Αριθμός Απόφασης 151 /2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Β΄ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ……………… για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αντωνία Τσίκα (ΑΜ: ………….. Δ.Σ.Πειρ).
ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΟΝ Η ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ – ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΝΤΟΣ: ……….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημοσθένη Φράγκο (ΑΜ: ………… Δ.Σ.Α).
Ο εκκαλών ζήτησε να γίνει δεκτή η από 19-11-2021 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ …./ΕΑΚ………/19-11-2021 αίτησή του που απηύθυνε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς. Ο προς ον η κοινοποίηση ζήτησε να γίνει δεκτή από 02-12-2021 υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ…../ΕΑΚ……./02-12-2021 κύρια παρέμβασή του. Επ’ αυτών, συνεκδικασθεισών κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’ αριθμ. 1164/2022 οριστική απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκαν η αίτηση και η κύρια παρέμβαση.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού ο αιτών και ήδη εκκαλών με την από 06-05-2022 έφεσή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ…../ΕΑΚ…./13-05-2022, αντίγραφο αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ…./ΕΑΚ……./20-05-2022, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο, ζητώντας να γίνει δεκτή για τους λόγους που αναφέρει σ’ αυτήν.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων κατέθεσαν έγγραφες προτάσεις στις οποίες αναφέρθηκαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ’ αυτές.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 06-05-2022 έφεση, το πρωτότυπο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ…../ΕΑΚ……/13-05-2022, αντίγραφο της οποίας προσδιορίστηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ……./ΕΑΚ…../20-05-2022, του ηττηθέντος πρωτοδίκως αιτούντος, με παρεμβάντα τον προς ον η κοινοποίηση, κατά της υπ’ αριθ. 1164/11-04-2022 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 19-11-2021 ΓΑΚ…./ΕΑΚ……./19-11-21 αίτησης και της από 02-12-2021 κύριας παρέμβασης έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα αφού από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, ενώ από την δημοσίευσή της, στις 11-04-2022, μέχρι την άσκηση της έφεσης με την κατάθεση του δικογράφου της στον αρμόδιο Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (άρθρο 495§1 ΚΠολΔ), στις 13-05-2022 δεν παρήλθε η προβλεπόμενη από την διάταξη του άρθρου 518§2 ΚΠολΔ προθεσμία των δύο (2) ετών (άρθρα 495§§1,2, 498, 511, 513§1β, και 518§2 σε συνδ. με 741, 761, 762 ΚΠολΔ), επισυνάπτεται δε και το προβλεπόμενο για το παραδεκτό της ασκήσεώς της e- παράβολο με αριθμό ……, ποσού 100 ευρώ, κατ’ άρθρο 495§3 ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ.
Με την από 19-11-21 αίτησή του ο εκκαλών ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος και η μονοπρόσωπη εταιρεία με την επωνυμία «………….», της οποίας μοναδικός εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο κυρίως παρεμβάς …………, είναι μέτοχοι, εκπροσωπούντες έκαστος το 50% του μετοχικού κεφαλαίου, της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», με αντικείμενο επιχειρηματικής δραστηριότητας την συντήρηση, επιθεώρηση και πιστοποίηση σωστικών μέσων θαλάσσης. Ότι την 25-07-19 με απόφαση που δημοσιεύθηκε στο ΓΕΜΗ, μέλη του Δ.Σ. της ορίστηκαν οι ……… – Πρόεδρος, ………. – Αντιπρόεδρος, …….. – Δ/νων Σύμβουλος, ……. και ………, πλην όμως την 22-01-21 παραιτήθηκε ο …….. και την 23-06-21 παραιτήθηκαν οι ………… και ………, με αποτέλεσμα, επειδή ο αριθμός των μελών του είναι μικρότερος των 3, σύμφωνα και με τις διατάξεις του καταστατικού της, να μην υπάρχει πλέον διοίκηση. Ότι επιπλέον η ανωτέρω ανώνυμη εταιρεία προέβη την 01-02-2019 στην εκμίσθωση στην «………», της οποίας μοναδικός εταίρος και διαχειριστής είναι ο ……., τμήματος του περιγραφόμενου στην αίτηση ακινήτου της, μισθωτική σχέση στην οποία παράτυπα υπεισήλθε ως μισθώτρια στη συνέχεια και η «………». Ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος των ανωτέρω εταιρειών και Δ/νων Σύμβουλος της «……. ……..» αρνείται να παράσχει ενημέρωση στα μέλη του Δ.Σ. της ως προς τα οικονομικά στοιχεία και την εν γένει λειτουργία της εταιρείας, δεν έχει αποπληρώσει την αξία της συμμετοχής του στην εταιρεία, δεν ανταποκρίνεται στις οικονομικές υποχρεώσεις της προς Δημόσιο, ΕΦΚΑ και την βασική συνεργάτιδα δανική εταιρεία «……….», που τους προμήθευε με υλικά και εξαρτήματα, απέλυσε το σύνολο των εργαζομένων της, συμπεριλαμβανομένου του τεχνικού προσωπικού της, δεν εισπράττει για λογαριασμό της τα μισθώματα από τις ανωτέρω μισθώτριες, απώλεσε το σύνολο σχεδόν των εγκεκριμένων από του αρμόδιο Υπουργείο πιστοποιήσεων των κατασκευαστικών εταιρειών για διενέργεια επιθεωρήσεων, συντηρήσεων και δοκιμών σε σωστικά μέσα, που ήταν απαραίτητες για την εξασφάλιση της συνέχισης της επικερδούς επιχειρηματικής της δραστηριότητας, με αποτέλεσμα την μείωση του κύκλου εργασιών και την πτώση των οικονομικών και πιστοληπτικών δεικτών της κατά 75% και την οικονομική της κατάρρευση. Ζητούσε δε: Α. τον διορισμό προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου, αποτελούμενου από τα αναφερόμενα στην αίτησή του πρόσωπα, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα επείγοντα εταιρικά θέματα της εταιρείας και να διενεργεί κάθε πράξη τακτικής διοίκησης και διαχείρισης των υποθέσεών της, για την επίτευξη του καταστατικού σκοπού της, την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της και την ικανοποίηση των αξιώσεών της, Β. τον διορισμό του ίδιου ως ειδικού εκπροσώπου, για την άσκηση εταιρικής αγωγής, κατά των παραιτηθέντων μελών του Δ.Σ. της ………………, για την άσκηση αγωγής αδικοπραξίας σε βάρος τους από την προπεριγραφόμενη επιζήμια για τα συμφέροντα της εταιρείας δραστηριότητά τους, αγωγή αποζημίωσης ύψους 1.000.000 ευρώ για προκληθείσα αντίστοιχη οικονομική ζημία της λόγω της τέλεσης του αδικήματος της απιστίας σε βάρος της και αγωγή απόδοσης μισθίου ακινήτου και καταβολής μισθωμάτων, κατά των ανωτέρω μισθωτριών του ακινήτου της εταιρείας. Εξάλλου με την από 02-12-2021 κύρια παρέμβασή του ο ……………., επικαλούμενος απιστία σε βάρος της ως άνω α.ε. κατά το χρονικό διάστημα πριν την είσοδό του στην εταιρεία, κατά τα εκτιθέμενα σ’ αυτήν, συνομολογώντας ωστόσο την έλλειψη διοίκησης, ζητούσε να γίνει αυτή δεκτή, να απορριφθεί η κύρια αίτηση και να οριστεί προσωρινή διοίκηση, αποτελούμενη από τον αιτούντα, τον γιο του ……….. και τον ίδιο, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα επείγοντα ζητήματα διοίκησης της εταιρείας. Επ’ αυτών συνεκδικασθεισών εκδόθηκε η εκκαλουμένη με την οποία αφενός απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η κύρια παρέμβαση, επειδή ο παρεμβαίνων είχε καταστεί διάδικος με την κλήτευσή του ως τρίτου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη, κατ’ άρθρο 748§3 ΚΠολΔ, και ως μη νόμιμη η αίτηση, επειδή, ως προς το πρώτο αίτημα, έχουν απομείνει δύο μέλη του Δ.Σ. της εταιρείας, που δεν επικαλείται ότι αρνούνται ή παραλείπουν για συγκεκριμένο λόγο και επομένως δύνανται κατ’ άρθρο 82§3 Ν 4548/2018 να συγκαλέσουν Γ.Σ. για ανάδειξη του Δ.Σ. της, ενώ ως προς το δεύτερο αίτημα δεν έχει τηρηθεί η διαγραφόμενη στα άρθρα 104 και 105 του Ν 4548/2018 προδικασία, με την υποβολή αιτήματος από την μειοψηφία στο Δ.Σ. της εταιρείας για την άσκηση της εταιρικής αγωγής κατά των ανωτέρω μελών του Δ.Σ. της. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών με τους διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της έφεσης λόγους του, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, που οδήγησαν σε απόρριψη αμφοτέρων των αιτημάτων του. Ο δεύτερος εξ αυτών, περί κακής εκτίμησης του αποδεικτικού υλικού, που οδήγησε σε απόρριψη αμφοτέρων των αιτημάτων ορισμού προσωρινής διοίκησης και ειδικού εκπροσώπου, είναι απορριπτέος, διότι στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, καθόσον η αγωγή επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση δεν ερευνήθηκε στην ουσία της και ως εκ τούτου δεν μπορεί να γίνει λόγος για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων εκ μέρους του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (βλ. και ΑΠ 323/1989 ΕλλΔικ 31.770, ΕφΛαρ 126/2015 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2015.309, ΕφΔωδ 204/2009, 93/2007 ΝΟΜΟΣ και Στ. Πανταζόπουλο σε Ερμηνεία ΚΠολΔ, Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, έκδ. 2020, άρθρο 520, σελ. 110).
Ι. Από την εφαρμοζόμενη και στις ανώνυμες εταιρίες διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ προκύπτει ότι προσωρινή διοίκηση διορίζεται και επί πλασματικής ελλείψεως τακτικής διοίκησης, η οποία υπάρχει και όταν, λόγω καθολικών διαφωνιών των μελών της, είναι αδύνατη η λήψη αποφάσεων επί θεμάτων, που είτε την απασχολούν, είτε πρέπει, κατά το νόμο και το καταστατικό, να την απασχολούν (βλ. ΑΠ 638/98, ΕφΠειρ 285/97, ΕΑ 16225/88 ΕλΔ 39. 1606, 38. 1664 και 32. 1679 αντιστοίχως), ειδική δε μορφή αυτής (πλασματικής ελλείψεως), είναι και η περίπτωση κατά την οποία, λόγω σχηματισμού στους κόλπους της δύο ισοδυνάμων (ισοψηφουσών) αντίθετων ομάδων, είναι αδύνατη η λήψη αποφάσεων. Εξάλλου κατά την ίδια παραπάνω διάταξη (ΑΚ 69) έλλειψη διοίκησης, δικαιολογούσα το διορισμό προσωρινής τέτοιας, υπάρχει και όταν τα συμφέροντα των μελών αυτής συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου (και) της ανώνυμης εταιρίας, συντρέχει σε τέτοια περίπτωση και επί ασκήσεως από τα μέλη της (διοίκησης) ανταγωνιστικής προς την εταιρία δραστηριότητας ή συμμετοχής τους σε άλλη ανταγωνίστρια εταιρία (ΕφΠατρ 455/94, ΕφΘεσ 3570/90 ΕΕμπΔ 1994.582 και 1992.76 αντιστοίχως). Αντιθέτως μόνη η από το διοικητικό συμβούλιο κακή διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, όταν αυτή δεν υπάγεται στην αμέσως παραπάνω περίπτωση της συγκρούσεως συμφερόντων, δεν δικαιολογεί το διορισμό προσωρινής διοίκησης (ΕφΠατρ 455/94 ο.π., ΕΑ 621/83 Αρμ. 1984. 213, σχόλια Σπ. Μούζουλα στην ΕΕμπΔ 1997.528 και Ν. Ρόκα στην ΕΕμπΔ 1994. 246 και 1992. 83), λαμβανομένου υπόψη ότι η διάταξη της ΑΚ 69 πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ, ώστε η δικαστική επέμβαση στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αυτοδιοίκηση (και) της ανώνυμης εταιρίας να επιχειρείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν υπάρχει άλλος τρόπος άρσεως του αδιέξοδου (βλ. παραπάνω παρατιθέμενους συγγραφείς).
ΙΙ. Εξάλλου, στο άρθρο 102 Ν 4548/2018, που εφαρμόζεται εν προκειμένω κατ’ άρθρα 187§§15,17 του ίδιου νόμου, ορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εσωτερικής ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου έναντι της εταιρείας, για ζημία που αυτή υφίσταται λόγω πράξης ή παράλειψης που συνιστά παράβαση των καθηκόντων του, συνεπεία πταίσματός τους από δόλο ή από αμέλεια, παραβιάζοντας τις υποχρεώσεις τους που επιβάλλονται από την σύμβαση μεταξύ αυτών και της εταιρείας, τη νομοθεσία και το καταστατικό της εταιρείας, αλλά και την αυτοτελή υποχρέωση πίστεως. Στη συνέχεια, με τα άρθρα 103 -105 Ν 4548/2018 ρυθμίζεται η διαδικασία και οι όροι άσκησης των αξιώσεων της εταιρείας κατά των μελών του διοικητικού της συμβουλίου. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 103§§1,2 «Το διοικητικό συμβούλιο έχει την υποχρέωση έγκαιρης, πλήρους και επιμελούς άσκησης των αξιώσεων και της εταιρείας κατά των προσώπων που έχουν ευθύνη, σύμφωνα με το άρθρο 102, σταθμίζοντας το εταιρικό συμφέρον. Το διοικητικό συμβούλιο οφείλει να παρέχει στους μετόχους εξηγήσεις για την τυχόν μη άσκηση των αξιώσεων». Κατά δε το άρθρο 104 «1. Μέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα εικοστό (1/20) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου έχουν δικαίωμα να υποβάλουν εγγράφως προς το διοικητικό συμβούλιο αίτηση με αντικείμενο την άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας κατά το άρθρο 103. Το καταστατικό της εταιρείας μπορεί να μειώσει το παραπάνω ποσοστό. Οι αιτούντες πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν καταστεί μέτοχοι έξι (6) μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης. Η αίτηση της προηγούμενης παραγράφου αναφέρει τις πληροφορίες που κατέχουν οι αιτούντες μέτοχοί ως προς τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν κατά την κρίση τους την ευθύνη μελών του διοικητικού συμβουλίου και τη ζημία της εταιρείας. Στην αίτησή τους οι μέτοχοι θέτουν εύλογη προθεσμία, εντός της οποίας το διοικητικό συμβούλιο οφείλει να αξιολογήσει το περιεχόμενο της αίτησης και να αποφασίσει αν η εταιρεία θα ασκήσει αγωγή για τις αξιώσεις που περιγράφει η αίτηση αυτή. Η ανωτέρω προθεσμία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα (1) μήνα από τότε που η αίτηση υποβλήθηκε στο διοικητικό συμβούλιο. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει επί του αιτήματος των μετόχων, αφού λάβει υπόψη του τις παρατηρήσεις και εξηγήσεις των μελών εκείνων του διοικητικού συμβουλίου, που κατονομάζονται στην αίτηση των μετόχων. Σε περίπτωση που η αίτηση της §1 υποβληθεί από την πλειοψηφία των μετόχων, το διοικητικό συμβούλιο υποχρεούται να προβεί αμελλητί στην άσκηση της εταιρικής αγωγής». Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι σε περίπτωση ζημίας της εταιρείας, λόγω κακής διαχειριστικής δράσης του διοικητικού της συμβουλίου, γεννώνται αξιώσεις αποζημίωσης της εταιρείας και στην περίπτωση αυτή υπάρχει μία αγωγή, η εταιρική αγωγή, με την οποία η εταιρεία, ως το μόνο πρόσωπο που νομιμοποιείται ενεργητικά, δύναται να ασκήσει αγωγή κατά των μελών του Δ.Σ. με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη. Δικαίωμα να κινήσουν την διαδικασία εναγωγής, υποβάλλοντας σχετικό γραπτό αίτημα στο Δ.Σ., έχουν δύο κατηγορίες μετόχων: α) η μειοψηφία που εκπροσωπεί ποσοστό τουλάχιστον ενός εικοστού (1/20) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, και β) η «πλειοψηφία των μετόχων». Στην πρώτη περίπτωση, το Δ.Σ. δεν είναι υποχρεωμένο να συμμορφωθεί οπωσδήποτε προς την εκπεφρασμένη βούληση της μειοψηφίας και σε κάθε περίπτωση να ασκήσει την εταιρική αγωγή. Κρίνει κατά διακριτική ευχέρεια και με γνώμονα το εταιρικό συμφέρον, όπως και όταν το ίδιο (το Δ.Σ.) με δική του πρωτοβουλία καλείται να λάβει απόφαση περί της εναγωγής ή μη των εταιρικών διοικητών κατ’ άρθρο 103. Στη δεύτερη (υπό β) περίπτωση, αντίθετα, κατά την οποία το αίτημα υποβάλλεται από την πλευρά της μετοχικής πλειοψηψίας το Δ.Σ. δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 105, «1. Αν (α) το διοικητικό συμβούλιο απορρίψει εν όλω ή εν μέρει την αίτηση της μειοψηφίας, ή (β) παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του εδαφίου β της §2 του άρθρου 104, ή (γ) παρέλθουν τέσσερις μήνες από την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου που αποφάσισε την άσκηση της αγωγής, χωρίς να έχει ασκηθεί η αγωγή, όπως αποφασίστηκε από το διοικητικό συμβούλιο, ή (δ) το διοικητικό συμβούλιο δεν μπορεί να λάβει απόφαση επί της αιτήσεως της μειοψηφίας, ή (ε) στην περίπτωση της §4 του άρθρου 104, η εταιρεία δεν ασκεί αμελλητί την αγωγή, η πλειοψηφία των μετόχων που υπέβαλαν το αίτημα του προηγούμενου άρθρου έχουν δικαίωμα, εντός δύο (2) μηνών από την κατά το εδάφιο γ της §3 του άρθρου 104 κοινοποίηση της απόφασης του διοικητικού συμβουλίου ή από την άπρακτη παρέλευση των ανωτέρω προθεσμιών των περιπτώσεων α και γ, να υποβάλουν αίτημα ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου με αντικείμενο το διορισμό ειδικού εκπροσώπου για την άσκηση αγωγής κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αίτηση της μειοψηφίας του άρθρου 104. 2. Η αίτηση των μετόχων της §1 εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και κοινοποιείται προς την εταιρεία και το μέλος ή τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, που κατονομάζονται στην αίτηση. Παρεμβάσεις, πρόσθετες και κύριες, ενώπιον του δικαστηρίου ασκούνται και με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση των μετόχων και ορίζει ειδικό εκπρόσωπο, εφόσον δεν συντρέχει προφανώς υπέρτερο συμφέρον της εταιρείας, που να δικαιολογεί τη μη διεξαγωγή δικαστικού αγώνα σε βάρος των μελών του διοικητικού συμβουλίου. Η απόφαση του δικαστηρίου αναφέρει την ιστορική βάση που θα διερευνήσει ο ειδικός εκπρόσωπος, ώστε να ασκήσει την αγωγή κατά των προσώπων του άρθρου 102. 3. Ως ειδικός εκπρόσωπος μπορεί να ορισθεί ένας εκ των μετόχων που υποβάλλουν την αίτηση του παρόντος άρθρου ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου ή και τρίτο πρόσωπο. Το δικαστήριο δεν δεσμεύεται ως προς την επιλογή του ειδικού εκπροσώπου από τις προτάσεις των αιτούντων. Η απόφαση του δικαστηρίου μπορεί να ορίζει και αναπληρωτή ειδικό εκπρόσωπο. 4. Ο ειδικός εκπρόσωπος έχει ως ειδική και μόνη εξουσία την άσκηση της αγωγής κατά των προσώπων του άρθρου 102 και τη διεξαγωγή της σχετικής δίκης μέχρι την αμετάκλητη περάτωσή της με επιμέλεια και ταχύτητα. Καθ όλο αυτό το χρονικό διάστημα ο ειδικός εκπρόσωπος εκπροσωπεί κατ’ αποκλειστικότητα την εταιρεία για τις ανάγκες της σχετικής δίκης και μόνο. Ο ειδικός εκπρόσωπος έχει εξουσία πρόσβασης σε έγγραφα και πληροφορίες, η γνώση των οποίων είναι κατά εύλογη κρίση απαραίτητη για την άσκηση της αγωγής και τη διεξαγωγή της σχετικής δίκης. 5. Κατά την άσκηση των εξουσιών του, ο ειδικός εκπρόσωπος δεσμεύεται από τη δικαστική απόφαση περί ορισμού του όσον αφορά την ιστορική βάση που θα διερευνήσει για την άσκηση της αγωγής κατά των προσώπων του άρθρου 102» , Το παραπάνω άρθρο ρυθμίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες είναι δυνατός ο δικαστικός διορισμός ειδικού εκπροσώπου της ΑΕ, την οικεία διαδικασία και τις αρμοδιότητες του εν λόγω δοτού εταιρικού οργάνου. Ο ειδικός εκπρόσωπος αποτελεί όργανο ad hoc της εταιρείας (ΑΠ 189/2018 ΧρΙΔ 2018. 446), που λαμβάνει εντολή από το δικαστήριο όχι μόνο να ασκήσει το ίδιο (αντί της αιρετής διοίκησης) την εταιρική αγωγή με την ιστορική βάση που περιέχεται στην απόφαση, αλλά και να εκπροσωπήσει κατ’ αποκλειστικότητα την εταιρεία για τις ανάγκες διεξαγωγής της οικεία δίκης και μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. Για να γίνει δεκτό το αίτημα για διορισμό ειδικού εκπροσώπου, πρέπει το Δ.Σ. να μην ανταποκρίθηκε στο ως άνω αίτημα των μετόχων: είτε απορρίπτοντάς το εν όλω ή εν μέρει, είτε απλώς καθυστερώντας να αναλάβει δράση, αφήνοντας να περάσει η κατά περίπτωση κρίσιμη προθεσμία ή γιατί κατέστη αδύνατο να λάβει απόφαση για άσκηση της εταιρικής αγωγής λόγω αδυναμίας σχηματισμού απαρτίας. Έτσι, στο πλαίσιο του νέου νόμου α) η πλειοψηφία των μετόχων δεν έχει πλέον το δικαίωμα να διορίσει η ίδια απευθείας δικαστικό εκπρόσωπο για την άσκηση εταιρικής αγωγής, αλλά μπορεί να επιβάλει τον διορισμό, δια της δικαστικής οδού, αφού οφείλει να υποβάλει αίτηση στο δικαστήριο. β) Η μειοψηφία των μετόχων δεν έχει τη δυνατότητα να ζητήσει δικαστικό διορισμό ειδικών εκπροσώπων αμέσως και ανεξάρτητα από την όποια στάση του Δ.Σ., αλλά τέτοιο δικαίωμα έχει μόνο εάν συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: αφενός το αίτημά της έχει απορριφθεί (εν όλω ή εν μέρει από το Δ.Σ) ή το Δ.Σ. έχει καθυστερήσει να ανταποκριθεί στο αίτημα για άσκηση της εταιρικής αγωγής ή αδυνατεί (το Δ.Σ.) να λάβει απόφαση επί της αιτήσεως της μειοψηφίας, λόγω αδυναμίας σχηματισμού απαρτίας και αφετέρου πρέπει να μην συντρέχει στην κρινομένη περίπτωση προφανώς υπέρτερο συμφέρον της εταιρείας που να δικαιολογεί την «μη διεξαγωγή δικαστικού αγώνα σε βάρος των μελών του Δ.Σ.». Η αποδοχή επομένως από το δικαστήριο του αιτήματος για διορισμό ειδικού εκπροσώπου καταρχήν προϋποθέτει τη συνδρομή κάποιας από τις περιοριστικά απαριθμούμενες περιπτώσεις του άρθρου 105§1 στοιχ. α-ε. Προαπαιτούμενο δηλαδή για να τεθεί σε κίνηση η προβλεπόμενη στο άρθρο 105 διαδικασία διορισμού ειδικού εκπροσώπου είναι να έχει ήδη κληθεί σε εφαρμογή το άρθρο 104 (αίτημα μετόχων προς το Δ.Σ. για άσκηση αγωγής) και βέβαια για να τεθεί σε εφαρμογή το άρθρο 105 θα πρέπει παραπέρα η κινηθείσα από τους μετόχους διαδικασία του άρθρου 104 (για εναγωγή των διοικητών) να μην έχει τελεσφορήσει. Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η διαδικασία του άρθρου 105 αφενός τελεί σε σχέση επικουρικότητας σε σχέση προς την διαδικασία του 104, αφετέρου, όταν η τελευταία παραμένει ατελέσφορη, αποτελεί το αναγκαίο για την προστασία της εταιρείας και της μειοψηφίας λειτουργικό της συμπλήρωμα. Η άνω επικουρικότητα εξηγείται από το γεγονός, ότι τον κίνδυνο να παραμείνει κενό γράμμα η διαδικασία εσωτερικής ευθύνης των εταιρικών διοικητών, ο νομοθέτης επιλέγει συνειδητά και ευλόγως να τον τιθασεύσει με τον τρόπο εκείνο, που επιφέρει τη μικρότερη δυνατή κάμψη της συνταγματικά κατοχυρωμένης (οργανωτικής) αυτονομίας του νομικού προσώπου (άρθρο 5§1 Συν και ειδικά σε ό,τι αφορά τα σωματεία άρθρο 12 Συν). Και τούτο διότι οι ετερόνομες παρεμβάσεις στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αυτονομία (αυτοδιοίκηση) του νομικού προσώπου (έστω και με τις δικαστικές εγγυήσεις) είναι επιτρεπτές, μόνο στο βαθμό που αυτές είναι απολύτως αναγκαίες (βλ. Ασπρογέρακα-Γρίβα, Έλλειψη διοικήσεως, 98 επ., Δωρή, ΧρΙΔ 2002, σελ.868, σημ. 16, Γ.Σωτηρόπουλος, ΔΕΕ 1997, 1145 επ., ΑΠ 189/2018 ΝΟΜΟΣ). Έτσι, μέσω του άρθρου 104, εξαντλείται πρώτα κάθε δυνατότητα να διασφαλιστεί η άσκηση της αγωγής χωρίς να παρακαμφθεί το Δ.Σ. ως το όργανο που είναι με βάση το νόμο κατά βάση αρμόδιο (και υποχρεωμένο βάσει του άρθρου 103) να ασκεί τις αξιώσεις της ΑΕ, μεταξύ των άλλων, και τις αξιώσεις αποζημίωσης που βάσει του 102§1 στρέφονται κατά των εταιρικών διοικητών και, κυρίως, να μην υποκαθίσταται λειτουργικά ένα αιρετό εταιρικό όργανο (το Δ.Σ. εν προκειμένω) από ένα δοτό όργανο διοίκησης, όπως είναι ο δικαστικά διοριζόμενος ειδικός εκπρόσωπος. Και μόνο όταν η εκπροσώπηση του νομικού προσώπου (κατά την άσκηση της εταιρικής αγωγής και τη διεξαγωγή της επακόλουθης δίκης) από το αιρετό όργανο εκπροσώπησης οδηγεί σε αδιέξοδο, ανοίγει ο δρόμος, μέσω του άρθρου 105, στους μετόχους να επιβάλουν την πραγμάτωση της εσωτερικής ευθύνης των εταιρικών διοικητών μέσω του δικαστικού διορισμού ενός τρίτου ως διαχειριστικού οργάνου της εταιρείας με αποκλειστική αλλά περιορισμένης εμβέλειας εξουσία (για όλα τα ανωτέρω βλ. ΕΑ 5626/2020 ΝΟΜΟΣ).
ΙΙΙ. Τέλος από τις διατάξεις των άρθρων 744 και 759§3 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάζει κάθε μέτρο πρόσφορο για την εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (744 ΚΠολΔ) και ότι το δικαστήριο, ακόμη και αποκλίνοντας από τις διατάξεις που ρυθμίζουν την απόδειξη, διατάζει αυτεπαγγέλτως κάθε τι που κατά την κρίση του είναι απαραίτητο για την εξακρίβωση της αλήθειας των πραγματικών γεγονότων (759§3 ΚΠολΔ). Με τις διατάξεις αυτές εισάγεται απόκλιση από τη ρύθμιση του άρθρου 106 ΚΠολΔ και καθιερώνεται για τις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το ανακριτικό σύστημα, το οποίο παρέχει στο δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί, τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Η ειδική αυτή ρύθμιση καταλαμβάνει τις γνήσιες και τις μη γνήσιες υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, δηλαδή και εκείνες τις ιδιωτικές διαφορές, που ο νόμος παραπέμπει για εκδίκαση στην ειδική αυτή διαδικασία, λόγω της απλότητας και συντομίας από την οποία κυριαρχείται. Το ανακριτικό αυτό σύστημα ισχύει και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ενώ η εξουσία του δικαστηρίου για λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου για την ανεύρεση της αλήθειας δεν οριοθετείται από το νόμο και, άρα, είναι απεριόριστη, αφού μπορεί να λάβει υπόψη ακόμη και άκυρα ή ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (όχι, όμως και ανεπίτρεπτα), καθώς και αποδεικτικά μέσα, που δεν πληρούν τους όρους του νόμου ή αποδεικτικά μέσα εκτός του καταλόγου του άρθρου 339 ΚΠολΔ, αποδεσμευόμενο από τους αποδεικτικούς τύπους της αυστηρής απόδειξης (ΑΠ 769/2015, ΑΠ 236/2015). Μάλιστα, κατά την πιο πάνω διαδικασία δεν ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (ΑΠ 769/2015, ΑΠ 1844/2009, ΑΠ 2228/2007) και, συνακόλουθα, από τον αριθμό 5 του (νέου) άρθρου 560 του ίδιου Κώδικα (ΑΠ 636/2017). Επιπλέον τούτων, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρο 744, 745, 751 ΚΠoλΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργή συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747§2 ΚΠολΔ, επομένως και του αιτήματος αυτής (ΑΠ 1131/1987). Διότι, στις δίκες της εκούσιας δικαιοδοσίας δεν γίνεται δεσμευτική διάγνωση εννόμων σχέσεων, όπως ισχύει στις διαγνωστικές δίκες της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, αλλά διατάσσονται τα κατάλληλα ρυθμιστικά μέτρα σε σχέση με τη νομική κατάσταση και λειτουργία φυσικού προσώπου. Συνεπώς, ο σκοπός της ρύθμισης αυτής είναι η προσαρμογή των ρυθμιστικών μέτρων στις εκάστοτε μεταβαλλόμενες πραγματικές καταστάσεις προς πραγμάτωση του σκοπού της, προς επέλευση δηλαδή του ρυθμιστικού αποτελέσματος (ΑΠ 640/2003). Επίσης, από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, ως συνέπεια του ανακριτικού συστήματος, που καθιερώνεται στην εκούσια δικαιοδοσία και της εν γένει ελαστικότητας της διαδικασίας αυτής, επιτρέπεται η προβολή των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών σε κάθε στάση της πρωτοβάθμιας δίκης, αλλά και στην κατ’ έφεση δίκη και έτσι καθιερώνεται εξαίρεση από το συγκεντρωτικό σύστημα, αλλά και από τα άρθρα 223 και 224 ΚΠολΔ, στο μέτρο που επιτρέπουν τη συμπλήρωση, αλλά και τη μεταβολή της αίτησης, με νέα στοιχεία και μετά την (πρώτη) συζήτηση (ΑΠ 2270/2014). Συνεπώς, η μεταβολή ή η συμπλήρωση της ιστορικής βάσης της αιτήσεως είναι δυνατή και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 744, 745 και 765 του ΚΠολΔ, κατ’ εξαίρεση εκείνης του άρθρου 224 του αυτού Κώδικα (ΑΠ 834/2021, 1384/2018, ΑΠ 550/2019, ΑΠ 528/2017).
Με τον τρίτο λόγο έφεσης ο εκκαλών παραπονείται για κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ειδικότερα των άρθρων 104 και 105 Ν 4548/2018 απόρριψη του δεύτερου αιτήματός του περί διορισμού ειδικού εκπροσώπου για άσκηση εταιρικής αγωγής ως μη νόμιμου, με την αιτιολογία ότι δεν υποβλήθηκε προηγουμένως η προβλεπόμενη στο άρθρο 104 του ίδιου νόμου αίτηση προς το Δ.Σ. της εταιρείας, προκειμένου πρώτα να αποφασίσει το ίδιο για την άσκηση της εταιρικής αγωγής, διότι αφενός δεν είναι απαραίτητη η τήρηση της προδικασίας αυτής, αφετέρου αυτή δεν προβλέπεται στην περίπτωση έλλειψης διοίκησης όπως εν προκειμένω, που είναι αδύνατη η τήρηση αυτής. Ο λόγος αυτός έφεσης είναι απορριπτέος ως νομικά αβάσιμος, κατά τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω υπό στοιχείο ΙΙ. μείζονα σκέψη, αφού αφενός δεν προβλέπεται εξαίρεση από την ανωτέρω προδικασία, από τις ανωτέρω διατάξεις, ούτε σε περίπτωση έλλειψης διοίκησης του ν.π. της εταιρείας, αφετέρου, ακόμα και στην περίπτωση έλλειψης διοίκησης είναι δυνατή η τήρηση της ανωτέρω προδικασίας, κατόπιν διορισμού προσωρινής διοίκησης του νομικού προσώπου της εταιρείας, η οποία θα κρίνει αν συντρέχει στην κρινομένη περίπτωση προφανώς υπέρτερο συμφέρον της εταιρείας που να δικαιολογεί την μη διεξαγωγή δικαστικού αγώνα σε βάρος των μελών του Δ.Σ., αφού λάβει γνώση των περιστατικών της ζημίας της εταιρείας, αλλά και των λόγων που επιτρέπουν ή όχι την άσκησή της, με γνώμονα το συμφέρον της, προϋπόθεση που θα κριθεί και από το δικαστήριο στη συνέχεια, σε περίπτωση που το αίτημα απορριφθεί, ή το Δ.Σ. δεν απαντήσει. Σημειωτέον ότι η παραγραφή αναστέλλεται ενόσω ο υπεύθυνος έχει την ιδιότητα μέλους του ΔΣ ή υποκατάστατου, επέρχεται, πάντως, σε κάθε περίπτωση μετά πάροδο δεκαετίας (άρθρο 102§6 Ν 4548/2018), καθώς και σε περίπτωση που η μειοψηφία υποβάλει στο ΔΣ αίτηση άσκησης της εταιρικής αγωγής (106§1 Ν 4548/2018), ως την έκδοση απόφασης του δικαστηρίου επί της αιτήσεως των μετόχων, δεν συντρέχει επομένως εν προκειμένω περίπτωση κατεπείγοντος.
Με τον πρώτο και δεύτερο λόγο έφεσης παραπονείται ειδικότερα ο εκκαλών ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο από εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ειδικότερα του άρθρου 82§3 Ν 4548/2018, κρίνοντας ότι έχουν απομείνει δύο μέλη του Δ.Σ., της εταιρείας, που δύνανται κατά τη διάταξη αυτή να συγκαλέσουν Γ.Σ. για την ανάδειξη του Δ.Σ. της, αφού αφενός σε Γ.Σ. που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2021 κατέστη αδύνατη η συμφωνία των μετόχων, ως προς τα μέλη της διοίκησης, λόγω του ισοδύναμου ποσοστού τους, απόφαση η οποία είναι και σήμερα για τον παραπάνω λόγο αδύνατη και επομένως απρόσφορη η σύγκληση της Γ.Σ. των μετόχων με τέτοιο θέμα, αφετέρου διότι για την προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 69 ΑΚ δεν είναι απαραίτητη η προηγούμενη προσφυγή στη διάταξη του άρθρου 82§3 του ανωτέρω νόμου, αφού η σύγκληση της Γ.Σ. με θέμα τη διενέργεια αρχαιρεσιών για την ανάδειξη Δ.Σ. ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια των αναπομεινάντων μελών του και δεν αποτελεί υποχρέωση αυτών. Ο πρώτος λόγος παραδεκτά προτείνεται, κατά τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, μετά την συμπλήρωση νέων, μη προταθέντων με το δικόγραφο της αίτησης ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου πραγματικών περιστατικών, περί αδυναμίας ανάδειξης διοίκησης του νομικού προσώπου της Α.Ε., λόγω της επικράτησης, τόσο στη Γ.Σ. δύο ισοψηφισάντων δυνάμεων που δεν ομονοούν, η οποία έχει πλέον εκλείψει, μετά την παραίτηση των μελών του εκλεγμένου Δ.Σ., τα οποία συμπληρώνουν την ιστορική βάση της έλλειψης διοίκησης. Περαιτέρω η αίτηση, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 69 ΑΚ και 786 ΚΠολΔ, λαμβανομένων υπόψη των όσων παραδεκτώς κατά τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχείο ΙΙΙ. μείζονα σκέψη της παρούσας επιπροσθέτως εξέθεσε με το δικόγραφο της έφεσής του ο εκκαλών. Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απέρριψε ως νομικά αβάσιμη την αίτηση, με την αιτιολογία ότι τα εναπομείναντα μέλη του Δ.Σ. της εταιρείας δύνανται να συγκαλέσουν Γ.Σ. προς ανάδειξη των μελών του Δ.Σ. της, κατ’ άρθρο 82§3 Ν 4548/2018, παρότι κατά τα εκτεθέντα στην αίτηση και όσα παραδεκτώς επικαλέστηκε με την έφεσή του ο εκκαλών συντρέχει περίπτωση ελλείψεως τακτικής διοίκησης, αφού λόγω σχηματισμού στους κόλπους της δύο ισοδυνάμων (ισοψηφουσών) αντίθετων ομάδων και μετά την παραίτηση των μελών του ΔΣ της είναι αδύνατη η λήψη αποφάσεων και εν προκειμένω εκλογής μελών Δ.Σ., εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο. Πρέπει επομένως, δεκτού γενομένου του πρώτου λόγου, παρέλκουσας της έρευνας του δεύτερου, να γίνει δεκτή η έφεση, ως προς το κεφάλαιο αυτό, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς την ανωτέρω διάταξή της και αφού κρατηθεί και δικαστεί από το Δικαστήριο αυτό η αίτηση (άρθρο 535§1 ΚΠολΔ), να κριθεί αυτή νομικά βάσιμη και να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από την εκτίμηση της υπ’ αριθ. ……./14-03-2022 ένορκης βεβαίωσης του …… ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αμαρουσίου, η οποία προσκομίζεται από τον εκκαλούντα και λαμβάνεται υπόψη παρότι δεν προσκομίζεται έκθεση επίδοσης προηγούμενης κλήτευσης του αντιδίκου του, κατά τις διατάξεις των άρθρων 744 και 759§3 ΚΠολΔ, σύμφωνα τις οποίες στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας το δικαστήριο προκειμένου να σχηματίσει τη δικανική του πεποίθηση λαμβάνει υπόψη του κάθε πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο, ακόμη και μη πληρούντα τους όρους του νόμου, άκυρα ή ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (ΑΠ 131/2009 ΝΟΜΟΣ), καθώς και από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν με επίκληση αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών είναι μέτοχος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………» και τον διακριτικό τίτλο «…………», που εδρεύει στον Πειραιά (αριθμός ΓΕΜΗ ………), εκπροσωπών το 50% του μετοχικού κεφαλαίου, με αντικείμενο την κατασκευή, επισκευή και μεταποίηση εξαρτημάτων πλοίων, επωτίδων πλοίων, επιθεωρήσεων δοκιμών και έκδοσης οικείων πιστοποιητικών, σκαφών θαλάσσης, εμπορίας σκαφών θαλάσσης και εξαρτημάτων και ειδών εξοπλισμού και εξυπηρέτησης αυτών. Κατέχει το ήμισυ του μετοχικού της κεφαλαίου, ήτοι 18.529 ονομαστικές μετοχές, εκ των 37.058, ενώ το υπόλοιπο 50% κατείχε ο ………. Ο τελευταίος την 28-06-2019 μεταβίβασε τις μετοχές του στον ………., ο οποίος στις 12-11-2019 τις μεταβίβασε στην μονοπρόσωπη εταιρεία με την επωνυμία «………..», με συναφές αντικείμενο, της οποίας είναι μοναδικός εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπος, με αποτέλεσμα να καταστούν, ο εκκαλών και η ανωτέρω εταιρεία οι μόνοι μέτοχοι, εκπροσωπούντες το 50% του μετοχικού της κεφαλαίου έκαστος. Το Διοικητικό της Συμβούλιο αποτελείται από 3 έως 7 μέλη, τα οποία, κατά το άρθρο 22 του καταστατικού της, δύνανται νε εκλέγουν μέλη αυτού σε αντικατάσταση άλλων που παραιτήθηκαν, απεβίωσαν κλπ, με απόφαση των εναπομεινάντων, εφόσον είναι τουλάχιστον 3 και υποβάλλεται σε δημοσιότητα. Την 29-07-19 καταχωρίστηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. με Κ.Α.Κ. ……, το από 25-07-19 πρακτικό του Δ.Σ. της ανωτέρω Α.Ε., περί παραίτησης των μελών του Δ.Σ. …….. και ………. και αντικατάστασης αυτών (άρθρο 82§1 Ν 4548/2018) με τους ……. και …….., αποτελούμενο στο εξής από τους 1) ………, 2) ………, 3) ………, 4) …….. και 5) …….., με θητεία ως 26-02-2024, νόμιμο εκπρόσωπο τον ………, ο οποίος από κοινού με την . …….. θα δύνανται να προβαίνουν σε οικονομικές συναλλαγές ως 10.000 ευρώ, για τους αναφερόμενους σ’ αυτό σκοπούς. Την 22-01-2021 παραιτήθηκε από τη θέση του στο Δ.Σ. ο ……….., παραίτηση που έγινε δεκτή χωρίς να ληφθεί απόφαση περί αντικατάστασής του. Κατά τη συνεδρίαση του Δ.Σ. την 28-05-2021, απείχε το μέλος του Δ.Σ. ………, η οποία με επιστολή της προς αυτό διατύπωσε μομφή για ελλιπή ενημέρωση περί τα οικονομικά της εταιρείας, κακοδιαχείριση και ανταγωνιστική δραστηριότητα, κατά του νομίμου εκπροσώπου (………..), με αποτέλεσμα την μη έγκριση οικονομικών καταστάσεων και έκθεσης διαχείρισης και αποφασίστηκε η σύγκληση Γ.Σ. με θέμα την έγκριση αυτή, την απαλλαγή των μελών του Δ.Σ. από κάθε ευθύνη αποζημίωσης και διαχείρισης για τα πεπραγμένα της 8ης εταιρικής χρήσης, όμως την 23-06-2021 παραιτήθηκαν από τη θέση τους στο Δ.Σ. και οι …….. και ………, με αποτέλεσμα το ΔΣ να μην απαρτίζεται πλέον από τη νόμιμη και καταστατική σύνθεση των 3 κατ’ ελάχιστο αριθμό μελών. Με την από 23-06-21 πρόσκλησή τους τα δύο εναπομείναντα μέλη συγκάλεσαν κατ’ άρθρο 82§3 Ν 4548/2018 έκτακτη Γ.Σ. για τις 19-07-21, με θέμα την εκλογή νέου Δ.Σ., πλην όμως κατά την ημέρα εκείνη και μετά από αναβολή την 30-07-21 δεν αναδείχθηκε νέο Δ.Σ., λόγω αδυναμίας συγκέντρωσης της απαιτούμενης πλειοψηφίας. Τέλος την 02-07-2021 παραιτήθηκε και η ……… Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι μέτοχοι κατά ποσοστό 50% έκαστος της ανωτέρω εταιρείας δεν ομονοούν. Ειδικότερα ο εκ των μετόχων ……… έχει υποβάλει στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Πειραιώς, κατά του αιτούντος και του ……….., την υπ’ αριθ. Β.Μ. ……. από 15-11-2019 μηνυτήρια αναφορά του για την κατά τα έτη 2014 – 2019 είσπραξη αμοιβών της εταιρείας, για υπηρεσίες που παρείχε, από τρίτες εταιρείες συμφερόντων των ανωτέρω πρώην συμμετόχων, επί της οποίας έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για το αδίκημα της υπεξαίρεσης κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση με ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ, την υπ’ αριθ. Β.Μ. ………. από 27-01-2021 μήνυσή του με όμοια περιστατικά για τα έτη 2008 έως 2013, που βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας από εισαγγελικό λειτουργό, την υπ’ αριθ. Β.Μ. …… από 06-03-2020 έγκλησή του, επί της οποίας έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για απόπειρα απάτης σε βάρος του με επιδιωκόμενο όφελος που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ κατά συναυτουργία, ενώ η «……..», εκπροσωπούμενη από τον ………, κατέθεσε την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου ……../16-05-2022 αγωγή αποζημίωσης κατά του αιτούντος, ο ………. την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ………/13-10-2021 αγωγή ακύρωσης πώλησης μετοχών. Περαιτέρω και ο αιτών έχει υποβάλει στον ίδιο Εισαγγελέα την από 29-10-21 υπ’ αριθ. Β.Μ. ……. μήνυσή του κατά των ……… και …….., επί της οποίας έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για τα αδικήματα της απιστίας με προκληθείσα ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ, ψευδή καταμήνυση, ψευδή κατάθεση και ηθική αυτουργία σε ψευδή καταμήνυση, ενώ η «………..», μετά από ορισμό προσωρινού διοικητικού συμβουλίου με προσωρινή διαταγή, έχει καταθέσει την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ……../27-07-2022 αγωγή καταβολής μισθωμάτων και ………./29-07-2022 αίτηση συντηρητικής κατάσχεσης, κατά των «…………», «……..» και …….., από τη μισθωτική σχέση δυνάμει συμφωνίας τους για εκμίσθωση από την πρώτη στη δεύτερη του ακινήτου που εδρεύει και διατηρεί εγκαταστάσεις η πρώτη στην οδό ……… στον Πειραιά. Περαιτέρω όπως προαναφέρθηκε, ο αιτών ζήτησε τον ορισμό ειδικού εκπροσώπου για άσκηση εταιρικής αγωγής σε βάρος του ……….., επικαλούμενος περιστατικά απιστίας του τελευταίου σε βάρος της εταιρείας. Ενόψει των ανωτέρω αποδείχθηκε η έλλειψη διοίκησης της «…………», καθώς και η αδυναμία ανάδειξης διοικητικού συμβουλίου στο μέλλον, λόγω της επικράτησης στους κόλπους της δύο ισοδύναμων μετόχων με αντιτιθέμενα συμφέροντα. Την έλλειψη διοίκησης δεν αρνήθηκε με τις προτάσεις του ο καταστάς διάδικος ήδη από τη συζήτηση της αίτησης ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου …………, ο οποίος περιέγραψε τη δική του εκδοχή για τα περιστατικά που οδήγησαν στην έλλειψη διοίκησης του νομικού προσώπου της εταιρείας, αιτούμενος ωστόσο κυρίως την απόρριψη της έφεσης, επειδή ορθά απορρίφθηκε η αίτηση από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επικουρικά τον διορισμό προσωρινού Δ.Σ., αποτελούμενου από τους ………… και από τον ίδιο και τον ……… Καθίσταται επομένως αναγκαίος και πρόσφορος ο διορισμός προσωρινού διοικητικού συμβουλίου, με πλήρη σύνθεση, δηλαδή από αριθμό μελών ισάριθμο προς εκείνον τον οποίο προβλέπει το καταστατικό του σωματείου για την τακτική διοίκηση και όχι μόνον από όσα απαιτούνται για τη συμπλήρωση των κωλυόμενων τακτικών μελών της διοίκησης, οπότε και θα υπήρχε «μικτή» προσωρινή διοίκηση, ήτοι αποτελούμενη τόσο από αιρετά, όσο και από διορισμένα μέλη (ΑΠ 1392/2014, ΑΠ 854/1998, ΕΑ 4238/2010, ΕΑ 2326/2004, ΜονΕφΑθ 1829/2012 ΝΟΜΟΣ), συντιθέμενου και από κάποια από τα τακτικά μέλη της διοίκησης, που κρίνονται κατάλληλα για την εκπλήρωση των εξουσιών που αποτελούν το αντικείμενο της προσωρινής διοίκησης, διότι στην περίπτωση αυτή δεν πρόκειται περί μικτής προσωρινής διοίκησης, αφού τα μέλη αυτά έχουν ήδη αποβάλει οριστικά την ιδιότητα του τακτικού – αιρετού μέλους της διοίκησης και διορίζονται επειδή κρίθηκαν κατάλληλα ως μέλη της προσωρινής διοίκησης (ΜΕφΑθ 1829/2012 ΔΕΕ 2012.1157, ΕφΠατρ 455/1994 ΕΕμπΔ 1994.582, ΕΑ 2424/1991 ΕλλΔνη 34.617, Μπέη, Πολ.Δικ. – Εκούσια δικαιοδοσία, άρθρο 786 σελ. 547-548 – αντίθ. ΑΠ 1430/87 ΕΕΔ 46.865, ΕΑ 4282/1998 ΕλλΔνη 1999.421, ΕφΠειρ 285/1997 ΕλλΔνη 1997.1664, ΕΑ 9651/1992 ΕλλΔνη 1995.211, ΕφΘεσ 3570/1990 ΕλλΔνη 32.1310, ΕφΘεσ 855/2007 ΧΡΙΔ 2008.159, ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ2007.871, Ασπρογέρακας – Γρίβας, Eλλειψις διοικήσεως νομικού προσώπου, παρ. 20, Α. Κρητικός, Δίκαιο σωματείων και συνδικαλιστικών οργανώσεων, 1982, σελ. 384 επ., 390, 391, Ι. Καρακατσάνης, ΕρμΑΚ άρθρο 92 αριθ. 33). Αυτό θα επιμεληθεί ενεργώς των εταιρικών υποθέσεων της εταιρείας, που αφορούν τα επείγοντα εταιρικά θέματα, όπως εκπλήρωση υποχρεώσεων και είσπραξη απαιτήσεων για την ευόδωση των καταστατικών σκοπών της, άσκηση και υποστήριξη ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, για την εκπλήρωση των ανωτέρω σκοπών, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης για άσκηση εταιρικής αγωγής, κατ’ άρθρα 102 επ. Ν 4548/2018. Η θητεία της προσωρινής διοίκησης πρέπει να ορισθεί ετήσια, χρονικό διάστημα εύλογο ώστε να μην επέλθει δυσανάλογη επέμβαση στο συνταγματικά προστατευόμενο συμφέρον της αυτοδιοίκησης του νομικού προσώπου, αφού η διαχείριση του συνόλου των εταιρικών υποθέσεων και ιδίως οι αποφάσεις διαχείρισης μεγάλου οικονομικού και επιχειρηματικού ενδιαφέροντος δεν μπορούν να προέλθουν από προσωρινή διοίκηση, η οποία στερείται της νομιμοποίησης μιας εκλεγμένης διοίκησης. Στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της θα πρέπει να συμπεριληφθεί συνεπώς και η κατά τη διάρκεια της θητείας της σύγκληση Γενικής Συνέλευσης για ανάδειξη Δ.Σ., η οποία δεν μπορεί να αποκλειστεί στο μέλλον, ιδίως μετά από αλλαγή των μεταξύ των μετόχων συσχετισμών, αφού στην αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να επέλθει η κατ’ άρθρο 166§2 Ν 4548/2018 λύση της. Συνεπώς πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση, ως προς το αίτημα ορισμού προσωρινής διοίκησης, να οριστεί προσωρινό διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, απαρτιζόμενο από τα αναφερόμενα στο διατακτικό πρόσωπα, με ετήσια θητεία και με τις αναφερόμενες σ’ αυτό εξουσίες. Δικαστική δαπάνη δεν πρέπει να οριστεί σε βάρος του διαδίκου …………., ελλείψει σχετικού αιτήματος από την πλευρά του εκκαλούντος. Περαιτέρω δεν πρέπει να επιβληθεί δικαστική δαπάνη σε βάρος του εκκαλούντος για το μέρος της αίτησης που απορρίφθηκε, αφού αυτό δεν έδωσε αφορμή για να αυξηθούν τα έξοδα (άρθρα 106, 178§2, 183 ΚΠολΔ). Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον εκκαλούντα, επειδή η έφεσή του έγινε δεκτή (άρθρο 495§3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθ. έκθ. ΓΑΚ…../ΕΑΚ…../20-05-2022 έφεση.
Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 1164/11-04-2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, κατά το μέρος της με το οποίο απορρίφθηκε η αίτηση ορισμού προσωρινής διοίκησης.
Κρατεί και δικάζει την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ΓΑΚ……/ΕΑΚ………./19-11-21 αίτηση, κατά το αίτημά της αυτό.
Δέχεται την αίτηση.
Διορίζει προσωρινό διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία: «……….» και τον διακριτικό τίτλο «………..», που εδρεύει στον Πειραιά (αριθμός ΓΕΜΗ ……..), με ετήσια θητεία, αποτελούμενο από τα εξής πρόσωπα: 1) ………., 2) ………. ., 3) …….., κατοίκους … Αττικής (………), 4) …………, κάτοικο …….. Αττικής (………) και 5) ……….., κάτοικο Πειραιώς (…….. .), με σκοπό: Α) να επιμεληθεί των εταιρικών υποθέσεων της εταιρείας, που αφορούν τα επείγοντα εταιρικά θέματα, όπως εκπλήρωση υποχρεώσεων και είσπραξη απαιτήσεων για την ευόδωση των καταστατικών σκοπών της, Β) να ασκήσει και να υποστηρίξει ένδικα βοηθήματα και μέσα για την εκπλήρωση των ανωτέρω σκοπών, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης για άσκηση εταιρικής αγωγής, κατ’ άρθρα 102 επ. Ν 4548/2018, Γ) να συγκαλέσει Γενική Συνέλευση για ανάδειξη Δ.Σ., εντός του χρονικού διαστήματος της θητείας του.
Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του κατατεθέντος από αυτόν e- παραβόλου με αριθμό …………..
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά, την 16η Μαρτίου 2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ