Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 240/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός  απόφασης  240/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, εφέτη, τον οποίο όρισε ο πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις …………. για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Της εκκαλούσας : Μονοπρόσωπης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας ……………………, ήδη λυθείσας κα τεθείσας υπό εκκαθάριση, εκπροσωπούμενης από τον εκκαθαριστή ……………ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο, Κωνσταντίνα Καπρίτσα με έγγραφη δήλωση (ΚΠολΔ 242 παρ. 2).

Του εφεσιβλήτου: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από την ΑΑΔΕ, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον διοικητή της και εν προκειμένω από τους προϊσταμένους των Δ.Ο.Υ. Σύρου και Δ.Ο.Υ. Πάρου, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τη δικαστική πληρεξούσια ΝΣΚ Βασιλική Τζίφα.

Το εφεσίβλητο άσκησε την με αρ. κατ. ……../2019 ανακοπή προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, το οποίο με την με αρ. 2713/2020 απόφασή του την έκανε εν μέρει δεκτή κατ’ ουσία.

Την οριστική αυτή απόφαση προσέβαλε η καθ’ ης η ανακοπή με την με αρ. κατ. ………/2021 έφεσή της, η οποία ορίστηκε να συζητηθεί (με την με αρ. κατ. ………/2021 Εφετ.Πειραιώς) στις 20.5.2022, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή αυτής της απόφασης.

Οι πληρεξούσιοι νομικοί παραστάτες των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) κατατέθηκε και το ανάλογο παράβολο έφεσης (βλ. το ηλεκτρ. παράβολο ……………/2021). Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Το εφεσίβλητο ανακόπτον με την πρωτοδίκως κριθείσα ανακοπή του ζήτησε να ακυρωθεί η αρνητική δήλωση της καθ’ ης εκκαλούσας, στην οποία αυτή προέβη μετά την επιβολή από το πρώτο εις χείρας της αναγκαστικής κατάσχεσης όλων όσων οφείλει ή θα οφείλει στο μέλλον προς την οφελέτιδά του εταιρεία με την επωνυμία «…………….», προς είσπραξη των χρεών της και μέχρι του ποσού των 1.065.348,01 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του (2713/2020) έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή και υποχρέωσε την καθ’ ης να καταβάλει στο ανακόπτον το χρηματικό ποσό των 101.150 ευρώ, νομιμοτόκως από 20.6.2019 και μέχρι την εξόφληση. Εναντίον αυτής της απόφασης η καθ’ ης άσκησε έφεση, με την οποία παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητεί δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της ανακοπής.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι, πλην της από 4.4.2023 υπεύθυνης δήλωσης της …………….., που δόθηκε επ’ αφορμή αυτής της δίκης ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και για να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά σ’ αυτήν, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του ../αρ.ειδ.βιβλ. …../10.4.2019 κατασχετηρίου εγγράφου του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Σύρου επιβλήθηκε την 11.6.2019 στα χέρια της εκκαλούσας αναγκαστική κατάσχεση από το εφεσίβλητο όλων όσων οφείλει ή θα οφείλει στο μέλλον, ως μισθώτρια κινητών πραγμάτων προς την εκμισθώτρια οφελέτιδα του Δημοσίου εταιρεία με την επωνυμία «………….», προς είσπραξη των χρεών της και μέχρι του ποσού των 1.065.348,01 ευρώ. Στις 19.6.2019, η εκκαλούσα προέβη ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πάρου, όπου διατηρεί υποκατάστημα, σε αρνητική δήλωση, επικαλούμενη ότι έχει προκαταβάλει και εξοφλήσει όλα τα μισθώματα στην οφειλέτιδα του Δημοσίου. Η αρνητική δήλωση διαβιβάστηκε από τον γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πάρου στη Δ.Ο.Υ. Σύρου την 15.7.2019. Εναντίον αυτής της δήλωσης το εφεσίβλητο άσκησε νόμιμα την υπό κρίση ανακοπή την 3.9.2019 (βλ. την ……../2019 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμ. ………….), ήτοι εντός της μηνιαίας προθεσμίας από την περιέλευση της δήλωσης στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που επέβαλε την κατάσχεση, μη υπολογιζομένου του χρονικού διαστήματος των δικαστικών διακοπών, αφού η υπόθεση δεν αφορά φορολογική διαφορά, αλλά διαφορά περί την εκτέλεση (άρθρ. 34 ΚΕΔΕ σε συνδ. με αρ. 11 του Κώδικα Δικών του Δημοσίου). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι με το από 28.2.2018 ιδιωτικό συμφωνητικό η οφειλέτιδα του Δημοσίου είχε εκμισθώσει στην εκκαλούσα τρεις ελκυστήρες (τράκτορες), εννέα συρόμενες πλατφόρμες και δύο φορτηγά ΔΧ, έναντι συμφωνημένου μηνιαίου μισθώματος 5.950 ευρώ, για να τα χρησιμοποιήσει για τις ανάγκες της εμπορίας της, για χρονικό διάστημα τριών ετών αρχή γενομένης από την 1.3.2018. Η εκκαλούσα μισθώτρια έκανε τη συμφωνημένη χρήση και όφειλε να καταβάλει στην εκμισθώτρια το συμφωνημένο μίσθωμα. Με την αρνητική της δήλωση ισχυρίζεται ότι πριν την επιβολή της εις χείρας της κατάσχεσης είχε εξοφλήσει πλήρως τα μισθώματα εκ της ως άνω σύμβασης μίσθωσης. Στην αρνητική δήλωση που υπέβαλε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πάρου, όπως και με τις προτάσεις στη δίκη της ανακοπής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, καθώς επίσης και με το δικόγραφο της έφεσής της δεν επικαλέστηκε ούτε και προσκόμισε έγγραφα, από τα οποία να αποδεικνύεται η εξόφληση των μισθωμάτων. Πρώτη φορά ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου προσκομίζει σειρά εγγράφων και συγκεκριμένα αντίγραφα τιμολογίων εκδοθέντων από την οφειλέτιδα του Δημοσίου α) με αρ. ……. και ……./2018, συνολικού ποσού 4.426,83 ευρώ, για τη συνολική εξόφληση του οποίου η εκκαλούσα εξέδωσε το υπ’ αρ. ……./31.5.2018 ένταλμα πληρωμής, β) ……./2018, συνολικού ποσού 21.642,27 ευρώ, για τη συνολική εξόφληση του οποίου η εκκαλούσα εξέδωσε το υπ’ αρ. ……./31.8.2018 ένταλμα πληρωμής, γ) …….. και ……./2018, συνολικού ποσού 21.150,41 ευρώ, για τη συνολική εξόφληση του οποίου η εκκαλούσα εξέδωσε το υπ’ αρ. ……/30.11.2018 ένταλμα πληρωμής, δ) ……./2018 και ………/2019, συνολικού ποσού 21.642,28 ευρώ, για τη συνολική εξόφληση του οποίου η εκκαλούσα εξέδωσε το υπ’ αρ. ……./28.2.2019 ένταλμα πληρωμής, ε) ………/2019, συνολικού ποσού 21.150,41 ευρώ, για τη συνολική εξόφληση του οποίου η εκκαλούσα εξέδωσε το υπ’ αρ. …../31.05.2019 ένταλμα πληρωμής και στ) ……… και ……../2019, συνολικού ποσού 14.756 ευρώ, για τη συνολική εξόφληση του οποίου η εκκαλούσα εξέδωσε το υπ’ αρ. ……./3.6.2019 ένταλμα πληρωμής. Με τα ως άνω εντάλματα πληρωμής η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι εξόφλησε τα μισθώματα εκ της ως άνω μισθωτικής σύμβασης, που όφειλε στην εκμισθώτρια οφειλέτιδα του Δημοσίου. Όμως, δεν προέκυψε, αν τελικά αυτές οι εντολές πληρωμής που επικαλείται εκτελέστηκαν και με ποιο τρόπο τελικά αυτές πληρώθηκαν και εξοφλήθηκαν τα μισθώματα, ενόψει του ότι, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 2 του Ν. 3842/2010, φορολογικά στοιχεία αξίας ή λοιπά έγγραφα που εκδίδονται ή συντάσσονται αντί φορολογικών στοιχείων, συνολικής αξίας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, τα οποία εκδίδονται για συναλλαγές μεταξύ επιτηδευματιών, όπως εν προκειμένω η εκκαλούσα μισθώτρια και η οφειλέτιδα του Δημοσίου εκμισθώτρια, που είναι επιτηδευματίες (εμπορικές επιχειρήσεις) και εκδόθηκαν εντάλματα πληρωμής, εξοφλούνται μέσω επαγγελματικών τραπεζικών λογαριασμών του εκδότη – πωλητή αγαθών ή υπηρεσιών και του λήπτη των αντίστοιχων στοιχείων ή επιταγών που εξοφλούνται μέσω των ίδιων λογαριασμών, οι κινήσεις των οποίων διαβιβάζονται σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, χωρίς να ισχύει ως προς τούτο το τραπεζικό απόρρητο. Εν προκειμένω οι προσκομισθείσες για πρώτη φορά ενώπιον του Εφετείου εντολές πληρωμής της εκκαλούσας, αξίας εκάστης άνω των 3.000 ευρώ, δεν αποδεικνύονται ότι τελικά πληρώθηκαν με κάποιον από τους ανωτέρω περιοριστικά αναφερόμενους στο νόμο τρόπους, ούτε και γίνεται επίκληση κάποιων εξ αυτών, ώστε να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης για να προσκομισθούν. Συνεπώς ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι τα οφειλόμενα στην οφειλέτιδα του εφεσίβλητου εκ της ως άνω σύμβασης μισθώματα, συνολικού ποσού (18 μήνες Χ 5.950 ευρώ) 107.100 ευρώ, καταβλήθηκαν προ της επιβολής της εις χείρας της κατάσχεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Μετά την επιβολή της εις χείρας της κατάσχεσης η εκκαλούσα κατέβαλε στο εφεσίβλητο προς εξόφληση μέρους των οφειλομένων το χρηματικό ποσό των 5.950 ευρώ (ΑΑ ……/7.10.2019 διπλότυπο είσπραξης της Δ.Ο.Υ. Πάρου), οφείλοντας σ’ αυτό το υπόλοιπο (107.100 – 5.950) 101.150 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της παρόδου του οκταημέρου από την κατάσχεση εις χείρας της και μέχρι την ολική εξόφληση. Τα πρωτοβάθμιο δικαστήριο και έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή του εφεσιβλήτου και υποχρέωση την εκκαλούσα να του καταβάλει το ως άνω ποσό νομιμοτόκως, ορθά έκρινε κατ’ αποτέλεσμα, έστω και με εν μέρει εσφαλμένη αιτιολογία, γι’ αυτό και πρέπει να αντικατασταθεί η εν μέρει εσφαλμένη αιτιολογία με την ορθή αυτής της απόφασης, όπου απαιτείται, να απορριφθεί κατ’ ουσίαν η έφεση, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου στο δημόσιο ταμείο και να καταδικαστεί η εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου αυτού του βαθμού, μειωμένων κατ’ άρθρ. 22 Ν. 3693/1957.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας του εφεσίβλητου, που καθορίζει σε 300 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 4.5.2023.

    Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ