Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 182/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αριθμός    182/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Κ.Σ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ  :

Των Εκκαλούντων:  1] ………….,  2] …………. 3] ………….. οι  οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Λεωνίδα Κουτρομάνο.

Του Εφεσίβλητου: ………… ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον  πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Τριάντη  ο οποίος παραστάθηκε με  δήλωση  σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ.

Ο εφεσίβλητος  άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 25-5-2017  (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1154/2019 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου που την δέχθηκε ως  βάσιμη.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εναγόμενοι    με την από 20-5-2019 και με ΓΑΚ/ΕΑΚ στο Πρωτοδικείο ……/22-5-2019 και στο Εφετείο ………/2019  έφεσή τους η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο της 7-5-2020  κατά την οποία η συζήτησή της ματαιώθηκε λόγω της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων, από 13-3-2020 έως 31-5-2020, εξαιτίας της πανδημίας κόβιντ-19. Με την 85/2020 Πράξη  της αρμόδιας Προέδρου Εφετών, Αικατερίνης Νομικού, η συζήτηση της ανωτέρω έφεσης προσδιορίστηκε για την   δικάσιμο της 22-4-2021  οπότε ματαιώθηκε εκ νέου η συζήτησή της για τον ίδιο ως και άνω λόγο, της αναστολής λειτουργίας των Δικαστηρίων, για το διάστημα από 10-4-2021 έως 26-4-2021. Στη συνέχεια, με την 134/2021 Πράξη της ίδιας Προέδρου Εφετών, ορίστηκε νέα δικάσιμος  προς συζήτησή της, η 3-3-2021, κατά την οποία ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εκκαλούντων αφού πήρε τον λόγο από την Πρόεδρο αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε, ο δε πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου ανέπτυξε τις απόψεις του με τις προτάσεις που κατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται  προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος, αρμόδιου, Δικαστηρίου (άρθρο 19 ΚΠολΔ)  η από 20-5-2019 έφεση με την οποία πλήττεται η με αριθμό 1154/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων με την τακτική διαδικασία και έκανε δεκτή την  από 25-5-2017 αγωγή του ενάγοντος και,  ήδη, εφεσίβλητου. Η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 παρ. 1 και 2, 511, 513 παρ. 1 στοιχ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ πριν την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (σχετ. η έκθεση κατάθεσης δικογράφου με ΓΑΚ/ΕΑΚ ……/2-7-2019 και οι με αριθμούς ………… της 17-7-2019 εκθέσεις επίδοσης αντιγράφου της εκκαλουμένης στους  εκκαλούντες, του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή, ……….). Επομένως και δεδομένου ότι έχει κατατεθεί  το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 ΚΠολΔ παράβολο για την άσκησή της, πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη  βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια όπως και πρωτοδίκως διαδικασία.

Ο ενάγων με την ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου,  αγωγή του, η οποία  παραδεκτά (άρθρα 223 εδ. β, 294 εδ.α και 295 παρ.1 εδ.β ΚΠολΔ) μετατράπηκε με τις προτάσεις που αυτός κατέθεσε νομότυπα ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σε αναγνωριστική, επικαλούμενος την από μέρους των εναγομένων αμφισβήτηση του δικαιώματος κυριότητάς του επί ενός ακινήτου,  κείμενου στην οδό ……. στην  περιοχή ……… της Νίκαιας Αττικής, ζητά να αναγνωριστεί το ως άνω δικαίωμά του.   Οι εναγόμενοι προέβαλαν κατά της αγωγής ένσταση δικής τους κυριότητας  επί του άνω ακινήτου επικαλούμενοι τακτική χρησικτησία επί αυτού, ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής καθώς και, επικουρικά, δικαίωμα επισχέσεως του επίδικου ακινήτου  μέχρι να τους αποδοθούν τα ποσά που δαπάνησαν για επωφελείς  για αυτό ενέργειές τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού έκρινε την αγωγή ως ορισμένη και νόμιμη, απέρριψε κατόπιν της μετατροπής του αιτήματός της, το προταθέν επικουρικά δικαίωμα επισχέσεως ως μη νόμιμο όπως και τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής  και στη συνέχεια απορρίπτοντας ως ουσία αβάσιμο τον πρώτο εκ των ισχυρισμών τους περί ιδίας κυριότητας, έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε το δικαίωμα κυριότητας του ενάγοντος. Ήδη με την κρινόμενη έφεση οι εναγόμενοι παραπονούνται με τον πρώτο λόγο αυτής για την  απόρριψη του τελευταίου αυτού ισχυρισμού τους (περί ιδίας κυριότητας) και με τον δεύτερο λόγο για την απόρριψη του έτερου ισχυρισμού τους περί καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής.

Ι. Κατά την έννοια του άρθρου 281 Α.Κ.  το δικαίωμα ασκείται καταχρηστικά και όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε της ασκήσεώς του, καθώς και η πραγματική κατάσταση, που διαμορφώθηκε κατά το διάστημα που μεσολάβησε, δημιούργησαν στον οφειλέτη την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκηθεί το δικαίωμα, σε τρόπο ώστε η μεταγενέστερη άσκησή του, που θα έχει επαχθείς για τον οφειλέτη συνέπειες, να μη δικαιολογείται επαρκώς και να υπερβαίνει, προφανώς, τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Μόνη η μακροχρόνια αδράνεια του δικαιούχου και όταν ακόμη δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται πλέον να ασκηθεί, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση αυτού, αλλά απαιτείται να συντρέχουν επιπρόσθετα ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες κυρίως από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του οφειλέτη, ενόψει των οποίων και της αδρανείας του δικαιούχου, η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος που τείνει σε ανατροπή της καταστάσεως που δημιουργήθηκε υπό τις παραπάνω ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε επί μακρό χρόνο, να εξέρχεται των ορίων, που τίθενται με τη διάταξη του άρθρου 281 Α.Κ. και να συνεπάγεται δυσμενείς, απλώς, επιπτώσεις στα συμφέροντα του οφειλέτη (ΟλΑΠ 8/2001, ΟλΑΠ 472/1983, ΑΠ 866/2019, ΑΠ 223/2007, ΑΠ 316/2005, ΑΠ 205/2001).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι εκκαλούντες προς απόκρουση της ένδικης αγωγής, πρότειναν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο παραδεκτά, με τις νομοτύπως κατατεθείσες προτάσεις τους, την ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως  του ενδίκου δικαιώματος διότι, όπως ισχυρίστηκαν, η αγωγή ασκήθηκε μετά την πάροδο 13 ετών από τότε που ο  πρώτος εξ αυτών, πατέρας των λοιπών και η τότε σύζυγός του,  μητέρα και δικαιοπάροχος αυτών, άρχισαν να νέμονται το επίδικο  ακίνητο πιστεύοντας καλόπιστα ότι πρόκειται για το ακίνητο που οι ίδιοι αγόρασαν το έτος  2000 ευρισκόμενο όμως στον αριθμό ….. της ίδιας με το επίδικο οδού και επί του οποίου δαπάνησαν το ποσό των 412.000 ευρώ προκειμένου να ανεγείρουν τριώροφη οικοδομή, την ήδη, πρώτη, κατοικία των εναγομένων. Περαιτέρω ότι όταν ο πρώτος εναγόμενος αντιλήφθηκε το λάθος ενημέρωσε  τον 9/2013 τον ενάγοντα  και συμφώνησαν σχετικά γρήγορα ως λύση την ανταλλαγή των οικοπέδων καταβάλλοντας ο ίδιος το ποσό που απαιτήθηκε για την εισφορά γης ώστε να διορθωθεί η Πράξη Εφαρμογής καθώς δεν αναγραφόταν ως ιδιοκτήτης ο τελευταίος στο επίδικο. Αυτό διότι όπως ισχυρίστηκαν τους δημιούργησε την πεποίθηση ότι δεν θα διεκδικήσει το ακίνητο για το οποίο ο ίδιος δεν είχε ασκήσει  καμία πράξη νομής,  ακόμα και όταν ζήτησε πρόσθετα οικονομικά  ωφελήματα εξακολούθησαν να πιστεύουν αφενός λόγω της μακροχρόνιας αδράνειας του αντιδίκου τους και αφετέρου της συμπεριφοράς του, όταν ενημερώθηκε για τη δημιουργηθείσα κατάσταση  ότι δεν θα επιδιώξει να διεκδικήσει το επίδικο και μετά ταύτα η άσκηση της αγωγής το έτος 2017 παρίσταται ως καταχρηστική. Με τέτοιο, όμως, περιεχόμενο η ανωτέρω ένσταση ήταν, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, μη νόμιμη, καθόσον και αληθή υποτιθέμενα τα ως άνω επικαλούμενα για τη θεμελίωσή της πραγματικά περιστατικά δεν καθιστούν την άσκηση του ένδικου δικαιώματος προφανώς αντίθετη στα αντικειμενικά όρια της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του δικαιώματος, που θέτει η διάταξη του προαναφερθέντος άρθρου 281 ΑΚ. Αυτό διότι ο ενάγων κατοικούσε στην ……. και λόγω και της ηλικίας του δεν ήταν ευχερής από μέρους του η άσκηση πράξεων νομής, ωστόσο η συμπεριφορά του αμέσως μετά την πληροφόρησή του για την ανοικοδόμηση του ακινήτου του δεν συνιστά παραίτηση από το δικαίωμά του, αντίθετα θέλησε, εμμένοντας στο δικαίωμά του, να εξευρεθεί λύση στην μη αναστρέψιμη κατάσταση που δημιουργήθηκε από υπαιτιότητα των εναγομένων, προχωρώντας στην ανταλλαγή των οικοπέδων για αυτό και δέχθηκε να αναλάβει τα ως άνω έξοδα ο πρώτος εναγόμενος. Μάλιστα οι σχετικές, ατελέσφορες τελικά, διαπραγματεύσεις διήρκεσαν δυο έτη και συμμετείχε σ’ αυτές και ο νομικός παραστάτης του ενάγοντος, ο οποίος (ενάγων) σε κάθε περίπτωση παρακωλύεται στην άσκηση εμπράγματου δικαιώματός του από υπαιτιότητα των εναγομένων, επιβαρυνόμενος οικονομικά αλλά και με φορολογικές επιπτώσεις καθώς χωρίς τη θέλησή του βρίσκεται κύριος μιας οικοδομής που ο ίδιος δεν αποφάσισε να ανεγείρει στο οικόπεδό του. Οι εναγόμενοι άλλωστε  για τις δαπάνες ανεγέρσεως της κατοικίας τους έχουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν αυτές από τον ενάγοντα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο  που απέρριψε την ανωτέρω ένσταση ως μη νόμιμη, ορθά εφάρμοσε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 Α.Κ. και θα πρέπει ο σχετικός δεύτερος λόγος έφεσης να απορριφθεί κατ’ ουσίαν.

ΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 1041 Α.Κ. που ορίζει ότι «εκείνος που έχει στην νομή του με καλή πίστη και με νόμιμο τίτλο πράγμα κινητό για μια τριετία και ακίνητο για μια δεκαετία γίνεται κύριος του πράγματος», προκύπτει, ότι για την κτήση της κυριότητας ακινήτου με τακτική χρησικτησία απαιτείται και η συνδρομή του στοιχείου του νόμιμου τίτλου, ήτοι περιστατικού παραγωγικού κατά νόμο κυριότητας, που αποτελεί την έννομη δικαιολογία της νομής του πράγματος με διάνοια κυρίου, όπως είναι και το μεταβιβαστικό της κυριότητας για νόμιμη αιτία συμβολαιογραφικό έγγραφο το οποίο έχει νόμιμα μεταγραφεί και παρουσιάζει εξωτερικά τους όρους του έγκυρου τίτλου. Τυχόν ελαττώματά του, κείμενα εκτός αυτού, όπως και η έλλειψη κυριότητας στο πρόσωπο του μεταβιβάζοντος, καλύπτονται από τη χρησικτησία, αν συντρέχουν και οι λοιποί όροι αυτής. Απαιτείται ακόμη και καλή πίστη, ήτοι πεποίθηση του νομέως, η οποία δεν οφείλεται σε βαριά αμέλεια του ότι με τον τίτλο απέκτησε την κυριότητα, η οποία πεποίθηση πρέπει να υπάρχει κατά την κτήση της νομής. Ο βαθμός της αμέλειας κρίνεται δε κατά πρώτο λόγο από τον τίτλο, ο οποίος πρέπει να είναι τέτοιος, ώστε να δικαιολογεί τη δημιουργία της πεποίθησης του νομέα ότι με αυτόν τον τίτλο απέκτησε την κυριότητα. Η κατά το άρθρο 1042 του Α.Κ.  («Ο νομέας βρίσκεται σε καλή πίστη στην περίπτωση του προηγούμενου άρθρου, όταν χωρίς βαριά αμέλεια έχει την πεποίθηση ότι απέκτησε την κυριότητα») καλή πίστη αναφέρεται μεν στην κυριότητα του αποκτώντος, εν τέλει όμως συναρτάται (στην παράγωγη κτήση) και προς την κυριότητα του μεταβιβάζοντος. Υπό την έννοια αυτή βαριά αμέλεια συνιστά ενδεικτικά, η παράλειψη ελέγχου ή ο πλημμελής έλεγχος των δημοσίων βιβλίων και η πλημμελής εφαρμογή των τίτλων. Από τα παραπάνω συνάγεται, ότι αν το συγκεκριμένο ακίνητο, στο οποίο ασκείται η νομή, δεν περιλαμβάνεται στα όρια του ακινήτου που μεταβιβάστηκε με τον τίτλο, δεν υπάρχει ως προς αυτό νόμιμος τίτλος, διότι ελλείπουν τα εξωτερικά στοιχεία του έγκυρου τίτλου, αφού η μεταβιβαστική δικαιοπραξία δεν το καταλαμβάνει. Στην περίπτωση αυτή μπορεί, κατά τις περιστάσεις, να υπάρχει νομιζόμενος  τίτλος, κατά την έννοια του άρθρου 1043 παρ. 1 Α.Κ. (όπου όμως δεν ορίζεται από το νομοθέτη η έννοια του όρου αυτού), όπως όταν ο αγοραστής, κατά την εφαρμογή του τίτλου του, από συγγνωστή πλάνη, καταλαμβάνει μεγαλύτερη έκταση από αυτή που του πωλήθηκε, ή πίστεψε δικαιολογημένα ότι το ακίνητο που περιήλθε στη νομή του περιλαμβάνεται στον τίτλο του, ο οποίος όμως (τίτλος) αφορά άλλο συνεχόμενο ακίνητο, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι ο νομέας κατά την κτήση της νομής δικαιολογημένα, ήτοι χωρίς βαριά αμέλεια, υπέλαβε ως υπάρχοντα τον ανύπαρκτο τίτλο. (ΑΠ 1192/2014, ΑΠ 1001/2014, ΑΠ 483/2014, ΑΠ 164/2014, ΑΠ 94/2013, ΑΠ 147/2012, ΑΠ 1314/2003 όλες δημ. στη ΝΟΜΟΣ, Απ. Γεωργιάδης Εμπράγματο Δίκαιο εκδ. 1991 σελ. 423 επ.).

Από την εκτίμηση των νόμιμα με επίκληση προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων και συγκεκριμένα των με αριθμούς …../8-3-2018, ………/8-3-2013 και ……/8-3-2018 ενόρκων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά ………., βεβαιώσεων που προσκομίζει ο ενάγων, νομότυπα ληφθεισών (άρθρο 422 ΚΠολΔ) κατόπιν κλήτευσης προ τουλάχιστον δυο εργάσιμων ημερών των αντιδίκων του (σχετ. οι με αριθμ………./5-3-2018, ……./5-3-2018 και ……/5-3-2018 εκθέσεις επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ………), της προσκομιζόμενης από τους εναγομένους ……/14-3-2018 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του συμβολαιογράφου Νίκαιας …………….,  που ομοίως λήφθηκε νομότυπα μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος (σχετ. ………../8-3-2018 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή  …………..), σε συνδυασμό με όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίστηκαν νομότυπα από τους διαδίκους είτε προς άμεση, είτε προς έμμεση για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων απόδειξη, μεταξύ των οποίων οι προσκομισθείσες και μη αμφισβητηθείσες φωτογραφίες καθώς και (σε συνδυασμό) με όσα οι διάδικοι ισχυρίζονται και συνομολογούν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Με το με αριθμό …………/4-7-1978 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. που μεταγράφηκε νόμιμα στον Υποθηκοφυλακείο Νίκαιας (τόμ. ….. και αριθμ. ……) ο ενάγων απέκτησε με αγορά  από τον ……… και τη σύζυγό του ……… ένα αγροτεμάχιο κείμενο στη θέση «……..» του δήμου Νίκαιας εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ζώνης με τον αριθμό … του …. τετραγώνου στο από 27-6-1952 σχεδιάγραμμα του μηχανικού ……,  εκτάσεως 200 τετραγ. μέτρων και εμφαινόμενο με τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Α στο από Ιούνιο 1978 τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ……….. που προσαρτάται στο άνω συμβόλαιο. Το οικόπεδο αυτό συνόρευε ανατολικά, επί πλευράς μήκους δέκα μέτρων, με ανώνυμη οδό αρχικά και ήδη οδό …….., δυτικά και επί πλευράς  μήκους δέκα μέτρων με το με αριθμό …… αγροτεμάχιο, αρκτικά και επί πλευράς είκοσι μέτρων με τα με αριθμούς … και …. ομοίως αγροτεμάχια και μεσημβρινά, επί πλευράς μήκους είκοσι μέτρων, με το με αριθμό ….. τεμάχιο.  Με την 4/88 Πράξη Εφαρμογής της περιοχής «Άνω Νεάπολη», η οποία κυρώθηκε με την με αριθμ.πρωτοκ. 439662/1846/20-4-89 απόφαση του Νομάχη Αττικής νομίμως μεταγραφείσα στο Υποθηκοφυλακείο Νίκαιας (τόμ. …  αριθμ. ….) σε συνδυασμό με την με αριθμό 4/Α2/2013 διορθωτική πράξη εφαρμογής που κυρώθηκε με την με αριθμ. 228045/24-12-2013 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής, καταχωρηθείσα νόμιμα στο Κτηματολογικό Γραφείο Νίκαιας με αριθμό καταχώρησης ……./13-1-2014, το αγορασθέν αγροτεμάχιο κατέστη οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, λαμβάνοντας τον αριθμό …. του Ο.Τ.   …. και αφού καταβλήθηκε η εισφορά σε χρήμα που βάρυνε τον ενάγοντα, πήρε τον αριθμό …. στην οδό …. και ΚΑΕΚ …………….. Οι δικαιοπάροχοι του ενάγοντος νέμονταν το εν λόγω ακίνητο ασκώντας σ’ αυτό από το έτος 1965 έως την πώλησή του το 1978, τις αρμόζουσες στο είδος του πράξεις νομής, όπως επίβλεψη και καθαρισμό, συνέχισε δε από την αγορά του να ασκεί αυτές ο ίδιος μέχρι το έτος 2001 όταν και μετακόμισε από την Αθήνα, προκειμένου να εγκατασταθεί μόνιμα στην ……    Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι με το …../21-11-2000 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Νίκαιας …………., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στο οικείο Υποθηκοφυλακείο Νίκαιας (τόμ. …., αριθμ. ……….) ο πρώτος εναγόμενος μαζί με την τότε σύζυγό του …………, απέκτησαν με αγορά και κατά ποσοστό ½ εξ αδιαιρέτου ο καθένας εξ αυτών, την κυριότητα ενός ακινήτου άρτιου και οικοδομήσιμου στην ίδια οδό με εκείνο που είχε αποκτήσει ο ενάγων,  στην οποία φέρει τον αριθμό ……, ώστε μεταξύ τους να παρεμβάλλεται άλλο ακίνητο, ιδιοκτησίας τρίτου, έχει δε  τον αριθμό ….. στο Ο.Τ. ….. και  έκταση 180 τετραγ μέτρα. Το έτος 2001 οι άνω αγοραστές προχώρησαν στις διαδικασίες ανέγερσης τριώροφης οικοδομής με την έκδοση της ……/19-10-2001 άδειας από την Διεύθυνση Πολεοδομίας του δήμου Νίκαιας και ανέθεσαν την επίβλεψη του έργου στον πολιτικό μηχανικό ………… Παρά το ότι η άδεια αφορούσε την ανέγερση οικοδομής στο οικόπεδο επί της οδού ………. η οικοδομή κατασκευάστηκε στο ευρισκόμενο υψηλότερα λόγω της ανωφέρειας που παρουσιάζει η περιοχή οικόπεδο του ενάγοντος, στον αριθμό ……. Το έργο ολοκληρώθηκε, πλην του πρώτου ορόφου  το έτος 2005 και παραδόθηκε στους κυρίους αυτού,  στον δε δεύτερο όροφο της οικοδομής κατοίκησαν έκτοτε ο πρώτος εναγόμενος μαζί με τη δεύτερη εναγόμενη, κόρη του και από το έτος 2008 κατοικεί μαζί τους και ο τρίτος εναγόμενος, γιός του πρώτου και αδελφός της δεύτερης καθώς στο μεταξύ επήλθε διάσπαση της συμβίωσης του πρώτου εναγομένου με τη σύζυγό του. Το έτος 2010 ο πρώτος εναγόμενος μαζί με την πρώην σύζυγό του συστήνουν επί του ακινήτου δυνάμει της ……./15-1-2010 Πράξης του ίδιου όπως και άνω συμβολαιογράφου, πέντε οριζόντιες ιδιοκτησίες, αποθήκη Υ-1 και Υ-2 στον υπόγειο χώρο της οικοδομής, κλειστή θέση στάθμευσης οχημάτων Ρ-1 στην πυλωτή,  διαμέρισμα Α ορόφου επιφάνειας 107 τετρ. μέτρων και διαμέρισμα Β-1 δεύτερου ορόφου ίδιας επιφάνειας με το προηγούμενο. Με την δε ………/31-3-2010 συμβολαιογραφική πράξη του ίδιου πάντα συμβολαιογράφου η μητέρα της δεύτερης και του τρίτου των εναγομένων μεταβίβασε σ’ αυτούς το επί των άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών ποσοστό της κυριότητάς της έτσι ώστε η δεύτερη να καταστεί κυρία κατά ποσοστό 50% της Υ-1 αποθήκης και του Β-1 διαμερίσματος ο δε τρίτος κύριος της Υ-2 αποθήκης, της Ρ-1 θέσης στάθμευσης και του Α-1 διαμερίσματος.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά τα οποία συνομολογούνται από αμφότερα τα διάδικα μέρη καθώς ουδείς αμφισβητεί την αλήθεια αυτών: α] οι εναγόμενοι  προφανώς δεν μπορούν να θεμελιώσουν παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας επί του επίδικου, επί της οδού ………, ακινήτου,  επί του οποίου ασκούν τη νομή, με το ……../2000  συμβολαιογραφικό έγγραφο καθόσον η μεταβιβάσασα σ’ αυτούς πωλήτρια δεν είχε την κυριότητα αυτού. β)  δεν αποτελεί νόμιμο τίτλο, διότι κατά τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη με στοιχ. ΙΙ, το επίδικο  δεν περιλαμβάνεται στα όρια του ακινήτου που τους μεταβιβάστηκε με το ανωτέρω συμβολαιογραφικό έγγραφο (………/2000), ελλείπουν επομένως  τα εξωτερικά στοιχεία του έγκυρου τίτλου, αφού η μεταβιβαστική δικαιοπραξία δεν το καταλαμβάνει και τέλος, γ) το ανωτέρω συμβολαιογραφικό έγγραφο δεν συνιστά ούτε νομιζόμενο τίτλο κατά την έννοια του άρθρου 1043 παρ. 1 Α.Κ., όπως αναλύθηκε στην ίδια σκέψη, διότι οι εναγόμενοι αρχικά ο πρώτος με την τότε σύζυγό του και στη συνέχεια άπαντες οι εναγόμενοι  από μη συγγνωστή πλάνη κατέλαβαν και νέμονται όχι το ακίνητο, που τους μεταβιβάσθηκε λόγω πωλήσεως  και γονικής παροχής όπως περιγράφηκε παραπάνω,  αλλά παρακείμενο ακίνητο και μάλιστα όχι όμορο αλλά το επόμενο μετά το όμορο που είναι και κατά  είκοσι τετραγ μέτρα μεγαλύτερο αυτού που πράγματι αγόρασαν. Οι εναγόμενοι επιδεικνύοντας βαριά αμέλεια υπέλαβαν ως υπάρχοντα τον ανωτέρω ανύπαρκτο τίτλο παρά το ότι ενήργησαν σειρά συμβολαιογραφικών πράξεων με νομικό παραστάτη που θα προέβη σε έλεγχο των τίτλων του επί της οδού …………. οικοπέδου αλλά και με τη χρήση τοπογραφικών σχεδιαγραμμάτων που αποτύπωναν επακριβώς τη θέση των οικοπέδων του δικού τους και των όμορων. Από  την επισκόπηση και μόνο της οικοδομικής άδειας καθίσταται πέραν κάθε αμφιβολίας εμφανές ακόμα και στον πιο αδαή πόσω μάλλον στον μέσο κοινωνικά συναλλασσόμενο όπως οι εναγόμενοι αλλά και πολύ περισσότερο σε ένα έμπειρο κατασκευαστή, ότι το οικόπεδο στον αριθμό … βρίσκεται πιο κοντά στο μέσον της οδού ….  και του Ο.Τ. .…. ενώ εκείνο με τον αριθμό ….. βρίσκεται κατά πολύ εγγύτερα της συμβολής της οδού …. και …., στην αντίθετη πλευρά  και προς το τέλος του άνω Ο.Τ., επομένως και σε υψηλότερο επίπεδο από το πράγματι αγορασθέν. Περαιτέρω είναι σε θέση να γνωρίζουν  επακριβώς την περίμετρο της οικοδομής που ανήγειραν (άλλωστε ο όγκος και οι διαστάσεις κάθε οικοδομής καθορίζουν το κόστος της) και επομένως γνωρίζουν τουλάχιστον από την ολοκλήρωσή της το 2005, ότι αυτή βρίσκεται σε οικόπεδο κατά είκοσι τετραγ μέτρα μεγαλύτερο  αυτού που αναφέρεται στο …../2000 συμβόλαιο. Συνεπώς μόνο από βαριά αμέλειά τους μπορεί να διέλαθε της προσοχής τους επί όλα αυτά τα έτη η διαφορά εμβαδού των δυο ακινήτων. Οι εναγόμενοι επομένως επιδεικνύοντας την ίδια βαριά αμέλεια κατά την κατάληψη της νομής του επιδίκου ακινήτου, όπως προκύπτει από το ίδιο το συμβολαιογραφικό έγγραφο, που επικαλούνται ως τίτλο κτήσης τους, δεν απέκτησαν την κυριότητα αυτού με τακτική χρησικτησία, όπως ισχυρίσθηκαν με τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επανέφεραν ως λόγο (πρώτο) έφεσης, παρά το ότι ασκούσαν πράξεις νομής επ’ αυτού πλέον της δεκαετίας και πρώτη φορά οχλήθηκαν από τον πραγματικό κύριο, τον ενάγοντα το 2013 όταν μετά την ενημέρωση του  ζήτησε την επιστροφή του ακινήτου του. Κατά συνέπεια η ένσταση ιδίας κυριότητας με τακτική χρησικτησία κρίνεται ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και  επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφαση κατέληξε στην ίδια κρίση, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, που αντικαθίσταται με την παρούσα (άρθρ. 534 ΚΠολΔ), ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα με την έφεση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα θα  πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της και να καταδικασθούν οι εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176 και 183, 191 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου για την άσκηση της έφεσης στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 αρ.3 ΚΠολΔ.)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία τους διαδίκους κατά την τακτική διαδικασία.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 20-5-2019 έφεση (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2-7-2019  και στο Εφετείο ……./2019) με την οποία πλήττεται η με αριθμό 1154/2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων με την τακτική διαδικασία

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του κατατεθέντος για την άσκησή της παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλούντων  και τα ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε  σε δημόσια  στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους  στις     29  Μαρτίου 2023.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ