Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 200/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ  

Αριθμός απόφασης    200/2023

 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα, Τ.Λ.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του εκκαλούντος: Ελληνικού Δημοσίου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη Δικαστική Πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ. Αικατερίνη Μπασιαρίδου, με δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Της εφεσίβλητης: …….., κατοίκου ………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Ελένη Χρυσόγελου.

Η εφεσίβλητη άσκησε την με αρ. κατ. ………/2017 αγωγή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο με την με αρ. 2529/2021 απόφασή του την έκανε δεκτή.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε το εναγόμενο με την από 13.12.2021 με αρ. κατ. ……./2021 έφεσή του προς το Δικαστήριο τούτο, η οποία ορίστηκε (με την με αρ. ………/2022 έκθ. κατ. Εφετείου Πειραιώς) να συζητηθεί τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή.

Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 1). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, με την πρωτοδίκως κριθείσα αγωγή της ζήτησε να αναγνωριστεί κυρία με πρωτότυπο τρόπο και δη με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, με τη συνεχή και αδιάλειπτη άσκηση πράξεων νομής για χρονικό διάστημα μεγαλύτερου της εικοσαετίας, επί του περιγραφομένου σ’ αυτήν κατά θέση, έκταση και όρια ακινήτου, το οποίο, αντί να καταχωρηθεί ορθά στις πρώτες κτηματολογικές εγγραφές ως ένα ενιαίο ακίνητο, όπως αποτυπώνεται στο επικαλούμενο και συγκοινοποιηθέν με την αγωγή από Απριλίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……….., αποκλειστικής πλήρους κυριότητας της, με ξεχωριστό ΚΑΕΚ, καταχωρήθηκε ανακριβώς εν μέρει, κατά ένα εδαφικό τμήμα, ως τμήμα ιδιοκτησίας του εναγομένου, ήδη εκκαλούντος, με ξεχωριστό ΚΑΕΚ και, εν μέρει, κατά το υπόλοιπο εδαφικό τμήμα, ως τμήμα κοινόχρηστου δρόμου του δήμου Νίκαιας με διαφορετικό ΚΑΕΚ, το οποίο επίσης εσφαλμένα καταχωρήθηκε ότι του ανήκει και για αυτό ζητεί να διορθωθεί. Το εναγόμενο, ήδη εκκαλούν, Ελληνικό Δημόσιο, αρνήθηκε την αγωγή και επιπλέον ισχυρίστηκε ότι το επίδικο ακίνητο δεν είναι δεκτικό χρησικτησίας, γιατί είναι δημόσιο κτήμα, επειδή α) περιήλθε σ’ αυτό δυνάμει της Συνθήκης της Κωνσταντινούπολης του 1832 και των πρωτοκόλλων του Λονδίνου του 1830, ως ανήκουσα πριν την επανάσταση του 1821 σε Οθωμανούς υπηκόους, το οποίο κατέλαβε, κατά τη διάρκεια του αγώνα της ανεξαρτησίας, οι οποίοι κατά τον χρόνο της υπογραφής των πρωτοκόλλων το είχαν εγκαταλείψει, άλλως ως περιουσία του Οθωμανικού Δημοσίου, που κατέλαβε και δήμευσε «δικαιώματι πολέμου», άλλως, β) δυνάμει των διατάξεων του ΒΔ 3/15.12.1833 και των άρθρων 1, 2, 3 του από 17.11/1.12.1836 Β.Δ., δεδομένου ότι αποτελούσε από του έτους 1820 και έως την άσκηση της αγωγής βοσκότοπο ή λιβάδι, δάσος ή δασική έκταση, χωρίς ποτέ μέσα στις νόμιμες προθεσμίες να αναγνωρισθεί κανένας κύριος κατά την προβλεπόμενη διαδικασία, άλλως, γ) απέκτησε αυτό με τα προσόντα της τακτικής, άλλως της έκτακτης χρησικτησίας, καθώς το νέμεται, ασκώντας τις αναφερόμενες πράξεις νομής, που προσιδιάζουν στη φύση του επιδίκου, με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, από την επανάσταση του 1821 μέχρι και την άσκηση της αγωγής, άλλως, δ) το απέκτησε ως αδέσποτο, χωρίς να απαιτείται κατάληψη της νομής ή μεταγραφή της κτήσης, δυνάμει των διατάξεων του προϊσχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, των άρθρων 16 του από Ιουνίου 1837 νόμου περί διάκρισης κτημάτων και των διατάξεων των άρθρων 2 § 1 του ΑΝ 1539/1938 και 972 ΑΚ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού με μη οριστική απόφαση (2574/2019) διέταξε πραγματογνωμοσύνη, στη συνέχεια μετά τη διενέργεια αυτής, με την εκκαλουμένη, έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη. Εναντίον αυτής της απόφασης παραπονείται το εκκαλούν με την υπό κρίση έφεσή του για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητεί δε να εξαφανιστεί και να απορριφθεί κατ’ ουσίαν η αγωγή.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, επειδή, αφενός μεν δεν ενσωματώθηκε σ’ αυτήν τοπογραφικό διάγραμμα του επιδίκου, ούτε απόσπασμα του κτηματολογικού διαγράμματος, αφετέρου δε επειδή η ενάγουσα δεν αναφέρει πράξεις νομής δικές της και των δικαιοπαρόχων της επί του επιδίκου, ούτε με ποιο τρόπο οι απώτεροι δικαιοπάροχοί της υπεισήλθαν στην κληρονομιά με βάση το προγενέστερο βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο, αυτός πρέπει να απορριφθεί. Και τούτο γιατί, ως προς το πρώτο σκέλος του, συγκοινοποιήθηκε μαζί με την αγωγή το ενσωματωμένο σ’ αυτήν από Απριλίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ……….., όπου εμφαίνεται το επίδικο και σε κάθε περίπτωση τούτο περιγράφεται επαρκώς κατά θέση, έκταση και όρια στο δικόγραφο της αγωγής. Ως προς το δεύτερο σκέλος του λεκτέα τα ακόλουθα: Η νομική βάση της αγωγής είναι η έκτακτη χρησικτησία που άρχισε και συμπληρώθηκε στο πρόσωπο της ίδιας της ενάγουσας εφεσίβλητης, χωρίς να χρειάζεται να προσμετρηθεί χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων της. Έτσι είναι αρκετό ότι αναφέρονται στην αγωγή πράξεις νομής της ενάγουσας επί του επιδίκου, από το έτος 1974 συνεχώς και αδιαλείπτως έως την άσκηση της αγωγής, ήτοι οριοθέτηση, καθαρισμούς, πρόχειρη περίφραξη με πασσάλους και επίβλεψη (βλ. σελ. 7 και 8 αγωγής), χωρίς να επικαλείται πράξεις νομής προηγούμενων νομέων, ούτε του τρόπου που απέκτησαν αυτοί τη νομή από τους δικαιοπαρόχους τους, αφού δεν προσμετράται ο χρόνος νομής τους στο χρόνο της ενάγουσας εφεσίβλητης (ΑΠ 447/2021, ΑΠ 10/2020 δημ. ιστοσελίδα ΑΠ).

Από τα αποδεικτικά μέσα, δηλαδή όλα τα έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων και των τοπογραφικών και σχεδιαγραμμάτων, τις μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες και αεροφωτογραφίες και τις υπ’ αρ. ../2020, …., …, …./2018 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβ/φου Πειραιώς, ………, που ελήφθησαν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (βλ. τις …./2020 και …../2018 εκθέσεις επίδοσης της δικ. επιμ. …….) και την με αρ. κατ. ……/2020 τεχνική πραγματογνωμοσύνη του αγρονόμου – τοπογράφου μηχανικού ……., που διορίστηκε με την 2574/2019 απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που όλα τα επικαλούνται οι διάδικοι και τα προσκομίζουν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Το επίδικο είναι ένα αγροτεμάχιο που βρίσκεται στη θέση «……» πρώην «…….» της περιφέρειας του Δήμου Νίκαιας Αττικής, εκτός σχεδίου πόλεως, μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, το οποίο εμφαίνεται με αριθμό … του ΟΤ … στο από Απριλίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα του αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού …… . με στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘΙΑ και συνορεύει βορειοανατολικά επί πλευράς ΓΔΕ (29 μ.) με προβλεπόμενη οδό προέκτασης της οδού …………., βορειοδυτικά με πλευρά ΑΒΓ (40,71 μ.) με ιδιοκτησία …………, νοτιοανατολικά με πλευρά ΕΖ (36,48 μ.) με ανώνυμη οδό και νοτιοδυτικά με πλευρά ΖΗΘΙΑ (38,83 μ.) με προβλεπόμενη οδό και με οδό ………….. Έχει έκταση 1.313 τ.μ. και αποτυπώθηκε με τα ίδια στοιχεία και στο από Μαρτίου 2020 τοπογραφικό του ως άνω διορισθέντος πραγματογνώμονα. Το εν λόγω ακίνητο αποτελεί τμήμα ευρύτερης έκτασης, εμβαδού 8.681,25 στρεμμάτων με την ονομασία «…..» ή «…..», το οποίο αποτελούταν από καλλιεργήσιμες και μη γαίες, ένα μικρό δάσος, δεξαμενές και αγροτικά κτήματα και άνηκε στο ………, ο οποίος το απέκτησε με τη νομίμως μεταγεγραμμένη υπ’ αρ. …./1866 περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης κατόπιν πλειστηριασμού σε βάρος του …….., ο οποίος το είχε αποκτήσει με αγορά με το νομίμως μεταγεγραμμένο …./1852 συμβόλαιο του συμβ/φου ….. από την ………. Με το νομίμως μεταγεγραμμένο ………./1875 ο …… πώλησε την εν λόγω μείζονα έκταση στον …….., ο οποίος από τότε (1875) έως το θάνατό του (1913) ασκούσε συνεχώς και αδιαλείπτως με καλή πίστη τις προσιδιάζουσες στο ακίνητο πράξεις νομής, δηλαδή, το καλλιεργούσε με αμπέλια και ελαιόδεντρα, συνέλεγε τους καρπούς, το δε μικρό δάσος το χρησιμοποιούσε για την παραγωγή καυσόξυλων, τις μη καλλιεργούμενες εκτάσεις τις εκμίσθωνε σε βοσκούς για διατηρούν ποιμνιοστάσια, προέβαινε σε καθαρισμούς και το επέβλεπε. Έτσι ο …….. είχε καταστεί κύριος της μείζονος έκτασης, στην οποία περιλαμβάνεται και το επίδικο, και με έκτακτη χρησικτησία του προισχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου. Τμήμα της ως άνω μείζονος έκτασης (8.681,25 στρ.), εμβαδού 138,750 στρεμμάτων, στο οποίο περιλαμβάνεται και το επίδικο, νεμόταν από το έτος 1956 ο …………., στον οποίο είχε παραχωρηθεί ατύπως η νομή από τους συννομείς τούτου, Ι………., που ήταν εγγονοί του ………., ο πρώτος, τέκνο της ……. και οι λοιποί, τέκνα της …………, οι οποίοι μέχρι τότε (1956), όπως και οι μητέρες τους, ασκούσαν συνεχώς και αδιαλείπτως τις ίδιες ως άνω πράξεις νομής με τον ……… Στη συνέχεια, το έτος 1974, ο ………. παρέδωσε άτυπα τη νομή του επιδίκου στην ενάγουσα, έναντι συμφωνημένου τιμήματος 4.000 δραχμών. Ειδικά το επίδικο φέρει κάλυψη από φρύγανα και αείφυλλα πλατύφυλλα αλλά σε μικρό ποσοστό, μικρότερο του 15% (σε αεροφωτογραφίες του 1937) και 2% (σε αεροφωτογραφίες του 1945), και χαρακτηρίζεται ως έκταση χορτολιβαδική, η οποία όμως δεν περικλειόταν ποτέ από δάσος ή δασική έκταση, ούτε αποτελούσε τμήμα ευρύτερης όμοιας, ούτε γειτνίαζε με δασικές εκτάσεις ή δάση, ώστε να προκύπτει ότι συγκροτεί με αυτά δασική οργανική ενότητα και να δύναται να θεωρηθεί και αυτή ως δασική έκταση. Το μικρό δάσος που υπήρχε στην μείζονα έκταση των 8.681,25 στρ., που αναφέρθηκε ανωτέρω, δεν συνόρευε με το επίδικο και βρισκόταν πολύ μακριά απ’ αυτό βορειοανατολικά σε απόσταση περίπου 1 χιλιομέτρου. Στα τοπογραφικά διαγράμματα …/7 και …./1 του 1969 της ΓΥΣ (Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, ρυμοτομία και ισοϋψείς) νότια και νοτιοδυτικά συνορεύει με το σχέδιο πόλης της Νίκαιας, όπου παρατηρούνται δρόμοι και πυκνή δόμηση. Από το 1974, που το απέκτησε, η ενάγουσα νέμεται το επίδικο ασκώντας σ’ αυτό τις αρμόζουσες στη φύση του πράξεις νομής συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι και το χρόνο άσκησης της αγωγής. Συγκεκριμένα περιέφραξε πρόχειρα αυτό, καθάριζε τούτο από τα αγριόχορτα και το επέβλεπε. Τοποθέτησε μάλιστα και πρόχειρο μικρό ορνιθώνα για τις ατομικές της ανάγκες. Πότε δεν ενοχλήθηκε από κανέναν, ούτε και από το εκκαλούν. Έτσι η ενάγουσα κατέστη κυρία του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία. Ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι το επίδικο αποτελεί δημόσια δασική έκταση δεν αποδείχθηκε. Επιπλέον οι ισχυρισμοί του ότι το επίδικο περιήλθε στην κυριότητά του ως διαδόχου του Οθωμανικού Δημοσίου, δυνάμει του πρωτοκόλλου του Λονδίνου της 6/7.7.1830 και της Συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως του 1832, άλλως ως δασικό και δεν τηρήθηκε ως προς αυτό η διαδικασία, που προβλεπόταν με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 του από 17/29.11.1836 Β.Δ., άλλως ως λιβάδι ή βοσκότοπος ή αδέσποτα, άλλως με τακτική, άλλως με έκτακτη χρησικτησία, νεμόμενο τούτο με διάνοια κυρίου, καλή πίστη και νόμιμο τίτλο από τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν, αφού δεν αποδείχθηκαν από κανένα αποδεικτικό μέσο. Ειδικότερα, τα ευρισκόμενα στην Αττική οθωμανικά κτήματα δεν περιήλθαν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου με το δικαίωμα του πολέμου, αφού η Αττική και τα νησιά αυτής δεν κατακτήθηκαν με τα όπλα, αλλά παραχωρήθηκαν στο Ελληνικό Κράτος στις 31.3.1833, με βάση την από 27.6/9.7.1832 Συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως και κατόπιν σχετικών συμφωνιών μεταξύ των ελληνικών και τουρκικών αρχών. Επίσης, κατά τη διάρκεια της τρίτης τουρκικής κυριαρχίας στην Αττική (δηλαδή από τις 25.5.1827 έως τις 31.3.1833) και ειδικότερα κατά το έτος 1829, ο Σουλτάνος είχε εκδώσει θέσπισμα, με το οποίο παρεχώρησε δωρεάν σε Οθωμανούς και Έλληνες την κυριότητα των ήδη κατεχομένων απ’ αυτούς ακινήτων της Αττικής και των νήσων, τα σχετικά, δε ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα αναγνωρίστηκαν, ακολούθως  με το από 21.1/3.2.1830 πρωτόκολλο ανεξαρτησίας της Ελλάδας και με την πιο πάνω Συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως [ΑΠ 1132/2020, ΑΠ 769/2020, ΑΠ 832/2020 ΑΠ 279/2019, ΑΠ 7/2019, δημ. στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου]. Ουδόλως αποδείχθηκε ότι το επίδικο άνηκε στο Οθωμανικό Δημόσιο, ή σε Οθωμανούς ιδιώτες και εγκαταλείφθηκε από τους τελευταίους, ούτε ότι μετά την απελευθέρωση δεν καταλήφθηκε από τρίτους έως την έναρξη ισχύος του νόμου της 21.6./10.7.1837 “περί διακρίσεως δημοσίων κτημάτων”, με αποτέλεσμα να καταστεί αδέσποτο και να  δημευθεί, όπως προβλέπεται στην ανωτέρω Συνθήκη και τα Πρωτόκολλα, προκειμένου να καταστεί κύριος αυτού το Ελληνικό Δημόσιο. Δεν αποδείχθηκε επίσης ότι το επίδικο ήταν δάσος ή δασική έκταση κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του από 17/29.11.1836 Β.Δ/τος, ούτε λιβάδι, κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του ΒΔ της 12.12.1833 “περί διορισμού και φόρου βοσκής και του δια τα εθνικοϊδιόκτητα λιβάδια εγγείου φόρου κατά τα έτη 1833-1834”, ώστε να ισχύει το τεκμήριο κυριότητας που θεσπίσθηκε υπέρ του Δημοσίου με τις διατάξεις των ως άνω διαταγμάτων σε όλα τα δάση και τα λιβάδια, που υπήρχαν πριν από την ισχύ του στα όρια του Ελληνικού Κράτους και δεν αναγνωρίσθηκαν νομίμως ότι ανήκουν σε  ιδιώτες [ΑΠ 894/2020, ΑΠ 34/2019, δημ. στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου]. Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, το έτος 1912, ο ………….. είχε ήδη καταστεί κύριος της μείζονος έκτασης που περιέχεται και το επίδικο και με έκτακτη χρησικτησία, καθιστώντας το έτσι δεκτικό χρησικτησίας και μετά την 12.9.1915. Επιπλέον, το επίδικο βρίσκεται εκτός των ορίων των εδαφικών τμημάτων που απεικονίζονται στο από Ιουνίου 1939 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ……, επιφάνειας 959 στρεμμάτων, 9 στρεμμάτων και 46,750 στρεμμάτων, τα οποία φέρονται ότι ανήκουν στο εκκαλούν, και εντός του ιδιωτικού κτήματος ……… Η αναγνώριση της ιδιωτικής έκτασης του εν λόγω κτήματος πλην των ως άνω δημόσιων εκτάσεων έγινε δεκτή με την ……../29.11.1919 γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων, η οποία με την ……../26.11.1983 γνωμοδότηση της Νομικής Δ/νσης του Υπουργείου Οικονομικών θεωρήθηκε ότι είχε γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό των Οικονομικών δια του υπ’ αρ. ../…./1940 εγγράφου υπογεγραμμένου από τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου. Επομένως σε καμία περίπτωση το επίδικο δεν ήταν δημόσιο κτήμα αλλά ιδιωτική έκταση ανήκουσα κατά κυριότητα στην ενάγουσα εφεσίβλητη, που το απέκτησε με έκτακτη χρησικτησία. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, κατά την έναρξη λειτουργίας του κτηματολογίου στην περιοχή της Νίκαιας στις 12.9.2005, η εφεσίβλητη παρέλειψε να υποβάλει δήλωση ιδιοκτησίας, ενώ το εκκαλούν υπέβαλε αντίστοιχη δήλωση για τις δασικές εκτάσεις του ΟΤΑ Νίκαιας, με αποτέλεσμα τμήμα της ως άνω ιδιοκτησίας της, έκτασης 1057 τ.μ., εμφαινόμενο στο από Απρίλιο 2017 τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ……. …. με στοιχεία ΒΓΔΗΘΒ εσφαλμένως να περιληφθεί στην ιδιοκτησία με ΚΑΕΚ …….. με ιδιοκτήτη το εκκαλούν και τμήματα εμφαινόμενα με στοιχεία ΔΕΖΗΔ έκτασης 233 τ.μ. και ΑΒΘΙΑ έκτασης 23 τ.μ. εσφαλμένως να περιληφθούν στην ιδιοκτησία με ΚΑΕΚ ……….. με ιδιοκτήτη το Δήμο Νίκαιας – Αγίου Ιωάννη Ρέντη. Επομένως έπρεπε η αγωγή να γίνει δεκτή κατ’ ουσίαν, απορριπτομένων των ισχυρισμών του εκκαλούντος, να αναγνωριστεί η ενάγουσα κυρία του επιδίκου με έκτακτη χρησικτησία και να διαταχθεί η διόρθωση της πρώτης ανακριβούς κτηματολογικής εγγραφής, ώστε να αποσπαστούν τα ως άνω επιμέρους εδαφικά τμήματα από τα επιμέρους ΚΑΕΚ, να συνενωθούν, ώστε να προκύψει μία ενιαία ιδιοκτησία με ξεχωριστό ΚΑΕΚ, κατ’ εφαρμογή του από Απριλίου 2017 τοπογραφικού διαγράμματος του μηχανικού …………., για το οποίο συντρέχουν οι τεχνικές προϋποθέσεις για την απεικόνιση των επερχόμενων γεωμετρικών μεταβολών και την εισαγωγή τους στην τηρούμενη από το «Εθνικό Κτηματολόγιο & Χαρτογράφηση Α.Ε.» κτηματολογική βάση (βλ. την από 20.12.2017 εισήγηση των αρμοδίων υπαλλήλων της εταιρείας). Τα ίδια που έκρινε η εκκαλουμένη δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και την εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και πρέπει η έφεση να απορριφθεί κατ’ ουσίαν και να καταδικαστεί το εκκαλούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας με τον περιορισμό του άρθρου 22 παρ. 1 ν. 3693/1957.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση.

Καταδικάζει το εκκαλούν στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης ,αυτού του βαθμού, που καθορίζει σε 300 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, στον ακροατήριό του, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους νομικούς παραστάτες, στον Πειραιά, στις   5.4.2023.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ