ……….). Ωστόσο η διαδικασία θα προχωρήσει σα να ήταν και αυτοί παρόντες (άρθρο 524 παρ.4  εδ. α ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 18-10-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/ …./ 2017 αγωγή ο ενάγων ζητούσε  να αναγνωρισθεί κύριος, νομέας και κάτοχος ενός ειδικότερα περιγραφόμενου κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου (αγρού), στη θέση «….» … της περιφέρειας του Δήμου Αίγινας, το οποίο  απέκτησε δυνάμει της υπ’ αριθμ. …./ 2008 πράξης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αίγινας, ……….., που μεταγράφηκε νόμιμα, αλλά και με πρωτότυπο τρόπο  (χρησικτησία τακτική) νεμόμενος αυτό, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα, με διάνοια κυρίου, για περισσότερα από 10 έτη, συνεχώς και αδιαλείπτως, συνυπολογιζομένου και του χρόνου νομής του δικαιοπαρόχου, πατέρα του κατά το χρονικό διάστημα από  27-5-1944 έως τον θάνατο του στις 1-10-2007, διότι ο πρώτος των εναγομένων (………), καθώς και οι δικαιοπάροχοι των δεύτερου, τρίτης, τέταρτης και πέμπτου των εναγομένων, δηλαδή οι ………. και …. ……, κακόπιστα αμφισβήτησαν και προσέβαλαν την κυριότητα του στο επίδικο, αποδεχόμενοι αυτό ως κληρονομιαίο ακίνητο του δικαιοπαρόχου τους, ……..,  με τη με αριθμό …../1979 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αίγινας, ………, που μετέγραψαν νόμιμα, και με την συμπεριφορά τους αυτή  προκαλείται εύλογη  σύγχυση αναφορικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου και παρεμποδίζεται η άσκηση των εκ της κυριότητας δικαιωμάτων του. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη  απόφαση του, που εκδόθηκε ερήμην των εναγομένων, απέρριψε την αγωγή  ως απαράδεκτη, λόγω αοριστίας, διότι δεν εκτίθεται στο δικόγραφο το έννομο συμφέρον του ενάγοντος για την άσκηση της, ενώ κάθε περίπτωση, αυτό δεν είναι άμεσο. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την ένδικη έφεση ο ηττηθείς ενάγων για τους αναφερόμενους στο δικόγραφο της λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί να γίνει αυτή δεκτή και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, προκειμένου ακολούθως να γίνει δεκτή και η αγωγή του. Περαιτέρω, αυτός νομίμως στρέφει την έφεση του κατά της πρώτης εφεσίβλητης, με την ιδιότητα της ως κληρονόμου του αποβιώσαντος στις 25-12-2018, ήτοι  μετά την συζήτηση της αγωγής και πριν την έκδοση της εκκαλουμενης, πρώτου εναγομένου, ………… (συζύγου της), δυνάμει της από 12-11-2018 ιδιόγραφης διαθήκης του, που δημοσιεύθηκε νόμιμα με το με αριθμό …../2019 πρακτικό δημοσίευσης του Ειρηνοδικείο Αίγινας, σε συνδυασμό με τις από 26-2-2019 και 12-4-2019 δηλώσεις αποποίησης των τέκνων τους, ……. και ……….., αντίστοιχα.

ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1094 του ΑΚ και 70 του ΚΠολΔ συνάγεται ότι, για την έγερση αναγνωριστικής αγωγής περί δικαιώματος που απορρέει από την κυριότητα του πράγματος, απαιτείται, πλην της ύπαρξης των στοιχείων τα οποία προσπορίζουν στον ενάγοντα το υπό αναγνώριση δικαίωμα, και ύπαρξη εννόμου συμφέροντος για την αναγνώριση αυτού έναντι του συγκεκριμένου εναγομένου, δηλαδή προσβολή ή αμφισβήτηση από τον τελευταίο του δικαιώματος του ενάγοντος, είτε δι’ αποβολής τούτου και κατάληψης του επιδίκου, είτε δι’ άλλης πράξης ή παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας, είτε ακόμη και δι’ απλής αμφισβήτησης, εφόσον δι’ αυτής δημιουργείται περί του δικαιώματος σύγχυση και αμφιβολία, την οποία έχει ο ενάγων έννομο συμφέρον να αρθεί (βλ. ΕφΑθ 9643/2003 ΝΟΜΟΣ). Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο (βλ. Κεραμέα, ΔΕΕ 2003.377), κατ’ άρθρο 68 του ΚΠολΔ, δηλαδή η αβεβαιότητα ως προς την επίδικη έννομη σχέση πρέπει να υπάρχει κατά τη συζήτηση κατά την οποία εκδίδεται η απόφαση (ΑΠ 224/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5341/2010 ΝΟΜΟΣ) και η έννομη προστασία, που ζητείται με τη μορφή έκδοσης αναγνωριστικής απόφασης, να αποτελεί πρόσφορο και μοναδικό (όχι όμως απαραιτήτως και το μείζον) ένδικο βοήθημα, για την εξάλειψη της αβεβαιότητας που δυσχεραίνει την άσκηση δικαιωμάτων του ενάγοντος ή προκαλεί άλλο κίνδυνο στα έννομα συμφέροντά του (ΑΠ 93/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ/κης 500/2019 ΝΟΜΟΣ). Για το λόγο δε αυτό, στην αναγνωριστική αγωγή πρέπει απαραιτήτως να εκτίθενται πραγματικά περιστατικά που να θεμελιώνουν το έννομο συμφέρον του ενάγοντος και δη ότι η επίδικη έννομη σχέση αμφισβητείται (βλ. και ΑΠ 819/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 856/2010 ΝΟΜΟΣ). Διαφορετικά, ήτοι, στην περίπτωση έλλειψης της προϋπόθεσης του εννόμου συμφέροντος, απορρίπτεται η αγωγή, ως απαράδεκτη (ΕφΔυτΜακεδ 72/2015 ΝΟΜΟΣ). Η ύπαρξη του εννόμου συμφέροντος εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως (ΕφΑΘ 303/2019 ΝΟΜΟΣ) και η κρίση για τη συνδρομή του υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 356/2013 ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, ενόψει και του άρθρου 216 § 1 ΚΠολΔ, για το ορισμένο, ως προς το έννομο συμφέρον, της αναγνωριστικής αγωγής, απαιτείται, αλλά και αρκεί, να εκτίθεται στο δικόγραφό της, η άρνηση ή αμφισβήτηση από τον εναγόμενο του δικαιώματος του ενάγοντα, την προστασία του οποίου ζητά, με την αιτούμενη με την αγωγή αναγνώρισή του (ΑΠ 1442/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3358/ 2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

IV. Στην προκείμενη περίπτωση, με την αγωγή του ο ενάγων ζητεί να αναγνωρισθεί κύριος, νομέας και κάτοχος ενός αγρού, στη θέση «…» ….. της περιφέρειας του Δήμου Αίγινας, έκτασης 3.532,94 τ.μ., εμφαινόμενου στο από 24.02.2017 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού, ……., με στοιχεία Α.Β.Γ.Δ.Ε.Ζ. Η.Θ.Ι.Κ.Λ.Μ .Ν .Ξ.Ο.Π.Ρ.Σ. Τ.Υ.Φ.Χ.Ψ.Ω1. Α1 .Β 1 .Α, που συνορεύει γύρωθεν με τις ειδικότερα αναφερόμενες ιδιοκτησίες, επικαλούμενος ότι αυτό  περιήλθε στην κυριότητα του από κληρονομία του αποβιώσαντος στις 1-10-2007  πατέρα του,  ……., που κατέλειπε την με αριθμό ………/10.12.2001 δημόσια διαθήκη της συμβολαιογράφου  Αίγινας, ……., νομίμως δημοσιευθείσα στο Πρωτοδικείο Πειραιώς δυνάμει του με αριθμό …./18.01.2008   πρακτικού  του ιδίου Δικαστηρίου, την οποία αποδέχθηκε (α) με την με αριθμό ………./2007 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αίγινας ……., και (β) με την με αριθμό ……/2017 πράξη της συμβολαιογράφου Αίγινας ……, που έχουν νόμιμα μεταγραφεί. Ότι  στον  ως άνω δικαιοπάροχο του το εν λόγω ακίνητο είχε περιέλθει από διανομή δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος με αριθμό …../ 1944 διανεμητηρίου συμβολαίου του  Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Αίγινας, …….. αναπληρούντος το συμβολαιογράφο Αίγινας, ……….. Ότι πριν την κατά τα ως άνω διανομή είχε περιέλθει στον τελευταίο ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου του εν λόγω ακινήτου από αγορά δυνάμει του με αριθμό ………../1941 πωλητήριου συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αίγινας, ……., νομίμως μεταγραφέντος. Ότι ο ως άνω δικαιοπάροχος του, ……., νεμόταν και κατείχε το επίδικο ακίνητο με  διάνοια κυρίου από την γενόμενη  το έτος 1944 διανομή και μέχρι και το θάνατο του το έτος 2007 συνεχώς και αδιάλειπτα, ήτοι επί 63 έτη χωρίς ποτέ να αποβληθεί από αυτήν  ενεργώντας τις ειδικότερα αναφερόμενες προσιδιάζουσες στη φύση του διακατοχικές πράξεις, καθιστάμενος έτσι κύριος αυτού και με πρωτότυπο τρόπο, και ότι  μετά το θάνατο του  συνέχισε να το νέμεται  αυτός (ενάγων)  με τον ίδιο τρόπο, καθιστάμενος ομοίως κύριος αυτού και με πρωτότυπο τρόπο. Ότι κατά τη διαδικασία μεταβίβασης του ως άνω ακινήτου στην θυγατέρα του και κατά τη διενέργεια ελέγχου τίτλων στο Υποθηκοφυλακείο Αίγινας, διαπίστωσε ότι το επίδικο ακίνητο είχε κατασχεθεί με επίσπευση του . . …….., πατέρα του πρώτου των εναγομένων, παππού των δεύτερου, τρίτης και τέταρτης εξ αυτών και πεθερού του πέμπτου, για ποσό 16.637 δραχμών, δυνάμει της υπ’ αριθ.  ……/1968 κατασχετήριας έκθεσης του δικαστικού επιμελητή, …… ……, σε εκτέλεση της υπ’ αριθ. 44/1967 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αίγινας. Ότι η αναγκαστική κατάσχεση, που εκτός του επιδίκου ακινήτου, αφορούσε και δύο έτερα ακίνητα, ενεγράφη νομίμως στα οικεία Βιβλία Κατασχέσεων του Υποθηκοφυλακείου Αίγινας στις 11-1-1968, και ότι σύμφωνα με τη νομίμως μεταγραμμένη με αριθμό ………/1969 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης, όλα τα κατασχεθέντα ακίνητα εκπλειστηριάσθηκαν και κατακυρώθηκαν στον επισπεύδοντα δανειστή, ……… Ότι μετά τον θάνατο του τελευταίου, οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτού, ήτοι ο πρώτος εναγόμενος, ο …….. (δικαιοπάροχος του δεύτερου και τρίτου των εναγόμενων), και η ……. (δικαιοπάροχος της τέταρτης και πέμπτου των εναγόμενων), αποδέχθηκαν ως κληρονομιαίο το επίδικο ακίνητο με τη νόμιμα μεταγραμμένη με αριθμό ……/1979 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αίγινας, …… ., πλην, όμως, ουδείς εξ αυτών και εκ των εναγομένων (αργότερα),  το περιέλαβε στη νομή του. Ότι ο ως άνω …….., είχε ασκήσει ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατά του δικαιοπαρόχου του ιδίου (ενάγοντος) ……… την από 14-6-1973 διεκδικητική αγωγή με επίδικα τα ανωτέρω (εκπλειστηριασθέντα) ακίνητα, και ζητούσε να του αποδοθούν, διότι παρά την κατακύρωση τους σε αυτόν ο τελευταίος και η σύζυγος του, ………, συνέχιζαν να τα νέμονται σπέρνοντας τα καλλιεργούμενα τμήματα τους και συλλέγοντας τον ελαιόκαρπο, βόσκοντας σε αυτά τα κοπάδια τους και γενικά προβαίνοντας σε κάθε προσήκουσα διακατοχική τους πράξη με διανοία κυρίου. Ότι επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 1150/1973 προδικαστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, και έκτοτε ουδεμία περαιτέρω διαδικαστική πράξη έγινε, γεγονός που καταδεικνύει την αδιαφορία εκ μέρους του ενάγοντος, ……., και εν συνεχεία των κληρονόμων αυτού για τα ακίνητα, τα οποία εξακολούθησε να νέμεται αδιατάρακτα και αδιάλειπτα ο δικαιοπάροχος πατέρας του, ………,  μέχρι και το θάνατο του. Ότι η εν λόγω αγωγή τελικώς διαγράφηκε από τα Βιβλία Διεκδικήσεων δυνάμει της με αριθμό 4115/2006 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που έκρινε επι σχετικής αίτησης της …….,  αγοράστριας  ενός εκ των τριών ακινήτων, ερήμην  των καθών η αίτηση. Ότι στις 9-4-2012 απεβίωσε ο …….. καταλείποντας εκ διαθήκης κληρονόμους του τα δυο τέκνα του,  … και …….. (δεύτερο και τρίτο των εναγομένων), οι οποίοι δεν συμπεριέλαβαν το επίδικο ακίνητο  στις  νομίμως μεταγραφείσες υπ’ αριθ. ……/29-12-2014 και ……./29-12-2016 πράξεις αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αίγινας, ……., και στις 23-8-2016 απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη η ……, που κατέλειπε  εξ αδιαθέτου κληρονόμους τη κόρη της, ……, και το σύζυγο της, …….., (τέταρτη και πέμπτο των εναγομένων).  Ότι τόσο ο δικαιοπάροχος πατέρας του, όσο και ο ίδιος ουδέποτε ενοχλήθηκαν στη νομή του επιδίκου από τους εναγομένους. Και τέλος, ότι οι ως άνω, …….  και …….. καθώς και ο πρώτος των εναγομένων …….. με την εκ μέρους τους αποδοχή ως κληρονομιαίου του επιδίκου ακινήτου, κακόπιστα αμφισβήτησαν και προσέβαλαν την κυριότητα του ιδίου σε αυτό. Ωστόσο, η αγωγή με το ως άνω περιεχόμενο τυγχάνει απορριπτέα ως αόριστη, διότι δεν εξειδικεύεται εν προκειμένω το άμεσο έννομο συμφέρον του ενάγοντος για την άσκηση της, και δη δεν εκτίθενται πραγματικά περιστατικά, που να αφορούν σε προσβολή ή αμφισβήτηση εκ μέρους των εναγομένων του δικαιώματος κυριότητας του στο επίδικο, εκ της οποίας να δημιουργείται  σύγχυση και αμφιβολία σχετικά με αυτό και να προκαλείται κίνδυνος για τα συμφέροντα του, που δεν μπορεί να αποτραπεί παρά μόνο μέσω της παροχής δικαστικής προστασίας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τους αγωγικούς ισχυρισμούς, οι εναγόμενοι ουδέποτε μέχρι σήμερα αμφισβήτησαν τη νομή και κυριότητα του ιδίου του ενάγοντος  στο ακίνητο, ενώ δεν  φέρονται να έχουν δηλώσει το επίδικο ως ιδιοκτησία τους κατά την διαδικασία των κτηματολογικών εγγράφων στην περιοχή. Περαιτέρω, ουδόλως αντέλεξαν στην διαγραφή της διεκδικητικής αγωγής, που είχε ασκήσει ο δικαιοπάροχος τους, ………, σε βάρος του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος. Ακόμη, οι  δεύτερος και τρίτος εξ αυτών δεν συμπεριέλαβαν το επίδικο ακίνητο, στις υπ’ αριθ. ……./ 29.12. 2014 και ……./29.12.2016 συμβολαιογραφικές πράξεις αποδοχής κληρονομιάς του δικαιοπαρόχου τους, …….., ενώπιον της συμβολαιογράφου Αίγινας …… ……., ενώ για τη τέταρτη και πέμπτο των εναγόμενων, ουδεμία αναφορά γίνεται στην αγωγή για τυχόν  εκ μέρους τους αποδοχή της κληρονομίας της δικαιοπαρόχου τους, …….. Τέλος, αναφορικά με την επικαλούμενη από τον ενάγοντα αποδοχή εκ μέρους του πρώτου εναγομένου και των δικαιοπαρόχων των λοιπών εναγομένων της  κληρονομίας του πατέρα τους, …………, στην οποία φέρεται να περιλαμβάνεται το επίδικο ακίνητο, και στην οποία αυτός αποκλειστικά στηρίζει την εκ μέρους τους αμφισβήτηση της κυριότητας του, αυτή ουδόλως εξαρκεί για την στοιχειοθέτηση του εννόμου συμφέροντος του για άσκηση της αγωγής, καθόσον ο ενάγων απέκτησε την κυριότητα του επιδίκου σε μεταγενέστερο της ως άνω αποδοχής χρόνο. Όσον αφορά δε στην δι’ αυτής αμφισβήτηση του δικαιώματος κυριότητας του δικαιοπαρόχου του, λεκτέα τα εξής:  ο δικαιοπάροχος των εναγομένων, ……….., υπερθεματίζοντας στον γενόμενο πλειστηριασμό του επιδίκου ακινήτου κατέστη, με την κατακύρωση και την μεταγραφή της με αριθμό ………../1969 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης, ειδικός διάδοχος του καθού η εκτέλεση,  δικαιοπαρόχου του ενάγοντος,  ……….., αποκτώντας το πλειστηριασθέν ακίνητο με όσα δικαιώματα είχε ο τελευταίος σε αυτό κατά τον χρόνο εκτέλεσης (βλ. και ΕφΘεσ1762/ 2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επιπλέον  στον εν λόγω υπερθεματιστή  περιήλθε και η νομή του εκπλειστηριασθέντος επιδίκου, για την μετάσταση της οποίας  δεν απαιτείτο εν προκειμένω, λόγω της κατακύρωσης, και η ιδιαίτερη παράδοση της σε αυτόν ως υπερθεματιστή (βλ. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, ερμηνευτική- νομολογιακή ανάλυση, ΣΤ, άρθρο 1005,  παρ. 20, σελ. 369).  Μετά ταύτα καθίσταται σαφές, ότι η ως άνω εκ μέρους των εξ αδιαθέτου κληρονόμων του υπερθεματιστή, ………….., αποδοχή της κληρονομίας του κατά το έτος 1979 ουδόλως προσέβαλε την κυριότητα του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος στο επίδικο, ο οποίος κατά τον χρόνο εκείνο την είχε ήδη απωλέσει, ενώ φέρεται να την απέκτησε εκ νέου με τα προσόντα της έκτακτης (και όχι πλέον τακτικής χρησικτησίας, ελλείψει νομίμου τίτλου) μετά την πάροδο εικοσαετίας, από τον πλειστηριασμό και την κατακύρωση, δηλαδή μόλις το έτος 1989, δεδομένου ότι ο, μέχρι τον χρόνο της κατακύρωσης, διαδραμών χρόνος νομής αυτού στο επίδικο δεν δύναται να προσμετρηθεί για την συμπλήρωση εικοσαετούς νομής, έναντι του ειδικού διαδόχου του, υπερθεματιστη. Σύμφωνα, επομένως με τα ανωτέρω, ορθώς η αγωγή απορρίφθηκε ως αόριστη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αν και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται με την αιτιολογία της παρούσας, απορριπτομένων των σχετικών λόγων έφεσης. Μετά ταύτα,  η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ  δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται σε βάρος του εκκαλούντος, ενόψει της απουσίας των εφεσιβλήτων. Τέλος, πρέπει  να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του  παραβόλου, που αυτός προκατέβαλε κατά την κατάθεση της έφεσης (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση ερήμην των εφεσιβλήτων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση  και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος παραβόλου  για την άσκηση της έφεσης.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις 3ης Φεβρουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και  του πληρεξουσίου δικηγόρου του καλούντος-εκκαλούντος.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ