Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 134/2023

Αριθμός     134/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ναυτικό Τμήμα

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ………….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρείας ……………. εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Δημοσθένη Ελευθεριάδη.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας ………………. εκπροσωπήθηκε δε από τον πληρεξούσιό της δικηγόρο Βασίλειο Σαξώνη.

Η εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  την από 14.10.2013  και με αριθμ. εκθ. καταθ.  ………./2013 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 551/2019  απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα με την από  2.9.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο  ………../2019), της οποίας δικάσιμος ορίστηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Εφετείο …………../2019) αρχικά η  20η.2.2020 και, μετά από διαδοχικές αναβολές στις δικασίμους 14ης.1.2021, 3ης.6.2021, 17ης.3.2022,  στη δικάσιμο  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων,  αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 3994/2011, από την 25.7.2011, σύμφωνα με το άρθρο 77 του ιδίου νόμου, «αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάστηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Από την ως άνω διάταξη με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της έφεσης κατ’ απόφασης που εκδόθηκε ερήμην  του εκκαλούντος, πλην όμως ερευνήθηκε η υπόθεση σαν να  ήταν αυτός παρών ή είχε συναχθεί σε βάρος του το τεκμήριο σιωπηρής ομολογίας ή παραίτησης ως προς την αγωγή (άρθρα 271, 272 § 1 ΚΠολΔ) προκύπτει ότι η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους προσθέτους λόγους, ο δε εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προβάλει και πρωτοδίκως. Του παρέχεται, επομένως η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου αλλά δικάστηκε σαν να ήταν παρών,  είχε συναχθεί δε  σε βάρος του τεκμήριο σιωπηρής ομολογίας,  μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης να ακουστεί και να προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει και πρωτοδίκως. Αν αρνηθεί τους αγωγικούς ισχυρισμούς ή προβάλει εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής η απόφαση πλήττεται στο σύνολό της και εξαφανίζεται, ως προς όλες τις διατάξεις της, μετά την τυπική παραδοχή της έφεσης,  χωρίς έρευνα των λόγων της (ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 1906/2008, ΕφΠειρ 67/2016,  ΕφΑνατΚρητ 61/2015, ΕφΠειρ 336/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση η από 2.9.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2019 έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας ναυτικής εταιρίας που δηλώνει έδρα στη ………… κατά της με αριθμό 551/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία (έφεση) η εκκαλούσα  προβάλλοντας άρνηση των αγωγικών ισχυρισμών της εφεσίβλητης ενάγουσας αιτείται την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, η οποία εκδόθηκε από το τμήμα ναυτικών διαφορών κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 14.10.2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2013 αγωγής της κατά της εκκαλούσας και η οποία (αγωγή) είχε γίνει δεκτή λόγω του τεκμηρίου ερημοδικίας της.  Η έφεση αυτή, έχει ασκηθεί νομότυπα με κατάθεση δικογράφου ενώπιον του γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 2, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ), και εμπρόθεσμα δεδομένου ότι δεν έχει παρέλθει διετία από την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης ενώ ουδείς των διαδίκων μερών επικαλείται κοινοποίηση αυτής. Να σημειωθεί ότι για το παραδεκτό της εφέσεως έχει καταβληθεί το ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως με αριθμό …………../2019 ποσού 100 ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 και το άρθρο 35 παρ. 2 του ν. 4446/2016). Πρέπει επομένως σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγηθείσα  νομική σκέψη, να  γίνει τυπικά και ουσιαστικά δεκτή να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα  528 και 535 § 1 ΚΠολΔ) να εξεταστεί η ως άνω από  αγωγή του,  ως προς την νομική και ουσιαστική της βασιμότητα, στα πλαίσια των λόγων εφέσεως.

Με την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου από 14.10.2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2013 αγωγή της η εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρία με έδρα τον Πειραιά ισχυρίστηκε ότι δραστηριοποιείται στον τομέα της γενικής επισκευής μηχανών πλοίων. Ότι με σύμβαση που σύναψε με την ήδη εκκαλούσα ναυτική εταιρία, που ανέφερε στην αγωγή της ότι εδρεύει στη Σάμο, στον Πειραιά αυτή (η εφεσίβλητη ενάγουσα) ανέλαβε την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο της αντικατάστασης της κύριας μηχανής του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ – Ο/Γ πλοίου «SS», πλοιοκτησίας της ήδη εκκαλούσας, καθώς και τις εργασίες επισκευής της για την καλή λειτουργία της, αντί συμφωνηθείσας κατ’ αποκοπήν αμοιβής, ποσού 220.000 ευρώ, η οποία συμφωνήθηκε να καταβληθεί με την παράδοση του έργου. Εξέθετε περαιτέρω ότι το έργο εκτελέσθηκε στους Φούρνους Ικαρίας και παραδόθηκε στην ήδη εκκαλούσα την 03-05-2011. Ότι έναντι του οφειλόμενου ποσού η εκκαλούσα εναγομένη κατέβαλε μέχρι την 19-06-2011 μόνο το ποσό των 31.000 ευρώ και εξακολουθούσε να οφείλει το υπόλοιπο ποσό των (220.000 – 31.000 =) 189.000 ευρώ. Ότι ακολούθως την 11-07-2012 μεταξύ των διαδίκων μερών καταρτίσθηκε ιδιωτικό συμφωνητικό εξώδικου συμβιβασμού με το οποίο αφενός η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη παραιτήθηκε από μέρος της αξίωσής της κατά της αντιδίκου της για την καταβολή της οφειλόμενης εργολαβικής αμοιβής, περιορίζοντας αυτή στο ποσό των 52.500 ευρώ, η δε εκκαλούσα εναγομένη ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει το παραπάνω ποσό σε δέκα μηνιαίες δόσεις, ποσού 5.000 ευρώ των εννέα πρώτων δόσεων και 7.500 ευρώ της τελευταίας, με έναρξη καταβολής την 30-09-2012 και λήξη την 30-06-2013. Ότι με το προαναφερόμενο συμφωνητικό προβλέφθηκε ότι σε περίπτωση που η ήδη εκκαλούσα εναγομένη δεν εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις της για την εμπρόθεσμη καταβολή οποιασδήποτε δόσης αυτό θα καταργείτο αναδρομικώς. Ότι πράγματι η ήδη εκκαλούσα εναγομένη δεν τήρησε τις υποχρεώσεις της για την εμπρόθεσμη καταβολή των δόσεων αφού μέχρι την 08-04-2013 κατέβαλε μόνο το ποσό των 22.500 ευρώ, και για το λόγο αυτό έπαυσε να ισχύει ο εξώδικος συμβιβασμός και επανήλθε αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη ζήτησε κυρίως με βάση τη σύμβαση και επικουρικά με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης να της καταβάλει το ποσό των (220.000 – 31.000 – 22.500 =) 166.500 ευρώ, ως οφειλόμενη εργολαβική αμοιβή, νομιμότοκα από την 23-05-2011, ημερομηνία έκδοσης των προτιμολογίων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε υλική και τοπική αρμοδιότητα προς εκδίκαση της υπόθεση σύμφωνα με τις διατάξεις των 7, 9, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2, 33 ΚΠολΔ, 51 παρ. 1 περ. α’, 2, 3Α, 3Β περ. β’ Ν. 2172/1993, λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς. Η αγωγή ήταν ορισμένη και η κύρια βάση της έχει νομική έρεισμα στις διατάξεις των άρθρων 202, 341, 345, 346, 361, 454, 681, 694  ΑΚ, 70, 176 ΚΠολΔ. Ακολούθως των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα ως προς την κύρια βάση της. Η ήδη εκκαλούσα εναγομένη που εμφανίστηκε ενώπιον του δικαστηρίου τούτου αρνείται αιτιολογημένα τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την ιστορική βάση της αγωγής και επικουρικά ισχυρίζεται ότι η άσκηση της αγωγής αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος, διότι μετά από καταβολές της το οφειλόμενο ποσό περιορίζεται στο ποσό των 30.000 ευρώ και ακόμη ισχυρίζεται ότι έχει εξοφληθεί οποιαδήποτε άλλη αξίωση της ενάγουσας. Οι δύο αυτοί αμυντικοί ισχυρισμοί δεν συνιστούν το νόμω βάσιμο των άρθρων 281 και 416 του  ΑΚ καθώς δεν αναφέρεται πως εξοφλήθηκε το αναφερόμενο και αιτηθέν με την αγωγή ποσό των 166.500 ευρώ. Ακολούθως οι ισχυρισμοί αυτοί εκτιμώνται ως αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής.

Από τα έγγραφα που τα διάδικα μέρη επικαλούνται και προσκομίζουν τα δικαστικά τεκμήρια που συνάγονται από την προσκομιζόμενη με αριθμό 2295/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων στα πλαίσια της αντιδικίας των διαδίκων μερών, και αναφέρεται ότι εξετάστηκε μάρτυρας κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στο ακροατήριο, τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ), από την ομολογία της εκκαλούσας εναγομένης ως προς το χρόνο παράδοσης του έργου που εκτελέστηκε, πλήρως αποδεικνύονται κατά την κρίση του δικαστηρίου τούτου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που έχουν ουσιώδη εφαρμογή στην έκβαση της δίκης: Η εκκαλούσα εναγομένη είναι η πλοιοκτήτρια του µε ελληνική σηµαία και αριθµό νηολογίου Σάµου …… επιβατηγού – οχηµαταγωγού πλοίου «SS». Η εφεσίβλητη ενάγουσα είναι προσωπική εταιρία, η οποία έχει ως κύρια δραστηριότητα τη γενική επισκευή µηχανών πλοίων και το χονδρικό εµπόριο ανταλλακτικών. Η τελευταία κατάρτισε με την εκκαλούσα στον Πειραιά την 14.3.2011 σύµβαση έργου με αντικείμενο την εκ µέρους της αντικατάσταση της κύριας µηχανής του ως άνω πλοίου µε τη µε αριθµό ……… τύπου 6F 24Τ, 500 ίππων, µεταχειρισµένη μηχανή. Πράγματι η εφεσίβλητη ενάγουσα εκτέλεσε στους Φούρνους της Ικαρίας, όπου βρισκόταν το πλοίο, το έργο που είχε αναλάβει κατά την προαναφερόμενη συμφωνία, δηλαδή τις εργασίες αντικατάστασης της παλαιάς μηχανής και την τοποθέτηση και επισκευή της νέας μεταχειρισμένης έναντι της προσυµφωνηθείσας αµοιβής, η οποία είχε συµφωνηθεί ότι θα καταβαλλόταν µε την αποπεράτωση του έργου και την ανεπιφύλακτη παραλαβή του από την πλοιοκτήτρια εταιρία. Οι εργασίες επισκευής και τοποθέτησης διήρκεσαν από την 14.3.2011 µέχρι την 24.3.2011 και από την 29.3.2011 µέχρι την 10.4.2011. Την 3.5.2011 ολοκληρώθηκε το έργο και το παρέλαβε στους Φούρνους της Ικαρίας ο ορισθείς από την πλοιοκτήτρια αρµόδιος υπάλληλος της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η αντιδικία συνίσταται το ύψος του εργολαβικού ανταλλάγματος. Δηλαδή η εφεσίβλητη ενάγουσα ισχυρίζεται ότι το εργολαβικό αντάλλαγμα ανερχόταν στο ποσό των 220.000 ευρώ και προσκομίζει μετ’επικλήσεως τα πρόχειρα έγγραφα της (προτιμολόγια). Συμφωνα με αυτά από την 14.3.2011 µέχρι την 24.3.2011 τα έξοδα και η αµοιβή των 6 εξειδικευµένων τεχνιτών που απασχολήθηκαν επί 132 ώρες συµφωνήθηκαν στο ποσό των 76.896 ευρώ, από την 29.3.2011 µέχρι την 3.4.2011 τα έξοδα και η αµοιβή των 6 εξειδικευµένων τεχνιτών που απασχολήθηκαν επί 60 ώρες συµφωνήθηκαν στο ποσό των 34.992, από την 4.4.2011 µέχρι την 10.4.2011 τα έξοδα και η αµοιβή των 6 εξειδικευµένων, τεχνιτών που απασχολήθηκαν επί 104 ώρες συμφωνήθηκαν στο ποσό των 60.768 και ότι το κόστος της κύριας µηχανής και των ανταλλακτικών, όπως και οι εργασίες για την αντικατάσταση της κύριας µηχανής του πλοίου ανήλθε στο συνολικό ποσό των 47.344 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω διατείνεται η εφεσίβλητη ενάγουσα ότι η εναγομένη, ήδη εκκαλούσα, της όφειλε συνολικά το ποσό των 220.000 ευρώ, αλλά ότι μέχρι σήμερα της έχει καταβάλει μόνο το ποσό των 31.000 ευρώ με αποτέλεσμα το υπόλοιπο να ανέρχεται σε 166.500 ευρώ. Έτσι πιθανολόγησε το έτος 2013 το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς που μετά από αίτηση περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας της εκκαλούσας εναγομένης και του προαναφερόμενου πλοίου  μέχρι του ποσού των 200.000 ευρώ. Όμως η ενάγουσα εφεσίβλητη αν και έχει το βάρος δεν αποδεικνύει τον αγωγικό αυτό ισχυρισμό στην προκειμένη στην αμφισβητούμενη διαδικασία, μόνο με τα προσκομιζόμενα δικά της πρόχειρα έγγραφα (άρθρο 447 του ΚΠολΔ). Πρωτίστως η εκκαλούσα εναγομένη αρνείται αυτόν τον αγωγικό ισχυρισμό. Επιπλέον όμως η ίδια εφεσίβλητη προέβη σε ενέργειες που κλονίζουν αυτόν τον αγωγικό ισχυρισμό. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι επειδή μετά την καταβολή των 31.000 ευρώ η εκκαλούσα εναγομένη διέκοψε τις καταβολές, η εφεσίβλητη ενάγουσα κατέθεσε σε βάρος της την από 6.7.2012 και µε αριθµό έκθεσης κατάθεσης ………/6.7.2012 αίτηση ασφαλιστικών µέτρων προς το Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, µε αίτηµα τη συντηρητική κατάσχεση του πλοίου µέχρι του ποσού των 280.000 ευρώ (συµπεριλαµβανοµένου τόκων και εξόδων) και µε αίτηµα προσωρινής διαταγής, δηλαδή την απαγόρευση µεταβολής της πραγµατικής και νοµικής κατάστασης του επίδικου πλοίου. Τότε το αίτηµα περί λήψεως προσωρινής διαταγής με το παραπάνω περιεχόμενο έγινε δεκτό. Στη συνέχεια µεταξύ των διαδίκων μερών καταρτίστηκε την 11.7.2012 ιδιωτικό συµφωνητικό συµβιβασµού με το οποίο η εφεσίβλητη ενάγουσα περιόρισε το ύψος του ποσού που της όφειλε η αντίδικος της μόνο στο ποσό των 52.500 ευρώ. Αναφέρεται δε ότι το αναφερόµενο ποσό καθορίσθηκε, µετά από αµοιβαίες υποχωρήσεις και παραχωρήσεις των αντιδίκων, προς αποφυγή περαιτέρω απασχολήσεων και εξόδων και των χρονοβόρων δικαστικών αγώνων, σε  πλήρη και ολοσχερή κατά συµβιβασµό εξόφληση των αξιώσεων της εφεσίβλητης. Για το σκοπό αυτό η εναγομένη εκκαλούσα υποσχέθηκε να καταβάλει στο τέλος κάθε µήνα 5.000 ευρώ, µε πρώτη δόση την 30.9.2012 και τελευταία την 30.6.2013, µε την τελευταία δόση να ανέρχεται στο ποσό των 7.500 ευρώ, ενώ, ρητά, συµφωνήθηκε µεταξύ των διαδίκων μερών ότι η µη εµπρόθεσµη εξόφληση οποιασδήποτε των δόσεων θα ανέτρεπε το ως άνω συµφωνητικό, µε την αυτόματη επαναφορά των µερών στην προ της υπογραφής αυτού θέση. Και ναι μεν η εφεσίβλητη ενάγουσα ισχυρίζεται ότι στα πλαίσια του ως άνω συµβιβασµού, δέχθηκε να µειώσει τόσο πολύ τις απαιτήσεις της έναντι της αντιδίκου της εναγομένης ήδη εκκαλούσας επειδή υπήρχε κίνδυνος να µην κατορθώσει αυτή (η εκκαλούσα) να ανταπεξέλθει στα οικονοµικά της βάρη και το πλοίο να οδηγηθεί σε πλειστηριασµό, στον οποίο οι αξιώσεις της (της εφεσίβλητης ενάγουσας) δεν έχουν προνόµιο, και ότι επιπλέον ήταν γνωστό σε αυτή ότι οι ναυτικοί του πλοίου ήταν απλήρωτοι και είχαν προβεί σε επίσχεση εργασίας. Ότι γνώριζε επίσης ότι η εκκαλούσα εναγομένη αντίδικός της είχε υπογράψει συµβάσεις µε το Δηµόσιο στις οποίες υπήρχαν ρήτρες σε βάρος της για µη εκπλήρωση του έργου της εξυπηρέτησης των άγονων γραµµών, αξιώσεις και ότι όλες αυτές ήταν προνοµιακές. Όμως κανένα αποδεικτικό μέσο δεν προσκομίζεται προς απόδειξη του λογικοφανούς αυτού ισχυρισμού, όπως ένα πιστοποιητικό βαρών του επίδικου πλοίου από το νηολόγιο. Επιπλέον στη δικογραφία υφίσταται έγγραφο της εφεσίβλητης ενάγουσας (προτιµολόγιο) στο οποίο αναγράφεται ότι κατά την εκπλήρωση του έργου (εργασιών επισκευής και τοποθέτησης) απασχολούνταν 3 τεχνικοί καθηµερινά και όχι 6 όπως ισχυρίζεται με την αγωγή της, και ότι το ωροµίσθιο τους ήταν 53 ευρώ και όχι 96 ή 102 ευρώ όπως αναγράφεται στην αγωγή για τον υπολογισμό του υπολοίπου. Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται ότι η οφειλή της εκκαλούσας προς την εφεσίβλητη ανέρχεται στις 9.5.2011 στο συνολικό ποσό των 69.322 ευρώ και ότι χάριν καταβολής αυτού χορηγήθηκαν στην εφεσίβλητη επιταγές συνολικού ύψους 57.401 ευρώ και ότι το υπόλοιπο της οφειλής της εκκαλούσας ανέρχεται την ίδια ημερομηνία στο συνολικό ποσό των 11.921 ευρώ. Και ναι μεν η εφεσίβλητη ενάγουσα ισχυρίζεται ότι το προτιμολόγιο αυτό ήταν εικονικό προκειμένου η εκκαλούσα να εμφανίσει σε τραπεζικό πιστωτικό ίδρυμα το έτος 2011 ότι έχει μειωμένες οφειλές έναντι τρίτων προκειμένου να δανειοδοτηθεί και να αποκτήσει μέσω του δανεισμού ρευστότητα και να εξοφλήσει στη συνέχεια την οφειλή της απέναντι στην εφεσίβλητη, και έτσι πιθανολογήθηκε από το Δικαστήριο που δίκασε με τη διαδικασία περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, πλην όμως ο λογικοφανής αυτός ισχυρισμός, αφενός συνιστά αστική απάτη έναντι πιστωτικού ιδρύματος, και φυσικά παραμένει αναπόδεικτος, αφετέρου δεν συνιστά τεκμήριο ως προς το ύψος της οφειλής κατά την αμφισβητούμενη διαδικασία. Να σημειωθεί περαιτέρω ότι η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα δεν τήρησε τους όρους του ως άνω συµφωνητικού και µέχρι τις 8.4.2013 είχε καταβάλει στην εφεσίβλητη ενάγουσα μόνο το ποσό των 22.500 ευρώ. Επομένως η οφειλή της ανέρχεται στο ποσό των 30.000 ευρώ, γεγονός που αυτή συνομολογεί και ενώπιον του δικαστηρίου τούτου.  Η αγωγή κρίνεται απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς το υπόλοιπο αγωγικό αίτημα διότι η ενάγουσα εφεσίβλητη δεν ανταποκρίθηκε στο σχετικό βάρος απόδειξης.  Ακολούθως όλων των ανωτέρω πρέπει γίνει δεκτή κατά ένα μέρος η από 14.10.2013 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………../2013  αγωγή και να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη εκκαλούσα οφείλει να καταβάλει στην εφεσίβλητη ενάγουσα το ποσό των 30.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο από τις 23.5.2011 (κατά το αγωγικό αίτημα κατ’άρθρο 106 του ΚΠολΔ) δεδομένου ότι αποδείχθηκε ότι το έργο παραδόθηκε στις 3.5.2011 (άρθρα 694 εδ. β και 341 του ΑΚ) και μέχρι την εξόφληση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσία θα συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων μερών σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 179 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4842/2021 (φεκ α 190) και διορθώθηκε με το άρθρο 65 παρ. 1 του ν. 4871/2021 φεκ α 246/10.12.2021 στο οποίο “Το δικαστήριο μπορεί επίσης να συμψηφίσει όλα τα έξοδα ή ένα μέρος των εξόδων, εάν, κατ` εκτίμηση των περιστάσεων, υπήρχε εύλογη αμφιβολία για την έκβαση της δίκης.» και αυτή η διάταξη σύμφωνα με το άρθρο 116 παρ. 1β του ν. 4842/2021 ισχύει από την 1η.1.2022, και εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις και αφορά τα έξοδα της παρούσας δίκης, ή και αυτά της πρωτοβάθμιας δίκης αν εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση. Τέλος το με αριθμό …………./2019 ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως ποσού 100 ευρώ, πρέπει αφού το ένδικο μέσο έγινε δεκτό στην ουσία του να αποδοθεί στην εκκαλούσα που το κατέβαλε κατά την άσκηση του, όπως ειδικότερα εκτίθεται στο διατακτικό (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων την από 2.9.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2019 έφεση  κατά της με αριθμό 551/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία με δικονομικά απούσα την ήδη εκκαλούσα

Δέχεται τυπικά και κατ΄ουσίαν την έφεση.

Διατάσσει την απόδοση στην εκκαλούσα του με αριθμό …………./2019 ηλεκτρονικού παραβόλου εφέσεως ποσού 100 ευρώ που αυτή κατέβαλε κατά την άσκηση της εφέσεως

Εξαφανίζει την με αριθμό 551/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει την υπόθεση επί της από 14.10.2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2013 αγωγής

Απορρίπτει ό,τι έκρινε ως απορριπτέο στο σκεπτικό

Δέχεται κατά ένα μέρος τη με αριθμό ………/2013  αγωγή

Αναγνωρίζει ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000) με το νόμιμο τόκο από τις 23.5.2011

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων μερών

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  την 1η Μαρτίου  2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ