Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 173/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμος απόφασης      173/2023

TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή, Κωνσταντίνα Παπαντωνίου Εφέτη και από τη Γραμματέα K.Σ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την ……….., για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

Α. Του  εκκαλούντος: ………….., ο   οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο

Των  εφεσίβλητων: 1) Της  ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία  «………» και το διακριτικό τίτλο «……..», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ……. με ΑΦΜ …….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», λίγω διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής  δραστηριότητής της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρείας, η   οποία  δεν  παραστάθηκε   στο ακροατήριο  και δεν εκπροσωπήθηκε από   πληρεξούσιο   δικηγόρο και 2)Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «……………», και διακριτικό τίτλο «……….»,όπως μετονομάστηκε η ανώνυμη εταιρεία με την προηγούμενη επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο, «…………» ,  που εδρεύει στην Αθήνα, επί της …….. ., με ΑΦΜ …….. ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσας εν προκειμένων δυνάμει της από 11.6.2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία» «…………»  με έδρα στο … της Ιρλανδίας, η οποία έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής  εταιρείας με την επωνυμία «………..» που εδρεύει στην Αθηνα επί της οδού ……., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο και

ΙΙ. Της αυτοτελώς προσθέτως  παρεμβαίνουσας: Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «…………..», και διακριτικό τίτλο «………….», όπως μετονομάστηκε η ανώνυμη εταιρεία με την προηγούμενη επωνυμία «………….» και το διακριτικό τίτλο, «………….» ,  που εδρεύει στην Αθήνα, επί της ……., με ΑΦΜ …….. ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών,όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ενεργούσας εν προκειμένων δυνάμει της από 11.6.2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία « ……..»  με έδρα στο …….. της Ιρλανδίας, η οποία έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής  εταιρείας με την επωνυμία «…………» που εδρεύει στην Αθηνα επί της οδού ………….., η   οποία  παραστάθηκε   στο ακροατήριο   δια της  πληρεξουσίας   δικηγόρου της  Γεωργίας Σκούρα.

Της υπερ’ ής η πρόσθετη παρέμβαση  εφεσίβητης: Της  ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία  «…………….» και το διακριτικό τίτλο «……………», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ………. με ΑΦΜ …………., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…………….», λίγω διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής  δραστηριότητής της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρείας, η   οποία  δεν  παραστάθηκε   στο ακροατήριο  και δεν εκπροσωπήθηκε από   πληρεξούσιο   δικηγόρο και

Του καθ’ ου η πρόσθετη παρέμβαση-εκκαλούντος: …………….., ο   οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο

Ο ανακόπτων  και ήδη εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 19-9-2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως  ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2019   ανακοπή κατά της καθής η ανακοπή – πρώτης εφεσίβλητης.   Επίσης η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα –δεύτερη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου την από 3.12.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2019 πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της καθής η ανακοπή και σε βάρος του ανακόπτοντος. Το  Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, επιληφθέν επί της ως άνω  ανακοπής  και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, τις οποίες ένωσε και  (συν)εκδίκασε   ερήμην της καθής η ανακοπή και υπέρ ης η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων κατά την διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, εξέδωσε την υπ’ αριθμόν  2122/2020 οριστική απόφασή του, με την οποία  απέρριψε την ανακοπή και την αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο ανακόπτων και ήδη εκκαλών με την από 17-7-2020  έφεσή του  που έλαβε  ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./2020 και για την οποία ορίστηκε αρχικά δικάσιμος η 11-11-2021 και μετά από αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Με το από 9.11.2021 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/…………/2021 δικόγραφο η προσθέτως παρεμβαίνουσε άσκησε πρόσθετη παρέμβαση στην εκκρεμή με την άσκηση της έφεσης δίκη υπέρ της πρώτης εφεσίβλητης και κατά του εκκαλούντος, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε αμφότερες οι υποθέσεις δηλαδή τόσο η έφεση με αριθμό πινακίου 20 όσο και η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση με αριθμό πινακίου 17,  συνεκφωνήθηκαν κατά τη σειρά του οικείου πινακίου και ακολούθως συζητήθηκαν

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων η παριστάμενη αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα ζήτησε  να γίνουν δεκτές οι έγγραφες προτάσεις, που κατέθεσε..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 516 παρ. 1 KΠολΔ «Δικαίωμα έφεσης έχουν, εφόσον νικήθηκαν ολικά η εν μέρει στην πρωτόδικη δίκη, ο ενάγων, ο εναγόμενος, εκείνοι που άσκησαν κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση, οι καθολικοί διάδοχοί τους, οι ειδικοί διάδοχοί τους εφόσον απέκτησαν την ιδιότητα αυτή μετά την άσκηση της αγωγής και οι εισαγγελείς πρωτοδικών, αν ήταν διάδικοι», ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 517 KΠολΔ «Η έφεση απευθύνεται κατά εκείνων που ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων τους. Αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά όλων των ομοδίκων, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη». Εξάλλου κατά μεν το άρθρο 81 παρ. 3 εδαφ. α` KΠολΔ, ο παρεμβαίνων καλείται στις επόμενες διαδικαστικές πράξεις από το διάδικο που επισπεύδει τη δίκη, κατά δε το άρθρο 82 εδαφ. γ` του ίδιου Κώδικα, αποφάσεις και δικόγραφα που επιδίδονται στους κύριους διαδίκους πρέπει να επιδίδονται και σε εκείνον που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 20 § 1 του Συντάγματος, που ορίζει ότι καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ` αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα του, σαφώς προκύπτει ότι κατά του προσθέτως παρεμβαίνοντος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση δεν απευθύνεται κατ` αρχήν η έφεση, γιατί αυτός δεν είναι κύριος διάδικος, πλην όμως ο προσθέτως παρεμβάς, πρέπει να καλείται στη συζήτηση της έφεσης για να ενημερώνεται για την εξέλιξη της δίκης που ανοίγεται με την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης και να ασκήσει τα δικαιώματα του. Σε αντίθετη περίπτωση η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους διαδίκους (ΑΠ 426/2007, 424/2007, 423/2007, 422/480 2007, αδημ. σε νομικά περιοδικά, ΑΠ 408/2004, ΝοΒ 2005/671, ΑΠ 227/2000, ΕλλΔ/νη 41.972, ΑΠ 1347/1998, ΕλλΔ/νη 40. 139, ΑΠ 84/1998, 211/1998, ΕλλΔ/νη 39. 1273, ΕφΠατρ. 314/2007, Δημ. Νόμος, Εφ.Δωδ. 222/2006 αδημ. σε νομικά περιοδικά, Εφ.Λαρ. 26/2005, Δικογρ. 2005/ 296, Εφ.Αθ 3945/2004, ΕλλΔ/νη 2005/559, βλ. και Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, τομ. Ι, παρ. 29 αριθμ. 10, όπου παραπέμπει η ΜονΕφΔωδ 192/2019 στην ΤΝΠ Νόμος). Ωστόσο, σχετικά με το ζήτημα αν η έφεση πρέπει να απευθύνεται ή όχι και κατά εκείνου που παρενέβη πρόσθετα υπέρ του αντιδίκου του εκκαλούντα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ απλής πρόσθετης παρέμβασης (άρθ. 80 KΠολΔ), κατά την οποία ο παρεμβαίνων δεν καθίσταται διάδικος, δηλαδή υποκείμενο της δίκης, εφόσον δεν μπορεί να αξιώσει με δικό του όνομα έννομη προστασία και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης (άρθ. 83 KΠολΔ), στην οποία η ισχύς της απόφασης εκτείνεται στις έννομες σχέσεις του προσθέτως παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του. Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση θεωρείται και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ. Στην απλή πρόσθετη παρέμβαση η έφεση δεν απαιτείται να απευθύνεται και κατά εκείνου που παρενέβη πρόσθετα, αφού δεν καθίσταται με την παρέμβαση διάδικος, ενώ στην αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση η έφεση απευθύνεται και κατά του προσθέτως παρεμβάντος, (Α.Π. 1564/2017, Α.Π. 177/2017 Νομος). Κατ άλλη άποψη, την οποία δεν ακολουθεί το παρόν Δικαστήριο εφόσον η πρόσθετη παρέμβαση απορρίφθηκε πρωτοδίκως ως απαράδεκτη, η έφεση απευθύνεται μόνο κατά του υπέρ ου (ΑΠ 417/1987, ΝοΒ 1988, σελ. 910, Εφ. Πειρ. Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία KΠολΔ Ι, 2η έκδοση, σελ. 798-799), οπότε η απεύθυνση, του δικογράφου της έφεσης κατά του πρωτοδίκως προσθέτως παρεμβάντος επέχει θέση κλήτευσής του για τη συζήτηση της έφεσης, η οποία κλήτευση είναι αναγκαία, κατά τα άρθρα 81 § 3, 82 εδ. γ`, 502, 517,558 και 271 του KΠολΔ, αλλιώς είναι απαράδεκτη η συζήτηση (βλ. Σ. Σαμουήλ: Η έφεση, Δ` έκδοση, § 336 επ., Ν. Νίκα: Πολιτική Δικονομία, τομ. I, § 29 αριθ. 10, Μιχαήλ Μαργαρίτη: Ερμηνεία KΠολΔ, άρθ. 517, σημ. 10, άρθ. 81 σημ. 8, ΑΠ 18/2008 Δ 2008 σ. 654, ΕφΔυτΜακ 17/2011, Αρμ 2013/1115, ΕφΠατρ 401/2009, ΑχαΝομ 2010/340, όπου παραπέμπει η ΕφΘεσσαλ 1/2017, ΕλλΔ/νη 2017/858).

Περαιτέρω  αν δεν εμφανισθεί στη δίκη κάποιος διάδικος, το Δικαστήριο οφείλει, κατά τα άρθρα 271 και 272 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν, τα οποία προσδιορίζουν τις συνέπειες της ερημοδικίας των διαδίκων, να ερευνήσει ποιος επισπεύδει τη συζήτηση και αν ο απολειπόμενος κλητεύθηκε νομίμως ή κλήτευσε νομίμως τον αντίδικο του προς συζήτηση της υπόθεσης. Αν βεβαιωθεί ότι δεν έγινε νόμιμη κλήτευση, κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση, δοθέντος μάλιστα ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 111 παρ. 2 του ΚΠολΔ, καμία κύρια ή παρεμπίπτουσα αίτηση για παροχή δικαστικής προστασίας δεν μπορεί να εισαχθεί στο Δικαστήριο χωρίς την τήρηση προδικασίας, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Επιπροσθέτως, από τις διατάξεις του άρθρου 271 παρ. 1 και 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 524 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση της εφέσεως ή εμφανιστεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, το Δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολειπόμενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται και επέρχονται οι δικονομικές συνέπειες που ορίζει το άρθρο του ΚΠολΔ  524 παρ 3 (ερημοδικία εκκαλούντος) ή  524 παρ 4 (ερημοδικία εφεσιβλήτου). Αν όμως την συζήτηση επισπεύδει ο αντίδικος του απολειπόμενου διαδίκου, τότε ερευνάται αν ο απολειπόμενος αυτός  διάδικος, ή ο μη παριστάμενος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε καθόλου  ή επιδόθηκε αλλά όχι νόμιμα, το Δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση (ΑΠ 304/2018, ΑΠ 1747/2017, ΕφΠειρ 25/2016, ΕφΘεσ 149/2012,Μιχ. Μαργαρίτη: Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος Ι, άρθρο 524, αρ. 30, σελ. 938). Ακολούθως, από τα άρθρα 498 παρ. 1, 524, 271 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι όταν τη συζήτηση της εφέσεως επισπεύδει ο εκκαλών απαιτείται επίδοση στον εφεσίβλητο αφενός μεν αντιγράφου του δικογράφου της εφέσεως που έχει κατατεθεί και αφετέρου κλήσεως που συντάσσεται κάτω από το αντίγραφο του δικογράφου αυτού ή και αυτοτελώς. Σε αντίθετη περίπτωση, ήτοι αν δεν έχει επιδοθεί στον εφεσίβλητο  μαζί με την κλήση και αντίγραφο του δικογράφου της εφέσεως η κλήτευση του εφεσίβλητου δεν είναι νόμιμη, και αν ο τελευταίος απουσιάζει κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και αυτεπαγγέλτως (πρβλ. ΑΠ 84/2013, ΑΠ 1308/2011, ΑΠ 1098/2005, ΕφΠειρ 591/2020, ΕφΠειρ 191/2019, ΕφΛαρ 16/2018, ΕφΛαρ 781/2010 όλες σε ΤΝΠ Νόμος). Επίσης, κατά το άρθρο 274 παρ. 2 ΚΠολΔ, “Αν εκείνος που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση λάβει κανονικά μέρος στη δίκη, τότε: α) αν δεν λάβουν μέρος κανονικά στη δίκη και οι δύο αρχικοί διάδικοι ή ο αντίδικος εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του αντιδίκου εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 271 και 272, β) αν δεν λάβει μέρος κανονικά στη δίκη μόνο εκείνος υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση, το δικαστήριο συζητεί την υπόθεση ερήμην του, μεταξύ εκείνου που άσκησε την παρέμβαση και του αντιδίκου εκείνου υπέρ του οποίου ασκήθηκε η παρέμβαση”. Ως μη κανονική συμμετοχή του διαδίκου νοείται στην τακτική διαδικασία  είτε  η μη εκπροσώπηση του διαδίκου στη δίκη από ή με δικηγόρο  είτε  η μη κατάθεση προτάσεων (άρθρο  94 παρ 1 και 2   237, 238 ΚΠολΔ). Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι, σε περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας στη δίκη επί της έφεσης, αν κάποιος από τους αναγκαίους ομόδικους δεν εκπροσωπηθεί από πληρεξούσιο δικηγόρο, πλην, όμως, έχει κλητευθεί νομίμως είτε από τον αντίδικό του, είτε από τον αναγκαίο ομόδικό του, τότε η συζήτηση χωρεί νομίμως και ως προς τον απολειπόμενο αυτόν αναγκαίο ομόδικο, αφού, αν και δεν παραστάθηκε, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τον αναγκαίο ομόδικο του (ΑΠ 267/2021 σε ΤΝΠ Νομοτέλεια, ΑΠ 368/2019, ΕφΔωδ 14/2021, ΕφΔυτΜακ 19/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν όμως ο υπερ ου η παρέμβαση κύριος διάδικος  δεν έχει κλητευθεί νομίμως για τη δικάσιμο κατά την οποία απολείπεται  τότε δεν δύναται να θεωρηθεί ότι αντιπροσωπεύεται από τον παρόντα προσθέτως παρεμβαίνοντα και η συζήτηση κηρύσεται απαράδεκτη. Τέλος κατά το άρθρο 226 παρ. 4 εδ. γ’ και δ’ του ΚΠολΔ που εφαρμόζεται και στην κατ΄εφεση  δίκη [άρθρο  498 παρ 2  ΚΠολΔικ], αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας οφείλει αμέσως μετά το τέλος της συνεδριάσεως να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που θα συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίστηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Προϋπόθεση όμως της εγκυρότητος της κλητεύσεως αυτής, συνεπεία της αναβολής της υποθέσεως και της εγγραφής αυτής στο πινάκιο, είναι ότι ο απολειπόμενος ή μη νομίμως παραστάς κατά την μετ’ αναβολή συζήτηση διάδικος,  είτε είχε επισπεύσει εγκύρως ο ίδιος  τη συζήτηση ή είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί να παραστεί στη δικάσιμο κατά την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση της υποθέσεως ή είχε παραστεί νομίμως κατά την πρώτη αυτή δικάσιμο. Αντιθέτως, αν κατά την αρχική δικάσιμο ο απολειπόμενος ή μη νομίμως παραστάς κατά τη μετ’ αναβολή συζήτηση διάδικος, δεν επέσπευσε εγκύρως την συζήτηση ή δεν είχε κλητευθεί νομίμως να παραστεί, κατά την αρχική δε αυτή δικάσιμο δεν παραστάθηκε νομίμως, ήτοι μετά ή δια του έχοντος ρητή πληρεξουσιότητα δικηγόρου του, η αναβολή της υποθέσεως και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο για τη νέα μετ’ αναβολή δικάσιμο, δεν ισχύει ως κλήτευσή του για τη δικάσιμο αυτή, αφού η μη νομιμότητα ή η έλλειψη της επισπεύσεως ή της κλητεύσεώς του κατά την αρχική δικάσιμο δεν καλύφθηκε λόγω της μη νομίμου παραστάσεώς του κατ’ αυτήν (ΑΠ 64/2018, ΕφΠειρ 72/2021, ΕφΔωδ 78/2020 ΕφΑιγ124/2019, όλες σε ΤΝΠ Νόμος).

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού: Α) Η από 17-7-2020  έφεση του ανακόπτοντος εκκαλούντος ……… στρεφόμενη σε βάρος της  καθ΄ής η ανακοπή και ήδη πρώτης εφεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας υπό την επωνυμία «……….» και της ασκήσασας αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..»,  και ήδη δεύτερης εφεσίβλητης, που έλαβε ενώπιον  του πρωτοβαθμιου δικαστηρίου αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/23.7.2020 και ενώπιον  του παρόντος Δικαστηρίου έλαβε αριθμό εκθέσεως καταθέσεως και προσδιορισμού ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./23-7-2020. Για την έφεση αυτή όπως προκύπτει από την προαναφερόμενη πράξη προσδιορισμού της ορίστηκε αρχική δικάσιμος  η 11-11-2021, οπότε και η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Β) Η  από 9-11-2021 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/………/10-11-2021  αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση  της ανώνυμης  εταιρείας  με την επωνυμία «………..» η οποία ενεργεί με την ιδιότητα της μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου,  ως διαχειρίστριας  των απαιτήσεων της αλλοδαπής  εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «………….»  με έδρα στο ……….. της Ιρλανδίας.

Ο ανακόπτων  και ήδη εκκαλών άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς: την από 19-9-2019  και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/….. /……./2019  ανακοπή του σε βάρος της καθής η ανακοπή και ήδη πρώτης εφεσίβλητης τράπεζας υπό την επωνυμία «…….». Με την ανακοπή διωκόταν η ακύρωση της υπ’ αριθμόν …../2012 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εκδοθείσα επιμελεία της καθ’ ης η ανακοπή, με την οποία επιτασσόταν ο ανακόπτων ήδη εκκαλών  να της καταβάλει το συνολικό  ποσό των 62.445,14 ευρώ. Η ως άνω απαίτηση της καθής η ανακοπή αφορά υπόλοιπο της με στοιχεία ……./13.9.2006 σύμβασης στεγαστικού δανείου και των πρόσθετων πράξεων αυτού, στο οποίο χορηγήθηκε στον ανακόπτοντα ως πρωτοφειλέτη από την καθής η ανακοπή. Ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, άσκησε αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση υπερ της καθής η ανακοπή «…..» και σε βάρος του ανακόπτοντος ……., η ανώνυμη  εταιρεία  με την επωνυμία «………» ενεργούσα με την ιδιότητα της μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου,  ως διαχειρίστριας  των απαιτήσεων της αλλοδαπής  εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……….»  με έδρα στο ……. της Ιρλανδίας, στην οποία είχε μεταβιβαστεί κατά τα εκτιθέμενα στην αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση η με στοιχεία …………/13.9.2006 σύμβαση στεγαστικού δανείου και οι πρόσθετες πράξεις αυτού. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, ένωσε και συνεκδίκασε τα ως άνω δικόγραφα, κατά τη δικάσιμο της 14-2-2020 και  εξέδωσε την με αριθμό 2122/2020 οριστική απόφασή του (εκκαλουμένη),  με την οποία απέρριψε την ανακοπή λόγω ελλείψης παθητικής νομιμοποίησης της καθής η ανακοπή και την ασκηθείσα αυτοτελή παρέμβαση ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος για την άσκησή της. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε έφεση ο εκκαλών ζητώντας την εξαφάνισή της για λόγους που ανάγονται στην κακή εφαρμογή του νόμου, την αποδοχή της ανακοπής του και την ακύρωση της με αριθμό ………../2012 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της από 2.9.2012 επιταγής προς πληρωμή. Η ως άνω έφεση παραδεκτά στρέφεται κατά της καθής η ανακοπή και πρώτης εφεσίβλητης, αλλά και κατά της πρωτοδίκως αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας, δεύτερης εφεσίβλητης, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην ανωτέρω μείζονα σκέψη της παρούσας. Σε οτι αφορά την ασκηθείσα ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού αυτοτελή πρόσθετη παράμβαση σημειώνεται ότι σε περίπτωση απόρριψης πρωτοδίκως της πρόσθετης παρέμβασης, τότε αναγκαίο όρο για τη συμμετοχή του προσθέτως παρεμβαίνοντος κατά την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό αποτελεί είτε η άσκηση έφεσης (Μαργαρίτης, άρθρο 516, αρ.34, ΑΠ 1642/2010, ΝοΒ 2011, σελ. 995), είτε η εκ νέου άσκηση πρόσθετης παρέμβασης στην κατ’ έφεση δίκη (ΕφΑθ 9231/2001, ΕλλΔ/νη 2004, σελ. 248, ΕφΑθ 3370/1992, ΕλλΔ/νη 1993, σελ. 1636), το επιτρεπτό της οποίας γίνεται δεκτό με το επιχείρημα ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο προσθέτως παρεμβαίνων στον πρώτο βαθμό ασκεί δικαίωμα έλασσον αυτού, που του παρέχεται από το νόμο προς άσκηση αυτοτελούς εφέσεως (ΕφΑθ 9231/2001, ό.π., ΕφΑθ 579/2000, ΕλλΔ/νη 2000, σελ. 857). Επομένως, η ως άνω αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση παραδεκτά έχει ασκηθεί με την κατάθεση  στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου αυτοτελούς δικογράφου, το οποίο εν συνεχεία επιδόθηκε  στους αρχικούς διαδίκους και δη τόσο στον ανακόπτοντα και ήδη εκκαλούντα (βλ την υπ’ αριθμόν ……/9-12-2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στην Περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ….)  όσο και στην καθής η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη τραπεζική  εταιρείας υπό την επωνυμία «…………» ( βλ την υπ’ αριθμόν Δ-……./9-12-2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στην Περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών ……..)  προσδιορισθείσα  για να συζητηθεί για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, στην οποία είχε ήδη  προσδιορισθεί  η κύρια υπόθεση της εφέσεως.

Επειδή, όμως, οι εφεσίβλητες δεν παραστάθηκαν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά του πινακίου, πρέπει να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως, αν η έφεση και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκε σ’ αυτές νόμιμα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 271 παρ. 1-2, 274 παρ. 2 α, 524 παρ. 1), ενόψει του ότι και ο προσδιορισμός της συζήτησης της έφεσης έγινε με την επιμέλεια του εκκαλούντος (βλ. τις εκθ. κατ. δικογράφου της έφεσης στο Πρωτοδικείο Πειραιώς και στο Εφετείο Πειραιώς από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος). Όπως προκύπτει από την επισημείωση της δικαστικής Επιμελήτριας …………, σε αντίγραφο της κρινόμενης έφεσης, το οποίο προσκομίζει η αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα, η κρινόμενη έφεση επιδόθηκε σε αυτήν εμπροθέσμως την 24.7.2021, με κλήση να παραστεί κατά την δικάσιμο της 11.11.2021, κατά την οποία η συζήτηση της έφεσης αναβλήθηκε για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και η υπόθεση γράφηκε εκ νέου στο πινάκιο, χωρίς η δεύτερη εφεσίβλητη να παραστεί κατά την εκφώνηση της. Πλην όμως επειδή η παριστάμενη αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα δεν επικαλείται και δεν προσκόμισε εκθέσεις επίδοσης της έφεσης και της κλήσης για συζήτηση αυτής στην απολιπόμενη πρώτη εφεσίβλητη για την αρχική δικάσιμο της 11.11.2021, ούτε για την επόμενη μετ’ αναβολή, ήτοι της 8.12.2022 πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της έφεσης και για αυτήν, ως αναγκαίας ομοδίκου, ομοίως δε πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση και της αναγκαστικά εκ του νόμου (ΚΠολΔ 83 και 76) συνεκδικαζόμενης με αυτήν αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης λόγω του παρεπόμενου  χαρακτήρα αυτής που προϋποθέτει κύρια δίκη. Σημειώνεται δε ότι για να θεωρηθεί ότι η απολειπόμενη εφεσίβλητη αντιπροσωπεύεται στην παρούσα δίκη  από την παριστάμενη αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα ως αναγκαίου ομοδίκου της  (76 παρ1 ΚΠολΔ) θα πρέπει αυτή (απολειπόμενη εφεσίβλητη) να έχει κληθεί νομίμως για να παρασταθεί`(Μαργαρίτης Ερμηνεία ΚΠολΔ υπό το άρθρο 76 σημ 18 σελ 182).  Τέλος στην παρούσα δεν θα περιληφθεί διάταξη περί δικαστικών εξόδων δοθέντος ότι η απόφαση που κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση είναι μη οριστική (191 παρ 1ΚΠολΔ-βλ  ΑΠ 339/2018 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα ΑΠ, ΑΠ 649/1996, ΕφΠειρ 270/2020, αμφότερες  σε ΤΝΠ Νόμος).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ: Α) Την από 17-7-2020  και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./23-7-2020 έφεση και  Β) Την από 9-11-2021 με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/………./10-11-2021  αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση, με παρούσα την αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσα και απόντες τους λοιπούς διαδίκους

ΚΗΡΥΣΕΙ  απαράδεκτη τη συζήτηση της έφεσης και της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης

KPIΘHKE, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 24 Μαρτίου 2023, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                   H ΓPAMMATEAΣ