Μενού Κλείσιμο

Αριθμός απόφασης 255/2023

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης  255/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ 2ο

Αποτελούμενο από την Δικαστή Ιωάννα Μάμαλη, Εφέτη και από την Γραμματέα Τ.Λ..

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

(Α) Του εκκαλούντος – εναγόμενου: ……..ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελευθερία Τομπατζόγλου (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).

Του εφεσίβλητου – ενάγοντος: ………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Χρήστου (ΑΜ ………. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

) Του εκκαλούντος – ενάγοντος: …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Χρήστου (ΑΜ ……. Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών).

Του εφεσίβλητου – εναγόμενου: …………. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελευθερία Τομπατζόγλου (ΑΜ ……… Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιώς).

Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 29.11.2013 και με αριθμό κατάθεσης ……../2013 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το ως άνω Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1807/2021 οριστική απόφασή του, αφού δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσβάλλουν: (Α) ο εναγόμενος με την από 02.11.2021 έφεσή του που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …./09.11.2021 και ειδικό …../09.11.2021 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/14.01.2022 και ειδικό …./14.01.2022, για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο και (Β) ο ενάγων με την από 10.11.2021 έφεσή του που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς με αριθμό γενικό …/12.11.2021 και ειδικό …/12.11.2021 και προσδιορίστηκε ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης γενικό …/17.11.2021 και ειδικό …/17.11.2021, για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τη διάταξη του άρθρου 246 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης, μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσότερων εκκρεμών ενώπιον του δικών ανάμεσα στους ίδιους ή διαφορετικούς διαδίκους, αν υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων (βλ. ΑΠ 876/1996 ΕλλΔνη 1996. 1562, ΕφΑθ 2527/2009 ΕλλΔνη 2011. 200). Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου εκκρεμούν οι από 02.11.2021 και από 10.11.2021, αντίστοιχα, υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις, κατά της υπ’ αριθ. 1807/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, οι οποίες (εφέσεις) πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, αφού στρέφονται κατά της ίδιας απόφασης και αναφέρονται στο ίδιο βιοτικό συμβάν, και, επιπρόσθετα, διότι με αυτό τον τρόπο διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων κατ’ άρθρο 246 του ΚΠολΔ.

Οι ένδικες υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 1807/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 29.11.2013 και με αριθμό κατάθεσης ……./2013 αγωγή, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1-2, 498, 511, 513 παρ. 1 β’, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, καθόσον οι εφέσεις ασκήθηκαν μετά την 01.01.2016), δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στον εκκαλούντα – ενάγοντα την 13.10.2021 (βλ. την υπ’ αριθ. …./13.10.2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …………..), ενώ η κρινόμενη υπό στοιχείο Α’ από 02.11.2021 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ήτοι την 09.11.2021, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …../09.11.2021 και ειδικό ……/09.11.2021 της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση, και η κρινόμενη υπό στοιχείο Β’ από 10.11.2021 έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ήτοι την 12.11.2021, όπως προκύπτει από την πράξη κατάθεσης έφεσης με αριθμό γενικό …../12.11.2021 και ειδικό …./12.11.2021 της γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που έχει επισυναφθεί στην ένδικη έφεση. Επομένως, πρέπει οι υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξεταστεί στη συνέχεια το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό των εφέσεων έχουν κατατεθεί από τον εκκαλούντα – εναγόμενο και από τον εκκαλούντα – ενάγοντα τα παράβολα των 100,00 ευρώ, που προβλέπονται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ.

Ο ενάγων στην από 29.11.2013 και με αριθμό κατάθεσης …./2013 αγωγή του, τακτικής διαδικασίας, την οποία άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, όπως παραδεκτά, κατ’ άρθρο 223 του ΚΠολΔ, διορθώθηκε η αγωγή με τις προτάσεις του και με δήλωση στα πρακτικά του πληρεξούσιου δικηγόρου του, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εξέθετε ότι δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος υπ’ αριθ. …/02.03.2007 πωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Νίκαιας ……………., περιήλθαν στην κυριότητά του από τον εναγόμενο, υπό την ιδιότητά του ως εργολάβου με το σύστημα της αντιπαροχής, οι ημιτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες, υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία (μεζονέτα) και υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεις στάθμευσης υπογείου της οικοδομής που βρίσκεται στη Νίκαια Αττικής επί της συμβολής των οδών ………….., ενώ δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος υπ’ αριθ. …./02.03.2007 πωλητηρίου συμβολαίου της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου περιήλθαν στην κυριότητά του από τον εναγόμενο, υπό την ίδια ιδιότητά του, οι ημιτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες, ισόγειο κατάστημα και υπό στοιχεία Υ-1 αποθήκη υπογείου της ίδιας οικοδομής, ότι ως χρόνος παράδοσης πλήρως αποπερατωμένων των πωληθεισών οριζοντίων ιδιοκτησιών ορίστηκε μεταξύ των συμβαλλομένων αρχικά η 17.12.2007 και των κοινόχρηστων χώρων η 17.02.2008, ενώ συμφωνήθηκε για την περίπτωση καθυστέρησης παράδοσης των οριζόντιων ιδιοκτησιών ποινική ρήτρα και σωρευτικά αξίωση αποζημίωσης του ενάγοντος από τη στέρηση της χρήσης των οριζόντιων ιδιοκτησιών, ότι με τα ίδια ως άνω συμβόλαια συμφωνήθηκε για την περίπτωση καθυστέρησης παράδοσης των οριζόντιων ιδιοκτησιών που θα υπερέβαινε το εξάμηνο, ότι ο ενάγων θα είχε το δικαίωμα να προβεί στη διενέργεια των εργασιών που δεν εκτελέσθηκαν, με έξοδά του, πιστώνοντας αντίστοιχα το τίμημα της πώλησης, με την επιφύλαξη της αναζήτησης κάθε θετικής και αποθετικής του ζημίας, ότι την 01.10.2007, καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων το υπό την ίδια ημερομηνία συμφωνητικό παράδοσης οριζοντίων ιδιοκτησιών, προκειμένου ο εναγόμενος να δύναται να εισέρχεται στις οριζόντιες ιδιοκτησίες του ενάγοντος, ώστε να αποπερατώσει τις εκκρεμείς εργασίες, χωρίς, όμως, να παραδοθούν πραγματικά τα ακίνητα, ότι λόγω της αδικαιολόγητης καθυστέρησης ως προς την προσήκουσα και πραγματική παράδοση των οριζόντιων ιδιοκτησιών, με την από 06.06.2008 εξώδικη δήλωσή του, που κοινοποιήθηκε στον εναγόμενο την 11.06.2008, τον κάλεσε να του παραδώσει έτοιμες τις οριζόντιες ιδιοκτησίες («με το κλειδί στο χέρι») εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών, πλην όμως, η προθεσμία αυτή παρήλθε άπρακτη, ότι με την από 14.07.2008 εξώδικη δήλωσή του, λόγω της υπερημερίας του εναγόμενου, υπαναχώρησε μερικώς από το μη εκτελεσθέν τμήμα του έργου και ζήτησε από τον εναγόμενο να του παραδώσει τα κλειδιά των πωληθέντων ακινήτων, ότι τα κλειδιά των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεων στάθμευσης του υπογείου, του καταστήματος του ισογείου και της υπό στοιχεία Υ-1 αποθήκης υπογείου παραδόθηκαν σ’ αυτόν την 28.11.2008, σε εκτέλεση της υπ’ αριθ. 69/2008 απόφασης του Ειρηνοδικείου Νίκαιας που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ότι ο εναγόμενος αρνήθηκε να του χορηγήσει την αναγκαία βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. του εργολάβου κατασκευαστή περί υποβολής δήλωσης Κ.Κ.Ο. και Τελικού Πίνακα, προκειμένου να προβεί ο ίδιος στις συνδέσεις με τη Δ.Ε.Η., επικαλούμενος αναληθώς στην από 23.09.2009 εξώδικη δήλωσή του ότι απαιτούνται τιμολόγια του ενάγοντος για τις εργασίες που αυτός εκτέλεσε στις οριζόντιες ιδιοκτησίες, ενώ ο εναγόμενος γνώριζε ότι είχε ήδη εκδοθεί η σχετική βεβαίωση, καθώς ο ίδιος είχε υποβάλει τα σχετικά έγγραφα την 07.02.2008, ότι όλες οι οριζόντιες ιδιοκτησίες του παραδόθηκαν πλήρως λειτουργικές την 23.10.2009, όταν παραδόθηκε από τον εναγόμενο στον ίδιο η απαιτούμενη για την ηλεκτροδότηση της οικοδομής βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. του εργολάβου κατασκευαστή περί υποβολής δήλωσης Κ.Κ.Ο. και Τελικού Πίνακα, ότι με την υπ’ αριθ. 456/2013 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς κρίθηκε τελεσίδικα υπερήμερος ο εναγόμενος ως προς την παράδοση του συμφωνηθέντος έργου για το χρονικό διάστημα από την 23.07.2008 έως την 23.10.2009, επιδικάσθηκε στον ενάγοντα η αιτηθείσα αποζημίωση για τη θετική ζημία που υπέστη από την ολοκλήρωση, με δαπάνες του, των πωληθεισών οριζόντιων ιδιοκτησιών και η αιτηθείσα αποζημίωση χρήσης αναφορικά με τη στέρηση της χρήσης του καταστήματος κατά το χρονικό διάστημα από την 23.07.2008 έως την 23.10.2009, ενώ απορρίφθηκε ως αόριστη η από 18.05.2010 και με αριθμό κατάθεσης ………/2010 αγωγή του ως προς το κονδύλιο της αποζημίωσης χρήσης της υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας και των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεων στάθμευσης, ότι με την υπό κρίση αγωγή του επαναφέρεται η από 18.05.2010 με αριθμό κατάθεσης ……../2010 αγωγή ως προς το κονδύλιο της αποζημίωσης χρήσης των ανωτέρω ακινήτων, ότι επιπροσθέτως, λόγω της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγόμενου, που οφειλόταν στην υπαίτια και παράνομη άρνηση του τελευταίου να εκτελέσει τις  ανατεθείσες σε αυτόν εργασίες και να παραδώσει ακώλυτη τη χρήση των πωληθέντων ακινήτων, καθώς και της απαιτούμενης για την ηλεκτροδότηση της οικοδομής βεβαίωσης, μολονότι είχε προβεί στην έκδοσή της, και στην προβολή παραπλανητικών παραστάσεων περί αδυναμίας έκδοσης της σχετικής βεβαίωσης, αλλά και διαφόρων προσκομμάτων για την ολοκλήρωση των εργασιών, προκλήθηκε άγχος και στενοχώρια στον ενάγοντα. Με βάση αυτό το ιστορικό, ζήτησε, κατόπιν παραδεκτής μετατροπής των αγωγικών αιτημάτων από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά με τις προτάσεις του και με δήλωση στα πρακτικά του πληρεξούσιου δικηγόρου του, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου να του καταβάλει για το χρονικό διάστημα από την 23.07.2008 έως την 23.10.2009, κατά το οποίο εάν είχαν εμπρόθεσμα παραδοθεί τα πωληθέντα ακίνητα αποπερατωμένα, θα είχε κατά την πιθανή και συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων εκμισθώσει αυτά, αποκερδαίνοντας το χρηματικό ποσό των 900,00 ευρώ μηνιαίως ως προς την υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία και το ποσό των 50,00 ευρώ μηνιαίως για καθεμία από τις υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 οριζόντιες ιδιοκτησίες, ήτοι συνολικώς το χρηματικό ποσό των 15.000,00 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη επίδοσης της προγενέστερης από 18.05.2010 και με αριθμό κατάθεσης ……./2010 αγωγής του, καθώς το χρηματικό ποσό των 6.000,00 ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής μέχρι την εξόφληση, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προαναφερόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά του εναγόμενου, και να καταδικασθεί ο εναγόμενος στα δικαστικά του έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθ. 1807/2021 οριστική απόφασή του, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 681, 686, 340, 341, 346, 361, 914, 932 του ΑΚ και των άρθρων 70, 176 του ΚΠολΔ, στη συνέχεια έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως και ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε την υποχρέωση του εναγόμενου να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 600,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται: (Α) ο εκκαλών – εναγόμενος με την από 02.11.2021 έφεσή του και (Β) ο εκκαλών – ενάγων με την από 10.11.2021 έφεσή του, για τους περιεχόμενους στις εφέσεις λόγους, που ανάγονται σε κακή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της προκειμένου, ο μεν εκκαλών – εναγόμενος της υπό στοιχείο Α’ από 02.11.2021 έφεσης να απορριφθεί η εναντίον του αγωγή, ο δε εκκαλών – ενάγων της υπό στοιχείο Β’ από 10.11.2021 έφεσης να γίνει δεκτή η αγωγή του στο σύνολό της.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ. 2, 118 και 216 παρ.1 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει με ποινή απαραδέκτου, εκτός των άλλων, και σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την κατά νόμο αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγόμενου, με ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, με τρόπο ώστε να παρέχεται στον εναγόμενο η δυνατότητα της άμυνας και στο δικαστήριο η δυνατότητα ελέγχου του νόμω βάσιμου της αγωγής (ΑΠ 1678/2014 ΝΟΜΟΣ). Για το ορισμένο της αγωγής, με την οποία ζητείται αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, αρκεί να εκτίθεται στο δικόγραφο της αγωγής τα πραγματικά περιστατικά που κατά νόμο θεμελιώνουν την παράνομη και ζημιογόνο συμπεριφορά του εναγόμενου, ότι η συμπεριφορά αυτή είναι υπαίτια (δόλος ή αμέλεια), ότι εξαιτίας αυτής προκλήθηκε ζημία στον ενάγοντα που τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμό με τη συμπεριφορά του εναγόμενου και να καθορίζεται το ποσό αυτής κατ’ αιτία. Εξάλλου, κατά το άρθρο 298 του ΑΚ, η αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία), καθώς και το διαφυγόν κέρδος, λογίζεται δε ως τέτοιο το προσδοκώμενο με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις, και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί. Συνεπώς, για την πληρότητα της αγωγής, με την οποία επιδιώκεται επιδίκαση διαφυγόντος κέρδους, πρέπει τα περιστατικά που προσδιορίζουν την προσδοκία ορισμένου κέρδους, με βάση την κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων πιθανότητα και οι ειδικές περιστάσεις και τα ληφθέντα προπαρασκευαστικά μέτρα να εκτίθενται στην αγωγή. Δεν αρκεί, δηλαδή, η αφηρημένη επανάληψη των ως άνω εκφράσεων του άρθρου 298 του ΑΚ, ούτε του συνολικώς φερόμενου ως διαφυγόντος κέρδους, αλλά απαιτείται η εξειδικευμένη και λεπτομερής κατά περίπτωση μνεία των συγκεκριμένων περιστατικών, περιστάσεων και μέτρων, που καθιστούν πιθανό το κέρδος ως προς τα επιμέρους κονδύλια, καθώς και ιδιαίτερη επίκληση των κονδυλίων αυτών, ώστε να μπορεί να διαταχθεί απόδειξη (ΟλΑΠ 20/1992 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 59/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 258/2008 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠατρ 357/2021 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, υπαίτια ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη με την οποία παραβιάζεται σύμβαση μπορεί, πέρα από την αξίωση που πηγάζει από τη σύμβαση, να επιστηρίζει και αξίωση από αδικοπραξία, εάν και χωρίς τη συμβατική σχέση διαπραττόμενη θα ήταν παράνομη ως αντικείμενη στο γενικό καθήκον να μην ζημιώνει κανείς υπαιτίως άλλον. Και ναι μεν, κατ’ αρχήν, μόνη η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής δεν συνιστά αδικοπραξία, είναι όμως δυνατό μια υπαίτια ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Τούτο συμβαίνει, όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό κανόνα που επιβάλλει το άρθρο 914 του ΑΚ, να μην προκαλεί κάποιος σε άλλον υπαιτίως ζημία, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνεται και κάθε προσβολή του προσώπου ή των προστατευόμενων έννομων αγαθών (υλικών ή ηθικών) του άλλου (ΟλΑΠ 967/1973 ΝοΒ 22. 505, ΑΠ 1120/2005 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 212/2000 ΕΔΠολ 2000. 258, ΑΠ 555/1999 ΕλΔνη 41. 87, ΕφΑθ 302/2006 ΔΕΕ 2006. 513). Στην περίπτωση αυτή, ο δικαιούχος της αποζημίωσης αποκτά συρροή αξιώσεων, την καθεμία από τις οποίες μπορεί να επιλέξει ή να τις ασκήσει και παραλλήλως, μία όμως φορά θα αποζημιωθεί, σε τρόπο ώστε, αν ικανοποιηθεί πλήρως βάσει της μιας ευθύνης, να μην μπορεί να ζητήσει ικανοποίηση βάσει της άλλης, εκτός αν αυτή έχει αντικείμενο αποζημίωσης μεγαλύτερο από εκείνη, οπότε σώζεται ως προς το επιπλέον. Όμως, για τη θεμελίωση της αδικοπρακτικής ευθύνης θα πρέπει ο ενάγων να περιλαμβάνει, κατ’ άρθρο 216 του ΚΠολΔ, στο δικόγραφο της αγωγής του όλα εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν προϋποθέσεις της αποζημίωσης, και κυρίως την παράνομη ενέργεια του υπόχρεου, την υπαιτιότητά του, τη ζημία και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της υπαίτιας συμπεριφοράς και της ζημίας. Ειδικότερα, θα πρέπει να διαλαμβάνει στο δικόγραφο της αγωγής του τα περιστατικά που συνιστούν την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγόμενου, ήτοι τις πράξεις ή παραλείψεις που προκάλεσαν τη ζημία, την αποκατάσταση της οποίας επιδιώκει. Αόριστη αναφορά στο δικόγραφο της αγωγής ότι η ζημία οφείλεται σε αντισυμβατικές ενέργειες του εναγόμενου ή σε αθέτηση των συμβατικών του υποχρεώσεων δεν αρκεί προκειμένου να θεμελιώσει την αδικοπρακτική ευθύνη του τελευταίου. Κατά συνέπεια, όταν το πταίσμα που επέφερε τη ζημία ταυτίζεται κατά το πραγματικό αυτού περιεχόμενο με την παραβίαση της σύμβασης και τη δημιουργία της παρανομίας, δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί αδικοπραξίας (ΑΠ 345/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 292/2000 ΕΔΠ 2000. 258, ΕφΠειρ 156/2014 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 256/2021 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΑιγ 43/2019). Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 932 εδ. α’ και β’ του ΑΚ “Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης”. Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ’ αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των από τους διαδίκους τιθέμενων πραγματικών περιστατικών (ΑΠ 1634/2018 ΝΟΜΟΣ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής (ΟλΑΠ 9/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 525/2021 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1210/2020 ΝΟΜΟΣ). Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον δικαιούχο – παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 1090/2022 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 142/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 747/2017 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη από 29.11.2013 αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη κατά το αίτημα επιδίκασης του ποσού των 15.000,00 ευρώ ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας του ενάγοντος από τη στέρηση της χρήσης της υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας – μεζονέτας και των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 οριζόντιων ιδιοκτησιών – θέσεων στάθμευσης, δεδομένου ότι προσδιορίζεται το ύψος του αιτούμενου διαφυγόντος κέρδους για κάθε επιμέρους οριζόντια ιδιοκτησία, συνεπεία της μη εκμετάλλευσης αυτών με την εκμίσθωσή τους, εξαιτίας της επικαλούμενης καθυστέρησης της παράδοσης αυτών εκ μέρους του εναγόμενου, αφού εκτίθενται αναλυτικά τα αιτούμενα ποσά που αντιστοιχούν σε κάθε οριζόντια ιδιοκτησία. Επιπλέον, το αίτημα επιδίκασης του ποσού των 6.000,00 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της επικαλούμενης ηθικής βλάβης του ενάγοντος, βρίσκει νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις περί αδικοπραξιών, και ως εκ τούτου είναι δυνατή η επιδίωξη χρηματικής ικανοποίησης, καθόσον τα ιστορούμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά δύνανται να επιστηρίξουν αποζημιωτική από αδικοπραξία πρωτογενή ευθύνη του εναγόμενου, εφόσον οι σχετικές ενέργειες του, διαπραττόμενες χωρίς τη σύμβαση έργου, θα ήταν παράνομες, ως παραπλανητικές παραστάσεις, αντικείμενες στο επιβαλλόμενο από το δίκαιο (άρθρο 914 του ΑΚ) γενικό καθήκον του να μη ζημιώνεται άλλος υπαίτια, αφού, υπό τα εκτιθέμενα στην αγωγή, ο εναγόμενος αρνήθηκε να χορηγήσει στον ενάγοντα την αναγκαία βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. του εργολάβου κατασκευαστή περί υποβολής δήλωσης Κ.Κ.Ο. και Τελικού Πίνακα, προκειμένου να προβεί ο ίδιος στις συνδέσεις με τη Δ.Ε.Η. των πωληθέντων οριζόντιων ιδιοκτησιών, επικαλούμενος αναληθώς στην από 23.09.2009 εξώδικη δήλωσή του ότι απαιτούνται τα τιμολόγια του ενάγοντος για τις εργασίες που αυτός εκτέλεσε στις οριζόντιες ιδιοκτησίες, ενώ γνώριζε ότι είχε ήδη εκδοθεί η σχετική βεβαίωση, καθώς ο ίδιος είχε υποβάλει τα σχετικά έγγραφα την 07.02.2008.

Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ, που εφαρμόζεται σε όλα τα δικαιώματα του ιδιωτικού δικαίου, είτε πηγάζουν άμεσα από το νόμο, είτε από δικαιοπραξία, είτε προέρχονται από κανόνες ενδοτικού δικαίου, είτε από κανόνες δημόσιας τάξης, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, δεν καθιστούν ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου για το δίκαιο και την ηθική, αφού τείνει στην ανατροπή κατάστασης που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηριστεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου, σε συνάρτηση και με τη δική του (υπόχρεου) συμπεριφορά, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του (ΑΠ 1165/2019 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 529/2017 ΝΟΜΟΣ). Από τις ίδιες διατάξεις του άρθρου 281 του ΑΚ, σε συνδυασμό προς εκείνη του άρθρου 262 παρ. 1 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι για το παραδεκτό της ένστασης περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος από την άποψη χρόνου προβολής της, πρέπει, κατά την πρώτη πρωτοβάθμια συζήτηση της υπόθεσης, να προβάλλονται τα περιστατικά που συγκροτούν την κατάχρηση δικαιώματος από το διάδικο κατά του οποίου ασκείται το δικαίωμα, συγχρόνως δε, να γίνεται επίκληση από τον ενιστάμενο του γεγονότος ότι τα περιστατικά αυτά καθιστούν καταχρηστική την άσκηση του δικαιώματος και να διατυπώνεται αίτημα απόρριψης της αγωγής για την αιτία αυτή, διαφορετικά η ένσταση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη (ΑΠ 1215/2021 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΑθ 4264/2022 ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, τα άρθρα 440 και 441 του ΑΚ, που ρυθμίζουν το συμψηφισμό, ορίζουν το μεν πρώτο ότι «Ο συμψηφισμός επιφέρει απόσβεση των μεταξύ δύο προσώπων αμοιβαίων απαιτήσεων, όσο καλύπτονται, αν είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες», το δε δεύτερο ότι «Ο συμψηφισμός επέρχεται αν ο ένας τον επικαλεσθεί με δήλωση προς τον άλλο. Η πρόταση συμψηφισμού επιφέρει απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων από τότε που συνυπήρξαν». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι το διαπλαστικό δικαίωμα της πρότασης του συμψηφισμού δημιουργείται από τη στιγμή που δύο αντίθετες απαιτήσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού, θα συνυπάρξουν. Ο δικαιούχος της κάθε απαίτησης έχει, συνεπώς, από το χρονικό αυτό σημείο, το δικαίωμα να αποσβέσει την απαίτηση του δανειστή του (κύρια ή ενεργητική απαίτηση), προτείνοντας την ανταπαίτησή του (ή παθητική απαίτηση) σε συμψηφισμό, επέρχεται δε με την πρότασή του, απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων στο μέτρο κατά το οποίο καλύπτονται αναδρομικά, ανεξάρτητα από το αν θα γίνει ή όχι αποδεκτή από εκείνον στον οποίο απευθύνεται. Απαίτηση και ανταπαίτηση πρέπει να είναι τέλειες, δηλαδή να είναι ληξιπρόθεσμες, να μην τελούν υπό αίρεση ή προθεσμία, να μην υπόκεινται σε ανατρεπτική ή αναβλητική ένσταση και να είναι αγώγιμες, δηλαδή να μην είναι απλώς φυσικές ενοχές. Ο νόμος δεν απαιτεί, ως όρο του συμψηφισμού, ταυτότητα του νομικού λόγου που στηρίζει τις αμοιβαίες απαιτήσεις ή συνάφεια της αιτίας τους, αλλά ούτε και επιβάλλει η ανταπαίτηση που αντιτάσσεται προς συμψηφισμό να είναι εκκαθαρισμένη. Η πρόταση του συμψηφισμού μπορεί να λάβει χώρα είτε εξώδικα, είτε ενώπιον δικαστηρίου, με τη μορφή ένστασης κατ’ άρθρο 442 του ΑΚ (ΑΠ 486/2016 ΝΟΜΟΣ). Η ένσταση συμψηφισμού πρέπει να περιλαμβάνει σαφή έκθεση των παραγωγικών της ανταπαίτησης γεγονότων, προσδιορισμό της απαίτησης του ενάγοντος, στην οποία αναφέρεται η δήλωση συμψηφισμού, καθορισμό του αντικειμένου και του χρόνου γέννησής τους, όπως επίσης και ορισμένο αίτημα, ήτοι την απόσβεση των συμψηφιζομένων απαιτήσεων και την απόρριψη της αγωγής (ΑΠ 697/2022 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 695/2020 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1057/2019, ΑΠ 793/2005 ΧρΙΔ 2005. 889, ΜονΕφΔωδ 61/2020 ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, ο εναγόμενος με τον πρώτο λόγο της υπό στοιχείο Α’ έφεσής του επαναφέρει την υποβληθείσα και πρωτοδίκως ένστασή του περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος του ενάγοντος αναφορικά με την αποζημίωση χρήσης της υπό στοιχείο Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας, διότι σε αυτή διαμένει, κατά δωρεάν παραχώρηση του ενάγοντος, ο ………………, τουλάχιστον από το έτος 2013, ενώ ο ίδιος ο ενάγων ουδέποτε κατοίκησε σ’ αυτή, ούτε την εκμίσθωσε σε τρίτους, με αποτέλεσμα να παρίσταται καταχρηστική η ένδικη αξίωσή του καταβολής του ποσού των 900,00 ευρώ μηνιαίως ως διαφυγόντα κέρδη από την εκμίσθωση της εν λόγω οριζόντιας ιδιοκτησίας. Ο ισχυρισμός αυτός του εναγόμενου ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμος με την εκκαλουμένη απόφαση, και ως εκ τούτου το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, και ο σχετικός πρώτος λόγος της υπό στοιχείο Α’ έφεσης κρίνεται αβάσιμος και απορριπτέος, καθόσον τα περιεχόμενα σε αυτόν πραγματικά περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, αφενός δεν συγκροτούν το πραγματικό της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ, καθόσον δεν είναι ικανά να θεμελιώσουν καταχρηστική άσκηση του ενδίκου δικαιώματος, ούτε καθιστούν μη ανεκτή, κατά τις αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου για το δίκαιο και την ηθική, την έγερση της ένδικης αξίωσης του ενάγοντος, αφετέρου αναφέρονται σε χρονικό διάστημα από το έτος 2013 και εντεύθεν, ήτοι μεταγενέστερο του επίδικου χρονικού διαστήματος από την 23.07.2008 έως την 23.10.2009, κατά το οποίο ζητείται η αποζημίωση χρήσης της εν λόγω οριζόντιας ιδιοκτησίας. Επιπλέον, ο εναγόμενος με τις προτάσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πρότεινε επικουρικώς, έναντι των ένδικων απαιτήσεων του ενάγοντος, σε συμψηφισμό ληξιπρόθεσμη και ομοειδή απαίτηση εναντίον του ύψους 19.581,35 ευρώ, προερχόμενη από το τίμημα του ισογείου καταστήματος που πωλήθηκε στον ενάγοντα δυνάμει του υπ’ αριθ. …/02.03.2007 πωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Νίκαιας …………, και ειδικότερα ισχυρίσθηκε ότι σύμφωνα με την από 11.01.2019 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού του υπ’ αριθ. …./02.03.2007 συμβολαίου, ο ενάγων επιτάχθηκε να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 20.631,51 ευρώ, ενώ δυνάμει της υπ’ αριθ. …/11.06.2019 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………., επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση των ανωτέρω οριζόντιων ιδιοκτησιών του καταστήματος του ισογείου και της υπό στοιχεία Υ-1 αποθήκης υπογείου και στη συνέχεια διενεργήθηκε αναγκαστικός πλειστηριασμός των ακινήτων, αντί πλειστηριάσματος ύψους 21.340,00 ευρώ, από το οποίο, μετά την αφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης και των απαιτήσεων των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών, δικαιούται να λάβει το ποσό των 1.080,16 ευρώ, και ως εκ τούτου εξακολουθεί να διατηρεί ανταπαίτηση εναντίον του ενάγοντος ποσού 19.581,35 ευρώ (20.631,51 ευρώ μείον 1.080,16 ευρώ), την οποία προτείνει σε συμψηφισμό με τις ένδικες απαιτήσεις του ενάγοντος. Ο ισχυρισμός αυτός του εναγόμενου ορθώς κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ως ορισμένη και νόμιμη ένσταση συμψηφισμού κατά το μέρος που προβάλλεται έναντι της απαίτησης αποζημίωσης χρήσης του ενάγοντος, και ως μη νόμιμη κατά το μέρος που προβάλλεται έναντι της απαίτησης χρηματικής ικανοποίησης του ενάγοντος λόγω ηθικής βλάβης, αφού η τελευταία συνιστά ανεκχώρητη και ακατάσχετη απαίτηση, κατά της οποίας δεν επιτρέπεται συμψηφισμός κατ’ άρθρα 451 και 933 του ΑΚ, δεδομένου ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι επαρκώς ορισμένος, αφού διαλαμβάνεται σαφής έκθεση των δικαιοπαραγωγικών της ανταπαίτησης του εναγόμενου γεγονότων, απορριπτομένου του ισχυρισμού περί αοριστίας αυτού που προβάλλεται με τον τρίτο λόγο της υπό στοιχείο Β’ έφεσης κατά το πρώτο σκέλος του.

Από την επανεκτίμηση των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη όλα ανεξαιρέτως, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σε συνδυασμό και με τα νέα αποδεικτικά μέσα, που παραδεκτά προσκομίζονται το πρώτον ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου κατ’ άρθρο 529 παρ. 1 του ΚΠολΔ, και λαμβάνονται υπόψη, αφού δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι κατά την παρ. 2 του άρθρου 529 του ΚΠολΔ λόγοι απόκρουσής τους, της υπ’ αριθ. ……/05.04.2011 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……….. της μάρτυρος ……………., η οποία λήφθηκε στα πλαίσια άλλης δίκης μεταξύ των ιδίων διαδίκων και λαμβάνεται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (βλ. ΑΠ 881/2013 ΕλλΔνη 2014. 378, ΑΠ 411/2012 ΝΟΜΟΣ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 του ΚΠολΔ βλ. ΑΠ 48/2009 ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του υπ’ αριθ. …../06.07.2005 προσύμφωνου και εργολαβικού συμβολαίου της συμβολαιογράφου Νίκαιας ………., που καταρτίστηκε μεταξύ της ………, κυρίας του οικοπέδου που βρίσκεται στο Δήμο Νίκαιας Αττικής, επί της διασταύρωσης των οδών ………, και του εναγόμενου, εργολάβου οικοδομών, αυτός ανέλαβε την υποχρέωση να κατασκευάσει επί του ανωτέρω οικοπέδου πολυκατοικία, κατά το σύστημα της αντιπαροχής. Μεταξύ των αυτοτελών οριζόντιων ιδιοκτησιών, που συμφωνήθηκε να περιέλθουν στον εναγόμενο ως εργολαβικό αντάλλαγμα, ήταν και: α) η υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία (μεζονέτα), η οποία καταλαμβάνει ολόκληρο τον πέμπτο και ολόκληρο έκτο όροφο, οι οποίοι έχουν ενιαία και λειτουργική ενότητα, επικοινωνούν με εσωτερική κλίμακα καθώς και από το κεντρικό κλιμακοστάσιο και αποτελούνται ο μεν πέμπτος όροφος από καθιστικό, κουζίνα, διάδρομο, wc εσωτερική κλίμακα επικοινωνίας με τον έκτο όροφο, ημι-υπαίθριο χώρο 17,77 τ.μ. με συνεχόμενο εξώστη προς την οδό ……, έτερο ημι-υπαίθριο χώρο εμβαδού 9,62 τ.μ. με συνεχόμενο ημι-υπαίθριο χώρο και εξώστη προς την οδό ………… και έτερο εξώστη προς την οδό ………., επιφάνειας 67,30 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 137/1000 εξ αδιαιρέτου, ο δε έκτος όροφος αποτελείται από δύο κοιτώνες, λουτρό, διάδρομο και εσωτερική κλίμακα επικοινωνίας με τον πέμπτο όροφο, ημι-υπαίθριο χώρο 4,76 τ.μ. με συνεχόμενο εξώστη προς την οδό ……., ημι-υπαίθριο χώρο 17,77 τ.μ. με συνεχόμενο εξώστη προς την οδό …., υπαίθριο χώρο προς τη συμβολή των οδών ….. και ….. και χώρο με την ένδειξη «φωταγωγός» εμβαδού 19,57 τ.μ. αποκλειστικής χρήσης του επιπέδου του ορόφου αυτού, εμβαδού 52,47 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 119/1000 εξ αδιαιρέτου, β) η υπό στοιχεία ΘΣ-6 θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του υπογείου, εμβαδού 10,13 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 5/1000 εξ αδιαιρέτου, γ) η με στοιχεία ΘΣ-7 θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του υπογείου, εμβαδού 10,13 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 5/1000 εξ αδιαιρέτου, στις οποίες ανήκε κατά αποκλειστική χρήση ο χώρος διέλευσης και ελιγμών αυτοκινήτων του υπογείου επιφάνειας 42,04 τ.μ., δ) ένα ισόγειο κατάστημα και ε) η υπό στοιχείο Υ-1 αποθήκη υπογείου. Δυνάμει του υπ’ αριθ. ……./02.03.2007 συμβολαίου της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Νίκαιας, ο εναγόμενος, με τη σύμπραξη της οικοπεδούχου, πώλησε και μεταβίβασε στον ενάγοντα κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή την ως άνω ημιτελή οριζόντια ιδιοκτησία – μεζονέτα και τις ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες – θέσεις στάθμευσης υπογείου, αντί αναγραφόμενου στο συμβόλαιο συνολικού τιμήματος 269.567,16 ευρώ, το οποίο πιστώθηκε και στη συνέχεια εξοφλήθηκε ολοσχερώς, μέσω ισόποσου δανείου που έλαβε ο ενάγων από την Τράπεζα EFG EUROBANK ERGASIAS, και κατόπιν έκδοσης από τον ενάγοντα των υπ’ αριθ. ………… τραπεζικών επιταγών της Τράπεζας EFG EUROBANK ERGASIAS σε διαταγή του εναγόμενου, ποσού 96.000,00 ευρώ, 96.000,00 ευρώ και 77.567,16 ευρώ, αντίστοιχα, που εξοφλήθηκαν κατά την εμφάνισή τους προς πληρωμή. Εντούτοις, το πραγματικό τίμημα ανήλθε στο ποσό των 300.000,00 ευρώ, το οποίο, κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, δεν αναγράφηκε στο συμβόλαιο για λόγους φορολογικούς και εξοφλήθηκε ολοσχερώς από τον ενάγοντα την 02.03.2007, με την κατάθεση του υπολειπόμενου ποσού των 30.432,84 ευρώ στον τηρούμενο στο όνομα του εναγόμενου υπ’ αριθ. …………. λογαριασμό της Τράπεζας EFG EUROBANK ERGASIAS. Επιπλέον, δυνάμει του υπ’ αριθ. …………/02.03.2007 συμβολαίου της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου ο εναγόμενος, με τη σύμπραξη της οικοπεδούχου, πώλησε και μεταβίβασε στον ενάγοντα κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή την ως άνω ημιτελή οριζόντια ιδιοκτησία – ισόγειο κατάστημα και την οριζόντια ιδιοκτησία – αποθήκη του υπογείου της ίδιας οικοδομής, αντί συνολικού τιμήματος 27.059,72 ευρώ, το οποίο πιστώθηκε και το οποίο αντιστοιχούσε στη συνολική αξία των ακινήτων, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, ύψους 27.059,72 ευρώ. Δυνάμει των ανωτέρω πωλητήριων συμβολαίων συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβαλλομένων, μεταξύ άλλων, ότι α) ο εναγόμενος – πωλητής ανέλαβε την υποχρέωση να αποπερατώσει τις πωληθείσες οριζόντιες ιδιοκτησίες κατά τους όρους της μεταξύ τους υπογραφείσας συγγραφής υποχρεώσεων και να παραδώσει αυτές πλήρως αποπερατωμένες και κατάλληλες προς ενοίκηση («με το κλειδί») μέχρι την 17.12.2007 και τους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής μέχρι την 17.02.2008, β) σε περίπτωση καθυστέρησης παράδοσης των ως άνω ιδιοκτησιών θα οφειλόταν ποινική ρήτρα από την επομένη των ως άνω προθεσμιών, ανερχόμενη σε 20,00 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης της παράδοσης της μεζονέτας και των δύο θέσεων στάθμευσης και σε 20,00 ευρώ για κάθε ημέρα καθυστέρησης της παράδοσης του καταστήματος. Επιπροσθέτως, δυνάμει του υπ’ αριθ. …../2007 πωλητήριου συμβολαίου ο ενάγων – αγοραστής επιφυλάχθηκε ότι θα δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση για τη στέρηση της χρήσης των ως άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών, σε περίπτωση καθυστέρησης παράδοσής τους από τον εναγόμενο – πωλητή και ότι εάν η καθυστέρηση παράδοσης των οριζόντιων ιδιοκτησιών υπερέβαινε το εξάμηνο, όχι από λόγους ανώτερης βίας, που αναφέρθηκαν στα συμβόλαια, ο ενάγων – αγοραστής θα δικαιούταν να προβεί στη διενέργεια των εργασιών που δεν εκτελέσθηκαν, με έξοδα δικά του, αλλά σε βάρος του εναγόμενου – πωλητή και ότι θα μπορούσε να ξοδεύει κάθε ποσό από το τίμημα που θα ήταν πιστωμένο με απόδοση λογαριασμού, με την επιφύλαξη αναζήτησης κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας που θα υφίστατο εκ του λόγου αυτού. Η συμφωνηθείσα ως άνω προθεσμία παράδοσης του έργου δεν τηρήθηκε, καθόσον, δυνάμει του από 01.10.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού παράδοσης ιδιοκτησιών, μεταβλήθηκε ο χρόνος παράδοσής τους σε αόριστο χρονικό σημείο, και πάντως εντός προθεσμίας τριάντα εργάσιμων ημερών από την πρόσκληση του ενάγοντος προς τον εναγόμενο για παράδοση του έργου, ενώ δυνάμει του ίδιου από 01.10.2007 ιδιωτικού συμφωνητικού, συμφωνήθηκε ότι ο ενάγων θα προέβαινε στην τοποθέτηση θυρών εισόδου στον Ε’ και ΣΤ’ όροφο (μεζονέτα) με δικά του έξοδα, συνεργείο και ευθύνη, και ότι ο εναγόμενος – εργολάβος οφείλει να του επιστρέψει για την αιτία αυτή το ποσό των 1200,00 ευρώ, καθώς και στον ελαιοχρωματισμό όλων των εσωτερικών χώρων της μεζονέτας και του ισόγειου καταστήματος με δικό του συνεργείο, ευθύνη και έξοδα, και ότι ο εναγόμενος οφείλει να του επιστρέψει για την αιτία αυτή, το ποσό των 4556,00 ευρώ. Στη συνέχεια, ο εναγόμενος παρέδωσε την μεζονέτα και το ισόγειο κατάστημα, προκειμένου ο ενάγων να εκτελέσει τις συμφωνηθείσες ως άνω εργασίες στο εσωτερικό τους, ενώ ο ενάγων παρέδωσε κλειδί από τις πόρτες της μεζονέτας στον εναγόμενο, προκειμένου να εισέρχεται στις οριζόντιες ιδιοκτησίες για να εκτελέσει τις εργασίες που υπολείπονταν και τον βάρυναν, ο δε εναγόμενος παρέδωσε στον ενάγοντα κλειδί της κεντρικής εισόδου της πολυκατοικίας για τον ίδιο σκοπό. Με την από 06.06.2008 εξώδικη διαμαρτυρία – δήλωση του ενάγοντος, που επιδόθηκε στον εναγόμενο την 11.06.2008, ο ενάγων κάλεσε τον εναγόμενο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της δήλωσης να του παραδώσει κατάλληλες προς χρήση τις ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες, καθώς και τους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας, δηλώνοντας του ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσής του θα προβεί μονομερώς στην εκτέλεση των υπολειπόμενων εργασιών με δικές του δαπάνες και με την επιφύλαξη του προς αποζημίωση δικαιώματός του. Μετά την πρόσκληση αυτή, ο εναγόμενος τοποθέτησε τις εσωτερικές πόρτες και εγκατέστησε τα σώματα καλοριφέρ στην υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία, πλην όμως υπολείπονταν ακόμη εργασίες για την πλήρη αποπεράτωση των οριζόντιων ιδιοκτησιών. Συγκεκριμένα, για τη μεζονέτα οι ελλείψεις συνίσταντο στην έλλειψη σύνδεσης με το δίκτυο της Δ.Ε.Η., στην έλλειψη τοποθέτησης επίπλων και πλακιδίων κουζίνας, στην έλλειψη τοποθέτησης πλακιδίων, ειδών υγιεινής και αξεσουάρ μπάνιου, στην έλλειψη τοποθέτησης σώματος θέρμανσης στο λουτρό, ηλεκτρικών πριζών και διακοπτών, γύψινων οροφής και μόνωση οροφής WC του Ε’ ορόφου, ενώ για το ισόγειο κατάστημα οι ελλείψεις συνίσταντο στην έλλειψη σύνδεσης με το δίκτυο της Δ.Ε.Η., στην έλλειψη τοποθέτησης επίπλων και πλακιδίων κουζίνας, στην έλλειψη τοποθέτησης πλακιδίων, ειδών υγιεινής και αξεσουάρ μπάνιου, στην έλλειψη τοποθέτησης σώματος θέρμανσης στο λουτρό, ηλεκτρικών πριζών και διακοπτών, γύψινων οροφής και ενός παραθύρου αλουμινίου με παντζούρι. Επιπλέον, ο εναγόμενος συνέχισε να αποκλείει παρανόμως τον ενάγοντα από τη χρήση του καταστήματος του ισογείου ορόφου και των υπόγειων θέσεων στάθμευσης, αρνούμενος να του παραδώσει κλειδιά εισόδου, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζει εκείνος την εξέλιξη των εργασιών. Ακολούθως, με την από 14.07.2008 εξώδικη δήλωση του ενάγοντος, που επιδόθηκε στον εναγόμενο την 18.07.2008, ο ενάγων επεσήμανε τις ανωτέρω εκκρεμότητες και τον αποκλεισμό της εισόδου του στο ισόγειο κατάστημα και τις υπόγειες θέσεις στάθμευσης και υπαναχώρησε μερικώς από το μη εκτελεσθέν τμήμα του έργου, υπαναχώρηση που επέχει θέση καταγγελίας της σύμβασης για το μέλλον, επιφυλαχθείς των νομίμων δικαιωμάτων του, και τον κάλεσε να παραδώσει τα κλειδιά των πωληθεισών οριζόντιων ιδιοκτησιών. Στα τέλη Ιουλίου του έτους 2008, ο εναγόμενος παρέδωσε στον ενάγοντα μόνο το κλειδί της μεζονέτας, αρνούμενος την παράδοση των κλειδιών των λοιπών οριζόντιων ιδιοκτησιών, με αποτέλεσμα ο ενάγων να αδυνατεί να ολοκληρώσει τις υπολειπόμενες εργασίες στο ισόγειο κατάστημα και στις υπόγειες θέσεις στάθμευσης. Δυνάμει της προσκομιζόμενης υπ’ αριθ. 69/2008 απόφασης του Ειρηνοδικείου Νίκαιας που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ο ενάγων αναγνωρίσθηκε προσωρινά νομέας του ισογείου καταστήματος, της υπόγειας αποθήκης και των δύο θέσεων στάθμευσης, και υποχρεώθηκε προσωρινά ο εναγόμενος να του παραδώσει τη νομή αυτών, ενώ σε εκτέλεση αυτής της δικαστικής απόφασης, ο εναγόμενος παρέδωσε στον ενάγοντα τη νομή των εν λόγω οριζόντιων ιδιοκτησιών την 28.11.2008. Ακολουθώντας την ίδια αντισυμβατική συμπεριφορά, ο εναγόμενος εξακολούθησε να παρακωλύει τον ενάγοντα από την ολοκλήρωση των απαραίτητων εργασιών για την αποπεράτωση των πωληθέντων ακινήτων. Ειδικότερα, στο αίτημα του ενάγοντος να του χορηγηθεί η αναγκαία βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. του εργολάβου κατασκευαστή περί υποβολής δήλωσης Κ.Κ.Ο. και Τελικού Πίνακα σύμφωνα με το άρθρο 35 του Ν. 2238/1994, προκειμένου να προβεί ο ίδιος στις συνδέσεις των οριζόντιων ιδιοκτησιών με τη Δ.Ε.Η., ο εναγόμενος αρνήθηκε να του τη χορηγήσει επικαλούμενος αναληθώς ότι απαιτούνταν τιμολόγια του ενάγοντος για τις εργασίες που ο ίδιος εκτέλεσε στις ιδιοκτησίες του, ενώ γνώριζε ότι είχε ήδη εκδοθεί η σχετική βεβαίωση από την 07.02.2008, αφού ο ίδιος είχε υποβάλει τα σχετικά έγγραφα. Τελικώς, η παράδοση της σχετικής βεβαίωσης από τον εναγόμενο στον ενάγοντα έλαβε χώρα την 23.10.2009, οπότε και έγινε η σύνδεση με το ηλεκτρικό ρεύμα στις οριζόντιες ιδιοκτησίες του ενάγοντος. Τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, και ιδίως η υπερημερία του εναγόμενου κατά το χρονικό διάστημα από την 23.07.2008, οπότε παρήλθε άπρακτη η ταχθείσα προθεσμία των δεκαπέντε ημερών παράδοσης του έργου, έως την 23.10.2009, οπότε παραδόθηκε η απαιτούμενη βεβαίωση για τη σύνδεση των οριζόντιων ιδιοκτησιών με το σύστημα ηλεκτροδότησης, έχουν κριθεί με δύναμη δεδικασμένου δυνάμει της προσκομιζόμενης υπ’ αριθ. 456/2013 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη η από 18.05.2010 και με αριθμό κατάθεσης ………../2010 αγωγή του ενάγοντος κατά του εναγόμενου και υποχρεώθηκε αυτός να του καταβάλει ως αποζημίωση για τη θετική ζημία που υπέστη από την ολοκλήρωση, με δαπάνες του, των πωληθεισών οριζόντιων ιδιοκτησιών, το συνολικό ποσό των 25.828,47 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, και αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση αυτού να του καταβάλει ως αποζημίωση χρήσης αναφορικά με τη στέρηση της χρήσης του καταστήματος κατά το χρονικό διάστημα από την 23.07.2008 έως την 23.10.2009, το ποσό των 4.500,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ενώ απορρίφθηκε η αγωγή ως αόριστη ως προς το κονδύλιο της αποζημίωσης χρήσης της υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας και των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεων στάθμευσης. Αποδείχθηκε περαιτέρω, κατά τα προαναφερθέντα, ότι δυνάμει σχετικού όρου του υπ’ αριθ. …………../2007 πωλητηρίου συμβολαίου, συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων ότι ο ενάγων δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση για τη στέρηση της χρήσης των πωληθέντων ως άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών, σε περίπτωση καθυστέρησης παράδοσής τους από τον εναγόμενο, παράλληλα με τα λοιπά δικαιώματά του από την υπερημερία του εναγόμενου (άρθρα 686 και 361 του ΑΚ). Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται για το χρονικό διάστημα υπερημερίας του εναγόμενου, ως οφειλέτη του έργου, να απαιτήσει την αντίστοιχη αποζημίωση χρήσης, παρά τη μερική υπαναχώρησή του από το μη εκτελεσθέν τμήμα του έργου, με την από 14.07.2008 εξώδικη δήλωσή του, δεδομένου ότι οι διατάξεις των άρθρων 383-385 και 686 του ΑΚ είναι ενδοτικού δικαίου, και ως εκ τούτου μπορεί να γίνει ειδική συμφωνία, όπως εν προκειμένω, κατά την οποία το δικαίωμα του εργοδότη να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, ολικώς ή μερικώς, κηρύσσοντας έκπτωτο τον εργολάβο θα ασκείται μόνο στην περίπτωση παρόδου της προθεσμίας εκτέλεσης της σύμβασης και ορισμένου επιπλέον χρόνου, όπως και ότι στην υπαναχώρηση αυτή ο εργοδότης θα δικαιούται πλήρη αποζημίωση και πρόσθετη ποινική ρήτρα, οπότε η σώρευση όλων αυτών των αποτελεσμάτων δεν είναι αντίθετη στη διάταξη του άρθρου 686 εδ. β’ του ΑΚ, αφού η υπαναχώρηση είναι συμβατική (βλ. ΕφΠατρ 888/2007 ΑΧΑΝΟΜ 2008. 130, ΕφΠατρ 798/2007 ΑΧΑΝΟΜ 2008. 121, ΕφΑθ 106/1998 Αρμ. 1998. 1482). Εξάλλου, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι εάν ο εναγόμενος παρέδιδε τις ανωτέρω οριζόντιες ιδιοκτησίες πλήρως αποπερατωμένες μέχρι την 26.06.2008, ο ενάγων θα μπορούσε να τις εκμισθώσει σε τρίτους, κατά το χρονικό διάστημα από την 23.07.2008 έως την 23.10.2009, και ως εκ τούτου απώλεσε μισθώματα, τα οποία με βεβαιότητα θα αποκόμιζε από τη μίσθωση των εν λόγω ακινήτων του σε τρίτους. Συγκεκριμένα, απώλεσε το ποσό των 750,00 ευρώ μηνιαίως για την υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία – μεζονέτα και το ποσό των 50,00 ευρώ μηνιαίως για καθεμία από τις υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεις στάθμευσης, λαμβάνοντας υπόψη για τον προσδιορισμό των ως άνω μηνιαίων μισθωμάτων όλους τους παράγοντες και τις επικρατούσες μισθωτικές συνθήκες της περιοχής, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, και ειδικότερα το εμβαδόν των οριζόντιων ιδιοκτησιών, το γεγονός ότι ήταν νεόδμητες, τη θέση τους και τις μισθωτικές αξίες των όμορων ακινήτων, κατά τον κρίσιμο ως άνω χρόνο. Κατόπιν τούτων, αναφορικά με την υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαία οριζόντια ιδιοκτησία – μεζονέτα, ο ενάγων απώλεσε συνολικά το ποσό των 11.250,00 ευρώ για το ως άνω χρονικό διάστημα (15 μήνες Χ 750,00 ευρώ μηνιαίως), ενώ αναφορικά με τις υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεις στάθμευσης, απώλεσε συνολικά το ποσό των 1.500,00 ευρώ για το ως άνω χρονικό διάστημα (15 μήνες Χ 50,00 ευρώ μηνιαίως Χ 2), ήτοι απώλεσε συνολικά διαφυγόντα κέρδη από τη μη εκμίσθωση των οριζόντιων ιδιοκτησιών ύψους 12.750,00 ευρώ. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως με την εκκαλούμενη απόφασή του και δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται ως αποζημίωση χρήσης της υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας και των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεων στάθμευσης, το συνολικό ποσό των 12.750,00 ευρώ, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένων ως αβάσιμων του δεύτερου λόγου της από 02.11.2021 υπό στοιχείο Α’ έφεσης και του πρώτου λόγου της από 10.11.2021 υπό στοιχείο Β’ έφεσης. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι ο εναγόμενος διατηρεί κατά του ενάγοντος ληξιπρόθεσμη και ομοειδή ανταπαίτηση ύψους 19.581,35 ευρώ, προερχόμενη από το οφειλόμενο τίμημα του ως άνω ισογείου καταστήματος και της υπό στοιχεία Υ-1 αποθήκης υπογείου που πωλήθηκαν στον ενάγοντα δυνάμει του υπ’ αριθ. ………/02.03.2007 πωλητηρίου συμβολαίου. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι σύμφωνα με την από 11.01.2019 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού του υπ’ αριθ. …./02.03.2007 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Νίκαιας ………… – …, ο ενάγων επιτάχθηκε να καταβάλει στον εναγόμενο το συνολικό ποσό των 20.631,51 ευρώ, ενώ δυνάμει της προσκομιζόμενης υπ’ αριθ. …/11.06.2019 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών . ……….., επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση των οριζόντιων ιδιοκτησιών του καταστήματος του ισογείου και της υπό στοιχεία Υ-1 αποθήκης υπογείου, και στη συνέχεια διενεργήθηκε αναγκαστικός πλειστηριασμός των ακινήτων, αντί πλειστηριάσματος ύψους 21.340,00 ευρώ, από το οποίο, μετά την αφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης και των απαιτήσεων των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών, ο εναγόμενος δικαιούται να λάβει το ποσό των 1.080,16 ευρώ. Ενόψει του ότι το δια­πλαστικό δικαίωμα της πρότασης του συμψηφισμού δημιουργείται από τη στιγμή που δύο αντίθετες απαιτήσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του συμψηφισμού θα συνυ­πάρξουν, στην προκειμένη περίπτωση, ο εναγόμενος δικαιούχος της ανωτέρω ανταπαίτησης ποσού 19.581,35 ευρώ (20.631,51 ευρώ μείον 1.080,16 ευρώ), είχε από το ανωτέρω χρονικό σημείο το δικαίωμα να αποσβέσει την απαίτηση του ενάγοντος δανειστή του (κύρια ή ενερ­γητική απαίτηση), ανερχόμενη στο ποσό των 12.750,00 ευρώ, προτείνοντας την αντα­παίτησή του (ή παθητική απαίτηση) σε συμψηφισμό και με την πρότασή του αυτή ε­πήλθε απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων, στο μέτρο κατά το οποίο αυτές καλύπτονταν αναδρομικά, ανεξάρτητα από το αν θα γίνει ή όχι αποδεκτή από εκείνον στον οποίο απευθύνεται. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση αποδείχθηκε ότι η ανωτέ­ρω απαίτηση του ενάγοντος αποζημίωσης χρήσης της υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας και των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεων στάθμευσης, συνολικού ποσού 12.750,00 ευρώ, αποσβέσθηκε δια συμψηφισμού της ως άνω ανταπαίτησης του εναγόμενου συνολικού ποσού 19.581,35 ευρώ, δεκτής γενομένης ως και κατ’ ουσίαν βάσιμης της προβληθείσας από τον εναγόμενο ένστασης εξόφλησης δια συμψηφισμού, απορριπτομένης ως κατ’ ουσίαν αβάσιμης της προβληθείσας από τον ενάγοντα αντένστασης εξόφλησης της ανωτέρω ανταπαίτησης, δια της καταβολής του πιστωθέντος τιμήματος της αγοραπωλησίας του ισογείου καταστήματος, δυνάμει του προαναφερόμενου υπ’ αριθ. …………./02.03.2007 πωλητηρίου συμβολαίου, με την καταβολή του συνολικού ποσού των 300.000,00 ευρώ, σε εξόφληση των οφειλόμενων τιμημάτων αγοράς των ανωτέρω οριζόντιων ιδιοκτησιών, ανερχόμενων στο συνολικό ποσό των 296.626,88 ευρώ, ήτοι στο ποσό των 269.567,16 ευρώ για την αγορά της υπό στοιχεία Ε-ΣΤ ενιαίας οριζόντιας ιδιοκτησίας και των υπό στοιχεία ΘΣ-6 και ΘΣ-7 θέσεων στάθμευσης, και στο ποσό των 27.059,72 ευρώ για την αγορά της οριζόντιας ιδιοκτησίας του ισόγειου καταστήματος και της οριζόντιας ιδιοκτησίας – αποθήκης του υπογείου. Αποδείχθηκε ειδικότερα, κατά τα προαναφερθέντα, ότι το αναγραφόμενο στο υπ’ αριθ. ……../2007 πωλητήριο συμβόλαιο συνολικό τίμημα των 269.567,16 ευρώ, το οποίο πιστώθηκε, στη συνέχεια εξοφλήθηκε ολοσχερώς, μέσω ισόποσου δανείου που έλαβε ο ενάγων από την Τράπεζα EFG EUROBANK ERGASIAS, και κατόπιν έκδοσης από τον ενάγοντα των υπ’ αριθ. ………….. τραπεζικών επιταγών της Τράπεζας EFG EUROBANK ERGASIAS σε διαταγή του εναγόμενου, ποσού 96.000,00 ευρώ, 96.000,00 ευρώ και 77.567,16 ευρώ, αντίστοιχα, που εξοφλήθηκαν κατά την εμφάνισή τους προς πληρωμή και ότι το πραγματικό τίμημα ανήλθε στο ποσό των 300.000,00 ευρώ, το οποίο, κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, δεν αναγράφηκε στο συμβόλαιο για λόγους φορολογικούς και εξοφλήθηκε ολοσχερώς από τον ενάγοντα την 02.03.2007, με την κατάθεση του υπολειπόμενου ποσού των 30.432,84 ευρώ στον τηρούμενο στο όνομα του εναγόμενου υπ’ αριθ. …………. λογαριασμό της Τράπεζας EFG EUROBANK ERGASIAS. Αποδείχθηκε, συνεπώς, ότι το επικαλούμενο από τον ενάγοντα προς υποστήριξη της προβληθείσας αντένστασης εξόφλησης της ανταπαίτησης του εναγόμενου, ποσό των 300.000,00 ευρώ, καταβλήθηκε στον εναγόμενο όχι προς εξόφληση της απαίτησής του για το τίμημα των πωληθέντων οριζόντιων ιδιοκτησιών του ισόγειου καταστήματος και της αποθήκης του υπογείου, αλλά προς εξόφληση αποκλειστικά και μόνο του πραγματικού τιμήματος των πωληθέντων οριζόντιων ιδιοκτησιών της μεζονέτας και των θέσεων στάθμευσης, το οποίο ανήλθε στο ποσό των 300.000,00 ευρώ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ομοίως με την εκκαλούμενη απόφασή του και δέχθηκε ως και ουσιαστικά βάσιμη την προβληθείσα από τον εναγόμενο ένσταση εξόφλη­σης δια συμψηφισμού της ένδικης απαίτησης του ενάγοντος συνολικού ποσού 12.750,00 ευρώ, έστω και με διάφορη αιτιολογία που αντικαθίσταται με αυτή της παρούσας (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένου ως αβάσιμου του τρίτου λόγου της από 10.11.2021 υπό στοιχείο Β’ έφεσης κατά το δεύτερο σκέλος του. Εξάλλου, τα αποδειχθέντα ως άνω πραγματικά περιστατικά δύνανται να επιστηρίξουν αποζημιωτική από αδικοπραξία πρωτογενή ευθύνη του εναγόμενου, εφόσον οι σχετικές ενέργειες του, διαπραττόμενες χωρίς τη σύμβαση έργου, θα ήταν παράνομες, ως παραπλανητικές παραστάσεις, αντικείμενες στο επιβαλλόμενο από το δίκαιο (άρθρο 914 του ΑΚ) γενικό καθήκον του να μη ζημιώνεται άλλος υπαίτια, καθώς αποδείχθηκε, κατά τα προαναφερθέντα, ότι ο εναγόμενος αρνήθηκε να χορηγήσει στον ενάγοντα την αναγκαία βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. του εργολάβου κατασκευαστή περί υποβολής δήλωσης Κ.Κ.Ο. και Τελικού Πίνακα, προκειμένου να προβεί ο ίδιος στις συνδέσεις με τη Δ.Ε.Η. των πωληθέντων οριζόντιων ιδιοκτησιών, επικαλούμενος αναληθώς στην από 23.09.2009 εξώδικη δήλωσή του ότι απαιτούνται τα τιμολόγια του ενάγοντος για τις εργασίες που αυτός εκτέλεσε στις οριζόντιες ιδιοκτησίες, ενώ γνώριζε ότι είχε ήδη εκδοθεί η σχετική βεβαίωση, αφού ο ίδιος είχε υποβάλει τα σχετικά έγγραφα την 07.02.2008. Συνεπώς, ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγόμενου που συνιστά αδικοπραξία, το ποσό των 600,00 ευρώ, το οποίο είναι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, εύλογο και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας, καθώς δεν υπερβαίνει καταφανώς, ούτε υπολείπεται του ποσού που επιδικάζεται συνήθως σε παρόμοιες περιπτώσεις (βλ. ΟλΑΠ 9/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 491/2015 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 531/2014 ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαμ 8/2018 ΝΟΜΟΣ), λαμβανομένων υπόψη των κατά νόμο στοιχείων, και ειδικότερα των συνθηκών υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπραξία, του είδους και της φύσης αυτής, της υπαιτιότητας του εναγόμενου, της ψυχικής ταλαιπωρίας του ενάγοντος, σε συνδυασμό με την κοινωνική θέση των εμπλεκόμενων φυσικών προσώπων και την οικονομική τους κατάσταση. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο επιδίκασε ως εύλογο, για την χρηματική ικανοποίηση του ενάγοντος, το ποσό των 600,00 ευρώ, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, απορριπτομένου ως αβάσιμου του δεύτερου λόγου της από 10.11.2021 υπό στοιχείο Β’ έφεσης.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθούν κατ’ ουσίαν οι από 02.11.2021 και από 10.11.2021 αντίστοιχα, υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 1807/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, τα δε δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος – εφεσίβλητου – ενάγοντος για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, πρέπει να επιβληθούν, κατά ένα μέρος τους, σε βάρος του εκκαλούντος – εφεσίβλητου – εναγόμενου, λόγω της μερικής ήττας του και ανάλογα με την έκταση αυτής κατ’ άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, αφού συντρέχει μερική «ήττα» του τελευταίου, κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων, η οποία προσδιορίζεται από το γεγονός ότι γίνεται εν μέρει δεκτή η εναντίον του αγωγή, ενώ είναι αδιάφορη η πα­ραδοχή των ένδικων μέσων των εφέσεων (βλ. ΜονΕφΠατρ 246/2017 ΝΟΜΟΣ, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, τομ. I, άρθρο 183, αριθ. 1, με περαιτέρω παραπομπές). Αναφορικά με τα παράβολα που ο εκκαλών της υπό στοιχείο Α’ έφεσης και ο εκκαλών της υπό στοιχείο Β’ έφεσης προκατέβαλαν κατά την κατάθεσή τους, πρέπει να εισαχθούν στο Δημόσιο Ταμείο, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε’ του ΚΠολΔ λόγω της ήττας τους.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις από 02.11.2021 και από 10.11.2021 αντίστοιχα, υπό στοιχεία Α’ και Β’ εφέσεις, κατά της υπ’ αριθ. 1807/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν τις ανωτέρω εφέσεις.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου υπέρ Δημοσίου με αριθμό ……………/2021 ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού εκατό (100,00) ευρώ που προκατέβαλε ο εκκαλών της υπό στοιχείο Α’ από 02.11.2021 έφεσης.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου υπέρ Δημοσίου με αριθμό …………./2021 ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού εκατό (100,00) ευρώ που προκατέβαλε ο εκκαλών της υπό στοιχείο Β’ από 10.11.2021 έφεσης.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα – εφεσίβλητο – εναγόμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων του εκκαλούντος – εφεσίβλητου – ενάγοντος για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 10.5.2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ