Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 183/2023

Αριθμός     183/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Κ.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  ……….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξουσία  ΝΣΚ, Θεοδώρα Ιατρέλλη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ:  1) ………. και 2) ………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Αγγελική Λαλούση (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Οι εφεσίβλητοι άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 3.4.2017 (………/2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  4947/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία, αφού απέρριψε ό,τι έκρινε ως απορριπτέο, δέχθηκε κατά τα λοιπά την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το δεύτερο εκ των εναγομένων και ήδη εκκαλούν με την από  26.3.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ……/2019, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………/2019) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 7η.5.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 85/2020 Πράξη  του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο  της  22ας.4.2021, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 10.4.2021 έως και 26.4.2021). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν 4786/2021 (ΦΕΚ Α 43/23-3-2021) περί αυτεπαγγέλτου  ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής  Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς  και την υπ΄αριθμ. 134/2021 Πράξη  της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Αικατερίνης Νομικού, Προεδρου Εφετών, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο  που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η δικαστική πληρεξουσία ΝΣΚ του εκκαλούντος και η πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσιβλήτων, οι οποίες παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη, από 26.3.2019 (υπ΄αριθ. κατάθ. ……/28.3.2019 – ………/1.7.2019) έφεση του πρωτοδίκως ηττηθέντος εναγομένου νπδδ Ελληνικού Δημοσίου κατά των πρωτοδίκως νικησάντων εναγόντων και της υπ΄αριθ. 4947/9.11.2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Νέας Τακτικής Διαδικασίας) που δίκασε ερήμην της 1ης εναγομένης – ήδη μη διαδίκου  και αντιμωλία  των λοιπών διαδίκων και έκανε δεκτή την από 3.4.2017 αγωγή των εναγόντων (υπ΄αριθ. κατάθ. ../2017), ασκήθηκε νόμιμα, με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρα 591 παρ. 1α, 592 παρ. 1, 495 παρ.1 και 2, 500, 511, 513 παρ.1 περ.β΄εδ.α, 516 παρ.1, 517 εδ.α και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, (βλ. υπ΄αριθ. …../26.2.2019 έκθεση επίδοσης της εκκαλουμένης της δικαστικής επιμελήτριας Εφετείου Αθηνών … ….. σε συνδυασμό με την από 28.3.2019 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιά).  Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω  από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ ύλην  και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια ως άνω  διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), εν όψει του ότι για το παραδεκτό της δεν απαιτείται να κατατεθεί παράβολο έφεσης από το εκκαλούν νπδδ λόγω της ιδιότητάς του αυτής.  Με την από 3.4.2017 αγωγή τους οι εφεσίβλητοι – ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι η μητέρα του πρώτου των εναγόντων, …………, και ο πατέρας της δεύτερης των εναγόντων, ………….., ήταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο των πρώτων εγγραφών, συγκύριοι, κατά ποσοστό 12,5% έκαστος εξ αδιαιρέτου, του αναλυτικά περιγραφόμενου ακινήτου, έκτασης 160 τμ, που βρίσκεται στη θέση «……….» της κτηματικής περιφέρειας Αμπελακίων του Δήμου Σαλαμίνας, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, του ποσοστού αυτού κτηθέντος παράγωγα, λόγω κληρονομικής διαδοχής, δυνάμει των αναφερόμενων στην αγωγή αποδοχών κληρονομιάς, άλλως λόγω τακτικής, άλλως έκτακτης χρησικτησίας, κατά τις διατάξεις του βυζαντινορωμάΐκού δικαίου και του ΑΚ, άλλως λόγω της ειδικής χρησικτησίας του άρθρου 4 του Ν. 3125/2003. Ότι το ευρύτερο ακίνητο των 400 τμ είχε αποκτήσει ο ………, και ακολούθως αυτό περιήλθε στους κληρονόμους του. Ότι το έτος 1967 έλαβε χώρα άτυπη διανομή κληρονομιάς μεταξύ της πρώτης εναγομένης, του ……… (πατρός του πρώτου ενάγοντος) και ………. (γιαγιάς της δεύτερης ενάγουσας), κατά την οποία το ακίνητο χωρίστηκε σε δύο αυτοτελή οικοπεδικά τμήματα, το ένα έκτασης 240 τμ, το οποίο έλαβε στη νομή της η πρώτη εναγομένη, και το δεύτερο έκτασης 160 τμ (επίδικο), το οποίο έλαβαν στη συννομή τους οι ……… και ………., κατά ποσοστό 50% έκαστος. Ότι από το 1967 οι δικαιοπάροχοι των εναγόντων νέμονταν διανοία κυρίου το ακίνητο που έλαβαν, χωρίς να αμφισβητηθεί ποτέ το εμπράγματο δικαίωμά τους από τους εναγόμενους. Ότι η …….. απεβίωσε το έτος 1992 χωρίς διαθήκη, αφήνοντας κληρονόμους της τα τέσσερα τέκνα της, ….. (πατέρα της δεύτερης ενάγουσας), …., …. και ….., οι οποίοι έλαβαν ποσοστό 12,5% εξ αδιαιρέτου επί του επιδίκου, κληρονομιά την οποία αποδέχθηκαν με την αναφερόμενη στην αγωγή πράξη αποδοχής κληρονομιάς. Ότι ο ……… απεβίωσε το έτος 1981 χωρίς διαθήκη, αφήνοντας κληρονόμους του τη σύζυγό του ………… (μητέρα του πρώτη ενάγοντος), η οποία έλαβε ποσοστό 12,5%, και τα δύο τέκνα του ………. (πρώτος ενάγων) και ………., οι οποίοι έλαβαν ποσοστό 18,75 % επί του επιδίκου, κληρονομιά την οποία αποδέχθηκαν με την αναφερόμενη στην αγωγή πράξη αποδοχής κληρονομιάς. Ότι το έτος 2006 απεβίωσε ο ………. χωρίς να αφήσει διαθήκη και κληρονομήθηκε από την σύζυγό του ……. και την κόρη του ………, ενώ το έτος 2008 απεβίωσε η ……… χωρίς διαθήκη, αφήνοντας κληρονόμο την κόρη της ……, δεύτερη ενάγουσα, η οποία, επομένως, νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει στην διόρθωση των πρώτων εγγραφών στο όνομα του πατρός της. Ότι το έτος 2011 απεβίωσε η ……, η οποία εγκατέστησε με δημόσια διαθήκη κληρονόμο της στο εξ αδιαιρέτου ποσοστό της επί του επιδίκου ακινήτου τον πρώτο ενάγοντα, ο οποίος, επομένως, νομιμοποιείται ενεργητικά να ζητήσει στην διόρθωση των πρώτων εγγραφών στο όνομα της μητρός του. Ότι το επίδικο ακίνητο εσφαλμένως εμφανίζεται στα οικεία βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας ως τμήμα ευρύτερου γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ……….., συνολικής έκτασης 400 τμ, στο κτηματολογικό φύλλο του οποίου έχει καταχωρηθεί ως δικαιούχος σε ποσοστό 58,10% η πρώτη εναγομένη, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσοστό των 41,90% φαίνεται ως «άγνωστου ιδιοκτήτη». Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητούν οι ενάγοντες να αναγνωριστεί η, κατά τον χρόνο των πρώτων εγγραφών, συγκυριότητα των δικαιοπαρόχων τους, …. και …….. επί του επιδίκου ακινήτου των 160 τμ και να διορθωθεί η ανακριβής πρώτη εγγραφή, ώστε το επίδικο να εμφαίνεται ως αυτοτελές γεωτεμάχιο με ιδιαίτερο ΚΑΕΚ, στο κτηματολογικό φύλλο του οποίου θα αναγραφούν οι δικαιοπάροχοί τους ως δικαιούχοι, κατά τα αναφερόμενα ιδανικά μερίδια εκάστου και την καταδίκη των αντιδίκων τους στη δικαστική τους δαπάνη.

Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή, αναγνώρισε ότι κατά το χρόνο των πρώτων εγγραφών η δικαιοπάροχος του 1ου ενάγοντος, ……….. και ο ………, ήταν συγκύριοι, κατά ποσοστό 12,5% ο καθένας του επιδίκου ακινήτου και διέταξε τη διόρθωση των αρχικών εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού γραφείου Σαλαμίνας ω προς το γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ ………, προκειμένου το επίδικο κατά χωρική μεταβολή να θεωρηθεί ως αυτοτελές γεωτεμάχιο με ειδικότερο ΚΑΕΚ και δη όπως αποτυπώνεται στο από Μαϊου 2012 τοπογραφικό διάγραμμα χωρικής μεταβολής του αρχιτέκτονα μηχανικού ………. με αριθμό 2, περιμετρικούς αριθμούς 1 – 11 – 12 – 13 – 1 στο κτηματολογικό φύλλο του οποίου θα αναγραφούν ως δικαιούχοι κατά συγκυριότητα, οι ανωτέρω δικαιοπάροχοι των εναγόντων κατά ποσοστό 12,5% εξ αδιαιρέτου έκαστος, με βάση την ειδική χρησικτησία του άρθρου 4 παρ. 1β ν. 3127/2003. Τέλος, συμψήφισε τα δικαστικά έξοδα.

Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το εκκαλούν νπδδ Ελληνικό Δημόσιο για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί όπως, γενομένης δεκτής της έφεσης, εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ώστε ν΄απορριφθεί καθ΄ολοκληρίαν η από 3.4.2017 αγωγή των εναγόντων – εφεσιβλήτων καθώς και την καταδίκη των εφεσιβλήτων στη δικαστική του δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ : «η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 117 ή 118, πρέπει να περιέχει α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου και β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς». Στις εμπράγματες κυρίως αγωγές και γενικά σε όσες αγωγές αφορούν ακίνητα, στα υποχρεωτικά στοιχεία του περιεχομένου τους περιλαμβάνεται και η ακριβής περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, δηλαδή του υλικού αντικειμένου της δίκης, στις δε αγωγές του ν. 2664/1998 η ακριβής περιγραφή του ακινήτου αποτελεί προϋπόθεση για τις κτηματολογικές καταχωρήσεις. Η περιγραφή του ακινήτου θεωρείται επαρκής όταν το ακίνητο προσδιορίζεται κατά θέση, έκταση και όρια, ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητά του.  (ΑΠ 137/2015, 715/2010, ΕφΠατρ 192/2018, ΝΟΜΟΣ). Δεν απαιτείται αναφορά των πλευρικών διαστάσεων και του προσανατολισμού του ακινήτου ούτε των ονομάτων των ιδιοκτητών των ομόρων ακινήτων (ΑΠ 781/2016, 621/2014, ΝΟΜΟΣ), ή του Δήμου εντός του οποίου βρίσκεται (ΑΠ 985/2007, ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, μολονότι δεν απαιτείται καταρχήν αναφορά των πλευρικών διαστάσεων του ακινήτου, όταν το διεκδικούμενο αποτελεί τμήμα μείζονος ακινήτου ο ενάγων υποχρεούται να προσδιορίσει τη θέση του μέσα στο μείζον ακίνητο, (ΑΠ 1707/2018, 388/2017, ΝΟΜΟΣ), αναφέροντας επακριβώς τα όρια που το διαχωρίζουν από τη μείζονα έκταση (ΑΠ 1186/2014, ΝΟΜΟΣ). Τέλος, όταν διαπιστώνεται έλλειψη άλλων σταθερών ορίων ο ενάγων υποχρεούται να μνημονεύει και τις πλευρικές διαστάσεις αυτού ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ως προς την ταυτότητά του. Η ορισμένη περιγραφή του ακινήτου δεν αποκλείεται να γίνεται με την ενσωμάτωση στην αγωγή τοπογραφικού διαγράμματος από το οποίο να προκύπτουν η θέση και τα όρια του ακινήτου (ΑΠ 1114/2014, 1016/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3989/2020, Qualex). Με τον 1ο λόγο της κρινόμενης έφεσης το εκκαλούν παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν απέρριψε ως αόριστη την αγωγή, καθόσον δεν προσδιοριζόταν επακριβώς το επίδικο ακίνητο, γιατί δεν προσδιοριζόταν η ακριβής θέση αυτού και ο προσανατολισμός του εντός της μείζονος έκτασης, καθώς στο αγωγικό δικόγραφο δεν προσαρτήθηκε τοπογραφικό διάγραμμα με το σύστημα ΕΓΣΑ ‘ 87 που να απεικονίζει τη θέση και τα όρια του επιδίκου σε σχέση με τη μείζονα έκταση και τη θέση αυτής σε σχέση με τα όμορα ακίνητα, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατός ο προσδιορισμός ούτε της μείζονος έκτασης από την οποία προήλθε το επίδικο. Ωστόσο, από την επισκόπηση της αγωγής, προκύπτει ότι στη σελίδα 13 αυτής, απεικονίζεται τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του επιδίκου που έχει συντάξει ο αρχιτέκτων Μηχανικός …….. το μήνα Μάιο 2012, με το σύστημα ΕΓΣΑ ‘ 87 το οποίο εμφαίνεται υπό τον αριθμό 2 και τους περιμετρικούς αριθμούς 1 – 11 – 13 – 12 – 1, συνορεύει Βόρεια επί προσώπου 11 – 13 μήκους 10,68 μ. με οδό ……., Νότια επί πλευράς 1 – 12 μήκους 10,60 μ. με ιδιοκτησία ………. και ………, ανατολικά επί προσώπου 1 -11 μήκους 15,5 μ. με οδό …….. και Δυτικά επί πλευράς 12 – 13 μήκους 14,6 μ. με ιδιοκτησία …….. – 1ης εναγομένης. Επίσης στο ίδιο σχεδιάγραμμα που απεικονίζεται στη σελίδα 13 της αγωγής ως άνω, εμφαίνεται και το μείζον ακίνητο το οποίο εμπεριέχει το επίδικο και οι πλευρικές διαστάσεις αυτού, ήτοι Βόρεια επί προσώπου 8 – 11 με οδό …….., Νότια επι προσώπου 5 – 1 με  ιδιοκτησία …….. και …….., ανατολικά επί προσώπου 11 – 1με οδό ……….. και Δυτικά επί προσώπου 8 – 5 με Ι.Ναό ………., το οποίο φέρει ΚΑΕΚ ……… Πέραν αυτών το επίδικο προσδιορίζεται στην αγωγή με περιγραφική αναφορά κατά θέση, έκταση και όρια, ως αποτελούν τμήμα του μείζονος ως άνω ακινήτου που φέρει το προαναφερθέν ΚΑΕΚ. Καμία επομένως αμφιβολία δεν καταλείπεται ως προς την ταυτότητά του, αλλά προσδιορίζεται επαρκώς και σαφώς, τόσο με περιγραφή, όσο και με το απεικονιζόμενο ως άνω σχεδιάγραμμα. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε την αγωγή ορισμένη ως προς τα ανωτέρω στοιχεία δεν έσφαλε και ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε  ο 1ος λόγος της κρινόμενης έφεσης με τον οποίο το εκκαλούν παραπονείται για τα ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Περαιτέρω, με το 2ο λόγο της κρινόμενης έφεσης, το εκκαλούν παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα δεν αξίωσε από την αγωγή τις προϋποθέσεις των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του ν. 3127/2003, δηλαδή διότι σε κανένα σημείο της αγωγής δεν αναφέρεται ότι  οι δικαιοπάροχοι των εναγόντων από το έτος 1967  και οι ίδιοι οι ενάγοντες από το 1981 ο 1ος μαζί με τους λοιπούς συγκληρονόμου του ………… και από το 1992 η 2η μαζί με τους λοιπούς συγκληρονόμους της ………., ασκούσαν όλες τις προσιδιάζουσες σε συγκυρίους πράξεις νομής διανοία κυρίου και έχοντας την πεποίθηση χωρίς βαριά αμέλεια ότι κατά το χρόνο κτήσης της νομής έχουν αποκτήσει συγκυριότητα και δεν προσβάλλουν δικαιώματα τρίτων και δη με καλή πίστη. Ωστόσο, στην ένδικη αγωγή αναφέρεται ότι από το έτος 1967, οπότε οι μέχρι τότε συγκύριοι, απώτατοι και απώτεροι δικαιοπάροχοί τους που αναφέρονται διεξοδικά στην αγωγή από το έτος 1920, οπότε απεβίωσε ο αρχικός κύριος δικαιοπάροχος – προπάππος των εναγόντων …………..,  είχαν αποδεχθεί την επαχθείσα κάθε φορά κληρονομία και διατηρούσαν τη συγκυριότητα και τη συννομή επί του μείζονος ακινήτου μέχρι και το έτος 1967, οπότε η 1η εναγομένη ……., και οι δικαιοπάροχοι των εναγόντων …….. και ………, διένειμαν άτυπα το μείζον ακίνητο των 400 τμ σε δύο ακίνητα, ήτοι αυτό των 240 τμ το οποίο έλαβε η 1η εναγομένη και το έτερο των 160 τμ (επίδικο) το οποίο έλαβαν οι άμεσοι δικαιοπάροχοι των εναγόντων κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου έκαστος, ασκώντας έκτοτε τις προσιδιάζουσες σε κυρίους πράξεις νομής, ήτοι με ανοικοδόμηση οικίας 96 τμ, διαμόρφωση αύλειου χώρου και περίφραξη  εκ μέρους της 1ης εναγομένης και με περίφραξη και οριοθέτηση και καθαρισμό από ξερά χόρτα οι ενάγοντες και οι δικαιοπάροχοί τους, καθώς και εμβαδομέτρηση αυτού, όπως προσιδιάζει σε συγκυρίους, χωρίς ποτέ να ενοχληθούν από κανέναν και ιδίως από το εκκαλούν, έχοντας έτσι καταστεί συγκύριοι με τα προσόντα της τακτικής, άλλως της έκτακτης χρησικτησίας. Εκ των ανωτέρω, προκύπτει ότι αναφέρεται στην αγωγή αδιατάρακτη επί τριακονταετία τουλάχιστον άσκηση προσιδιαζουσών σε συγκυρίους  πράξεων νομής επί του επιδίκου χωρίς κακή πίστη, εφόσον χωρίς βαριά αμέλεια είχαν την πεποίθηση ότι απέκτησαν κυριότητα επί του πατρογονικού αυτού ακινήτου που βρισκόταν αρχικά στην κυριότητα του αποβιώσαντος το 1920 προπάππου τους, παππού και πατέρα και των λοιπών δικαιοπαρόχων τους.  Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αρκέστηκε σε λιγότερες προϋποθέσεις για τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 4 το ανωτέρω νόμου. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε και ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και  ο 2ος λόγος της κρινόμενης έφεσης με τον οποίο το εκκαλούν παραπονείται για τα ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Περαιτέρω από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες  (το εκκαλούν-εναγόμενο δεν επικαλείται ούτε προσκομίζει έγγραφα πλην των διαδικαστικών τοιούτων)  και από την υπ΄ αριθμ. ………/11-5-2017 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα των εναγόντων …….., ενώπιον της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……., η οποία λήφθηκε στα πλαίσια της δίκης αυτής μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγομένων (βλ. τις υπ’ αριθμ. ………/5-5-2017 και ……./3-5-2017 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………….), καθώς και τις υπ΄ αριθμ. … και …. από 3/4/2013 ένορκες καταθέσεις  των …….. και ………. που λήφθηκαν στα πλαίσια της από 21/3/2013 αγωγής που αφορούσε το επίδικο και επί της οποίας εξεδόθη η υπ΄ αριθμ 4081/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και κατόπιν άσκησης έφεσης από το ήδη εκκαλούν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του ήδη εκκαλούντος και της μη  εδώ διαδίκου ……. (βλ. υπ΄ αριθ. ……./27.3.2013 και …../28.3.2013 εκθέσεις επίδοσης της ίδιας ως άνω Δικαστικής Επιμελήτριας), αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Το επίδικο είναι ένα οικόπεδο, εκτάσεως 160 τμ, που βρίσκεται στη θέση «……..», εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της κτηματικής περιφέρειας Αμπελακίων του Δήμου Σαλαμίνας, ενταγμένο στο με αριθμό ….. ΟΤ, όπως αυτό αποτυπώνεται στο από Μάιο του 2012 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού …. … με τον αριθμό δύο (2) και τους περιμετρικούς αριθμούς 1-11-12-13-1, και συνορεύει βόρεια επί προσώπου 11-13 μήκους 10,68 μ. με οδό ………., νότια επί πλευράς 1-12 μήκους 10,60 μ. με ιδιοκτησία ……….. και …… ., ανατολικά επί προσώπου 1-11 μήκους 15,50 μ. με οδό ….., και δυτικά επί πλευράς 12-13 μήκους 14,60 μ. με ιδιοκτησία της πρώτης εναγόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι προ του έτους 1967 το επίδικο ακίνητο ήταν τμήμα οικοπέδου μείζονος εκτάσεως 400 τμ, περίπου, το οποίο και νεμόταν ο ……. προπάππος των εναγόντων μέχρι το θάνατό του το 1920 και ακολούθως οι κληρονόμοι του. Το έτος 1967 οι: 1) ………. (εγγονός του ……..), 2) ………….. (κόρη του ……..), και 3) ……….. (εγγονή του …….. – πρώτη εναγομένη), συμφώνησαν και προέβησαν σε άτυπη διανομή του όλου οικοπέδου, με την τρίτη να λαμβάνει στη νομή της ένα αυτοτελές τμήμα του οικοπέδου έκτασης 240 τμ περίπου, και οι λοιποί να λαμβάνουν, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, τη νομή του υπολοίπου τμήματος έκτασης 160 τμ περίπου (επίδικο). Στην ανωτέρω διανομή δεν συμμετείχε ο ……….., επίσης κληρονόμος ποσοστού εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου (ως κληρονόμος της συζύγου του ……….. – κόρης του …… – και του υιού του …..), ή άλλο πρόσωπο. Από τον χρόνο δε εκείνο οι συμμετέχοντες στη διανομή άρχισαν να νέμονται τα αυτοτελή τμήματα του οικοπέδου διανοία κυρίου, οι δε ………. και ………. ασκούσαν τη συννομή (κατά ποσοστό 50% έκαστος) επί του επιδίκου ακινήτου έκτασης 160 τμ. Ακολούθως, το 1981 απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη ο πατέρας του πρώτου εφεσιβλήτου-ενάγοντος, ……….., καταλείποντας κληρονόμους του τη σύζυγό του, ……….., και τα τέκνα του, ……….. (πρώτος ενάγων) και ……., οι οποίοι συνέχισαν την νομή επί του ακινήτου, έκαστος κατά την κληρονομική του μερίδα, και συγκεκριμένα η ……… σε ποσοστό 12,5% και έκαστος εκ των τέκνων του κατά ποσοστό 18,75%. Την κληρονομιά του θανόντος αποδέχθηκαν οι κληρονόμοι του δυνάμει της υπ’ αριθμ. ………./14-11-2001 πράξης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……….. (νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο …….. με αριθμό ……….) σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. ………./13-2-2013 διορθωτική πράξη της ίδιας συμβολαιογράφου (καταχωρηθείσα κατ’ άρθρο 7Α Ν. 2664/1998 στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου με αριθμό πρωτ. ………../31-10-2013). Περαιτέρω, το έτος 1992 απεβίωσε και η ……….. (νομέας του % εξ αδιαιρέτου του επιδίκου οικοπέδου), χωρίς να αφήσει διαθήκη καταλείποντας μοναδικούς κληρονόμους της τα τέσσερα τέκνα της, ήτοι τον ………., την ………., τον ……… και τον ………., κληρονομιά την οποία αποδέχθηκαν δυνάμει της υπ’ αριθμ. ……../19-2-1993 πράξης αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……… (νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο ……… και με αύξοντα αριθμό ………), όπως διορθώθηκε με την υπ’ αριθμ. ……../25-2-2013 διορθωτική πράξη της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……… (νομίμως καταχωρηθείσας κατ’ άρθρο 7Α Ν. 2664/1998 στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου με αριθμό πρωτ. ………/23-8- 2013). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι από το έτος κτήσεως της νομής του επιδίκου (1967), αρχικά οι τότε συννομείς, ……….. και ………., και στη συνέχεια, ήτοι μετά το 1981 οι κληρονόμοι του ………….. και μετά το 1992 οι κληρονόμοι της …………., ασκούσαν επί του προαναφερθέντος ακινήτου όλες τις προσιδιάζουσες σε συγκυρίους πράξεις νομής (περίφραξη, καθαρισμός, εμβαδομέτρηση), διανοία κυρίου και έχοντας την πεποίθηση, χωρίς βαριά αμέλεια, κατά το χρόνο κτήσης της νομής, ότι έχουν αποκτήσει την κυριότητα αυτού και ότι δεν προσβάλλουν δικαιώματα των εναγόμενων. Επομένως, έως τις 19-3-2003 (χρόνος έναρξης ισχύος του Ν. 3127/2003), είχε συμπληρωθεί νομή 30 ετών, με αποτέλεσμα να έχουν καταστεί συγκύριοι, λόγω της ειδικής χρησικτησίας του άρθρου 4 παρ. 1 περ. β του Ν. 3127/2003: (α) οι κληρονόμοι του ………., μεταξύ των οποίων η ………. κατά ποσοστό 12,5%, και (β) οι κληρονόμοι της ………., μεταξύ των οποίων ο ……….. κατά ποσοστό 12,5%. Περαιτέρω, η κτηματική περιοχή, στην οποία βρίσκεται το επίδικο ακίνητο κηρύχθηκε υπό κτηματογράφηση στα πλαίσια των εργασιών για τη δημιουργία του Εθνικού Κτηματολογίου, σύμφωνα με το Ν. 2308/1995, η δε διαδικασία περαιώθηκε ήδη και ημερομηνία έναρξης του κτηματολογίου ορίστηκε η 6η– 10-2005 (υπ’ αριθμ. 328/2/28-9:2005 απόφαση του ΔΣ του ΟΚΧΕ, ΦΕΚ 1383/Β/6-10- 2005). Ωστόσο, κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης, το επίδικο ακίνητο εμφαίνεται στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας ως τμήμα μεγαλύτερου γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ……… στο κτηματολογικό φύλλο του οποίου καταχωρήθηκε ως δικαιούχος η πρώτη εναγομένη  ήδη μη διάδικος κατά ποσοστό 58,10%, ενώ κατά το υπόλοιπο ποσοστό των 41,90% φέρεται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη». Συνεπώς, πρόκειται για ανακριβή πρώτη εγγραφή που προσβάλλει το εμπράγματο δικαίωμα των, κατά τον χρόνο των πρώτων εγγραφών, συγκυριών κατά ποσοστό 12,5% εξ αδιαιρέτου έκαστος, ………. και ……………. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι οι εφεσίβλητοι-ενάγοντες και δη ως κληρονόμος εκ διαθήκης της θανούσας το έτος 2011 (μετά τον χρόνο των πρώτων εγγραφών) μητρός του ……… (βλ. την από 10-12-2008 ιδιόγραφη διαθήκη της, που δημοσιεύθηκε νόμιμα με το υπ’ αριθμ. ………/2012 πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, και την υπ’ αριθμ. ………/13-2-2013 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …….., νομίμως καταχωρηθείσα κατ’ άρθρο 7Α Ν. 2664/1998 στο κτηματολογικό φύλλο), και η δεύτερη  εφεσίβλητη-ενάγουσα ως εξ αδιαθέτου κληρονόμος του θανόντος το 2006 πατρός της ………. (βλ. την υπ’ αριθμ. ………/2008 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας …………, όπως διορθώθηκε με την υπ’ αριθμ. …………./2013 πράξη της ίδιας συμβολαιογράφου, νομίμως καταχωρηθείσες κατ’ άρθρο 7Α Ν. 2664/1998 στο κτηματολογικό φύλλο), και ακολούθως της θανούσας το έτος 2007 μητρός της ………… (βλ. την υπ’ αριθμ. ………./5-2-2008 πράξη αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Σαλαμίνας . …….., όπως διορθώθηκε με την υπ’ αριθμ. ………/25-2-2013 πράξη της ίδιας συμβολαιογράφου νομίμως καταχωρηθείσες κατ΄ άρθρο 7Α Ν 2664/1998 στο κτηματολογικό φύλλο) απέκτησαν  συγκυριότητα  επί του επιδίκου κατά ποσοστό 12,5% έκαστος. Ενόψει δε όλων των ανωτέρω, ορθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο  έκανε δεκτή την αγωγή  και ως κατ΄ουσίαν βάσιμη, και αναγνώρισε την κατά τον χρόνο  των πρώτων εγγραφών, συγκυριότητα  επί του επιδίκου ακινήτου : (α)  της …………., κατά ποσοστό 12,5% εξ αδιαιρέτου, και (β)  του ……….., κατά ποσοστό  12,5% λόγω της ειδικής χρησικτησίας του άρθρου 4 παρ 1 περ β του Ν 3127/2003, στη συνέχεια δε διέταξε τη διόρθωση των πρώτων εγγραφών στα οικεία κτηματολογικά βιβλία, προκειμένου να καταχωρηθεί το επίδικο ως αυτοτελές με ιδιαίτερο  ΚΑΕΚ γεωτεμάχιο, όπως αυτό εμφαίνεται στο από Μάιο του 2012 τοπογραφικό διάγραμμα γεωμετρικών μεταβολών του αρχιτέκτονα μηχανικού ……………… Πρέπει  δε να σημειωθεί ότι στην κρινόμενη αγωγή  αναφέρονται  οι τόμοι και αριθμοί μεταγραφής των τίτλων που αναφέρονται  καθώς και οι καταχωρήσεις των σχετικών κατά περίπτωση συμβολαιογραφικών  εγγράφων στο οικείο  κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου κατ΄άρθρ. 7 παρ 3 και 7 Α.ν. 2664/1998 και τ΄ αντίθετα  ισχυριζόμενα από το εκκαλούν είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Επίσης το εκκαλούν δεν απέδειξε  ότι οι ενάγοντες και οι δικαιοπάροχοί τους τελούσαν σε  κακή πίστη ως προς την κτήση της κυριότητας του  επιδίκου καίτοι έφερε το σχετικό βάρος απόδειξης (ΑΠ  786/2012 ΝΟΜΟΣ), αντίθετα δε, το επίδικο νέμονταν οι απόγονοι του ………. με την πεποίθηση κατά το χρόνο κτήσης της νομής από τους άμεσους δικαιοπαρόχους τους κατά  περίπτωση που ήταν κύριοι ότι καθίστανται κύριοι επίσης.

Κατόπιν των ανωτέρω και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς εξέταση, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί το εκκαλούν, Ελληνικό Δημόσιο, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εφεσιβλήτων, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος των τελευταίων (άρθρα 106, 176, 180, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), μειωμένα, όμως, κατά το άρθρο 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957 και την υπ΄ αρ. 134423/8-12-1992 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ Β 11/20-11-1993), σε συνδυασμό με το άρθρο 28 του Ν. 2579/1998 (ΑΠ 858/2020, ΑΠ 1129/2019, ΑΠ 1375/2018), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την από 26.3.2019 (υπ΄αριθ. κατάθ. ……../28.3.2019 – ……../1.7.2019) έφεση κατά της υπ΄αριθ. 4947/9.11.2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (Νέας Τακτικής Διαδικασίας).

Απορρίπτει αυτήν κατ΄ουσίαν.

Επιβάλλει σε βάρος του εκκαλούντος μειωμένη τη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200 €).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  29 Μαρτίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων, της δικαστικής πληρεξουσίας ΝΣΚ του εκκαλούντος και της πληρεξουσίας δικηγόρου των εφεσιβλήτων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ