Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 155/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός απόφασης    155/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Ελένη Νικολακοπούλου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ……….., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ………….., τον οποίο στο ακροατήριο εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος, Μαρία Χάλαρη – Ανδρουλάκη.

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ : ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία ……….. η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο, Ιωάννη Αθανασούλια, με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Ο εκκαλών-εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως  ………../9.12.2019 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2755/2020 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, που την δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αμφότερα τα διάδικα μέρη και συγκεκριμένα ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος, με την από 19.2.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……./19.2.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου …………/26.2.2021 έφεση και η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα – εφεσίβλητη ναυτιλιακή εταιρεία με την από 17.5.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ……../17.5.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου …………/28.5.2021 έφεση, που προσδιορίστηκαν να συζητηθούν κατά την στην αρχή της παρούσας αναφερομένη δικάσιμο.

Κατά τη δικάσιμο αυτή οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τις απόψεις τους αναφερόμενοι στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν και προκατέθεσαν αντίστοιχα.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Ι. Οι κρινόμενες : α) από 19.2.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ……./19.2.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……./26.2.2021 έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος –εφεσιβλήτου, ……. και β) από 17.5.2021 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ………/17.5.2021 και προσδιορισμού ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ……./28.5.2021 έφεση της εναγομένης ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «………..», που εδρεύει στη ……… Αττικής, ήδη εκκαλούσας – εφεσιβλήτου, που στρέφονται κατά της υπ’αριθμ.2755/2020 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμωλία των διαδίκων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών (άρθρα 614, 621, 622 ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ) και δέχθηκε εν μέρει, ως και ουσιαστικά βάσιμη, την από 30.11.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως  …………./9.12.2019 αγωγή του πρώτου κατά της δεύτερης, ασκήθηκαν  νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρα 495, 496, 498, 499, 511, 513, 516 § 1, 517 εδαφ.α, 518 § 2 (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται στην προκείμενη περίπτωση, κατ’ άρθρον ένατο παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015) και 520 § 1  ΚΠολΔ,   δεδομένου ότι από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ούτε παρήλθε διετία από την δημοσίευση της, αρμοδίως δε φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 § 2 του Ν. 3994/2011). Πρέπει, επομένως, οι ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και, αφού ενωθούν και συνεκδικαστούν, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση της διεξαγωγής της δίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 524 § 1 εδαφ. α και 591 § 1 ΚΠολΔ, να εξεταστούν περαιτέρω κατά την αυτή ως άνω ειδική διαδικασία, για να ελεγχθούν το παραδεκτό και η βασιμότητα των λόγων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 532, 533 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ. Σημειωτέον ότι, αν και οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την ισχύ του άρθρου 12 § 2 του Ν.4055/2012, δεν απαιτείται για το παραδεκτό τους η κατάθεση του παραβόλου της § 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με τον ανωτέρω νόμο, όπως αντικαταστάθηκε εκ νέου το άρθρο από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.7.2015), λόγω της φύσεως της διαφοράς, ως εργατικής.

ΙΙ. Ο ενάγων, ήδη εκκαλών-εφεσίβλητος, στην από 30.11.2019 αγωγή του, ισχυρίστηκε ότι δυνάμει προσυμφώνου ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου ναυτολογήθηκε με την ειδικότητα του ναύτη και απασχολήθηκε κατά τα αναφερόμενα διαστήματα της περιόδου από 18.5.2018 μέχρι τις 17.4.2019, που απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, στην πραγματικότητα λόγω εκ μέρους του καταγγελίας της σύμβασης, στο υπό ελληνική σημαία φορτηγό οχηματαγωγό ακτοπλοϊκό πλοίο «Π», νηολογίου Χίου με αριθμό…….., κ.ο.χ. 5362,81, πλοιοκτησίας της εναγομένης, το οποίο διενεργούσε τους αναφερόμενους πλόες, όπως αναλυτικά παρατίθενται στους πίνακες, που περιέχονται στο δικόγραφο, αντί του προβλεπομένου από την ισχύουσα συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας (ΣΣΝΕ) για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων μηνιαίου μισθού και ότι καθ’ όλη την διάρκεια των ναυτολογήσεων του πραγματοποιούσε υπερωρίες, εφόσον εργαζόταν καθημερινά, ακόμη και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, επί 14 ώρες κατά μέσον όρο, παρεκτός των χρονικών διαστημάτων από 1.6.2018 έως 7.6.2018 και 5.8.2018 έως 31.8.2018, που απασχολούνταν, επί 16 ώρες κατά μέσο όρο καθημερινά, χωρίς να λαμβάνει ολόκληρη τη νόμιμη υπερωριακή αμοιβή του, ούτε εκείνη, που κανονικά του αναλογούσε, λόγω της εκτέλεσης των αναφερομένων δρομολογίων «εξπρές», ενώ δεν έλαβε ούτε ολόκληρα τα ποσά, που εδικαιούτο για αναλογία δώρου εορτών Χριστουγέννων 2018 και Πάσχα 2019, μήτε το επίδομα ιματισμού, ούτε το αντίτιμο τροφής, ούτε την πλήρη αμοιβή, που δικαιούνταν για την φορτοεκφόρτωση οχημάτων, μήτε την προβλεπόμενη αποζημίωση για τις μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, ούτε την αποζημίωση απόλυσης. Με βάση τα περιστατικά αυτά ζητούσε ο ενάγων, όπως παραδεκτά με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του, που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επαναλήφθηκε στις πρωτόδικες προτάσεις του [άρθρα 223 ΚΠολΔ (όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν.4335/2015), 295§1 και 297 ΚΠολΔ (όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015)] παραιτήθηκε από το αγωγικό κονδύλιο ποσού 3.624,15€, που αφορούσε το αντίτιμο τροφής και κατά τα λοιπά περιόρισε το αρχικώς εξ ολοκλήρου καταψηφιστικό αγωγικό του αίτημα σε εν μέρει αναγνωριστικό, με αναλογικό περιορισμό, κατά ποσοστό 1/3, κάθε αγωγικού κονδυλίου: α)να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει για διαφορά υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 7.231,78€, για επίδομα ιματισμού το ποσό των 236,93€, για αποζημίωση μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων το ποσό των 323,46€, για πρόσθετη αμοιβή λόγω φορτοεκφόρτωσης οχημάτων το ποσό των 4.076,76, για διαφορά επιδόματος Χριστουγέννων 2018 το ποσό των 1.437,62€, για διαφορά επιδόματος Πάσχα έτους 2019 το ποσό των 815,01€, για διαφορά αμοιβής δρομολογίων εξπρές το ποσό των 1.200,52€ και για αποζημίωση απόλυσης το ποσό των  2.167,08€ και β) να αναγνωριστεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει για τις ίδιες ως άνω αιτίες επιπλέον τα ποσά των 3.615,89€, 188,46€, 161,73€, 2.038,37€, 718,80€, 407,50€, 600,25€ και 1.083,53€ αντίστοιχα, νομιμοτόκως από την απόλυση του, όπως αναλυτικά εκτίθενται τα επιμέρους ποσά, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, ακολούθως την έκανε εν μέρει δεκτή, κατ’ουσίαν και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα 3.677,21€ για πρόσθετη αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης, 110,47€ για αποζημίωση μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων, 686,08€ για επίδομα Χριστουγέννων έτους 2018, 428,2€ για επίδομα Πάσχα έτους 2019 και 46,25€ για αμοιβή δρομολογίων εξπρές και συνολικά το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εννιακοσίων σαράντα οκτώ ευρώ και είκοσι ενός λεπτών (4.948,21€), νομιμοτόκως από την επομένη της απόλυσης του.

Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται ήδη με τις ένδικες εφέσεις αμφότεροι οι διάδικοι για τους αναφερομένους λόγους αντίστοιχα, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, ζητούν την τυπική και ουσιαστική παραδοχή των εφέσεων τους, κατά τα προσβαλλόμενα κεφάλαια, την εξαφάνιση, άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την αναδίκαση της αγωγής από το Δικαστήριο τούτο και την εν συνόλω παραδοχή και απόρριψη της αντιστοίχως.

III. Με τα άρθρα 11, 12 παρ. 1 ,13 παρ.1, 2 & 5 και 18 παρ.1 της ΥΑ 2242.5-1.5/80350/2018 (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018) «Κύρωση Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2018» του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση,  ορίζονται τα ακόλουθα : « …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία  ώρα διακοπή. … Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανόμενων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής : Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακή αμοιβή του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%… Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς , σύμφωνα με την παραγρ. 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… α. Η 1η του Έτους, β. Η εορτή των Θεοφανείων. γ. Η Καθαρή Δευτέρα, δ. Η 25η Μαρτίου, ε. Η Μεγάλη Παρασκευή, στ. Η Δευτέρα του Πάσχα. ζ. Η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η. Η 1η Μαΐου. θ. Η ημέρα της Αναλήψεως. ι. Η 15η Αυγούστου. ια. Η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ. Η 28η Οκτωβρίου, ιγ. Η ημέρα του Αγίου Νικολάου. ιδ. Η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε. Η δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων…. ».

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην  ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα αμοιβών και τις σχετικές διατάξεις, περί των αποδοχών ναύτη, ορίζονται τα ακόλουθα : Ο βασικός μηνιαίος μισθός στο ποσό των 1.181,15 ευρώ, το επίδομα Κυριακής στο ποσό των 259,86 ευρώ, το αντίτιμο τροφής στο ποσό των 19,59 ευρώ ημερησίως (άρθρο 3), το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας  στο ποσό των 35,92 ευρώ (άρθρο 8 παρ.13) και οι αποδοχές άδειας μετά τροφοδοσίας σε 425,45 ευρώ [1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών = 1.441,01 € Χ 1/22 = 65,50 € Χ 5 ημέρες = 327,5 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,59 Χ 5) = 97,95 €].

Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα υπερωριακής αμοιβής κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6, προκειμένου περί ναύτη, η υπερωριακή αμοιβή ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,54 € (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 10,25 € (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Επισημαίνεται, περαιτέρω, καθ’ όσον αφορά ειδικώς στην υπερωριακή απασχόληση κατά την ήμερα της Κυριακής, ότι οι ως άνω Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας προβλέπουν στο άρθρο 6 ότι «Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς, για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι, καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος δια τας μέχρι οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχομένη μηνιαίως σε ποσοστό είκοσι δύο τοις εκατόν (22%) επί του μισθού ενεργείας, που προβλέπεται από το άρθρο 1 παρ. 1 της παρούσας Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι το επίδομα αυτό θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας», δηλαδή το ειδικό αυτό επίδομα συνιστά ιδιαίτερη αμοιβή για την παρεχομένη εντός του βασικού οκταώρου εργασία κατά τις Κυριακές, η οποία δεν θεωρείται υπερωριακή, ενώ αντιθέτως υπερωριακή θεωρείται η πέραν του οκταώρου εργασία της Κυριακής, αμειβομένη, όμως, με προσαύξηση 25% και όχι 50% (ΕφΠειρ 328/2014, ΕφΠειρ 626/2014, ΕφΠειρ 630/2014, ΕφΠειρ 27/2011, ΕφΠειρ 803/2009, ΕφΠειρ 529/2009, ΕφΠειρ 1128/2006, ΕφΠειρ 735/2006 ΕΝΔ 34 351, ΕφΠειρ 236/2006, ΕφΠειρ 741/2005 ΕΝΔ 33.444, ΕφΠειρ 567/2005 ΕΝΔ 33.345, ΕφΠειρ 608/2001 ΕΝΔ 29.446).

IV. Από τις υπ’αριθμ. …./14.2.2020 και ……../19.2.2020 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων, ……… και ……., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά και του Συμβολαιογράφου Λήμνου ………. αντίστοιχα, που λήφθηκαν με επιμέλεια του ενάγοντος-εκκαλούντος-εφεσιβλήτου μετά από νομότυπη κλήτευση της εναγομένης – εκκαλούσας -εφεσιβλήτου, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 (υπ’ αριθμ……./11.2.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών …………) και την υπ’αριθμ……./24.2.2020 ένορκη βεβαίωση του ………., ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που λήφθηκε με την επιμέλεια της εναγομένης-εκκαλούσας-εφεσίβλητης, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του αντιδίκου, κατ’άρθρο 422παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 του Ν.4335/2015 (υπ’αριθ……/19.2.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………….), οι οποίες εκτιμώνται από το Δικαστήριο κατά το μέτρο της αξιοπιστίας και το βαθμό της γνώσεως εκάστου μάρτυρα, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, ανεξάρτητα αν τα προσκομιζόμενα έγγραφα πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 340 παρ.1 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό προς τις μερικές μόνον παραδοχές και ομολογίες των διαδίκων, που συνάγονται από τα δικόγραφα τους και εκτιμώνται, κατ’ άρθρα 264 εδαφ. β, 352 § 1 και 591 § 1 ΚΠολΔ, αλλά και προς τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ) και της λογικής, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν, μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης ναυτικής εταιρείας εδρεύουσας στην …… με την επωνυμία «……..», πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία φορτηγού οχηματαγωγού ακτοπλοϊκού πλοίου «Π», νηολογίου Χίου με αριθμό ….., κ.ο.χ. 5362,81 και του ενάγοντος, ………., απογεγραμμένου ναυτικού, ο τελευταίος ναυτολογήθηκε, με την ειδικότητα του ναύτη, στο ως άνω πλοίο, αντί των προβλεπομένων αποδοχών και σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας για τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων και παρείχε τις υπηρεσίες του από 18.5.2018 έως 7.6.2018, οπότε απολύθηκε στον Πειραιά αμοιβαία συναινέσει, από 5.8.2018 έως 31.10.2018, που απολύθηκε για τον ίδιο λόγο και από 1.2.2019 έως 17.4.2019 οπότε απολύθηκε στον Πειραιά ομοίως αμοιβαία συναινέσει. Ειδικότερα, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, τις πάσης φύσεως αποδοχές του ρύθμιζε η από 9.2018 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων ΣΣΝΕ του έτους 2018, που κυρώθηκε με την υπ’αριθμ.2242.5-1.5/80350/2018 υπουργική απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018). Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της, ως άνω, εφαρμοζομένης ΣΣΝΕ, ο βασικός μισθός του ενάγοντος, ως ναύτη, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα και τα προβλεπόμενα επιδόματα προσδιορίζονταν ως εξής: 1.181,15 € μισθός ενεργείας, 259,86 € επίδομα Κυριακών, 35,92 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας, 587,70 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,59 € Χ 30), 425,45 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας [1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών = 1.441,01 € Χ 1/22 = 65,50 € Χ 5 ημέρες = 327,5 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,59 Χ 5) = 97,95 €]. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στην ανωτέρω υπουργική απόφαση πίνακα υπερωριακής αμοιβής, κατά βαθμό και ειδικότητα με βάση το ωρομίσθιο, του άρθρου 13 παρ.6, προκειμένου περί ναύτη, η υπερωριακή αμοιβή ορίστηκε αντίστοιχα σε 8,54 € (με προσαύξηση 25%) για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές και 10,25 € (με προσαύξηση 50%) για κάθε ώρα εργασίας κατά τα Σάββατα και τις αργίες.

Περαιτέρω, από τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια των, ως άνω, ναυτολογήσεων του ενάγοντος, παρεκτός της χρονικής περιόδου από 27.9.2018 μέχρι 15.10.2018, που αυτό είχε διακόψει τους πλόες, διότι εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης του, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκά, κυρίως κυκλικά, δρομολόγια, από το λιμάνι του Πειραιά προς Χανιά, Μύκονο-Κω-Ρόδο, Χίο-Μυτιλήνη-Λήμνο-Θεσσαλονίκη και Μύκονο-Χίο-Μυτιλήνη. Ειδικότερα, κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα, το πλοίο εκτελούσε βασικά τα ακόλουθα δρομολόγια εβδομαδιαίως, όπως αυτά εκτίθενται στους αντίστοιχους πίνακες, ως προς έκαστο αναφερόμενο χρονικό διάστημα, την αντίστοιχη ημέρα της εβδομάδας, το εκάστοτε λιμάνι αφετηρίας και προορισμού και τον χρόνο άφιξης και αναχώρησης αντίστοιχα και συγκεκριμένα:

  1. Από 23.5.2018 έως 31.8.2018
ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Χίος 3.30 4.00 Χανιά 7.00 20.00 Πειραιάς 6.00 17.30
Πειραιάς 14.00 20.00       Μύκονος 23.59  
ΠΕΜΠΤΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΑΒΒΑΤΟ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Μύκονος   00.20 Μύκονος 5.20 5.40 Χίος 3.20 4.00
Κως 8.10 8.50 Πειραιάς 11.55 17.00 Μυτιλήνη 7.30 9.30
Ρόδος 13.15 17.00       Λήμνος 15.50 16.30
Κως 21.15 21.45            
               
ΚΥΡΙΑΚΗ  
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.  
Θεσ/νικη 1.10 6.00  
Λήμνος 15.00 15.30  
Μυτιλήνη 21.50 23.59  

 

  1. Από 1.11.2018 έως 31.3.2019
ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Χίος 2.00 2.40 Χανιά 7.00 20.00 Πειραιάς 6.00 17.30
Πειραιάς 13.00 20.00            
ΠΕΜΠΤΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΑΒΒΑΤΟ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Χίος 3.45 4.30 Πειραιάς 6.40 17.00 Χίος 3.20 4.00
Μυτιλήνη 8.00 16.00       Μυτιλήνη 7.30 9.30
Χίος 19.30 20.20       Λήμνος 15.50 16.30
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Θες/νικη 1.10 4.30
Λήμνος 13.15 14.00
Μυτιλήνη 20.20 22.30
  1. Από 1.4.2019 έως 31.10.2019
ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Χίος 2.00 2.40 Χανιά 7.00 20.00 Πειραιάς 6.00 17.30
Πειραιάς 13.00 20.00       Μύκονος 23.45  
ΠΕΜΠΤΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΑΒΒΑΤΟ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ. ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Μύκονος   00.15 Μύκονος 1.25 1.55 Χίος 3.20 4.00
Χίος 5.25 6.00 Πειραιάς 8.10 17.00 Μυτιλήνη 7.30 09.30
Μυτιλήνη 9.30 18.30       Λήμνος 15.50 22.30
Χίος 20.00 20.45            
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΛΙΜΑΝΙ ΑΦΙΞΗ ΑΝΑΧ.
Θες/νικη 1.10 4.30
Λήμνος 1.15 14.00
Μυτιλήνη 20.20 22.30

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά τα, ως άνω, χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του, που τo εν λόγω πλοίο εκτελούσε τα ανωτέρω δρομολόγια, απασχολούνταν σε καθήκοντα σχετικά με την ειδικότητα του ναύτη, σύμφωνα με το άρθρο 62 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων (Β.Δ. 683/1960), είτε σε δύο εναλλασσόμενες τετράωρες βάρδιες ανά 24ωρο, είτε ως ημερεργάτης (dayman/ντεϊμάνης), τα δε καθήκοντα αυτά εναλλάσσονταν περιοδικά, απασχολούμενος ακόμα και ως ναύτης βάρδιας, εκτός από τις φυλακές γέφυρας και καταπέλτη και τις περιπολίες στο πλοίο, ακόμα και πριν την έναρξη της βάρδιας του είτε μετά τη λήξη της, με τις εργασίες που αφορούν την ως άνω ειδικότητα του, ήτοι την πρόσδεση και την απόδεση του πλοίου κατά τον κατάπλου και απόπλου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση των οχημάτων στους χώρους στάθμευσης (γκαράζ) αυτού, καθώς και με εργασίες καθαριότητας των χώρων τούτων, των καταστρωμάτων, των κλιμακοστασίων και εν γένει των εξωτερικών μερών του πλοίου, τόσο εν πλω, στην έκταση που κάτι τέτοιο ήταν εφικτό, όπως με την αποκομιδή σκουπιδιών, όσο και σε λιμένα και ιδίως στο λιμάνι τελικού προορισμού του εκάστοτε δρομολογίου και κατά την επιστροφή στο λιμάνι αφετηρίας, όπου λάμβαναν χώρα πιο εκτεταμένες και εξειδικευμένες εργασίες καθαρισμού, καθώς επίσης ασχολούνταν με εργασίες συντήρησης και το βάψιμο διαφόρων χώρων του πλοίου. Ωστόσο, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών, που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και ιδίως λόγω των κατάπλων του στα διάφορα, ως άνω, ενδιάμεσα λιμάνια και του μεγάλου αριθμού των εκάστοτε φορτωμένων και εκφορτωμένων μεταφερομένων οχημάτων, ο ενάγων απασχολούνταν με τις προεκτιθέμενες εργασίες της ειδικότητας του καθημερινώς συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων και Κυριακών και μάλιστα πέραν της προβλεπομένης οκτάωρης διάρκειας της εργασίας του, αφού αυτή δεν επαρκούσε, λόγω της προαναφερθείσας φύσης και της διάρκειας των αλλεπάλληλων δρομολογίων, που διενεργούσε το εν λόγω πλοίο και των μεγάλων λιμένων προσέγγισης με ιδιάζουσα μεταφορική κίνηση. Έτσι, ο ενάγων πραγματοποιούσε υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου της ημερήσιας απασχόλησης του, προκειμένου να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του, που αφορούν τις ως άνω εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων δεν επαρκούσε απασχόληση μόνον οκτώ ωρών, ενόψει της συνάρτησης τους με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεομένων με την διαρκή εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων ακτοπλοϊκών γραμμών και δεν απασχολούνταν μόνο εντός των χρονικών  ορίων της βάρδιας του, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγομένη, προς επίρρωση του ισχυρισμού της ότι δεν παρείχε υπερωρίες. Εξάλλου, η ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων χρονικών ορίων δεν αποκλείεται από το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον αυτή η πληρότητα αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και δεν καταδεικνύει την ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία, όπως αβασίμως υπολαμβάνει η εναγομένη, γεγονός άλλωστε που επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι και όπως συνομολογείται  από την εναγομένη (αρθ. 352 ΚΠολΔικ) αναγνωριζομένης  εκ προοιμίου της ανάγκης  υπερωριακής εργασίας του.

Για την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο με διαφοροποίηση, ως προς την χρονική διάρκεια της, κατέθεσαν ενόρκως οι μάρτυρες των διαδίκων, συντασσομένων των, ως άνω, ένορκων βεβαιώσεων, οι καταθέσεις των οποίων λαμβάνονται υπόψη κατά το μέτρο αξιοπιστίας και κατά το λόγο γνώσεως καθενός και συνεκτιμώνται ελευθέρως μετά των λοιπών αποδεικτικών μέσων, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, το δε γεγονός ότι οι μάρτυρες του ενάγοντος, ………. και ……….., βρίσκονται σε αντιδικία με την εναγομένη σε άλλες εκκρεμείς δίκες επί ασκηθεισών αγωγών για την προάσπιση των εργασιακών τους δικαιωμάτων, δεν αναιρεί την μαρτυρία τους, ούτε την καθιστά αναξιόπιστη, μήτε εξαιρετέα, εφόσον δεν θεωρείται ότι έχουν άμεσο και βέβαιο συμφέρον, ως αναγκαία συνέπεια της  έκβασης της προκειμένης δίκης, ως αβασίμως υποστηρίζει αντίθετα η εναγομένη με την συναφή αιτίαση, που διαλαμβάνεται στον πρώτο λόγο της έφεσης της, ο οποίος κρίνεται απορριπτέος, κατά το μέρος αυτό, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Ενόψει των προαναφερθέντων, που αφορούν τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του εν λόγω πλοίου, της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του, σε συνδυασμό με το γεγονός της σταθερής καταβολής κάθε μήνα σ’αυτόν χρηματικών ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, συνάγεται ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος, κατά τα ως άνω χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του, όταν το εν λόγω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, ήταν δώδεκα (12) ώρες και όχι δεκατέσσερις (14) και δεκαέξι (16) από 1.6.2018 έως 7.6.2018 και 5.8.2018 έως 31.8.2018, όπως αυτός αβασίμως ισχυρίζεται. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, κατά την επίδικη χρονική περίοδο από 27.9.2018 έως 15.10.2018, που το πλοίο είχε διακόψει τους πλόες και εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης του, ο ενάγων απασχολούνταν με τα συναφή με την ειδικότητα του καθήκοντα επί οκτώ (8) ώρες ημερησίως και όχι δεκατέσσερις (14), ως αβασίμως ισχυρίζεται.

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την οικεία Σ.Σ.Ν.Ε., ο ενάγων παρείχε, αφενός, όταν το επίδικο πλοίο εκτελούσε δρομολόγια, κατά τις καθημερινές και Κυριακές τέσσερις (4) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και τις αργίες δώδεκα (12) ώρες τέτοιας εργασίας και αφετέρου, όταν τούτο ήταν ακινητοποιημένο για εργασίες επισκευής και συντήρησης, κατά τα Σάββατα οκτώ (8) ώρες υπερωρίας, απορριπτομένων των μεν αγωγικών ισχυρισμών, ως προς το υπερβάλλον, που επαναφέρονται με τον πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, των δε ισχυρισμών της εναγομένης, που προβλήθηκαν πρωτοδίκως και διαλαμβάνονται στον σχετικό πρώτο λόγο της έφεσης της, ότι η υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος στο ανωτέρω πλοίο της δεν υπερέβαινε εκείνη, που αντιστοιχούσε στην κατ’ αποκοπή αμοιβή, που είχε συμφωνηθεί και ελάμβανε μηνιαίως, ως ουσιαστικά αβασίμων, εφόσον δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα μη δυνάμενοι να δικαιολογηθούν υπό τις εκτιθέμενες περιστάσεις. Το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η πλοιοκτήτρια εναγομένη, δια του προεστημένου οργάνου της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 157 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της ισχύουσας Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων και το γεγονός ότι ο ενάγων υπέγραφε το εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορεί να αποτελέσει δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών τούτου (ΕφΠειρ 452/2010, ΕφΠειρ 768/2003, ΕφΠειρ 1/2003, ΕφΠειρ 778/2001 αδημ.).

Εξάλλου, ο ισχυρισμός που προβάλλεται πρωτοδίκως από την εναγομένη και επαναφέρεται με τον πρώτο λόγο της έφεσης της, ότι καθ’ όλη την διάρκεια των ετών, που ο ενάγων επαναυτολογούνταν στο εν λόγω πλοίο της, ουδέποτε εξέφρασε παράπονο  σχετικά με την εργασία του λαμβάνοντας τις μηνιαίες αποδοχές του, χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη, δεν αναιρεί το αποδεικνυόμενο γεγονός ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς πέραν των υπερωριών, που πληρωνόταν με την κατ’ αποκοπή συμφωνημένη αμοιβή, η δε ανεπιφύλακτη προσυπογραφή των μισθοδοτικών λογαριασμών λάμβανε χωρά αναγκαστικά υπό τον φόβο της απόλυσης του, αν διαμαρτυρόταν, άλλωστε τούτο δεν συνεπάγεται σιωπηρή παραίτηση  του ενάγοντος από τις επίδικες αξιώσεις του και σε κάθε περίπτωση είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νομιμά δικαιώματα του που πηγάζουν  είτε από τον νομό είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατωτέρα όρια προστασίας είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ).

Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε ότι ο ενάγων εργάζονταν στο εν λόγω πλοίο καθημερινά, καθώς και τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, επί δέκα (10) ώρες, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τον συναφή πρώτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος – εκκαλούντος, που κρίνεται εν μέρει βάσιμος κατ’ουσίαν, απορριπτομένου του πρώτου λόγου της έφεσης της εναγομένης, καθ’ο μέρος πλήττει τις επιδικασθείσες με την εκκαλουμένη ελάσσονες ώρες υπερωριακής απασχόλησης, ως ουσιαστικά αβασίμου.

Υπό τις ανωτέρω παραδοχές και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της, ως άνω, εφαρμοζομένης Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας, ο ενάγων, που εργάστηκε υπερωριακώς, όπως προεκτέθηκε, κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του στο επίδικο πλοίο με την ειδικότητα του ναύτη, δικαιούται για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 25%, για δε τα Σάββατα και τις αργίες υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 50%, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, το ποσό των 8,54 € για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των 10,25 € για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης τις αργίες και τα Σάββατα αντίστοιχα. Επομένως, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του από 18.5.2018 έως 7.6.2018, 5.8.2018 έως 31.10.2018 και 1.2.2019 έως 17.4.2019, παρεκτός του διαστήματος από 27.9.2018 έως 15.10.2018, που το πλοίο είχε διακόψει τους πλόες, προς διενέργεια εργασιών επισκευής και συντήρησης, οπότε απασχολούνταν καθημερινά επί οκτώ ώρες, δηλαδή πραγματοποίησε υπερωρίες μόνο κατά τα Σάββατα, δικαιούται τα ακόλουθα ποσά : α) για υπερωριακή αμοιβή 110 καθημερινών, μετ’αφαίρεση των ημερών που έλαβε άδεια διανυκτέρευσης (2.9.18, 3.9.2018, 5.3.2019, 6.3.2019 και 5.4.2019) και 23 Κυριακών, ήτοι 133 ημερών  Χ 4 ώρες υπερωρίας = 532 Χ 8,54 ευρώ το ωρομίσθιο = 4.543,28 ευρώ, β) για υπερωριακή αμοιβή 21 Σαββάτων (πλην του Σαββάτου 6.4.2019, που είχε άδεια διανυκτέρευσης) και 6 αργιών, ήτοι 27 ημερών Χ 12 ώρες = 336 υπερωρίες Χ 10,25 το ωρομίσθιο = 3.444 ευρώ και γ) για υπερωριακή αμοιβή 3 Σαββάτων Χ 8 ώρες = 24 υπερωρίες Χ 10,25 το ωρομίσθιο =  246 ευρώ και συνολικά 8.233,28 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε από την εναγομένη το συνολικό ποσό των 2.799,68 ευρώ για υπερωρίες κατά τα  Σάββατα και τις αργίες, όπως προκύπτει από τους πρoσκoμιζόμενoυς λογαριασμούς μισθοδοσίας του, κατά παραδοχή μερικώς της ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, που επαναφέρεται με την έφεση της, ως ουσιαστικά βάσιμης, οπότε εξακολουθεί να του οφείλεται, ως υπερωριακή αμοιβή, το ποσό των 5.433,60 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι, για την ως άνω αιτία, οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των  3.677,21 ευρώ (3.063,82€ + 613,39€), με βάση λιγότερες από τις επιδικασθείσες με την παρούσα υπερωρίες και κατά παραδοχή της ένστασης εξόφλησης, κατά το ποσό των 2.233,11 ευρώ (1.838,68€ + 394,43€), που συνομολόγησε ο ενάγων, αντί του καταβληθέντος ακαθάριστου  ποσού ανερχομένου σε  2.799,68  ευρώ, έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, δεκτών γενομένων εν μέρει του σχετικού πρώτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος και πρώτου εκείνου της έφεσης της εναγομένης, που αποδίδουν στην εκκαλουμένη τις εν λόγω πλημμέλειες αντίστοιχα, ως ουσιαστικά βασίμων.

Περαιτέρω, από τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από την εναγομένη από 19.12.2017, 19.6.218 και 19.12.2018 τιμολόγια, ποσού 973,40€, 835€ και 973,40€ αντίστοιχα, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, αποδεικνύεται ότι καλύπτονταν τοιουτοτρόπως οι ανάγκες ειδικού ιματισμού, που έπρεπε να φέρει ο ενάγων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, κατ’ άρθρο 5 της οικείας ως άνω ΣΣΝΕ, απορριπτομένου του συναφούς αγωγικού κονδυλίου των 355,39 ευρώ για επίδομα ιματισμού, ως ουσιαστικά αβασίμου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως, ορθά εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων των αντίθετων αιτιάσεων, που περιλαμβάνονται στον δεύτερο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, ως ουσιαστικά αβασίμων.

V. Εξάλλου, στο υπό τον τίτλο «Διανυκτέρευση εις λιμένα» άρθρο 16 της ως άνω ΣΣΝΕ, ορίζεται ότι «Κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει τα της υπηρεσίας των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά τον μήνα κατά τους μήνας Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους λοιπούς μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν (§ 1). Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο ήτοι το 1/22 του υπό της Συλλογικής Συμβάσεως προβλεπομένου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 (§ 2). Για την παρεχομένη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή (§3).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ανωτέρω επικαλούμενα και προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται, ότι ο ενάγων δεν έλαβε όλες τις προβλεπόμενες διανυκτερεύσεις, κατά τα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησης του στο πλοίο «Π», από 18.5.2018 έως 7.6.2018, 5.8.2018 έως 31.10.2018 και 1.2.2019 έως 17.4.2019, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, παρά μόνο δύο κατά τον μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2018 (2.9.18 και 3.9.2018), δύο τον Μάρτιο 2019 (5.3.2019 και 6.3.2019)  και δύο τον Απρίλιο του έτους 2019 (5.4.2019 και 6.4.2019), ήτοι συνολικά του χορηγήθηκαν 6 άδειες διανυκτέρευσης, όπως προκύπτει από τις οικείες εγγραφές στο ημερολόγιο γέφυρας, αντίγραφα του οποίου προσκομίζονται αποσπασματικά, σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα. Άλλωστε, από μόνο το γεγονός της διανυκτέρευσης του πλοίου σε κάποιο λιμάνι, δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι ο ενάγων λάμβανε άδεια διανυκτέρευσης, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εναγομένη, αντίθετα αποδείχθηκε ότι κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, δεν κατέστη δυνατή η διανυκτέρευση του ενάγοντος στο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, με εξαίρεση τις ανωτέρω ημερομηνίες, που του παρασχέθηκε διανυκτέρευση για ανάπαυση και αναψυχή και έγινε μνεία από τον πλοίαρχο στο ημερολόγιο του πλοίου, ενώ κατά τα λοιπά ήταν υποχρεωμένος να παραμένει στο πλοίο και να εργάζεται για τις ανάγκες του. Επομένως, δεδομένου ότι έπρεπε να του χορηγηθούν 9 άδειες διανυκτερεύσεως, παρεκτός του Αυγούστου 2018, που δεν εργάστηκε πλήρη μήνα και ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνει την εν λόγω αξίωση, ήτοι μία τον Σεπτέμβριο 2018 και δύο έκαστο των λοιπών μηνών, Οκτωβρίου 2018, Φεβρουαρίου 2019 και Μαρτίου 2019, πλην Μαΐου 2018 και Απριλίου 2019, που δικαιούται από μία, εφόσον εργάστηκε μισό μήνα και Ιουνίου 2018, που δεν δικαιούται διανυκτέρευσης, εφόσον απολύθηκε στις 7.6.2018, ενώ του χορηγήθηκαν έξι, ο ενάγων δικαιούται να λάβει την προβλεπόμενη αποζημίωση διανυκτέρευσης για τις υπόλοιπες 3 τέτοιες άδειες, που δεν έλαβε, ήτοι αποζημίωση 53,69 ευρώ για κάθε διανυκτέρευση (μισθός ενεργείας 1.181,15 € μισθός ενεργείας ευρώ Χ 1/22) και συνολικά δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 161,07 (53,69 ευρώ Χ 3) ευρώ. Έναντι τούτου έλαβε το ποσό των 211,61 ευρώ, κατά παραδοχή της ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, απορριπτομένου του ισχυρισμού της περί αχρεώστητης παροχής, ως αβασίμου και συνεπώς, ουδέν του οφείλεται. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι οφείλεται στον ενάγοντα για την αιτία αυτή το ποσό των 110,47 ευρώ, κατά μερική παραδοχή της ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, εσφαλμένα εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, δεκτού γενομένου του δεύτερου λόγου της έφεσης της εναγομένης, ως ουσιαστικά βάσιμου και απορριπτομένου  του τρίτου εκείνου της έφεσης του ενάγοντος, που παραπονείται για την μη παραδοχή του συναφούς αγωγικού κονδυλίου στο σύνολο του, ως ουσιαστικά αβάσιμου.

Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των προαναφερόμενων ναυτολογήσεων του ενάγοντος φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο «Π» στα λιμάνια του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, των Χανίων και της Ρόδου, συνολικά 12.544 οχήματα, εκ των οποίων 10.920 φορτηγά και 1.624 επιβατηγά ιδιωτικής χρήσης, λαμβανομένου υπόψη ότι για τα υπόλοιπα λιμάνια που κατέπλεε, δεν γίνεται επίκληση ούτε προσκόμιση συγκεκριμένων πρόσφορων στοιχείων. Ενόψει τούτων, σύμφωνα με το άρθρο 30 της εφαρμοζόμενης ΣΣΝΕ, δεδομένου ότι, κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα απασχολούνταν με την φορτοεκφόρτωση και έχμαση των οχημάτων στο επίδικο πλοίο, έξι ναύτες και ένας ναύκληρος, που ήταν ναυτολογημένοι σ’αυτό, ο ενάγων δικαιούται ως πρόσθετη αμοιβή για φορτοεκφόρτωση οχημάτων το ποσό των 2.140 € [(10.920 φορτηγά Χ 1,29€ = 14.086,80 : 7 = 2.012,40 €) + (1.624 ΙΧΕ Χ 0,55€ = 893,20 € : 7 =127,60 €)]. Έναντι του ποσού αυτού ο ενάγων έλαβε, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη και προκύπτει από τους επικαλούμενους και προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, το ποσό των 2.515,48 ευρώ (158,80 + 184,27 + 420,62 + 409,21 + 172,81 + 396,98 + 433,72 + 339,07€) και συνεπώς, η κρινόμενη αξίωση του πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ότι ουδέν του οφείλεται για την αιτία αυτή, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την παρούσα (534ΚΠολΔ), ορθά, κατ’αποτέλεσμα, εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένου του τέταρτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος, που υποστηρίζει τα αντίθετα, ως ουσιαστικά αβασίμου.

VI. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 της εφαρμοζομένης Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, που τιτλοφορείται “Δρομολόγια εξπρές”, συνάγεται ότι: α) σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία (του ΥΕΝΑΝΠ ή ΥΘΥΝΑΛ) και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον 6 ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο, εάν δε αυτό κατ’ εξαίρεση δεν καθίσταται δυνατό, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως αυτή καθορίζεται στο ως άνω άρθρο (παρ. 1 και 2 αυτού), β) ως δρομολόγια, για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα η πρόσθετη αυτή αμοιβή, θεωρούνται εκείνα, για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού (παρ. 3 «δρομολόγια εξπρές»), γ) η πρόσθετη αυτή αμοιβή προβλέπεται για όλα τα «εξπρές» δρομολόγια, με την ως άνω έννοια, που αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά – επιβατηγά πλοία, που δεν έχουν τακτικές καθημερινές, τουλάχιστον έξι αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας και υπολογίζεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παραγράφους 4 και 7 του ως άνω άρθρου, βάσει των ωρών πρόωρης αναχωρήσεως του πλοίου εβδομαδιαίως, τακτικά δε θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα ώρα, έστω και αν η ώρα απόπλου δεν είναι η ίδια κάθε ημέρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, δ) ειδικώς, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, η πρόσθετη αυτή αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των πέντε δρομολόγια την εβδομάδα (παρ. 5, που αποτελεί διάταξη ειδικότερη εκείνης της παρ. 3), οι ναυτικοί δηλ. που εργάζονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία που έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις και εκτελούν περισσότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην προαναφερθείσα §7 του άρθρου αυτού, με τη διαφορά ότι ο αριθμός των δρομολογίων εξπρές δεν υπολογίζεται κατά την §4 αλλά κατά τα οριζόμενα στην §5 του ίδιου άρθρου, ε) τέλος, κατ’ εξαίρεση που εισάγεται με την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου, οι διατάξεις του δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται, έτσι, οι ναυτικοί δεν δικαιούνται την πρόσθετη αυτή αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές» σε ημερόπλοια, δηλαδή σε πλοία που εκτελούν πλόες κατά τις ώρες από 07.00 έως 23.00 και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν, κατ’ εξαίρεση, δηλαδή της εξαίρεσης αυτής (επάνοδο στον κανόνα), τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγια τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή κατά τις ώρες από 23.00 μέχρι 07.00 της επομένης ημέρας (ΑΠ 259/2014 ΕΝαυτΔ 2014 27, ΕφΠειρ 517/2011, ΕφΠειρ 55/2011, ΕφΠειρ 764/2010, ΕφΠειρ 663/2008 αδημ.). Ειδικότερα, οι ναυτικοί, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις των ανωτέρω Σ.Σ.Ν.Ε., δικαιούνται αμοιβής ίσης προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από τον κατάπλου κατά εβδομάδα δια του αριθμού 8, ή το γινόμενο του αριθμού των πέραν των πέντε δρομολογίων του πλοίου κατά εβδομάδα, αντιστοίχως, επί το 1/30ο ή 1/60ο ή 1/120ο  του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, εάν το κυκλικό ταξίδι διαρκεί τουλάχιστον 12 ώρες ή τουλάχιστον 6 ώρες ή μέχρι 6 ωρών, αντιστοίχως (ΑΠ 259/2014 ΕΝαυτΔ 2014 27, ΕφΠειρ 716/2011 ΕΝαυτΔ 2012 107, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97).

Εν προκειμένω, αποδεικνύεται ότι κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα, που υπηρετούσε ο ενάγων στο ως άνω πλοίο, πραγματοποιήθηκαν δρομολόγια, που είχαν το χαρακτήρα «εξπρές», κατά την προεκτεθείσα έννοια, δεδομένου ότι, σύμφωνα με  τους αναλυτικώς παρατιθέμενους ανωτέρω πλόες, κατά τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα το επίδικο πλοίο εκτελούσε λιγότερα από πέντε κυκλικά ταξίδια κάθε εβδομάδα, ενώ η διάρκεια του εκάστοτε κυκλικού ταξιδιού ήταν μεγαλύτερη των δώδεκα ωρών και επεκτείνονταν και κατά την διάρκεια της νύχτας, από τον κατάπλου δε στο λιμάνι αφετηρίας το πλοίο απέπλεε πριν τη συμπλήρωση παραμονής έξι ωρών. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι κατά τα χρονικά διαστήματα από 23.5.2018 έως 7.6.2018 και από 5.8.2018 έως 31.8.2018, το πλοίο «Π» κάθε Παρασκευή κατέπλεε στο λιμάνι αφετηρίας τον Πειραιά στις 11.55 και αναχωρούσε στις 17:00, ήτοι μία ώρα πριν τη συμπλήρωση έξι ωρών από τον κατάπλου. Συνεπώς, το πλοίο πραγματοποιούσε δρομολόγια εξπρές, υπό την έννοια των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 33 της εφαρμοζομένης ΣΣΝΕ, για τα οποία ο ενάγων δικαιούτο πρόσθετης αμοιβής, που ισούνται προς το πηλίκο του συνόλου των ωρών των προώρων αναχωρήσεων μέχρι της συμπληρώσεως εξαώρου από της αφίξεως στο λιμάνι αφετηρίας τον Πειραιά καθ’ εβδομάδα δια του αριθμού 8, ήτοι εκτέλεσε  0,37 εξπρές δρομολόγια (1 ώρα αναχώρησης προ του εξαώρου εβδομαδιαίως : 8 Χ 3 εβδομάδες),  καθόσον, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από την εναγομένη αντίγραφα του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου, τούτο τις Παρασκευές 10.8.2018, 17.8.2018, 24.8.2018 και 31.8.2018, απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά μετά την παρέλευση εξάωρης παραμονής σ’αυτό και, ως εκ τούτου, δεν πραγματοποίησε εξπρές δρομολόγιο.

Επομένως, ο ενάγων δικαιούται πρόσθετης αμοιβής για την εν λόγω αιτία, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 7 σε συνδυασμό με την παράγραφο 4 του άρθρου 33 της ως άνω ΣΣΝΕ, ούτως ώστε η δικαιούμενη αμοιβή για κάθε δρομολόγιο «εξπρές», που πραγματοποιήθηκε, ισούται προς το 1/30ο των συνολικών τακτικών μηνιαίων αποδοχών του. Εξάλλου, στις αποδοχές αυτές, βάσει των οποίων υπολογίζονται, εκτός της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων «εξπρές» και τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, συμπεριλαμβάνεται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικώς κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές περιλαμβάνεται και η αμοιβή για την ως άνω υπερωριακή εργασία, το αντίτιμο τροφής, που αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτουσίως (ΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013, 220, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262), οι αποδοχές αδείας (με το αντίτιμο τροφής), το επίδομα άγονης γραμμής, εφόσον τακτικώς το πλοίο εκτελούσε σχετικά δρομολόγια και η πρόσθετη αμοιβή της εργασίας έχμασης, ενώ το επίδομα ιματισμού δεν πρέπει να συνυπολογισθεί σ’ αυτές, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59 1300, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, βλ. Ι. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 1ος αρθρ. 60 σελ. 332 και αρθρ. 76 σελ. 387). Ειδικότερα, όσον αφορά τις αποδοχές αδείας, από τις διατάξεις του άρθρου 15 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε. προκύπτει ότι η άδεια, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στη χερσαία εργασία, παρέχεται μόνο αν, κατά την κρίση του πλοιάρχου, οι ανάγκες του πλοίου επιτρέπουν τη χορήγηση της και σε περίπτωση μη χορήγησης της ο ναυτικός δικαιούται της αποζημίωσης που ορίζεται στην παρ. 2 του άνω άρθρου. Ακριβώς δε για το λόγο ότι κατά κανόνα οι συνθήκες της ναυτικής εργασίας δεν επιτρέπουν την παροχή της άδειας in natura, οι επί πλέον  αποδοχές που δικαιούται για την περίπτωση αυτή ο ναυτικός προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα τακτικού ανταλλάγματος (μισθού) για την παροχή της εργασίας.

Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναύτη, ανέρχονταν, στο ποσό των 4.174,05 ευρώ [1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών + 35,92 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 587,70 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,59 € Χ 30) + 425,45 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας {1.181,15 € μισθός ενεργείας + 259,86 € επίδομα Κυριακών = 1.441,01 € Χ 1/22 = 65,50 € Χ 5 ημέρες = 327,5 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών (19,59 Χ 5) = 97,95 €} + 1.336,57 € μέσος όρος υπερωριών (8.233,28 € σύνολο υπερωριακής αμοιβής : 6,16 μήνες) + 347,40 € μέσος όρος μηνιαίας αμοιβής έχμασης οχημάτων]. Επομένως, η πρόσθετη αμοιβή για τα ως άνω δρομολόγια «εξπρές», που δικαιούται για το εν λόγω διάστημα, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 51,47 ευρώ, [4.174,05 € : 30 = 139,13 € Χ 0,37 δρομολόγια εξπρές].

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι, για την ως άνω αιτία οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των 46,25 ευρώ, συνυπολογίζοντας στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος τον μέσο όρο της υπερωριακής αμοιβής εκ  958,20 ευρώ και της αμοιβής έχμασης εκ 303,64 ευρώ, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τις συναφείς αιτιάσεις, που διαλαμβάνονται αντίστοιχα στον έκτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δεκτού γενομένου εν μέρει, ως ουσιαστικά βασίμου, απορριπτομένου όμως καθόσον ερείδεται επί της εσφαλμένης προϋπόθεσης της εξάωρης παραμονής του πλοίου σε κάθε κυκλικό ταξίδι, τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού, προς εύρεση των δρομολογίων εξπρές και όσον αφορά τις αποδιδόμενες στην εκκαλουμένη πλημμέλειες περί μη συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές της αναλογούσης σε μείζονες ώρες επικαλούμενης υπερωριακής αμοιβής και του επιδόματος ιματισμού, καθώς επίσης απορριπτέες, ως αβάσιμες, κρίνονται οι διαλαμβανόμενες στον τέταρτο λόγο της έφεσης της εναγομένης-εκκαλούσας αιτιάσεις περί εσφαλμένου υπολογισμού στις τακτικές αποδοχές της αναλογίας της υπερωριακής αμοιβής, που υπερέβαινε την κατ’αποκοπή καταβαλλομένη, του μέσου όρου της αμοιβής έχμασης, καθώς και του αντιτίμου τροφής.

VII. Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 14 της οικείας Σ.Σ.Ν.Ε., σε συνδυασμό προς εκείνες των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 της υπ’ αριθμ. 70109/8008/14-12-1982 Αποφάσεως του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/7-1-1982), προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκησε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ης Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 του ημίσεως του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα, αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκησε καθ’ όλο το ως άνω διάστημα, αντιστοίχως. Επίσης, για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη ο πραγματικά καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα πριν από το Πάσχα, αντιστοίχως, δηλαδή το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, στις οποίες περιλαμβάνονται ο μισθός και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό η νόμιμο αντάλλαγμα της εργασίας που του παρέχει ο ναυτικός, τακτικώς, κάθε μήνα ή περιοδικώς, κατ’ επανάληψη και καθ’ ορισμένα διαστήματα χρόνου (ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Μάλιστα, ως τέτοιες παροχές, προσδιορίζονται ενδεικτικώς στην ως άνω Υπουργική Απόφαση: α) η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας κατά τις ανωτέρω ημέρες τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα, υπολογίζεται κατά μέσον όρο αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας (με το αντίτιμο τροφής) και οι λοιπές τακτικές παροχές. Επιπλέον, στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, βάσει των οποίων υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών, συμπεριλαμβάνεται και η αμοιβή για δρομολόγια «εξπρές», όπως και το επίδομα άγονης γραμμής, εφόσον το πλοίο εκτελεί τακτικώς τέτοια δρομολόγια και η πρόσθετη αμοιβή της εργασίας έχμασης, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, υπολογιζομένων κατά μέσο όρο, ενώ το επίδομα ιματισμού δεν πρέπει να συνυπολογισθεί σ’αυτές, γιατί αυτό δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, καθώς και λόγω της παροχής σε είδος αυτού (ΑΠ 774/2003 ΔΕΝ 59 1300, ΕφΠειρ 740/2015, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, Ι. Κοροτζή «Ναυτικό Δίκαιο» τ. 1ος αρθρ. 60 σελ. 332 και αρθρ. 76 σελ. 387).

Στην προκειμένη περίπτωση οι συνολικές μικτές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, ως ναύτη, όπως προαναφέρθηκε, ανέρχονται στο ποσό των στο ποσό των 4.174,05 ευρώ.  Επομένως, ο ενάγων δικαιούνταν για επιδόματα εορτών, τα ακόλουθα ποσά: α) για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2018, δικαιούται ποσό που ισούται προς 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα, δηλαδή το ποσό των 1.913,36 ευρώ (4.174,05 € μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 = 333,92 € Χ 5,73 19ήμερα), έναντι του οποίου έλαβε, όπως  προκύπτει από τις αντίστοιχες αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 1.024,77 € και συνεπώς δικαιούται τη σχετική διαφορά ποσού 888,59 €, δεκτής γενομένης εν μέρει της σχετικής ένστασης εξόφλησης της εναγομένης, που προτάθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με τον τρίτο λόγο της έφεσης της, ως ουσιαστικά βάσιμης και β) την αναλογία επιδόματος Πάσχα 2019, που ισούται προς το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού του για κάθε 8ήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσης του, δηλαδή  1.321,73 ευρώ (4.174,05 € μηνιαίες αποδοχές : 2 = 2.087,02 € Χ 1/15 = 139,13 € ανά οκταήμερο Χ 9,5 οκταήμερα) έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, το ποσό των 759,30 και συνεπώς, δικαιούται διαφορά ποσού 562,43 ευρώ και συνολικά για επιδόματα εορτών 2018 και 2019, το ποσό των 1.451,02 ευρώ.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του έκρινε ότι οφείλονται στον ενάγοντα για επιδόματα εορτών Χριστουγέννων 2018 και Πάσχα 2019, τα ποσά των 686,08 ευρώ και 428,2 ευρώ αντίστοιχα, συνυπολογίζοντας στις τακτικές αποδοχές του ενάγοντος τον μέσο όρο της υπερωριακής αμοιβής εκ 958,2€ ευρώ και της αμοιβής έχμασης εκ 303,64 ευρώ αντί των ανωτέρω ποσών, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, κατά τις συναφείς αιτιάσεις, που διαλαμβάνονται αντίστοιχα στον πέμπτο λόγο της έφεσης του ενάγοντος, δεκτού γενομένου εν μέρει, ως ουσιαστικά βασίμου, απορριπτομένου όμως καθόσον αφορά την αποδιδόμενη στην εκκαλουμένη πλημμέλεια περί μη συνυπολογισμού στις τακτικές αποδοχές του της αναλογούσης σε μείζονες ώρες επικαλούμενης υπερωριακής αμοιβής και του επιδόματος ιματισμού, ως ουσιαστικά αβασίμου. Επίσης απορριπτέος κρίνεται και ο τρίτος λόγος της έφεσης της εναγομένης-εκκαλούσας, καθόσον παραπονείται για κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τον υπολογισμό των ημερών απασχόλησης του ενάγοντος, προς ανεύρεση του επιδόματος Χριστουγέννων, καθώς επίσης, ως προς τον εσφαλμένο συνυπολογισμό στις τακτικές αποδοχές, προς ανεύρεση των επιδομάτων εορτών, της αναλογίας της υπερωριακής αμοιβής, που υπερέβαινε την κατ’αποκοπή καταβαλλομένη, του μέσου όρου της αμοιβής έχμασης, καθώς και του αντιτίμου τροφής και εντεύθεν την μερική παραδοχή των σχετικών αγωγικών αξιώσεων αντί της ολικής απόρριψης τους, ως ουσιαστικά αβασίμου.

VIII. Κατά το άρθρο 62 παρ. 1 ΚΔΝΔ  ορίζεται ότι “οι απογεγραμμένοι ναυτικοί εφοδιάζονται διά ναυτικού φυλλαδίου, σε κάθε σελίδα του οποίου αναγράφεται η πράξη ναυτολογήσεως και η αντίστοιχη της απολύσεως, με την αιτία (άρθρο 3 Ν. 721/1948 στην Κωδικοποίηση του Β.Δ. 9/31.12.1995, άρθρο 3 ΑΥΕΝ 70056/15.2/26.1.1981 “περί τύπου και τρόπου εκδόσεως ναυτικού φυλλαδίου”), κατά δε το άρθρο 105 παρ. 2 ΚΔΝΔ “ο πλοίαρχος απολύει οιονδήποτε μέλος του πληρώματος, εμφανιζόμενος μετά του απολυομένου ενώπιον της οικείας λιμενικής ή προξενικής αρχής. Εάν εις τον λιμένα απολύσεως δεν υφίσταται λιμενική ή προξενική αρχή, ο πλοίαρχος δύναται να προβή εις την απόλυσιν μελών του πληρώματος, προβαίνων εις σχετικήν εγγραφήν εν τω ημερολογίω γεφύρας και ναυτικώ φυλλαδίω του ναυτικού, υποχρεούμενος όπως αιτήσει την βεβαίωσιν της εν λόγω πράξεως και την εγγραφήν της απολύσεως εις το ναυτολόγιον εις τον πρώτον λιμένα κατάπλου, ένθα εδρεύει λιμενική ή προξενική αρχή” (άρθρο 1 παρ. 1 Α.Ν. 373/1968 “περί απογραφής και εκπαιδεύσεως των εν εμπορικώ ναυτικώ”). Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι το ναυτικό φυλλάδιο είναι δημόσιο έγγραφο, με ιδιάζουσα φύση και έχει την αποδεικτική δύναμη των δημόσιων εγγράφων, όπως αυτή καθορίζεται στα άρθρα 440, 441, 448 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, μόνο όμως αναφορικά με όσα γεγονότα συντάχθηκαν από τη δημόσια αρχή, λιμενική ή προξενική, ή έγιναν ενώπιον της, όπως τις δικαιοπρακτικές δηλώσεις των μερών, την ιδιότητα του κατόχου ως ναυτικού, τα στοιχεία της ταυτότητας του, τον αριθμό μητρώου απογραφής και τη θαλάσσια υπηρεσία του. Επίσης, την αποδεικτική ισχύ του δημόσιου εγγράφου έχει για τις καταχωρίσεις σ` αυτό του πλοιάρχου, μόνον όταν αυτός ενεργεί ως δημόσιος λειτουργός, όχι όμως και όταν λειτουργεί ως αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτη, όπως συμβαίνει στην καταγγελία της συμβάσεως ναυτολογήσεως του ναυτικού, που υπηρετεί στο πλοίο ή τη δική του με κοινή συναίνεση, εφόσον βεβαίως ο πλοίαρχος προέβη στην καταχώριση και ο απολυόμενος ή ο ίδιος ο πλοίαρχος, όταν πρόκειται για τη δική του καταγγελία, δεν παρουσιάστηκε στη λιμενική ή προξενική αρχή (ΕφΠειρ 212/2016, ΕφΠειρ 353/2015, ΕφΠειρ 456/2008, δημ. ΝΟΜΟΣ, Ι.Κοροτζή, Ναυτικό Εργατικό Δίκαιο, 1990, παρ. 121 σελ. 85-86, Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο, Β` έκδοση, 1994). Επομένως, η αναγραφή από τον πλοίαρχο στο ναυτικό φυλλάδιο του λόγου απολύσεως του ναυτικού, είναι δεκτική ανταποδείξεως με κοινά ανταποδεικτικά μέσα και όχι μόνο με προσβολή του εγγράφου αυτού, κατά το άρθρο 438 ΚΠολΔ (ΕφΠειρ 977/2003, δημ.ΝΟΜΟΣ, Ι. Κοροτζή, όπ.π., Ι. Τέντε, στην Ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμέως – Κονδύλη – Νίκα, Ι (2000), άρθρο 438 αριθ. 5, σελ. 792,).

Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 74, 75 παρ. 1 εδ. β και 76 παρ. 1 του ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολογήσεως ορισμένου ή αορίστου χρόνου δύναται να καταγγελθεί υπό του ναυτικού κατά πάντα χρόνο, εάν ο πλοίαρχος υποπέσει σε βαρεία παράβαση των έναντι του ναυτικού καθηκόντων του. Στην περίπτωση αυτή οφείλεται αποζημίωση, η οποία είναι ίση προς το μισθό 15 ημερών και, σε περίπτωση κατά την οποία η λύση της συμβάσεως έγινε στην αλλοδαπή, η αποζημίωση διπλασιάζεται, εάν πρόκειται για λιμάνι της Μεσογείου, του Ευξείνου Πόντου, της Ερυθράς Θάλασσας ή της Ευρώπης, τριπλασιάζεται δε σε κάθε άλλη περίπτωση. Βαρεία παράβαση των καθηκόντων του πλοιάρχου νοείται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 200, 281 και 288 Α.Κ., εκείνη, εξαιτίας της οποίας δεν μπορεί να αξιωθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση από το ναυτικό, κατά τις αρχές της καλής πίστεως και των χρηστών συναλλακτικών ηθών, να συνεχίσει να εργάζεται στο πλοίο, εμμένοντας στη σύμβαση, αλλά επιβάλλεται η εκ μέρους αυτού καταγγελία της συμβάσεως ναυτολογήσεως. Τέτοια παράβαση συνιστά, μεταξύ των άλλων και η καθυστέρηση καταβολής στο ναυτικό των αποδοχών του, στην έκταση που αυτές είναι αναγκαίες για τη συντήρηση του ιδίου και της οικογένειας του και εφόσον η καθυστέρηση αυτή δεν είναι συνήθης ή δικαιολογημένη από τη φύση ή την ιδιορρυθμία της ναυτικής εργασίας και δεν υπάρχει εύλογη αμφιβολία στον πλοιοκτήτη ή τον πλοίαρχο για την υποχρέωση καταβολής της συγκεκριμένης μισθολογικής παροχής ή για το ύψος αυτής. Η βαρεία παράβαση, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, δεν απαιτείται να υπάρχει αποκλειστικώς στο πρόσωπο του πλοιάρχου, στον οποίο αναφέρεται η ως άνω διάταξη του άρθρου 74 ΚΙΝΔ. Αρκεί να υπάρχει στο πρόσωπο του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή ή άλλου που σχετίζεται με το πλοίο, εφόσον βεβαίως η παράβαση συνιστά, κατά τα προεκτεθέντα, αθέτηση βασικών υποχρεώσεων απέναντι στο ναυτικό (ΕφΠειρ 19/2016 δημ.ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 625/2014, ΕλλΔνη 2015, 509, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝΔ 2011, 387). Σύμφωνα δε με το άρθρο 76 εδ. α ΚΙΝΔ, η κατά τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου αποζημίωση, που οφείλεται και στην περίπτωση του άρθρου 74 (75 παρ.1 ΚΙΝΔ), συνίσταται σε ποσό ίσο προς το μισθό δέκα πέντε (15) ημερών εφόσον η απόλυση έγινε εντός των ορίων της ελληνικής επικρατείας. Ειδικότερα, η αποζημίωση, λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτικής εργασίας, υπολογίζεται με βάση τις τακτικές μηνιαίες αποδοχές κατά τον τελευταίο μήνα εργασίας του ναυτικού, που καταβάλλονται υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως. Στις αποδοχές αυτές συνυπολογίζεται το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, το αντίτιμο τροφής, η αποζημίωση αδείας, τα επιδόματα εορτών, η αμοιβή για υπερωριακή εργασία, εφόσον αυτή παρέχεται τακτικώς, ως και πάσα άλλη παροχή καταβαλλόμενη, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικώς καθ` έκαστο μήνα ή κατ` επανάληψη περιοδικώς καθ` ορισμένα χρονικά διαστήματα (ΕφΠειρ 176/2016, ΕφΠειρ 366/2016, δημ.Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 434/2013, ΕφΠειρ 231/2013 ΕΝΔ 213, 220, ΕφΠειρ 143/2011, ΕφΠειρ 676/2010 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 45/2010 ΕΝΔ 2010, 405, ΕφΠειρ 172/2008 ΕΝΔ 36, 100, ΕφΠειρ 111/2007 ΕΝΔ 2007, 406, ΕφΠειρ 719/2006 ΕΝΔ 34, 355, ΕφΠειρ 276/2005 ΕΝΔ 2005, 92, ΕφΠειρ 140/2004 ΕΝΔ 2004, 14, ΕφΠειρ 123/2003 ΕΝΔ 2003, 128, Δ. Καμβύση: «Ναυτεργατικό Δίκαιο», έκδοση 1994, σελ. 355, Ι. Κοροτζή: «Ναυτικό Δίκαιο», έκδοση 2004, υπ’ αρθρ. 72 ΚΙΝΔ, σελ. 372).

Στην προκειμένη περίπτωση, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η αναγραφόμενη στο ναυτικό του φυλλάδιο αιτία απόλυσης του «αμοιβαία συναινέσει» στις 17.4.2019 από το επίδικο πλοίο, είναι εικονική και ότι στην πραγματικότητα απολύθηκε συνεπεία καταγγελίας της σύμβασης εκ μέρους του, λόγω βαρειάς παράβασης των καθηκόντων του πλοιάρχου, που συνίστατο στην μη καταβολή των νόμιμων αποδοχών του όσον αφορά την υπερωριακή του εργασία. Ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδεικνύεται βάσιμος, αντίθετα αποδείχθηκε, ιδίως από την υπογεγραμμένη από τον ίδιο τον ενάγοντα από 12.4.2019 αίτηση, που υπέβαλε προς τον πλοίαρχο του πλοίου «Π», με την οποία ζητεί την απόλυση του για «προσωπικούς λόγους», σε συνδυασμό με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, ότι επήλθε με κοινή συμφωνία αμφοτέρων των διαδίκων πλευρών η συναινετική λύση της εργασιακής σχέσης του ενάγοντος και συνεπώς, δεν έλαβε χώρα καταγγελία της σύμβασης εργασίας του από τον ίδιο, άλλωστε δεν υπήρξε μη καταβολή των συμφωνημένων αποδοχών του ή καθυστέρηση καταβολής τους, ώστε να κινδυνεύει η συντήρηση του ίδιου και της οικογένειας του, αλλά απαίτηση πληρωμής επιπλέον υπερωριών, που όμως δεν αποτέλεσε λόγο καταγγελίας της εργασιακής του σχέσης, ούτως ώστε αυτός δεν δικαιούται αποζημίωση απόλυσης, απορριπτομένου του σχετικού κονδυλίου, ως κατ’ουσίαν αβασίμου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως, με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την παρούσα (534 ΚΠολΔ), δεν έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και ως εκ τούτου, ο κρινόμενος έβδομος λόγος της έφεσης του ενάγοντος, που αποδίδει στην εκκαλουμένη τις εν λόγω πλημμέλειες, πρέπει να απορριφθεί, ως ουσιαστικά αβάσιμος.

IX. Κατ’ ακολουθίαν των προεκτεθέντων, εφόσον δεν υπάρχουν προς έρευνα άλλοι λόγοι έφεσης, πρέπει οι εφέσεις να γίνουν εν μέρει δεκτές κατ’ ουσίαν, κατά τους σχετικούς βάσιμους αντίστοιχα λόγους, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση στο σύνολο της, χάριν της ενότητας της εκτέλεσης, ώστε να εκδοθεί ενιαία απόφαση, στην οποία περιλαμβάνονται όσα κεφάλαια της προσβαλλόμενης απόφασης παρέμειναν αλώβητα και όσα έχουν μεταρρυθμισθεί στην προκειμένη κατ’ έφεση δίκη (ΑΠ 1279/2004 ΕλλΔνη 2005.141, ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26, 642, ΕφΠειρ 602/2011, ΕφΛαμ 18 και 15/2011, ΕφΠειρ 587/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48, 1507, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2009, σελ. 447 επ.). Εν συνεχεία, αφού κρατηθεί η υπόθεση για εκδίκαση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ), πρέπει η προαναφερθείσα αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή, ως και ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη-εφεσίβλητη, να καταβάλει στον ενάγοντα-εκκαλούντα, το ποσό των 936,09 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του, τα δε δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων, αναλόγως της μερικής νίκης και ήττας τους (άρθρο 178 § 1 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος – εφεσιβλήτου, κατόπιν σχετικού αιτήματος του (άρθρα 183, 189παρ.1 και 191 § 2 ΚΠολΔ), σε βάρος της εναγομένης – εκκαλούσας – εφεσιβλήτου, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων τις ένδικες εφέσεις.

Δέχεται αυτές τυπικά.

Δέχεται αυτές εν μέρει κατ’ουσίαν.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ.2755/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρατεί και δικάζει την από 30.11.2019 αγωγή.

Δέχεται αυτήν εν μέρει.

Υποχρεώνει την εναγομένη – εφεσίβλητη να καταβάλει στον ενάγοντα – εκκαλούντα το ποσό των έξι χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα έξι και εννέα λεπτών (6.936,09) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του.

Επιβάλλει στην εναγομένη – εκκαλούσα – εφεσίβλητη μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος – εφεσιβλήτου και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων ευρώ (1.400 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 16 Μαρτίου  2023.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ