Αριθμός 252/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …………..ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Απόστολο Συμιακό (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
ΚΑΘ΄ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………. και 2) …………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους δικηγόρο Μιχαήλ Φαράντο (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Ο καλών-εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 17.3.2017 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……../2017) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν η υπ΄ αριθμ. 1522/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που διέταξε την επανάληψη της συζήτησης για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτήν και η υπ΄ αριθμ. 914/2019 απόφαση αυτού, που δέχθηκε την αγωγή.
Αμφότερες τις ως άνω αποφάσεις προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εναγόμενοι και ήδη καθ΄ ων η κλήση-εκκαλούντες με την από 2.5.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ……./2019-……../2019) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε αρχικά η 2α.4.2020, οπότε η συζήτησή της ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων λόγω της πανδημίας κορωναϊού Covid-19 (από 13.3.2020 έως 31.5.2020). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74 παρ 2 του ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α 104/30-5-2020) περί αυτεπαγγέλτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση αυτών των υποθέσεων, τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Εφετείου Πειραιώς, την υπ΄ αριθμ. 37/2020 Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και την υπ΄αριθμ. 74/2020 Πράξη του ορισθέντος από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς Δικαστή, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου στη δικάσιμο της 3ης.9.2020, οπότε συζητήσεως γενομένης, εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 658/2020 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που δέχθηκε τυπικά την έφεση, ανέβαλλε να αποφασίσει οριστικώς και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτήν. Δυνάμει, της κατατεθείσας ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από 21.12.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2020) κλήσης του καλούντος-εφεσιβλήτου, η προκειμένη υπόθεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 3ης.3.2022, οπότε συζητήσεως γενομένης εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 183/2022 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, που ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και διέταξε την επαναληψη της συζήτησης για τους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτήν.
Ήδη με την κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου από 19.4.2022 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2022) κλήση του καλούντος-εφεσιβλήτου, η προκειμένη υπόθεση επανεισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον αυτού στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Με την με αριθμό 658/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου η υπο κρίση έφεση έγινε δεκτή τυπικά και ακολούθως διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης προκειμένου ο ενάγων (ήδη εφεσίβλητος) να καταβάλει το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου και τα επ` αυτού ποσοστά υπέρ ΤΑΧΔΙΚ και ΤΝ, κατά το μέρος που τα ήδη καταβληθέντα ποσά υπολείπονταν των νομίμων. Ο τελευταίος συμμορφούμενος με την ως άνω απόφαση κατέβαλε το ποσό των 662 ευρώ (βλ. το με αριθμό …………… ηλεκτρονικό παράβολο) και ακολούθως, με την απο 21-12-2020 κλήση του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου επανέφερε την υπόθεση προς συζήτηση. Ωστόσο, αυτό με την με αριθμό 183/2022 απόφαση του διέταξε εκ νέου την επανάληψη της υπόθεσης, προκειμένου να εκδικασθεί από την Δικαστή που εξέδωσε την αρχική (658/2020) μη οριστική απόφαση κατ’άρθρο 254 ΚΠολΔ. Ηδη δε η υπόθεση νομίμως εισάγεται ξανά προς συζήτηση με την από 19-4-2022 κλήση του εφεσίβλητου. ΙΙ. Με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………./2017 αγωγή του ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εκθέτει, ότι με τους εναγόμενους τυγχάνουν συγκύριοι εξ αδιαιρέτου, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα, ενός ειδικώς περιγραφόμενου ακινήτου, οικοπέδου μετά της επ΄αυτού παλαιάς ισόγειας οικίας και βοηθητικών κτισμάτων, στον οικισμό «……….» της νήσου Ύδρας, η αντικειμενική αξία του οποίου ανέρχεται στο ποσό των 150.000 ευρώ, και ότι οι τελευταίοι δεν συμφωνούν στην εξώδικη διανομή του, ζητά δε, τη λύση της υφιστάμενης μεταξύ τους κοινωνίας με τη δια πλειστηριασμού πώληση αυτού, λόγω του ανέφικτου τη αυτούσιας διανομής του, και τη διανομή του πλειστηριάσματος στους συγκυρίους κοινωνούς κατά το λόγο της μερίδας εκάστου, καθώς και τον διορισμό συμβολαιογράφου Πειραιώς ως υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Επ’αυτής εκδόθηκε αρχικά :α) η με αριθμό αριθ. 1522/2018 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα περί διορισμού υπαλλήλου του πλειστηριασμού και διέταξε κατά λοιπά την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο προκειμένου, με επιμέλεια του ενάγοντος, να προσκομισθεί πιστοποιητικό βαρών του επίκοινου ακινήτου από το Υποθηκοφυλακείο Ύδρας, και ακολούθως β) η εκκαλουμένη οριστική απόφαση, με την οποία η αγωγή έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και διατάχθηκε η πώληση με πλειστηριασμό του επίκοινου ακινήτου. Κατά της απόφασης αυτής, με την οποία συμπροσβάλλεται και η ως άνω μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, παραπονούνται οι εναγόμενοι με την ένδικη έφεση τους, επικαλούμενοι εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη, με σκοπό να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η σε βάρος τους αγωγή.
ΙΙΙ. Από το συνδυασμό των άρθρων 785, 795, 798, 799, 1113 ΑΚ, 216 §1α και 478 επ. ΚΠολΔ συνάγεται ότι απαραίτητα κατά νόμο στοιχεία της βάσης της αγωγής, με την οποία ζητείται η διανομή κοινού πράγματος, είναι α) η συγκυριότητα του ενάγοντος, β) η μεταξύ του ενάγοντος και του εναγομένου κοινωνία, γ) το αντικείμενο της αγωγής, δ) η μη συμφωνία του εναγομένου για διανομή, ε) η αξία των διανεμητέων πραγμάτων και στ) αίτημα διανομής (ΑΠ 515/2013 ΕλλΔνη 2015.63), ενώ ο τρόπος λύσης της κοινωνίας, δηλαδή, το αν η λύση αυτή θα γίνει με αυτούσια διανομή ή με πώληση με πλειστηριασμό, δεν περιλαμβάνεται αναγκαίως στο αίτημα της αγωγής διανομής, αλλά ανήκει στην κυριαρχική εξουσία του Δικαστηρίου στο οποίο επίσης εναπόκειται να κρίνει αν θα διαταχθεί ή όχι πραγματογνωμοσύνη σχετικά με τη δυνατότητα αυτούσιας διανομής του κοινού ακινήτου (ΑΠ 555/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
IV. Στη προκειμένη περίπτωση η αγωγή είναι ορισμένη, διότι περιλαμβάνει όλα τα ανωτέρω στοιχεία, καθόσον στο δικόγραφο αυτής περιγράφεται επαρκώς το διανεμητέο ακίνητο και αναφέρεται η αξία του, ενώ περαιτέρω γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στα ποσοστά συγκυριότητας των διαδίκων, καθώς και στο γεγονός ότι οι εναγόμενοι δεν συναινούν στην εξώδικη διανομή. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε ομοίως, ορθά το νόμο εφάρμοσε και ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες διατείνονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
V. Από τις διατάξεις των άρθρων 799 και 800 του ΑΚ, καθώς και εκείνων των 480 παρ.1, 3 και 480 Α του ΚΠολΔικ προκύπτει ότι επί αγωγής διανομής, το δικαστήριο αποφασίζει την αυτούσια διανομή, αν είναι δυνατή η διαίρεση του διανεμητέου σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών, δίχως να μειώνεται η αξία του. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 481 αρ.1 του ΚΠολΔ, κατά την οποία το δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να διατάξει απόδειξη, αν κρίνει ότι η αυτούσια διανομή είναι προδήλως δυνατή, αδύνατη ή ασύμφορη, συνάγεται ότι η κρίση περί του αδυνάτου ή ασυμφόρου της αυτούσιας διανομής ή αντιθέτως περί του δυνατού αυτής, είναι κρίση περί πραγματικών γεγονότων και γι΄ αυτό είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη, το δε δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του, προς τούτο, εκτός από τις μερίδες των κοινωνών, το είδος, τις διαστάσεις, το σχήμα, το εμβαδόν κλπ του διανεμητέου ακινήτου. Πρόδηλα αδύνατη ή ασύμφορη είναι η αυτούσια διανομή, όταν κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής το διανεμητέο δεν μπορεί να διανεμηθεί σε μέρη ανάλογα με τις μερίδες των κοινωνών χωρίς να μειωθεί η αξία του και όταν τα μέρη στα οποία πρόκειται να διανεμηθεί καθίστανται άχρηστα στο κοινωνικό σύνολο, ως οικονομικές μονάδες ή η αξία τους, λόγω ακριβώς της αδυναμίας τους να χρησιμεύσουν ως οικονομικές μονάδες, μειώνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε το σύνολο των μερίδων να υστερεί της αξίας του διανεμητέου πράγματος ως ενιαίου (ΑΠ 170/2017 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 480Α του ΚΠολΔ, ως ισχύει «1. Κάθε συγκύριος οικοπέδου στο οποίο υπάρχει οικοδομή ή χωριστές οικοδομές έχει δικαίωμα να ζητήσει την αυτούσια διανομή του οικοπέδου με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας κατ` ορόφους ή μέρη ορόφων ή με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου στα οποία έχουν ανεγερθεί οι χωριστές οικοδομές, με την επιφύλαξη των πολεοδομικών διατάξεων. Το Δικαστήριο αποφασίζει τη διανομή με τον τρόπον αυτόν αν είναι εφικτή και δεν αντιβαίνει στο συμφέρον των λοιπών συγκυρίων …. 2. Αν πρόκειται για οικόπεδο ακάλυπτο και οικοδομήσιμο και η αυτούσια διαίρεσή του είναι ανέφικτη, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την αυτούσια διανομή του με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου στα οποία θα είναι δυνατή η ανέγερση χωριστών οικοδομημάτων, με την επιφύλαξη των πολεοδομικών διατάξεων. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως». Κατά την αληθινή έννοια των αμέσως πιο πάνω διατάξεων, σε συνδυασμό ερμηνευομένων και εφαρμοζομένων ενόψει και του σκοπού για τον οποίο τέθηκαν ως νέο δίκαιο, είναι επιτρεπτή, αν είναι εφικτή και δεν αντιβαίνει στο συμφέρον όλων των συγκυρίων, η αυτούσια διανομή οικοπέδου στο οποίο υπάρχει οικοδομή ή χωριστές οικοδομές, καθώς και ακάλυπτου και οικοδομήσιμου οικοπέδου, με τη σύσταση μεν χωριστής ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους ή με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου, στα οποία έχουν ανεγερθεί οι χωριστές οικοδομές, στην πρώτη περίπτωση, με τη σύσταση δε χωριστής ιδιοκτησίας σε διακεκριμένα μέρη του ενιαίου οικοπέδου στα οποία θα είναι δυνατή η ανέγερση χωριστών οικοδομημάτων, στη δεύτερη περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΝΔ/τος 1024/1971 και υπό την επιφύλαξη πάντοτε των πολεοδομικών διατάξεων. Εξάλλου, η ως άνω διανομή κοινού οικοπέδου στο οποίο υπάρχει οικοδομή με σύσταση χωριστής ιδιοκτησίας, κατ` ορόφους ή μέρη ορόφων, προϋποθέτει ότι η οικοδομή έχει ανεγερθεί πλήρως κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής, δεδομένου ότι δεν είναι επιτρεπτή η διανομή μελλοντικού πράγματος, καθόσον η από το θεσμό της οροφοκτησίας παρεχόμενη δυνατότητα απόκτησης αποκλειστικής κυριότητας επί μέλλοντος να ανεγερθεί ορόφου ή διαμερίσματος (άρθρο 10 παρ. 2 του Ν.3741/1929) δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στη δικαστική διανομή, γιατί λείπει ο παραπάνω όροφος, δηλαδή η οικοδομή. Έτσι, αν και παρέχεται από το νόμο η δυνατότητα να αποκτήσει κάποιος αποκλειστική κυριότητα σε διηρημένη ιδιοκτησία, που δεν έχει ανεγερθεί, αλλά μέλλει να ανεγερθεί, δεν του παρέχεται η δυνατότητα να ζητήσει τη διανομή διηρημένων ιδιοκτησιών που πρόκειται να ανεγερθούν στο μέλλον, ελλείψει αντικειμένου προς διανομή τέτοιων ορόφων (ΑΠ 733/2010, ΑΠ 769/2008, ΕφΑιγ 34/2019 ΝΟΜΟΣ). Τέλος, για να αποφασίσει το δικαστήριο την κατά τον παραπάνω τρόπο διανομή (με σύσταση οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας) σύμφωνα με το άρθρο 480Α ΚΠολΔ, πρέπει να έχει υποβληθεί στο δικαστήριο σχετικό αίτημα, οποιουδήποτε από τους συγκύριους διαδίκους κατά την πρώτη στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο συζήτηση της αγωγής περί διανομής, διαφορετικά είναι αυτό απορριπτέο ως απαράδεκτο (ΑΠ 156/2019, ΑΠ 928/2012, ΜΕφΛαρ 398/ 2019 ΤΠΝ Νόμος).
VI. Από την εκτίμηση των εγγράφων, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, από τα οποία άλλα λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, την με αριθμό …./2017 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά του . ……., πολιτικού μηχανικού, που δόθηκε ύστερα από νομότυπη κλήτευση των αντιδίκων (βλ. τις …/24-3-2017 και …../12-4-2017 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……..), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη και χωρίς απόδειξη αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου ο ενάγων, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο πρώτος εναγόμενος και κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου η δεύτερη εναγομένη ενός οικοπέδου μετά της επ’ αυτού παλαιάς ισογείου οικίας και των ομοίως ισογείων βοηθητικών κτισμάτων, που βρίσκεται στον οικισμό «…» ή «….» της νήσου Ύδρας. Το εν λόγω οικόπεδο έχει έκταση τριακόσια δέκα έξι και 0,80 (316,80) τ.μ., και εμφαίνεται με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Α στο από Ιουνίου 2002 τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ……….., συνορεύει δε σύμφωνα με αυτό βόρεια επί πλευράς Ε-Ζ μήκους μέτρων 9,95, Δ-Ε μήκους μέτρων 1,50 και Γ-Δ μήκους μέτρων 3,30 με ιδιοκτησία ………, νότια επί πλευράς Β-Α μήκους μέτρων 22,40 με κοινοτική οδό, ανατολικά επί πλευράς Ζ-Η μήκους μέτρων 19,55 με ιδιοκτησία …………. και επί πλευράς Η-Α μήκους μέτρων 3,20 με κοινοτική οδό και δυτικά σε πρόσωπο Β-Γ μήκους μέτρων 13,50 με παραλιακή οδό και πέραν αυτής με θάλασσα. Η επί του ως άνω οικοπέδου παλαιά ισόγεια οικία αποτελείται από το κυρίως κτίσμα και δύο συνεχόμενα μικρά βοηθητικά παλαιά κτίσματα, εμφαινόμενα στο από Ιουνίου 2002 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού …………… και εξ αυτών, το μεν κυρίως κτίσμα, υπό τα στοιχεία Μ,Ν,Ι,Ξ,Ο,Π,Ρ,Μ έχει εμβαδόν 45,36 τ.μ. και είναι διηρημένο σε δύο δωμάτια με τοίχους πετρόκτιστους πάχους 60 εκατοστών, ενώ τα δύο βοηθητικά κτίσματα, υπό τα στοιχεία Σ,Π,Ο,Τ,Σ και Υ,Φ,Χ,Ψ,Υ έχουν εμβαδόν 6 και 5 τ.μ. αντίστοιχα και χρησιμοποιούνται το ένα ως κουζίνα και το άλλο ως λουτρό. Η αγοραία αξία του εν λόγω επίκοινου ακινήτου ανερχόταν κατά τον χρόνο άσκησης την αγωγής στις 12-4-2017 στο ποσό των 250.000 ευρώ, όπως ορθώς εκτίμησε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κατά ελεύθερη κρίση (που κράτησε και δίκασε τη διαφορά ως υλικά αρμόδιο) λαμβανομένης υπόψιν της θέσης και έκτασης του και όχι στο ποσό των 130.000 -150.000 ευρώ, όπως ισχυρίζεται ο ενάγων, ο οποίος σχετικώς προσκόμισε πρωτοδίκως την από 2-9-2017 έκθεση εκτίμησης του μεσίτη αστικών συμβάσεων ……………. Εξάλλου, και ο ίδιος το καλοκαίρι του έτους 2016 είχε προτείνει στον πρώτο εναγόμενο να του πωλήσει το ιδανικό του μερίδιο (25%) στο επίκοινο αντί του ποσού των 50.000 ευρώ (βλ. κατωτέρω την από 5-1-2017 σχετική επιστολή του), εξ ου συνάγεται ότι είχε εκτιμήσει τη συνολική αξία αυτού τουλάχιστον στο ποσό των 200.000 ευρώ. Τέλος, ουδόλως προέκυψε η επικαλούμενη από τους εναγομένους αξία του διανεμητέου ακινήτου στο ποσό των 300.000 ευρώ, ενώ σημειώνεται ότι το έτος 2005 το μεν κτίσμα εκτιμήθηκε αντικειμενικά από τη ΔΟΥ στο ποσό των 3.106 ευρώ, και το οικόπεδο προσωρινά στο ποσό των 11.400 ευρώ για ποσοστό 25% (βλ τα κάτωθι αναφερόμενα συμβόλαια με αριθμούς …. και …./2005 της συμβ/φου Αθηνών, ………. αγοραπωλησίας και δωρεάς, ποσοστού ¼ εξ αδιαιρέτου). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η κυριότητα του ως άνω ακινήτου περιήλθε στους διαδίκους ως ακολούθως: Στις 26 Ιανουαρίου 1995 απεβίωσε στον Πειραιά ο …………., χωρίς να αφήσει διαθήκη, και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τους μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, ήτοι την σύζυγο του ………., και τα τέκνα του 1) ……….(δεύτερη των εναγομένων), 2) ………(ενάγοντα), 3) …………, (σύζυγο του πρώτου εναγομένου) και 4) ……… Με την υπ’ αριθ. …/18-5-1995 δήλωση της ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιά η σύζυγος του αποβιώσαντος, ……….., αποποιήθηκε την κληρονομία, με συνέπεια το κληρονομικό της μερίδιο να προσαυξήσει την κληρονομική μερίδα των ως άνω λοιπών τεσσάρων συγκληρονόμων (τέκνων αυτού), που, ακολούθως, με την υπ’ αριθ. ……./28-6-1996 νόμιμα μεταγραμμένη πράξη δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Πειραιά, ………….., αποδέχθηκαν κατά το ¼ εξ αδιαιρέτου έκαστος την καταλιπόμενη σ’ αυτούς περιουσία, στην οποία περιλαμβάνεται και το ως άνω ακίνητο, που είχε περιέλθει στον κληρονομούμενο από άτυπη αγορά, που έγινε το έτος 1955, και το οποίο αυτός νεμόταν έκτοτε συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι τον θάνατο του με διάνοια κυρίου, καθιστάμενος με τον τρόπο αυτό αποκλειστικός και πλήρης κύριος αυτούμε έκτακτη χρησικτησία. Ακολούθως δυνάμει του με αριθμό …………/7-4-2005 συμβολαίου πώλησης της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, η εκ των ως άνω συγκληρονόμων .. …….. μεταβίβασε λόγω πώλησης στον πρώτο εναγόμενο, το παραπάνω ποσοστό της (1/4 εξ αδιαιρέτου) στο διανεμητέο ακίνητο, ενώ η ……… σύζυγος του πρώτου εναγομένου και έτερη συγκληρονόμος, με το με αριθμό …./7-4-2005 νόμιμα μεταγραμμένο συμβόλαιο πώλησης της συμβολαιογράφου Αθηνών, …………, μεταβίβασε σε αυτόν και το δικό της ποσοστό σε αυτό λόγω δωρεάς εν ζωή, με συνέπεια ο τελευταίος να καταστεί συγκύριος του επιδίκου κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, με έτερους συγκυρίους τον ενάγοντα και τη δεύτερη εναγομένη κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου έκαστος. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι δεν συμφωνούν ως προς την εξώδικη διανομή του επιδίκου ακινήτου, παρότι έχουν κληθεί προς τούτο από τον ενάγοντα (βλ. την από 5-1-2017 σχετική επιστολή του προς αυτούς, που τους απέστειλε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, …………) και ως εκ τούτου συντρέχει νόμιμος λόγος να διαταχθεί αυτή δικαστικώς, σε αντίθεση με όσα αβασίμως υποστηρίζουν οι εκκαλούντες με τον τέταρτο λόγο της έφεσης τους, που τυγχάνει για το λόγο αυτό απορριπτέος. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε είναι προδήλως αδύνατη η αυτούσια διανομή του με τη διαίρεση αυτού σε μέρη ανάλογα προς τις προαναφερόμενες μερίδες των διαδίκων κοινωνών, διότι αυτό συνεπάγεται, ενόψει και του εμβαδού του τη δημιουργία μη άρτιων ιδιοκτησιών, και συνεπώς την εκμηδένιση της αξίας του, δεδομένου ότι το ελάχιστον εμβαδόν για την αρτιότητα των οικοπέδων της περιοχής ανέρχεται σε 300 τμ. (βλ. σχετικό τοπογραφικό από Ιουλίου 2005 διάγραμμα και βεβαίωση του πολιτικού μηχανικού, ………..), αλλά και μη αυτοτελώς λειτουργικών οικιών, καθόσον η εν λόγω οικία προοριζόταν απο την κατασκευή της για χρήση ως ενιαίο σύνολο με τους ως άνω βοηθητικούς χώρους της. Περαιτέρω δεν είναι δυνατή η αυτούσια διανομή αυτού με σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας (όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενοι), στην οποία θα περιληφθούν και τα μελλοντικά να ανεγερθούν κτίσματα και όροφοι με βάση τον επιτρεπόμενο συντελεστή δόμησης, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας, δεν είναι δυνατή εν προκειμένω η εφαρμογή του άρθρου 480Α ΚΠολΔ, το οποίο προϋποθέτει υφιστάμενη, ήδη κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής διανομής, πολυώροφη οικοδομή αποτελούμενη τουλάχιστον από ισόγειο και ένα όροφο, ή υπόγειο, ή ξεχωριστές οικοδομές και όχι απλώς δυνατότητα μελλοντικής ανοικοδομήσεως αυτής από τους συγκυρίους. Ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων περιστατικών ευχερώς προκύπτει το προδήλως αδύνατο της αυτούσιας διανομής του επιδίκου ακινήτου, ώστε να μην είναι αναγκαία και σκόπιμη η διενέργεια προς τούτο πραγματογνωμοσύνης, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο Συνακόλουθα, μοναδικός εφικτός και επωφελής για τους διαδίκους τρόπος διανομής του επικοίνου είναι η πώλησή του με πλειστηριασμό, ώστε καθένας από τους συγκυρίους να λάβει από το εκπλειστηρίασμα, που θα επιτευχθεί, ποσό ανάλογο προς την εξ αδιαιρέτου μερίδα του επί του επικοίνου ακινήτου, δεδομένου ότι αυτό είναι αξιόλογο από απόψεως θέσεως και μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικό πλειστηρίασμα, το δε πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ομοίως και διέταξε την πώληση του με δημόσιο πλειστηριασμό, αν και με εν μέρει διάφορη και ελλιπή αιτιολογία που αντικαθίσταται και συμπληρώνεται με την αιτιολογία της παρούσας, δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου, ούτε εκτίμησε πλημμελώς τις αποδείξεις και ο σχετικός δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες υποστηρίζουν τα αντίθετα είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Τέλος, απορριπτέος τυγχάνει και ο τρίτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ισχυρίζονται οι εκκαλούντες ότι δεν έχει καταβληθεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου. Και τούτο διότι, όπως προεκτέθηκε, ο εφεσίβλητος,-ενάγων συμμορφούμενος με την με αριθμό 658/2020 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου κατέβαλε το συμπληρωματικό τέλος δικαστικού ενσήμου και τα επ αυτού ποσοστά υπερ ΤΑΧΔΙΚ και ΤΝ.
VII. Μετά ταύτα, επειδή δεν υπάρχει άλλος λόγος της έφεσης προς εξέταση, αυτή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Περαιτέρω τα έξοδα της δίκης διανομής βαρύνουν τη διανεμητέα περιουσία όπως κάθε δαπάνη για το κοινό πράγμα (άρθρο 794 ΑΚ) με την έννοια του καταλογισμού τους σε βάρος όλων των διαδίκων ανάλογα με το ποσοστό συγκυριότητας καθενός επί του διανεμητέου κοινού πράγματος. Δικαστικά και εξώδικα έξοδα της δίκης διανομής είναι τα αναγκαία έξοδα, που έγιναν από όλους ή μερικούς από τους διαδίκους (άρθρο 189 ΚΠολΔ.) για την περάτωση της δίκης διανομής, ανεξάρτητα από την ιδιότητα που λαμβάνει μέρος στη δίκη εκείνος που τα κατέβαλε. Ο καθορισμός δε της δικηγορικής αμοιβής για τη σύνταξη προτάσεων στην δευτεροβάθμια δίκη θα γίνει με βάση την αξία της ιδανικής μερίδας των διαδίκων (ΕφΔυτΜακ 11/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 564/2020 ιστοσελιδα Εφετείου Πειραιώς). Με βάση τον προσδιορισμό της αξίας της διανεμητέας περιουσίας κατά το χρόνο της πρώτης στο ακροατήριο συζήτησης της αγωγής σε 250.000 ευρώ (ΑΠ 16/2013 δημ. στη ΝΟΜΟΣ) και σύμφωνα με τη γενικές διατάξεις του κώδικα περί Δικηγόρων (63 επ. Ν. 4194/2013) τα δικαστικά έξοδα στα οποία υπεβλήθη ο εφεσίβλητος-ενάγων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (4% επί του αντικειμένου της διαφοράς -με βάση το ιδανικό του μερίδιο [25%] στο επίκοινο- για σύνταξη προτάσεων ενώπιον του Εφετείου -για 2 συζητήσεις- και επί πλέον δικαστικό ένσημο, 662 ευρώ) ανέρχονται σε 3.162 ευρω, άρθρα 68 και 69 ν. 4194/2013), ενώ τα δικαστικά έξοδα στα οποία αντιστοίχως υποβλήθηκαν οι εκκαλούντες-εναγόμενοι (6% επί του αντικειμένου της διαφοράς για σύνταξη προτάσεων – για 2 συζητήσεις- ενώπιον του Εφετείου) ανήλθαν στο ποσό των 7.500 ευρώ για τον πρώτο εξ αυτών (250.000 ευρώ χ 50% ποσοστό συγκυριότητας του χ 6%), και 3.750 ευρώ για την δεύτερη (250.000 ευρώ χ 25% ποσοστό συγκυριότητας της χ 6%). Επομένως για την διανομή του άνω ακινήτου δαπανήθηκαν συνολικά 14.412 ευρώ. Ανάλογα προς το ποσοστό συγκυριότητας των διαδίκων στο άνω κοινό ακίνητο, από το ποσό αυτό τα 25% βαρύνουν τον εκκαλούντα και την δεύτερη εφεσίβλητη, ήτοι το ποσό των 3.603 ευρώ έκαστο, ενώ τον πρώτο εφεσίβλητο βαρύνει το υπόλοιπο ποσοστό των 50%, ήτοι το ποσό των 7.206 ευρώ. Από το συνολικό ποσό των εξόδων ο μεν πρώτος εκκαλών επιβαρύνθηκε ως δικά του έξοδα το ποσό των 7.500 ευρώ και ακόμη του οφείλεται ποσό 294 ευρώ και η δεύτερη εκκαλούσα το ποσό των 3750 ευρώ, και της οφείλεται το ποσό των 147 ευρώ, στα οποία και πρέπει να καταδικασθεί ο εφεσίβλητος, που έχει επιβαρυνθεί με το ποσό των 3.162 ευρώ εναντι του βαρυνόμενου αυτού ποσού των 3.603 ευρώ. Τέλος, ενώ, ως προς το παράβολο, ποσού 100,00 ευρώ, που οι εκκαλούντες προκατέβαλαν κατά την κατάθεση της εφέσεως, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του με αριθμό ……………../2019 παραβόλου.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εφεσίβλητο να καταβάλει στον πρώτο εκκαλούντα το ποσό των διακοσίων ενενήντα τεσσάρων (294,00) ευρώ και στην δεύτερη εκκαλούσα το ποσό των εκατόν σαράντα επτά (147,00) ευρώ για δικαστικά έξοδα του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 9 Μαΐου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ