Αριθμός 99/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: ………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Σωτήριο-Σεβαστιανό Κικιδόπουλο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ……., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ελένη Πανουκλιά.
Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 1.4.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2019) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3185/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 4.11.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο ……/2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Εφετείο ……../2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εκκαλούντος, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις του με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος της εφεσίβλητης, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη, από 4-11-2020 (υπ’ αριθ. κατάθ. ………/ 4-11.2020) έφεση του πρωτοδίκως ηττηθέντος εναγόμενου κατά της ενάγουσας και της υπ’αριθ. 3185/8.10.2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση, ασκήθηκε με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρα 591 παρ. 1a, 592 παρ. 1, 495 παρ.1 και 2, 500, 511, 513 παρ.1 περ.β’εδ.α, 516 παρ.1, 517 εδ.α και 520 παρ.ι του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, (βλ. υπ’αριθ. …../ 23.10.2020 έκθεση επίδοσης της εκκαλουμένης με επιμέλεια της εφεσίβλητης της δικαστικής επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών ……….. ., σε συνδυασμό με την από 4-11-2020 έκθεση κατάθεσης δικογράφου έφεσης του γραμματέα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου). Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), εν όψει του ότι για το παραδεκτό της δεν απαιτείται να κατατεθεί παράβολο έφεσης (495 παρ. 3 Γ εδ. τελευταίο ΚΠολΔ).
Με την από 1.4.2019 (υπ’ αριθ. κατάθ. ………/2019) αγωγή της η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, ζήτησε να λυθεί ο γάμος της με τον εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, επειδή οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά από λόγους που εκτίθενται στο αγωγικό δικόγραφο και αφορούν στο πρόσωπο του εναγόμενου – εκκαλούντα, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης συμβίωσής τους να είναι αφόρητη γι’αυτήν, καθώς και να καταδικαστεί ο αντίδικός της στη δικαστική της δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού απέρριψε τον ισχυρισμό του εναγόμενου ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπο της ενάγουσας καθόσον θα μπορούσε αυτή να ζητήσει τη λύση του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο και εκείνος θα συναινούσε, δεδομένου ότι η ενάγουσα είχε το δικαίωμα να ζητήσει δικαστική προστασία επικαλούμενη το άρθρο 1439 ΑΚ, έκανε δεκτή την αγωγή και απήγγειλε τη λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου, συμψήφισε δε τα δικαστικά έξοδα.
Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών με την κρινόμενη έφεσή του για τους λόγους που αναφέρονται ειδικότερα σε αυτήν και αφορούν α) την έλλειψη εννόμου συμφέροντος της ενάγουσας – εφεσίβλητης ως προς την άσκηση της αγωγής και β) για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου.
Το έννομο συμφέρον και η νομιμοποίηση του διαδίκου, αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 68 ΚΠολΔ, ουσιαστικές προϋποθέσεις για την παροχή δικαστικής προστασίας (ΟλΑΠ 25/2008, ΝΟΜΟΣ). Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι έννομο, δηλαδή να τείνει σε επιδίωξη νομίμων συμφερόντων του διαδίκου, ατομικό, δηλαδή ο αιτών τη δικαστική προστασία να επιδιώκει αναγνωριζόμενο από το νόμο όφελος, προσωπικό, οικονομικό, υλικό ή και απλώς ηθικό, να αναφέρεται σε υπαρκτές και όχι υποθετικές έννομες σχέσεις και να αφορά ενεστώσες έννομες σχέσεις και όχι ενδεχόμενες να υπάρξουν στο μέλλον (ΑΠ 463/2007, ΝΟΜΟΣ). Ετσι, ερευνάται όχι πότε συντρέχει, αλλά πότε απουσιάζει, όπως όταν η διαδικασία προκαλείται από καθαρά εγωιστικά κίνητρα, ή όταν η δικαστική προστασία δεν είναι αναγκαία με τη μορφή που επιλέχτηκε, π.χ. με απλούστερο ή φθηνότερο τρόπο ή άλλη εναλλακτική διαδικασία. Τέλος, το έννομο συμφέρον προορίζεται να περιορίσει τη δικαστική ενέργεια σε εκείνες μόνο τις περιπτώσεις που η απόφαση που θα ζητηθεί είναι ικανή να συμβάλλει στην προστασία των δικαιωμάτων εκείνου που ζητεί τη δικαστική προστασία και ταυτόχρονα με την προστασία αυτών στην πραγμάτωση του δικαίου και στην αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης (ΑΠ 1470/2005, ΝΟΜΟΣ). Ετσι, εφόσον δεν απουσιάζει για κάποιον από τους παραπάνω λόγους το έννομο συμφέρον, παρέχεται δικαστική προστασία στον αιτούντα αυτήν, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν υποθετικές εξελίξεις και ανεπιβεβαίωτοι ισχυρισμοί εκ των υστέρων. Στη προκειμένη περίπτωση, ο ισχυρισμός του εκκαλούντος που περιλαμβάνεται στον ι° λόγο έφεσης, η ενάγουσα δεν είχε έννομο συμφέρον να ζητήσει τη λύση του γάμου τους με την ως άνω αγωγή καθόσον θα μπορούσε αυτή να ζητήσει τη λύση του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο και εκείνος θα συναινούσε, βασίζεται σε υποθετική και όχι ενεστώσα, κατά την άσκηση της αγωγής, συνθήκη, επιπλέον δε, η δυνατότητα επιλογής τρόπου λύσης του γάμου δεν αναιρεί την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους της ενάγουσας να επιλέξει την άσκηση της ως άνω αγωγής. Συνεπώς, ο 1ος λόγος της κρινόμενης έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος της ενάγουσας, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.
Από την εκτίμηση των καταθέσεων της μάρτυρα της ενάγουσας (με όρκο) και του εναγομένου (ανωμοτί) που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία χρησιμοποιούνται είτε ως άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα από αυτά έστω και εάν δεν γίνεται ειδική αναφορά, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 26.08.1984 στον Ιερό Ναό ……. στη Νίκαια Αττικής, από τον γάμο τους δε αυτό απέκτησαν δύο τέκνα, τους ……. και ………, γεννηθέντες στις 19.05.1985 και 05.06.1986, αντίστοιχα. Οι διάδικοι κατοικούσαν με τα τέκνα τους σε ιδιόκτητη κατοικία της ενάγουσας στη Νίκαια Αττικής, επί της οδού …………, ενώ τα τελευταία χρόνια από την οικία είχε αποχωρήσει ο γιος τους. Ο εναγόμενος από την αρχή της έγγαμης· συμβίωσής του με την ενάγουσα εργαζόταν ως μισθωτός ηλεκτρολόγος σε μεγάλα πλοία και σκάφη, ενώ παράλληλα, κάποιους μήνες τον χρόνο, πραγματοποιούσε και ταξίδια με πλοία, αποκομίζοντας αρκετά εισοδήματα. Ωστόσο, από το έτος 2011 σταμάτησε να εργάζεται λόγω και των προβλημάτων που υπάρχουν στην αγορά εργασίας, ενώ περιστασιακά απασχολούνταν σε εργασίες στον Δήμο μέσω των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ. Συνεπεία της κατάστασης αυτής, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι η ενάγουσα δεν εργαζόταν, όπως και καθόλη τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους, η οικογένεια των διαδίκων άρχισε να αντιμετωπίζει πιεστικά οικονομικά προβλήματα, προς αντιμετώπιση των οποίων η κόρη αυτών, η οποία από το έτος 2008 έως και το έτος 2015 εργαζόταν ως πωλήτρια, συνεισέφερε τα εισοδήματα από την εργασία της προς κάλυψη των δαπανών για τη συντήρηση της οικίας τους. Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνεχείς εντάσεις μεταξύ των διαδίκων, οι οποίες κατέληγαν σε έντονους διαπληκτισμούς που αφορούσαν το πρόβλημα της οικονομικής δυσπραγίας αυτών, το οποίο είχε ενταθεί μετά την αποχώρηση της κόρης από την εργασία της το έτος 2015, κατά τους οποίους η ενάγουσα κατηγορούσε τον εναγόμενο ότι παρέλειπε να βρει εργασία προκειμένου να συνεισφέρει στην κάλυψη των οικογενειακών τους αναγκών, ενώ ο εναγόμενος, όντας ιδιαίτερα νευρικός και οξύθυμος, εξύβριζε αυτής καθώς και την κόρη τους. Αποκορύφωμα αυτής κατάστασης ήταν το περιστατικό της 09.12.2017, κατά το οποίο, σε έναν έντονο διαπληκτισμό μεταξύ των διαδίκων για το ίδιο θέμα, και ενώ ήταν παρόντα και τα δύο τέκνα τους, ο εναγόμενος επιτέθηκε στην ενάγουσα και τη χτύπησε, πιέζοντας το κεφάλι της στο τραπέζι του σαλονιού τους, με αποτέλεσμα αυτή να τραυματιστεί, γεγονός που διαπίστωσε και η μάρτυρα όταν επισκέφθηκε αυτή (ενάγουσα) μετά από τρεις ημέρες και είδε το σημάδι στο κεφάλι της, για την αξιοπιστία της οποίας το Δικαστήριο δεν διατηρεί αμφιβολίες καθόσον αυτή δεν έλκει κανένα συμφέρον από την έκβαση της δίκης, ενώ παράλληλα ιδιαίτερα επιθετικός υπήρξε και προς την κόρη του. Μετά τα ανωτέρω, η ενάγουσα επέδωσε προς αυτόν την από 28.01.2018 αγωγή διαζυγίου και άλλαξε την κλειδαριά του διαμερίσματος, προκειμένου αυτός να μην μπορεί να εισέλθει σε αυτό, οπότε και ο εναγόμενος αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την οικογενειακή οικία, λαμβάνοντας στις 28.01.2018 αντικείμενα που· του ανήκαν, έκτοτε δε οι διάδικοι κατοικούν σε’ διαφορετικές οικίες. Ωστόσο, και μετά την απομάκρυνσή του από την οικογενειακή οικία, ο εναγόμενος, προφανώς έχοντας θυμό λόγω της κατάστασης αυτής, στράφηκε κατά της ενάγουσας με μηνύματα προς το κινητό της τηλέφωνο, σε ένα εκ των οποίων ανέφερε ότι: «πάντα θα έχεις το φόβο μου», γεγονός που καταδεικνύει το οξύθυμο του χαρακτήρα του. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι απορριπτέος τυγχάνει ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι η σύζυγός του στράφηκε εναντίον του και θέλησε να τον διώξει από την οικία τους διότι απέκτησε σημαντική περιουσία, η οποία άλλαξε, προς το χειρότερο, τον χαρακτήρα της, δεδομένου ότι δεν αποδεικνύεται ότι η περιέλευση σε αυτήν διαμερισμάτων λόγω κληρονομιάς έχει καταστήσει αυτήν πλούσια, δεδομένου ότι ο ίδιος ο εναγόμενος συνομολογεί ότι η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς τους ήταν πολύ κακή, ενώ κρίνεται μη λογικό η ενάγουσα να διαθέτει χρήματα και όμως να βιοπορίζεται από τα εισοδήματα της κόρης της. Ως αποτέλεσμα της προπεριγραφόμενης συμπεριφοράς του εναγομένου, ο οποίος επιτέθηκε στην ενάγουσα και τη χτύπησε, η οποία προσβάλλει τις νομικές και ηθικές βάσεις του γάμου, καθόσον είναι αντίθετη με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτόν, καθώς και με τις απαιτούμενες εκδηλώσεις αγάπης, σεβασμού, ενδιαφέροντος, συμπαράστασης και αφοσίωσης του ενός συζύγου προς τον άλλο, μέσω των οποίων εκφράζεται η εσωτερική διάθεση για έγγαμη συμβίωση, οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης συμβίωσής τους να είναι αφόρητη για την ενάγουσα. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε όμοια και έκανε δεκτή την αγωγή της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης, ενώ εκτίμησε την μαρτυρική κατάθεση της μάρτυρα της ενάγουσας ως αξιόπιστη λόγω έλλειψης οποιουδήποτε συμφέροντος από την έκβαση της δίκης και διέκρινε το γεγονός που η ανωτέρω μάρτυρας είδε η ίδια (σημάδι στο κεφάλι της ενάγουσας και μεγάλη θλίψη αυτής) από αυτό που της μετέφερε η φίλη της -θυγατέρα των διαδίκων ότι «….ο πατέρας της την είχε τη μητέρα της από τον αυχένα και τη χτύπησε το κεφάλι στο τραπέζι….», τέλος δε απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων, δεν έσφαλε και ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και ο σχετικός (2ος) λόγος της κρινόμενης έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη δέχτηκε ότι συνέβη το ανωτέρω περιστατικό, πρέπει ν΄ απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Μη υπάρχοντος δε άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, πρέπει αυτή να απορριφθεί στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ τους λόγω της σχέσης τους ως συζύγων (179, 591 παρ 1α ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων
Δέχεται τυπικά την από 4.11.2020 (υπ΄ αριθ. κατάθ. ………./4.11.2020) έφεση κατά της υπ΄ αριθ. 3185/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Διαδικασίας από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση).
Απορρίπτει αυτήν κατ΄ουσίαν.
Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τη δικαστική δαπάνη.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 13 Φεβρουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ